Επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων: επίσημη διαβίβαση νομικών εγγράφων

Ισπανία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Τι σημαίνει στην πράξη ο νομικός όρος «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»; Γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες για την «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»;

H «επίδοση και κοινοποίηση εγγράφων» είναι η πράξη διαβίβασης εγγράφων.

Οι ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν το θέμα αυτό έχουν σκοπό να προσδιορίσουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την αυθεντική έκδοση δικαστικής ή εξώδικης πράξης προκειμένου, ως εκ τούτου, να μπορεί να παρασχεθεί βεβαιότητα όσον αφορά τον χρόνο, τον τόπο, τον τρόπο και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η επίδοση και κοινοποίηση, είτε στο πλαίσιο διαδικασίας (δικαστικές πράξεις) είτε εκτός του πλαισίου διαδικασίας (εξώδικες πράξεις).

Κατά πάγια νομολογία του Συνταγματικού Δικαστηρίου (Tribunal Constitucional), οι πράξεις διαβίβασης εγγράφων συνιστούν προηγούμενη και αναγκαία εγγύηση, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η αποτελεσματικότητα των λοιπών συνταγματικών εγγυήσεων (απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου STC 1/1993 της 13ης Ιανουαρίου 1993).

Από την πλευρά τους, τα δικαστήρια πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πράξεις διαβίβασης εγγράφων είναι πραγματικά αποτελεσματικές, δεδομένου ότι η έκδοση δικαστικής απόφασης χωρίς την ακρόαση ενός διαδίκου μπορεί να παραβιάζει την αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως και να στερεί το δικαίωμα άμυνας, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται ότι πράγματι εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία (STC 54/2010 της 4ης Οκτωβρίου 2010).

2 Ποιες πράξεις πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται επισήμως;

Σύμφωνα με το άρθρο 149 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Ley de Enjuiciamiento Civil - LEC), αποφάσεις επί της διαδικασίας, οι οποίες εκδίδονται σε δικαστικές διαδικασίες πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται με τήρηση του προβλεπόμενου τύπου από τα γραφεία αρωγής δικαστικών αρχών (τα δικαστήρια και τα κέντρα κοινών διαδικασιών για πράξεις επιδόσεων ή κοινοποιήσεων - Servicios Comunes Procesales de Actos de Comunicación).

Διαδικαστικές πράξεις αποτελούν:

  • Οι κοινοποιήσεις, όπου υφίσταται ανάγκη ενημέρωσης σχετικά με απόφαση ή διαδικασία.
  • Οι διαταγές για διενέργεια πράξης, με τις οποίες ζητείται από τον αποδέκτη να παραστεί ενώπιον δικαστηρίου και να προβεί σε κάποιας μορφής ενέργεια εντός ορισμένης προθεσμίας.
  • Οι κλητεύσεις, με τις οποίες ορίζεται ο τόπος, η ημερομηνία και ο χρόνος, κατά τον οποίο ο παραλήπτης υποχρεούται να παραστεί ενώπιον δικαστηρίου και να προβεί σε κάποιας μορφής ενέργεια.
  • Οι αιτήσεις, με τις οποίες ο παραλήπτης υποχρεούται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον νόμο, να προβεί σε πράξη ή παράλειψη.
  • Τα εντάλματα, με τα οποία ζητείται η έκδοση πιστοποιητικών ή αποδεικτικών ενέργειας οποιασδήποτε άλλης πράξης που υπάγεται στην αρμοδιότητα υπευθύνων καταχωρίσεων, συμβολαιογράφων ή δικαστικών υπαλλήλων.
  • Τα υπομνήματα, που σκοπό έχουν την επικοινωνία μη δικαστικών αρχών και υπαλλήλων.

Κάθε έγγραφο που γίνεται δεκτό από το δικαστήριο κατά τη διάρκεια διαδικασίας, ανεξάρτητα από το εάν προσκομίζεται από τους διαδίκους, από τρίτους κατόπιν εντολής του δικαστηρίου ή από πραγματογνώμονες που έχουν διοριστεί από το δικαστήριο, πρέπει να επιδίδεται ή να κοινοποιείται επισήμως.

Εξώδικες πράξεις (για παράδειγμα, συμβολαιογραφικές πράξεις), όπως αυτές ορίζονται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-223/14 (Tecom Mican) επιδίδονται ή κοινοποιούνται επίσης με επίσημο τρόπο, ακόμα και αν δεν πρόκειται για διαδικαστικές διαδικασίες, όπως έκρινε το Δικαστήριο στην υπόθεση C-14/08 (Roda Golf).

Κατ’ ουσίαν, οι πράξεις επιδόσεων ή κοινοποιήσεων με τις οποίες ο δικαστικός φορέας επικοινωνεί με τους διαδίκους ή τρίτους μπορούν να ταξινομηθούν ως εξής:

  • Πράξεις επίδοσης ή κοινοποίησης εγγράφων στους διαδίκους: επιδόσεις ή κοινοποιήσεις, διαταγές για διενέργεια πράξης, κλητεύσεις και αιτήσεις.
  • Πράξεις επίδοσης ή κοινοποίησης εγγράφων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία: κλητεύσεις και αιτήσεις.
  • Πράξεις επίδοσης ή κοινοποίησης εγγράφων σε συμβολαιογράφους, υποθηκοφύλακες ή υπαλλήλους του δικαστικού σώματος: εντάλματα.
  • Πράξεις επίδοσης ή κοινοποίησης εγγράφων σε μη δικαστικές αρχές και άλλους υπαλλήλους του Δημοσίου: υπομνήματα.

