- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο α) – Δικαστήρια που έχουν οριστεί ως αρμόδια για την έκδοση διαταγής δέσμευσης
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο β) – Αρχή που έχει οριστεί ως αρμόδια για τη λήψη των στοιχείων λογαριασμού
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο γ) – Μέθοδοι για τη λήψη των στοιχείων λογαριασμού
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο δ) – Δικαστήρια στα οποία ασκείται το ένδικο μέσο κατά της άρνησης έκδοσης της ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ε) – Αρχή που έχει οριστεί ως αρμόδια για την παραλαβή, διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση της διαταγής δέσμευσης και άλλων εγγράφων
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο στ) – Αρμόδια για την εκτέλεση της διαταγής δέσμευσης αρχή
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) – Βαθμός στον οποίο επιτρέπεται η δέσμευση κοινών λογαριασμών και λογαριασμών αντιπροσώπου
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο η) – Εφαρμοστέοι κανόνες όσον αφορά τα ποσά που εξαιρούνται από την κατάσχεση
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο θ) – Τέλη, αν χρεώνονται από τις τράπεζες, για την εκτέλεση ισοδύναμων εθνικών διαταγών ή για την παροχή στοιχείων λογαριασμού και πληροφοριών ως προς το ποιο μέρος υποχρεούται να καταβάλλει τα εν λόγω τέλη
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ι) – Την κλίμακα τελών ή άλλους κανόνες για τον καθορισμό των τελών που χρεώνονται από οιαδήποτε αρχή ή άλλο φορέα που συμμετέχει στη διεκπεραίωση ή εκτέλεση της διαταγής δέσμευσης
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ια) – Κατάταξη, ενδεχομένως, ισοδύναμων εθνικών διαταγών
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) – Δικαστήρια ή αρχή εκτέλεσης που έχει αρμοδιότητα επί προσφυγής
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) – Δικαστήρια στα οποία πρέπει να ασκείται το ένδικο μέσο και τυχόν προθεσμία άσκησής του
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ) – Δικαστικά έξοδα
- Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιε) – Γλώσσες που γίνονται δεκτές για τη μετάφραση των εγγράφων
Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
- Βέλγιοbe
- Βουλγαρίαbg
- Τσεχίαcz
- Δανίαdk
- Γερµανίαde
- Εσθονίαee
- Ιρλανδίαie
- Ελλάδα el
- Ισπανίαes
- Γαλλίαfr
- Κροατίαhr
- Ιταλίαit
- Κύπροςcy
- Λεττονίαlv
- Λιθουανίαlt
- Λουξεµβούργοlu
- Ουγγαρίαhu
- Μάλταmt
- Κάτω Χώρεςnl
- Αυστρίαat
- Πολωνίαpl
- Πορτογαλίαpt
- Ρουμανίαro
- Σλοβενίαsi
- Σλοβακίαsk
- Φινλανδίαfi
- Σουηδίαse
- Ηνωµένο Βασίλειοuk
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο α) – Δικαστήρια που έχουν οριστεί ως αρμόδια για την έκδοση διαταγής δέσμευσης
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του άρθρου Ι^8 του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 119/2006 σχετικά με τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή ορισμένων κοινοτικών κανονισμών από την ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο εγκρίθηκε, όπως έχει τροποποιηθεί, με τον νόμο αριθ. 191/2007, όπως έχει τροποποιηθεί, στην περίπτωση των δημόσιων εγγράφων, η αίτηση συντηρητικής κατάσχεσης πρέπει να υποβληθεί στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο για τη διαδικασία σε πρώτο βαθμό (άρθρο 945 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Η απόφαση σχετικά με την αίτηση, η εκτέλεση του μέτρου και η ακύρωση ή άρση της κατάσχεσης διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 954-959. Οι διατάξεις αυτές (άρθρο 971 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στα δημόσια έγγραφα.
Σύμφωνα με τα άρθρα 94 και 95 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αρμόδια για τη διαδικασία σε πρώτο βαθμό είναι:
- Τα ειρηνοδικεία για χρηματικές απαιτήσεις έως και 200.000 RON και
- τα πρωτοδικεία.
Ο κατάλογος των ειρηνοδικείων είναι δημοσιευμένος στον άτλαντα στην ενότητα «Επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων».
Ο κατάλογος των πρωτοδικείων δημοσιεύεται στον άτλαντα στην ενότητα «Επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων - Βρυξέλλες I».
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο β) – Αρχή που έχει οριστεί ως αρμόδια για τη λήψη των στοιχείων λογαριασμού
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του άρθρου I^8 του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 119/2006 σχετικά με τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή ορισμένων κοινοτικών κανονισμών από την ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο εγκρίθηκε, όπως έχει τροποποιηθεί, με τον νόμο 191/2007, όπως έχει τροποποιηθεί, η ρουμανική Εθνική Ένωση Δικαστικών Επιμελητών (UNEJ) είναι η αρμόδια αρχή για τη λήψη των στοιχείων λογαριασμού σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο γ) – Μέθοδοι για τη λήψη των στοιχείων λογαριασμού
Η μέθοδος είναι η προβλεπόμενη στο άρθρο 14 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού.
