Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: γαλλικά
Swipe to change

Έξοδα

Λουξεµβούργο

Στη σελίδα αυτή μπορείτε να βρείτε πληροφορίες για το κόστος των δικαστικών διαδικασιών στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου.

Περιεχόμενο που παρέχεται από
Λουξεµβούργο

Διατάξεις σχετικά με τις αμοιβές στον χώρο των νομικών επαγγελμάτων

Δικαστικοί επιμελητές

Οι αμοιβές των δικαστικών επιμελητών ρυθμίζονται με κανονισμό του Μεγάλου Δουκάτου. Πρόκειται για τον τροποποιημένο κανονισμό της 24ης Ιανουαρίου 1991 σχετικά με τον καθορισμό του τιμολογίου των δικαστικών επιμελητών. Σχετικές πληροφορίες δημοσιεύονται στο δικτυακό τόπο του Συλλόγου δικαστικών επιμελητών του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Δικηγόροι

Δυνάμει του άρθρου 38 του τροποποιημένου νόμου της 10ης Αυγούστου 1991 για το επάγγελμα του δικηγόρου, ο δικηγόρος είναι εκείνος που καθορίζει το ύψος της αμοιβής του και υπολογίζει τα επαγγελματικά του έξοδα. Για τον καθορισμό της αμοιβής του, ο δικηγόρος λαμβάνει υπόψη τα διάφορα στοιχεία του φακέλου, όπως η σημασία της υπόθεσης, ο βαθμός δυσκολίας της, το αποτέλεσμα που επιτεύχθηκε και η περιουσιακή κατάσταση του πελάτη. Αν το ποσό που καθορίζεται υπερβαίνει το κανονικό, μειώνεται από το Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου, το οποίο εξετάζει τα προαναφερθέντα στοιχεία του φακέλου. Σχετικές πληροφορίες δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο του Δικηγορικού Συλλόγου του Λουξεμβούργου.

Πάγια δικαστικά έξοδα

Πάγια έξοδα στις αστικές δίκες

Η υποβολή μιας διαφοράς σε πολιτικό δικαστήριο (με άλλα λόγια η προσφυγή σε πολιτικό δικαστήριο) δεν συνεπάγεται άλλα πάγια έξοδα εκτός από το κόστος των πράξεων του δικαστικού επιμελητή και τα έξοδα δικηγόρου. Κατ’ αρχήν, η προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια δεν συνεπάγεται έξοδα. Μετά την έκδοση απόφασης μπορούν να δημιουργηθούν παρεπόμενα έξοδα που αφορούν την εκτέλεση της απόφασης και την αγωγή του διαδίκου που νίκησε.

Πάγια έξοδα στις ποινικές δίκες

Πάγια έξοδα των διαδίκων σε ποινικές δίκες

Τα έξοδα αποστολής μιας ποινικής δικαστικής απόφασης ανέρχονται σε 0,25 λεπτά ανά σελίδα. Δεν υπάρχουν άλλα έξοδα, εκτός από τη λήψη αντιγράφων από το φάκελο ποινικής δικογραφίας, τα οποία χρεώνονται κατ’ αρχήν με το ίδιο ποσό ανά σελίδα αντιγράφου. Τα έξοδα αυτά βαρύνουν το δικηγόρο που ζήτησε το αντίγραφο.

Στάδιο της δίκης στο οποίο καταβάλλονται τα πάγια έξοδα

Σύμφωνα με το άρθρο 59 του κώδικα ποινικής δικονομίας, «ο πολιτικώς ενάγων που κινεί τη διαδικασία (δηλαδή που καταθέτει έγκληση) υποχρεούται, εφόσον δεν έχει τύχει νομικής συνδρομής, να παρακαταθέσει στη γραμματεία του δικαστηρίου το ποσό που κρίνεται απαραίτητο για τα έξοδα της διαδικασίας».

«Ο ανακριτής διαπιστώνει με σχετική πράξη την υποβολή της έγκλησης. Ανάλογα με την περιουσιακή κατάσταση του πολιτικώς ενάγοντα, ορίζει το ποσό της παρακατάθεσης και την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθεί, επ’ απειλή απαραδέκτου της έγκλησης. Μπορεί, εντούτοις, να απαλλάξει από την παρακατάθεση τον πολιτικώς ενάγοντα που δεν διαθέτει επαρκείς πόρους».

