

Το ιταλικό νομικό σύστημα εξασφαλίζει τη δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια ως γενικό δίαυλο προστασίας των δικαιωμάτων.
Ωστόσο, σε ορισμένες υποθέσεις απαιτείται προηγουμένως να επιχειρήσετε την επίλυση της διαφοράς μέσω διαμεσολάβησης, με τη συνδρομή του δικηγόρου σας, και μόνον εφόσον αποτύχει αυτή η οδός μπορείτε να προσφύγετε στο δικαστήριο. Οι εν λόγω υποθέσεις αφορούν τους ακόλουθους τομείς: διαφορές συνιδιοκτησίας, δικαιώματα ιδιοκτησίας, κατανομή περιουσιακών στοιχείων, κληρονομικά ζητήματα, οικογενειακές συμβάσεις, ενοίκια ή μισθώματα, χρησιδάνεια, μισθώσεις επιχειρηματικής δραστηριότητας, αγωγές αποζημίωσης λόγω ιατρικής αμέλειας, δυσφήμηση στον Τύπο ή σε άλλα μέσα ενημέρωσης, καθώς και διαφορές σχετικές με ασφαλιστήρια συμβόλαια, τραπεζικές και χρηματοοικονομικές συμβάσεις κ.λπ.
Άλλη εναλλακτική επιλογή είναι η διαιτησία, στο πλαίσιο της οποίας η διαφορά κρίνεται από διαιτητή ιδιωτικού δικαίου που ορίζεται από τα μέρη της διαφοράς. Η προσφυγή στη διαιτησία ως εναλλακτική λύση της δικαστικής προσφυγής πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των μερών.
Ανάλογα με τον τύπο της αγωγής, ισχύουν συγκεκριμένες προθεσμίες παραγραφής. Η συνήθης προθεσμία παραγραφής ανέρχεται σε 10 έτη, αλλά ορισμένοι τύποι αγωγής διέπονται από συντομότερες προθεσμίες (άρθρα 2934-2961 του Αστικού Κώδικα).
Για την έκδοση οριστικής απόφασης επί της διαφοράς, πρέπει να προσφύγετε σε δικαστήριο. Για να βρείτε ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο, πρέπει να εξετάσετε το είδος της διαφοράς, καθώς και τους εθνικούς και ενωσιακούς κανόνες δικαιοδοσίας.
Σύμφωνα με τον βασικό κανόνα, αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του εναγομένου πρόκειται για τον κανόνα της κατά τόπο αρμοδιότητας, ο οποίος ορίζει την επιλεγόμενη γενική δωσιδικία του φυσικού προσώπου (foro generale delle persone fisiche). Ανάλογα με την αξία της διαφοράς, ή με τη συγκεκριμένη επίδικη υπόθεση, θα πρέπει να απευθυνθείτε σε συγκεκριμένο δικαστήριο για τον αντίστοιχο τομέα (στο Ειρηνοδικείο (giudice di pace) ή στο μονομελές ή πολυμελές γενικό δικαστήριο (tribunale)) ή, αντιθέτως, σε δικαστήριο εκτός της γενικής δωσιδικίας του φυσικού προσώπου (οπότε στην περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι υπάρχει υποχρεωτική κατά τόπο αρμοδιότητα (competenza per territorio inderogabile)).
Βλέπε το ενημερωτικό δελτίο με τίτλο «Δικαιοδοσία».
Αγωγές που αφορούν κινητή περιουσία της οποίας η αξία δεν υπερβαίνει το ποσό των 5 000 ευρώ πρέπει να εκδικάζονται από το Ειρηνοδικείο (giudice di pace). Το Ειρηνοδικείο είναι επίσης αρμόδιο για αγωγές αξίας έως 20 000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για υποθέσεις αποζημίωσης για ζημίες οφειλόμενες στην κυκλοφορία οχημάτων και σκαφών. Αγωγές των οποίων το επίδικο ποσό είναι υψηλότερο εκδικάζονται από το μονομελές τμήμα γενικού δικαστηρίου (tribunale). Η εκδίκαση ορισμένων υποθέσεων ανατίθεται είτε στην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, ανεξαρτήτως της αξίας τους (άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), είτε στην αρμοδιότητα του μονομελούς γενικού δικαστηρίου (άρθρο 409 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) ή του πολυμελούς γενικού δικαστηρίου (άρθρο 50α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Βλέπε το ενημερωτικό δελτίο με τίτλο «Δικαιοδοσία».
Κατά κανόνα, πρέπει να παρίστασθε διά δικηγόρου: η παράσταση επαγγελματία νομικού είναι υποχρεωτική (obbligo di difesa tecnica). Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει για αγωγές αποζημίωσης που αφορούν μικρά ποσά (αγωγές ύψους μέχρι 1 100 ευρώ ενώπιον του Ειρηνοδικείου) ή εάν είστε εσείς ο ίδιος δικηγόρος με τα απαιτούμενα προσόντα (άρθρο 86 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Η αγωγή πρέπει να απευθύνεται στον αντίδικο και πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια γραμματεία του δικαστηρίου.
Η αίτηση αγωγής μπορεί να υποβληθεί προφορικώς μόνο σε υποθέσεις των οποίων επιλαμβάνεται το Ειρηνοδικείο (άρθρο 316 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις πρέπει να υποβάλλεται εγγράφως, στην ιταλική γλώσσα. Η αίτηση δεν μπορεί να υποβληθεί μέσω τηλεομοιοτυπίας ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Δεν υπάρχουν τυποποιημένα έντυπα στην αίτηση αγωγής πρέπει να αναφέρονται οι διάδικοι, το δικαστήριο, το αντικείμενο της αγωγής και η θεματική επικεφαλίδα.
Απαιτείται η καταβολή τέλους στο Δημόσιο, το ύψος του οποίου εξαρτάται από το ποσό της αξίωσης και καταβάλλεται κατά την υποβολή της αίτησης αγωγής (ενιαίο τέλος δυνάμει του κωδικοποιημένου νόμου περί δικαστικών δαπανών, προεδρικό διάταγμα αριθ. 115/2002).
Το ποσό και ο χρόνος καταβολής της αμοιβής του δικηγόρου εξαρτάται από τον διακανονισμό που έχετε κάνει απευθείας με τον δικηγόρο σας.
Τόσο οι ιταλοί υπήκοοι όσο και οι αλλοδαποί πολίτες μπορούν να ζητήσουν να τους δοθεί νομική συνδρομή, εφόσον πληρούν τις εκ του νόμου απαιτήσεις περί ατομικού εισοδήματος (κωδικοποιημένος νόμος περί δικαστικών δαπανών, προεδρικό διάταγμα αριθ. 115/2002).
Η αγωγή θεωρείται ασκηθείσα
Το δικαστήριο προβαίνει στον έλεγχο του κύρους της αγωγής μόνον αφού ξεκινήσει η εκδίκαση της υπόθεσης, στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας παρουσία αμφότερων των διαδίκων.
Η προθεσμία εμφάνισης, καθώς και ο χρόνος των λοιπών διαδικασιών που πρέπει να ακολουθήσουν οι διάδικοι ή το δικαστήριο καθορίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Κάθε δικαστήριο εφαρμόζει είτε σταδιακά τους εν λόγω κανόνες, από τη μία διαδικασία της προσφυγής στην επόμενη, είτε καταρτίζοντας το χρονοδιάγραμμα για την δίκη (άρθρο 81α του διατάγματος για την εφαρμογή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Άρθρα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περί προσφυγής σε δικαστήριο (84 Kb)
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.