Δικαιώματα των ανηλίκων στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών

Αυστρία

Περιεχόμενο που παρέχεται από
Αυστρία

Ο αυστριακός κώδικας πολιτικής δικονομίας θεσπίζει γενικές αρχές για την ακρόαση ανηλίκων, δηλαδή προσώπων κάτω των 18 ετών, στην πολιτική δίκη. Οι εν λόγω αρχές εξυπηρετούν την ιδιαίτερη ανάγκη προστασίας των ανηλίκων από επαχθείς ακροαματικές διαδικασίες. Στην περίπτωση ανηλίκων, η ακρόαση μπορεί να μην πραγματοποιηθεί, εν όλω ή εν μέρει, κατόπιν αιτήσεως ή αυτεπαγγέλτως, εάν η εν λόγω ακρόαση θέτει σε κίνδυνο το συμφέρον του ανηλίκου και η προστασία του δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλον τρόπο, λαμβανομένων υπόψη της πνευματικής ωριμότητάς του, του αντικειμένου της ακρόασης και της στενής σχέσης του ανηλίκου με τους διαδίκους. Σε περίπτωση που μόνον η ακρόαση παρουσία των διαδίκων ή των αντιπροσώπων τους θέτει σε κίνδυνο το συμφέρον του ανηλίκου, μπορεί να διενεργηθεί ειδική, δηλαδή χωριστή ακρόαση, εν ανάγκη από κατάλληλους πραγματογνώμονες. Στον βαθμό που ενδείκνυται προς το συμφέρον του ανηλίκου, μπορεί να παρίσταται κατά την ακρόαση πρόσωπο της εμπιστοσύνης του. Εάν το αντικείμενο της πολιτικής δίκης έχει ουσιώδη συνάφεια με ποινική δίκη και το θύμα της ποινικής δίκης, το οποίο είναι αχειράφετος ανήλικος, δηλαδή πρόσωπο πριν από τη συμπλήρωση του 14ου έτους της ηλικίας του, πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της πολιτικής δίκης, η εξέταση ανατίθεται σε κάθε περίπτωση σε κατάλληλο πραγματογνώμονα. Η ακρόαση κατά τη δημόσια προφορική συζήτηση στο ακροατήριο μπορεί, εν ανάγκη, να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών.

Ποινική διαδικασία ανηλίκων στην Αυστρία

Αξιόποινη πράξη τελεσθείσα από ανήλικο είναι η πράξη που τελέστηκε από πρόσωπο μεταξύ δεκατεσσάρων και δεκαοκτώ ετών [άρθρο 1 παράγραφος 1 σημεία 2 και 3 του νόμου περί δικαστηρίων ανηλίκων (Jugendgerichtsgesetz — JGG)].

Οι αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται από ανήλικο κάτω των 14 ετών δεν διώκονται ποινικά. Στην περίπτωση τέτοιων πράξεων, το δικαστήριο επιτροπείας / το οικογενειακό δικαστήριο μπορεί να λάβει μόνο μέτρα για τη διασφάλιση και την προώθηση της προσωπικής ανάπτυξης του ανηλίκου (άρθρο 4 παράγραφος 1 του JGG).

Επιπλέον, ανήλικος (δηλαδή πρόσωπο ηλικίας μεταξύ 14 και 18 ετών) που διαπράττει αξιόποινη πράξη δεν τιμωρείται εάν:

1. για ορισμένους λόγους, δεν είναι αρκετά ώριμος ώστε να αναγνωρίσει τον παράνομο χαρακτήρα της πράξης του ή να ενεργήσει αναλόγως· ή

2. διαπράξει ποινικό αδίκημα ενόσω είναι κάτω των 16 ετών, εάν δεν ενήργησε με βαρεία αμέλεια και δεν συντρέχουν ειδικοί λόγοι που να επιβάλλουν την εφαρμογή του ποινικού δικαίου ανηλίκων για την αποτροπή του νέου από τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων.

Η κατευθυντήρια αρχή του ποινικού δικαίου ανηλίκων, η οποία κατοχυρώνεται κατά κύριο λόγο στον JGG, είναι η αποτροπή της διάπραξης περαιτέρω αξιόποινων πράξεων από τον δράστη, και συνακόλουθα η συνδρομή προς αυτόν να εξελιχθεί σε υπεύθυνο και νομοταγή πολίτη (άρθρο 5 παράγραφος 1). Ορισμένοι δικονομικοί κανόνες του JGG και ορισμένα ελαφρυντικά ισχύουν και για πρόσωπα ηλικίας μεταξύ δεκαοκτώ και είκοσι ενός ετών, τα οποία θεωρούνται «νεαροί ενήλικες» (άρθρο 1 παράγραφος 5 και άρθρο 19 του JGG).