Η διαδικασία αυτή αφορά εγκλήσεις που κατατίθενται στον ανακριτή και στις οποίες το θύμα δηλώνει παράσταση πολιτικής αγωγής. Οι εγκλήσεις και οι μηνύσεις που κατατίθενται στις εισαγγελίες, καθώς και η δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας (όταν η παράσταση πολιτικής αγωγής δηλώνεται κατά τη διάρκεια της δίκης, στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας) απαλλάσσονται από δικαστικά έξοδα.

Πάγια έξοδα σε συνταγματικές δίκες

Στην περίπτωση αυτή δεν προβλέπονται συγκεκριμένα πάγια έξοδα.

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εκ των προτέρων από τους συνηγόρους

Πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαδίκων

Σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπει ο τροποποιημένος εσωτερικός κανονισμός του Δικηγορικού Συλλόγου του Λουξεμβούργου της 16ης Μαρτίου 2005, οι συνήγοροι (δικηγόροι) υποχρεούνται να ενημερώνουν εκ των προτέρων τους διαδίκους που εξετάζουν το ενδεχόμενο να κινήσουν δίκη. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να επιτρέπει στους διαδίκους να κατανοήσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τις πιθανότητες επιτυχίας και τα έξοδα που ενδέχεται να τους βαρύνουν, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων που επιβάλλονται λόγω ήττας.

Πηγές πληροφοριών σχετικά με τα δικαστικά έξοδα

Πού μπορώ να βρω πληροφορίες για τα δικαστικά έξοδα στο Λουξεμβούργο;

  • Μεταξύ άλλων, στις προαναφερθείσες νομοθετικές πηγές και δικτυακούς τόπους,
  • στην υπηρεσία υποδοχής και νομικής ενημέρωσης της Γενικής Εισαγγελίας,
  • από τις υπηρεσίες παροχής δωρεάν νομικών συμβουλών ειδικά για τα δικαιώματα των γυναικών, τις οποίες παρέχει η Γενική Εισαγγελία.

Σε ποιες γλώσσες παρέχονται οι πληροφορίες για τα δικαστικά έξοδα στο Λουξεμβούργο ;

  • Στη γαλλική για τις νομοθετικές πηγές,
  • στην αγγλική, γερμανική, γαλλική και λουξεμβουργιανή για τις υπόλοιπες πληροφορίες, και ιδίως για τις προφορικές πληροφορίες που παρέχουν οι προαναφερθείσες υπηρεσίες υποδοχής και όργανα.

Πού μπορώ να βρω πληροφορίες σχετικά με τη διαμεσολάβηση ;

Πληροφορίες για τη διαμεσολάβησης παρέχονται στο δικτυακό τόπο της Ένωσης διαμεσολάβησης και εγκεκριμένων διαμεσολαβητών του Λουξεμβούργου (ALMA Asbl), στον δικτυακό τόπο του Κέντρου διαμεσολάβησης του Δικηγορικού Συλλόγου του Λουξεμβούργου (CMBL) και στον δικτυακό τόπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Νομική συνδρομή

Ποια είναι τα εφαρμοστέα εισοδηματικά όρια σε αστικές υποθέσεις ή για τον κατηγορούμενο σε ποινική δίκη;

Σε ποιες περιπτώσεις και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να υποβληθεί αίτηση νομικής συνδρομής;

Τα φυσικά πρόσωπα που δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα είναι επιλέξιμα για νομική συνδρομή με σκοπό την υπεράσπιση των συμφερόντων τους στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, υπό την προϋπόθεση ότι είναι υπήκοοι Λουξεμβούργου, αλλοδαποί που διαμένουν νομίμως στο Λουξεμβούργο, υπήκοοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή αλλοδαποί οι οποίοι βάσει διεθνούς συνθήκης υπάγονται όσον αφορά τη νομική συνδρομή σε καθεστώς ίδιο με αυτό που ισχύει για τους υπηκόους Λουξεμβούργου.

