- 1 Πως συντάσσεται η διάταξη τελευταίας βουλήσεως (διαθήκη, συνδιαθήκη, κληρονομική σύμβαση);
- 2 Πρέπει η διάταξη να καταχωρίζεται, και εάν ναι, πως;
- 3 Υφίστανται περιορισμοί επί της ελευθερίας διάθεσης αιτία θανάτου (π.χ. νόμιμη μοίρα);
- 4 Ελλείψει διάταξης τελευταίας βουλήσεως, ποιος κληρονομεί και τι;
- 5 Ποια είναι η αρμόδια αρχή:
- 6 Σύντομη περιγραφή της διαδικασίας για την επίλυση κληρονομικής διαδοχής βάσει του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της εκκαθάρισης της περιουσίας και της διανομής των περιουσιακών στοιχείων (συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με το εάν η διαδικασία κληρονομικής διαδοχής κινείται αυτεπαγγέλτως από δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή)
- 7 Πως και πότε καθίσταται ένα πρόσωπο κληρονόμος ή κληροδόχος;
- 8 Φέρουν οι κληρονόμοι την ευθύνη για τα χρέη του αποθανόντος, και εάν ναι, υπό ποιους όρους;
- 9 Ποια είναι τα έγγραφα και/ή οι πληροφορίες που συνήθως απαιτούνται για την καταχώριση ακίνητης περιουσίας;
- 10 Ποια είναι τα τυπικά έγγραφα που εκδίδονται βάσει του εθνικού δικαίου στη διάρκεια ή στο τέλος της διαδικασίας κληρονομικής διαδοχής, για να αποδειχθεί η ιδιότητα και τα δικαιώματα των δικαιούχων; Έχουν τα εν λόγω έγγραφα ειδική αποδεικτική ισχύ;
Το δελτίο αυτό εκπονήθηκε σε συνεργασία με το Συμβούλιο των Συμβολαιογραφικών Συλλόγων της ΕΕ (CNUE).
1 Πως συντάσσεται η διάταξη τελευταίας βουλήσεως (διαθήκη, συνδιαθήκη, κληρονομική σύμβαση);
a) διαθήκες
Υπάρχουν τρία κύρια είδη διαθήκης στο ουγγρικό νομικό σύστημα: η δημόσια διαθήκη, η γραπτή ιδιωτική διαθήκη και (κατ᾽ εξαίρεση) η προφορική διαθήκη, κατά το άρθρο 7:13 του Αστικού Κώδικα (Polgári Törvénykönyv).
(aa) Η δημόσια διαθήκη συντάσσεται ενώπιον συμβολαιογράφου. Κατά τη σύνταξη της δημόσιας διαθήκης, ο συμβολαιογράφος εφαρμόζει τους σχετικούς ειδικούς νομικούς κανονισμούς (τις διατάξεις του νόμου περί συμβολαιογράφων που ισχύουν για τις συμβολαιογραφικές πράξεις).
aβ) Το ουγγρικό δίκαιο αναγνωρίζει τρία επιμέρους είδη γραπτής ιδιωτικής διαθήκης:
- την ιδιόγραφη διαθήκη: η διαθήκη αυτή είναι έγκυρη όσον αφορά τον τύπο της, εάν είναι γραπτή στο σύνολό της και υπογράφεται από τον διαθέτη ιδιοχείρως (άρθρο 7:17(1)(a) του Αστικού Κώδικα)
- τη διαθήκη που γράφεται από άλλα πρόσωπα (αλλόγραφη διαθήκη): η διαθήκη αυτού του είδους υπογράφεται από τον διαθέτη με ταυτόχρονη παρουσία δύο μαρτύρων ή, εάν έχει υπογραφεί νωρίτερα, ο διαθέτης επιβεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής του ενώπιον δύο ταυτοχρόνως παριστάμενων μαρτύρων. Οι μάρτυρες υπογράφουν τη διαθήκη αναφέροντας την εν λόγω ιδιότητά τους. Η δακτυλογραφημένη διαθήκη θεωρείται πάντοτε αλλόγραφη, ακόμα και εάν έχει δακτυλογραφηθεί από τον ίδιο τον διαθέτη (άρθρο 7:17(1)(b) του Αστικού Κώδικα).
- την ιδιωτική διαθήκη που κατατίθεται σε συμβολαιογράφο: για να είναι έγκυρη η εν λόγω διαθήκη ως προς τον τύπο της, ο διαθέτης την υπογράφει ιδιοχείρως (είτε πρόκειται για αλλόγραφη είτε για ιδιόγραφη διαθήκη) και στη συνέχεια την καταθέτει αυτοπροσώπως σε συμβολαιογράφο, με το έγγραφο να φέρει ιδιαίτερη επισήμανση που το χαρακτηρίζει ως διαθήκη. Η διαθήκη κατατίθεται στον συμβολαιογράφο είτε ανοικτή είτε σφραγισμένη (άρθρο 7:17(1)(c) του Αστικού Κώδικα).
Μια ακόμα τυπική προϋπόθεση για την εγκυρότητα και των τριών ειδών ιδιωτικής διαθήκης ως προς τη μορφή τους είναι η ημερομηνία σύνταξης, η οποία πρέπει να αναγράφεται ευκρινώς στην πράξη.
Στην κατηγορία των γραπτών ιδιωτικών διαθηκών προβλέπονται ειδικοί κανόνες που ισχύουν για τις διαθήκες οι οποίες αποτελούνται από περισσότερα φύλλα:
- εάν η διαθήκη είναι ιδιόγραφη, κάθε φύλλο πρέπει να φέρει διαδοχική αρίθμηση
- εάν η διαθήκη είναι αλλόγραφη, πέρα από την προϋπόθεση της αρίθμησης των φύλλων, ο διαθέτης και οι δύο μάρτυρες πρέπει να υπογράφουν κάθε φύλλο (άρθρο 7:17(2) του Αστικού Κώδικα).
Η γραπτή διαθήκη μπορεί να συνταχθεί σε γλώσσα την οποία ο διαθέτης κατανοεί και δύναται
- να γράφει (στην περίπτωση ιδιόγραφης διαθήκης) και
- να διαβάζει (στην περίπτωση αλλόγραφης διαθήκης).
Η διαθήκη που συντάσσεται με στενογραφία ή άλλα σύμβολα ή κωδική γραφή πέραν της συνήθους, είναι άκυρη (άρθρο 7:16 του Αστικού Κώδικα).
αγ) Η προφορική διαθήκη γίνεται από πρόσωπα ευρισκόμενα σε μια ασυνήθιστη κατάσταση που απειλεί τη ζωή τους και καθιστά αδύνατη τη σύνταξη γραπτής διαθήκης (άρθρο 7:20 του Αστικού Κώδικα). Ο διαθέτης πρέπει να διατυπώσει προφορικά τη διαθήκη του στο σύνολό της ενώπιον δύο ταυτοχρόνως παριστάμενων μαρτύρων, σε γλώσσα κατανοητή από τους μάρτυρες, ή στη νοηματική εάν ο διαθέτης χρησιμοποιεί την εν λόγω γλώσσα, ανακοινώνοντας παράλληλα ότι η προφορική δήλωσή του αποτελεί τη διαθήκη του (άρθρο 7:21 του Αστικού Κώδικα). Η προφορική διαθήκη γίνεται δεκτή κατ᾽ εξαίρεση, γεγονός που υπογραμμίζεται από τη διάταξη που προβλέπει ότι η προφορική διαθήκη καθίσταται ανίσχυρη, εάν ο διαθέτης είχε την ευκαιρία να συντάξει γραπτή διαθήκη χωρίς δυσκολία εντός περιόδου τριάντα διαδοχικών ημερών μετά το πέρας της κατάστασης που δικαιολογούσε τη διατύπωση προφορικής διαθήκης (άρθρο 7:45 του Αστικού Κώδικα).
β) Ειδικοί κανόνες περί του τύπου της συνδιαθήκης
Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, οι σύζυγοι μπορούν να συντάξουν συνδιαθήκη κατά τη διάρκεια του συζυγικού βίου τους (άρθρο 7:23 του Αστικού Κώδικα).
Σημειώνεται ότι, εκτός από τους συζύγους, και οι καταχωρισμένοι σύντροφοι μπορούν να συντάξουν συνδιαθήκη, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 3 παράγραφος 1 του νόμου που ρυθμίζει την καταχωρισμένη συμβίωση (νόμος ΧΧΙΧ του 2009).
Οι σύζυγοι (καταχωρισμένοι σύντροφοι) μπορούν να συντάξουν συνδιαθήκη ως εξής:
βα) υπό τύπον δημόσιας διαθήκης (επικυρωμένης από συμβολαιογράφο)
ββ) υπό τύπον ιδιόγραφης ιδιωτικής διαθήκης: σε αυτήν την περίπτωση, η πράξη γράφεται εξ ολοκλήρου και υπογράφεται ιδιοχείρως από έναν εκ των διαθετών, ενώ ο έτερος διαθέτης δηλώνει στο ίδιο έγγραφο με δήλωσή του που υπογράφει ιδιοχείρως ότι το έγγραφο περιέχει και τη δική του διάταξη τελευταίας βούλησης
βγ) υπό τύπον αλλόγραφης διαθήκης: σε αυτήν την περίπτωση, η πράξη υπογράφεται από τους διαθέτες με την ταυτόχρονη παρουσία του έτερου διαθέτη και δύο μαρτύρων ή (εάν έχει υπογραφεί νωρίτερα) κάθε διαθέτης δηλώνει χωριστά, με την ταυτόχρονη παρουσία του έτερου διαθέτη και των μαρτύρων, ότι η υπογραφή στο έγγραφο είναι δική του.
