- 1 Τι σημαίνει στην πράξη ο νομικός όρος «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»; Γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες για την «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»;
- 2 Ποιες πράξεις πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται επισήμως;
- 3 Ποιος είναι υπεύθυνος για την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξης;
- 4 Εντοπισμός διευθύνσεων
- 5 Ποια είναι στην πράξη η συνήθης μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης πράξης; Υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν (εκτός από την υποκατάστατη επίδοση ή κοινοποίηση που προβλέπεται κατωτέρω στο σημείο 7);
- 6 Επιτρέπεται η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων (επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών ή εξωδίκων πράξεων με μέσα εξ αποστάσεως ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ασφαλής εφαρμογή που βασίζεται στο διαδίκτυο, φαξ, SMS κλπ.) σε αστικές διαδικασίες; Εάν ναι, για ποιους τύπους διαδικασιών προβλέπεται η μέθοδος αυτή; Υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά τη διαθεσιμότητα/πρόσβαση σε αυτή τη μέθοδο επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων ανάλογα με το ποιος είναι ο παραλήπτης (επαγγελματίας του νομικού κλάδου, νομικό πρόσωπο, εταιρεία ή άλλος επιχειρηματικός φορέας κλπ.);
- 7 «Υποκατάστατη» επίδοση
- 8 Επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς από το εξωτερικό (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων)
- 9 Υπάρχει έγγραφη απόδειξη της επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης;
- 10 Τι συμβαίνει αν για κάποιον λόγο ο παραλήπτης δεν παραλάβει την πράξη ή η επίδοση ή κοινοποίηση γίνει κατά παράβαση του νόμου (π.χ. η επίδοση ή η κοινοποίηση έγινε προς κάποιον τρίτο); Μπορεί η επίδοση ή η κοινοποίηση της πράξης να είναι παρά ταύτα έγκυρη (π.χ. μπορεί να θεραπευθεί παράβαση των διατάξεων του νόμου) ή πρέπει να επιχειρηθεί νέα επίδοση ή κοινοποίηση;
- 11 Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει πράξη με βάση τη γλώσσα σύνταξής της (άρθρο 12 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και το δικαστήριο ή η αρχή που έχει επιληφθεί της ένδικης διαδικασίας αποφανθεί ότι η άρνηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη, υφίσταται ειδικό ένδικο μέσο για την προσβολή της εν λόγω απόφασης;
- 12 Πρέπει να πληρώσω για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης και, αν ναι, πόσο; Υπάρχει διαφορά όταν η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης προέρχεται από άλλο κράτος μέλος; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, σχετικά με την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης από άλλο κράτος μέλος.
Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
- Βέλγιοbe
- Βουλγαρίαbg
- Τσεχίαcz
- Δανίαdk
- Γερµανίαde
- Εσθονίαee
- Ιρλανδίαie
- Ελλάδα el
- Ισπανίαes
- Γαλλίαfr
- Κροατίαhr
- Ιταλίαit
- Κύπροςcy
- Λεττονίαlv
- Λιθουανίαlt
- Λουξεµβούργοlu
- Ουγγαρίαhu
- Μάλταmt
- Κάτω Χώρεςnl
- Αυστρίαat
- Πολωνίαpl
- Πορτογαλίαpt
- Ρουμανίαro
- Σλοβενίαsi
- Σλοβακίαsk
- Φινλανδίαfi
- Σουηδίαse
- Ηνωµένο Βασίλειοuk
1 Τι σημαίνει στην πράξη ο νομικός όρος «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»; Γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες για την «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»;
Η διαβίβαση εγγράφων, δηλαδή η διαδικασία με την οποία μια δικαστική πράξη γνωστοποιείται στον παραλήπτη της, αποτελεί στο Λουξεμβούργο αντικείμενο δύο διαφορετικών διαδικασιών, εκ των οποίων η πρώτη περιλαμβάνει δύο σκέλη.
H επίδοση (signification) γίνεται μέσω δικαστικού επιμελητή
και είναι, στην πλήρη μορφή της, η διαδικασία κοινού δικαίου. Διενεργείται από δικαστικό επιμελητή ο οποίος μεταβαίνει στη διεύθυνση του παραλήπτη για να του παραδώσει το έγγραφο, αφού έχει επαληθεύσει τη διεύθυνση της κατοικίας/διαμονής/έδρας του. Η διαδικασία αυτή παρέχει τις σημαντικότερες εγγυήσεις. Εφαρμόζεται για τη διαβίβαση των διαφόρων εισαγωγικών εγγράφων μιας δίκης σε πρώτο βαθμό και για όλα τα ένδικα μέσα. Εφαρμόζεται επίσης, κατά γενικό κανόνα, για τη διαβίβαση δικαστικών αποφάσεων ώστε να αρχίσουν να τρέχουν οι προθεσμίες άσκησης ένδικων μέσων και για τον σκοπό της αναγκαστικής εκτέλεσης αυτών.