Κατά κανόνα, στις δίκες κατά ανήλικων παραβατών και, στις περισσότερες περιπτώσεις, κατά νεαρών ενηλίκων, η μέγιστη διάρκεια της στερητικής της ελευθερίας ποινής και το μέγιστο ποσό της ημερήσιας χρηματικής ποινής που μπορούν να επιβληθούν μειώνονται κατά το ήμισυ. Δεν προβλέπεται ελάχιστη ποινή. Οι χρηματικές ποινές που επιμετρώνται με βάση την αντίστοιχη αξία, το όφελος ή τη ζημία, συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης αξίας και της αποζημίωσης δήμευσης, μπορούν να επιβληθούν μόνο στον βαθμό που δεν θέτουν σε κίνδυνο την περαιτέρω ανάπτυξη του κατηγορουμένου (άρθρο 5 παράγραφοι 4, 5 και 6 του JGG).

Οι ανήλικοι και οι νεαροί ενήλικοι παραβάτες δεν μπορούν να καταδικαστούν σε ισόβια κάθειρξη. Αξιόποινη πράξη που τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη και αξιόποινη πράξη που τιμωρείται με κάθειρξη από 10 έως 20 έτη τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή από ένα έως δεκαπέντε έτη σε περίπτωση που διαπράχθηκε από ανήλικο δεκαέξι ετών και άνω και στις λοιπές περιπτώσεις με στερητική της ελευθερίας ποινή από ένα έως δέκα έτη (άρθρο 5 σημείο 2 του JGG). Αδίκημα που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή από 10 έως 20 έτη τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή από έξι μήνες έως δέκα έτη (άρθρο 5 παράγραφος 3 του JGG).

Η αυστριακή ποινική διαδικασία ανηλίκων, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «δικονομική αποποινικοποίηση», προβλέπει τη δυνατότητα αποχής από την άσκηση ποινικής δίωξης ή παραίτησης από αυτήν. Η Εισαγγελία οφείλει να απέχει από τη δίωξη ανήλικου παραβάτη εάν η αξιόποινη πράξη τιμωρείται μόνο με χρηματική ποινή ή φυλάκιση έως πέντε έτη, και δεν φαίνεται να απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για την αποτροπή του νεαρού δράστη από την τέλεση περαιτέρω αξιόποινων πράξεων. Ωστόσο, ο φερόμενος ως δράστης πρέπει να διώκεται σε κάθε περίπτωση, εάν η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ανθρώπου (άρθρο 6 παράγραφος 1 του JGG). Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις, το δικαστήριο οφείλει, μετά την έναρξη της προδικασίας ή την απαγγελία της κατηγορίας και μέχρι το πέρας της διαδικασίας στο ακροατήριο, να αναστείλει την ποινική δίκη με διάταξη (άρθρο 6 παράγραφος 3 του JGG).

Εάν κριθεί αναγκαία η επίσημη νουθεσία του φερόμενου ως δράστη για τον παράνομο χαρακτήρα ορισμένων πράξεων, όπως η καταγγελλόμενη, και για τις πιθανές συνέπειές τους, το δικαστήριο επιτροπείας οφείλει να το πράξει κατόπιν αιτήματος της εισαγγελικής αρχής (άρθρο 6 παράγραφος 2 του JGG).

Επιπλέον, υπό τη γενική προϋπόθεση ότι το πταίσμα του δράστη δεν πρέπει να θεωρείται σοβαρό, ότι η αξιόποινη πράξη δεν προκάλεσε τον θάνατο προσώπου και ότι η επιβολή ποινής δεν είναι αναγκαία για την αποτροπή του κατηγορουμένου από περαιτέρω αξιόποινες πράξεις, η εισαγγελική αρχή υποχρεούται να προτείνει στον κατηγορούμενο μέτρα κοινωνικής επανένταξης.