Ισχύουν ειδικοί κανόνες για τη συνδιαθήκη η οποία αποτελείται από περισσότερα φύλλα:
- εάν η διαθήκη είναι γραμμένη ιδιοχείρως από έναν εκ των διαθετών, κάθε φύλλο πρέπει να φέρει διαδοχική αρίθμηση και να υπογράφεται από τον έτερο διαθέτη
- εάν η διαθήκη είναι αλλόγραφη, πέρα από την προϋπόθεση της διαδοχικής αρίθμησης των σελίδων, οι δύο διαθέτες και αμφότεροι οι μάρτυρες πρέπει να υπογράφουν κάθε φύλλο (άρθρο 7:23 (3) του Αστικού Κώδικα).
γ) Κληρονομική σύμβαση
Σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, η κληρονομική σύμβαση είναι μια συμφωνία κατά την οποία ένας εκ των συμβαλλόμενων (ο διαθέτης) κατονομάζει τον έτερο συμβαλλόμενο ως κληρονόμο του σε αντάλλαγμα για την παροχή διατροφής, προσόδου ή φροντίδας (άρθρο 7:48 του Αστικού Κώδικα).
Συνεπώς, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, η κληρονομική σύμβαση είναι πάντοτε σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας. Στην κληρονομική σύμβαση, ο διαθέτης μπορεί να κατονομάσει τον έτερο συμβαλλόμενο ως κληρονόμο του συνόλου ή μέρους της περιουσίας του ή ορισμένων περιουσιακών στοιχείων. Η διατροφή, η πρόσοδος ή η φροντίδα που προσφέρονται ως αντάλλαγμα μπορούν να παρέχονται προς τον διαθέτη ή προς τρίτον, ο οποίος προσδιορίζεται στη σύμβαση. Η κληρονομική σύμβαση είναι μια διάταξη τελευταίας βούλησης μόνον αναφορικά με τη δήλωση βούλησης του διαθέτη και όχι αναφορικά με τη δήλωση βούλησης του έτερου συμβαλλόμενου (του παρόχου διατροφής, προσόδου ή φροντίδας).
Οι διατάξεις που διέπουν τη γραπτή διαθήκη ισχύουν και ως προς τις προϋποθέσεις για την τυπική εγκυρότητα της κληρονομικής σύμβασης, με την εξαίρεση ότι στην τελευταία ισχύουν οι τυπικές προϋποθέσεις για τις αλλόγραφες διαθήκες, ακόμα και εάν η κληρονομική σύμβαση έχει συνταχθεί ιδιοχείρως από έναν εκ των συμβαλλομένων της (άρθρο 7:49(1) του Αστικού Κώδικα). Αντιστοίχως, η κληρονομική σύμβαση είναι τυπικά έγκυρη εάν:
- υπογράφεται ως δημόσιο έγγραφο από συμβολαιογράφο (όπως μια δημόσια διαθήκη), ή
- υπογράφεται κατά τα απαιτούμενα για τις αλλόγραφες διαθήκες (δηλαδή, ενώπιον δύο μαρτύρων).
Για την εγκυρότητα της κληρονομικής σύμβασης, απαιτείται η συναίνεση του νόμιμου εκπρόσωπου και η έγκριση της αρχής που ασκεί την επιτροπεία σε περίπτωση που ο συμβαλλόμενος ο οποίος συνάπτει την κληρονομική σύμβαση ως διαθέτης είναι:
- ανήλικος με περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα, ή
- πρόσωπο με περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα ως προς τη σύναψη δικαιοπραξιών σε σχέση με περιουσιακά στοιχεία (άρθρο 7:49(2) του Αστικού Κώδικα).
2 Πρέπει η διάταξη να καταχωρίζεται, και εάν ναι, πως;
Όχι. Η εγκυρότητα της διάταξης τελευταίας βούλησης δεν εξαρτάται από την καταχώρισή της σε επίσημο μητρώο. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που ένας συμβολαιογράφος έχει αναλάβει τη σύνταξη της διάταξης τελευταίας βούλησης, ο ίδιος μεριμνά αυτεπάγγελτα για την καταχώριση του γεγονότος της σύνταξης (ή της ανάκλησης, τροποποίησης ή απόσυρσης διαθήκης που έχει κατατεθεί σε συμβολαιογράφο) στο Εθνικό Μητρώο Διαθηκών (Végrendeletek Országos Nyilvántartása). Αντιστοίχως, στο Εθνικό Μητρώο Διαθηκών καταχωρίζονται τα εξής είδη διάταξης τελευταίας βούλησης (ή η ανάκληση, τροποποίηση ή απόσυρση διαθηκών που έχουν κατατεθεί σε συμβολαιογράφο):
- η δημόσια διαθήκη (η οποία έχει συνταχθεί από συμβολαιογράφο ως δημόσιο έγγραφο)
- η ιδιωτική διαθήκη που έχει κατατεθεί σε συμβολαιογράφο
- η κληρονομική σύμβαση (εάν έχει συνταχθεί από συμβολαιογράφο ως δημόσιο έγγραφο)
- το κληροδότημα (εάν έχει συνταχθεί από συμβολαιογράφο ως δημόσιο έγγραφο).
Ωστόσο, η παράλειψη αυτής της καταχώρισης για οποιονδήποτε λόγο δεν επιφέρει ακυρότητα της διαθήκης.
3 Υφίστανται περιορισμοί επί της ελευθερίας διάθεσης αιτία θανάτου (π.χ. νόμιμη μοίρα);
Σύμφωνα με το άρθρο 7:10 του Αστικού Κώδικα, ο διαθέτης δικαιούται να μεταβιβάζει ελεύθερα την περιουσία του ή μέρος αυτής, δυνάμει διάταξης τελευταίας βούλησης.
Αντιστοίχως, η ελευθερία μεταβίβασης δυνάμει διάταξης τελευταίας βούλησης εκτείνεται σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία του διαθέτη. Μολονότι το ουγγρικό δίκαιο προβλέπει βάσει νομοθετικής ρύθμισης το δικαίωμα στη νόμιμη μοίρα ορισμένων στενών συγγενών του διαθέτη (κατιόντες, σύζυγος, γονείς), η νόμιμη μοίρα σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο είναι αξίωση διεπόμενη από το ενοχικό δίκαιο, την οποία ο δικαιούχος της νόμιμης μοίρας μπορεί να εγείρει κατά των κληρονόμων. (Η προθεσμία παραγραφής για την έγερση της εν λόγω αξίωσης είναι πέντε έτη). Ο δικαιούχος της νόμιμης μοίρας δεν καθίσταται κληρονόμος, δηλαδή δεν καθίσταται εμπράγματος δικαιούχος μέρους της κληρονομιαίας περιουσίας, ακόμα και εάν εγείρει επιτυχώς την αξίωσή του κατά του κληρονόμου.
Με τη διαδικασία της νόμιμης μοίρας, ο δικαιούχος της νόμιμης μοίρας δικαιούται το ένα τρίτο της μερίδας την οποία θα κληρονομούσε ως νόμιμος κληρονόμος. Όταν ο/η σύζυγος δικαιούται επίσης, ως νόμιμος/-η κληρονόμος, επικαρπία, η νόμιμη μοίρα είναι, σ’ αυτή την περίπτωση, ένα περιορισμένο δικαίωμα επικαρπίας που καλύπτει τις ανάγκες του/της, λαμβανομένων υπόψη των περιουσιακών στοιχείων που αυτός/-ή κληρονόμησε.
4 Ελλείψει διάταξης τελευταίας βουλήσεως, ποιος κληρονομεί και τι;
Ελλείψει διάταξης τελευταίας βούλησης, ισχύουν οι κανόνες που διέπουν την εξ αδιαθέτου διαδοχή. Στο πλαίσιο της εξ αδιαθέτου διαδοχής, οι συγγενείς (κατιόντες, ανιόντες ή συγγενείς εκ πλαγίου) καθώς και ο/η σύζυγος που επιζεί (ή καταχωρισμένος σύντροφος) του/της θανόντος/ούσας κληρονομούν σύμφωνα με τους κανόνες που περιγράφονται στη συνέχεια.
α) Η κληρονομία επάγεται στους συγγενείς
αα) Κληρονομία επαγόμενη στους κατιόντες (άρθρο 7:55 του Αστικού Κώδικα)
Οι νόμιμοι κληρονόμοι είναι, πρώτον, τα τέκνα του/της θανόντος/ούσας δύο ή περισσότερα τέκνα κληρονομούν κατ᾽ ισομοιρία. Στη θέση του τέκνου (ή του απώτερου κατιόντος) που είναι κληρονομικά ανάξιος, κληρονομούν οι κατιόντες αυτού σύμφωνα με τους κανόνες της κληρονομικής διαδοχής, δηλαδή:
- κατ᾽ ισομοιρία μεταξύ τους
- αθροιστικά, τη μερίδα που θα είχε κληρονομήσει ο ανιών τους που είναι κληρονομικά ανάξιος.
Ωστόσο, κατά τον προσδιορισμό της μερίδας της κληρονομιαίας περιουσίας που επάγεται στους κατιόντες του/της θανόντος/ούσας, πρέπει να ληφθεί υπόψη και η αποκαλούμενη υποχρέωση συνυπολογισμού των δωρεών (hotchpot) από τους κατιόντες (βλ. σημείο ε)).
