Προθεσμίες των διαδικασιών

Ρουμανία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Ποια είναι τα είδη προθεσμιών που εφαρμόζονται στις αστικές διαδικασίες;

Από δικονομική άποψη, η διαδικαστική προθεσμία, κατά γενικό κανόνα, ορίζεται ως το χρονικό διάστημα κατά το οποίο είναι υποχρεωτική ή αντιθέτως απαγορεύεται η διενέργεια συγκεκριμένων δικονομικών πράξεων. Οι σχετικές διατάξεις περιέχονται στα άρθρα 180 έως 186 του νόμου αριθ. 134/2010 σχετικά με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας, αναδημοσιευμένος, όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί μεταγενέστερα (τέθηκε σε ισχύ στις 15 Φεβρουαρίου 2013).

Τα διάφορα είδη των προθεσμιών που ισχύουν στην αστική διαδικασία, κατατάσσονται βάσει του ορισμού τους σε νόμιμες, δικαστικές ή συμβατικές προθεσμίες (ανεξάρτητα από τη φύση τους). Νόμιμες προθεσμίες παραγραφής είναι όσες ρητά ορίζονται στον νόμο και είναι καταρχήν πάγιες, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι εφικτή η σύντμηση ή η παράτασή τους από τον δικαστή ή τους διαδίκους (επί παραδείγματι, η πενθήμερη προθεσμία επίδοσης της κλήσης). Κατ’ εξαίρεση, ο νόμος επιτρέπει την παράταση ή τη σύντμηση συγκεκριμένων νόμιμων προθεσμιών. Δικαστικές προθεσμίες είναι όσες ορίζονται από το δικαστήριο κατά την εκδίκαση των υποθέσεων και αφορούν την εμφάνιση των διαδίκων, την ακρόαση των μαρτύρων, τη διαχείριση των άλλων αποδεικτικών στοιχείων, δηλαδή των εγγράφων, των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης κ.ο.κ. Συμβατικές προθεσμίες είναι όσες προθεσμίες μπορούν να οριστούν από τους διαδίκους κατά τη διάρκεια της εκδίκασης των διαφορών και δεν προϋποθέτουν την έγκριση του δικαστηρίου.

Ανάλογα με το είδος τους, οι δικονομικές προθεσμίες διακρίνονται σε αποσβεστικές (δηλωτικές) και απαγορευτικές (με δυνατότητα αναβολής) οι πρώτες είναι οι προθεσμίες στις οποίες πρέπει να διενεργηθεί μια συγκεκριμένη δικονομική πράξη (επί παραδείγματι, οι προθεσμίες κατάθεσης ενός ενδίκου μέσου: έφεσης, δεύτερης έφεσης κ.ο.κ.), ενώ οι δεύτερες είναι οι προθεσμίες κατά τη διάρκεια των οποίων ο νόμος απαγορεύει τη διενέργεια δικονομικών πράξεων.

Ένα άλλο κριτήριο της κατάταξης των προθεσμιών είναι η κύρωση που επιβάλλεται σε περίπτωση μη τήρησής τους, και γίνεται διάκριση ανάμεσα σε απόλυτες και σχετικές προθεσμίες. Η μη τήρηση των απόλυτων προθεσμιών εν τέλει επηρεάζει το κύρος των δικονομικών πράξεων, ενώ η μη τήρηση των σχετικών προθεσμιών, ακόμη κι αν δεν επιφέρει κατ’ ανάγκη την ακύρωση των δικονομικών πράξεων, μπορεί να σημάνει την επιβολή πειθαρχικών ή χρηματικών κυρώσεων στους υπαίτιους διαδίκους (η προθεσμία απόφασης, η προθεσμία προπαρασκευής κ.ο.κ.).

