- 1 Εναντίον ποιων μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας;
- 2 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας;
- 3 Ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία; Πώς αντιμετωπίζονται τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται από τον οφειλέτη ή που περιέρχονται σε αυτόν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
- 4 Ποιες εξουσίες έχουν ο οφειλέτης και ο διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας, αντίστοιχα;
- 5 Κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να προταθεί συμψηφισμός;
- 6 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των υφισταμένων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος;
- 7 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των ατομικών διώξεων εκ μέρους πιστωτών (εκτός εάν υφίσταται εκκρεμοδικία);
- 8 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των εκκρεμών κατά τον χρόνο της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας δικών;
- 9 Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συμμετοχής των πιστωτών στη διαδικασία αφερεγγυότητας;
- 10 Με ποιον τρόπο μπορεί ο διαχειριστής/διαχειρίστρια αφερεγγυότητας να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας;
- 11 Ποιες απαιτήσεις δύνανται να αναγγελθούν κατά της πτωχευτικής περιουσίας του οφειλέτη και με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονται οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
- 12 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων;
- 13 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων; Με ποιον τρόπο κατατάσσονται οι απαιτήσεις και τα δικαιώματα των πιστωτών;
- 14 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας αφερεγγυότητας (ιδίως διά πτωχευτικού συμβιβασμού);
- 15 Ποια είναι τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
- 16 Πού καταλογίζονται το κόστος και οι δαπάνες της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
- 17 Ποιοι είναι οι κανόνες που άπτονται της ακυρότητας, της ακυρωσίας ή του ανενεργού των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών;
Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
- Βέλγιοbe
- Βουλγαρίαbg
- Τσεχίαcz
- Δανίαdk
- Γερµανίαde
- Εσθονίαee
- Ιρλανδίαie
- Ελλάδα el
- Ισπανίαes
- Γαλλίαfr
- Κροατίαhr
- Ιταλίαit
- Κύπροςcy
- Λεττονίαlv
- Λιθουανίαlt
- Λουξεµβούργοlu
- Ουγγαρίαhu
- Μάλταmt
- Κάτω Χώρεςnl
- Αυστρίαat
- Πολωνίαpl
- Πορτογαλίαpt
- Ρουμανίαro
- Σλοβενίαsi
- Σλοβακίαsk
- Φινλανδίαfi
- Σουηδίαse
- Ηνωµένο Βασίλειοuk
1 Εναντίον ποιων μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες) και διαδικασίες πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, διακρίνονται δύο μορφές προσώπων σε σχέση με τα οποία μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας, και αυτές είναι οι εμπορικές εταιρείες και οι έμποροι. Για αυτούς τους τύπους προσώπων ισχύουν διαφορετικά καθεστώτα. Οι εμπορικές εταιρείες μπορούν να υποδιαιρεθούν σε ομόρρυθμες εταιρείες (partnerships en nom collectif), ετερόρρυθμες εταιρείες (partnerships en commandite) και ανώνυμες εταιρείες (limited liability companies).
Διαδικασίες αφερεγγυότητας μπορούν να κινηθούν κατά όλων των ανωτέρω αναφερόμενων προσώπων (φυσικών και νομικών), αλλά εφαρμόζονται διαφορετικές διαδικασίες, κανόνες και νομοθεσία. Στο πλαίσιο αυτό, διαδικασία πτώχευσης (κεφάλαιο 13 της νομοθεσίας της Μάλτας) μπορεί να κινηθεί κατά των ομόρρυθμων εταιρειών, των ετερόρρυθμων εταιρειών και των εμπόρων. Οι ομόρρυθμες εταιρείες και οι ετερόρρυθμες εταιρείες θεωρούνται σε κάθε περίπτωση έμποροι όσον αφορά τις διαδικασίες πτώχευσης. Ως «έμπορος» ορίζεται στο κεφάλαιο 13 κάθε πρόσωπο το οποίο διενεργεί επαγγελματικά εμπορικές πράξεις στο όνομά του, και ο όρος αυτός περιλαμβάνει κάθε εμπορική εταιρεία.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Διαδικασία αναδιοργάνωσης μπορεί να κινηθεί κατά των ανώνυμων εταιρειών σύμφωνα με τα άρθρα 327 έως 329Β του κεφαλαίου 386 (νόμος περί εταιρειών του 1995).
2 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Κατόπιν απόφασης της γενικής συνέλευσης, του διοικητικού συμβουλίου, οποιουδήποτε ομολογιούχου, πιστωτή ή πιστωτών, ή οποιουδήποτε υπόχρεου ή υπόχρεων σε συνεισφορά, η εταιρεία μπορεί να καταθέσει αίτηση στο δικαστήριο για τη λύση και, στη συνέχεια, την εκκαθάρισή της, εάν η εταιρεία δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της. Σύμφωνα με το άρθρο 214 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii) του κεφαλαίου 386, πρέπει να διενεργείται ο ακόλουθος έλεγχος:
Ανώνυμη εταιρεία θεωρείται ότι δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της -
α) εάν οφειλή της εταιρείας παραμένει πλήρως ή εν μέρει ανεξόφλητη είκοσι τέσσερις εβδομάδες μετά την εκτέλεση εκτελεστού τίτλου κατά της εταιρείας με οποιαδήποτε από τις πράξεις εκτέλεσης που προσδιορίζονται στο άρθρο 273 του κώδικα οργάνωσης και αστικής διαδικασίας· ή
β) εάν αποδειχθεί σε βαθμό ικανοποιητικό για το δικαστήριο ότι η εταιρεία δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της, λαμβανομένων επίσης υπόψη των υπό αίρεση και των υπό προθεσμία υποχρεώσεων της εταιρείας.
Το δικαστήριο θα δώσει στους διαδίκους την ευκαιρία να προβάλουν τα επιχειρήματά τους και θα αποφασίσει τελικά εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις αφερεγγυότητας. Εάν πληρούνται, το δικαστήριο θα διατάξει τη λύση της εταιρείας και ως ημερομηνία επέλευσης της αφερεγγυότητας θα θεωρείται η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης στο δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 223 του κεφαλαίου 386.
Κατά το διάστημα μεταξύ της κατάθεσης στο δικαστήριο της αίτησης κήρυξης σε αφερεγγυότητα και της έκδοσης της απόφασης λύσης της εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας, το δικαστήριο δύναται ανά πάσα στιγμή να διορίσει προσωρινό διαχειριστή και να του αναθέσει τη διαχείριση της περιουσίας ή των δραστηριοτήτων της εταιρείας, όπως το ίδιο κατά την κρίση του θα καθορίσει με την απόφαση διορισμού του προσωρινού διαχειριστή. Η θητεία του προσωρινού διαχειριστή λήγει όταν εκδοθεί η απόφαση εκκαθάρισης ή όταν απορριφθεί η αίτηση εκκαθάρισης, εκτός εάν αυτός παραιτηθεί ή παυθεί νωρίτερα από το δικαστήριο για αποδεδειγμένο βάσιμο λόγο.