3 Ποιος είναι υπεύθυνος για την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξης;

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 152 του LEC, η επίδοση ή κοινοποίηση των εγγράφων γίνεται υπό την επιμέλεια αρμόδιου δικαστικού υπαλλήλου (Letrado de la Administración de Justicia, LAJ) (γνωστού έως το 2015 ως Secretario Judicial) που είναι διορισμένος σε κάθε δικαστήριο, ο οποίος είναι αρμόδιος για την προσήκουσα οργάνωση της διαδικασίας επιδόσεων ή κοινοποιήσεων.

Εκτελείται από δικαστικούς επιμελητές ή από τον συνήγορο του διαδίκου που το έχει ζητήσει και με δική του δαπάνη.

Θεωρείται νομότυπη εάν πιστοποιείται επαρκώς ότι τα έγγραφα έχουν παραδοθεί στον ενδιαφερόμενο ή στη διεύθυνση κατοικίας του αποδέκτη. Αφετέρου, ο συνήγορος πιστοποιεί, με δική του ευθύνη, την ταυτότητα και την ιδιότητα του παραλήπτη του εγγράφου που επιδίδεται ή κοινοποιείται, θέτοντας στο αντίγραφο την υπογραφή του και την ημερομηνία υπογραφής.

4 Εντοπισμός διευθύνσεων

Σύμφωνα με τον κανονισμό, εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίζουν, με δική τους πρωτοβουλία, ως προς την υποβολή αιτημάτων παροχής πληροφοριών στα μητρώα κατοικίας. Στην περίπτωση της Ισπανίας, έχει δηλωθεί ότι η αρμόδια αρχή για την επίδοση ή την κοινοποίηση, δηλαδή ο Letrado de la Administración de Justicia (LAJ), είναι υπεύθυνη για τον εντοπισμό της κατοικίας του προσώπου, ενώ στη δήλωση σχετικά με το άρθρο 7 παράγραφος στοιχείο γ) του κανονισμού αναφέρεται ότι οι ισπανικές αρμόδιες αρχές για την επίδοση και την κοινοποίηση προβαίνουν, με δική τους πρωτοβουλία, σε ενέργειες για τη λήψη πληροφοριών σχετικά με τις διευθύνσεις από τα μητρώα κατοικίας ή από άλλες βάσεις δεδομένων σε περιπτώσεις όπου η διεύθυνση που αναγράφεται στο αίτημα επίδοσης ή κοινοποίησης δεν είναι ορθή.

4.1 Προσπαθεί η αρχή στην οποία απευθύνεται η αίτηση στο εν λόγω κράτος μέλος με δική της πρωτοβουλία να εντοπίσει τον παραλήπτη των πράξεων που πρέπει να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν, εάν η αναγραφόμενη διεύθυνση δεν είναι ορθή; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.

Ναι, σύμφωνα με την ισπανική δήλωση σχετικά με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784, η αρμόδια για την κοινοποίηση αρχή (Letrado de la Administración de Justicia) θα είναι — εξαρχής — υπεύθυνη για τη διενέργεια της κατ’ οίκον έρευνας. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1α, οι υπηρεσίες διαβίβασης θα μπορούν να απευθύνουν αιτήσεις για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη στην αρμόδια αρχή που έχει ορίσει η Ισπανία για την επίδοση ή την κοινοποίηση.

4.2 Έχουν οι αλλοδαπές δικαστικές αρχές και/ή οι διάδικοι πρόσβαση σε μητρώα ή υπηρεσίες σε αυτό το κράτος μέλος που επιτρέπουν τη διαπίστωση της τρέχουσας διεύθυνσης ενός προσώπου; Εάν ναι, ποια μητρώα ή υπηρεσίες υπάρχουν και ποια διαδικασία ακολουθείται; Ποιο είναι το ύψος των καταβλητέων τελών, εφόσον προβλέπονται;

Η Ισπανία δεν διαθέτει τέτοιου είδους μητρώο για δημόσια έρευνα. Ωστόσο, τα ισπανικά δικαστήρια έχουν στη διάθεσή τους μια σειρά από βάσεις δεδομένων περιορισμένης πρόσβασης (το δίκτυο Punto Neutro Judicial), τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιούν, εφόσον συντρέχει νόμιμος προς τούτο λόγος, προκειμένου να διενεργούν έρευνες σχετικά με διευθύνσεις και περιουσιακά στοιχεία. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση που η δικαστική αρχή δεν γνωρίζει τη διεύθυνση του φυσικού ή νομικού προσώπου, στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί το έγγραφο, οφείλει να ζητήσει τη διενέργεια έρευνας μέσω των βάσεων δεδομένων που είναι διαθέσιμες στα δικαστήρια.

