

Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Οι χρονικές προθεσμίες αναφέρονται στα χρονικά περιθώρια που έχουν οριστεί για την ολοκλήρωση ενός συγκεκριμένου σταδίου μιας διαδικασίας. Ορισμένες χρονικές προθεσμίες προβλέπονται από τον νόμο, ενώ άλλες επιβάλλονται από τα δικαστήρια.
Εκτός από τα Σάββατα και τις Κυριακές, στην Φινλανδία θεωρούνται αργίες οι παρακάτω ημέρες:
Οι κανόνες για τον υπολογισμό των χρονικών προθεσμιών περιλαμβάνονται στον νόμο περί χρονικών προθεσμιών (määräaikalaki) (150/1930). Διατάξεις σχετικά με τη διάρκεια των χρονικών προθεσμιών περιλαμβάνονται επίσης στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (oikeudenkäymiskaari) και σε αρκετούς ακόμα κανονισμούς.
Οι χρονικές προθεσμίες υπολογίζονται γενικά από την επομένη της ημέρας κατά την οποία εκδηλώθηκε το γεγονός που οδήγησε στην πράξη ή τη διατύπωση. Για παράδειγμα, η χρονική προθεσμία για την προσβολή διαθήκης υπολογίζεται από την επομένη της ημέρας κατά την οποία κοινοποιήθηκε η διαθήκη.
Η μέθοδος διαβίβασης ή επίδοσης εγγράφων δεν επηρεάζει την ημερομηνία έναρξης. Η χρονική προθεσμία ξεκινά από τη στιγμή που έγινε η διαβίβαση ή επίδοση του εγγράφου.
Όταν μια χρονική περίοδος εκφράζεται ως αριθμός ημερών μετά από συγκεκριμένη ημερομηνία, η τελευταία δεν λαμβάνεται υπόψη. Για παράδειγμα, δεν υπολογίζεται η ημερομηνία κατά την οποία επιδόθηκε η κοινοποίηση.
Στον ενδεικτικό αριθμό ημερών λαμβάνονται υπόψη οι ημερολογιακές και όχι μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Εάν, ωστόσο, η τελευταία ημέρα της χρονικής προθεσμίας συμπέσει με μια από τις ημέρες που παρατίθενται στην ερώτηση 2, η χρονική προθεσμία παρατείνεται για την επόμενη εργάσιμη ημέρα.
Οι χρονικές προθεσμίες που προσδιορίζονται σε εβδομάδες, μήνες ή έτη κατόπιν συγκεκριμένης ημερομηνίας λήγουν την ημέρα της εβδομάδας ή του μήνα που αντιστοιχεί σε όνομα ή αριθμητικώς με εκείνη την ημερομηνία. Εάν δεν υπάρχει ημερομηνία που να αντιστοιχεί στον μήνα κατά τον οποίο λήγει η προθεσμία, τότε η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα εκείνου του μήνα.
Βλέπε την απάντηση στην ερώτηση 8.
Βλέπε την απάντηση στην ερώτηση 7.
Οι χρονικές προθεσμίες μπορούν να παραταθούν εφόσον μπορεί να αιτιολογηθεί η ανάγκη παράτασης. Το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αίτησης, να χορηγήσει παράταση σε χρονικές προθεσμίες που αφορούν, για παράδειγμα, εν εξελίξει δικαστικές υποθέσεις. Το πρόσωπο που έχει οριστεί για την υπόθεση αποφασίζει τη χορήγηση ή όχι της παράτασης.
Ο διάδικος που επιθυμεί να προσφύγει κατά απόφασης περιφερειακού δικαστηρίου (käräjäoikeus) πρέπει να κοινοποιήσει την πρόθεσή του για προσφυγή το αργότερο εντός επτά ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του περιφερειακού δικαστηρίου. Η χρονική προθεσμία για την κατάθεση προσφυγής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου. Ο προσφεύγων πρέπει να καταθέσει την επιστολή προσφυγής του στη γραμματεία του περιφερειακού δικαστηρίου το αργότερο έως την τελευταία ημέρα της χρονικής προθεσμίας, κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας.
Όσον αφορά τις αποφάσεις που εκδίδονται από τα εφετεία (hovioikeus), η χρονική προθεσμία για την υποβολή αίτησης για άδεια άσκησης προσφυγής και για την υποβολή της επιστολής προσφυγής είναι 60 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του εφετείου. Ο προσφεύγων πρέπει να υποβάλει την οικεία επιστολή προσφυγής, η οποία πρέπει να απευθύνεται στο Ανώτατο Δικαστήριο (korkein oikeus) και να συνοδεύεται από αίτηση για άδεια άσκησης προσφυγής καθώς και από την ίδια την προσφυγή, στη γραμματεία του εφετείου, το αργότερο έως την τελευταία ημέρα της χρονικής προθεσμίας.
Εάν η προσφυγή αφορά υπόθεση την οποία εκδίκασε το εφετείο ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η χρονική προθεσμία κατάθεσης της προσφυγής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του εφετείου.
Οι χρονικές προθεσμίες που ορίζονται στον νόμο περί χρονικών προθεσμιών δεν μπορούν να μειωθούν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να ορίσει χρονικές προθεσμίες για συγκεκριμένες πράξεις και διατυπώσεις, καθώς επίσης να παρατείνει τις εν λόγω προθεσμίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δικαστήρια μπορούν επίσης να παρατείνουν τις χρονικές προθεσμίες που προβλέπονται για τις προσφυγές.
Δεν υπάρχουν τέτοιου είδους μέρη στην Φινλανδία, οπότε δεν μπορούν να προκύψουν τέτοιες καταστάσεις.
Κατά γενικό κανόνα, η αδυναμία τήρησης των χρονικών προθεσμιών είναι επιζήμια για τον διάδικο που δεν τις τηρεί και μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια των δικαιωμάτων του ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα.
Δεν υπάρχει κάποιο καθολικό μέσο επανόρθωσης για την μη τήρηση προθεσμιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπάρχει η δυνατότητα καθορισμού νέας χρονικής προθεσμίας, κατόπιν αίτησης. Κάτι τέτοιο, όμως, είναι εξαιρετικά σπάνιο.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.