Η ρουμανική Εθνική Ένωση Δικαστικών Επιμελητών έχει πρόσβαση σε πληροφοριακό σύστημα το οποίο, σύμφωνα με τη νομοθεσία, διατίθεται δωρεάν από το Υπουργείο Δημόσιων Οικονομικών.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο δ) – Δικαστήρια στα οποία ασκείται το ένδικο μέσο κατά της άρνησης έκδοσης της ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του άρθρου I^8 του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 119/2006 σχετικά με τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή ορισμένων κοινοτικών κανονισμών από την ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο εγκρίθηκε, όπως έχει τροποποιηθεί, με τον νόμο αριθ. 191/2007, όπως έχει τροποποιηθεί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014, σε περίπτωση άρνησης έκδοσης διαταγής δέσμευσης, μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της απόφασης που απέρριψε την αίτηση Ευρωπαϊκής Διαταγής Δέσμευσης Λογαριασμού ενώπιον του δικαστηρίου που είναι ανώτερο από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ε) – Αρχή που έχει οριστεί ως αρμόδια για την παραλαβή, διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση της διαταγής δέσμευσης και άλλων εγγράφων
Σύμφωνα με το άρθρο 623 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας η αναγκαστική εκτέλεση οποιουδήποτε εκτελεστού τίτλου, με εξαίρεση όσους αφορούν εισοδήματα που εντάσσονται στον γενικό ενοποιημένο προϋπολογισμό ή στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, διενεργείται αποκλειστικά από δικαστικούς επιμελητές ακόμη και αν προβλέπεται διαφορετικά σε ειδική νομοθεσία.
Η απόφαση σχετικά με την αίτηση, η εκτέλεση του μέτρου και η ακύρωση ή η άρση της κατάσχεσης διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 954 – 959 οι οποίες εφαρμόζονται κατ’ αναλογία (άρθρο 971 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Η συντηρητική κατάσχεση εκτελείται από δικαστικό επιμελητή σύμφωνα με τους κανόνες του κώδικα αυτού για την εκτέλεση, οι οποίοι εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε σχετική έγκριση ή άδεια (άρθρο 955 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Σύμφωνα με το άρθρο 652 παράγραφος 1 στοιχείο β) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως, οι δικαστικές αποφάσεις και οι λοιποί εκτελεστοί τίτλοι εκτελούνται από δικαστικό επιμελητή που υπηρετεί στην περιφέρεια του εφετείου στην περίπτωση κατάσχεσης κινητών περιουσιακών στοιχείων και άμεσης εκτέλεσης επί κινητής περιουσίας, τον δικαστικό επιμελητή που υπηρετεί στην περιφέρεια του εφετείου όπου έχει την κατοικία του ή την καταστατική έδρα του ο οφειλέτης ή τον δικαστικό επιμελητή που υπηρετεί στην περιφέρεια του εφετείου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία· αν η κατοικία ή η καταστατική έδρα του οφειλέτη βρίσκεται στο εξωτερικό, αρμοδιότητα έχει οποιοσδήποτε δικαστικός επιμελητής.
Σύμφωνα με το άρθρο 652 παράγραφοι 2 και 4 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αν τα κινητά περιουσιακά στοιχεία που είναι δεκτικά κατάσχεσης βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων εφετείων, αρμόδιος για την εκτέλεση είναι οποιοσδήποτε δικαστικός επιμελητής υπηρετεί στην περιφέρεια ενός από τα δικαστήρια αυτά, ακόμη και για τα περιουσιακά στοιχεία που είναι δεκτικά κατάσχεσης και βρίσκονται στην περιφέρεια των άλλων εφετείων.