αβ) Κληρονομία επαγόμενη στους γονείς και στους κατιόντες τους (άρθρο 7:63 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει ούτε κατιόντα ούτε σύζυγο (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), κληρονομούν κατ᾽ ισομοιρία οι γονείς του/της θανόντος/ούσας. Στη θέση του γονέα που είναι κληρονομικά ανάξιος, οι κατιόντες αυτού κληρονομούν κατά τον ίδιο τρόπο που θα κληρονομούσαν οι κατιόντες ενός τέκνου αντ᾽ αυτού (σύμφωνα με τους κανόνες της κληρονομικής διαδοχής). Εάν ο γονέας που είναι κληρονομικά ανάξιος δεν έχει κατιόντα ή εάν ο κατιών έχει αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή, τότε κληρονομεί μόνο ο έτερος γονέας ή οι κατιόντες του.
αγ) Κληρονομία επαγόμενη σε παππούδες/γιαγιάδες και στους κατιόντες τους (άρθρο 7:63 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει κατιόντες, γονείς ή κατιόντες των τελευταίων και δεν είχε σύζυγο (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), νόμιμοι κληρονόμοι κατ᾽ ισομοιρία είναι οι παππούδες/γιαγιάδες του/της θανόντος/ούσας. Στη θέση του παππού/ της γιαγιάς που είναι κληρονομικά ανάξιος/α, κληρονομούν οι κατιόντες του/της κατά τον ίδιο τρόπο που θα κληρονομούσαν οι κατιόντες ενός γονέα αντ᾽ αυτού (σύμφωνα με τους κανόνες της κληρονομικής διαδοχής).
Εάν ο παππούς/η γιαγιά που είναι κληρονομικά ανάξιος/α δεν έχει κατιόντα ή ο κατιών έχει αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή, ο σύζυγος/η σύζυγος του παππού/ της γιαγιάς κληρονομεί αντ᾽ αυτού/αυτής και εάν και ο/η σύζυγος είναι κληρονομικά ανάξιος/α, κληρονομούν οι κατιόντες του/της. Αν ένα από τα δύο ζεύγη των παππούδων/γιαγιάδων είναι κληρονομικά ανάξιο και δεν υπάρχουν κατιόντες να κληρονομήσουν αντ᾽ αυτών (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), το σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας επάγεται στο έτερο ζεύγος των παππούδων/γιαγιάδων ή στους κατιόντες αυτών.
αδ) Κληρονομία επαγόμενη στους προπαππούδες/στις προγιαγιάδες και στους κατιόντες τους (άρθρο 7:65 του Αστικού Κώδικα)
Εάν δεν υπάρχουν κληρονόμοι στην ομάδα συγγενών των προπαππούδων/προγιαγιάδων (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), νόμιμοι κληρονόμοι του/της θανόντος/ούσας είναι ο προπάππους/ η προγιαγιά του κατ᾽ ισομοιρία. Στη θέση του προπάππου ή της προγιαγιάς που είναι κληρονομικά ανάξιος/α, κληρονομούν οι κατιόντες του/της κατά τον ίδιο τρόπο που θα κληρονομούσαν οι κατιόντες του παππού/της γιαγιάς αντ᾽ αυτού (σύμφωνα με τους κανόνες της κληρονομικής διαδοχής).
Εάν ο προπάππους/η προγιαγιά που είναι κληρονομικά ανάξιος/α δεν έχει κατιόντα (ή ο κατιών έχει αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), ο/η σύζυγος του προπάππου/της προγιαγιάς κληρονομεί αντ᾽αυτού και εάν και ο/η σύζυγος είναι κληρονομικά ανάξιος/α, κληρονομούν οι κατιόντες του. Αν ένα από τα δύο ζεύγη προπαππούδων/προγιαγιάδων είναι κληρονομικά ανάξιο και δεν υπάρχουν κατιόντες να κληρονομήσουν αντ᾽ αυτών (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), το σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας επάγεται στο έτερο ζεύγος προπαππούδων/προγιαγιάδων κατ᾽ ισομοιρία.
αε) Εξ αδιαθέτου διαδοχή όπου η κληρονομία επάγεται σε μακρινούς συγγενείς (άρθρο 7:66 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει προπαππούδες/προγιαγιάδες ή κατιόντες των τελευταίων (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), νόμιμοι κληρονόμοι κατ᾽ ισομοιρία καθίστανται οι μακρινοί συγγενείς του/της θανόντος/ούσας.
αστ) Κληρονομία επαγόμενη στο Δημόσιο (άρθρο 7:74 του Αστικού Κώδικα)
Ελλείψει νόμιμων κληρονόμων, η κληρονομιαία περιουσία επάγεται στο Δημόσιο.
Το Δημόσιο γίνεται κατ᾽ ανάγκην κληρονόμος, γεγονός που σημαίνει ότι δεν έχει δικαίωμα αποποίησης της κληρονομίας. Κατά τα λοιπά, όμως, το Δημόσιο έχει την ίδια νομική ιδιότητα όπως οι άλλοι κληρονόμοι. Στο ουγγρικό δίκαιο, η κληρονομία που επάγεται στο Δημόσιο συνιστά κτήση σύμφωνα με το αστικό και όχι το δημόσιο δίκαιο.
β) Κληρονομία επαγόμενη σε σύζυγο (άρθρα 7:58 και 7:62 του Αστικού Κώδικα)
Η εξ αδιαθέτου διαδοχή από τον/την σύζυγο που επιζεί εξαρτάται από την ύπαρξη νομικά έγκυρου γάμου με τον/τη θανόντα/ούσα. Ωστόσο, η ύπαρξη γάμου αυτή καθαυτή δεν επαρκεί για την εξ αδιαθέτου διαδοχή του/της συζύγου. Στο άρθρο 7:62 του Αστικού Κώδικα προβλέπεται ειδική αιτία κληρονομικής αναξιότητας στην περίπτωση μη ύπαρξης συζυγικού βίου: ο /η σύζυγος που επιζεί ενδέχεται να μην κληρονομήσει εάν το ζεύγος βρισκόταν σε διάσταση κατά τον χρόνο επαγωγής της κληρονομίαςκαι είναι πρόδηλο βάσει των περιστάσεων ότι η συμφιλίωση δεν ήταν ευλόγως αναμενόμενη. Αυτόν τον λόγο κληρονομικής αναξιότητας μπορεί να επικαλεστεί ένα πρόσωπο που, ως απόρροια της αναξιότητας, θα κληρονομήσει το ίδιο ή θα αποδεσμευτεί από υποχρέωση ή άλλο βάρος με το οποίο δεσμεύεται δυνάμει της διάθεσης της περιουσίας.
Σημειώνεται ότι οι κανόνες του Αστικού Κώδικα που διέπουν την επαγωγή της κληρονομίας στους συζύγους πρέπει επίσης να ισχύουν, με τις απαραίτητες τροποποιήσεις, για τον/την καταχωρισμένο/-η σύντροφο του/της θανόντος/ούσας συνεπώς, οι καταχωρισμένοι σύντροφοι έχουν την ίδια κληρονομική ιδιότητα όπως οι σύζυγοι, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 3 παράγραφος 1 του νόμου που ρυθμίζει την καταχωρισμένη συμβίωση (νόμος ΧΧΙΧ του 2009).
Σε αντίθεση με τους καταχωρισμένους συντρόφους, οι αποκαλούμενοι «εν τοις πράγμασι» σύντροφοι (πρόσωπα που ζουν υπό καθεστώς συζυγικού βίου με τον διαθέτη εκτός γάμου και εκτός καταχωρισμένου συμφώνου) δεν είναι δικαιούχοι στο πλαίσιο των διατάξεων περί εξ αδιαθέτου διαδοχής του ουγγρικού δικαίου.
Η κληρονομική ιδιότητα των συζύγων στην εξ αδιαθέτου διαδοχή εξαρτάται από την ύπαρξη άλλων νόμιμων κληρονόμων του/της θανόντος/ούσας:
βα) Κληρονομία επαγόμενη σε σύζυγο και κατιόντες (άρθρο 7:58 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα έχει κατιόντες και σύζυγο που επιζεί, ο/η σύζυγος που επιζεί έχει τα εξής κληρονομικά δικαιώματα:
- ισόβια κτήση και επικαρπία επί της οικογενειακής κατοικίας που χρησιμοποιούσε από κοινού με τον/τη θανόντα/ούσα, περιλαμβανομένης της οικοσκευής και του εξοπλισμού και
- από το υπόλοιπο της κληρονομιαίας περιουσίας δικαιούται μερίδα ίση με εκείνη που κληρονομούν τα τέκνα του/της θανόντος/ούσας (τη «μερίδα ενός τέκνου»).
Ο/η σύζυγος μπορεί οποτεδήποτε να ζητήσει εξαγορά της ισόβιας κτήσης και επικαρπίας του (ως προς το μέλλον) (άρθρο 7:59 του Αστικού Κώδικα). Σε αυτήν την περίπτωση, ο/η σύζυγος δικαιούται τη «μερίδα ενός τέκνου» σε είδος ή σε χρηματικό ποσό από την περιουσία προς εξαγορά. Η ισόβια κτήση και επικαρπία μπορεί να εξαγοραστεί και κατά τη διάρκεια της κληρονομικής διαδικασίας. Η εξαγορά της ισόβιας κτήσης και επικαρπίας πρέπει να πραγματοποιείται λαμβανομένων δεόντως υπόψη των εύλογων συμφερόντων των ενδιαφερόμενων (του/της συζύγου και των κατιόντων).