Αφερεγγυότητα - εκούσια εκκαθάριση από τους πιστωτές
Εκτός των ανωτέρω, ανώνυμη εταιρεία μπορεί να λυθεί και εκουσίως. Εάν το διοικητικό συμβούλιο θεωρεί ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας δεν επαρκούν για την κάλυψη των υποχρεώσεών της, συγκαλείται συνέλευση των πιστωτών για τον διορισμό διαχειριστή αφερεγγυότητας (και/ή επιτροπής εκκαθάρισης), ο οποίος πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και των πιστωτών και ο οποίος αναλαμβάνει να εκκαθαρίσει την εταιρεία χωρίς να απαιτείται δικαστική διαδικασία. Οι εφαρμοστέοι συναφώς κανόνες ορίζονται στα άρθρα 277 επ. του κεφαλαίου 386.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Η εταιρεία κατόπιν απόφασης έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου κατόπιν απόφασης του διοικητικού συμβουλίου, ή πιστωτές της εταιρείας που συγκεντρώνουν άνω του 50% σε όρους αξίας των συνολικών απαιτήσεων κατά της εταιρείας δύνανται να καταθέσουν αίτηση αναδιοργάνωσης (διαδικασία ανάκαμψης σύμφωνα με το άρθρο 329Β του κεφαλαίου 386) στο δικαστήριο, εάν η επιχείρηση δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της ή πιθανολογείται ότι πολύ σύντομα δεν θα είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της. Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, εταιρεία θεωρείται ότι δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της -
α) εάν οφειλή της εταιρείας παραμένει πλήρως ή εν μέρει ανεξόφλητη είκοσι τέσσερις εβδομάδες μετά την εκτέλεση εκτελεστού τίτλου κατά της εταιρείας με οποιαδήποτε από τις πράξεις εκτέλεσης που προσδιορίζονται στο άρθρο 273 του κώδικα οργάνωσης και αστικής διαδικασίας· ή
β) εάν αποδειχθεί σε βαθμό ικανοποιητικό για το δικαστήριο ότι η εταιρεία δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της, λαμβανομένων επίσης υπόψη των υπό αίρεση και των υπό προθεσμία υποχρεώσεων της εταιρείας.
Το δικαστήριο θα αποφασίσει αν θα θέσει την εταιρεία υπό αναδιοργάνωση και, επομένως, θα εκδώσει απόφαση για τη θέση της εταιρείας σε καθεστώς ανάκαμψης, εντός είκοσι εργάσιμων ημερών από την κατάθεση στο δικαστήριο της αίτησης διαχείρισης των δραστηριοτήτων της εταιρείας για διάστημα που καθορίζεται από το δικαστήριο (προς το παρόν, το εν λόγω διάστημα είναι ενός έτους και δύναται να παραταθεί για ένα ακόμα έτος· ωστόσο, βάσει τροποποιήσεων που πρόκειται να επέλθουν, η διάρκεια του διαστήματος αυτού θα μειωθεί στους τέσσερις μήνες, με τη δυνατότητα να παρατείνεται για τέσσερις ακόμη μήνες κάθε φορά και έως μέγιστη συνολική διάρκεια δώδεκα μηνών.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Διαδικασία πτώχευσης μπορεί να κινηθεί από οποιονδήποτε πιστωτή, ανεξάρτητα από το εάν η προς αυτόν οφειλή είναι εμπορική ή όχι και ακόμη και στην περίπτωση που η εν λόγω οφειλή δεν έχει καταστεί ακόμη ληξιπρόθεσμη, με την υποβολή αίτησης για την κίνηση συνοπτικής διαδικασίας ενώπιον του Πρώτου Τμήματος του Αστικού Δικαστηρίου (Civil Court, First Hall) κατά του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου του, για την κήρυξη του εν λόγω οφειλέτη σε πτώχευση.
Το κριτήριο για την κήρυξη σε πτώχευση είναι η αναστολή της πληρωμής οφειλών από τον οφειλέτη. Το δικαστήριο θα εκδώσει την απόφαση κήρυξης πτώχευσης και θα διορίσει έναν ή περισσότερους συνδίκους για την άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται σε αυτούς σύμφωνα με το κεφάλαιο 13 του Εμπορικού Κώδικα.
3 Ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία; Πώς αντιμετωπίζονται τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται από τον οφειλέτη ή που περιέρχονται σε αυτόν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες) (συμπεριλαμβανομένης της εκούσιας εκκαθάρισης από τους πιστωτές)
Όλα τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας θα ρευστοποιηθούν για την κάλυψη των υποχρεώσεων του οφειλέτη. Δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων που αποτελούσαν ήδη μέρος της περιουσίας του οφειλέτη και εκείνων που μεταβιβάζονται στον οφειλέτη μετά την έναρξη των διαδικασιών αφερεγγυότητας.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Στη διαδικασία πτώχευσης που αφορά εμπόρους και ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες, όλα τα περιουσιακά στοιχεία, κινητά και ακίνητα, μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στην προς ρευστοποίηση περιουσία. Στην περίπτωση πτώχευσης, μόλις κηρυχθεί η πτώχευση, ο πτωχεύσας εκπίπτει αυτοδικαίως από τη διαχείριση του συνόλου της περιουσίας του, είτε η εν λόγω περιουσία αφορά την επιχείρησή του είτε όχι, με την εξαίρεση του δικαιώματος είσπραξης ενός ημερήσιου ποσού για σκοπούς επιβίωσης.
Τα περιουσιακά στοιχεία του περιέρχονται στην κατοχή συνδίκου, ο οποίος έχει το δικαίωμα να πωλήσει και να διαθέσει την περιουσία με την άδεια του δικαστηρίου. Τα υποκείμενα σε φθορά περιουσιακά στοιχεία του πτωχεύσαντος πωλούνται μέσω αδειοδοτημένου εκπλειστηριαστή κατόπιν άδειας του δικαστηρίου.
Όσον αφορά τα μη υποκείμενα σε φθορά εμπορεύματα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία, επίσης απαιτείται άδεια από το δικαστήριο.
Στις περιπτώσεις αυτές, ο δικαστής παρέχει τις οδηγίες που θεωρεί τις πλέον συμφέρουσες για τον πτωχεύσαντα και τους πιστωτές, ακόμη και εάν ανακύπτουν οι σχετικές συνθήκες, ώστε ο σύνδικος να μπορέσει να αποκαταστήσει τις υποθέσεις του πτωχεύσαντος ή να αυξήσει τα περιουσιακά στοιχεία του, εφόσον αυτό είναι και προς το συμφέρον των πιστωτών.
4 Ποιες εξουσίες έχουν ο οφειλέτης και ο διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας, αντίστοιχα;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Μόλις το δικαστήριο διατάξει τη λύση ανώνυμης εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας, διορίζει διαχειριστή αφερεγγυότητας.
Το κεφάλαιο 386 ορίζει ότι ο εν λόγω διαχειριστής αφερεγγυότητας πρέπει να είναι φυσικό πρόσωπο και να είναι δικηγόρος ή ορκωτός λογιστής και/ή ελεγκτής, ή να είναι καταχωρισμένος στο μητρώο εταιρειών ως αδειοδοτημένος να ασκεί το έργο του διαχειριστή αφερεγγυότητας.
Ένας περαιτέρω περιορισμός είναι ότι διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν μπορεί να αναλάβει τον ρόλο διαχειριστή αφερεγγυότητας εταιρείας εάν είχε υπάρξει μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή γραμματέας της εν λόγω εταιρείας ή εάν είχε διοριστεί σε οποιαδήποτε άλλη θέση στην εν λόγω εταιρεία ή σε σχέση με την εν λόγω εταιρεία, οποιαδήποτε στιγμή κατά τα τέσσερα τελευταία έτη πριν από τη λύση της εταιρείας.
Το δικαστήριο διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει ποιος θα καταβάλει την αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Καταρχήν, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αμείβεται από την περιουσία της εταιρείας. Ωστόσο, εάν αυτή δεν επαρκεί, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την καταβολή της αμοιβής από άλλα (συνδεδεμένα) πρόσωπα και κατά τον τρόπο που θα ορίσει το δικαστήριο.