Για ορισμένες διαδικασίες ενώπιον των ειρηνοδικείων, η διαβίβαση του εισαγωγικού δικογράφου πραγματοποιείται με απλουστευμένη διαδικασία: ο δικαστικός επιμελητής επαληθεύει τη διεύθυνση κατοικίας/διαμονής/έδρας του παραλήπτη της πράξης και την αποστέλλει ταχυδρομικά μέσω συστημένης επιστολής με βεβαίωση παραλαβής.
Η κοινοποίηση (notification) γίνεται χωρίς την παρέμβαση δικαστικού επιμελητή. Για τον λόγο αυτόν, προσφέρει λιγότερες εγγυήσεις από ό,τι η επίδοση. Η πράξη (εισαγωγικό δικόγραφο ή αντίγραφο της απόφασης) αποστέλλεται από τη γραμματεία του δικαστηρίου ταχυδρομικά μέσω συστημένης επιστολής με απόδειξη παραλαβής. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται κυρίως σε πρώτο βαθμό για υποθέσεις που αφορούν μισθωτήρια συμβόλαια και υποθέσεις εργατικού δικαίου. Με την κοινοποίηση μιας απόφασης αρχίζουν επίσης να ισχύουν οι προθεσμίες άσκησης ένδικων μέσων.
2 Ποιες πράξεις πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται επισήμως;
Οι περισσότερες διαδικαστικές πράξεις πρέπει να κοινοποιούνται ή να επιδίδονται προκειμένου να μπορούν να διαβιβαστούν στον δικαστή.
Ο νόμος προβλέπει ιδίως την επίδοση ή κοινοποίηση των εισαγωγικών εγγράφων μιας δίκης μέσω των οποίων κλητεύεται ο εναγόμενος να παραστεί ενώπιον του δικαστή προσωπικά ή μέσω συνηγόρου.
Οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει επίσης να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται προκειμένου να αποκτούν ισχύ δεδικασμένου μετά την παρέλευση των προθεσμιών άσκησης ένδικων μέσων.
3 Ποιος είναι υπεύθυνος για την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξης;
Την επίδοση πραγματοποιεί δικαστικός επιμελητής, είτε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας (πλήρης διαδικασία) είτε μόνο στο στάδιο της ταχυδρομικής αποστολής μέσω συστημένης επιστολής με απόδειξη παραλαβής (απλουστευμένη διαδικασία).
Η κοινοποίηση πραγματοποιείται από τη γραμματεία του επιληφθέντος δικαστηρίου μέσω συστημένης επιστολής με απόδειξη παραλαβής.
4 Εντοπισμός διευθύνσεων
4.1 Προσπαθεί η αρχή στην οποία απευθύνεται η αίτηση στο εν λόγω κράτος μέλος με δική της πρωτοβουλία να εντοπίσει τον παραλήπτη των πράξεων που πρέπει να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν, εάν η αναγραφόμενη διεύθυνση δεν είναι ορθή; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Οι δικαστικοί επιμελητές, ως αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, υποχρεούνται εκ του νόμου να επιδίδουν τις πράξεις στον παραλήπτη αυτοπροσώπως ή στη διεύθυνση κατοικίας του ή στην έδρα της αντίστοιχης εταιρείας. Πριν από οποιαδήποτε διαβίβαση στον παραλήπτη, οι δικαστικοί επιμελητές υποβάλλουν, με δική τους πρωτοβουλία, αιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τις διευθύνσεις φυσικών ή νομικών προσώπων στις βάσεις δεδομένων που έχουν στη διάθεσή τους. Στην περίπτωση που υπάρχει νέα επίσημη διεύθυνση στην περιφέρεια της κατά τόπον αρμοδιότητας του δικαστικού επιμελητή, ο εν λόγω δικαστικός επιμελητής επιδίδει την πράξη στη νέα αυτή διεύθυνση.
Για να εκπληρώσουν οι δικαστικοί επιμελητές τα καθήκοντα με τα οποία είναι επιφορτισμένοι, επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στις ακόλουθες πληροφορίες:
- Φυσικά πρόσωπα:
- Πλήρες ονοματεπώνυμο
- Διεύθυνση κατοικίας
- Ημερομηνία γέννησης
Οι εν λόγω πληροφορίες αντλούνται από τα σχετικά μητρώα φυσικών προσώπων. Οι δικαστικοί επιμελητές έχουν για τον σκοπό αυτό πρόσβαση στα σχετικά μητρώα φυσικών προσώπων.
- Εταιρείες:
- Διακριτικός τίτλος
- Εμπορική επωνυμία
- Έδρα
- Αριθ. εμπορικού μητρώου
Σε ό,τι αφορά τις εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στο μητρώο εμπορίου και εταιρειών, τα εν λόγω δεδομένα είναι ανοιχτά στο κοινό και ελεύθερα προσβάσιμα.