Δικαίωμα νομικής συνδρομής για όλες τις αστικές και εμπορικές δίκες οι οποίες αφορούν τις διασυνοριακές διαφορές που διέπονται από την οδηγία 2002/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη επί διασυνοριακών διαφορών μέσω της θέσπισης στοιχειωδών κοινών κανόνων σχετικά με το ευεργέτημα πενίας στις διαφορές αυτές, προβλέπεται επίσης για τους αλλοδαπούς που έχουν την κατοικία τους ή τη συνήθη διαμονή τους σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός της Δανίας.

Νομική συνδρομή σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις μπορεί επίσης να χορηγηθεί σε πρόσωπο της πρώτης παραγράφου που έχει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του στο Λουξεμβούργο, για την παροχή νομικών συμβουλών από δικηγόρο στο Λουξεμβούργο, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας του φακέλου για την υποβολή αίτησης χορήγησης νομικής συνδρομής από άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρις ότου γίνει δεκτή η αίτηση χορήγησης νομικής συνδρομής από το κράτος αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις της προαναφερθείσας οδηγίας 2002/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003.

Νομική συνδρομή είναι επίσης δυνατό να χορηγηθεί σε κάθε άλλον αλλοδαπό ο οποίος δεν διαθέτει επαρκή οικονομικά μέσα για διαδικασία που αφορά τα δικαιώματα ασύλου, εισόδου, διαμονής, εγκατάστασης και απομάκρυνσης αλλοδαπών. Αν οι αλλοδαποί αυτοί έχουν, βάσει άλλων νομοθετικών διατάξεων, δικαίωμα διορισμού δικηγόρου από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, η χορηγούμενη νομική συνδρομή περιορίζεται στην αποζημίωση που καταβάλλεται στο δικηγόρο με μόνο προϋπόθεση να αποδείξουν ότι δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα.

Η ανεπάρκεια οικονομικών μέσων των φυσικών προσώπων που ζητούν να τους χορηγηθεί νομική συνδρομή εκτιμάται σε σχέση με το ακαθάριστο συνολικό εισόδημα και την περιουσία του αιτούντα, καθώς και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 19 (1) και 20 του τροποποιημένου νόμου της 29ης Απριλίου 1999 για τη θέσπιση δικαιώματος σε εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα και εντός των ορίων των ποσών που προβλέπει το άρθρο 5 (1), (2), (3), (4) και (6) του εν λόγω τροποποιημένου νόμου της 29ης Απριλίου 1999. Εντούτοις, τα οικονομικά μέσα των προσώπων που συνοικούν με τον αιτούντα δεν λαμβάνονται υπόψη αν οι αντίδικοι είναι σύζυγοι ή πρόσωπα που συνήθως συνοικούν ή αν υπάρχει μεταξύ τους διάσταση συμφερόντων σε σχέση με το αντικείμενο της δίκης, η οποία καθιστά αναγκαία την ξεχωριστή εκτίμηση των οικονομικών μέσων.

Αν ο αιτών είναι ανήλικος που έχει εμπλακεί σε δίκη, το ευεργέτημα της νομικής συνδρομής τού χορηγείται ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση των γονέων του ή των προσώπων που συνοικούν με τον ανήλικο, επιφυλασσομένου του δικαιώματος του Δημοσίου να απαιτήσει την επιστροφή των εξόδων που κατέβαλε για την παροχή νομικής συνδρομής στον ανήλικο από τον πατέρα ή τη μητέρα του που διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα.

Το ευεργέτημα της νομικής συνδρομής μπορεί επίσης να αναγνωριστεί σε πρόσωπα στα οποία δεν θα έπρεπε να χορηγηθεί βάσει των οικονομικών μέσων που διαθέτουν, αν αυτό δικαιολογείται από σοβαρούς λόγους που άπτονται της κοινωνικής, της οικογενειακής ή της περιουσιακής καταστάσεως του αιτούντα.