Αν ο δικαστικός επιμελητής προς τον οποίο ο πιστωτής έδωσε αρχικά την εντολή για εκτέλεση διαπιστώσει ότι δεν υπάρχουν κινητά περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα εντός της περιοχής της αρμοδιότητάς του, ο πιστωτής μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο της εκτέλεσης να συνεχίσει την εκτέλεση με άλλον δικαστικό επιμελητή, και εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 653 παράγραφος 4.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 στοιχεία β), γ) και ε) του νόμου αριθ. 188/2000 για τους δικαστικούς επιμελητές, ο δικαστικός επιμελητής: επιδίδει δικαστικές και εξώδικες πράξεις· επιδίδει διαδικαστικά έγγραφα· επιβάλλει τα συντηρητικά μέτρα που διέταξε το δικαστήριο.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο στ) – Αρμόδια για την εκτέλεση της διαταγής δέσμευσης αρχή
Σύμφωνα με το άρθρο 623 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η εκτέλεση οποιουδήποτε εκτελεστού τίτλου, με εξαίρεση όσους αφορούν εισοδήματα που εντάσσονται στον γενικό ενοποιημένο προϋπολογισμό ή στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, διενεργείται αποκλειστικά από δικαστικούς επιμελητές ακόμη και αν προβλέπεται διαφορετικά σε ορισμένους νόμους. Η απόφαση σχετικά με την αίτηση, η εκτέλεση του μέτρου και η ακύρωση ή η άρση της κατάσχεσης διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 954 – 959 οι οποίες εφαρμόζονται κατ’ αναλογία (άρθρο 971 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Η συντηρητική κατάσχεση επιβάλλεται από δικαστικό επιμελητή σύμφωνα με τους κανόνες του ως άνω Κώδικα για την εκτέλεση, οι οποίοι εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε σχετική έγκριση ή άδεια (άρθρο 955 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Μόλις λάβει την αίτηση εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής εκδίδει απόφαση βάσει της οποίας προβαίνει στην καταχώριση της αίτησης και σε άνοιγμα του φακέλου της εκτέλεσης ή, ανάλογα με την περίπτωση, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση άρνησης κίνησης της διαδικασίας εκτέλεσης. Η απόφαση κοινοποιείται αμέσως στον πιστωτή. Αν ο δικαστικός επιμελητής αρνηθεί να κινήσει τη διαδικασία εκτέλεσης, ο πιστωτής μπορεί, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της απόφασης, να υποβάλει ένσταση στο δικαστήριο της εκτέλεσης (άρθρο 665 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Σύμφωνα με το άρθρο 7 στοιχείο ε) του νόμου αριθ. 188/2000 για τους δικαστικούς επιμελητές, ο δικαστικός επιμελητής επιβάλλει τα συντηρητικά μέτρα που διέταξε το δικαστήριο.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) – Βαθμός στον οποίο επιτρέπεται η δέσμευση κοινών λογαριασμών και λογαριασμών αντιπροσώπου
Αποφάσεις που κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές με τον όρο της κατάθεσης εγγύησης δεν εκτελούνται πριν κατατεθεί η εγγύηση (άρθρο 678 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Όποιος υπέχει προσωπική ευθύνη, ευθύνεται με το σύνολο των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του, υφιστάμενων ή μελλοντικών. Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία αποτελούν την από κοινού εγγύηση για τους πιστωτές του. Περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι δεκτικά κατάσχεσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τέτοιου είδους εγγύηση. Οι πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις γεννήθηκαν λόγω διανομής περιουσίας που επιτρέπεται εκ του νόμου πρέπει πρώτα να επισπεύσουν διαδικασία εκτέλεσης επί των περιουσιακών στοιχείων που συγκροτούν την περιουσία αυτή. Αν αυτά δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, είναι δυνατή η επίσπευση διαδικασίας εκτέλεσης σε άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Εκτέλεση σε περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν το αντικείμενο εκ του νόμου επιτρεπόμενης διανομής περιουσίας που εξυπηρετεί την άσκηση επαγγέλματος μπορεί να γίνει μόνο από πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις γεννήθηκαν στο πλαίσιο του οικείου επαγγέλματος. Οι εν λόγω πιστωτές δεν μπορούν να επισπεύσουν εκτέλεση σε άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. (Άρθρο 2324 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Ο δικαστικός επιμελητής, αν κρίνει ότι τούτο εξυπηρετεί την εκτέλεση, καλεί τον οφειλέτη, σύμφωνα με τη νομοθεσία, να υποβάλει έγγραφες εξηγήσεις σχετικά με το εισόδημα και τα περιουσιακά στοιχεία του, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων υφίσταται κοινή ιδιοκτησία ή συγκυριότητα στα οποία μπορεί να γίνει εκτέλεση, και να υποδείξει την τοποθεσία όπου βρίσκονται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία και μπορεί επίσης, προκειμένου να πείσει τον οφειλέτη να εκπληρώσει την υποχρέωση εκουσίως, να επισημάνει τις συνέπειες που θα επέλθουν στην περίπτωση συνέχισης της διαδικασίας εκτέλεσης. Σε κάθε περίπτωση, ο οφειλέτης θα ενημερωθεί για το εκτιμώμενο κόστος της εκτέλεσης. (Άρθρο 627 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Κατόπιν πρόσκλησης του δικαστικού επιμελητή, ο οφειλέτης υποχρεούται, υποκείμενος στις κυρώσεις που προβλέπει το άρθρο 188 παράγραφος 