

Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Στη Λετονία υπάρχουν δύο δυνατότητες: Η εκούσια εκτέλεση υποχρεώσεων (saistību bezstrīdus piespiedu izpildīšana, κεφάλαιο 50 άρθρα 400–406 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας – Civilprocesa likums) και η εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής (saistību piespiedu izpildīšana brīdinājuma kārtība, κεφάλαιο 50.1 άρθρα 406.1–406.10 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας).
Εκούσια εκτέλεση υποχρεώσεων επιτρέπεται:
Οι ανωτέρω υποχρεώσεις δεν υπόκεινται σε εκούσια εκτέλεση εφόσον:
Εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής επιτρέπεται σε σχέση με υποχρεώσεις πληρωμών οι οποίες αποδεικνύονται με έγγραφο και για τις οποίες δεν έχει παρέλθει η προθεσμία εκτέλεσης, καθώς και σε σχέση με υποχρεώσεις καταβολής αποζημίωσης οι οποίες απορρέουν από σύμβαση προμήθειας αγαθών, αγοράς αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις αποδεικνύονται με έγγραφο και δεν έχει οριστεί προθεσμία εκτέλεσης.
Εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής δεν επιτρέπεται:
Όχι.
Η χρησιμοποίηση των διαδικασιών δεν είναι υποχρεωτική.
Εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής δεν επιτρέπεται όταν ο δηλωμένος ή ο πραγματικός τόπος κατοικίας, ο τόπος διαμονής ή η επίσημη έδρα του οφειλέτη δεν βρίσκεται στη Λετονία.
Εκούσια εκτέλεση υποχρεώσεων επιτρέπεται εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση βάσει εγγράφου σύστασης υποθήκης επί ακινήτου, ή υποχρέωσης εκκένωσης ή απόδοσης μισθωμένου ακινήτου, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται στη Λετονία. Αίτηση εκούσιας εκτέλεσης βάσει υποχρέωσης από την υποθήκευση πλοίου μπορεί να υποβληθεί στη Λετονία εφόσον η υποθήκη έχει συσταθεί στη Λετονία.
Η αίτηση εκούσιας εκτέλεσης υποχρεώσεων υποβάλλεται στην κτηματολογική υπηρεσία του επαρχιακού ή δημοτικού δικαστηρίου (rajona (pilsētas) tiesa):
Η αίτηση για εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής υποβάλλεται στην κτηματολογική υπηρεσία του επαρχιακού ή δημοτικού δικαστηρίου του δηλωθέντος τόπου κατοικίας του οφειλέτη ή, ελλείψει αυτού, του πραγματικού τόπου κατοικίας ή της επίσημης έδρας του οφειλέτη.
Η αίτηση εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής πρέπει να υποβάλλεται σύμφωνα με το παράρτημα 1 του κανονισμού του υπουργικού συμβουλίου αριθ. 792 της 21ης Ιουλίου 2009 περί υποδειγμάτων εντύπων για τη διαδικασία εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής. Το υπόδειγμα είναι διαθέσιμο ηλεκτρονική πύλη των λετονικών δικαστηρίων https://tiesas.lv
Δεν υπάρχει υπόδειγμα αίτησης εκούσιας εκτέλεσης υποχρεώσεων, επομένως η εν λόγω αίτηση πρέπει να συντάσσεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 404 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας.
Όχι, αυτή δεν είναι υποχρεωτική. Οι γενικοί κανόνες εκπροσώπησης καθορίζονται στο κεφάλαιο 12 (που τιτλοφορείται «Εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι») του νόμου περί πολιτικής δικονομίας.
Το σκεπτικό της αίτησης δεν απαιτείται να είναι διεξοδικά αιτιολογημένο.
Η αίτηση εκούσιας εκτέλεσης υποχρεώσεων πρέπει να ορίζει την υποχρέωση και το έγγραφο το οποίο επιθυμεί να εκτελέσει ο δανειστής, το ποσό του οφειλόμενου κεφαλαίου και τυχόν ποινικές ρήτρες ή τόκους, και, στην περίπτωση γραμματίου, τα έξοδα διαμαρτύρησης του γραμματίου και τη νόμιμη αποζημίωση. Στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται: ο εκτελεστός τίτλος και ακριβές αντίγραφο αυτού, ή, σε περίπτωση γραμματίου, το έντυπο διαμαρτύρησης και αποδεικτικό οχλήσεως του οφειλέτη, εκτός εάν δεν απαιτείται σχετική όχληση σύμφωνα με τον νόμο.
