Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Εισαγγελείς
Οργάνωση
Η δανική εισαγγελία (den danske anklagemyndighed) υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η εισαγγελία απαρτίζεται από τον προϊστάμενο εισαγγελίας (rigsadvokaten), τους εισαγγελείς (statsadvokaterne) και τους αστυνομικούς διοικητές (politidirektørerne).
Ο προϊστάμενος εισαγγελίας παρίσταται σε ποινικές υποθέσεις ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου και συμμετέχει επίσης σε ακροαματικές διαδικασίες στο Ειδικό Πειθαρχικό Δικαστήριο (Den Særlige Klageret).
Ο προϊστάμενος εισαγγελίας προΐσταται ιεραρχικά των λοιπών εισαγγελέων και επιβλέπει το έργο τους. Ο προϊστάμενος εισαγγελίας εξετάζει επίσης προσφυγές κατά αποφάσεων που λαμβάνουν οι εισαγγελείς σε πρώτο βαθμό.
Ρόλοι και αρμοδιότητες
Τα καθήκοντα και η οργάνωση της εισαγγελίας καθορίζονται στο κεφάλαιο 10 του νόμου για τη διοίκηση της δικαιοσύνης (retsplejeloven) (άρθρα 95-107).
Καθήκον της εισαγγελίας, σε συνεργασία με την αστυνομία, είναι να διώκει εγκλήματα σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον νόμο για την απονομή δικαιοσύνης. Το άρθρο 96 παράγραφος 2 ορίζει ότι η εισαγγελία πρέπει να προωθεί όλες τις διαδικασίες με τη σπουδή που υπαγορεύει η φύση της υπόθεσης. Στο πλαίσιο αυτό, η εισαγγελία οφείλει να μεριμνά για τη δίωξη των προσώπων που πρέπει να τιμωρηθούν, αλλά και για τη μη δίωξη των αθώων («αρχή της αντικειμενικότητας»).
Για τη διεξαγωγή ποινικών διαδικασιών —κατ’ έφεση δικών και δικών με τη συμμετοχή ενόρκων— ενώπιον των εφετείων, αρμόδιοι είναι έξι εισαγγελείς, οι οποίοι επιβλέπουν επίσης τον χειρισμό ποινικών υποθέσεων από τους αστυνομικούς διοικητές. Οι περιφερειακοί εισαγγελείς εξετάζουν επίσης προσφυγές κατά αποφάσεων των αστυνομικών διοικητών σχετικά με ποινικές διώξεις. Τέλος, οι εισαγγελείς ασχολούνται με υποθέσεις αποζημίωσης σε σχέση με ποινικές διώξεις και καταγγελίες κατά της αστυνομίας.
Ο εισαγγελέας σοβαρού οικονομικού εγκλήματος (Statsadvokaten for Særlig Økonomisk Kriminalitet) διώκει σοβαρά οικονομικά εγκλήματα σε ολόκληρη τη χώρα.
Ο εισαγγελέας ειδικών διεθνών ποινικών υποθέσεων (Statsadvokaten for Særlige Internationale Straffesager) είναι αρμόδιος για τη δίωξη διεθνών εγκλημάτων που διαπράττονται στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων της γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου.
Οι αστυνομικοί διοικητές ενεργούν ως εισαγγελείς ενώπιον των πρωτοδικείων (σε πρώτο βαθμό) και, ως εκ τούτου, είναι αρμόδιοι όχι μόνο για τη διοίκηση της αστυνομίας, αλλά και για τις έρευνες που διεξάγονται από την αστυνομική διεύθυνση, καθώς και για τις δραστηριότητες της τοπικής εισαγγελίας.
Δικαστές
Οργάνωση
Το Συμβούλιο Διορισμών Δικαστών (Dommerudnævnelsesrådet) είναι αρμόδιο για την υποβολή προτάσεων διορισμού δικαστών στον υπουργό Δικαιοσύνης, με εξαίρεση τον διορισμό του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου. Στην πράξη, ο υπουργός Δικαιοσύνης ακολουθεί πάντοτε τις συστάσεις του Συμβουλίου.
Οι πειθαρχικές διαδικασίες που αφορούν δικαστές και λοιπούς δικαστικούς υπαλλήλους των δανικών δικαστηρίων εκδικάζονται από το Ειδικό Πειθαρχικό Δικαστήριο (Den Særlige Klageret).
Η Διοίκηση Δικαστηρίων της Δανίας (Domstolsstyrelsen) έχει τη γενική αρμοδιότητα για την κατάρτιση των δικαστικών υπαλλήλων των δικαστηρίων.