Σύμφωνα με το άρθρο 296 του κεφαλαίου 386, οι εξουσίες των στελεχών της εταιρείας (των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του γραμματέα της εταιρείας) παύουν με τον διορισμό διαχειριστή αφερεγγυότητας και, επομένως, ούτε τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε εκπροσώπου τους, ούτε ο γραμματέας της επιχείρησης έχουν εξουσία να συναλλάσσονται στο όνομα και για λογαριασμό της υπό εκκαθάριση εταιρείας. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας θέτει υπό την επιμέλεια ή τον έλεγχό του το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και το σύνολο των δικαιωμάτων τα οποία έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι ανήκουν στην εταιρεία.
Σύμφωνα με το άρθρο 238 του κεφαλαίου 386, στο πλαίσιο εκκαθάρισης εταιρείας με απόφαση δικαστηρίου, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας έχει την εξουσία, με την άδεια είτε του δικαστηρίου είτε της επιτροπής εκκαθάρισης:
α) να καταθέσει ή να υπερασπιστεί οποιαδήποτε αγωγή ή να κινήσει ή να υπερασπιστεί οποιαδήποτε άλλη νομική διαδικασία στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας·
β) να συνεχίσει τις δραστηριότητες της εταιρείας στον βαθμό που τυχόν είναι απαραίτητο για την επωφελή εκκαθάρισή της·
γ) να εξοφλήσει πιστωτές κατά την προβλεπόμενη από τον νόμο σειρά προτεραιότητάς τους·
δ) να προβεί σε οποιονδήποτε συμβιβασμό ή ρύθμιση με πιστωτές ή πρόσωπα που ισχυρίζονται ότι είναι πιστωτές, ή που προβάλουν οποιαδήποτε απαίτηση ή ισχυρίζονται ότι έχουν οποιαδήποτε απαίτηση, παρούσα ή μελλοντική, βέβαιη ή υπό αίρεση, βεβαιωμένη ή ενδεχομένως οφειλόμενη ως αποζημίωση, κατά της εταιρείας ή για την εξόφληση της οποίας τυχόν ευθύνεται η εταιρεία, καθώς και να παραπέμψει οποιοδήποτε τέτοιο ζήτημα σε διαιτησία·
ε) να επικοινωνήσει με υπόχρεους σε συνεισφορά ή φερόμενους ως υπόχρεους σε συνεισφορά και να προβεί σε οποιονδήποτε συμβιβασμό ή ρύθμιση σε σχέση με οφειλές, υποχρεώσεις και απαιτήσεις της εταιρείας, παρούσες ή μελλοντικές, βέβαιες ή υπό αίρεση, βεβαιωμένες ή ενδεχομένως οφειλόμενες ως αποζημίωση, υφιστάμενες ή φερόμενες ως υφιστάμενες μεταξύ της εταιρείας και υπόχρεου σε συνεισφορά ή φερόμενου ως υπόχρεου σε συνεισφορά ή άλλου οφειλέτη ή φερόμενου ως οφειλέτη, καθώς και σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα που σχετίζεται ή επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο την περιουσία ή την εκκαθάριση της εταιρείας, υπό τους όρους που θα συμφωνηθούν, και να λάβει οποιαδήποτε εξασφάλιση για την εκπλήρωση οποιασδήποτε τέτοιας όχλησης, οφειλής, υποχρέωσης ή απαίτησης και να παράσχει πλήρη απαλλαγή σε σχέση με τα ανωτέρω·
στ) να εκπροσωπεί την εταιρεία για κάθε ζήτημα και να πράττει οτιδήποτε τυχόν είναι απαραίτητο για την εκκαθάριση των υποθέσεων της εταιρείας και τη διανομή των περιουσιακών στοιχείων της.
Επιπροσθέτως, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει ότι ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δύναται, στην περίπτωση που δεν υπάρχει επιτροπή εκκαθάρισης, να ασκεί οποιαδήποτε από τις εξουσίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β) ανωτέρω χωρίς την άδεια του δικαστηρίου.
Γενικά, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο εκκαθάρισης με απόφαση δικαστηρίου έχει την εξουσία -
α) να πωλήσει την κινητή και ακίνητη περιουσία, συμπεριλαμβανομένου κάθε δικαιώματος, της εταιρείας σε πλειστηριασμό ή με ιδιωτικό συμφωνητικό, έχοντας την εξουσία να μεταβιβάσει το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος της εν λόγω περιουσίας·
β) να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη και να θέσει σε ισχύ, στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας, οποιαδήποτε πράξη, απόδειξη ή άλλο έγγραφο·
γ) να συγκεντρώσει οποιαδήποτε χρηματικά ποσά απαιτούνται παρέχοντας ως ασφάλεια περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας·
δ) να διορίσει εντολοδόχο ο οποίος θα ενεργεί εκ μέρους του με την ιδιότητα του διαχειριστή αφερεγγυότητας για συγκεκριμένους σκοπούς.
Στην περίπτωση εκκαθάρισης με απόφαση δικαστηρίου, η άσκηση από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας των εξουσιών που παρέχονται από το παρόν άρθρο υπόκειται σε έλεγχο από το δικαστήριο, και οποιοσδήποτε πιστωτής ή υπόχρεος σε συνεισφορά δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο αναφορικά με οποιαδήποτε πράξη ή σχεδιαζόμενη πράξη άσκησης οποιασδήποτε από τις εν λόγω εξουσίες.
Στην περίπτωση που το δικαστήριο διορίσει προσωρινό διαχειριστή κατά το ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ της κατάθεσης στο δικαστήριο της αίτησης κήρυξης σε αφερεγγυότητα και της έκδοσης της απόφασης λύσης της εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας, οι εξουσίες των στελεχών της επιχείρησης επίσης παύουν, στον βαθμό που το δικαστήριο θα αναθέσει στον διαχειριστή τη διαχείριση της περιουσίας ή των δραστηριοτήτων της εταιρείας, όπως το ίδιο κατά την κρίση του θα καθορίσει με την απόφαση διορισμού του προσωρινού διαχειριστή.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Σύμφωνα με το άρθρο 329Β παράγραφος 6 στοιχείο α) του κεφαλαίου 386, κατά το διάστημα ισχύος απόφασης ανάκαμψης (αναδιοργάνωσης), η εταιρεία εξακολουθεί να ασκεί τις κανονικές δραστηριότητές της υπό τη διαχείριση του ειδικού ελεγκτή.
Ο ειδικός ελεγκτής πρέπει να είναι φυσικό πρόσωπο για το οποίο το δικαστήριο έκρινε ότι διαθέτει αποδεδειγμένη ικανότητα και πείρα στη διαχείριση εμπορικών επιχειρήσεων, ότι διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα και είναι πρόθυμο να αποδεχτεί τον διορισμό και ότι δεν βρίσκεται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων σε σχέση με τον διορισμό του.
Η αμοιβή του ειδικού ελεγκτή καλύπτεται από την εταιρεία. Συναφώς, στην απόφαση διορισμού, το δικαστήριο τάσσει προθεσμία διάρκειας έως δέκα εργάσιμων ημερών από την έκδοση της απόφασης για τη θέση της εταιρείας σε καθεστώς ανάκαμψης, εντός της οποίας η εταιρεία πρέπει να καταθέσει ένα χρηματικό ποσό στο δικαστήριο ή να προσφέρει άλλη κατάλληλη εγγύηση ή να προβεί σε άλλη κατάλληλη ρύθμιση η οποία κρίνεται από το δικαστήριο ότι επαρκεί για την κάλυψη της αμοιβής και των εξόδων του ειδικού ελεγκτή σε σχέση με τον διορισμό του.