4.2 Έχουν οι αλλοδαπές δικαστικές αρχές και/ή οι διάδικοι πρόσβαση σε μητρώα ή υπηρεσίες σε αυτό το κράτος μέλος που επιτρέπουν τη διαπίστωση της τρέχουσας διεύθυνσης ενός προσώπου; Εάν ναι, ποια μητρώα ή υπηρεσίες υπάρχουν και ποια διαδικασία ακολουθείται; Ποιο είναι το ύψος των καταβλητέων τελών, εφόσον προβλέπονται;
Οι αλλοδαπές δικαστικές αρχές και/ή οι αλλοδαποί διάδικοι δεν έχουν πρόσβαση στο μητρώο φυσικών προσώπων ώστε να προβαίνουν σε αναζητήσεις διευθύνσεων φυσικών προσώπων.
Όσον αφορά τις εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στο μητρώο εμπορίου και εταιρειών, η επαλήθευση των βασικών τους δεδομένων (εταιρική έδρα, εμπορική επωνυμία, αριθμός μητρώου) είναι ανοιχτή στο κοινό και γίνεται δωρεάν. Η πρόσβαση σε πιο λεπτομερή δεδομένα γίνεται επί πληρωμή.
4.3 Τι είδους συνδρομή για τον εντοπισμό διευθύνσεων από άλλα κράτη μέλη παρέχουν οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7, το Λουξεμβούργο παρέχει τη συνδρομή που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) για τον εντοπισμό της διεύθυνσης του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η δικαστική ή η εξώδικη πράξη.
Οι εντεταλμένες αρχές στις οποίες οι υπηρεσίες διαβίβασης μπορούν να απευθύνουν αιτήσεις για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη είναι οι δικαστικοί επιμελητές.
Μπορείτε να αναζητήσετε δικαστικό επιμελητή και την κατά τόπον αρμοδιότητά του στον ακόλουθο ιστότοπο:
Επιμελητήριο Δικαστικών Επιμελητών του Λουξεμβούργου
5 Ποια είναι στην πράξη η συνήθης μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης πράξης; Υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν (εκτός από την υποκατάστατη επίδοση ή κοινοποίηση που προβλέπεται κατωτέρω στο σημείο 7);
- Σύνοψη της διαδικασίας κοινοποίησης
Όταν ο ταχυδρομικός υπάλληλος βρίσκει τον παραλήπτη της κοινοποίησης, του ζητάει να υπογράψει την απόδειξη παραλαβής η οποία αποστέλλεται στη συνέχεια στον αποστολέα. Όταν ο παραλήπτης αρνείται να υπογράψει την απόδειξη παραλαβής, ο ταχυδρομικός υπάλληλος την καταχωρεί και η κοινοποίηση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί. Αυτή είναι η αυτοπρόσωπη κοινοποίηση.
Εάν δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί ο παραλήπτης αλλά τη συστημένη επιστολή παραλαμβάνει άλλο πρόσωπο στη διεύθυνση κατοικίας/διαμονής/έδρας του παραλήπτη, ο ταχυδρομικός υπάλληλος καταχωρίζει τα στοιχεία του εν λόγω προσώπου στην απόδειξη παραλαβής. Η κοινοποίηση σε τρίτον θεωρείται ότι πραγματοποιείται κατ’ οίκον.
Εάν δεν βρίσκεται κανείς στον τόπο της κοινοποίησης αλλά η διεύθυνσή είναι ακριβής, ο ταχυδρομικός υπάλληλος αφήνει στο γραμματοκιβώτιο ειδοποίηση προκειμένου ο παραλήπτης να αναζητήσει την αλληλογραφία του στο ταχυδρομικό κατάστημα εντός της προθεσμίας που αναγράφεται στην ειδοποίηση. Η κοινοποίηση θεωρείται τότε ότι πραγματοποιήθηκε, ακόμη και αν ο παραλήπτης δεν προσέλθει στο ταχυδρομικό κατάστημα. Πρόκειται, και σε αυτήν την περίπτωση, για κοινοποίηση κατ’ οίκον.
Εάν δεν είναι δυνατόν να επαληθευτεί η διεύθυνση, ο ταχυδρομικός υπάλληλος επιστρέφει την αλληλογραφία στον αποστολέα ενημερώνοντάς τον ότι η κοινοποίηση δεν εκτελέστηκε. Σε τέτοια περίπτωση, ο αιτών πρέπει να υποβάλει νέα διεύθυνση. Εάν ο παραλήπτης της κοινοποίησης δεν έχει γνωστή διεύθυνση, ο αιτών μπορεί να παρακάμψει τη διαδικασία κοινοποίησης και να απευθυνθεί σε δικαστικό επιμελητή προκειμένου αυτός να προβεί σε επίδοση, ενδεχομένως με το σχετικό πρακτικό αναζήτησης.
Η ως άνω διαδικασία κοινοποίησης εφαρμόζεται μόνο εφόσον ο παραλήπτης της πράξης διαμένει στο Λουξεμβούργο. Στην περίπτωση των ατόμων που διαμένουν στο εξωτερικό, πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία της επίδοσης.
- Σύνοψη της διαδικασίας επίδοσης
Η επίδοση μιας πράξης από δικαστικό επιμελητή προς τον παραλήπτη γίνεται στο πρόσωπο του παραλήπτη και οπουδήποτε ο δικαστικός επιμελητής τον εντοπίσει.