2, να δηλώσει όλα τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά του στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων υφίσταται κοινή ιδιοκτησία ή συγκυριότητα υποδεικνύοντας την τοποθεσία όπου βρίσκονται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία καθώς και το σύνολο των τρεχόντων ή τακτικών εισοδημάτων του. (Άρθρο 647 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου, μπορεί να ληφθεί απόφαση για τη διανομή των περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων υφίσταται κοινή ιδιοκτησία ή συγκυριότητα στο πλαίσιο της ανακοπής κατά της εκτέλεσης. (Άρθρο 712 παράγραφος 4 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Αν, στο πλαίσιο ανακοπής κατά της εκτέλεσης, ο ενδιαφερόμενος υπέβαλε αίτηση για τη διανομή των περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων υφίσταται κοινή ιδιοκτησία, το δικαστήριο αποφαίνεται επί της διανομής αυτών σύμφωνα με τη νομοθεσία. (Άρθρο 720 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Εκτέλεση σε κινητά περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν το αντικείμενο επιτρεπόμενης διανομής περιουσιακών στοιχείων που εξυπηρετούν την άσκηση ενός επαγγέλματος μπορεί να γίνει μόνο από πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις γεννήθηκαν στο πλαίσιο της άσκησης του οικείου επαγγέλματος. Αν τα περιουσιακά στοιχεία δεν εντάσσονται στην κατηγορία των περιουσιακών στοιχείων ατομικής επιχείρησης αλλά, εξυπηρετούν, παρ’ όλα αυτά, την άσκηση της απασχόλησης ή το επάγγελμα του οφειλέτη ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, είναι δυνατό να γίνει εκτέλεση σ’ αυτά μόνο στην περίπτωση που δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία δεκτικά κατάσχεσης και στην περίπτωση αυτή μόνο για απαιτήσεις διατροφής ή άλλες προνομιακές απαιτήσεις σε κινητά περιουσιακά στοιχεία. Αν ο οφειλέτης ασχολείται με τη γεωργία, τα συναφή περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης δεν υπόκεινται σε εκτέλεση στο μέτρο που είναι απαραίτητα για τη συνέχιση της γεωργικής δραστηριότητας: ο γεωργικός εξοπλισμός, συμπεριλαμβανομένων των ζώων εργασίας, η τροφή των ζώων αυτών και οι σπόροι για καλλιέργεια, με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία έχουν ενεχυριαστεί ή αποτελούν το αντικείμενο προνομιακής απαίτησης. (Άρθρο 728 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας)
Για την εκτέλεση σε λογαριασμούς αντιπροσώπου (που τηρούνται από τρίτον για λογαριασμό του οφειλέτη ή από τον οφειλέτη για λογαριασμό τρίτου), υπάρχουν ορισμένοι κανόνες αρχής όσον αφορά την αντιπροσώπευση και την παροχή της εξουσίας αντιπροσώπευσης, όπως ορίζεται παρακάτω.
Το άρθρο 1295 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι η εξουσία αντιπροσώπευσης μπορεί να απορρέει, ανάλογα με την περίπτωση, από τον νόμο, από νομική πράξη ή από δικαστική απόφαση.
Σύμφωνα με το άρθρο 1296 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμβαση που συνάπτεται από αντιπρόσωπο, εντός των ορίων της πληρεξουσιότητάς του, για λογαριασμό του αντιπροσωπευομένου, παράγει αποτελέσματα άμεσα μεταξύ του αντιπροσωπευομένου και του αντισυμβαλλόμενου μέρους.
Σύμφωνα με το άρθρο 2021 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ελλείψει αντίθετης συμφωνίας, ο αντιπρόσωπος που εκπλήρωσε την εντολή δεν φέρει καμία ευθύνη έναντι του αντιπροσωπευόμενου όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβαν τα φυσικά/νομικά πρόσωπα με τα οποία συνάφθηκε η σύμβαση, εκτός αν ο αντιπρόσωπος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την αφερεγγυότητά τους κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.
Σύμφωνα με το άρθρο 1309 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμβαση που συνάπτεται από φυσικό/νομικό πρόσωπο που ενεργεί ως αντιπρόσωπος αλλά δεν διαθέτει πληρεξουσιότητα ή υπερβαίνει τα όρια της πληρεξουσιότητάς του δεν παράγει αποτελέσματα μεταξύ του αντιπροσωπευομένου και των τρίτων.
Σύμφωνα με το άρθρο 1311 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στις περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 1309, το μέρος για λογαριασμό του οποίου συνάφθηκε η σύμβαση μπορεί να την επικυρώσει τηρώντας τις νομικές διατυπώσεις για την έγκυρη σύναψή της· ο συμβαλλόμενος τρίτος μπορεί, με γνωστοποίηση, να χορηγήσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα για την επικύρωση, μετά την παρέλευση του οποίου η σύμβαση δεν μπορεί πλέον να επικυρωθεί.
Σύμφωνα, ωστόσο, με το άρθρο 1309 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν ο αντιπρόσωπος με τη συμπεριφορά του δημιούργησε στον συμβαλλόμενο τρίτο τη δικαιολογημένη πεποίθηση ότι έχει εξουσία αντιπροσώπευσης και ενεργεί εντός των ορίων της πληρεξουσιότητάς του, ο αντιπρόσωπος δεν μπορεί πλέον να αντιτάξει έναντι του συμβαλλόμενου τρίτου έλλειψη εξουσίας αντιπροσώπευσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 1310 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συνάπτει σύμβαση ως αντιπρόσωπος χωρίς να έχει πληρεξουσιότητα προς τούτο ή υπερβαίνοντας τα όρια της πληρεξουσιότητάς του, ευθύνεται για κάθε ζημία που προκλήθηκε σε συμβαλλόμενο τρίτο ο οποίος θεώρησε καλόπιστα ότι η σύναψη της σύμβασης ήταν έγκυρη.