Ποιος είναι ο τρόπος εφαρμογής της νομικής συνδρομής;

Ο τρόπος εφαρμογής της νομικής συνδρομής καθορίζεται με κανονισμό του Μεγάλου Δουκάτου.

Η δικαστική συνδρομή χορηγείται για εξώδικες και δικαστικές πράξεις, για υποθέσεις της εκουσίας ή της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, στον ενάγοντα ή στον εναγόμενο.

Ισχύει για οποιαδήποτε υπόθεση η οποία υποβάλλεται στα τακτικά ή τα διοικητικά δικαστήρια.

Μπορεί να ζητηθεί κατά τη διάρκεια της δίκης. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, η νομική συνδρομή ισχύει αναδρομικά από την ημερομηνία άσκησης της αγωγής ή από οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία ορίσει ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου.

Ακόμη, είναι δυνατό να παρασχεθεί νομική συνδρομή σε σχέση με ασφαλιστικά μέτρα ή για διαδικασίες εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων ή οποιουδήποτε άλλου εκτελεστού τίτλου.

Αντιθέτως, δεν δικαιούται νομική συνδρομή ο ιδιοκτήτης, κάτοχος ή οδηγός αυτοκίνητου οχήματος για διαφορές που σχετίζονται με τη χρήση του οχήματός του, καθώς και όποιος ασκεί εμπορική, βιομηχανική, βιοτεχνική ή επαγγελματική δραστηριότητα για διαφορές που σχετίζονται με την εμπορική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα, παρά μόνο σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Το ίδιο ισχύει, γενικά, για τις διαφορές που σχετίζονται με κερδοσκοπική δραστηριότητα του προσώπου που ζητά τη νομική συνδρομή.

Εντούτοις, ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου μπορεί να χορηγήσει νομική συνδρομή στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, αν πρόκειται για διασυνοριακές διαφορές που διέπονται από την προαναφερθείσα οδηγία 2003/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003.

Στις ποινικές υποθέσεις, η νομική συνδρομή δεν καλύπτει τα έξοδα και τις χρηματικές ποινές που επιβάλλονται στους ενόχους.

Στις αστικές υποθέσεις, η νομική συνδρομή δεν καλύπτει τη δικαστική δαπάνη που καταβάλλει ο ηττηθείς διάδικος ούτε τη δικαστική δαπάνη για καταχρηστικές ή κακόβουλες δίκες.

Δεν δικαιούται νομική συνδρομή το πρόσωπο που καταθέτει αγωγή η οποία φαίνεται προδήλως απαράδεκτη, αβάσιμη, καταχρηστική ή το αντικείμενο της οποίας κρίνεται δυσανάλογο σε σύγκριση με τις σχετικές δαπάνες.

Η αίτηση νομικής συνδρομής απορρίπτεται αν ο αιτών δικαιούται να λάβει από τρίτο, για οποιαδήποτε αιτία, τις δαπάνες που καλύπτει η νομική συνδρομή.

Ο δικαιούχος νομικής συνδρομής δικαιούται συνδρομή δικηγόρου και κάθε δημόσιας αρχής η συνδρομή της οποίας απαιτείται για την υπόθεση, τη δίκη ή την εκτέλεση.

Η απόφαση για τη χορήγηση νομικής συνδρομής

Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου ή το ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο μέλος του Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου, αρμόδιο για την περιφέρεια του τόπου κατοικίας του αιτούντα, αποφασίζει τη χορήγηση του ευεργετήματος της νομικής συνδρομής. Αν δεν υπάρχει κατοικία στο Λουξεμβούργο, αρμόδιος είναι ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου του Λουξεμβούργου ή το μέλος του Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου το οποίο εξουσιοδοτεί προς το σκοπό αυτό.

Τα πρόσωπα που δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα απευθύνονται στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, είτε όταν δέχεται το κοινό είτε εγγράφως.

Αν πρόσωπο που κρατείται από την αστυνομία ισχυρίζεται ότι δικαιούται νομικής συνδρομής και υποβάλλει σχετικό αίτημα, ο δικηγόρος που τον συνδράμει κατά την κράτησή του διαβιβάζει την αίτηση στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου.

