

Θα μπορούσε κάλλιστα κανείς να χρησιμοποιήσει τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών. Ανατρέξτε στο ενημερωτικό δελτίο σχετικά με τη «Διαμεσολάβηση».
Δεν υπάρχει δικονομική προθεσμία άσκησης αγωγής. Οι ασκούμενες με την αγωγή αξιώσεις, όμως, υπόκεινται σε παραγραφή. Εάν η αξίωση έχει παραγραφεί και ο αντίδικος το επικαλεστεί στη δίκη, η αγωγή δεν θα ευδοκιμήσει. Η προθεσμία παραγραφής εξαρτάται από το ουσιαστικό δίκαιο που διέπει την υπόθεση και όχι από το δικονομικό δίκαιο. Οι προθεσμίες διαφέρουν ανά υπόθεση. Στο ερώτημα αυτό μπορεί να απαντήσει με σαφήνεια ένας νομικός σύμβουλος.
Βλέπε «Διεθνής δικαιοδοσία».
Βλέπε «Διεθνής δικαιοδοσία – Γερμανία».
Βλέπε «Διεθνής δικαιοδοσία – Γερμανία».
Η υποχρέωση εκπροσώπησης από δικηγόρο προκειμένου να ασκηθεί αγωγή ενώπιον δικαστηρίου εξαρτάται από το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής.
Ενώπιον των πρωτοδικείων (Landgerichte) και των εφετείων (Oberlandesgerichte) οι διάδικοι πρέπει να εκπροσωπούνται από δικηγόρο. Ακόμη και στις περισσότερες οικογενειακές διαφορές (π.χ. διαζύγιο, διαφορές διατροφής, περιουσιακές διαφορές) για τις οποίες είναι αρμόδιο το ειρηνοδικείο (Amtsgericht), η εκπροσώπηση από δικηγόρο είναι υποχρεωτική.
Σε όλες τις λοιπές δίκες ενώπιον του ειρηνοδικείου μπορείτε να καταθέσετε την αγωγή και να διεξαγάγετε τη δίκη αυτοπροσώπως.
Για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης εκτελεστού τίτλου —τη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής (Mahnverfahren)— αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο. Μπορείτε, επομένως, να καταθέσετε αίτηση για έκδοση διαταγής πληρωμής στο δικαστήριο αυτοπροσώπως, χωρίς δικηγόρο.
Μπορείτε επίσης να καταθέσετε αγωγή χωρίς δικηγόρο και ενώπιον των δικαστηρίων εργατικών διαφορών (Arbeitsgerichte).
Κατά κανόνα, η αγωγή πρέπει να κατατίθεται εγγράφως στο αρμόδιο δικαστήριο.
Όμως, στις δίκες ενώπιον του ειρηνοδικείου, η αγωγή μπορεί να ασκηθεί και προφορικώς με σύνταξη πρακτικού στη γραμματεία του ειρηνοδικείου. Το πρακτικό αυτό μπορεί να συνταχθεί από τη γραμματεία οποιουδήποτε ειρηνοδικείου. Στη συνέχεια, η γραμματεία το διαβιβάζει αμελλητί στο δικαστήριο στο οποίο απευθύνεται η αγωγή.
Το ίδιο ισχύει και για αγωγή που ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου εργατικών διαφορών. Η αγωγή που απευθύνεται σε δικαστήριο εργατικών διαφορών μπορεί επίσης να καταχωρισθεί σε πρακτικό από τη γραμματεία του εν λόγω δικαστηρίου.
Η γλώσσα των δικαστηρίων είναι η γερμανική. Ως εκ τούτου, η αγωγή πρέπει να συντάσσεται στη γερμανική γλώσσα.
Κατά γενικό κανόνα, η αγωγή υποβάλλεται εγγράφως. Όταν ασκείται αγωγή ενώπιον του ειρηνοδικείου ή του δικαστηρίου εργατικών διαφορών, η αγωγή μπορεί να ασκηθεί και προφορικώς με σύνταξη πρακτικού στη γραμματεία του δικαστηρίου (βλ. ανωτέρω υπό 7).
Η αγωγή μπορεί επίσης να υποβληθεί με τηλεομοιοτυπία. Η τηλεομοιοτυπία πρέπει να φέρει την υπογραφή του διαδίκου ή του δικηγόρου του, σε περίπτωση εκπροσώπησης από δικηγόρο. Πρέπει να είναι σαφές ποιος είναι ο υπογράφων που φέρει την ευθύνη για την αγωγή.