Μόλις διοριστεί ο ειδικός ελεγκτής, κάθε εξουσία που διαθέτει η εταιρεία με βάση οποιαδήποτε διάταξη νόμου ή την ιδρυτική πράξη και το καταστατικό της αναστέλλεται, εκτός εάν ο ειδικός ελεγκτής συναινέσει στην άσκηση της εν λόγω εξουσίας από την εταιρεία. Η εν λόγω συναίνεση μπορεί να παρέχεται είτε γενικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένη υπόθεση ή υποθέσεις. Εάν δεν δοθεί η εν λόγω συναίνεση, κάθε τέτοια εξουσία ανατίθεται στον ειδικό ελεγκτή.
Γενικά, ο ειδικός ελεγκτής νομιμοποιείται:
α) να θέσει υπό την επιμέλεια ή υπό τον έλεγχό του το σύνολο της περιουσίας της εταιρείας και να αναλάβει εφεξής τη διαχείριση και την εποπτεία των δραστηριοτήτων, της επιχείρησης και της περιουσίας της εταιρείας·
β) κατόπιν ενημέρωσης του δικαστηρίου, να παύσει οποιονδήποτε διοικητικό σύμβουλο της εταιρείας και να διορίσει οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο στη θέση του διαχειριστή·
γ) να προσλάβει πρόσωπα για την παροχή επαγγελματικών ή διοικητικών υπηρεσιών και να δεσμεύσει την εταιρεία για την καταβολή των αντίστοιχων αμοιβών ή εξόδων τους· και
δ) να συγκαλέσει οποιαδήποτε συνέλευση των μετόχων ή των πιστωτών της εταιρείας.
Επιπροσθέτως, ο ειδικός ελεγκτής έχει την εξουσία, κατόπιν προηγούμενης ρητής άδειας του δικαστηρίου:
i) να αναλάβει για λογαριασμό της εταιρείας οποιαδήποτε δέσμευση διάρκειας άνω των έξι μηνών·
ii) να απολύσει υπαλλήλους της επιχείρησης στο μέτρο που το κρίνει απαραίτητο για να εξασφαλίσει τη βιώσιμη συνέχιση της δραστηριότητας της εταιρείας πλήρως ή εν μέρει.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Όπως εξηγείται ανωτέρω, όσον αφορά τους εμπόρους που διατηρούν ατομική επιχείρηση και τις προσωπικές εταιρείες, εφαρμογής τυγχάνουν οι διατάξεις του κεφαλαίου για την πτώχευση του εμπορικού κώδικα.
Όσον αφορά τις εξουσίες του διαχειριστή αφερεγγυότητας στο πλαίσιο πτώχευσης, εν προκειμένω, ο εν λόγω διαχειριστής αφερεγγυότητας ονομάζεται «σύνδικος». Ως «σύνδικος» διορίζονται ένα ή περισσότερα πρόσωπα που κρίνονται κατάλληλα από το δικαστήριο για την καλή εκπλήρωση των καθηκόντων της εν λόγω θέσης, ενώ ως «σύνδικος» μπορεί να διοριστεί και συγγενής ή πιστωτής του πτωχεύσαντος.
Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο σύνδικος παίρνει στην κατοχή του το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και δικαιωμάτων του πτωχεύσαντος. Επίσης, ο πτωχεύσας οφείλει να προβεί σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για να διαφυλάξει τα δικαιώματα του πτωχεύσαντος έναντι των οφειλετών του, καθώς και για να καταχωρίσει στο δημόσιο μητρώο κάθε υποθήκη που επηρεάζει την περιουσία των οφειλετών του πτωχεύσαντος. Ο σύνδικος είναι υπεύθυνος έναντι του πτωχεύσαντος για τις ενέργειές του.
Ο σύνδικος έχει επίσης το καθήκον να ασκεί αγωγές για την εξόφληση οφειλών προς τον πτωχεύσαντα, αλλά δεν έχει νόμιμο δικαίωμα να προβεί σε οποιονδήποτε συμβιβασμό ή να παραπέμψει οποιαδήποτε διαφορά σε διαιτησία χωρίς την έγγραφη συναίνεση της πλειοψηφίας, σε όρους αξίας, των πιστωτών του πτωχεύσαντος και την άδεια του δικαστηρίου.
Εντός ενός μήνα από την έκδοση της απόφασης πτώχευσης, ο σύνδικος οφείλει να διενεργήσει απογραφή της περιουσίας του πτωχεύσαντος.
Κάθε πιστωτής δικαιούται να δει τον εν λόγω κατάλογο, ενώ οι πιστωτές και ο πτωχεύσας υποχρεούνται να συνδράμουν στη διενέργεια της απογραφής.
Η εν λόγω απογραφή περιλαμβάνει αληθή κατάλογο, καθώς και περιγραφή και αποτίμηση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων του πτωχεύσαντος.
Ο σύνδικος δεν μπορεί να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία χωρίς την άδεια του δικαστηρίου και ολόκληρη η διαδικασία είναι ανοικτή σε δημόσιο έλεγχο. Τα έσοδα κάθε πώλησης που πραγματοποιεί ο σύνδικος για λογαριασμό του πτωχεύσαντος ή της προσωπικής εταιρείας καταγράφονται και όλες οι αποδείξεις και τα τιμολόγια πρέπει να τεκμηριώνονται καταλλήλως.
Το δικαστήριο έχει την εξουσία να ζητήσει από τους συνδίκους, τον πτωχεύσαντα και τους πιστωτές να παράσχουν ενόρκως όλες τις πληροφορίες που τυχόν κρίνει αναγκαίες.
Όσον αφορά τις εξουσίες του οφειλέτη (πτωχεύσαντος φυσικού προσώπου ή πτωχεύσασας προσωπικής εταιρείας), ο οφειλέτης δικαιούται να επιβλέπει εάν ο σύνδικος διεκπεραιώνει τις υποθέσεις της πτώχευσης νομίμως και ορθώς.
Ο οφειλέτης δικαιούται να ενημερώσει το δικαστήριο εάν ο σύνδικος προβαίνει σε ενέργειες που δεν συνάδουν με τους όρους της απόφασης του δικαστηρίου ή εάν ο σύνδικος δεν διαχειρίζεται σωστά τις υποθέσεις του.
Τα βιβλία και τα έγγραφα του πτωχεύσαντος είναι διαθέσιμα για έλεγχο ανά πάσα στιγμή. Αυτό καταδεικνύει επίσης ότι ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να γνωρίζει, να ελέγχει και να επαληθεύει τις ενέργειες του συνδίκου που έχει διοριστεί από το δικαστήριο.
Ο οφειλέτης έχει επίσης νόμιμο δικαίωμα να εισπράττει τακτικά ένα ποσό για τη διαβίωσή του. Αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο θα επιτρέψει στον οφειλέτη να λαμβάνει κάποια κεφάλαια από την περιουσία του, τα οποία θα του δίδονται από τον σύνδικο και θα συνιστούν επίδομα διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένειά του, εφόσον δεν υπάρχουν υπόνοιες ότι ο πτωχεύσας ενήργησε με δόλο.