Σύμφωνα με το άρθρο 1297 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμβαση που συνάπτεται από αντιπρόσωπο που ενεργεί εντός των ορίων της πληρεξουσιότητάς του ενώ ο συμβαλλόμενος τρίτος δεν γνωρίζει ούτε θα μπορούσε να γνωρίζει ότι ο αντιπρόσωπος ενεργούσε υπό την εν λόγω ιδιότητα, δεσμεύει μόνο τον αντιπρόσωπο και τον τρίτο, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως· ωστόσο, αν ο αντιπρόσωπος, συνάπτοντας σύμβαση με τρίτον για λογαριασμό μιας επιχείρησης και ενεργώντας εντός των ορίων της πληρεξουσιότητας του, ισχυρίζεται ότι είναι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης αυτής και έπειτα ο τρίτος ανακαλύψει την ταυτότητα του πραγματικού ιδιοκτήτη, ο τρίτος μπορεί να ασκήσει και έναντι του πραγματικού ιδιοκτήτη τα δικαιώματα που έχει αποκτήσει έναντι του αντιπροσώπου.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο η) – Εφαρμοστέοι κανόνες όσον αφορά τα ποσά που εξαιρούνται από την κατάσχεση
Άρθρο 729 Περιορισμοί στην εκτέλεση σε χρηματικά εισοδήματα σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
- Εκτέλεση μπορεί να επιβληθεί σε αμοιβές ή μισθούς και άλλα τακτικά εισοδήματα, συντάξεις που χορηγούνται από συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και άλλα ποσά που καταβάλλονται τακτικά στον οφειλέτη ως μέσο διαβίωσης: α) έως το ήμισυ του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος στην περίπτωση των ποσών που αποτελούν απαιτήσεις διατροφής ή επίδομα τέκνου· β) έως το ένα τρίτο του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος στην περίπτωση άλλων οφειλών.
- Αν επί των ίδιων ποσών έχουν εκδοθεί περισσότεροι εκτελεστοί τίτλοι, η συνολική εκτέλεση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ήμισυ του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος του οφειλέτη, ανεξαρτήτως της φύσης των απαιτήσεων, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως.
- Στις περιπτώσεις όπου οι μισθοί ή άλλα ποσά που καταβάλλονται τακτικά στον οφειλέτη ως μέσο διαβίωσης είναι χαμηλότερα από τον ελάχιστο μισθό που καταβάλλεται στο πλαίσιο της οικονομίας, μπορεί να γίνει εκτέλεση σ’ αυτά μόνο κατά το ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του ελάχιστου μισθού αυτού.
- Παροχές λόγω προσωρινής ανικανότητας προς εργασία, αποζημιώσεις που χορηγούνται δυνάμει οποιωνδήποτε νομικών διατάξεων σε εργαζομένους λόγω καταγγελίας ατομικής σύμβασης εργασίας και ποσά που οφείλονται σε ανέργους, σύμφωνα με τη νομοθεσία, μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης μόνο για ποσά που αποτελούν απαιτήσεις διατροφής και για αποζημιώσεις λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως.
- Η εκτέλεση στα δικαιώματα παροχών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 είναι επιτρεπτή μέχρι το ήμισυ του ποσού τους.
- Τα ποσά που έχουν δεσμευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 αποδεσμεύονται ή διανέμονται σύμφωνα με τα άρθρα 864 επ.
- Κρατικά επιδόματα, επιδόματα τέκνων, επιδόματα για τη φροντίδα άρρωστων τέκνων, επιδόματα μητρότητας, αποζημιώσεις λόγω θανάτου, κρατικές υποτροφίες, ημερήσια επιδόματα σίτισης και άλλα συναφή επιδόματα ειδικού σκοπού που προβλέπονται από τον νόμο δεν μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης για οποιουδήποτε είδους οφειλή.
Άρθρο 970 Αντικείμενα των διαταγών κατάσχεσης σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Διαταγές κατάσχεσης μπορούν να επιβληθούν σε χρηματικά ποσά, κινητές αξίες και άλλα άυλα, δεκτικά κατάσχεσης, κινητά περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποτελούν το αντικείμενο απαίτησης του οφειλέτη έναντι τρίτου ή τα οποία θα αποτελέσουν το αντικείμενο μελλοντικής απαίτησης του οφειλέτη κατά του τρίτου βάσει υφιστάμενης έννομης σχέσης, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 953.
Άρθρο 631 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Εκτέλεση μπορεί να κινηθεί κατά οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου σύμφωνα με το δημόσιο ή το ιδιωτικό δίκαιο, με εξαίρεση τα πρόσωπα τα οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία, απολαύουν ασυλίας από την εκτέλεση.