Για τη διενέργεια της έρευνας αυτής η αρχή απαιτείται να γνωρίζει τον αριθμό του ισπανικού δελτίου ταυτότητας (Documento Nacional de Identidad) ή τον αριθμό φορολογικού μητρώου του προσώπου το οποίο αφορά η έρευνα, ή τον αριθμό ταυτότητας που φέρει ως αλλοδαπός που κατοικεί ή διαμένει στην Ισπανία. Εάν το εν λόγω πρόσωπο δεν διαθέτει τέτοιου είδους έγγραφα ταυτοποίησης στην Ισπανία, η αρχή θα πρέπει να παράσχει άλλες πληροφορίες, εκτός από το όνομα και το επώνυμο του ατόμου, όπως αριθμό διαβατηρίου, ημερομηνία γέννησης ή εθνικότητα, δεδομένου ότι χωρίς τα στοιχεία αυτά η έρευνα ενδεχομένως να μην αποφέρει αποτελέσματα. Δεν καταβάλλεται τέλος.

Επιπλέον, οι διάδικοι έχουν τη δυνατότητα να ανατρέχουν σε άλλα δημόσια μητρώα, προκειμένου να λάβουν στοιχεία διεύθυνσης. Για την πρόσβαση στα μητρώα αυτά απαιτείται η καταβολή τελών, το ύψος των οποίων κυμαίνεται ανάλογα με τις πληροφορίες που αναζητούνται.

4.3 Τι είδους συνδρομή για τον εντοπισμό διευθύνσεων από άλλα κράτη μέλη παρέχουν οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.

Ο Letrado de la Administración de Justicia (LAJ) προβαίνει, με δική του πρωτοβουλία (ex officio), σε ενέργειες για τη λήψη πληροφοριών σχετικά με τις διευθύνσεις από τα μητρώα κατοικίας (Punto Neutro Judicial) ή από άλλες βάσεις δεδομένων σε περιπτώσεις όπου η διεύθυνση που αναγράφεται στο αίτημα επίδοσης ή κοινοποίησης δεν είναι ορθή.

Εάν το έντυπο αυτό συνοδεύεται από αίτημα για επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1784, και από την έρευνα της διεύθυνσης προκύψει ότι η ισπανική αρχή δεν είναι κατά τόπον αρμόδια για την επίδοση ή κοινοποίηση του εν λόγω εγγράφου, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού, οφείλει να διαβιβάσει το αίτημα στην αρμόδια υπηρεσία παραλαβής και να ενημερώσει αντιστοίχως την υπηρεσία διαβίβασης, κάνοντας χρήση του προτύπου εντύπου.

5 Ποια είναι στην πράξη η συνήθης μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης πράξης; Υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν (εκτός από την υποκατάστατη επίδοση ή κοινοποίηση που προβλέπεται κατωτέρω στο σημείο 7);

Ναι, εάν υπάρχουν διαθέσιμα εναλλακτικά μέσα. Σύμφωνα με το άρθρο 152 του LEC, η επίδοση ή κοινοποίηση των εγγράφων γίνεται υπό την επιμέλεια του Letrado de la Administración de Justicia με οποιονδήποτε από τους κατωτέρω τρόπους:

  1. Μέσω δικηγόρου, σε περίπτωση που τα έγγραφα απευθύνονται σε πρόσωπα που εκπροσωπούνται στις διαδικασίες από αυτόν.
  2. Μέσω ταχυδρομείου, τηλεγραφήματος, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου που παρέχει αξιόπιστο αποδεικτικό, από το οποίο να προκύπτει η παραλαβή, η ημερομηνία και ώρα αυτής, καθώς και το περιεχόμενο των επιδιδόμενων ή κοινοποιούμενων εγγράφων.
  3. Με προσωπική επίδοση ή κοινοποίηση στον αποδέκτη ακριβούς αντιγράφου της απόφασης που πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σε αυτόν, της διαταγής που εκδόθηκε από το δικαστήριο ή τον Letrado de la Administración de Justicia ή τις κλητεύσεις ή την εντολή για διενέργεια πράξης.
  4. Σε κάθε περίπτωση, από το προσωπικό της ισπανικής Υπηρεσίας Δικαστηρίων (Administración de Justicia), με χρήση μέσων εξ αποστάσεως επικοινωνίας, σε υποθέσεις που σχετίζονται με την Εισαγγελία, τη Νομική Υπηρεσία του κράτους, τους νομικούς συμβούλους του ισπανικού Κοινοβουλίου και τις Νομοθετικές Συνελεύσεις ή τις Νομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Κοινωνικής Ασφάλισης, τις λοιπές δημόσιες υπηρεσίες των Αυτόνομων Κοινοτήτων ή των τοπικών αρχών, εάν ο αποδέκτης δεν έχει διορίσει συνήγορο.

Η επίδοση ή κοινοποίηση των εγγράφων θεωρείται νομότυπη, εφόσον το αποδεικτικό επίδοσης ή κοινοποίησης περιέχει επαρκή στοιχεία περί του ότι τα επίμαχα έγγραφα έχουν παραδοθεί στον ενδιαφερόμενο, στη διεύθυνση κατοικίας του, στην ηλεκτρονική διεύθυνση, για την οποία έχει παρασχεθεί άδεια να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτόν, μέσω της πύλης ηλεκτρονικών κοινοποιήσεων ή επιδόσεων ή με οποιοδήποτε εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονικό μέσο επιλέξει ο αποδέκτης.