Κατά την κληρονομική διαδικασία, οι κατιόντες και ο/η σύζυγος μπορούν να συμπεριλάβουν πρόβλεψη στη συμφωνία τους για διανομή της κληρονομιαίας περιουσίας (τη λεγόμενη συμφωνία διανομής) σύμφωνα με την οποία, αντί για τη «μερίδα ενός τέκνου», ο/η σύζυγος θα απολαμβάνει ισόβια κτήση και επικαρπία επί του συνόλου της κληρονομιαίας περιουσίας.
ββ) Κληρονομία επαγόμενη σε σύζυγο και στους γονείς (άρθρο 7:60 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει κατιόντες (ή οι κατιόντες έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή) αλλά υπάρχουν γονείς και σύζυγος που επιζούν, ο/η σύζυγος που επιζεί έχει τα ακόλουθα κληρονομικά δικαιώματα:
- επί της οικογενειακής κατοικίας που χρησιμοποιούσε από κοινού με τον/τη θανόντα/ούσα, συμπεριλαμβανομένης της οικοσκευής και του εξοπλισμού (στον/στη σύζυγο επάγεται ο τίτλος κυριότητας επί της εν λόγω περιουσίας και όχι απλώς η ισόβια κτήση και επικαρπία) και
- επί του ημίσεος της υπόλοιπης κληρονομιαίας περιουσίας.
Το υπόλοιπο ήμισυ διανέμεται ως εξής:
- το μέρος αυτό της κληρονομιαίας περιουσίας διανέμεται μεταξύ των γονέων του/της θανόντος/ούσας κατ᾽ ισομοιρία
- εάν, ωστόσο, ένας γονέας είναι κληρονομικά ανάξιος, ο έτερος γονέας και ο/η σύζυγος του/της θανόντος/ούσας κληρονομούν κατ᾽ ισομοιρία τη μερίδα που θα επαγόταν στον κληρονομικά ανάξιο/α.
βγ) Κληρονομία επαγόμενη στον/στη σύζυγο ως μοναδικό/ή κληρονόμο (άρθρο 7:61 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει κατιόντες ή γονέα που επιζεί (ή εάν έχουν αποκλειστεί από την κληρονομική διαδοχή), ο/η σύζυγος που επιζεί κληρονομεί το σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας. Συνεπώς, η εξ αδιαθέτου διαδοχή του/της συζύγου που επιζεί, αποκλείει την εξ αδιαθέτου διαδοχή από τους κατιόντες των γονέων του/της θανόντος/ούσας (ή τα αδέλφια του/της θανόντος/ούσας) ή από μακρινούς συγγενείς ανιούσας ή πλάγιας γραμμής.
γ) Νόμιμες συνέπειες της υιοθεσίας σε σχέση με την εξ αδιαθέτου διαδοχή
Η υιοθεσία δημιουργεί δικαιώματα στην εξ αδιαθέτου διαδοχή μεταξύ του θετού τέκνου και του θετού γονέα και των συγγενών του. Επιπρόσθετα, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δικαιώματα στην εξ αδιαθέτου διαδοχή διατηρούνται και μεταξύ του θετού τέκνου και των εξ αίματος συγγενών του.
γα) Εξ αδιαθέτου διαδοχή από το θετό τέκνο
Το θετό τέκνο, κατά τη διάρκεια της υιοθεσίας, θεωρείται ως εξ αίματος κατιών του θετού γονέα όσον αφορά την εξ αδιαθέτου διαδοχή: κληρονομεί ως εξ αίματος κατιών του θετού γονέα από την κληρονομιαία περιουσία του τελευταίου και των συγγενών του. Επίσης, το θετό τέκνο διατηρεί το νόμιμο δικαίωμα να κληρονομήσει από τους εξ αίματος συγγενείς του, αλλά μόνο εάν υιοθετήθηκε από συγγενή ανιούσας γραμμής, αδελφό/ή ή κατιόντα αυτού του συγγενή ανιούσας γραμμής. (άρθρο 7:72 του Αστικού Κώδικα)
γβ) Εξ αδιαθέτου διαδοχή επί της περιουσίας του θετού τέκνου
Οι συνέπειες της υιοθεσίας σε σχέση με την κληρονομία ισχύουν και «αντίστροφα». Τα ακόλουθα πρόσωπα δικαιούνται να είναι οι νόμιμοι κληρονόμοι του θετού τέκνου:
- οι κατιόντες του και ο/η σύζυγος που επιζεί
- ελλείψει κατιόντων, ο/η σύζυγος που επιζεί και οι θετοί γονείς
- ελλείψει κατιόντων και συζύγου που επιζεί, οι θετοί γονείς και οι συγγενείς τους,
σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής.
Η εξ αδιαθέτου διαδοχή ενός θετού γονέα και των συγγενών του εξαρτάται από το εάν η υιοθεσία υφίσταται κατά τον χρόνο επαγωγής της κληρονομίας.
Εάν, όμως, τα προαναφερθέντα πρόσωπα δεν κληρονομούν το θετό τέκνο, νόμιμοι κληρονόμοι είναι οι εξ αίματος συγγενείς του τελευταίου, υπό την προϋπόθεση ότι το θετό τέκνο υιοθετήθηκε από συγγενή ανιούσας γραμμής, αδελφό/ή ή κατιόντα αυτού του συγγενή ανιούσας γραμμής (άρθρο 7:73 του Αστικού Κώδικα).
δ) «Γραμμική διαδοχή» – ειδικοί κανόνες για την εξ αδιαθέτου διαδοχή σε σχέση με συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία
Η αποκαλούμενη «γραμμική διαδοχή» αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ουγγρικού δικαίου. Ως γραμμική διαδοχή νοείται η ύπαρξη ειδικών κανόνων αδιαθέτου διαδοχής σύμφωνα με τους οποίους ορισμένα περιουσιακά στοιχεία από την κληρονομιαία περιουσία (η αποκαλούμενη «γραμμική περιουσία») υπόκεινται σε διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους γενικούς κανόνες περί εξ αδιαθέτου διαδοχής.
Σημειώνεται ότι οι κανόνες της γραμμικής διαδοχής ισχύουν αποκλειστικά και μόνο σε περίπτωση που δεν υπάρχουν κατιόντες. Εάν ο/η θανών/ούσα έχει κατιόντες ως νόμιμους κληρονόμους, τότε ισχύουν οι γενικοί κανόνες περί εξ αδιαθέτου διαδοχής.
δα) Περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στη γραμμική περιουσία (άρθρο 7:67 του Αστικού Κώδικα)
Η γραμμική περιουσία συνιστά ένα υποσύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας του/της θανόντος/ούσας. Αυτό το υποσύνολο περιέχει τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία:
- ο/η θανών/ούσα απέκτησε από ένα πρόγονό του δυνάμει κληρονομίας ή δωρεάς και
- τα οποία ο/η θανών/ούσα απέκτησε δυνάμει κληρονομίας ή δωρεάς από αδελφό/ή ή κατιόντα του/της αδελφού/ής υπό την προϋπόθεση ότι ο/η αδελφός/ή ή ο κατιών του τελευταίου απέκτησε την εν λόγω περιουσία από τον κοινό πρόγονο αυτού και του/της θανόντος/ούσας δυνάμει κληρονομίας ή δωρεάς.
Ωστόσο, ο νόμος αφαιρεί ορισμένα περιουσιακά στοιχεία από το πεδίο εφαρμογής της γραμμικής περιουσίας (η αποκαλούμενη «περιουσία που εξαιρείται από τη γραμμική διαδοχή») βλ. σημείο δδ) κατωτέρω.
Ο γραμμικός χαρακτήρας της περιουσίας (δηλαδή ότι η σχετική περιουσία ανήκει στη γραμμική περιουσία) πρέπει να αποδειχθεί από το πρόσωπο που θα κληρονομούσε με την αντίστοιχη ιδιότητα.
δβ) Κληρονομία της γραμμικής περιουσίας (άρθρο 7:68 του Αστικού Κώδικα)
Η γραμμική περιουσία κληρονομείται από τους γονείς του/της θανόντος/ούσας (ή τους κατιόντες των γονιών που είναι κληρονομικά ανάξιοι) και τους παππούδες/γιαγιάδες και μακρινούς απογόνους του/της θανόντος/ούσας («γραμμικοί κληρονόμοι»). Η κληρονομία της γραμμικής περιουσίας διέπεται από τους εξής κανόνες:
- ο γονέας κληρονομεί την περιουσία που περιήλθε στον/στη θανόντα/ούσα από εκείνον ή από έναν πρόγονό του. Εάν ο γονέας είναι κληρονομικά ανάξιος, οι κατιόντες του κληρονομούν αντ᾽ αυτού σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις της εξ αδιαθέτου διαδοχής.
- Εάν τόσο ο γονέας όσο και ο κατιών του γονέα που δικαιούνται να κληρονομήσουν τη γραμμική περιουσία είναι κληρονομικά ανάξιοι, η γραμμική περιουσία κληρονομείται από τον παππού/τη γιαγιά του/της θανόντος/ούσας
- Εάν ο παππούς/η γιαγιά του/της θανόντος/ούσας είναι επίσης κληρονομικά ανάξιος/α, η γραμμική περιουσία κληρονομείται από απώτερο πρόγονο του/της θανόντος/ούσας.