Υπάρχουν τέσσερα είδη μέτρων κοινωνικής επανένταξης: Καταβολή χρηματικού ποσού (άρθρο 200 του κώδικα ποινικής δικονομίας) (Strafprozessordnung — StPO), κοινωφελής εργασία (άρθρα 201 και 202 του StPO), αναστολή υπό επιτήρηση και όρους (άρθρο 203 του StPO) και ποινική συνδιαλλαγή (άρθρο 204 του StPO). Υπό τους ίδιους όρους, το δικαστήριο μπορεί επίσης να διακόψει την ποινική δίκη χωρίς επιβολή ποινής υπέρ της κοινωνικής επανένταξης του δράστη.

Η επόμενη πιθανή αντιμετώπιση είναι η έκδοση καταδικαστικής απόφασης χωρίς την επιβολή ποινής [άρθρο 12 του JGG] ή με την επιφύλαξη ποινής [άρθρο 13 του JGG]. Οι οδηγίες, οι υπηρεσίες επιτήρησης και οι δικαστικές εντολές μπορούν να αποτελούν μέρος των όρων.

Κατά το άρθρο 12 του JGG, το δικαστήριο οφείλει να απέχει από την επιβολή ποινής σε ανήλικο παραβάτη, όταν η προβλεπόμενη ποινή είναι ελάχιστη και γίνεται δεκτό ότι η καταδικαστική απόφαση αρκεί αφ’ εαυτής για να αποτρέψει τον δράστη από την τέλεση περαιτέρω αξιόποινων πράξεων.

Κατά το άρθρο 13 του JGG, δεν μπορεί να επιβληθεί καμία ποινή για αξιόποινη πράξη που διέπραξε ανήλικος κατά τη διάρκεια περιόδου αναστολής από ένα έως τρία έτη, εφόσον μπορεί να γίνει δεκτό ότι η καταδίκη και η απειλή της ποινής, καθεαυτές ή σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, είναι ικανές να αποτρέψουν τον δράστη από την τέλεση περαιτέρω αξιόποινων πράξεων.

Η δυνατότητα καταδίκης υπό όρους ή άνευ όρων συμπληρώνει τον κατάλογο δικαστικής αντιμετώπισης της νεανικής παραβατικότητας.

Εάν κριθεί αναγκαία η επίσημη νουθεσία του κατηγορουμένου για τον παράνομο χαρακτήρα ορισμένων πράξεων, όπως η καταγγελλόμενη, και για τις πιθανές συνέπειές τους, το δικαστήριο κηδεμονίας οφείλει να το πράξει κατόπιν αιτήματος της εισαγγελικής αρχής (άρθρο 6 παράγραφος 2 του JGG).

Προκειμένου να αποφευχθούν οι αρνητικές συνέπειες ιδίως της βραχείας στέρησης της ελευθερίας, θα πρέπει να επιβάλλεται προσωρινή κράτηση μόνον εφόσον είναι αναγκαία και δεν είναι δυνατή καμία άλλη αντιμετώπιση. Σε περίπτωση αδικημάτων ήσσονος σημασίας, δεν μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση.

Οι εισαγγελείς και οι δικαστές υποχρεούνται να ελέγχουν τακτικά κατά πόσον είναι αναγκαία η προσωρινή κράτηση. Ως εκ τούτου, και προκειμένου να διερευνώνται άλλες διαδικαστικές δυνατότητες, πρέπει να διοργανώνονται διασκέψεις με τη συμμετοχή του κοινωνικού δικτύου του ανήλικου παραβάτη (διάσκεψη του κοινωνικού δικτύου), ώστε να αποφεύγεται η προσωρινή κράτηση.

Επιπλέον, πρέπει να διενεργείται ατομική αξιολόγηση (έρευνες για τον νέο / τη νέα) σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, η οποία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, ιδίως, την προσωπικότητα και την ωριμότητα, το οικονομικό, κοινωνικό και οικογενειακό υπόβαθρο, συμπεριλαμβανομένου του περιβάλλοντος διαβίωσης, και την ιδιαίτερη ευπάθεια του ανήλικου δράστη.

Τέλος, το αυστριακό ποινικό δίκαιο ανηλίκων διασφαλίζει ότι οι δικαστές και οι εισαγγελείς που ασχολούνται με ποινικές διαδικασίες κατά νέων έχουν ειδικές δεξιότητες στον τομέα αυτόν και αποτελεσματική πρόσβαση σε ειδική κατάρτιση.