6 Επιτρέπεται η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων (επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών ή εξωδίκων πράξεων με μέσα εξ αποστάσεως ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ασφαλής εφαρμογή που βασίζεται στο διαδίκτυο, φαξ, SMS κλπ.) σε αστικές διαδικασίες; Εάν ναι, για ποιους τύπους διαδικασιών προβλέπεται η μέθοδος αυτή; Υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά τη διαθεσιμότητα/πρόσβαση σε αυτή τη μέθοδο επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων ανάλογα με το ποιος είναι ο παραλήπτης (επαγγελματίας του νομικού κλάδου, νομικό πρόσωπο, εταιρεία ή άλλος επιχειρηματικός φορέας κλπ.);

Η Ισπανία βρίσκεται σε διαδικασία εισαγωγής του ηλεκτρονικού δικαστικού φακέλου βάσει του νόμου 18 της 5ης Ιουλίου 2011 που ρυθμίζει τη χρήση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας στην απονομή δικαιοσύνης. Η μεταρρύθμιση του κώδικα πολιτικής δικονομίας με τον νόμο 42/2015, της 5ης Οκτωβρίου 2015, κατέστησε υποχρεωτική τη χρήση ασφαλών ηλεκτρονικών συστημάτων για την επίδοση ή κοινοποίηση των διαδικαστικών εγγράφων από όλους τους ασκούντες συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα από την 1η Ιανουαρίου 2016. Τα συστήματα αυτά έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο της πλατφόρμας LexΝΕΤ, η χρήση της οποίας ρυθμίζεται, για το εδαφικό πεδίο εφαρμογής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, από το βασιλικό διάταγμα RD 1065/2015, της 27ης Νοεμβρίου 2015. Από την πλευρά τους, διάφορες αυτόνομες κοινότητες με αρμοδιότητα στον τομέα της δικαιοσύνης έχουν αναπτύξει ισοδύναμα συστήματα ηλεκτρονικής κοινοποίησης.

Στην πράξη, τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι πολίτες εν γένει μπορούν να εγγραφούν συνδρομητές στις διαδικασίες επίδοσης ή κοινοποίησης στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες των δικαστηρίων των διαφόρων εδαφών (η Sede Judicial Electrónica του Υπουργείου Δικαιοσύνης έχει τη μεγαλύτερη γεωγραφική κάλυψη).

Σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 273 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όλοι οι ασκούντες νομικά επαγγέλματα έχουν την υποχρέωση να χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά ή τηλεματικά συστήματα που διαθέτει το Δικαστήριο για την κατάθεση διαδικαστικών εγγράφων, είτε είναι εισαγωγικά δίκης έγγραφα είτε όχι, καθώς και άλλων εγγράφων, προκειμένου να εξασφαλίζεται η γνησιότητα της κατάθεσης και να υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για την ορθή παραλαβή και διαβίβαση, καθώς και για τις σχετικές ημερομηνίες σε κάθε περίπτωση, υποχρέωση χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων του Δικαστηρίου έχουν, τουλάχιστον, οι ακόλουθοι:

α) τα νομικά πρόσωπα,

β) οι οντότητες χωρίς νομική προσωπικότητα,

γ) τα πρόσωπα που ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται εγγραφή σε επαγγελματική οργάνωση για τις διατυπώσεις και τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν στα δικαστήρια κατά την άσκηση της εν λόγω επαγγελματικής δραστηριότητας,

δ) οι συμβολαιογράφοι και οι υποθηκοφύλακες,

ε) τα πρόσωπα που εκπροσωπούν διάδικο ο οποίος υποχρεούται να επικοινωνεί ηλεκτρονικά με το Δικαστήριο,

στ) οι υπάλληλοι δημόσιων υπηρεσιών, για διαδικασίες και ενέργειες στις οποίες προβαίνουν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους.

6.1 Ποιο είδος ηλεκτρονικής επίδοσης ή κοινοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων είναι διαθέσιμο στο εν λόγω κράτος μέλος όταν η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί απευθείας σε πρόσωπο το οποίο έχει γνωστή διεύθυνση επίδοσης ή κοινοποίησης σε άλλο κράτος μέλος;

Η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση μπορεί να πραγματοποιηθεί απευθείας σε πρόσωπα με γνωστή διεύθυνση, υπό την προϋπόθεση ότι οι πράξεις αποστέλλονται και παραλαμβάνονται με ηλεκτρονικά μέσα από εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής παράδοσης και ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων ρητή συγκατάθεση για τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας και υπό την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων στην αρχή που έχει επιληφθεί της ένδικης διαδικασίας ρητή συγκατάθεση για τη χρήση ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αποστέλλονται σε συγκεκριμένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας και ότι ο παραλήπτης επιβεβαιώνει την παραλαβή της πράξης με απόδειξη παραλαβής στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία παραλαβής.

6.2 Έχει το εν λόγω κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, καθορίσει πρόσθετες προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα δέχεται την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.