Συνήθως ο δικαστικός επιμελητής μεταβαίνει στη διεύθυνση κατοικίας του παραλήπτη. Ωστόσο, η παράδοση των εγγράφων μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε σημείο εντοπίζει ο δικαστικός επιμελητής τον παραλήπτη, π.χ. στον χώρο εργασίας του.
Η επίδοση γίνεται αυτοπροσώπως όταν το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται εις τας χείρας στον παραλήπτη. Εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, η επίδοση γίνεται αυτοπροσώπως εφόσον το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται στον νόμιμο εκπρόσωπό του, σε πληρεξούσιο του τελευταίου ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτόν. Σε περίπτωση που έχει οριστεί αντίκλητος, η επίδοση θεωρείται ότι γίνεται αυτοπροσώπως εφόσον το αντίγραφο της πράξης έχει παραδοθεί στον αντίκλητο.
Όταν ο παραλήπτης αποδέχεται το αντίγραφο της πράξης, ο δικαστικός επιμελητής το καταγράφει στο έγγραφο της επίδοσης. Σε τέτοια περίπτωση, η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί κατά την ημερομηνία παράδοσης της πράξης στον παραλήπτη.
Όταν ο παραλήπτης δεν αποδέχεται το αντίγραφο της πράξης, ο δικαστικός επιμελητής το καταγράφει στο έγγραφο της επίδοσης. Σε τέτοια περίπτωση, η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί κατά την ημερομηνία προσκόμισης της πράξης στον παραλήπτη. Πρόκειται, στις περιπτώσεις αυτές, για αυτοπρόσωπη επίδοση.
Εάν δεν είναι δυνατή η αυτοπρόσωπη επίδοση, ο δικαστικός επιμελητής μεταβαίνει στη διεύθυνση κατοικίας/διαμονής έδρας του παραλήπτη. Το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο βρίσκεται εκεί, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό αποδέχεται την παραλαβή, δηλώνει το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα και τη διεύθυνσή του και υπογράφει την απόδειξη παραλαβής. Το αντίγραφο παραδίδεται σε κλειστό φάκελο όπου αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και η διεύθυνση του παραλήπτη και ο οποίος φέρει επίσης τη σφραγίδα του δικαστικού επιμελητή στο ύψος του κλεισίματος. Το αντίγραφο δεν μπορεί να παραδίδεται σε άτομο που δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του ούτε και στο πρόσωπο εκ μέρους του οποίου έχει γίνει η αίτηση επίδοσης. Ο δικαστικός επιμελητής αφήνει στη διεύθυνση κατοικίας/διαμονής/έδρας του παραλήπτη, σε κλειστό φάκελο, μια χρονολογημένη ειδοποίηση σχετικά με την παράδοση του αντιγράφου της πράξης, όπου αναγράφονται και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το αντίγραφο. Σε όλες αυτές περιπτώσεις, η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί κατά την ημερομηνία παράδοσης του αντιγράφου της πράξης. και πρόκειται για κατ’ οίκον επίδοση.
Σε κάθε περίπτωση, ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει ένα πρακτικό περί της ολοκλήρωσης των διατυπώσεων το οποίο επισυνάπτεται στο πρωτότυπο της πράξης και επιστρέφεται μαζί με αυτό στον διάδικο που αιτήθηκε την κοινοποίηση.
Δεν υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκτός από τη μη αυτοπρόσωπη επίδοση ή κοινοποίηση που αναφέρεται κατωτέρω στο σημείο 7.
6 Επιτρέπεται η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων (επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών ή εξωδίκων πράξεων με μέσα εξ αποστάσεως ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ασφαλής εφαρμογή που βασίζεται στο διαδίκτυο, φαξ, SMS κλπ.) σε αστικές διαδικασίες; Εάν ναι, για ποιους τύπους διαδικασιών προβλέπεται η μέθοδος αυτή; Υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά τη διαθεσιμότητα/πρόσβαση σε αυτή τη μέθοδο επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων ανάλογα με το ποιος είναι ο παραλήπτης (επαγγελματίας του νομικού κλάδου, νομικό πρόσωπο, εταιρεία ή άλλος επιχειρηματικός φορέας κλπ.);
Η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
6.1 Ποιο είδος ηλεκτρονικής επίδοσης ή κοινοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων είναι διαθέσιμο στο εν λόγω κράτος μέλος όταν η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί απευθείας σε πρόσωπο το οποίο έχει γνωστή διεύθυνση επίδοσης ή κοινοποίησης σε άλλο κράτος μέλος;
Άνευ αντικειμένου
6.2 Έχει το εν λόγω κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, καθορίσει πρόσθετες προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα δέχεται την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Όχι.