Τέλος, σε συνάρτηση με τη διάρκειά τους, οι προθεσμίες μπορούν να προσδιορίζονται κατά ώρες, ημέρες, εβδομάδες, μήνες και έτη, και η εν λόγω κατηγοριοποίηση ορίζεται επίσης στο άρθρο 181 του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Επιπλέον, για συγκεκριμένες περιπτώσεις, ο νόμος δεν καθορίζει ένα συγκεκριμένο είδος προθεσμίας (ώρα, ημέρα κ.ο.κ.) αλλά ένα χρονικό σημείο περάτωσης μιας δικονομικής πράξης (όπως στην περίπτωση προβολής αντίρρησης κατά της εκτέλεσης, η οποία μπορεί να κατατεθεί έως την τελευταία πράξη εκτέλεσης) ή περιλαμβάνει διατάξεις που υποδεικνύουν ότι η πράξη θα πρέπει να διενεργηθεί «χωρίς καθυστέρηση» ή «το συντομότερο δυνατό» ή «κατεπειγόντως».

2 Κατάλογος των αργιών που προβλέπονται βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71, της 3ης Ιουνίου 1971.

Σύμφωνα με το ρουμανικό δίκαιο, οι μη εργάσιμες ημέρες είναι όλες τα Σάββατα και οι Κυριακές, στις οποίες προστίθενται οι ακόλουθες αργίες: 1η και 2α Ιανουαρίου (Πρωτοχρονιά)· 6 Ιανουαρίου (Θεοφάνια)· 7 Ιανουαρίου (Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή)· 24 Ιανουαρίου (Ημέρα Ενοποίησης Ρουμανικών Πριγκιπάτων)· Πάσχα — δύο ημέρες ανάλογα με τις ημερομηνίες (συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Παρασκευής)· 1η Μαΐου — Εργατική πρωτομαγιά· 1η Ιουνίου (Ημέρα των Παιδιών)· Πεντηκοστή — μία ημέρα ανάλογα με τις ημερομηνίες· 15 Αυγούστου (Κοίμηση της Θεοτόκου)· 30 Νοεμβρίου (Αγίου Ανδρέα)· 1η Δεκεμβρίου (εθνική εορτή)· 25 και 26 Δεκεμβρίου (Χριστούγεννα).

3 Ποιοι είναι οι ισχύοντες γενικοί κανόνες για τις προθεσμίες στις διάφορες αστικές διαδικασίες;

Οι κανόνες που ισχύουν για τις προθεσμίες παραγραφής ορίζονται στα άρθρα 180 έως 186 του κώδικα πολιτικής δικονομίας.

4 Όταν μια πράξη ή μια διατύπωση πρέπει να διενεργηθεί εντός μιας συγκεκριμένης προθεσμίας, ποιο είναι το χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας;

Κάθε προθεσμία έχει τον χρόνο έναρξης και λήξης της, καθώς και την ενδιάμεση διάρκειά της.

Όσον αφορά τον χρόνο έναρξης, το άρθρο 184 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι οι προθεσμίες αρχίζουν να τρέχουν από την ημερομηνία επίδοσης των δικονομικών πράξεων, εκτός αν άλλως ο νόμος ορίζει.

Ωστόσο, υπάρχουν επίσης περιπτώσεις στις οποίες η επίδοση της δικονομικής πράξης που έχει οριστεί ως σημείο έναρξης της προθεσμίας μπορεί να αντικατασταθεί από ισοδύναμες δικονομικές πράξεις (περιπτώσεις ισοδυναμίας). Συνεπώς, η επίδοση της δικονομικής πράξης που σηματοδοτεί την έναρξη της προθεσμίας αντικαθίσταται ενίοτε από άλλες διαδικασίες που συνιστούν το αφετήριο γεγονός της προθεσμίας (όπως το αίτημα επίδοσης των δικονομικών πράξεων στον αντίδικο, η κατάθεση έφεσης ή η επίδοση της εντολής εκτέλεσης).