Δεν έχουν καθοριστεί. Εν τούτοις, το ισπανικό Συνταγματικό Δικαστήριο (Tribunal Constitucional español), στην περίπτωση εναγόμενων νομικών προσώπων, έκρινε ακατάλληλη τη χρήση της ηλεκτρονικής διεύθυνσης για την οποία έχει παρασχεθεί άδεια να χρησιμοποιηθεί ως μέσο επικοινωνίας για την πρώτη ειδοποίηση, δεδομένου ότι η πρώτη ειδοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω ταχυδρομικής αποστολής ως συστημένου με βεβαίωση παραλαβής στη διεύθυνση κατοικίας του αποδέκτη, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 1 του LEC (δήλωση του Συνταγματικού Δικαστηρίου STC 129/2019, της 11ης Νοεμβρίου 2019, όπου επαναλαμβάνεται το κριτήριο που έχει ήδη παγιωθεί σε άλλες αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου 6/2019 και 47/2019)

7 «Υποκατάστατη» επίδοση

7.1 Επιτρέπει η νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους άλλες μεθόδους επίδοσης ή κοινοποίησης σε περιπτώσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατή η επίδοση ή κοινοποίηση των πράξεων στον παραλήπτη (π.χ. κοινοποίηση στη διεύθυνση κατοικίας, στο γραφείο δικαστικού επιμελητή, μέσω ταχυδρομείου ή με ανάρτηση δημόσιας ανακοίνωσης);

Όπου η αποστολή αντιγράφου απόφασης ή κλήτευσης απαιτείται να γίνει με συστημένη επιστολή ή τηλεγράφημα με απόδειξη παραλαβής, ή με παρόμοιο μέσο που επιτρέπει την επισύναψη στον φάκελο αξιόπιστου αποδεικτικού παραλαβής της επίδοσης ή της κοινοποίησης, της ημερομηνίας παραλαβής και του περιεχομένου του επιδοθέντος ή κοινοποιηθέντος εγγράφου, ο αρμόδιος δικαστικός υπάλληλος οφείλει να καταχωρίσει στον φάκελο της υπόθεσης δήλωση με τα στοιχεία αποστολής και το περιεχόμενο του εγγράφου και να επισυνάψει στον φάκελο, κατά περίπτωση, την απόδειξη παραλαβής, το μέσο με το οποίο καταγράφηκε η παραλαβή ή την τεκμηρίωση που παρείχε ο συνήγορος και από την οποία προκύπτει ότι η επίδοση ή κοινοποίηση πραγματοποιήθηκε επιτυχώς.

Στην Ισπανία, επίδοση ή κοινοποίηση από (δημόσια) υπηρεσία δύναται να διαταχθεί μόνον από τη δικαστική αρχή, η οποία είναι αρμόδια για την έκδοση απόφασης επί της αγωγής στην κύρια διαδικασία, και μόνον εφόσον συνάγεται ότι οι προσπάθειες για επίδοση ή κοινοποίηση στους αποδέκτες, κατόπιν έρευνας για τον εντοπισμό του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθούν ή κοινοποιηθούν τα έγγραφα, απέβησαν άκαρπες (άρθρο 164 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Κατά συνέπεια, ο Letrado de la Administración de Justicia, ως υπηρεσία αρμόδια για το αίτημα επίδοσης ή κοινοποίησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1784, δεν δύναται να διατάξει την επίδοση ή κοινοποίηση από (δημόσια) υπηρεσία, δεδομένου ότι ο ρόλος του δεν είναι να λαμβάνει μέρος στην κύρια διαδικασία εκδίκασης της αγωγής αλλά απλώς να παρέχει δικαστική αρωγή.

7.2 Εάν χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι, πότε θεωρείται ότι οι πράξεις έχουν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί;

Τα έγγραφα θεωρείται ότι επιδόθηκαν ή κοινοποιήθηκαν εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται από τον νόμο για κάθε τύπο επίδοσης ή κοινοποίησης.

Σε κάθε περίπτωση, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται πρέπει να επιτρέπουν την επισύναψη στον φάκελο της υπόθεσης αξιόπιστου αποδεικτικού, από το οποίο να προκύπτει η επίδοση ή κοινοποίηση του εκάστοτε εγγράφου, η ημερομηνία και ώρα παραλαβής καθώς και το περιεχόμενο αυτού.

Όπου η αποστολή αντιγράφου απόφασης ή κλήτευσης απαιτείται να γίνει με συστημένη επιστολή ή τηλεγράφημα με απόδειξη παραλαβής, ή με παρόμοιο μέσο που επιτρέπει την επισύναψη στον φάκελο αξιόπιστου αποδεικτικού παραλαβής της επίδοσης ή της κοινοποίησης, της ημερομηνίας παραλαβής και του περιεχομένου του επιδοθέντος ή κοινοποιηθέντος εγγράφου, ο αρμόδιος δικαστικός υπάλληλος οφείλει να καταχωρίσει στον φάκελο της υπόθεσης δήλωση με τα στοιχεία αποστολής και το περιεχόμενο του εγγράφου και να επισυνάψει στον φάκελο, κατά περίπτωση, την απόδειξη παραλαβής, το μέσο με το οποίο καταγράφηκε η παραλαβή ή την τεκμηρίωση που παρείχε ο συνήγορος και από την οποία προκύπτει ότι η επίδοση ή κοινοποίηση πραγματοποιήθηκε επιτυχώς (άρθρο 160 παράγραφος 1 του LEC.)

7.3 Αν μια άλλη μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης συνίσταται στην κατάθεση των πράξεων σε συγκεκριμένο τόπο (π.χ. σε ταχυδρομικό γραφείο) πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης για την εν λόγω κατάθεση;

Εάν η ειδοποίηση ή το έγγραφο δεν είναι δυνατόν να παραδοθεί μέσω ταχυδρομείου, η ταχυδρομική υπηρεσία αφήνει ειδοποίηση, με την οποία ενημερώνει τον αποδέκτη ότι έχει αποσταλεί σε αυτόν επιστολή ή έγγραφο και ότι αυτός καλείται να το παραλάβει εντός συγκεκριμένου χρόνου από το αρμόδιο ταχυδρομικό γραφείο.