Αν ο ανακριτής διορίσει συνήγορο του κατηγορουμένου που ισχυρίζεται ότι δικαιούται νομική συνδρομή και υποβάλλει σχετικό αίτημα, ο ανακριτής διαβιβάζει την αίτηση στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου

Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου εξετάζει την ανεπάρκεια των οικονομικών μέσων και, εφόσον στοιχειοθετηθεί, χορηγεί στον αιτούντα το ευεργέτημα της νομικής συνδρομής και διορίζει το δικηγόρο που έχει επιλέξει ελεύθερα ο αιτών ή, αν ο αιτών δεν έχει επιλέξει ή αν ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου δεν θεωρεί την επιλογή κατάλληλη, το δικηγόρο που ορίζει ο ίδιος. Ο δικηγόρος υποχρεούται να αναλάβει την εντολή που του ανατίθεται με αυτόν τον τρόπο, εκτός αν υπάρχει κώλυμα ή σύγκρουση συμφερόντων.

Σε επείγουσες περιπτώσεις, ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου μπορεί να αποφασίσει την προσωρινή υπαγωγή στο ευεργέτημα της νομικής συνδρομής, χωρίς άλλες διατυπώσεις, για συγκεκριμένες πράξεις.

Αίτηση παροχής νομικής συνδρομής που υποβάλλεται από ανήλικο

Αν ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου κάνει δεκτή την αίτηση παροχής νομικής συνδρομής ανηλίκου, οι γονείς του οποίου διαθέτουν οικονομικά μέσα τέτοια ώστε ο ανήλικος δεν θα υπαγόταν στην κατηγορία των προσώπων που δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα, η απόφαση για τη χορήγηση νομικής συνδρομής στον ανήλικο κοινοποιείται στους γονείς με την ένδειξη ότι το Δημόσιο μπορεί να απαιτήσει από αυτούς, αλληλεγγύως και εις ολόκληρο, να επιστρέψουν τα ποσά που θα εκταμιεύσει για την παροχή νομικής συνδρομής στον ανήλικο.

Κάθε ένας από τους γονείς μπορεί να προσβάλει την απόφαση του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου εντός προθεσμίας δέκα ημερών από την κοινοποίησή της, ενώπιον του Πειθαρχικού και Διοικητικού Συμβουλίου, κατά της αποφάσεως του οποίου δεν χωρούν ένδικα μέσα. Το Πειθαρχικό και Διοικητικό Συμβούλιο αποφαίνεται εντός σαράντα ημερών από την άσκηση της προσφυγής.

Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου διαβιβάζει στον Υπουργό Δικαιοσύνης αντίγραφο της οριστικής απόφασης για τη χορήγηση νομικής συνδρομής στον ανήλικο.

Η διοίκηση φορολογίας κεφαλαίου και έμμεσων φόρων εντέλλεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης να εισπράξει από τους γονείς που διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα, τα ποσά που εκταμίευσε το Δημόσιο για την παροχή νομικής συνδρομής στον ανήλικο.

Προϋποθέσεις ανάκλησης της νομικής συνδρομής

Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου δύναται να ανακαλέσει το ευεργέτημα της νομικής συνδρομής, ακόμη και μετά τη διαδικασία ή τις πράξεις για τις οποίες χορηγήθηκε, εάν διαπιστωθεί ότι η χορήγηση του ευεργετήματος βασίστηκε σε ανακριβείς δηλώσεις ή έγγραφα. Το ευεργέτημα μπορεί επίσης να ανακληθεί εάν, κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας ή τη διενέργεια των πράξεων ή συνεπεία αυτών, ο δικαιούχος αποκτήσει οικονομικά μέσα τα οποία, αν υπήρχαν κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, θα είχαν οδηγήσει σε απόρριψή της. Κάθε τέτοια μεταβολή πρέπει να γνωστοποιείται στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου από το δικαιούχο ή από τον πληρεξούσιο δικηγόρο.

Κατόπιν της ανάκλησης όλα τα έξοδα, δικαιώματα αμοιβές, αποζημιώσεις, οφειλές, τέλη, παρακαταθέσεις και προκαταβολές κάθε είδους που είχαν χορηγηθεί στον δικαιούχο καθίστανται αμέσως απαιτητά.