Κατά παρέκκλιση από τον γενικό κανόνα, σε ορισμένες περιπτώσεις οι προθεσμίες αρχίζουν να τρέχουν από άλλα χρονικά σημεία αντί της επίδοσης, και ειδικότερα από την έκδοση της απόφασης (με την οποία διαπιστώνεται η λήξη της προθεσμίας παραγραφής ή με την οποία συμπληρώνεται η απόφαση) από την πιστοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων (για την κατάθεση των αιτούμενων ποσών ή του καταλόγου των μαρτύρων, εντός πέντε ημερών), από τη δημοσίευση συγκεκριμένων εγγράφων (για τη διαφήμιση της πώλησης ενός κτιρίου, εντός πέντε ημερών).

Όσον αφορά τον χρόνο λήξης, αυτός ορίζεται ως το χρονικό σημείο κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η παραγραφή, που σημαίνει την παύση της δυνατότητας διεξαγωγής της διαδικασίας για την οποία έχει ταχθεί η προθεσμία (για τις αποσβεστικές προθεσμίες) ή, αντιθέτως, καθορίζει/σηματοδοτεί το χρονικό σημείο της γέννησης του δικαιώματος διενέργειας συγκεκριμένων δικονομικών πράξεων (για τις απαγορευτικές προθεσμίες).

5 Μπορεί η έναρξη της προθεσμίας να επηρεαστεί ή να τροποποιηθεί από τον τρόπο κοινοποίησης ή επίδοσης εγγράφων (προσωπική επίδοση από δικαστικό επιμελητή ή ταχυδρομική επίδοση);

Μεταξύ του σημείου έναρξης και του σημείου λήξης οι προθεσμίες τρέχουν αδιάλειπτα, καταρχήν, χωρίς δυνατότητα διακοπής ή αναστολής. Ωστόσο, η παρεμπόδιση λόγω περίστασης που εκτείνεται πέρα από τη βούληση του διαδίκου —που αναφέρεται στο άρθρο 186 του κώδικα πολιτικής δικονομίας— συνιστά λόγο διακοπής των δικονομικών προθεσμιών. Στην εν λόγω περίπτωση προστίθενται και άλλες ειδικές περιστάσεις διακοπής: (επί παραδείγματι, η διακοπή μιας προθεσμίας άσκησης έφεσης: άρθρο 469 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Ταυτόχρονα, ο νόμος ορίζει ότι η δικονομική προθεσμία μπορεί επίσης να ανασταλεί (όπως ισχύει στην προθεσμία παραγραφής: άρθρο 418 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Εάν η προθεσμία διακόπτεται βάσει του άρθρου 186 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, μετά την εξάλειψη του εμποδίου, αρχίζει να τρέχει μια μη μεταβαλλόμενη προθεσμία 15 ημερών, ανεξάρτητα από τη διάρκεια της προθεσμίας που διακόπηκε. Σε περίπτωση αναστολής, η προθεσμία θα συνεχίσει να τρέχει από το σημείο που έπαυσε η αναστολή, και θα συνυπολογιστεί ο χρόνος που είχε διανυθεί πριν από την αναστολή της προθεσμίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 183 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, το δικονομικό έγγραφο που κατατέθηκε εντός της νόμιμης προθεσμίας με συστημένη επιστολή μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή ειδικής υπηρεσίας επικοινωνιών ή με φαξ ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο θεωρείται ότι έχει κατατεθεί εμπρόθεσμα. Το έγγραφο που κατέθεσε ο ενδιαφερόμενος διάδικος εντός της νόμιμης προθεσμίας στη στρατιωτική μονάδα ή το διοικητικό γραφείο ή τον τόπο κράτησής του θεωρείται επίσης ότι έχει κατατεθεί εμπρόθεσμα. Η παραλαβή από το ταχυδρομείο και η καταχώριση ή πιστοποίηση του εγγράφου που έχει κατατεθεί από την υπηρεσία ταχυμεταφοράς, την ειδική υπηρεσία επικοινωνιών, τη στρατιωτική μονάδα ή τη διοικητική δομή στην οποία κρατείται το πρόσωπο, κατά περίπτωση, καθώς και η αναφορά της ημερομηνίας και της ώρας παραλαβής του φαξ ή του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, όπως αυτές βεβαιώνονται στον υπολογιστή ή τη συσκευή φαξ του δικαστηρίου, όπου γίνεται η λήψη, επέχει θέση απόδειξης της ημερομηνίας κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος διάδικος ξεκίνησε να ενεργεί.