Ενδέχεται επίσης να έχει προηγηθεί προσπάθεια επίδοσης ή κοινοποίησης από υπαλλήλους του Γραφείου Αρωγής Δικαστικών Αρχών, οπότε στην περίπτωση αυτή αφήνεται στο γραμματοκιβώτιο του αποδέκτη ειδοποίηση, όπου ορίζεται ο χρόνος, εντός του οποίου αυτός υποχρεούται να παραλάβει το έγγραφο από το δικαστήριο.

Σε περίπτωση που ο αποδέκτης είναι κάτοικος της δικαστικής περιφέρειας της έδρας του δικαστηρίου και τα επίμαχα έγγραφα δεν είναι ουσιώδη για την εκπροσώπηση δια συνηγόρου ή για αυτοπρόσωπη παράσταση στη διαδικασία, μπορεί να του αποσταλεί με οποιοδήποτε από τα μέσα που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, ειδοποίηση με εντολή να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου, προκειμένου να του επιδοθεί ή κοινοποιηθεί δικαστική απόφαση ή άλλη διαδικαστική πράξη, έκδοση αίτησης ή κοινολόγηση υπομνημάτων ή προτάσεων (άρθρο 160 παράγραφος 3 του LEC).

Στην ειδοποίηση πρέπει να γίνεται η προσήκουσα, λεπτομερής αναφορά στους λόγους, για τους οποίους ο αποδέκτης καλείται να προσέλθει στο δικαστήριο, να διευκρινίζονται οι διαδικασίες και η υπόθεση που σχετίζονται με τη διαταγή ή την πράξη και να επισημαίνει στον αποδέκτη το γεγονός ότι σε περίπτωση μη προσέλευσής του χωρίς νόμιμη αιτία εντός του ορισμένου χρόνου, η διαβίβαση ή η κοινοποίηση θα θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε (άρθρο 160 παράγραφος 3 του LEC).

7.4 Ποιες είναι οι συνέπειες, εάν ο παραλήπτης αρνείται να δεχθεί την επίδοση ή την κοινοποίηση των πράξεων; Οι πράξεις λογίζονται ως επιδοθείσες ή κοινοποιηθείσες, αν η άρνηση δεν ήταν νόμιμη;

Εάν ο αποδέκτης αρνηθεί την επίδοση ή κοινοποίηση χωρίς σπουδαίο λόγο, τα έγγραφα θεωρείται ότι έχουν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί σε αυτόν και παράγουν τα ίδια αποτελέσματα που θα είχαν αν είχαν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί, υπό την έννοια ότι οι διάφορες διαδικαστικές προθεσμίες αρχίζουν από την επόμενη ημέρα της άρνησης (άρθρο 161 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

8 Επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς από το εξωτερικό (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων)

Ο κανονισμός επιτρέπει την επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων απευθείας μέσω των ταχυδρομικών υπηρεσιών, με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή με ισοδύναμο μέσο. Ωστόσο, σε περίπτωση ταχυδρομικής αποστολής με απόδειξη παραλαβής, είναι επίσης απαραίτητο να επισυναφθεί το έντυπο.

8.1 Εάν η ταχυδρομική υπηρεσία παραδίδει πράξη που έχει αποσταλεί από το εξωτερικό σε παραλήπτη σε αυτό το κράτος μέλος, σε περίπτωση όπου απαιτείται απόδειξη παραλαβής (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων), παραδίδει η ταχυδρομική υπηρεσία την πράξη μόνο στον παραλήπτη αυτοπροσώπως ή μπορεί επίσης, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης, να παραδώσει την πράξη και σε άλλο πρόσωπο στην ίδια διεύθυνση;

Σύμφωνα με τον νόμο, οι ταχυδρομικές αποστολές, ανάλογα με το είδος τους, πρέπει είτε να παραδίδονται στον αποδέκτη είτε σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτόν ή να κατατίθενται σε ταχυδρομικές θυρίδες ή να αφήνονται στο οικιακό γραμματοκιβώτιο. Εξουσιοδοτημένο από τον αποδέκτη για παραλαβή της ταχυδρομικής αποστολής θεωρείται το άτομο που βρίσκεται στη διεύθυνση της οικίας του τελευταίου, με την προϋπόθεση ότι είναι σε θέση να αποδείξει την ταυτότητά του και να αναλάβει την ευθύνη για τα παραδιδόμενα, εκτός εάν διατυπώσει ρητή προς τούτο άρνηση. (άρθρο 24 του νόμου 43/2010, της 30ής Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία, τα δικαιώματα των χρηστών και την αγορά ταχυδρομικών υπηρεσιών).

8.2 Σύμφωνα με τους κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης σε αυτό το κράτος μέλος, πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων από το εξωτερικό, βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, εάν ούτε ο παραλήπτης ούτε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή (εάν επιτρέπεται βάσει των εθνικών κανόνων ταχυδρομικής παράδοσης — βλ. παραπάνω) δεν βρίσκεται στη διεύθυνση όπου πρέπει να γίνει η παράδοση;

Ο νόμος πρέπει να προβλέπει κανόνες που θα εφαρμόζονται σε περιπτώσεις στις οποίες η παράδοση των αποστελλομένων στον αποδέκτη ή η επιστροφή τους στον αποστολέα είναι αδύνατη για οποιονδήποτε λόγο. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τους κανόνες που διέπουν τη διαδικασία εξακρίβωσης της διεύθυνσης του αποδέκτη, την προέλευση και τον προορισμό των αποστελλομένων, τη διαδικασία ή κλήτευση στο δικαστήριο από τον αποστολέα καθώς και την προσωρινή φύλαξη, ανάκτηση και καταστροφή των αποστελλομένων.