Εάν ο/η θανών/ούσα δεν έχει κανέναν από τους προαναφερθέντες κληρονόμους, δεν εφαρμόζονται οι κανόνες της γραμμικής διαδοχής: σε αυτήν την περίπτωση, η κληρονομία της γραμμικής περιουσίας διέπεται από τους γενικούς κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής.
δγ) Η ισόβια κτήση και επικαρπία του/ της συζύγου που επιζεί επί της γραμμικής περιουσίας (άρθρο 7:69 του Αστικού Κώδικα)
Οι κληρονόμοι που ορίζονται στο σημείο δβ) (γραμμικοί κληρονόμοι) κληρονομούν τον τίτλο ιδιοκτησίας της γραμμικής κληρονομίας. Ωστόσο, ο/η σύζυγος του/της θανόντος/ούσας που επιζεί έχει δικαίωμα ισόβιας κτήσης και επικαρπίας επί της γραμμικής περιουσίας.
Η εξαγορά του δικαιώματος ισόβιας κτήσης και επικαρπίας μπορεί να ζητηθεί ως εξής:
- κάθε ενδιαφερόμενος, δηλαδή είτε ο/η σύζυγος με δικαίωμα ισόβιας κτήσης και επικαρπίας είτε ο γραμμικός κληρονόμος, μπορεί να ζητήσει την εξαγορά της ισόβιας κτήσης και επικαρπίας
- ωστόσο, η εξαγορά σε σχέση με την ισόβια κτήση και επικαρπία επί της οικογενειακής κατοικίας που χρησιμοποιείτο από κοινού με τον/τη θανόντα/ούσα, συμπεριλαμβανομένης της οικοσκευής και του εξοπλισμού της, μπορεί να ζητηθεί αποκλειστικά και μόνο από τον/τη σύζυγο.
Σε περίπτωση εξαγοράς της ισόβιας κτήσης και επικαρπίας, ο/η σύζυγος δικαιούται το ένα τρίτο της γραμμικής περιουσίας.
δδ) Περιουσία που εξαιρείται από τη γραμμική διαδοχή (άρθρο 7:70 του Αστικού Κώδικα)
Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του στοιχείου δα), τα εξής αντικείμενα εξαιρούνται από τη γραμμική περιουσία:
- δώρα συνηθισμένης αξίας
- κάθε περιουσιακό στοιχείο που δεν υφίσταται πλέον κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη. Ωστόσο, οι διατάξεις περί γραμμικής διαδοχής εφαρμόζονται σε κάθε υποκατάστατο περιουσιακό στοιχείο ή περιουσιακό στοιχείο που αγοράστηκε από τα έσοδα που εισπράχθηκαν από την εν λόγω περιουσία.
Σε περίπτωση που ο/η θανών/ούσα έχει σύζυγο που επιζεί, δεν μπορεί να εγερθεί καμία αξίωση βάσει της γραμμικής διαδοχής σχετικά με οικοσκευή και οικιακά αντικείμενα συνηθισμένης αξίας.
ε) Υποχρέωση συνυπολογισμού των δωρεών (hotchpot)
Εάν οι κληρονόμοι είναι κατιόντες του/της θανόντος/ούσας, η μερίδα από την κληρονομιαία περιουσία που επάγεται σε κάθε κληρονόμο επηρεάζεται από την υποχρέωση των κατιόντων να συνυπολογίσουν μεταξύ τους τις δωρεές και γονικές παροχές που έχουν λάβει. Ουσιαστικά, εάν περισσότεροι από ένας κατιόντες κληρονομούν από κοινού, κάθε κληρονόμος προσθέτει στην αξία της κληρονομιαίας περιουσίας την αξία των γονικών παροχών που έλαβε από τον/τη θανόντα/ούσα ενόσω ζούσε (άρθρο 7:56 του Αστικού Κώδικα).
Η υποχρέωση συνυπολογισμού των δωρεών διέπεται από τους ακόλουθους βασικούς κανόνες.
Βάσει της υποχρέωσης συνυπολογισμού των δωρεών, ο συγκληρονόμος πρέπει να συνυπολογίζει τις γονικές παροχές στην κληρονομιαία περιουσία εφόσον:
- ο/η θανών/ούσα προέβλεψε ρητά να συμπεριληφθούν οι εν λόγω γονικές παροχές στη μερίδα του κληρονόμου από την κληρονομιαία περιουσία, ή
- προκύπτει από τις συνθήκες ότι το κληροδότημα έγινε με την υποχρέωση να συμπεριληφθεί στην κληρονομιαία περιουσία.
Παρόλα αυτά, η υποχρέωση συνυπολογισμού των δωρεών δεν περιλαμβάνει τα εξής κληροδοτήματα (άρθρο 7:56(3) του Αστικού Κώδικα):
- τις γονικές παροχές συνηθισμένης αξίας και
- τη διατροφή που παρέχεται στους κατιόντες που χρήζουν υποστήριξης,
ακόμα και εάν ο/η θανών/ούσα προέβλεψε ρητά ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στην κληρονομιαία περιουσία.
Η διαδικασία συνυπολογισμού των δωρεών συνίσταται στις εξής ενέργειες (άρθρο 7:57(1) του Αστικού Κώδικα):
- οι κληρονόμοι συνυπολογίζουν στην αξία της κληρονομιαίας περιουσίας την αξία των γονικών παροχών που έλαβαν από τον/τη θανόντα/ούσα
- η προκύπτουσα ενοποιημένη αξία (δηλαδή, η ενοποιημένη αξία που προκύπτει από το άθροισμα της αξίας της κληρονομιαίας περιουσίας και της καθαρής αξίας των συνυπολογιζόμενων γονικών παροχών) πρέπει να διανέμεται αναλογικά μεταξύ των κληρονόμων σύμφωνα με τη μερίδα τους, όπως αυτή προκύπτει βάσει της εξ αδιαθέτου διαδοχής
- η αξία των γονικών παροχών που αποδίδονται προς συνυπολογισμό από κάθε κληρονόμο (δηλαδή, η αξία της γονικής παροχής που έλαβε ο κληρονόμος από τον/τη θανόντα/ούσα) πρέπει να αφαιρείται από τη μερίδα που διανέμεται στον εν λόγω κληρονόμο.
Εάν η αξία που αποδίδεται προς συνυπολογισμό από έναν συγκληρονόμο ισούται ή υπερβαίνει την αξία της μερίδας του επί της κληρονομιαίας περιουσίας, όπως υπολογίζεται βάσει των αξιών που αποδίδονται προς συνυπολογισμό, θεωρείται ότι ο εν λόγω κληρονόμος έχει λάβει τη μερίδα του από την κληρονομία προς διανομή χωρίς, ωστόσο, να υποχρεούται να επιστρέψει την καθ᾽ υπέρβασιν αξία (άρθρο 7:57(4) του Αστικού Κώδικα).
Οι κατιόντες έχουν την υποχρέωση συνυπολογισμού των δωρεών:
- σε περίπτωση εξ αδιαθέτου διαδοχής, ή
- σε περίπτωση που οι κατιόντες κληρονομούν μερίδες που αντιστοιχούν στη νόμιμη μερίδα τους επί της κληρονομιαίας περιουσίας δυνάμει διαθήκης (άρθρο 7:56(2) του Αστικού Κώδικα).
5 Ποια είναι η αρμόδια αρχή:
5.1 σε υποθέσεις διαδοχής αιτία θανάτου;
Στην Ουγγαρία, οι διαδικασίες που διέπονται από το κληρονομικό δίκαιο άπτονται της αρμοδιότητας των συμβολαιογράφων ή των δικαστηρίων.
- Εάν δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των δικαιούχων της κληρονομίας, τα νομικά ζητήματα που αφορούν στην κληρονομιαία περιουσία ρυθμίζονται κατ᾽ αρχήν κατά τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας που διεξάγεται από συμβολαιογράφο (για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. σημείο 6). Η διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας που διεκπεραιώνεται από συμβολαιογράφο είναι διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας κατά την οποία ο συμβολαιογράφος έχει λειτουργία παρόμοια με εκείνη του δικαστηρίου και η διαδικασία ολοκληρώνεται με επίσημη απόφαση («απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας»).
- Εάν, ωστόσο, υπάρχει νομική διαφορά μεταξύ των ενδιαφερόμενων, η διαφορά δεν μπορεί να επιλυθεί από τον συμβολαιογράφο σε αυτές τις περιπτώσεις, ακολουθείται η διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου.
Καθώς οι νομικές διαφορές σε κληρονομικά θέματα δεν είναι ιδιαίτερα συχνές, στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι κληρονομικές υποθέσεις στην Ουγγαρία ρυθμίζονται οριστικά με τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας ενώπιον συμβολαιογράφου.
5.2 για την κατάθεση δήλωσης αποδοχής ή αποποίησης κληρονομίας;
Το ουγγρικό δίκαιο εφαρμόζει την αρχή της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας η κληρονομιαία περιουσία μεταβιβάζεται στον κληρονόμο κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη χωρίς να απαιτείται ξεχωριστή νομική πράξη. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, δεν είναι απαραίτητο να γίνει δήλωση αποδοχής της κληρονομίας.