6 Αν η επέλευση ενός γεγονότος αποτελεί την έναρξη της προθεσμίας, η ημέρα επέλευσης του γεγονότος συνεκτιμάται στον υπολογισμό της προθεσμίας;

Σύμφωνα με το άρθρο 181 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, οι προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά ημέρες υπολογίζονται σύμφωνα με το αποκλειστικό σύστημα, δηλαδή σύμφωνα με πλήρεις ημέρες, μη συνυπολογιζομένης ούτε της ημέρας έναρξης –dies a quo– ούτε της ημέρας λήξης –dies ad quem–, ενώ εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται σε συνάρτηση με το αφετήριο γεγονός, όπως αυτοί παρατίθενται στην ενότητα 4.

Οι προθεσμίες που εκφράζονται σε ημέρες υπολογίζονται πάντοτε σε ολόκληρες ημέρες· ωστόσο, η πράξη μπορεί να υποβληθεί μόνο εντός του ωραρίου εργασίας των υπηρεσιών του δικαστηρίου. Η εν λόγω έλλειψη, ωστόσο, μπορεί να θεραπευθεί με αποστολή της δικονομικής πράξης μέσω ταχυδρομείου, και την υπόδειξη, από τον υπάλληλο του ταχυδρομείου, της ημερομηνίας και του τρόπου της πραγματικής κοινοποίησης στον αποδέκτη. Συμβουλευθείτε επίσης την απάντηση στην ερώτηση 4.

7 Όταν μια προθεσμία προσδιορίζεται κατά ημέρες, ο αριθμός των αναφερόμενων ημερών περιλαμβάνει τις ημερολογιακές ημέρες ή τις εργάσιμες ημέρες;

Επί παραδείγματι, εάν το πρόσωπο πρέπει να ενεργήσει ή του επιδίδεται μια πράξη τη Δευτέρα, 4 Απριλίου 2005, και καλείται να παράσχει απάντηση εντός 14 ημερών από την επίδοση, αυτό σημαίνει ότι το υπόψη πρόσωπο πρέπει να απαντήσει πριν από:

  • την Τρίτη, 19 Απριλίου (ημερολογιακές ημέρες) ή
  • την Παρασκευή, 22 Απριλίου (εργάσιμες ημέρες);

Η σωστή απάντηση είναι ότι ο καθορισμένος αριθμός ημερών περιλαμβάνει ημερολογιακές ημέρες. Το υπόψη πρόσωπο πρέπει να λάβει αποτελεσματικά μέτρα αποκλειστικά έως τις 19 Απριλίου.

8 Όταν η προθεσμία προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη;

Σύμφωνα με το άρθρο 182 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, οι προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά έτη, μήνες ή εβδομάδες λήγουν την ημέρα του έτους, του μήνα ή της εβδομάδας που αντιστοιχεί στην ημέρα έναρξης.

Η προθεσμία που ξεκινά την 29η, την 30ή ή την 31η ημέρα του μήνα και λήγει σε μήνα που δεν έχει τέτοια ημέρα θεωρείται ότι λήγει την τελευταία ημέρα του μήνα.

Όταν η προθεσμία λήγει σε επίσημη αργία ή όταν έχει ανασταλεί η επίδοση, τότε η προθεσμία θα παρατείνεται έως το τέλος της πρώτης επόμενης εργάσιμης ημέρας.