8.3 Προβλέπει το ταχυδρομικό κατάστημα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για την παραλαβή των πράξεων πριν τις επιστρέψει στον αποστολέα ως ανεπίδοτες; Εάν ναι, πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης ότι υπάρχει αλληλογραφία για αυτόν προς παραλαβή από το ταχυδρομικό κατάστημα;

Ο υπάλληλος του ταχυδρομείου αφήνει μια ειδοποίηση, με την οποία ο αποδέκτης ενημερώνεται ότι στο ταχυδρομείο υπάρχει μια επιστολή που οφείλει να παραλάβει εντός του χρονικού ορίου που έχει καθοριστεί. Η μη παραλαβή του αποστελλομένου εντός του καθορισμένου χρονικού ορίου καταγράφεται και αυτό επιστρέφεται στον αποστολέα.

9 Υπάρχει έγγραφη απόδειξη της επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης;

Η αρμόδια ταχυδρομική υπηρεσία θεωρείται ότι ενεργεί με ειλικρίνεια και εντιμότητα κατά τη διανομή, παράδοση και παραλαβή διαδικαστικής πράξης από διοικητικούς και δικαστικούς φορείς ή, σε περίπτωση άρνησης παραλαβής ή αδυναμίας επίδοσης ή κοινοποίησης τέτοιας διαδικαστικής πράξης, είτε πρόκειται για υλική επίδοση είτε για επίδοση με εξ αποστάσεως μέσα.

Η προσωπική επίδοση ή κοινοποίηση από δικαστικό υπάλληλο καταγράφεται σε έγγραφο αποδεικτικό, στο οποίο ο δικαστικός υπάλληλος επισημαίνει το αποτέλεσμα της πράξης επίδοσης ή κοινοποίησης. Σε περίπτωση που η εν λόγω κοινοποίηση ή επίδοση πραγματοποιείται στον ίδιο τον αποδέκτη, το αποδεικτικό επίδοσης ή κοινοποίησης πρέπει να περιλαμβάνει την υπογραφή του ή μνεία τυχόν άρνησής του να υπογράψει το αποδεικτικό παραλαβής καθώς και σημείωση σχετικά με το ότι η επίδοση ή κοινοποίηση θεωρείται ότι έχει συντελεστεί (βλ. ερώτημα 7.4 άρθρο 161 παράγραφος 3 του LEC).

Σύμφωνα με το άρθρο 161 παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε περίπτωση που η διεύθυνση, στην οποία έγινε η απόπειρα επίδοσης ή κοινοποίησης, είναι η διεύθυνση της οικίας του αποδέκτη, σύμφωνα με το δημοτολόγιο διευθύνσεων, για φορολογικούς λόγους ή σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο επίσημο μητρώο ή δημοσίευση επαγγελματικού συλλόγου, ή συνιστά οικιακή ή άλλη εγκατάσταση που εκμισθώνεται στον εναγόμενο και ο αποδέκτης δεν δύναται να εντοπιστεί σε αυτή, η διαδικαστική πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί, εντός σφραγισμένου φακέλου, σε οποιονδήποτε υπάλληλο ή μέλος της οικογένειας ή πρόσωπο, με το οποίο αυτός συμβιώνει και το οποίο έχει συμπληρώσει το 14ο έτος ηλικίας και βρίσκεται στη διεύθυνση αυτή, ή στον επιστάτη του κτιρίου, εφόσον υφίσταται τέτοιος. Σε οποιαδήποτε από αυτές τις περιπτώσεις, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να ενημερώσει τον παραλήπτη ότι υποχρεούται να παραδώσει το αντίγραφο της απόφασης ή της κλήτευσης στο πρόσωπο, προς το οποίο αυτή απευθύνεται, ή να ενημερώσει το πρόσωπο αυτό για την ύπαρξή της, εφόσον γνωρίζει τον τόπο στον οποίο βρίσκεται ο αποδέκτης σε κάθε περίπτωση, ο δικαστικός επιμελητής υποχρεούται να επισημάνει στον παραλήπτη την υποχρέωσή του για διαφύλαξη των προσωπικών δεδομένων του αποδέκτη.

Εάν το έγγραφο απευθύνεται στη διεύθυνση της συνήθους εργασίας του αποδέκτη και εκείνος απουσιάζει, επιδίδεται ή κοινοποιείται σε πρόσωπο που δηλώνει ότι τον γνωρίζει ή, εφόσον υπάρχει τμήμα, υπεύθυνο για την παραλαβή εγγράφων ή αντικειμένων, στον υπεύθυνο του τμήματος αυτού, οπότε στην περίπτωση αυτή ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να επισημάνει στον παραλήπτη τα σημεία που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.