5 Κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να προταθεί συμψηφισμός;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας και αναδιοργάνωσης (ανώνυμες εταιρείες) / διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Σύμφωνα με το κεφάλαιο 459, κάθε διάταξη περί εκκαθαριστικού συμψηφισμού και κάθε άλλη διάταξη σύμβασης η οποία προβλέπει ή αφορά τον συμψηφισμό ή την αντιστάθμιση ποσών εκατέρωθεν οφειλόμενων μεταξύ των μερών σε σχέση με αμοιβαίες πιστώσεις, αμοιβαίες οφειλές ή άλλες αμοιβαίες συναλλαγές είναι εφαρμοστέα σύμφωνα με τους όρους της, είτε πριν είτε κατόπιν της πτώχευσης ή της αφερεγγυότητας, όσον αφορά αμοιβαίες οφειλές, αμοιβαίες πιστώσεις ή αμοιβαίες συναλλαγές που ανέκυψαν ή προέκυψαν πριν από την πτώχευση ή την αφερεγγυότητα ενός εκ των συμβαλλόμενων μερών έναντι:
α) των συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης,
β) οποιουδήποτε εγγυητή ή οποιουδήποτε προσώπου που παρέχει εξασφαλίσεις για οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης,
γ) του διαχειριστή αφερεγγυότητας, συνδίκου, διαχειριστή πτώχευσης, ελεγκτή, ειδικού ελεγκτή ή άλλου αντίστοιχου οργάνου οποιουδήποτε συμβαλλόμενου μέρους της σύμβασης, και
δ) των πιστωτών των συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης.
Τα ανωτέρω δεν ισχύουν σε σχέση με οποιαδήποτε συμφωνία εκκαθαριστικού συμψηφισμού η οποία έχει συναφθεί σε χρόνο κατά τον οποίο το έτερο μέρος γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει ότι εκκρεμούσε αίτηση για τη λύση και την εκκαθάριση της εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας ή ότι η εταιρεία έχει προβεί σε επίσημες ενέργειες σύμφωνα με οποιοδήποτε ισχύον νομοθέτημα για τη λύση και την εκκαθάρισή της λόγω αφερεγγυότητας.
Επίσης, δεν ισχύει στην περίπτωση που το αφερέγγυο μέρος είναι φυσικό πρόσωπο (όχι έμπορος) ή εμπορική εταιρεία πλην ανώνυμης εταιρείας (ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία) και το έτερο μέρος γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει γεγονότα παρόμοιου χαρακτήρα με αυτά αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο σε σχέση με το αφερέγγυο μέρος.
Οποιαδήποτε συμβατική εξουσία ή εντολή για την εφαρμογή οποιασδήποτε ρήτρας εκκαθαριστικού συμψηφισμού δεν ανακαλείται με την κήρυξη πτώχευσης ή αφερεγγυότητας οποιουδήποτε άλλου μέρους της σύμβασης.
Επιπλέον, προβλέπεται ότι, ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου εθνικού δικαίου, τίποτε δεν θα περιορίζει ή καθυστερεί την εφαρμογή οποιασδήποτε συμβατικής ρήτρας η οποία προβλέπει ή αφορά αντιστάθμιση ή συμψηφισμό και η οποία θα ήταν άλλως εφαρμοστέα, και ότι καμία δικαστική απόφαση, διαταγή ή ασφαλιστικό μέτρο, καμία άλλη παρόμοια διάταξη δικαστηρίου ή άλλη και καμία διαδικασία οποιουδήποτε είδους δεν έχει επίπτωση σε τέτοια συμβατική ρήτρα. Ωστόσο, παρά τα όσα αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, τίποτα δεν εμποδίζει την εφαρμογή οποιουδήποτε νόμου που θα καθιστούσε τον συμψηφισμό ή την αντιστάθμιση ανεφάρμοστο σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση λόγω απάτης ή για οποιονδήποτε άλλο παρόμοιο λόγο, και τίποτα δεν ισχυροποιεί συμψηφισμό ή αντιστάθμιση εάν οποιαδήποτε διάταξη σύμβασης μεταξύ των οικείων συμβαλλόμενων μερών θα καθιστούσε τον συμψηφισμό ή την αντιστάθμιση άκυρο λόγω απάτης ή για οποιονδήποτε άλλο παρόμοιο λόγο.
Η νομοθεσία προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη σύμβασης μπορούν νομίμως:
- να συμφωνήσουν οποιοδήποτε σύστημα ή μηχανισμό που επιτρέπει στα συμβαλλόμενα μέρη να μετατρέψουν μη χρηματική υποχρέωση σε χρηματική υποχρέωση ισοδύναμης αξίας και να αποτιμήσουν την εν λόγω υποχρέωση για τους σκοπούς οποιουδήποτε συμψηφισμού ή αντιστάθμισης·
- να συμφωνήσουν οποιαδήποτε συναλλαγματική ισοτιμία ή τη μέθοδο που θα χρησιμοποιηθεί για τον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας που θα εφαρμοστεί για την εκτέλεση οποιουδήποτε συμψηφισμού αντιστάθμισης, όταν τα ποσά που πρόκειται να συμψηφιστούν ή να αντισταθμιστούν εκφράζονται σε διαφορετικό νόμισμα, και να καθορίσουν το νόμισμα στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η καταβολή του καθαρού εναπομένοντος ποσού·
- να συμφωνήσουν ότι οποιεσδήποτε συναλλαγές ή άλλες πράξεις εκτελεσθείσες βάσει οποιασδήποτε σύμβασης, είτε αυτές προσδιορίζονται ειδικά είτε με αναφορά σε οποιονδήποτε τύπο ή κατηγορία συναλλαγών ή πράξεων, θα αντιμετωπίζονται ως μία ενιαία συναλλαγή ή πράξη για τον σκοπό των διατάξεων της σύμβασης περί συμψηφισμού ή αντιστάθμισης και ότι όλες οι εν λόγω συναλλαγές ή πράξεις θα αντιμετωπίζονται ως μία ενιαία συναλλαγή ή πράξη των συμβαλλόμενων μερών ή οποιουδήποτε διαχειριστή αφερεγγυότητας, συνδίκου, διαχειριστή πτώχευσης, ελεγκτή ή ειδικού ελεγκτή ή άλλου οργάνου που ενεργεί για λογαριασμό των μερών και οποιουδήποτε δικαστηρίου.
6 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των υφισταμένων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Το άρθρο 303 του κεφαλαίου 386 προβλέπει ότι προνόμια, υποθήκες και άλλα βάρη, μεταβιβάσεις και άλλες πράξεις διάθεσης περιουσιακών στοιχείων ή δικαιωμάτων και κάθε πληρωμή, παροχή ή άλλη πράξη σχετικά με περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα που έχουν πραγματοποιηθεί από ή έναντι ανώνυμης εταιρείας, καθώς και κάθε υποχρέωση που έχει αναλάβει η εταιρεία κατά το διάστημα των έξι μηνών που προηγούνται της λύσης της εταιρείας θεωρούνται πράξεις δόλιας προτίμησης έναντι των πιστωτών της εταιρείας, ανεξαρτήτως του εάν η σχετική συναλλαγή πραγματοποιήθηκε από επαχθή αιτία ή όχι, εάν αυτή συνιστά υποτιμολογημένη συναλλαγή ή εάν εμπεριέχει προτιμησιακή μεταχείριση. Στις εν λόγω περιπτώσεις, η συναλλαγή (δόλια προτίμηση) είναι άκυρη.