Άρθρο 781 παράγραφοι 2 και 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σε περίπτωση κατάσχεσης χρηματικών ποσών σε τραπεζικούς λογαριασμούς, τόσο το πιστωτικό υπόλοιπο των λογαριασμών αυτών όσο και οι μελλοντικές καταβολές υπόκεινται σε κατάσχεση, εντός των ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 729, κατά περίπτωση.
Δεν υπόκεινται σε εκτέλεση:
α) ποσά που προορίζονται για ειδικούς σκοπούς που προβλέπονται στον νόμο και επί των οποίων ο οφειλέτης δεν έχει δικαίωμα διάθεσης·
β) ποσά που αποτελούν μη επιστρεπτέα κονδύλια ή χρηματοδότηση από εθνικούς ή διεθνείς φορείς ή οργανώσεις για ορισμένα προγράμματα ή έργα·
γ) ποσά που αφορούν δικαιώματα για μελλοντική καταβολή μισθών για χρονικό διάστημα τριών μηνών από την ημερομηνία επιβολής της κατάσχεσης. Αν επί του ίδιου λογαριασμού έχουν εκδοθεί περισσότερες από μία διαταγές κατάσχεσης, το χρονικό διάστημα των τριών μηνών κατά το οποίο μπορούν να πραγματοποιηθούν οι πληρωμές που αφορούν δικαιώματα για μελλοντική καταβολή μισθών υπολογίζεται μόνο μία φορά, από την ημερομηνία επιβολής της πρώτης κατάσχεσης.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο θ) – Τέλη, αν χρεώνονται από τις τράπεζες, για την εκτέλεση ισοδύναμων εθνικών διαταγών ή για την παροχή στοιχείων λογαριασμού και πληροφοριών ως προς το ποιο μέρος υποχρεούται να καταβάλλει τα εν λόγω τέλη
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες:
Άνευ αντικειμένου (δεν ισχύει).
Δυνάμει τόσο των συμβατικών σχέσεων μεταξύ τραπεζών και πελατών όσο και της ειδικής τραπεζικής νομοθεσίας, η εφαρμογή των μέτρων δέσμευσης στους λογαριασμούς των πελατών αποτελεί συναλλαγή για την οποία οι τράπεζες επιβάλλουν τέλος κατάσχεσης (τόσο για τη λήψη συντηρητικών μέτρων όσο και μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των λογαριασμών των πελατών). Το τέλος καθορίζεται κατά την επιβολή της κατάσχεσης αλλά στην περίπτωση πράξεων δέσμευσης λογαριασμού (που αποτελούν αντικείμενο του κανονισμού) στην πράξη το τέλος δεν εισπράττεται από τον πελάτη.
Ο λόγος είναι ότι η πραγματική είσπραξη του τέλους λαμβάνει χώρα όταν τα χρηματικά ποσά τίθενται στη διάθεση των δικαστικών/φορολογικών αρχών, δηλαδή κατά τη μεταφορά των κατασχεθέντων ποσών. Ωστόσο, σκοπός του κανονισμού είναι η δέσμευση του ποσού και όχι η καταβολή του. Ο σκοπός του κανονισμού δεν είναι η ρύθμιση της αναγκαστικής κατάσχεσης.
Συνεπώς, στην περίπτωση λήψης συντηρητικών μέτρων (όπως η ευρωπαϊκή διαταγή δέσμευσης λογαριασμού) κατά την οποία δεν υφίσταται στην πραγματικότητα «τελικό στάδιο» (διάθεσης), παρά μόνο η δέσμευση που πραγματοποιεί η τράπεζα μετά τη λήψη των εγγράφων από τον φορέα που διέταξε τη λήψη του οικείου μέτρου, το τέλος δεν εισπράττεται στην πράξη από τον πελάτη.
Άνευ αντικειμένου.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ι) – Την κλίμακα τελών ή άλλους κανόνες για τον καθορισμό των τελών που χρεώνονται από οιαδήποτε αρχή ή άλλο φορέα που συμμετέχει στη διεκπεραίωση ή εκτέλεση της διαταγής δέσμευσης
Για την κοινοποίηση και επίδοση διαδικαστικών εγγράφων οι δικαστικοί επιμελητές επιβάλλουν ελάχιστη χρέωση 20 RON και μέγιστη χρέωση 400 RON (βλ. σημείο 1 του παραρτήματος Ι του διατάγματος αριθ. 2550/C/14.11.2006 του υπουργού Δικαιοσύνης για την έγκριση των ελάχιστων και μέγιστων χρεώσεων για τις υπηρεσίες που παρέχονται από δικαστικούς επιμελητές).
Για την εκτέλεση των διαταγών δέσμευσης, οι δικαστικοί επιμελητές επιβάλλουν ελάχιστη χρέωση 100 RON και μέγιστη χρέωση 1 200 RON για οφειλέτες που είναι φυσικά πρόσωπα και 2 200 RON για οφειλέτες που είναι νομικά πρόσωπα (βλ. σημείο 10 του παραρτήματος Ι του διατάγματος αριθ. 2550/C/14.11.2006 του υπουργού Δικαιοσύνης για την έγκριση των ελάχιστων και μέγιστων χρεώσεων για τις υπηρεσίες που παρέχονται από δικαστικούς επιμελητές).