Το όνομα του αποδέκτη του εγγράφου και η ημερομηνία και ώρα που αυτός αναζητήθηκε στην οικία του αλλά κατέστη αδύνατο να εντοπιστεί, αναγράφονται στο αποδεικτικό επίδοσης ή κοινοποίησης, όπως και το όνομα του προσώπου που παραλαμβάνει το αντίγραφο της απόφασης ή της κλήτευσης και η σχέση αυτού με τον αποδέκτη, οπότε η επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφου που πραγματοποιήθηκε με τον τρόπο αυτόν θεωρείται απολύτως έγκυρη.

10 Τι συμβαίνει αν για κάποιον λόγο ο παραλήπτης δεν παραλάβει την πράξη ή η επίδοση ή κοινοποίηση γίνει κατά παράβαση του νόμου (π.χ. η επίδοση ή η κοινοποίηση έγινε προς κάποιον τρίτο); Μπορεί η επίδοση ή η κοινοποίηση της πράξης να είναι παρά ταύτα έγκυρη (π.χ. μπορεί να θεραπευθεί παράβαση των διατάξεων του νόμου) ή πρέπει να επιχειρηθεί νέα επίδοση ή κοινοποίηση;

Επίδοση ή κοινοποίηση που δεν πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις θεωρείται άκυρη, δεδομένου ότι ο ενδιαφερόμενος κινδυνεύει να στερηθεί της προσήκουσας άμυνας (άρθρο 266 παράγραφος 1 του LEC).. Ωστόσο, όταν, παρά την παρατυπία, το πρόσωπο στο οποίο έγινε η επίδοση ή η κοινοποίηση, το οποίο κλητεύθηκε ή κλήθηκε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου, έχει λάβει γνώση της υπόθεσης και δεν κατήγγειλε την ακυρότητα του εγγράφου κατά την πρώτη του παράσταση ενώπιον του Δικαστηρίου, το εν λόγω έγγραφο παράγει πλήρη αποτελέσματα από τότε, ως εάν η επίδοση ή η κοινοποίηση είχε γίνει σύμφωνα με τον νόμο (άρθρο 266 παράγραφος 2 του LEC).

Όσον αφορά τη γλώσσα του εγγράφου που επιδίδεται ή κοινοποιείται, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ στην υπόθεση C-354/15 Henderson, σε κάθε περίπτωση, απαιτείται οι επιδόσεις ή οι κοινοποιήσεις να συνοδεύονται από μετάφραση σε γλώσσα που κατανοεί ο εναγόμενος ή στην επίσημη γλώσσα του αιτούμενου κράτους μέλους παραλαβής ή στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επίδοση ή η κοινοποίηση, εάν υφίστανται περισσότερες από μία επίσημες γλώσσες στο εν λόγω κράτος μέλος στις περιπτώσεις αυτές, η έλλειψη του τυποποιημένου υποδείγματος που παρατίθεται στο έντυπο ΙΒ του εν λόγω κανονισμού πρέπει να θεραπευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου κανονισμού αυτού, (ΕΕ) 2020/1784, δια της κοινοποίησης στον ενδιαφερόμενο του τυποποιημένου εντύπου του παραρτήματος I (έντυπο ΙΒ) του ίδιου κανονισμού.

11 Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει πράξη με βάση τη γλώσσα σύνταξής της (άρθρο 12 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και το δικαστήριο ή η αρχή που έχει επιληφθεί της ένδικης διαδικασίας αποφανθεί ότι η άρνηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη, υφίσταται ειδικό ένδικο μέσο για την προσβολή της εν λόγω απόφασης;

Όπως και στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1784, ενισχύεται περαιτέρω η πληροφόρηση προς τους παραλήπτες, καθώς οι τελευταίοι μπορούν να αρνηθούν την παραλαβή πράξης εάν αυτή δεν έχει συνταχθεί, ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ο παραλήπτης, στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους παραλαβής ή, εάν αυτό το κράτος μέλος έχει περισσότερες επίσημες γλώσσες, σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να γίνει η επίδοση ή η κοινοποίηση.

Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί την παραλαβή πράξης, τούτο μπορεί να θεραπευθεί μέσω νέας επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης συνοδευόμενης από τη μετάφρασή της (άρθρο 12 παράγραφος 5). Εάν η άρνηση παραλαβής δεν είναι δικαιολογημένη επειδή ο παραλήπτης κατανοεί τη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η πράξη, μετά την πραγματική άσκηση του δικαιώματος άρνησης παραλαβής, το επιληφθέν δικαστήριο μπορεί να ελέγξει αν η άρνηση αυτή είναι βάσιμη και, ενδεχομένως, να εφαρμόσει τις συνέπειες που προβλέπει το εθνικό του δίκαιο (διάταξη του Δικαστηρίου της 28ης Απριλίου 2016, υπόθεση C-384/14 Alta Realitat).

12 Πρέπει να πληρώσω για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης και, αν ναι, πόσο; Υπάρχει διαφορά όταν η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης προέρχεται από άλλο κράτος μέλος; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, σχετικά με την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης από άλλο κράτος μέλος.

Στις περιπτώσεις που η επίδοση ή η κοινοποίηση εγγράφου διενεργείται από δικαστήριο, το Γραφείο Αρωγής Δικαστικής Διοίκησης ή το Κέντρο Κοινών Διαδικασιών, το κόστος της υπηρεσίας βαρύνει τον αντίστοιχο δικαστικό φορέα, ο δε αιτών δεν οφείλει τέλος.

Τελευταία επικαιροποίηση: 13/11/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.