9 Πότε λήγει η προθεσμία όταν προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη;

Η προθεσμία που προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη λήγει την αντίστοιχη ημέρα της τελευταίας εβδομάδας ή του τελευταίου μήνα ή έτους. Εάν ο τελευταίος μήνας δεν έχει αντίστοιχη ημέρα με την ημέρα έναρξης, η προθεσμία παραγραφής λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα. Όταν η τελευταία ημέρα είναι εξαιρετέα, η προθεσμία παρατείνεται έως την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα.

10 Αν η προθεσμία λήγει Σάββατο, Κυριακή ή ημέρα δημόσιας αργίας ή μη εργάσιμη ημέρα, παρατείνεται μέχρι την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα;

Ναι, όταν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι εξαιρετέα ημέρα, η προθεσμία παρατείνεται έως την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα.

11 Υπάρχουν ορισμένες περιστάσεις στις οποίες παρατείνονται οι προθεσμίες; Από ποιες προϋποθέσεις εξαρτώνται οι παρατάσεις αυτές;

Το άρθρο 184 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι η δικονομική προθεσμία διακόπτεται και αρχίζει να τρέχει νέα προθεσμία από την ημερομηνία της νέας επίδοσης, στις εξής περιπτώσεις:

  • όταν οποιοσδήποτε διάδικος έχει αποβιώσει στην εν λόγω περίπτωση, επιδίδεται νέο έγγραφο στην τελευταία κατοικία του θανόντος, με παραλήπτη τον κληρονόμο, χωρίς αναγραφή του ονόματος και της (δικονομικής) θέσης του κάθε κληρονόμου
  • όταν ο εκπρόσωπος οποιουδήποτε διαδίκου έχει αποβιώσει στην εν λόγω περίπτωση, επιδίδεται νέο έγγραφο στον υπόψη διάδικο.

Η δικονομική προθεσμία δεν αρχίζει να τρέχει —και εάν είχε ήδη αρχίσει να τρέχει τότε διακόπτεται— για τον διάδικο που δεν έχει την ικανότητα να ενεργήσει ή έχει περιορισμένη ικανότητα να ενεργήσει έως τον διορισμό προσώπου που θα τον εκπροσωπεί ή θα του παρέχει συνδρομή, αν ενδείκνυται.

12 Ποιες είναι οι προθεσμίες για την άσκηση ένδικων μέσων;

Ναι, υπάρχουν ειδικές προθεσμίες για διάφορους τομείς του δικαίου. Οι γενικές προθεσμίες της έφεσης και της δεύτερης έφεσης είναι 30 ημέρες κατά τον κώδικα πολιτικής δικονομίας. Σε συγκεκριμένες υποθέσεις (ειδικές διαδικασίες), όπως στην περίπτωση προσωρινής διαταγής, η προθεσμία της έφεσης είναι πέντε ημέρες, δηλαδή μικρότερη από την προθεσμία κατάθεσης έφεσης βάσει του κοινού δικαίου.

13 Μπορούν τα δικαστήρια να τροποποιήσουν τις προθεσμίες, ιδίως τις προθεσμίες εμφάνισης στο δικαστήριο, ή να καθορίσουν ειδική ημερομηνία εμφάνισης;

Η απάντηση είναι θετική, με την έννοια ότι σε συγκεκριμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νόμος επιτρέπει στον δικαστή να συντμήσει την προθεσμία (επί παραδείγματι, βάσει του άρθρου 159 του κώδικα πολιτικής δικονομίας σε συνάρτηση με την προθεσμία επίδοσης της κλήσης πέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία της συζήτησης).

14 Εφόσον μια πράξη η οποία απευθύνεται σε διάδικο που κατοικεί σε τόπο όπου θα ετύγχανε παράτασης προθεσμίας κοινοποιείται σε τόπο όπου δεν παρέχεται η εν λόγω παράταση, το πρόσωπο αυτό χάνει το ευεργέτημα της εν λόγω προθεσμίας;

Βάσει του άρθρου 1088 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, στις διεθνείς αστικές διαδικασίες, το δικαστήριο εφαρμόζει το δικονομικό δίκαιο της Ρουμανίας, με την επιφύλαξη των ρητών αντίθετων διατάξεων. Βλ. επίσης την απάντηση στις ερωτήσεις 5, 11 και 16.