Η υποτιμολόγηση ορίζεται ως εξής:
α) εταιρεία συνάπτει υποτιμολογημένη συναλλαγή εάν:
i) η εταιρεία προβαίνει σε δωρεά ή άλλως συνάπτει συναλλαγή οι όροι της οποίας προβλέπουν τη μη λήψη αντιτίμου από την εταιρεία, ή
ii) η εταιρεία συνάπτει συναλλαγή έναντι αντιτίμου η αξία του οποίου, σε χρήματα ή αποτιμώμενη σε χρήματα, είναι σημαντικά μικρότερη της αξίας, σε χρήματα ή αποτιμώμενης σε χρήματα, της παροχής που κατέβαλε η εταιρεία.
Η προτιμησιακή μεταχείριση ορίζεται ως εξής:
β) εταιρεία επιφυλάσσει προτιμησιακή μεταχείριση σε πρόσωπο εάν:
i) το εν λόγω πρόσωπο αποτελεί πιστωτή της εταιρείας ή έχει παράσχει ασφάλεια ή εγγύηση για οποιαδήποτε από τις οφειλές ή άλλες υποχρεώσεις της εταιρείας· και
ii) η εταιρεία προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή ανέχεται τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης που, σε κάθε περίπτωση, έχει ως αποτέλεσμα να περιέλθει το εν λόγω πρόσωπο σε θέση η οποία, στην περίπτωση εκκαθάρισης της εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας, θα είναι πλεονεκτικότερη από τη θέση στην οποία θα βρισκόταν εάν δεν είχε λάβει χώρα η εν λόγω πράξη ή παράλειψη.
Εξαίρεση στα ανωτέρω αποτελεί η περίπτωση στην οποία το πρόσωπο υπέρ του οποίου πραγματοποιήθηκε ή εκτελέστηκε η συναλλαγή αποδείξει ότι δεν γνώριζε και δεν είχε λόγους να πιστεύει ότι η εταιρεία κινδύνευε να λυθεί λόγω αφερεγγυότητας.
Πέραν των ανωτέρω, δεν υπάρχει άλλη διάταξη η οποία να επηρεάζει άμεσα τις συμβάσεις.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Δεν υπάρχουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις που να αφορούν τις επιπτώσεις της διαδικασίας αναδιοργάνωσης σε συμβάσεις.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Σύμφωνα με τον εμπορικό κώδικα, και ειδικότερα το άρθρο 485, κάθε πράξη μεταβίβασης περιουσίας, κάθε ανάληψη υποχρέωσης και κάθε αποποίηση δικαιωμάτων από διαδοχή που πραγματοποιείται από τον πτωχεύσαντα, είτε από επαχθή είτε από μη επαχθή αιτία, η οποία έχει σκοπό να εξαπατήσει τους πιστωτές του μπορεί να ακυρωθεί.
Σε αντίθεση με τον νόμο περί εταιρειών, ο εμπορικός κώδικας δεν καθορίζει προθεσμία, όπως στο άρθρο 303 του κεφαλαίου 386 της νομοθεσίας της Μάλτας.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις, εάν αποδειχθεί ότι ο πτωχεύσας γνώριζε την ύπαρξη περιστάσεων που επιφέρουν κήρυξη πτώχευσης, οι εν λόγω πράξεις μπορούν να ακυρωθούν.
7 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των ατομικών διώξεων εκ μέρους πιστωτών (εκτός εάν υφίσταται εκκρεμοδικία);
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Μόλις ανοίξει διαδικασία αφερεγγυότητας (η εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση λόγω αφερεγγυότητας), δεν μπορεί να κινηθεί οποιαδήποτε αγωγή ή διαδικασία (απαγόρευση άσκησης αγωγής) κατά της εταιρείας ή της περιουσίας της, παρά μόνο με την άδεια του δικαστηρίου και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν θα επιβάλει. Η νομοθεσία δεν προσδιορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο θα επέτρεπε την κίνηση ή τη συνέχιση δικαστικής διαδικασίας από πιστωτή, αλλά η γενική αρχή είναι ότι, κατά τη διάρκεια διαδικασίας αφερεγγυότητας, τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας τελούν υπό διαχείριση κατά τρόπο συντεταγμένο προς όφελος όλων των πιστωτών και ότι επιμέρους πιστωτές δεν θα πρέπει να μπορούν να αποκτήσουν πλεονέκτημα ασκώντας αγωγές κατά της εταιρείας.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Το εθνικό δίκαιο προβλέπει αναστολή διώξεων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναδιοργάνωσης (ανάκαμψης ανώνυμης εταιρείας). Ειδικότερα, το άρθρο 329Β παράγραφος 4 του κεφαλαίου 386 ορίζει ότι με την υποβολή αίτησης αναδιοργάνωσης (ανάκαμψης ανώνυμης εταιρείας) και εφόσον αυτή δεν απορριφθεί ή κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας:
α) αναστέλλεται η εκδίκαση κάθε εκκρεμούσας ή νέας αίτησης εκκαθάρισης·
β) δεν δύναται να ληφθεί ή να τεθεί σε ισχύ απόφαση γενική συνέλευσης για τη λύση και την επακόλουθη εκκαθάριση της εταιρείας·
γ) αναστέλλεται η εκτέλεση κάθε χρηματικής απαίτησης κατά της εταιρείας και ο καταλογισμός οποιουδήποτε τόκου που σε αντίθετη περίπτωση θα καταλογιζόταν·
δ) κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, ο ιδιοκτήτης ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο είναι καταβλητέο μίσθωμα δεν μπορεί να ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα καταγγελίας της μίσθωσης όσον αφορά χώρους που έχουν εκμισθωθεί στην εταιρεία λόγω μη εκπλήρωσης από την εταιρεία οποιουδήποτε όρου ή προϋπόθεσης της μίσθωσης των εν λόγω χώρων, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει·
ε) δεν δύναται να ληφθούν άλλα μέτρα για την αναγκαστική ρευστοποίηση οποιασδήποτε εμπράγματης ασφάλειας επί περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας ή για την ανάκτηση αγαθών που βρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας δυνάμει οποιασδήποτε σύμβασης πώλησης με δόσεις, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει·
στ) δεν επιτρέπεται η έκδοση οποιασδήποτε προληπτικής ή εκτελεστικής πράξης ή εντάλματος εκ των αναφερόμενων στο κεφάλαιο 16 (κώδικας οργάνωσης και αστικής διαδικασίας) κατά της εταιρείας ή οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της εταιρείας, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει και
ζ) δεν δύναται να κινηθεί ή να συνεχιστεί δικαστική διαδικασία κατά της εταιρείας ή της περιουσίας της, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Στις διαδικασίες πτώχευσης κατά εμπόρου ή προσωπικής εταιρείας, μόλις διοριστεί σύνδικος από το δικαστήριο, οποιαδήποτε αγωγή κατά του προσώπου και της περιουσίας του πτωχεύσαντος μπορεί να κατατεθεί μόνο εναντίον του συνδίκου / των συνδίκων και όχι εναντίον του πτωχεύσαντος ή της πτωχεύσασας προσωπικής εταιρείας, και τούτο σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 500 του κεφαλαίου 13.
Ο πιστωτής έχει δικαίωμα να γνωρίζει, να ελέγχει και να εξακριβώνει πώς ο σύνδικος διαχειρίζεται τις υποθέσεις του πτωχεύσαντος και να προσφεύγει στο δικαστήριο εάν ο σύνδικος / οι σύνδικοι θίγουν τα δικαιώματά του.