Εν κατακλείδι, τα «μέσα» του αυστριακού νόμου περί δικαστηρίων ανηλίκων επιτρέπουν στους εισαγγελείς και τους δικαστές να λαμβάνουν τις καλύτερες δυνατές αποφάσεις σε ποινικές διαδικασίες κατά ανήλικων παραβατών και διασφαλίζουν τα βέλτιστα μέτρα αποκαταστατικής δικαιοσύνης.

Η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας σχετικά με τις ποινικές διαδικασίες ανηλίκων [οδηγία (ΕΕ) 2016/800, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, ΕΕ L 132 της 11.5.2016, σ. 1 επ.] εξασφάλισε επίσης ότι οι ανήλικοι εκπροσωπούνται ενεργά από δικηγόρο κατά την πρώτη αστυνομική ανάκριση (αυτό προβλέπεται ανεξαίρετα σε κάθε περίπτωση σε ποινικές διαδικασίες για εγκλήματα). Επιπλέον, η εξέταση από την αστυνομία και άλλες αρχές επιβολής του νόμου πρέπει να μαγνητοσκοπείται τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας (ιδίως εάν δεν παρίσταται δικηγόρος) και τα δικαιώματα ενημέρωσης του ανήλικου υπόπτου έχουν επεκταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας σχετικά με τις ποινικές διαδικασίες ανηλίκων. Οι λοιπές διατάξεις της οδηγίας προβλέπουν δικαιώματα που ήδη υπήρχαν στον JGG.

  • Δικαιώματα των ανήλικων θυμάτων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών:

Στις αυστριακές ποινικές διαδικασίες, εκτός από τα γενικά δικαιώματα όλων των θυμάτων (άρθρα 66 επ. του αυστριακού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, Strafprozessordnung — StPO), υπάρχει ευρύ φάσμα ειδικών δικαιωμάτων και μέτρων για την προστασία των ανήλικων θυμάτων, όπως:

  • Διορισμός επιτρόπου ανήλικων θυμάτων στις περιπτώσεις του άρθρου 66a παράγραφος 3 του StPO·
  • Πληροφορίες σχετικά με τη διαφυγή και την εκ νέου σύλληψη, καθώς και με την πρώτη μη εποπτευόμενη απόλυση από το σωφρονιστικό ίδρυμα ή σχετικά με τυχόν επικείμενη ή πραγματική απόλυση του κρατουμένου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν οδηγιών που δόθηκαν στον κρατούμενο για την προστασία του θύματος (άρθρο 106 παράγραφος 4 και άρθρο 149 παράγραφος 5 του σωφρονιστικού κώδικα, Strafvollzugsgesetz — StVG)·
  • Ψυχοκοινωνική και δικαστική αρωγή σε ποινικές διαδικασίες σύμφωνα με το άρθρο 66b του StPO (βλ. κατωτέρω)·
  • Δυνατότητα χωριστής και ήπιας κατ’ αντιπαράσταση εξέτασης κατά την προδικασία και την κύρια δίκη, προκειμένου να αποφευχθεί η άμεση επαφή μεταξύ του μάρτυρα και του κατηγορουμένου (άρθρα 165 και 250 του StPO)·
  • Εάν έχει διεξαχθεί κατ’ αντιπαράσταση εξέταση, ο μάρτυρας απαλλάσσεται από την υποχρέωση περαιτέρω προφορικής κατάθεσης και τα πρακτικά της κατ’ αντιπαράσταση εξέτασης μπορούν να διαβαστούν στη δίκη (άρθρο 252 παράγραφος 1 σημείο 2a του StPO)·
  • Προστασία της ταυτότητας του μάρτυρα (άρθρο 10 παράγραφος 3, άρθρο 161 παράγραφος 1 και άρθρο 162 του StPO)·
  • Προστασία της ιδιωτικότητας του θύματος (άρθρο 228 παράγραφος 4 του StPO· άρθρο 7a παράγραφος 1 σημείο 1 του MedienG)·
  • Δυνατότητα εξέτασής τους ως μαρτύρων στην κατοικία τους ή αλλού (π.χ. σε περίπτωση ασθένειας, ευπάθειας και αιτιολογημένων περιστάσεων, άρθρο 160 παράγραφος 1 του StPO και άρθρο 247a του StPO)·
  • Τα θύματα ηλικίας κάτω των 18 ετών θεωρούνται σε κάθε περίπτωση ιδιαίτερα ευάλωτα και, πέραν των γενικών δικαιωμάτων των θυμάτων, έχουν στην ποινική διαδικασία τα απαριθμούμενα στο άρθρο 66a παράγραφος 2 του StPO ειδικά δικαιώματα:
    • το δικαίωμα να εξετάζονται, κατά την προδικασία, από άτομο του ίδιου φύλου, όταν αυτό είναι δυνατόν (σημείο 1),
    • το δικαίωμα να ζητήσουν την παροχή υπηρεσιών διερμηνείας (άρθρο 66 παράγραφος 3) από πρόσωπο του ιδίου φύλου, κατά την εξέταση του θύματος στο πλαίσιο της προδικασίας και της κύριας δίκης, όταν αυτό είναι δυνατόν (σημείο 1a),
    • το δικαίωμα να αρνηθούν να απαντήσουν σε ερωτήσεις που αφορούν λεπτομέρειες της αξιόποινης πράξης εάν θεωρούν ότι η εξιστόρηση των λεπτομερειών αυτών υπερβαίνει τα όρια του ανεκτού ή να απαντήσουν σε ερωτήσεις που αφορούν περιστάσεις ιδιαιτέρως προσωπικού χαρακτήρα (σημείο 2),
    • το δικαίωμα να ζητήσουν να τύχουν ήπιας εξέτασης κατά την προδικασία και την κύρια δίκη (άρθρο 165 και άρθρο 250 παράγραφος 3 του StPO), και μάλιστα το ανήλικο θύμα του οποίου ενδέχεται να προσβλήθηκε η γενετήσια ακεραιότητα μέσω του αδικήματος που προσάπτεται στον κατηγορούμενο, έχει πάντοτε το δικαίωμα να ζητήσει να εξεταστεί κατά τον περιγραφόμενο στο άρθρο 165 παράγραφος 3 του StPO τρόπο και, αν συντρέχει περίπτωση, από πραγματογνώμονα (σημείο 3),
    • το δικαίωμα να ζητήσουν να διεξαχθεί η κύρια δίκη κεκλεισμένων των θυρών (άρθρο 229 παράγραφος 1 του StPO) (σημείο 4),
    • το δικαίωμα ενημέρωσης αμελλητί και αυτεπαγγέλτως κατά την έννοια του άρθρου 172 παράγραφος 4, του άρθρου 177 παράγραφος 5 και του άρθρου 181a του StPO (σημείο 5) και
    • το δικαίωμα να ζητήσουν να παρίσταται κατά την εξέτασή τους πρόσωπο της εμπιστοσύνης τους (άρθρο 160 παράγραφος 2 του StPO) (σημείο 6).
  • Σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1 του StPO τα ιδιαίτερα ευάλωτα θύματα πρέπει να ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους δυνάμει του άρθρου 66α του StPO το αργότερο πριν από την πρώτη τους εξέταση.
  • Επιπλέον, η ενημέρωση των θυμάτων για τα δικαιώματά τους πρέπει να πραγματοποιείται σε γλώσσα την οποία κατανοούν και με κατανοητό τρόπο, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών προσωπικών τους αναγκών.
  • Τα θύματα που δεν έχουν ακόμη συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας τους πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 160 παράγραφος 3 του StPO να εξετάζονται μόνο παρουσία προσώπου της εμπιστοσύνης τους. Το πρόσωπο αυτό μπορεί να είναι είτε νόμιμος αντιπρόσωπός τους, είτε πληρεξούσιος δικηγόρος, είτε άλλο πρόσωπο εμπιστοσύνης. Όλα τα άλλα θύματα, ιδίως εκείνα που έχουν συμπληρώσει το 14ο αλλά όχι ακόμα το 18ο έτος της ηλικίας τους, δικαιούνται επίσης να συνοδεύονται κατά την εξέτασή τους από πρόσωπο εμπιστοσύνης της επιλογής τους. Στην κλήση για εξέταση μάρτυρα πρέπει να γίνεται ήδη μνεία του δικαιώματος αυτού.
    • Από το 1997 έχουν δημιουργηθεί φιλικές προς τα παιδιά αίθουσες ακροάσεων σε όλα τα δικαστήρια στα οποία διεξάγονται ποινικές δίκες.