Ρόλοι και αρμοδιότητες
Γενικά, οι επαγγελματίες δικαστές στη Δανία δεν ειδικεύονται σε συγκεκριμένο τομέα. Οι δικαστές μπορούν να διορίζονται σε μόνιμη ή προσωρινή (αναπληρωματική) θέση. Οι βοηθοί δικαστές (retsassessorer) και οι αναπληρωτές δικαστές (dommerfuldmægtige) χειρίζονται συνήθως υποθέσεις ήσσονος σημασίας (π.χ. δικαστικοί επιμελητές).
Με ορισμένες σημαντικές εξαιρέσεις, οι λαϊκοί δικαστές (lægdommere) συμμετέχουν σε όλες τις ποινικές δίκες ενώπιον των πρωτοβάθμιων και τα δευτεροβάθμιων δικαστηρίων. Για την εκδίκαση αστικών υποθέσεων σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, μπορεί να ζητηθεί η συνδρομή πραγματογνωμόνων αξιολογητών (sagkyndige domsmænd). Οι λαϊκοί δικαστές και οι πραγματογνώμονες αξιολογητές διορίζονται για τετραετή θητεία.
Νομικές βάσεις δεδομένων
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφτείτε:
Ιστότοπος της Δανικής Ένωσης Δικαστών (Den Danske Dommerforening)
Αρχική σελίδα της Ένωσης Αναπληρωτών Δικαστών (Dommerfuldmægtigforeningen)
Πληροφορίες σχετικά με τους δικαστικούς υπαλλήλους (361 Kb)
Οργάνωση των νομικών επαγγελμάτων δικηγόροι (advokater)
Δικηγόροι
Δικηγόροι που ασκούν ελεύθερη δικηγορία
Όλοι οι Δανοί δικηγόροι είναι μέλη του Δανικού Δικηγορικού Συλλόγου (Advokatsamfundet), ο οποίος ιδρύθηκε το 1919.
Έμμισθοι δικηγόροι και ασκούμενοι δικηγόροι (advokatfuldmægtige)
Οι δικηγόροι και οι ασκούμενοι δικηγόροι είναι οργανωμένοι στην Ένωση Δικηγόρων και Ασκούμενων Δικηγόρων (Foreningen af Advokater og Advokatfuldmægtige — FAAF), η οποία ανήκει στην Ένωση Νομικών και Οικονομολόγων της Δανίας (Danmark Jurist- og Økonomforbund — Djøf). Η Djøf είναι η μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση και οργάνωση υπεράσπισης φοιτητών και εργαζομένων στη Δανία στους τομείς του δικαίου, της διοίκησης, της διακυβέρνησης, της έρευνας, της εκπαίδευσης, της επικοινωνίας, των οικονομικών και πολιτικών επιστημών. Η συνδικαλιστική οργάνωση αριθμεί περίπου 50.000 μέλη, τα οποία εργάζονται σε αυτούς τους τομείς. Από τα περίπου 1.500 μέλη της FAAF, περίπου 900 είναι δικηγόροι που ασκούν ελεύθερη δικηγορία.
Νομικοί σύμβουλοι εταιρειών
Οι νομικοί σύμβουλοι εταιρειών είναι οργανωμένοι στον Δανικό Δικηγορικό Σύλλογο, αλλά μπορούν επίσης να επιλέξουν να εγγραφούν στην Ένωση Δανών Νομικών Συμβούλων Εταιρειών (Danske Virksomhedsjurister — DVJ). Επί του παρόντος, περίπου τα δύο τρίτα των μελών της DVJ είναι δικηγόροι με δανική άδεια άσκησης επαγγέλματος. Κατά γενικό κανόνα, η DVJ εκπροσωπεί τα επαγγελματικά συμφέροντα των νομικών συμβούλων εταιρειών. Η ένωση αποσκοπεί επίσης στην προώθηση της αναγνώρισης και της κατανόησης του έργου των νομικών συμβούλων εταιρειών και της αυξανόμενης σημασίας του για τις επιχειρήσεις, τις δημόσιες αρχές, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και την κοινωνία γενικότερα. Η DVJ είναι μέλος της European Company Lawyers’ Association (ECLA).
Διαφορά μεταξύ των δικηγόρων που ασκούν ελεύθερη δικηγορία και των νομικών συμβούλων εταιρειών
Στη Δανία, οι νομικοί σύμβουλοι εταιρειών με δανική άδεια άσκησης επαγγέλματος υπόκεινται στους ίδιους ακριβώς κανόνες με τους δικηγόρους που ασκούν ελεύθερη δικηγορία. Ο νόμος για τη διοίκηση της δικαιοσύνης δεν κάνει διάκριση μεταξύ των δύο, ενώ και οι δύο ομάδες είναι οργανωμένες στον Δανικό Δικηγορικό Σύλλογο.