Στις διαδικασίες ανάκαμψης, το δικαστήριο διαθέτει τη διακριτική ευχέρεια να εκδώσει προσωρινή απόφαση η οποία θα επιβάλλει αναστολή των ατομικών διώξεων για την ανάκαμψη των δραστηριοτήτων του πτωχεύσαντος / της προσωπικής εταιρείας.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τη διαδικασία ανάκαμψης ανώνυμων εταιρειών, οι πιστωτές εξακολουθούν να μπορούν να ασκήσουν αγωγές, στρεφόμενες κατά του συνδίκου που εκπροσωπεί τον πτωχεύσαντα έμπορο ή την πτωχεύσασα προσωπική εταιρεία.
8 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των εκκρεμών κατά τον χρόνο της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας δικών;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Μόλις ανοίξει διαδικασία αφερεγγυότητας (η εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση λόγω αφερεγγυότητας), δεν μπορεί να συνεχιστεί (αναστολή) αγωγή ή διαδικασία κατά της εταιρείας ή της περιουσίας της, παρά μόνο με την άδεια του δικαστηρίου και υπό τους όρους που τυχόν θα επιβάλει το δικαστήριο. Η νομοθεσία δεν προσδιορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο θα επέτρεπε την κίνηση ή τη συνέχιση δικαστικής διαδικασίας από πιστωτή, αλλά η γενική αρχή είναι ότι, κατά τη διάρκεια διαδικασίας αφερεγγυότητας, τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας τελούν υπό διαχείριση κατά τρόπο συντεταγμένο προς όφελος όλων των πιστωτών και ότι επιμέρους πιστωτές δεν θα πρέπει να μπορούν να αποκτήσουν πλεονέκτημα ασκώντας αγωγές κατά της εταιρείας.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Το εθνικό δίκαιο προβλέπει αναστολή διώξεων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναδιοργάνωσης (ανάκαμψης ανώνυμης εταιρείας). Ειδικότερα, το άρθρο 329Β παράγραφος 4 του κεφαλαίου 386 ορίζει ότι με την υποβολή αίτησης αναδιοργάνωσης (ανάκαμψης ανώνυμης εταιρείας) και εφόσον αυτή δεν απορριφθεί ή κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας:
α) αναστέλλεται η εκδίκαση κάθε εκκρεμούσας ή νέας αίτησης εκκαθάρισης·
β) δεν δύναται να ληφθεί ή να τεθεί σε ισχύ απόφαση γενική συνέλευσης για τη λύση και την επακόλουθη εκκαθάριση της εταιρείας·
γ) αναστέλλεται η εκτέλεση κάθε χρηματικής απαίτησης κατά της εταιρείας και ο καταλογισμός οποιουδήποτε τόκου που σε αντίθετη περίπτωση θα καταλογιζόταν·
δ) κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, ο ιδιοκτήτης ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο είναι καταβλητέο μίσθωμα δεν μπορεί να ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα καταγγελίας της μίσθωσης όσον αφορά χώρους που έχουν εκμισθωθεί στην εταιρεία λόγω μη εκπλήρωσης από την εταιρεία οποιουδήποτε όρου ή προϋπόθεσης της μίσθωσης των εν λόγω χώρων, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει·
ε) δεν δύναται να ληφθούν άλλα μέτρα για την αναγκαστική ρευστοποίηση οποιασδήποτε εμπράγματης ασφάλειας επί περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας ή για την ανάκτηση αγαθών που βρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας δυνάμει οποιασδήποτε σύμβασης πώλησης με δόσεις, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει·
στ) δεν επιτρέπεται η έκδοση οποιασδήποτε προληπτικής ή εκτελεστικής πράξης ή εντάλματος εκ των αναφερόμενων στο κεφάλαιο 16 (κώδικας οργάνωσης και αστικής διαδικασίας) κατά της εταιρείας ή οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της εταιρείας, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει και
ζ) δεν δύναται να κινηθεί ή να συνεχιστεί δικαστική διαδικασία κατά της εταιρείας ή της περιουσίας της, εκτός εάν δοθεί σχετική άδεια από το δικαστήριο και υπό τους όρους που το δικαστήριο τυχόν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Το εθνικό δίκαιο και, ειδικότερα, ο εφαρμοστέος συναφώς εμπορικός κώδικας δεν προβλέπει αναστολή διώξεων. Ωστόσο, ο σύνδικος μπορεί να ζητήσει να εκδικαστεί σχετική ένδικη υπόθεση από τον ίδιο δικαστή που διεξάγει την πτώχευση, έτσι ώστε ο εν λόγω δικαστής να μπορεί να ρυθμίσει και να διεκπεραιώσει τις υποθέσεις της πτώχευσης κατά τρόπο που διασφαλίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πτωχεύσαντος και που εξασφαλίζει την εξέταση και εκδίκαση των αξιώσεων που προβάλλει ο πιστωτής με το δικόγραφό του.
9 Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συμμετοχής των πιστωτών στη διαδικασία αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Οι πιστωτές δύνανται να παρέμβουν στη διαδικασία αφερεγγυότητας, εφόσον αποδεικνύουν ότι έχουν δικαστικό έννομο συμφέρον και, συνεπώς, νομιμοποιούνται να προβάλουν ισχυρισμούς κατά τις διαδικασίες ενώπιον του δικαστηρίου.
Οι πιστωτές ενημερώνονται για την εν εξελίξει διαδικασία από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος συγκαλεί συνελεύσεις στις οποίες οι πιστωτές μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις τους.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Το άρθρο 329Β του κεφαλαίου 386 ορίζει συγκεκριμένα ότι τόσο το δικαστήριο όσο και ο ειδικός ελεγκτής ενεργούν, μεταξύ άλλων, προς το βέλτιστο συμφέρον των πιστωτών.
Ο ειδικός ελεγκτής υποχρεούται επίσης να συγκαλεί συνελεύσεις των πιστωτών, η πρώτη εκ των οποίων πρέπει να λαμβάνει χώρα εντός ενός μήνα από τον διορισμό του.
Στο πλαίσιο των εν λόγω συνελεύσεων, ο ειδικός ελεγκτής πρέπει να διορίσει μια κοινή επιτροπή πιστωτών και μετόχων για την παροχή στον ειδικό ελεγκτή των συμβουλών και της υποστήριξης που τυχόν θα χρειαστεί για τη διαχείριση των υποθέσεων, των δραστηριοτήτων και της περιουσίας της εταιρείας και την ανάκαμψή της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Οι πιστωτές δύνανται να παρέμβουν και να συμμετάσχουν στη διαδικασία πτώχευσης, εφόσον αποδεικνύουν ότι έχουν δικαστικό έννομο συμφέρον και, συνεπώς, νομιμοποιούνται να προβάλουν ισχυρισμούς κατά τις διαδικασίες ενώπιον του δικαστηρίου.
Οι πιστωτές ενημερώνονται για την εν εξελίξει διαδικασία από τον σύνδικο, ο οποίος συγκαλεί συνελεύσεις στις οποίες οι πιστωτές μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις τους.
Οι πιστωτές έχουν επίσης δικαίωμα ψήφου, καθώς, για να υπάρξει τελική συμφωνία όσον αφορά την προτεινόμενη ρύθμιση συμβιβασμού, απαιτείται η συναίνεση πιστωτών που εκπροσωπούν τα τρία τέταρτα σε όρους αξίας των συνολικών αποδεδειγμένων απαιτήσεων.