Ένα από τα σημαντικά εργαλεία στον τομέα της προστασίας των θυμάτων είναι η ψυχοκοινωνική και νομική υποστήριξη στην ποινική δίκη. Η εν λόγω υποστήριξη παρέχεται δωρεάν σε ορισμένες κατηγορίες προσώπων κατόπιν αιτήματός τους.

Έχουν δικαίωμα σε ψυχοκοινωνική και νομική υποστήριξη:

  • τα θύματα που ενδέχεται να έχουν υποστεί βία ή επικίνδυνη απειλή ως αποτέλεσμα εκ προθέσεως αξιόποινης πράξης, ή των οποίων ενδέχεται να έχει προσβληθεί η γενετήσια ακεραιότητα και το δικαίωμα γενετήσιου αυτοπροσδιορισμού, ή των οποίων σχέση προσωπικής εξάρτησης ενδέχεται να αποτέλεσε αντικείμενο εκμετάλλευσης κατά την τέλεση τέτοιας αξιόποινης πράξης.
  • οι στενοί συγγενείς προσώπου που ενδεχομένως απεβίωσε εξαιτίας αξιόποινης πράξης ή οι συγγενείς προσώπου που ενδεχομένως απεβίωσε εξαιτίας αξιόποινης πράξης οι οποίοι υπήρξαν μάρτυρες της αξιόποινης πράξης.
  • τα θύματα εγκλημάτων τρομοκρατίας.
  • τα θύματα συνήθων εγκλημάτων μίσους στο διαδίκτυο. Στα εν λόγω εγκλήματα περιλαμβάνονται η επίμονη παρακολούθηση, η συνεχιζόμενη παρενόχληση μέσω τηλεπικοινωνιών ή συστήματος πληροφορικής («κυβερνοεκφοβισμός») και η υποκίνηση μίσους. Περιλαμβάνονται επίσης εγκλήματα όπως η δυσφήμιση, οι κατηγορίες για ποινικό αδίκημα που έχουν ήδη απορριφθεί ως αβάσιμες από το δικαστήριο, η εξύβριση και η συκοφαντική δυσφήμιση, όταν υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι το αδίκημα διαπράχθηκε μέσω τηλεπικοινωνιών ή μέσω ηλεκτρονικού συστήματος.
  • οι ανήλικοι που υπήρξαν μάρτυρες περιστατικού βίας στο στενό κοινωνικό τους περιβάλλον (ενδοοικογενειακή βία, βία κατά παιδιών).

Η εν λόγω υποστήριξη πρέπει να απαιτείται για την προάσπιση των δικαιωμάτων του θύματος· και να παρέχεται από την οργάνωση υποστήριξης θυμάτων.

Η ψυχοκοινωνική υποστήριξη περιλαμβάνει την προετοιμασία του θύματος για την ποινική δίκη και τη συναισθηματική επιβάρυνση που αυτή συνεπάγεται, καθώς και τη συνοδεία κατά την εξέταση ως μάρτυρα. Η νομική υποστήριξη περιλαμβάνει την παροχή νομικών συμβουλών και τη νομική εκπροσώπηση του θύματος στην ποινική διαδικασία από δικηγόρο (άρθρο 66b του StPO). Στα θύματα των οποίων ενδέχεται να προσβλήθηκε η γενετήσια ακεραιότητα και τα οποία δεν έχουν ακόμη συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας τους πρέπει πάντοτε να παρέχεται ψυχοκοινωνική υποστήριξη.

Η ομοσπονδιακή υπουργός δικαιοσύνης είναι εξουσιοδοτημένη να αναθέτει συμβατικά σε κατάλληλους αξιόπιστους φορείς την παροχή υποστήριξης στα πρόσωπα της παραγράφου 1, κατόπιν ελέγχου της πλήρωσης των νομικών προϋποθέσεων (άρθρο 66b παράγραφος 3 πρώτη ημιπερίοδος του StPO). Το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει αναθέσει συμβατικά σε μεγάλο αριθμό αξιόπιστων και κατάλληλων φορέων την παροχή ψυχοκοινωνικής και/ή νομικής υποστήριξης, ενώ πολλοί από τους εν λόγω φορείς, όπως κέντρα προστασίας παιδιών, κέντρα πρόληψης της βίας και κέντρα παρέμβασης, ειδικεύονται στην εργασία με παιδιά.

Τελευταία επικαιροποίηση: 26/07/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.