Η αίτηση εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής υποβάλλεται με τη συμπλήρωση τυποποιημένου υποδείγματος εντύπου, στο οποίο αναγράφονται τα στοιχεία του αιτούντος και του οφειλέτη, η υποχρέωση πληρωμής, τα έγγραφα από τα οποία απορρέει η υποχρέωση και η προθεσμία εκτέλεσης της υποχρέωσης, το ποσό που ζητείται και ο τρόπος υπολογισμού του, ενώ παρέχεται δήλωση του αιτούντος ότι η αξίωση δεν εξαρτάται από αντιπαροχή ή ότι έχει εκπληρωθεί οποιαδήποτε αντιπαροχή.
Στην αίτηση εκούσιας εκτέλεσης υποχρεώσεων πρέπει να επισυνάπτονται τα κατωτέρω: Ο εκτελεστός τίτλος και ακριβές αντίγραφο αυτού, ή, σε περίπτωση γραμματίου, το έγγραφο διαμαρτύρησης του γραμματίου και αποδεικτικό οχλήσεως του οφειλέτη, εκτός εάν δεν απαιτείται σχετική όχληση σύμφωνα με το νόμο (αποδεικτικό της όχλησης μπορεί να είναι δήλωση του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ή βοηθού του ότι ο οφειλέτης αρνήθηκε να αποδεχθεί την όχληση).
Για την εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής δεν απαιτείται γραπτή απόδειξη της αξίωσης, ωστόσο η αίτηση θα πρέπει να ορίζει τα έγγραφα που τεκμηριώνουν την υποχρέωση και την προθεσμία εκπλήρωσης της υποχρέωσης. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης αμφισβητήσει την εγκυρότητα της υποχρέωσης πληρωμής εντός 14 ημερών από την λήψη της δικαστικής εντολής, η δικαστική διαδικασία εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής ματαιώνεται. Η απόφαση η οποία κηρύσσει τη ματαίωση της διαδικασίας για την εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής κατόπιν ενστάσεως του οφειλέτη δεν θίγει το δικαίωμα του δανειστή να ασκήσει τακτική αγωγή για την ικανοποίηση της αξίωσης.
Στο πλαίσιο της εκούσιας εκπλήρωσης υποχρεώσεων, η αίτηση κρίνεται από μονομελές δικαστήριο εντός επτά ημερών από την υποβολή της, επί τη βάσει της αίτησης και των συνημμένων σε αυτή εγγράφων, χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση προς τον αιτούντα και τον οφειλέτη. Το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση εάν κρίνει αυτή αβάσιμη ή εάν η αιτούμενη ποινή είναι δυσανάλογη προς το ποσό της οφειλής ή εάν ο τίτλος που πρόκειται να εκτελεστεί περιέχει αθέμιτες συμβατικές διατάξεις οι οποίες παραβιάζουν τα δικαιώματα των καταναλωτών.
Στην περίπτωση εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής, εάν το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση αλλά ο οφειλέτης ασκήσει ανακοπή εντός 14 ημερών από τη λήψη της δικαστικής εντολής αμφισβητώντας την εγκυρότητα της υποχρέωσης πληρωμής, το δικαστήριο ματαιώνει τη διαδικασία εκτέλεσης.
Η απόφαση του δικαστηρίου επί αιτήσεως εκούσιας εκτέλεσης ή εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
Η αίτηση εκούσιας εκτέλεσης υποχρεώσεων κρίνεται από μονομελές δικαστήριο χωρίς προηγούμενη ακρόαση του οφειλέτη.
Στην περίπτωση αίτησης εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής, το δικαστήριο διατάσσει τον οφειλέτη να καταβάλει το ποσό που αναγράφεται στην αίτηση ή να ασκήσει ανακοπή ενώπιόν του εντός 14 ημερών από τη λήψη της δικαστικής εντολής.
Σε περίπτωση αιτήσεως εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής, εάν ο οφειλέτης ασκήσει ανακοπή αμφισβητώντας την εγκυρότητα της υποχρέωσης πληρωμής εντός 14 ημερών από τη λήψη της εντολής, η σχετική διαδικασία εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής ματαιώνεται. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης αποδεχθεί μερικώς την αίτηση, η απάντησή του κοινοποιείται στον αιτούντα μαζί με την προθεσμία εντός της οποίας αυτός οφείλει να ενημερώσει το δικαστήριο κατά πόσον έχει εκτελεσθεί το μέρος της υποχρέωσης το οποίο έγινε δεκτό από τον οφειλέτη. Σε περίπτωση που ο αιτών δεν συμφωνεί με τη μερική αποδοχή της υποχρέωσης, ή δεν απαντήσει εντός της προθεσμίας που τάσσεται στη σχετική κοινοποίηση, η διαδικασία ματαιώνεται.