Εάν ένας κληρονόμος δεν επιθυμεί να κληρονομήσει, μπορεί να προβεί σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας. Ο νόμος δεν προβλέπει συγκεκριμένες απαιτήσεις σχετικά με τον τύπο της δήλωσης αποποίησης η δήλωση αποποίησης είναι έγκυρη ως προς τον τύπο της είτε είναι προφορική είτε γραπτή.
Παρόλα αυτά, στην Ουγγαρία, η σειρά διαδοχής προσδιορίζεται στο πλαίσιο της τυπικής νομικής διαδικασίας που αποκαλείται διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας (βλ. σημείο 6). Επομένως, ο συμβολαιογράφος που διεξάγει την εν λόγω διαδικασία πρέπει να ενημερωθεί για την αποποίηση ώστε να τη λάβει υπόψη κατά τη διαδικασία. Επομένως, στην πράξη, η δήλωση αποποίησης γίνεται είτε ενώπιον του συμβολαιογράφου που διεξάγει τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας είτε με σχετικό έγγραφο που κατατίθεται στον συμβολαιογράφο.
Σε περίπτωση αποποίησης από τον κληρονόμο, η αποποίηση κληρονομίας ισχύει αναδρομικά από την ημερομηνία θανάτου του διαθέτη: θεωρείται, δηλαδή ότι δεν έχει γίνει επαγωγή της κληρονομιαίας περιουσίας.
5.3 για την κατάθεση δήλωσης αποδοχής ή αποποίησης κληροδοσίας;
Οι κανόνες που επεξηγούνται στο σημείο 5.2 σχετικά με τη μεταβίβαση και την αποποίηση της κληρονομίας διέπουν, με τις απαραίτητες τροποποιήσεις, τα ειδικά κληροδοτήματα (legatum vindicationis).
5.4 για την κατάθεση δήλωσης αποδοχής ή αποποίησης νόμιμης μοίρας;
Όπως προαναφέρθηκε, στο ουγγρικό δίκαιο, η νόμιμη μοίρα συνιστά ενοχική αξίωση η οποία μπορεί να εγερθεί κατά του κληρονόμου. Δεν συνιστά εμπράγματο δικαίωμα επί της κληρονομιαίας περιουσίας. Αντιστοίχως, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, δεν υφίσταται «δήλωση αποποίησης ή αποδοχής της νόμιμης μοίρας». Ο τρόπος ρύθμισης της αξίωσης για τη νόμιμη μοίρα εξαρτάται πρωτίστως από τη σχέση μεταξύ του κληρονόμου και του δικαιούχου της νόμιμης μοίρας:
- εάν υπάρχει συναίνεση μεταξύ του κληρονόμου και του δικαιούχου της νόμιμης μοίρας σε αυτό το ζήτημα (δηλαδή, ο κληρονόμος αναγνωρίζει την αξίωση για νόμιμη μοίρα), μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία κατά τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας σχετικά με την ικανοποίηση της εν λόγω αξίωσης (π.χ. ο κληρονόμος μπορεί να μεταβιβάσει κάποια περιουσιακά στοιχεία από την κληρονομιαία περιουσία στον δικαιούχο της νόμιμης μοίρας και να ικανοποιήσει την αξίωσή του)
- διαφορετικά, ο δικαιούχος της νόμιμης μοίρας μπορεί να εγείρει την αξίωσή του κατά του κληρονόμου στο δικαστήριο.
6 Σύντομη περιγραφή της διαδικασίας για την επίλυση κληρονομικής διαδοχής βάσει του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της εκκαθάρισης της περιουσίας και της διανομής των περιουσιακών στοιχείων (συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με το εάν η διαδικασία κληρονομικής διαδοχής κινείται αυτεπαγγέλτως από δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή)
Το ουγγρικό δίκαιο προβλέπει την ύπαρξη τυπικής νομικής διαδικασίας για την επαγωγή της κληρονομίας. Η διαδικασία αυτή κινείται αυτεπάγγελτα (με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής) και εξυπηρετεί τον σκοπό της πρόσκλησης όλων των ενδιαφερόμενων (κληρονόμων, κληροδόχων, δικαιούχων της νόμιμης μοίρας, δανειστών της κληρονομιαίας περιουσίας κ.α.) για να επιλύσουν όλα τα νομικά ζητήματα σε σχέση με την κληρονομία σε μία ενιαία διαδικασία, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό.
Στην Ουγγαρία, η διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας αποτελείται από δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι η διαδικασία απογραφής της κληρονομίας που διεξάγεται από τον υπάλληλο απογραφής, ήτοι έναν υπάλληλο της αρμόδιας υπηρεσίας του δήμου που έχει οριστεί για αυτόν τον σκοπό. Η διαδικασία αυτή ουσιαστικά προλειαίνει το έδαφος για τη διαδικασία που θα λάβει χώρα ενώπιον του συμβολαιογράφου στόχος της είναι να αποσαφηνίσει την προσωπική και υλική διάσταση της κληρονομικής διαδοχής (συγκεκριμένα, τα περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην κληρονομιαία περιουσία καθώς και τους ενδιαφερόμενους και να διαπιστώσει εάν ο/η θανών/ούσα είχε συντάξει διάταξη τελευταίας βούλησης). Όλα αυτά τα γεγονότα καταγράφονται στο πρακτικό απογραφής της περιουσίας, το οποίο, αφού ολοκληρωθεί, αποστέλλεται στον αρμόδιο συμβολαιογράφο.
Το δεύτερο στάδιο είναι η διαδικασία ενώπιον του συμβολαιογράφουπου διεξάγεται σύμφωνα με τους κανόνες της εκούσιας δικαστικής δικαιοδοσίας. Σε αυτήν τη διαδικασία, ο συμβολαιογράφος έχει λειτουργία παρόμοια με εκείνη των δικαστηρίων και ασκεί κρατική δημόσια εξουσία.
Η εν λόγω διαδικασία διέπεται από ειδικούς κανόνες δικαιοδοσίας: μόνον ο συμβολαιογράφος που έχει αρμοδιότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου δύναται να διεξαγάγει τη διαδικασία με άλλα λόγια, στη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας, οι ενδιαφερόμενοι (π.χ. οι κληρονόμοι) δεν μπορούν να αποταθούν σε συμβολαιογράφο της επιλογής τους.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ο συμβολαιογράφος εξετάζει αυτεπάγγελτα τα γεγονότα και τις περιστάσεις που καθορίζουν τη σειρά διαδοχής. Κατ᾽ αρχήν, απαιτείται η διεξαγωγή ακρόασης προκειμένου να αποσαφηνιστούν τα γεγονότα ο συμβολαιογράφος καλεί τους ενδιαφερόμενους να παραστούν στην ακρόαση. Εάν υπάρχουν στοιχεία υπέρ της ύπαρξης διάταξης τελευταίας βούλησης του διαθέτη, ο συμβολαιογράφος κινείται αυτεπάγγελτα ώστε να έρθει στα χέρια του το εν λόγω έγγραφο.
Στην Ουγγαρία, η διανομή της κληρονομιαίας περιουσίας μεταξύ των κληρονόμων πραγματοποιείται κατ᾽ αρχήν στο πλαίσιο της διαδικασίας για την επαγωγή της κληρονομίας. Η διανομή της κληρονομιαίας περιουσίας συνεπάγεται ουσιαστικά τον τερματισμό της συγκυριότητας των κληρονόμων που προέκυψε μέσω της κληρονομικής διαδοχής. Συνήθως, η διανομή πραγματοποιείται βάσει συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων κληρονόμων: πρόκειται για τη σύμβαση διανομής της κληρονομίας. Εάν οι κληρονόμοι συνάψουν σύμβαση διανομής της κληρονομίας, ο συμβολαιογράφος εκδίδει απόφαση για επαγωγή της κληρονομίας βάσει της σύμβασης και με ανάλογο περιεχόμενο.
Κατά τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας, μπορεί επίσης να επέλθει συμφωνία μεταξύ των κληρονόμων και άλλων ενδιαφερόμενων: οι κληρονόμοι μπορούν να μεταβιβάσουν, εν όλω ή εν μέρει, την περιουσία που κληρονόμησαν σε δανειστή της κληρονομιαίας περιουσίας ή σε δικαιούχο νόμιμης μοίρας, ικανοποιώντας κατά αυτόν τον τρόπο τις αξιώσεις τους. Σε αυτό το πλαίσιο, επιτρέπεται η διαπραγμάτευση και ικανοποίηση των αξιώσεων των δανειστών της κληρονομιαίας περιουσίας ή των δικαιούχων νόμιμης μοίρας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την επαγωγή της κληρονομίας.
Με το πέρας της διαδικασίας για την επαγωγή της κληρονομίας, ο συμβολαιογράφος εκδίδει επίσημη απόφαση: την απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας. Με αυτήν την απόφαση, ο συμβολαιογράφος μεταβιβάζει νομίμως τα διάφορα περιουσιακά στοιχεία της κληρονομιαίας περιουσίας στους κληρονόμους (ή κληροδόχους).
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης του συμβολαιογράφου η έφεση εκδικάζεται από το αρμόδιο περιφερειακό δικαστήριο. Εάν δεν κατατεθεί έφεση, η απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας καθίσταται οριστική. Η οριστική απόφαση είναι γνήσιο δημόσιο έγγραφο που πιστοποιεί την ιδιότητα του κληρονόμου (ή κληροδόχου) που κατονομάζεται σε αυτή. Ο συμβολαιογράφος μεριμνά αυτεπάγγελτα για τη διαβίβαση της οριστικής απόφασης για την επαγωγή της κληρονομίας στην αρχή που τηρεί το μητρώο ακίνητης περιουσίας (ή το μητρώο άλλων περιουσιακών στοιχείων).