Οι χρεώσεις των δικαστικών επιμελητών δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Ένωσης Δικαστικών Επιμελητών στο τμήμα «Νομοθετικό Πλαίσιο», Διαταγές, Διάταγμα αριθ. 2550, της 14ης Νοεμβρίου 2006, για την έγκριση των ελάχιστων και μέγιστων χρεώσεων για τις υπηρεσίες που παρέχονται από δικαστικούς επιμελητές.
Οι χρεώσεις επιβάλλονται για υπηρεσίες που παρέχονται από δικαστικούς επιμελητές στη Ρουμανία.
Για το δικαστικό ένσημο βλ. πληροφορίες που παρέχονται στο στοιχείο ιδ).
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ια) – Κατάταξη, ενδεχομένως, ισοδύναμων εθνικών διαταγών
Βάσει των νομοθετικών διατάξεων που διέπουν την τακτική διαδικασία, δεν υπάρχει κατάταξη μεταξύ των συντηρητικών κατασχέσεων αλλά μεταξύ των απαιτήσεων των οποίων η εξασφάλιση επιδιώκεται, αναλόγως του είδους τους.
Άρθρο 865 Κατάταξη των απαιτήσεων με γενικά προνόμια σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
1) Αν η διαδικασία της εκτέλεσης κινήθηκε από περισσότερους πιστωτές ή αν πριν από τη διάθεση ή τη διανομή του ποσού που προέκυψε από την εκτέλεση κατέθεσαν τους εκτελεστούς τίτλους τους και άλλοι πιστωτές, ο δικαστικός επιμελητής θα προβεί στη διανομή σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά κατάταξης, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως:
α) απαιτήσεις που αφορούν δικαστικά έξοδα για τη λήψη συντηρητικών μέτρων ή την εκτέλεση, για τη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων των οποίων η αξία διανέμεται, λοιπά έξοδα που πραγματοποιήθηκαν προς το κοινό συμφέρον των πιστωτών καθώς και απαιτήσεις κατά του οφειλέτη όσον αφορά τις δαπάνες για την πλήρωση των προϋποθέσεων ή των διατυπώσεων που προβλέπονται στον νόμο για την απόκτηση της κυριότητας επί του περιουσιακού στοιχείου που κατακυρώθηκε και την καταχώρισή του στα δημόσια βιβλία·
β) έξοδα κηδείας με τα οποία βαρύνεται ο οφειλέτης ανάλογα με τις συγκεκριμένες περιστάσεις·
γ) απαιτήσεις για μισθούς και άλλες, εξομοιούμενες προς τον μισθό, οφειλές, συντάξεις, ποσά που οφείλονται σε ανέργους σύμφωνα με τη νομοθεσία, απαιτήσεις διατροφής και επιμέλειας τέκνων, μητρότητας, προσωρινής αδυναμίας προς εργασία, πρόληψης ασθενειών, αποκατάστασης ή ενδυνάμωσης της υγείας, αποζημιώσεις λόγω θανάτου που παρέχονται στο πλαίσιο συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και απαιτήσεις που αφορούν την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης λόγω θανάτου, προσβολής της σωματικής ακεραιότητας ή της υγείας·
δ) απαιτήσεις που απορρέουν από την έννομη υποχρέωση καταβολής διατροφής, επιδομάτων τέκνων ή την υποχρέωση καταβολής άλλων τακτικών χρηματικών ποσών ως μέσου διαβίωσης·
ε) φορολογικές απαιτήσεις που απορρέουν από φόρους, τέλη, εισφορές και άλλα ποσά που καθορίζονται στον νόμο, τα οποία εντάσσονται στον κρατικό προϋπολογισμό, τον προϋπολογισμό των κρατικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, τον τοπικό προϋπολογισμό ή τον προϋπολογισμό ειδικών ταμείων·
στ) απαιτήσεις που απορρέουν από δάνεια που χορηγήθηκαν από το κράτος·
ζ) αποζημιώσεις για την αποκατάσταση ζημιών που προκλήθηκαν σε δημόσια περιουσία λόγω παράνομων πράξεων·
η) απαιτήσεις που απορρέουν από τραπεζικά δάνεια, παραδόσεις εμπορευμάτων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση εργασιών καθώς και από μισθώσεις ή χρηματοδοτικές μισθώσεις·
θ) απαιτήσεις υπό τη μορφή προστίμων που εισφέρονται στον κρατικό προϋπολογισμό ή σε τοπικούς προϋπολογισμούς·
ι) λοιπές απαιτήσεις.