Σε περίπτωση αιτήσεως εκτέλεσης υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής, εάν ο οφειλέτης δεν ασκήσει ανακοπή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην σχετική κοινοποίηση, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση εντός επτά ημερών από την λήξη της προθεσμίας άσκησης ανακοπής, διατάσσοντας την εκτέλεση της υποχρέωσης πληρωμής που ορίζεται στην αίτηση και την αποζημίωση των δικαστικών εξόδων.
Εκτέλεση υποχρεώσεων κατόπιν δικαστικής εντολής: η απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την εκτέλεση της υποχρέωσης πληρωμής που ορίζεται στην αίτηση ισχύει άμεσα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, ο οποίος μπορεί να εκτελεστεί σύμφωνα με τους κανόνες σχετικά με την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων.
Εκούσια εκτέλεση υποχρεώσεων: αφού εξετάσει την εγκυρότητα της αίτησης και εφόσον κρίνει ότι αυτή πρέπει να γίνει δεκτή, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση ορίζοντας την υποχρέωση που πρέπει να εκτελεστεί και τον βαθμό στον οποίο πρέπει να εκτελεστεί. Η απόφαση του δικαστηρίου έχει άμεση ισχύ αποτελεί εκτελεστό τίτλο, ο οποίος μπορεί να εκτελεστεί σύμφωνα με τους κανόνες σχετικά με την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων. Η απόφαση του δικαστηρίου προωθείται προς εκτέλεση μαζί με ακριβές αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου.
Η απόφαση του δικαστηρίου επί αιτήσεως εκούσιας εκτέλεσης ή εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Ωστόσο, εφόσον ο οφειλέτης θεωρεί ότι η αξίωση του αιτούντος είναι, κατ' ουσίαν, αβάσιμη, ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει προσφυγή δια της οποίας θα αμφισβητεί την αξίωση του δανειστή (στην περίπτωση εκούσιας εκτέλεσης εντός έξι μηνών από τη λήψη ακριβούς αντιγράφου της απόφασης του δικαστηρίου, ενώ στην περίπτωση εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής εντός τριών μηνών από την λήψη του αντίστοιχου αντιγράφου). Με την άσκηση της προσφυγής, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης εάν ο δανειστής έχει ήδη ικανοποιηθεί στην αξίωσή του μέσω της διαδικασίας εκτέλεσης, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την εξασφάλιση της αξίωσής του. Η προσφυγή του οφειλέτη ασκείται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον νόμο περί πολιτικής δικονομίας ενώπιον του δικαστηρίου το οποίο έκρινε την αίτηση εκούσιας εκτέλεσης ή την αίτηση εκτέλεσης κατόπιν δικαστικής εντολής. Στην περίπτωση όμως που η αξίωση υπόκειται στην αρμοδιότητα περιφερειακού δικαστηρίου (apgabaltiesa), αυτή πρέπει να ασκηθεί ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου το οποίο έχει αρμοδιότητα επί της κτηματολογικής υπηρεσίας του επαρχιακού ή δημοτικού δικαστηρίου το οποίο έκρινε την αρχική αίτηση εκτέλεσης.
Ο καθού μπορεί να ζητήσει την εκ νέου εξέταση της υπόθεσης στο πλαίσιο της διαδικασίας επανεξέτασης βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, υποβάλλονται αίτηση:
Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί εντός προθεσμίας 45 ημερών από την ημέρα κατά την οποία έγιναν γνωστά τα περιστατικά που, βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δικαιολογούν την άσκηση αίτησης επανεξέτασης.
Η αίτηση δεν μπορεί να υποβληθεί μετά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής εκτελεστού τίτλου σε σχέση με την οικεία απόφαση.
Αίτηση στην οποία δεν αναφέρονται τα περιστατικά τα οποία, βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να δικαιολογήσουν την άσκηση αίτησης επανεξέτασης απόφασης δεν γίνεται δεκτή και επιστρέφεται στον αιτούντα. Ομοίως, το δικαστήριο αρνείται να εξετάσει εκ νέου υπόθεση στο πλαίσιο της διαδικασίας επανεξέτασης αν η αίτηση αποτελεί επανάληψη προηγούμενης αίτησης, εκτός αν προκύπτει ότι έχουν μεταβληθεί τα επικαλούμενα για τη θεμελίωση της αίτησης επανεξέτασης περιστατικά που είναι κρίσιμα για την απόφαση του δικαστηρίου επί του ζητήματος. Η εν λόγω απόφαση του δικαστηρίου μπορεί να προσβληθεί με παρεμπίπτουσα προσφυγή (blakus sūdzība).
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.