Αυτό σημαίνει, κατ’ ουσίαν, ότι οι νομικοί σύμβουλοι εταιρειών έχουν το ίδιο νομικό καθεστώς με τους υπόλοιπους δικηγόρους όσον αφορά τον κώδικα επαγγελματικής δεοντολογίας (advokatetiske regler), το επαγγελματικό απόρρητο, το απόρρητο εντολέα/δικηγόρου κ.λπ. Ωστόσο, ο κώδικας επαγγελματικής δεοντολογίας τροποποιήθηκε ώστε να συμπεριλάβει τους νομικούς συμβούλους εταιρειών, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών υπό τις οποίες λειτουργούν.
Επομένως, η αρχή του απορρήτου μεταξύ εντολέα και δικηγόρου, όπως ισχύει για τους νομικούς συμβούλους εταιρειών, απορρέει από τους ίδιους κανόνες με εκείνους που ισχύουν για τους δικηγόρους που ασκούν ελεύθερη δικηγορία. Το ζήτημα του αν το πρότυπο για τους νομικούς συμβούλους εταιρειών είναι το ίδιο με αυτό που ισχύει για τους υπόλοιπους δικηγόρους ή λιγότερο αυστηρό δεν έχει ακόμη εξεταστεί από τα δικαστήρια.
Η μόνη εξαίρεση από τον κανόνα της ισοδυναμίας του καθεστώτος των νομικών συμβούλων εταιρειών και του καθεστώτος των λοιπών δικηγόρων αφορά τα πρόσωπα που επιτρέπεται να εκπροσωπεί ο νομικός σύμβουλος εταιρειών ως δικηγόρος. Η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος στους δικηγόρους να ενεργούν ως νομικοί σύμβουλοι εταιρειών θεωρείται σιωπηρή εξαίρεση από το άρθρο 124 του νόμου για την απονομή δικαιοσύνης σχετικά με το είδος της εταιρείας για την οποία μπορεί να εργάζεται ένας δικηγόρος.
Κατά συνέπεια, οι νομικοί σύμβουλοι εταιρειών μπορούν να χρησιμοποιούν τον τίτλο του «δικηγόρου» μόνον όταν εκπροσωπούν την εταιρεία ή τον οργανισμό του οποίου είναι υπάλληλοι, εκτός εάν διαθέτουν και δικηγορικό γραφείο. Αυτό σημαίνει ότι εάν ο εργοδότης ζητήσει από τον νομικό σύμβουλο της εταιρείας να παράσχει νομικές συμβουλές σε πελάτη ή εταίρο, ο νομικός σύμβουλος δεν μπορεί να ενεργήσει ως δικηγόρος, εκτός εάν διαθέτει και δικηγορικό γραφείο και παρέχει τις νομικές συμβουλές στον πελάτη μέσω του εν λόγω δικηγορικού γραφείου.
Εάν ο νομικός σύμβουλος εταιρειών δεν διατηρεί και δικηγορικό γραφείο και παρέχει νομικές συμβουλές σε πελάτη ή εταίρο που είναι καταναλωτής, και εάν οι νομικές συμβουλές παρέχονται για εμπορικούς σκοπούς, για τον νομικό σύμβουλο εταιρειών ισχύει ο νόμος για την παροχή νομικών συμβουλών (lov om juridisk rådgivning), με μία εξαίρεση: ο νόμος δεν εφαρμόζεται σε νομικές συμβουλές που παρέχονται από συνδικαλιστικές οργανώσεις και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η εξαίρεση αυτή δικαιολογείται από το ότι οι εν λόγω νομικές συμβουλές δεν παρέχονται για εμπορικούς σκοπούς και θεωρούνται γενικά υπηρεσίες που βαίνουν πέραν της γενικής υπηρεσίας που παρέχει η συνδικαλιστική οργάνωση στα μέλη της στο πλαίσιο της επιδίωξης των κύριων σκοπών της.
Επομένως, η παροχή νομικών συμβουλών σε καταναλωτή από υπάλληλο συνδικαλιστικής οργάνωσης ο οποίος διαθέτει άδεια άσκησης επαγγέλματος διέπεται αποκλειστικά από τους γενικούς κανόνες για την αδικοπραξία ή την οιονεί αδικοπραξία, και μόνον εμμέσως διέπεται από τον κώδικα επαγγελματικής δεοντολογίας. Σύμφωνα με τον εν λόγω κώδικα, πρβλ. άρθρο 126 παράγραφος 4 του νόμου για την απονομή δικαιοσύνης, ο δικηγόρος (όταν δεν ενεργεί υπό την επαγγελματική του ιδιότητα) δεν επιτρέπεται να συμπεριφέρεται σε εμπορικές ή οικονομικές υποθέσεις κατά τρόπο που δεν αρμόζει στην ιδιότητα του δικηγόρου.