2) Οι διατάξεις σχετικά με την υποκατάσταση εκ του νόμου εξακολουθούν να εφαρμόζονται υπέρ οποιοδήποτε μέρους ικανοποίησε τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3) Αν οι απαιτήσεις εντάσσονται στην ίδια σειρά κατάταξης, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως, το ποσό που έχει ληφθεί θα διανεμηθεί στους πιστωτές ανάλογα με κάθε απαίτηση.
Άρθρο 866 Αναγγελία των απαιτήσεων του Δημοσίου
1) Εντός 15 ημερών από την έναρξη της διαδικασίας της εκτέλεσης, σύμφωνα με τον νόμο, κάθε πιστωτής μπορεί να καλέσει το Δημόσιο ή τους τοπικούς διοικητικούς φορείς να αναγγείλουν οποιαδήποτε προνομιακή απαίτηση ενδεχομένως έχουν. Η πρόσκληση αυτή καταχωρίζεται στα δημόσια βιβλία μόνον εφόσον προσκομιστούν αποδείξεις για την κοινοποίησή της στις τοπικές φορολογικές αρχές.
2) Εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση, το Δημόσιο ή ο οικείος τοπικός διοικητικός φορέας πρέπει να αναγγείλει και να καταχωρίσει το ποσό της απαίτησής του.
3) Η μη τήρηση της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επιφέρει την απώλεια του προνομίου υπέρ των πιστωτών που ζήτησαν την αναγγελία.
Άρθρο 867 Κατάταξη ενέγγυων απαιτήσεων
Αν υπάρχουν πιστωτές που έχουν δικαιώματα ενεχύρου, υποθήκης ή άλλα εξασφαλισμένα προνομιακά δικαιώματα επί του κατακυρωθέντος περιουσιακού στοιχείου, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον νόμο, κατά τη διανομή του ποσού που προκύπτει από την κατακύρωση του περιουσιακού στοιχείου, οι απαιτήσεις τους θα ικανοποιηθούν πριν από τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 865 παράγραφος 1 στοιχείο γ).
Άρθρο 868 Κατάταξη παρεπόμενων απαιτήσεων
Οι τόκοι και οι επιβαρύνσεις ή άλλες απαιτήσεις που είναι παρεπόμενες προς την κύρια απαίτηση κατατάσσονται μετά την τελευταία.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) – Δικαστήρια ή αρχή εκτέλεσης που έχει αρμοδιότητα επί προσφυγής
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου I^8 του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 119/2006 σχετικά με τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή ορισμένων κοινοτικών κανονισμών από την ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο εγκρίθηκε, όπως έχει τροποποιηθεί, με τον νόμο 191/2007, όπως έχει τροποποιηθεί, το ένδικο βοήθημα που προβλέπεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 εμπίπτει στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου που είναι ανώτερο από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση που έκανε δεκτή την αίτηση για την ευρωπαϊκή διαταγή δέσμευσης λογαριασμού.
Τα ένδικα βοηθήματα κατά της εκτέλεσης της διαταγής δέσμευσης λογαριασμού που προβλέπονται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου της εκτέλεσης.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) – Δικαστήρια στα οποία πρέπει να ασκείται το ένδικο μέσο και τυχόν προθεσμία άσκησής του
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες:
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του άρθρου I28 του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 119/2006 σχετικά με τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή ορισμένων κοινοτικών κανονισμών από την ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο εγκρίθηκε, όπως έχει τροποποιηθεί, με τον νόμο 191/2007, όπως έχει τροποποιηθεί, η έφεση που προβλέπεται στο άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 εμπίπτει στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου που είναι ανώτερο από το δικαστήριο που αναφέρεται στις παραγράφους 3 ή 4 του παρόντος άρθρου, δηλαδή του δικαστηρίου που είναι ανώτερο από το δικαστήριο που αναφέρεται στο άρθρο 35 του ίδιου κανονισμού· η έφεση ασκείται εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης, εκτός αν ο νόμος ορίζει άλλως.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ) – Δικαστικά έξοδα
Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο β) του έκτακτου κυβερνητικού διατάγματος αριθ. 80/2013 σχετικά με το δικαστικό ένσημο, όπως έχει τροποποιηθεί, τα τέλη για τις διάφορες αιτήσεις είναι τα εξής:
- για αιτήσεις που αφορούν τη λήψη συντηρητικών μέτρων - 100 RON
- για αιτήσεις που αφορούν την επιβολή συντηρητικών μέτρων επί πλοίων ή αεροσκαφών – 1.000 RON
- για αιτήσεις για ευρωπαϊκή διαταγή δέσμευσης λογαριασμού που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – 100 RON.
Άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιε) – Γλώσσες που γίνονται δεκτές για τη μετάφραση των εγγράφων
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες:
Η Ρουμανία δεν δέχεται άλλη γλώσσα εκτός από τα ρουμανικά (άρθρο 128 παράγραφος 1 του Συντάγματος και άρθρο 14 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 304/2004 για την οργάνωση των δικαστηρίων, που έχει αναδημοσιευτεί, όπως έχει τροποποιηθεί).
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.