Σημειώνεται ότι σε περίπτωση νομικής διαφοράς μεταξύ των ενδιαφερόμενων, ο συμβολαιογράφος δεν είναι αρμόδιος να την επιλύσει στο πλαίσιο της διαδικασίας για την επαγωγή της κληρονομίας οι νομικές διαφορές επιλύονται μόνο ενώπιον δικαστηρίου.
7 Πως και πότε καθίσταται ένα πρόσωπο κληρονόμος ή κληροδόχος;
Σύμφωνα με το άρθρο 7:1 του Αστικού Κώδικα, η κληρονομιαία περιουσία ενός προσώπου επάγεται στον κληρονόμο στο σύνολό της μετά τον θάνατο του διαθέτη. Αντιστοίχως, το ουγγρικό δίκαιο εφαρμόζει την αρχή της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας. Ο κληρονόμος αποκτά την κληρονομιαία περιουσία αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται χωριστή νομική πράξη (π.χ. δήλωση αποδοχής) κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη η έννοια της σχολάζουσας κληρονομίας (hereditas iacens) δεν υφίσταται στο ουγγρικό δίκαιο. Σε περίπτωση περισσότερων του ενός κληρονόμων, οι κληρονόμοι αποκτούν την κληρονομιαία περιουσία σύμφωνα με τις κληρονομικές μερίδες τους μετά τον θάνατο του διαθέτη κατά συνέπεια, κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη δημιουργείται ένας καθεστώς εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας επί της περιουσίας.
Υπάρχουν δύο είδη κληροδοτήματος σύμφωνα με το ουγγρικό αστικό δίκαιο: το ειδικό κληροδότημα (legatum vindicationis) και το υποχρεωτικό κληροδότημα (legatum damnationis).
Ειδικό κληροδότημα είναι η δωρεά εκ μέρους του διαθέτη ενός συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου από την κληρονομιαία περιουσία σε ένα συγκεκριμένο δικαιούχο (τον ειδικό κληροδόχο), η οποία προβλέπεται στη διάταξη τελευταίας βούλησης. Το ειδικό κληροδότημα συνιστά άμεση κτήση δικαιώματος επί της κληρονομιαίας περιουσίας δηλαδή, ο κληροδόχος αποκτά επίσης το αντικείμενο του ειδικού κληροδοτήματος κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη.
Το υποχρεωτικό κληροδότημα είναι ένα κληροδότημα με το οποίο ο διαθέτης υποχρεώνει τον κληρονόμο του, δυνάμει της διάταξης τελευταίας βούλησης, να παράσχει οικονομική ωφέλεια σε συγκεκριμένο δικαιούχο (παραδείγματος χάριν, να του καταβάλει ορισμένο χρηματικό ποσό). Ως προς τον νομικό χαρακτήρα του, το υποχρεωτικό κληροδότημα είναι μια υποχρεωτική νόμιμη αξίωση κατά του κληρονόμου και δεν συνεπάγεται άμεση κτήση δικαιωμάτων από τον διαθέτη.
Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, οι κληρονόμοι και οι ειδικοί κληροδόχοι αποκτούν την κληρονομιαία περιουσία ή το κληροδότημα κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη. Σημειώνεται ωστόσο ότι παρά την άμεση, αυτοδίκαιη κτήση των δικαιωμάτων, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, απαιτείται κατ᾽ αρχήν η διεξαγωγή τυπικής νομικής διαδικασίας (για την επαγωγή της κληρονομίας) προκειμένου να εκδοθεί πιστοποιητικό κληρονομίας.
8 Φέρουν οι κληρονόμοι την ευθύνη για τα χρέη του αποθανόντος, και εάν ναι, υπό ποιους όρους;
Ναι. Σύμφωνα με το άρθρο 7:96 του Αστικού Κώδικα, οι κληρονόμοι ευθύνονται για τα χρέη της κληρονομιαίας περιουσίας. Η ευθύνη των κληρονόμων είναι περιορισμένη, όπως περιγράφεται στη συνέχεια:
- οι κληρονόμοι ευθύνονται για τα χρέη της κληρονομιαίας περιουσίας πρωτίστως με την εν λόγω περιουσία («με τα περιουσιακά στοιχεία και τα έσοδα της κληρονομιαίας περιουσίας») (ευθύνη cum viribus).
- Εάν, ωστόσο, τα περιουσιακά στοιχεία ή τα έσοδα της κληρονομιαίας περιουσίας δεν βρίσκονται στην κατοχή του κληρονόμου κατά τον χρόνο έγερσης των αξιώσεων, εκποιείται και η λοιπή περιουσία του κληρονόμου μέχρι την αξία της κληρονομικής μερίδας του προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις (ευθύνη pro viribus).
Σημειώνεται ότι, σε αντίθεση με άλλα νομικά συστήματα, το ουγγρικό δίκαιο δεν αναγνωρίζει καμία σχέση μεταξύ της ευθύνης των κληρονόμων και του ευεργετήματος της απογραφής. Η περιορισμένη φύση της ευθύνης των κληρονόμων προκύπτει εκ του νόμου: οι κληρονόμοι δεν χρειάζεται να προχωρήσουν σε «δήλωση περιορισμένης ευθύνης» κατά την αποδοχή της κληρονομίας.
Στο άρθρο 7:94 του Αστικού Κώδικα προσδιορίζονται οι αξιώσεις που συνιστούν χρέος της κληρονομιαίας περιουσίας. Αντίστοιχα, τα χρέη της κληρονομιαίας περιουσίας περιλαμβάνουν:
α) τα έξοδα κηδείας του/της θανόντος/ούσας
β) τα έξοδα κτήσης, διασφάλισης και διαχείρισης της κληρονομιαίας περιουσίας («έξοδα κληρονομιαίας περιουσίας»), καθώς και τα έξοδα για τη διαδικασία επαγωγής της κληρονομίας
γ) τα χρέη του/της θανόντος/ούσας
δ) τις υποχρεώσεις σε σχέση με τη νόμιμη μοίρα
ε) τις υποχρεώσεις σε σχέση με τα κληροδοτήματα και τις δωρεές.
Οι πιο πάνω πέντε κατηγορίες χρεών της κληρονομιαίας περιουσίας κατατάσσονται ιεραρχικά (άρθρο 7:95 του Αστικού Κώδικα). Τα χρέη εξοφλούνται κατά σειρά κατάταξης των διάφορων κατηγοριών χρεών της κληρονομιαίας περιουσίας. Εάν δεν είναι δυνατή η ολοσχερής εξόφληση όλων των χρεών σε μία κατηγορία χρέους, οι απαιτήσεις εξοφλούνται αναλογικά εντός της εν λόγω κατηγορίας χρεών (κατ᾽ αναλογία προς το σχετικό μέγεθος των απαιτήσεων).
9 Ποια είναι τα έγγραφα και/ή οι πληροφορίες που συνήθως απαιτούνται για την καταχώριση ακίνητης περιουσίας;
Εάν η κληρονομιαία περιουσία περιλαμβάνει ακίνητα, ο συμβολαιογράφος μεριμνά αυτεπάγγελτα για τη γνωστοποίηση της οριστικής απόφασης για την επαγωγή της κληρονομίας στην αρμόδια αρχή που τηρεί το μητρώο ακινήτων (βλ. σημείο 6) έτσι ώστε οι μεταβολές σε σχέση με τα ακίνητα να μπορούν να μεταγραφούν στο μητρώο.
Σύμφωνα με το άρθρο 29 του νόμου CXLI του 1997 για τη μεταγραφή των ακινήτων (1997. évi CXLI. törvény az ingatlan-nyilvántartásról «νόμος για τη μεταγραφή των ακινήτων»), κατ᾽ αρχήν, τα δικαιώματα μεταγράφονται και τα γεγονότα καταχωρίζονται βάσει δημόσιων εγγράφων, ιδιωτικών εγγράφων πλήρους αποδεικτικής ισχύος ή αντιγράφων αυτών επικυρωμένων από συμβολαιογράφο, τα οποία θεμελιώνουν τη σύσταση, τροποποίηση ή λύση του δικαιώματος ή του γεγονότος που αποτελεί το αντικείμενο της μεταγραφής, με μια δήλωση εξουσιοδότησης για μεταγραφή από τον δικαιούχο ή πιθανό δικαιούχο που θα καταχωριστεί στο μητρώο ακινήτων ως προσωρινός δικαιούχος (δηλ. μια εξουσιοδότηση για μεταγραφή που παρέχεται από τον δικαιούχο δυνάμει ενός εγγράφου που πληροί τις ίδιες τυπικές προϋποθέσεις με το έγγραφο βάσει του οποίου πραγματοποιείται η μεταγραφή).