7 «Υποκατάστατη» επίδοση
7.1 Επιτρέπει η νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους άλλες μεθόδους επίδοσης ή κοινοποίησης σε περιπτώσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατή η επίδοση ή κοινοποίηση των πράξεων στον παραλήπτη (π.χ. κοινοποίηση στη διεύθυνση κατοικίας, στο γραφείο δικαστικού επιμελητή, μέσω ταχυδρομείου ή με ανάρτηση δημόσιας ανακοίνωσης);
Επίδοση κατ' οίκον
Εάν η επίδοση δεν μπορεί να γίνει αυτοπροσώπως στον παραλήπτη, το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται στη διεύθυνση κατοικίας του. Εάν ο παραλήπτης δεν κατοικεί εκεί ή εφόσον δεν υπάρχει διεύθυνση, το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται στον τόπο της κύριας κατοικίας του. Εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, η επίδοση γίνεται στη διεύθυνση της εταιρικής ή διοικητικής του έδρας.
Το αντίγραφο της πράξης παραδίδεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο βρίσκεται εκεί, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό αποδέχεται την παραλαβή, δηλώνει το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα και τη διεύθυνσή του και υπογράφει την απόδειξη παραλαβής. Το αντίγραφο παραδίδεται σε κλειστό φάκελο όπου αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και η διεύθυνση του παραλήπτη και ο οποίος φέρει επίσης τη σφραγίδα του δικαστικού επιμελητή στο ύψος του κλεισίματος.
Το αντίγραφο δεν μπορεί να παραδίδεται σε άτομο που δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του ούτε και στο πρόσωπο εκ μέρους του οποίου έχει γίνει η αίτηση επίδοσης.
Ο δικαστικός επιμελητής αφήνει αντίστοιχα στη διεύθυνση κατοικίας του παραλήπτη, στον τόπο κύριας κατοικίας του ή στην εταιρική ή διοικητική του έδρα, όταν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, σε κλειστό φάκελο, μια χρονολογημένη ειδοποίηση σχετικά με την παράδοση του αντιγράφου της πράξης, όπου αναγράφονται και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το αντίγραφο.
Ο δικαστικός επιμελητής επισυνάπτει στον φάκελο ένα αντίγραφο της πράξης σε ξεχωριστό φύλλο χαρτιού. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση επίδοσης σε αντίκλητο.
Σε όλες αυτές περιπτώσεις, η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί κατά την ημερομηνία παράδοσης του αντιγράφου της πράξης.
Σύμφωνα με το άρθρο 161 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, «ως επίδοση κατ’ οίκον λογίζεται η επίδοση που διενεργείται στη διεύθυνση υπό την οποία ο παραλήπτης είναι καταχωρημένος στο δημοτολόγιο ».
Το άρθρο 164 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι «Οι επιδόσεις γίνονται:
1° στο κράτος, στην έδρα της κυβέρνησης
2° στους δημόσιους οργανισμούς, στον τόπο όπου εδρεύουν
3° στους δήμους, στα κατά τόπους δημαρχεία
4° στις επιχειρήσεις, στις ενώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και στους οργανισμούς κοινής ωφέλειας, είτε στην καταστατική τους έδρα είτε στον διαχειριστή τους ».
Επίδοση μέσω κατάθεσης αντιγράφου του εγγράφου της επίδοσης
Το άρθρο 155 παράγραφος 6 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι «σε περίπτωση που δεν καθίσταται εφικτή η επίδοση της πράξης όπως ως άνω προβλέπεται και εφόσον προκύπτει από τις διενεργηθείσες επαληθεύσεις που πρέπει να αναφερθούν στην πράξη από τον δικαστικό επιμελητή ότι ο παραλήπτης διαμένει στη δηλούμενη διεύθυνση, ο δικαστικός επιμελητής αφήνει αντίγραφο της πράξης σε κλειστό φάκελο στον οποίο επισυνάπτει ειδοποίηση μέσω της οποίας ενημερώνει τον παραλήπτη ότι δεν βρέθηκε κανείς στη δηλούμενη διεύθυνση ή ότι τα πρόσωπα που ήταν παρόντα αρνήθηκαν να παραλάβουν το αντίγραφο της πράξης.
Η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί κατά τη συγκεκριμένη αυτή ημερομηνία. Την ίδια ημέρα ή το αργότερο την πρώτη επόμενη εργάσιμη, ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει με απλή επιστολή αντίγραφο της πράξης και της ως άνω ειδοποίησης στη διεύθυνση που αναγράφεται στην πράξη ».
Επίδοση σε άγνωστη διεύθυνση
Το άρθρο 157 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει τον τρόπο επίδοσης σε περιπτώσεις όπου ο παραλήπτης δεν διαθέτει γνωστή διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής ή εταιρική έδρα, ορίζοντας ότι «εφόσον το πρόσωπο στο οποίο πρέπει να επιδοθεί η πράξη δεν διαθέτει γνωστή διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής, ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει πρακτικό στο οποίο αναφέρει επακριβώς τις κινήσεις στις οποίες προέβη προς αναζήτηση του παραλήπτη της πράξης. Το πρακτικό αναφέρει το είδος της πράξης και το ονοματεπώνυμο του αιτούντος.
Την ίδια ημέρα ή το αργότερο την πρώτη επόμενη εργάσιμη, ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει στον παραλήπτη, στην τελευταία γνωστή διεύθυνση, με συστημένη επιστολή και ειδοποίηση παραλαβής, αντίγραφο της πράξης και αντίγραφο του πρακτικού. Η ίδια διατύπωση επαναλαμβάνεται την ίδια ημέρα μέσω απλής επιστολής.