Νόμος για την παροχή νομικών συμβουλών
Από τον Ιούλιο του 2006 η παροχή νομικών συμβουλών σε καταναλωτές για εμπορικούς σκοπούς υπόκειται σε χωριστό νόμο, ο οποίος εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το εκπαιδευτικό υπόβαθρο του προσώπου που παρέχει τις συμβουλές. Στον νόμο αναφέρεται ρητά ότι δεν εφαρμόζεται σε νομικές συμβουλές που παρέχονται από δικηγόρους κατά την άσκηση του επαγγέλματος του ανεξάρτητου δικηγόρου. Επίσης, δεν εφαρμόζεται σε νομικές συμβουλές που παρέχονται από συνδικαλιστικές οργανώσεις ή μη κυβερνητικές οργανώσεις, καθώς οι εν λόγω συμβουλές δεν θεωρείται ότι παρέχονται για εμπορικούς σκοπούς (βλ. ανωτέρω). Επιπλέον, ο νόμος δεν καλύπτει τις νομικές συμβουλές που παρέχονται από χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις που καλύπτονται από τον νόμο για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ο υπουργός Οικονομικών και Επιχειρηματικών Υποθέσεων έχει εκδώσει κανόνες ορθής πρακτικής στον εν λόγω τομέα.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, αυτό δεν σημαίνει ότι η παροχή νομικών συμβουλών από πρόσωπο που διαθέτει άδεια άσκησης επαγγέλματος δεν ρυθμίζεται από τον νόμο. Εάν νομικός σύμβουλος εταιρείας με άδεια άσκησης επαγγέλματος παρέχει νομικές συμβουλές σε καταναλωτή (δηλαδή σε πρόσωπο άλλο από τον εργοδότη του) και δεν διαθέτει επίσης δικηγορικό γραφείο, η υπηρεσία αυτή καλύπτεται από τον νόμο για την παροχή νομικών συμβουλών, εάν θεωρηθεί ότι οι νομικές συμβουλές παρασχέθηκαν για εμπορικούς σκοπούς.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του νόμου για την παροχή νομικών συμβουλών είναι τα εξής:
- Ο νομικός σύμβουλος πρέπει να συμπεριφέρεται σύμφωνα με τις ορθές πρακτικές για την παροχή νομικών συμβουλών. Αυτό σημαίνει ότι νομικός σύμβουλος πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του προσεκτικά, ευσυνείδητα και σύμφωνα με τις νόμιμες απαιτήσεις του συμφέροντος του πελάτη. Οι συμβουλές παρέχονται με την απαιτούμενη σπουδή.
- Οι συμφωνίες για την παροχή νομικών συμβουλών πρέπει να είναι έγγραφες.
- Ο νομικός σύμβουλος δεν υποχρεούται να συνάψει σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης, αλλά η συναφθείσα σύμβαση πρέπει να περιέχει πληροφορίες σχετικά με τα θέματα αυτά.
- Ο νομικός σύμβουλος πρέπει να ενημερώνει τον πελάτη σχετικά με το κόστος της παροχής νομικών συμβουλών.
- Ο νομικός σύμβουλος δεν λαμβάνει κεφάλαια που διατηρούνται σε καταπίστευμα.
- Ο νομικός σύμβουλος δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνει καθήκοντα για τα οποία έχει προσωπικό ή οικονομικό συμφέρον.
- Ο νομικός σύμβουλος οφείλει να συμμορφώνεται με τους κανόνες ορθής πρακτικής για την παροχή νομικών συμβουλών, οι οποίοι εκδίδονται από τον υπουργό Δικαιοσύνης. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή εποπτεύει τη συμμόρφωση των νομικών συμβούλων με τη νομοθεσία και τους κανόνες ορθής πρακτικής.
Νομικές βάσεις δεδομένων
Οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο του Δανικού Δικηγορικού Συλλόγου.
Ο ιστότοπος περιέχει πληροφορίες σχετικά με το επάγγελμα του δικηγόρου στη Δανία και κατάλογο δικηγόρων.
Άλλα νομικά επαγγέλματα
Οργανισμοί που παρέχουν νομική συνδρομή
Οι φορείς που παρέχουν νομική συνδρομή είναι διαθέσιμοι σε ολόκληρη τη Δανία. Όποιος επιθυμεί να λάβει νομική συνδρομή μπορεί να επικοινωνήσει με το Τμήμα Αστικών Υποθέσεων (Civilstyrelsen), προκειμένου να παραπεμφθεί στον πλησιέστερο φορέα. Η διεύθυνση είναι:
Τμήμα Αστικών Υποθέσεων
Toldboden 2, 2. floor.
8800 Viborg.
Τηλ.: +45 33 92 33 34
E-mail: civilstyrelsen@civilstyrelsen.dk
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.