Τέλος, η αγωγή μπορεί να διαβιβαστεί ως ηλεκτρονικό έγγραφο με τη χρήση ασφαλών μέσων διαβίβασης (De-Mail, ειδική ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα) ή, εφόσον φέρει αναγνωρισμένη ηλεκτρονική υπογραφή, μέσω της ηλεκτρονικής δικαστικής και διοικητικής ταχυδρομικής θυρίδας (EGVP). Δεν είναι δυνατή η διαβίβαση ηλεκτρονικών εγγράφων με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Υπάρχουν τυποποιημένα έντυπα προς χρήση για τις απλουστευμένες διαδικασίες, όπως για την αίτηση έκδοσης διαταγής πληρωμής (Mahnbescheid) ή για την αίτηση έκδοσης εκτελεστού τίτλου (Vollstreckungsbescheid). Η χρήση των εντύπων αυτών είναι υποχρεωτική. Εάν μια αίτηση δεν κατατεθεί με το ενδεδειγμένο έντυπο εντός της ταχθείσας προθεσμίας, απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
Δεν υπάρχουν τυποποιημένα έντυπα για τις αγωγές. Το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να έχει ορισμένη μορφή και ορισμένο περιεχόμενο:
Για τις δίκες ενώπιον των πολιτικών και των εμπορικών δικαστηρίων καταβάλλεται δικαστική δαπάνη. Η εν λόγω δικαστική δαπάνη καλύπτει τα τέλη και τα έξοδα του δικαστηρίου. Μετά την κατάθεση του δικογράφου της αγωγής, το δικαστήριο χρεώνει μια προκαταβολή της δικαστικής δαπάνης της οποίας το ύψος υπολογίζεται με βάση τα δικαστικά τέλη που προβλέπει ο νόμος. Κατά κανόνα, η επίδοση ή η κοινοποίηση της αγωγής στον εναγόμενο πραγματοποιείται μόνο μετά την καταβολή της προκαταβολής της δικαστικής δαπάνης από τον ενάγοντα.
Το ίδιο ισχύει και για τη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής.
Δεν προβλέπεται υποχρέωση προκαταβολής στις δίκες ενώπιον των δικαστηρίων εργατικών διαφορών.
Αν η εκπροσώπηση έχει ανατεθεί σε δικηγόρο, προκύπτουν και έξοδα δικηγόρου. Τα σχετικά τέλη είναι καταρχήν απαιτητά μόνο μετά το πέρας της δίκης ή μετά την έκδοση απόφασης του δικαστηρίου για τη δικαστική δαπάνη, αλλά ο δικηγόρος μπορεί να ζητήσει προκαταβολή για τις υπηρεσίες του ίση με τα μεταγενέστερα τέλη του, ακόμα και πριν από την κατάθεση της αγωγής.
Τα διαδικαστικά έξοδα, η δικαστική δαπάνη και η αμοιβή του δικηγόρου, συμπεριλαμβανομένων των προκαταβολών, βαρύνουν τελικά τον ηττηθέντα διάδικο.
Κάθε πρόσωπο που δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει το ίδιο τη δίκη, μπορεί να ζητήσει νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας). Το δικαστήριο εξετάζει αν η αγωγή έχει πιθανότητες ευδοκίμησης, αν έχει ασκηθεί κακόπιστα και αν υφίσταται οικονομική ανάγκη. Εάν το δικαστήριο χορηγήσει νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας), ο ενάγων δεν χρειάζεται να προκαταβάλει τα έξοδα για την επίδοση ή την κοινοποίηση της αγωγής.
Αν το κατατεθέν δικόγραφο της αγωγής δεν παρουσιάζει ελλείψεις και αν έχει καταβληθεί στο δικαστήριο η προκαταβολή της δικαστικής δαπάνης, τότε η αγωγή επιδίδεται ή κοινοποιείται στον αντίδικο αμελλητί. Με την επίδοση ή την κοινοποίηση της αγωγής στον αντίδικο, η αγωγή θεωρείται ασκηθείσα.
Εάν το δικόγραφο της αγωγής παρουσιάζει ελλείψεις, το δικαστήριο παρέχει στον ενάγοντα την ευκαιρία να τις συμπληρώσει. Εάν δεν συμπληρωθούν οι ελλείψεις, το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη.
Αφού επιδοθεί ή κοινοποιηθεί η αγωγή, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ορίζει σύντομη πρώτη δικάσιμο κατά την προφορική διαδικασία ή διατάσσει έγγραφη προδικασία. Η δικάσιμος ή η διαταγή έγγραφης προδικασίας γνωστοποιείται στους διαδίκους. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων σε κάθε συζήτηση.
Για την προετοιμασία κάθε δικασίμου, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει από τους διαδίκους να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τις προτάσεις τους και μπορεί να τους τάξει προθεσμία για να παράσχουν διευκρινίσεις επί ορισμένων ζητημάτων που χρήζουν αποσαφήνισης. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τους διαδίκους ή τρίτους να προσκομίσουν έγγραφα και αντικείμενα αυτοψίας και να ζητήσει πληροφορίες από επίσημες πηγές.
Κάθε πράξη που εκδίδεται για τον σκοπό αυτό πρέπει να γνωστοποιείται στους διαδίκους.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.