Το αντίγραφο του πρακτικού που αποστέλλεται στον παραλήπτη αναφέρει ότι αυτός δύναται να προμηθευτεί αντίγραφο της πράξης εντός προθεσμίας τριών μηνών από το γραφείο του δικαστικού επιμελητή ή να εξουσιοδοτήσει προς τούτο οποιοδήποτε πρόσωπο της επιλογής του».
Η παράγραφος 3 του άρθρου 157 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι «οι ως άνω διατάξεις ισχύουν για την επίδοση μιας πράξης που αφορά νομικό πρόσωπο το οποίο δεν διαθέτει πλέον γνωστή εγκατάσταση στη διεύθυνση που αναφέρεται ως εταιρική έδρα στο μητρώο εμπορίου και εταιρειών».
Άλλοι τρόποι επίδοσης
Το άρθρο 157 παράγραφος 4 προβλέπει μεταξύ άλλων ότι «όταν ένα εισαγωγικό δικόγραφο ή ισοδύναμη πράξη έχει επιδοθεί σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις και ο εναγόμενος δεν προσέλθει στο δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να διατάξει ενδεχομένως τη δημοσίευση ειδοποίησης σε εφημερίδα του Λουξεμβούργου ή της αλλοδαπής».
Το άρθρο 158 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει επίσης ότι «εάν ο παραλήπτης της πράξης δεν μπορεί να εντοπιστεί ή εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι έχει όντως ειδοποιηθεί, ο δικαστής δύναται να διατάξει αυτεπάγγελτα σε οποιαδήποτε συμπληρωματική ενέργεια, έως και να διατάξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων απαραίτητων για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του ενάγοντος ».
Το άρθρο 81 του νέου κώδικα πολιτικής δικονομίας προβλέπει ακόμη ότι «ο εναγόμενος που δεν προσέρχεται στο δικαστήριο είναι δυνατόν, κατόπιν πρωτοβουλίας του ενάγοντος ή με απόφαση που λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, να κλητευθεί εκ νέου αν το εισαγωγικό δικόγραφο δεν παραδόθηκε αυτοπροσώπως. Με την επιφύλαξη ειδικών κανόνων που ισχύουν σε άλλες έννομες τάξεις, επαναλαμβάνεται η επίδοση ή κοινοποίηση του εισαγωγικού δικογράφου σύμφωνα με τους τύπους του αρχικού εισαγωγικού δικογράφου».
Κοινοποίηση μέσω συστημένης επιστολής με βεβαίωση παραλαβής
Όταν η πράξη διαβιβάζεται μέσω της γραμματείας του δικαστηρίου, η κοινοποίηση γίνεται μέσω συστημένης επιστολής με βεβαίωση παραλαβής.
Εάν ο παραλήπτης δεν διαθέτει γνωστή διεύθυνση, η κοινοποίηση γίνεται υπό μορφή πράξης επίδοσης από δικαστικό επιμελητή.
7.2 Εάν χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι, πότε θεωρείται ότι οι πράξεις έχουν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί;
Όταν η πράξη διαβιβάζεται μέσω επίδοσης, η έκθεση επίδοσης πρέπει να αναγράφει την ημερομηνία της επίδοσης, η οποία είναι η ημερομηνία παράδοσης του αποδεικτικού στον παραλήπτη, στη διεύθυνση κατοικίας του παραλήπτη, ή η ημερομηνία παράδοσης της πράξης στη διεύθυνση κατοικίας του παραλήπτη.
Όταν η πράξη διαβιβάζεται μέσω κοινοποίησης, η ημερομηνία κοινοποίησης είναι η ημερομηνία κατά την οποία η συστημένη επιστολή παραδίδεται στη διεύθυνση κατοικίας/διαμονής/έδρας του παραλήπτη.
7.3 Αν μια άλλη μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης συνίσταται στην κατάθεση των πράξεων σε συγκεκριμένο τόπο (π.χ. σε ταχυδρομικό γραφείο) πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης για την εν λόγω κατάθεση;
Σε κάθε περίπτωση, ο παραλήπτης ενημερώνεται από τον δικαστικό επιμελητή (επίδοση) ή τον ταχυδρομικό υπάλληλο (κοινοποίηση) μέσω ειδοποίησης διέλευσης.
7.4 Ποιες είναι οι συνέπειες, εάν ο παραλήπτης αρνείται να δεχθεί την επίδοση ή την κοινοποίηση των πράξεων; Οι πράξεις λογίζονται ως επιδοθείσες ή κοινοποιηθείσες, αν η άρνηση δεν ήταν νόμιμη;
Σε κάθε περίπτωση, ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί να παραλάβει την πράξη. Ωστόσο, η διαβίβαση έχει διενεργηθεί κανονικά και αρχίζει να παράγει αποτελέσματα όταν το πρόσωπο που την έχει αναλάβει (δικαστικός επιμελητής ή ταχυδρομικός υπάλληλος) προβεί στις ενδεδειγμένες ενέργειες, ιδίως εάν αφήσει ειδοποίηση διέλευσης.