Η απόφαση του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου για την ανάκληση του ευεργετήματος κοινοποιείται πάραυτα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η διοίκηση φορολογίας κεφαλαίου και έμμεσων φόρων εντέλλεται να προβεί στην ανάκτηση των ποσών που έχει καταβάλει το Δημόσιο από το δικαιούχο.

Προσφυγή κατά της ανάκλησης της νομικής συνδρομής

Ο αιτών μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου για την απόρριψη ή την ανάκληση του ευεργετήματος της νομικής συνδρομής στο Πειθαρχικό και Διοικητικό Συμβούλιο. Η προσφυγή κατατίθεται με συστημένη επιστολή στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού και Διοικητικού Συμβουλίου εντός προθεσμίας δέκα ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης της απόφασης του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου για την απόρριψη ή την ανάκληση. Το Συμβούλιο, ή εξουσιοδοτημένο προς τούτο μέλος του, δύναται να καλέσει τον αιτούντα προκειμένου να παράσχει εξηγήσεις.

Κατά της απόφασης του Πειθαρχικού και Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να ασκηθεί έφεση στο δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό και Διοικητικό Συμβούλιο. Κατά παρέκκλιση, η προθεσμία για την άσκηση έφεσης είναι δεκαπέντε ημέρες.

Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της υπόθεσης διορίζει αυτεπαγγέλτως συμβολαιογράφους και δικαστικούς επιμελητές για να συνδράμουν τα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί νομική συνδρομή. Αν η υπόθεση δεν εκκρεμεί σε δικαστήριο, οι συμβολαιογράφοι διορίζονται αυτεπαγγέλτως από τον Πρόεδρο του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου και οι δικαστικοί επιμελητές από τον Πρόεδρο του Συλλόγου δικαστικών επιμελητών.

Με κανονισμό του Μεγάλου Δουκάτου καθορίζονται οι λεπτομέρειες χορήγησης της νομικής συνδρομής, τα έξοδα που καλύπτει η συνδρομή, οι όροι και ο τρόπος ανάκτησης από το Δημόσιο των ποσών που έχουν εκταμιευθεί για τη συνδρομή, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο ο δικηγόρος που αναλαμβάνει να συνδράμει τα πρόσωπα που δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα, αποζημιώνεται από το Δημόσιο, επιφυλασσομένου του δικαιώματός του να εισπράξει ενδεχομένως αμοιβή στην περίπτωση κατά την οποία η οικονομική κατάσταση των προσώπων αυτών βελτιωθεί, είτε λόγω του αποτελέσματος της δίκης είτε για άλλους λόγους.

Όλες οι διοικητικές αρχές υποχρεούνται να παρέχουν τη συνδρομή τους, τόσο για τη συγκέντρωση των εγγράφων που είναι απαραίτητα για την υποβολή αίτησης χορήγησης νομικής συνδρομής όσο και για επαλήθευσή τους, χωρίς να μπορούν να επικαλεστούν επαγγελματικό ή διοικητικό απόρρητο.

Ποιο είναι το εφαρμοστέο εισοδηματικό κατώτατο όριο για τη χορήγηση νομικής συνδρομής στο θύμα;

Η ανεπάρκεια οικονομικών μέσων των φυσικών προσώπων που ζητούν νομική συνδρομή αξιολογείται σε σχέση με το συνολικό ακαθάριστο εισόδημα και την περιουσία του αιτούντα και των προσώπων που συνοικούν με αυτόν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 19 (1) και 20 του τροποποιημένου νόμου της 29ης Απριλίου 1999 για τη θέσπιση δικαιώματος σε εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα και εντός των ορίων των ποσών που προβλέπει το άρθρο 5 (1), (2), (3), (4) και (6) του εν λόγω τροποποιημένου νόμου της 29ης Απριλίου 1999. Εντούτοις, οι πόροι των προσώπων που συνοικούν με τον αιτούντα δεν λαμβάνονται υπόψη αν οι αντίδικοι είναι σύζυγοι ή πρόσωπα που συνήθως συνοικούν ή αν υπάρχει μεταξύ τους διάσταση συμφερόντων σε σχέση με το αντικείμενο της δίκης, η οποία καθιστά αναγκαία την ξεχωριστή εκτίμηση των οικονομικών μέσων.