15 Ποιες είναι οι συνέπειες σε περίπτωση μη τήρησης των προθεσμιών;

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η μη τήρηση των απόλυτων προθεσμιών εν τέλει επηρεάζει το κύρος της διαδικασίας, ενώ η μη τήρηση των σχετικών προθεσμιών, ακόμη κι αν δεν επιφέρει κατ’ ανάγκη την ακύρωση των δικονομικών πράξεων, μπορεί να σημάνει την επιβολή πειθαρχικών ή χρηματικών κυρώσεων για τους υπαίτιους διαδίκους (προθεσμίες έκδοσης απόφασης, προθεσμίες προπαρασκευής, κ.ο.κ.).

Η μη τήρηση των δικονομικών προθεσμιών παραγραφής μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή διάφορων κυρώσεων, ως εξής:

  • ακυρότητα της δικονομικής πράξης
  • κατάργηση της προθεσμίας που έχει ταχθεί για τη διενέργεια της δικονομικής πράξης
  • παρέλευση του κύρους του αιτήματος που έχει τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου
  • περιορισμός του δικαιώματος να επιδιωχθεί η εκτέλεση·
  • χρηματικές κυρώσεις
  • πειθαρχικές κυρώσεις
  • υποχρέωση εκ νέου διενέργειας ή τροποποίησης μιας πράξης που διενεργήθηκε χωρίς την τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων
  • υποχρέωση χορήγησης αποζημίωσης στον διάδικο που υπέστη ζημία λόγω της αθέτησης των δικονομικών διατυπώσεων.

Το άρθρο 185 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι, όταν ένα δικονομικό δικαίωμα πρέπει να ασκηθεί εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, η μη τήρηση της εν λόγω υποχρέωσης επιφέρει την ανάκληση του δικαιώματος αυτού, εκτός αν άλλως ορίζει ο νόμος. Η δικονομική πράξη που διενεργείται μετά την παρέλευση της προθεσμίας είναι άκυρη. Όταν ο νόμος ορίζει τη διακοπή μιας δικονομικής πράξης εντός μιας προθεσμίας, η πράξη που διενεργήθηκε πριν από την παρέλευση της προθεσμίας μπορεί να ακυρωθεί με αίτημα του ενδιαφερόμενου διαδίκου.

16 Αν λήξει η προθεσμία, ποια ένδικα μέσα παρέχονται στους διαδίκους που δεν τήρησαν τις προθεσμίες, δηλαδή στους ερημοδικούντες διαδίκους;

Το άρθρο 186 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι ο διάδικος που έχει απολέσει μια δικονομική προθεσμία λαμβάνει νέα προθεσμία μόνο αν αποδείξει ότι η καθυστέρηση δικαιολογείται νομίμως. Ο υπόψη διάδικος θα διενεργήσει τη δικονομική πράξη σε διάστημα 15 ημερών το αργότερο από την ημερομηνία της παύσης της διακοπής, με ταυτόχρονο αίτημα χορήγησης νέας προθεσμίας παραγραφής. Σε περίπτωση άσκησης ενδίκων μέσων, η εν λόγω προθεσμία είναι η ίδια μ’ αυτήν που έχει ταχθεί για την κατάθεση της έφεσης. Το αρμόδιο δικαστήριο που επιλαμβάνεται του αιτήματος που αφορά το δικαίωμα που δεν ασκήθηκε εντός της προθεσμίας θα επιληφθεί του αιτήματος χορήγησης νέας προθεσμίας. Αν ο διάδικος έχει ενεργήσει υπαίτια, δεν έχει στη διάθεσή του ένδικα μέσα.

Τελευταία επικαιροποίηση: 22/07/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.