Σε κάθε περίπτωση, ο παραλήπτης μπορεί να αμφισβητήσει σε μεταγενέστερο στάδιο την εγκυρότητα της διαβίβασης, αν αποδείξει ότι η διεύθυνση κατοικίας ή η διεύθυνση διαμονής του ή η διεύθυνση του αντικλήτου του δεν βρίσκεται στην αναγραφόμενη διεύθυνση. Κατά συνέπεια, η επίδοση μέσω δικαστικού επιμελητή είναι νομικώς ασφαλέστερη από την επίδοση μέσω συστημένης επιστολής με απόδειξη παραλαβής, καθώς ο αρμόδιος δικαστικός επιμελητής επαληθεύει τη διεύθυνση του παραλήπτη στο εθνικό μητρώο φυσικών προσώπων ή στο εμπορικό μητρώο. Εξάλλου, η ημερομηνία κοινοποίησης μέσω συστημένης επιστολής δεν μπορεί να διαπιστωθεί με βεβαιότητα εάν ο παραλήπτης δεν έχει χρονολογήσει και δεν έχει υπογράψει την απόδειξη παραλαβής κατά την (πρώτη) προσκόμιση της αλληλογραφίας στη διεύθυνση της κατοικίας/διαμονής/έδρας του. Αντίθετα, η ημερομηνία επίδοσης αναγράφεται πάντα στην έκθεση επίδοσης που συντάσσει ο δικαστικός επιμελητής.
8 Επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς από το εξωτερικό (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων)
8.1 Εάν η ταχυδρομική υπηρεσία παραδίδει πράξη που έχει αποσταλεί από το εξωτερικό σε παραλήπτη σε αυτό το κράτος μέλος, σε περίπτωση όπου απαιτείται απόδειξη παραλαβής (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων), παραδίδει η ταχυδρομική υπηρεσία την πράξη μόνο στον παραλήπτη αυτοπροσώπως ή μπορεί επίσης, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης, να παραδώσει την πράξη και σε άλλο πρόσωπο στην ίδια διεύθυνση;
Στο πλαίσιο της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, το άρθρο 6.3.9 των Γενικών όρων παροχής υπηρεσιών προβλέπει ότι «η συστημένη αλληλογραφία παραδίδεται στον παραλήπτη στην αναγραφόμενη διεύθυνση ή, ελλείψει αυτής: — σε κάθε ενήλικο που παραλαμβάνει την αλληλογραφία στη διεύθυνση και ο οποίος, θέτοντας την υπογραφή του, θεωρείται δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον παραλήπτη και δεσμεύεται να παραλάβει εξ ονόματος και για λογαριασμό του παραλήπτη· ή — σε κάθε ενήλικο που προσκομίζει i) τη σχετική ειδοποίηση ή το σχετικό αποδεικτικό παράδοσης στο κατάστημα στο οποίο φυλάσσεται η αλληλογραφία και ii) το έγγραφο ταυτότητάς του ».
8.2 Σύμφωνα με τους κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης σε αυτό το κράτος μέλος, πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων από το εξωτερικό, βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, εάν ούτε ο παραλήπτης ούτε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή (εάν επιτρέπεται βάσει των εθνικών κανόνων ταχυδρομικής παράδοσης — βλ. παραπάνω) δεν βρίσκεται στη διεύθυνση όπου πρέπει να γίνει η παράδοση;
Η ταχυδρομική αλληλογραφία παραδίδεται στην αναγραφόμενη διεύθυνση, εκτός από τις περιπτώσεις έκδηλου λάθους (παραδείγματα: ανορθόγραφο όνομα οδού, λάθος αριθμός, έκδηλα λανθασμένος ταχυδρομικός κώδικας κ.λπ., …).
Εάν δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί ο παραλήπτης στην αναγραφόμενη διεύθυνση, η συστημένη αλληλογραφία δεν παραδίδεται. Ο ταχυδρομικός υπάλληλος αφήνει ειδοποίηση διέλευσης.
Η αλληλογραφία που δεν μπορεί να παραδοθεί στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη ή που δεν μπόρεσε να παραδοθεί σε κάποιον με δικαίωμα παραλαβής κατά τη διέλευση του ταχυδρομικού υπαλλήλου φυλάσσεται στη διάθεση του παραλήπτη στο ταχυδρομικό κατάστημα της περιοχής του σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζει η ταχυδρομική υπηρεσία, οι οποίες αναγράφονται στο σχετικό δελτίο που αφήνει ο ταχυδρομικός υπάλληλος στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη. Εφόσον παρέλθει η προθεσμία φύλαξης, η αλληλογραφία επιστρέφεται στον αποστολέα, εάν αυτός είναι γνωστός.