Υπάρχουν άλλες προϋποθέσεις χορήγησης νομικής συνδρομής στο θύμα;

Όχι, δεν υπάρχουν άλλες προϋποθέσεις χορήγησης νομικής συνδρομής στο θύμα.

Υπάρχουν άλλες προϋποθέσεις χορήγησης νομικής συνδρομής στον κατηγορούμενο;

Όχι, δεν υπάρχουν άλλες προϋποθέσεις χορήγησης νομικής συνδρομής στον κατηγορούμενο.

Υπάρχουν ανέξοδες δικαστικές διαδικασίες;

Όχι, δεν υπάρχουν άλλες διαδικασίες που απαλλάσσονται από έξοδα.

Σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να καταβάλει ο ηττηθείς διάδικος τα έξοδα του διαδίκου που κέρδισε τη δίκη;

Σε αστικές υποθέσεις

Ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται να πληρώσει τις δαπάνες, εκτός αν το δικαστήριο λάβει ειδική και αιτιολογημένη απόφαση προκειμένου να βαρύνει άλλο διάδικο με το σύνολο ή μέρος των δαπανών.

Όταν κρίνεται άδικο να επωμισθεί ένας διάδικος τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε και οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στα αποδοτέα έξοδα, ο δικαστής μπορεί να καταδικάσει τον αντίδικο να του καταβάλει το ποσό που (ο δικαστής) ορίζει.

Οι κανόνες αυτοί καθορίζονται στο νέο κώδικα πολιτικής δικονομίας και στον κανονισμό του Μεγάλου Δουκάτου της 21ης Μαρτίου 1974 σχετικά με τα δικαιώματα και τις απολαβές των νομικών συμβούλων και των δικηγόρων.

Σε ποινικές υποθέσεις

Κάθε καταδικαστική απόφαση που εκδίδεται εις βάρος του εναγόμενου και κατά όλων των αστικά υπεύθυνων για το αδίκημα ή κατά του πολιτικώς ενάγοντα, τους καταδικάζει στα έξοδα ακόμα και αυτά του εισαγγελέα. Αντίθετα, αν ο πολιτικώς ενάγων που κίνησε τη διαδικασία ηττηθεί είναι προσωπικά υπεύθυνος για την καταβολή όλων των εξόδων της διαδικασίας. Όταν ο πολιτικώς ενάγων απλώς παρενέβη σε διαδικασία που κίνησε ο εισαγγελέας, υποχρεούται να καταβάλει τα έξοδα που προέρχονται από την παρέμβασή του.

Όταν κρίνεται άδικο να επωμισθεί ένας διάδικος τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε και οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στα αποδοτέα έξοδα, το δικαστήριο μπορεί να καταδικάσει τον αντίδικο να του καταβάλει το ποσό που (ο δικαστής) ορίζει.

Οι κανόνες αυτοί καθορίζονται στον κώδικα ποινικής δικονομίας και στον κανονισμό του Μεγάλου Δουκάτου της 21ης Μαρτίου 1974 σχετικά με τα δικαιώματα και τις απολαβές των νομικών συμβούλων και των δικηγόρων.

Αμοιβές εμπειρογνωμόνων

Κάθε διάδικος υποχρεούται να καταβάλει την αμοιβή των εμπειρογνωμόνων που χρησιμοποιεί.

Αμοιβές μεταφραστών και διερμηνέων

Κάθε διάδικος υποχρεούται να καταβάλει την αμοιβή των μεταφραστών ή των διερμηνέων που χρησιμοποιεί.

Σχετικά έγγραφα

Έκθεση του Λουξεμβούργου για τη μελέτη σχετικά με τη διαφάνεια των εξόδων PDF (551 Kb) en

Τελευταία επικαιροποίηση: 21/02/2014

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.