Το άρθρο 32 του νόμου για τη μεταγραφή των ακινήτων προσδιορίζει το απαιτούμενο περιεχόμενο ενός εγγράφου για τους σκοπούς της μεταγραφής ακινήτων:
α) στοιχεία ταυτοποίησης, διεύθυνση και αριθμός ταυτότητας του πελάτη,
β) επωνυμία, στατιστικός αριθμός, καταστατική έδρα και αριθμός μητρώου του νομικού προσώπου που έχει στατιστικό αριθμό για τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, ο αριθμός μητρώου,
γ) πλήρης διεύθυνση και περιγραφή του εν λόγω ακινήτου (δήμος, αριθμός οικοπέδου/γεωτεμαχίου στον τοπογραφικό χάρτη), ποσοστό κυριότητας που επηρεάζεται,
δ) λεπτομερής περιγραφή του δικαιώματος ή γεγονότος,
ε) νόμιμος λόγος για τη μεταβολή,
στ) συμφωνία των ενδιαφερόμενων και/ή ανεπιφύλακτη και ανέκκλητη δήλωση εξουσιοδότησης από τον καταχωρισμένο ιδιοκτήτη,
ζ) δήλωση ιθαγένειας των ενδιαφερόμενων.
9.1 Είναι ο διορισμός διαχειριστή κληρονομίας υποχρεωτικός ή καθίσταται υποχρεωτικός μετά από αίτηση; Εάν είναι υποχρεωτικός ή καθίσταται υποχρεωτικός μετά από αίτηση, ποιες είναι οι απαιτούμενες ενέργειες;
Το ουγγρικό δίκαιο δεν αναγνωρίζει τη νομική έννοια του διαχειριστή της κληρονομιαίας περιουσίας.
Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο συμβολαιογράφος που έχει αναλάβει τη διαδικασία μπορεί να διορίζει διαχειριστή για να εκτελέσει ορισμένες λειτουργίες διαχείρισης της κληρονομιαίας περιουσίας. Αυτό συμβαίνει στις ακόλουθες περιπτώσεις:
αα) διορίζεται διαχειριστής για την άσκηση των δικαιωμάτων μέλους στις επιχειρηματικές ενώσεις (άρθρο 32 παράγραφος 2 του νόμου περί κληρονομικής διαδοχής)
Εάν η κληρονομιαία περιουσία περιλαμβάνει συμμετοχή/μερίδιο σε επιχειρηματική ένωση (ή συνεταιρισμό), ο συμβολαιογράφος μπορεί να διορίσει διαχειριστή για την προσωρινή άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων. Ο εν λόγω διαχειριστής διορίζεται κατ᾽ αίτηση της ένωσης (ή του συνεταιρισμού) ή οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου έχει συμφέρον για τη λειτουργία του διαχειριστή.
αβ) Διορίζεται διαχειριστής για τις εισπράξεις (άρθρο 32 παράγραφος 3 του νόμου περί κληρονομικής διαδοχής).
Εάν η κληρονομιαία περιουσία περιλαμβάνει απαιτήσεις, ο συμβολαιογράφος μπορεί να διορίσει διαχειριστή για να εισπράξει αυτές τις απαιτήσεις, κατ᾽ αίτηση δικαιούχου της κληρονομίας. Ο εν λόγω διαχειριστής έχει την ευθύνη λήψης των απαραίτητων νομικών μέτρων για την είσπραξη των απαιτήσεων που αποτελούν μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας.
Δεν διορίζεται διαχειριστής (ακόμα και στις πιο πάνω περιπτώσεις), εάν οι προαναφερθείσες πράξεις εκτελούνται από τον εκτελεστή της διαθήκης.
9.2 Ποιος έχει το δικαίωμα να αναλάβει την εκτέλεση της διάταξης τελευταίας βουλήσεως του θανόντος και/ή να διαχειριστεί την περιουσία;
Στην Ουγγαρία, τα νομικά ζητήματα που συνδέονται με την κληρονομική διαδοχή ρυθμίζονται με μια τυπική νομική διαδικασία (την κληρονομική διαδικασία) που διεκπεραιώνεται από συμβολαιογράφο, ο οποίος εκτελεί καθήκοντα δικαστή κατά την εν λόγω διαδικασία (βλ. σημείο 6).
Ο συμβολαιογράφος διαπιστώνει αυτεπάγγελτα εάν υπάρχει καταχώριση στο Εθνικό Μητρώο Διαθηκών σχετικά με τη διάταξη τελευταίας βούλησης του/της θανόντος/ούσας και μεριμνά αυτεπάγγελτα για να αποκτήσει τη διάταξη τελευταίας βούλησης, εάν υπάρχουν πληροφορίες ότι υφίσταται.
Αντιστοίχως, σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, είναι καθήκον και ευθύνη του συμβολαιογράφου που έχει αναλάβει τη διεκπεραίωση της κληρονομικής διαδικασίας να εκτελέσει τη διάταξη τελευταίας βούλησης.
Παρόλα αυτά, το ουγγρικό δίκαιο επιτρέπει και στον διαθέτη να ορίσει εκτελεστή της διάταξης τελευταίας βούλησής του (διαθήκης). Πρέπει να τονιστεί, ωστόσο, ότι ο διορισμός εκτελεστή της διαθήκης δεν υποκαθιστά την κληρονομική διαδικασία ο εκτελεστής της διαθήκης δεν μπορεί να «αναλάβει» τα καθήκοντα του συμβολαιογράφου.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του εκτελεστή της διαθήκης διέπονται από τα προβλεπόμενα στη διάταξη τελευταίας βούλησης. Εάν η διάταξη τελευταίας βούλησης δεν περιέχει καμία πρόβλεψη για αυτό το ζήτημα, ο εκτελεστής της διαθήκης έχει τα ακόλουθα δικαιώματα και υποχρεώσεις (άρθρο 99 του νόμου περί κληρονομικής διαδοχής):
- να συνδράμει τις αρχές που εμπλέκονται στη διαδικασία, κατά την απογραφή της κληρονομιαίας περιουσίας
- να λαμβάνει μέτρα ασφαλείας για τη διασφάλιση της κληρονομιαίας περιουσίας κατά το απαιτούμενο
- να διαχειρίζεται την κληρονομιαία περιουσία. Στο πλαίσιο αυτού του ρόλου διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, ο εκτελεστής της διαθήκης έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να:
- απαιτεί από τους κληρονόμους ή κληροδόχους να εφαρμόσουν τις διατάξεις της διαθήκης
- ικανοποιεί τους δανειστές της κληρονομιαίας περιουσίας (ενεργώντας στο όνομά του αλλά με χρέωση της περιουσίας)
- ασκεί προσωρινά τα δικαιώματα μέλους που προκύπτουν από μερίδια (συμμετοχή) σε επιχειρηματικές ενώσεις (συνεταιρισμούς) που περιλαμβάνονται στην κληρονομιαία περιουσία
- εισπράττει απαιτήσεις που ανήκουν στην κληρονομιαία περιουσία (ενεργώντας στο όνομά του, αλλά με πίστωση της κληρονομιαίας περιουσίας).
Ωστόσο, τα δικαιώματα του εκτελεστή της διαθήκης σε σχέση με τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων είναι περιορισμένα: δεν μπορεί να αναλάβει καμία υποχρέωση σε σχέση με την κληρονομιαία περιουσία και δεν μπορεί να πωλήσει περιουσιακά στοιχεία, παρά μόνο εάν όλοι οι δικαιούχοι της κληρονομίας έχουν συναινέσει για αυτές τις πράξεις επίσης, δεν μπορεί να προχωρήσει σε διάθεση σε βάρος της κληρονομιαίας περιουσίας χωρίς χρέωση.
9.3 Ποιες εξουσίες έχει ο διαχειριστής;
Για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του διαχειριστή που ορίζεται από τον συμβολαιογράφο και του εκτελεστή της διαθήκης, βλ. σημείο 9.1.
10 Ποια είναι τα τυπικά έγγραφα που εκδίδονται βάσει του εθνικού δικαίου στη διάρκεια ή στο τέλος της διαδικασίας κληρονομικής διαδοχής, για να αποδειχθεί η ιδιότητα και τα δικαιώματα των δικαιούχων; Έχουν τα εν λόγω έγγραφα ειδική αποδεικτική ισχύ;
Όπως προαναφέρθηκε (βλ. σημείο 6), στην Ουγγαρία, η κληρονομική διαδικασία διεκπεραιώνεται από συμβολαιογράφο. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, εκδίδεται μια τυπική απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας. Με αυτήν την απόφαση, ο συμβολαιογράφος μεταβιβάζει νομίμως τα περιουσιακά στοιχεία της κληρονομιαίας περιουσίας σε κάθε κληρονόμο.
Σημειώνεται ωστόσο ότι η κτήση της κυριότητας από τους κληρονόμους δεν επέρχεται δυνάμει της απόφασης για την επαγωγή της κληρονομίας. Το ουγγρικό δίκαιο, όπως προαναφέρθηκε, εφαρμόζει την αρχή της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας η κληρονομιαία περιουσία επάγεται στους κληρονόμους κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη. Υπό αυτήν την έννοια, η απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας είναι αναγνωριστική.
Αφού καταστεί οριστική, η απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας που εκδίδεται από τον συμβολαιογράφο έχει νομιμοποιητικό χαρακτήρα: είναι δημόσιο έγγραφο που πιστοποιεί στους τρίτους την ιδιότητα των προσώπων που κατονομάζονται στην απόφαση ως κληρονόμοι (ή κληροδόχοι), εκτός εάν το δικαστήριο εκδώσει διαφορετική απόφαση στο πλαίσιο νομικής διαδικασίας.
Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Η Ευρώπη σου.
Θα μας βοηθούσαν πολύ τα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.