8.3 Προβλέπει το ταχυδρομικό κατάστημα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για την παραλαβή των πράξεων πριν τις επιστρέψει στον αποστολέα ως ανεπίδοτες; Εάν ναι, πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης ότι υπάρχει αλληλογραφία για αυτόν προς παραλαβή από το ταχυδρομικό κατάστημα;
Η αλληλογραφία που δεν μπορεί να παραδοθεί στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη ή που δεν μπόρεσε να παραδοθεί σε κάποιον με δικαίωμα παραλαβής κατά τη διέλευση του ταχυδρομικού υπαλλήλου τίθεται στη διάθεση του παραλήπτη στο ταχυδρομικό κατάστημα της περιοχής του σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζει η ταχυδρομική υπηρεσία, οι οποίες αναγράφονται στο σχετικό δελτίο που αφήνει ο ταχυδρομικός υπάλληλος στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη. Εφόσον παρέλθει η προθεσμία φύλαξης, η αλληλογραφία επιστρέφεται στον αποστολέα, εάν αυτός είναι γνωστός.
9 Υπάρχει έγγραφη απόδειξη της επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης;
Σε περίπτωση ταχυδρομικής κοινοποίησης, ως απόδειξη λογίζεται η απόδειξη παραλαβής. Σε περίπτωση επίδοσης μέσω δικαστικού επιμελητή, αυτός συντάσσει πρακτικό των ενεργειών στις οποίες προέβη. Ο δικαστικός επιμελητής είναι κρατικός λειτουργός. Το πρακτικό του δικαστικού επιμελητή θεωρείται γνήσιο μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.
10 Τι συμβαίνει αν για κάποιον λόγο ο παραλήπτης δεν παραλάβει την πράξη ή η επίδοση ή κοινοποίηση γίνει κατά παράβαση του νόμου (π.χ. η επίδοση ή η κοινοποίηση έγινε προς κάποιον τρίτο); Μπορεί η επίδοση ή η κοινοποίηση της πράξης να είναι παρά ταύτα έγκυρη (π.χ. μπορεί να θεραπευθεί παράβαση των διατάξεων του νόμου) ή πρέπει να επιχειρηθεί νέα επίδοση ή κοινοποίηση;
Η παραβίαση των κανόνων όσον αφορά τον τύπο της κοινοποίησης δύναται να συνεπάγεται την ακυρότητα της κοινοποίησης ή της επίδοσης.
Δεν αναγνωρίζεται, ωστόσο, ακυρότητα λόγω σφάλματος ως προς τον τύπο παρά μόνον εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι το εν λόγω σφάλμα προκάλεσε ζημία στον παραλήπτη της πράξης.
Η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τον δικαστή.
Εφόσον ένα εισαγωγικό δικόγραφο δεν ήταν δυνατόν να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εις τας χείρας στον παραλήπτη και αυτός δεν παρίσταται στο δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον αιτούντα να επαναλάβει την επίδοση ή κοινοποίηση με νέα κλήτευση (άρθρο 81 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Η εν λόγω διατύπωση επιτρέπει την άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας περί της ερμηνείας σχετικά με την απουσία του ενδιαφερόμενου.
Στις διαδικασίες όπου οι διάδικοι καλούνται συνήθως μέσω κλήτευσης από τη γραμματεία του δικαστηρίου, ο δικαστής δύναται επίσης να ζητά από τον ενάγοντα να προβεί σε κλήτευση μέσω δικαστικού επιμελητή, εφόσον εγείρονται αμφιβολίες σχετικά με την εγκυρότητα της κλήτευσης μέσω συστημένης επιστολής.
Τέλος, ο δικαστής δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση η οποία λογίζεται ότι εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία έναντι διάδικου ο οποίος δεν είναι παρών στη συνεδρίαση παρά μόνο εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι αυτός ειδοποιήθηκε αυτοπροσώπως. Εάν αυτό δεν ισχύει (π.χ. εάν η κλήτευση παραδόθηκε σε άλλο πρόσωπο που βρέθηκε επί τόπου), η απόφαση εκδίδεται ερήμην, οπότε και υπόκειται σε ανακοπή.
11 Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει πράξη με βάση τη γλώσσα σύνταξής της (άρθρο 12 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και το δικαστήριο ή η αρχή που έχει επιληφθεί της ένδικης διαδικασίας αποφανθεί ότι η άρνηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη, υφίσταται ειδικό ένδικο μέσο για την προσβολή της εν λόγω απόφασης;
Όχι. Ασκούνται τα συνήθη ένδικα μέσα.
12 Πρέπει να πληρώσω για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης και, αν ναι, πόσο; Υπάρχει διαφορά όταν η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης προέρχεται από άλλο κράτος μέλος; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, σχετικά με την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης από άλλο κράτος μέλος.
Ναι. Όταν η πράξη επιδίδεται από τον δικαστικό επιμελητή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τα έξοδα είναι αυτά που προβλέπονται στον τροποποιημένο κανονισμό του Μεγάλου Δούκα της 24ης Ιανουαρίου 1991 για τον καθορισμό των αμοιβών των δικαστικών επιμελητών.
Όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης προέρχεται από άλλο κράτος μέλος, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει την αμοιβή που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό, η οποία ανέρχεται επί του παρόντος σε 138 EUR.
Η κοινοποίηση μέσω της γραμματείας του δικαστηρίου γίνεται δωρεάν.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.