10 Με ποιον τρόπο μπορεί ο διαχειριστής/διαχειρίστρια αφερεγγυότητας να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να πωλήσει περιουσιακά στοιχεία αποδεχόμενος την πλέον συμφέρουσα προσφορά για τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Ο ειδικός ελεγκτής δεν μπορεί να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας παρ’ εκτός με ειδική άδεια από το δικαστήριο ή όπως προβλέπεται από το σχέδιο ανάκαμψης που εγκρίνεται στη συνέχεια, με ή χωρίς τροποποιήσεις από το δικαστήριο. Σε κάθε περίπτωση, το δικαστήριο θα καθορίσει ή θα εγκρίνει τη μέθοδο διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Στη διαδικασία πτώχευσης, ο σύνδικος προβαίνει στη διάθεση των περιουσιακών στοιχείων αποδεχόμενος την πλέον συμφέρουσα προσφορά για τα περιουσιακά στοιχεία, και εφόσον λάβει την άδεια του δικαστηρίου να το πράξει.
Στο πλαίσιο ανάκαμψης προσωπικής εταιρείας ή πτωχεύσαντος, σύμφωνα με το άρθρο 498 του κεφαλαίου 13, ο σύνδικος ακολουθεί το σχέδιο ανάκαμψης. Ωστόσο, ο δικαστής διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια να δίνει τις οδηγίες που θεωρεί ότι είναι οι πλέον συμφέρουσες για τον πτωχεύσαντα και τους πιστωτές.
Εντούτοις, πιστωτής μπορεί να εναντιωθεί στην εν λόγω εξουσία του δικαστή, εάν αποδείξει ότι αυτό δεν είναι προς το συμφέρον των πιστωτών.
11 Ποιες απαιτήσεις δύνανται να αναγγελθούν κατά της πτωχευτικής περιουσίας του οφειλέτη και με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονται οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη των διαδικασιών αφερεγγυότητας δεν αντιμετωπίζονται διαφορετικά από αυτές που προϋπήρχαν. Ωστόσο, στη διαδικασία αφερεγγυότητας, το δικαστήριο δύναται, στην περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία δεν επαρκούν για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, να διατάξει την πληρωμή, από την περιουσία της εταιρείας, των εξόδων, των χρεώσεων και των δαπανών που ανέκυψαν κατά τη λύση και την εκκαθάριση, κατά τη σειρά προτεραιότητας που θα κρίνει ενδεδειγμένη το δικαστήριο. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την ακόλουθη γενική σειρά προτεραιότητας:
α) δεόντως απαιτητές δαπάνες ή δαπάνες στις οποίες προέβη ο Δημόσιος Σύνδικος ή ο διαχειριστής αφερεγγυότητας για τη διατήρηση, τη ρευστοποίηση ή την είσπραξη οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας·
β) οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες που αναλήφθηκαν ή πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν από τον Δημόσιο Σύνδικο ή υπό την ευθύνη του, συμπεριλαμβανομένων όσων αναλήφθηκαν ή πραγματοποιήθηκαν κατά τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της εταιρείας·
γ) η αμοιβή του προσωρινού διαχειριστή, εάν υπάρχει·
δ) τα έξοδα του αιτούντος και οποιουδήποτε προσώπου που εμφανίζεται στην αίτηση τα έξοδα του οποίου γίνονται δεκτά από το δικαστήριο·
ε) η αμοιβή του ειδικού διαχειριστή, εάν υπάρχει·
στ) οποιοδήποτε ποσό πληρωτέο σε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή στο οποίο έχει ανατεθεί να συνδράμει στην κατάρτιση ισολογισμού ή λογιστικής κατάστασης·
ζ) οποιαδήποτε έξοδα που πραγματοποιήθηκαν με εντολή του δικαστηρίου σχετικά με αίτηση απαλλαγής από την υποχρέωση υποβολής ισολογισμού ή παράτασης της προθεσμίας υποβολής του εν λόγω ισολογισμού·
η) οποιεσδήποτε απαραίτητες πληρωμές που πραγματοποίησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της διαχείρισής του, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε δαπανών στις οποίες προέβησαν μέλη της επιτροπής εκκαθάρισης ή οι εκπρόσωποί τους και οι οποίες εγκρίθηκαν από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας·
θ) η αμοιβή οποιουδήποτε προσώπου που απασχολήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας για την παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών για την εταιρεία, όπως απαιτείται ή επιτρέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 386·
ι) η αμοιβή του Δημόσιου Συνδίκου και του διαχειριστή αφερεγγυότητας.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Άνευ αντικειμένου
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη της διαδικασίας πτώχευσης δεν αντιμετωπίζονται διαφορετικά από αυτές που προϋπήρχαν. Στη διαδικασία πτώχευσης, το δικαστήριο δύναται, στην περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία δεν επαρκούν για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, να διατάξει την πληρωμή, από την πτωχευτική περιουσία, των εξόδων, των χρεώσεων και των δαπανών που ανέκυψαν κατά τη λύση και την εκκαθάριση, κατά τη σειρά προτεραιότητας που θα κρίνει ενδεδειγμένη το δικαστήριο. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την ακόλουθη γενική σειρά προτεραιότητας:
α) δεόντως απαιτητές δαπάνες ή δαπάνες στις οποίες προέβη ο σύνδικος για τη διατήρηση, τη ρευστοποίηση ή την είσπραξη οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας·
β) οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες που αναλήφθηκαν ή πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν από τον σύνδικο ή υπό την ευθύνη του, συμπεριλαμβανομένων όσων αναλήφθηκαν ή πραγματοποιήθηκαν κατά τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της εταιρείας·
γ) η αμοιβή του συνδίκου, εάν υπάρχει·
δ) τα έξοδα του αιτούντος και οποιουδήποτε προσώπου που εμφανίζεται στην αίτηση τα έξοδα του οποίου γίνονται δεκτά από το δικαστήριο·
ε) η αμοιβή του ειδικού διαχειριστή και του γραμματέα, εάν υπάρχουν·
στ) οποιοδήποτε ποσό πληρωτέο σε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή στο οποίο έχει ανατεθεί να συνδράμει στην κατάρτιση ισολογισμού ή λογιστικής κατάστασης·
ζ) οποιαδήποτε έξοδα που πραγματοποιήθηκαν με εντολή του δικαστηρίου σχετικά με αίτηση απαλλαγής από την υποχρέωση υποβολής ισολογισμού ή παράτασης της προθεσμίας υποβολής του εν λόγω ισολογισμού·
η) οποιεσδήποτε απαραίτητες πληρωμές που πραγματοποίησε ο σύνδικος στο πλαίσιο της διαχείρισής του, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε δαπανών στις οποίες προέβησαν μέλη της επιτροπής, εάν υπάρχουν, ή οι εκπρόσωποί τους και οι οποίες εγκρίθηκαν από τον σύνδικο·
Μετά την καταβολή αυτών των ποσών, πληρώνονται οι ασφαλισμένοι πιστωτές σύμφωνα με την ημερομηνία καταχώρισης της απαίτησής τους και, έπειτα από αυτούς τους ασφαλισμένους πιστωτές, πληρώνονται όλοι οι άλλοι πιστωτές με βάση την ημερομηνία καταχώρισης των απαιτήσεών τους. Εάν τα κεφάλαια δεν επαρκούν για την κάλυψη των τελευταίων αυτών απαιτήσεων (των μη ασφαλισμένων πιστωτών), οι εν λόγω απαιτήσεις κατατάσσονται ως ίσης προτεραιότητας (pari passu).
12 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Οι απαιτήσεις γίνονται δεκτές κατά τη διακριτική ευχέρεια του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Δεν υπάρχουν ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τρόπο υποβολής των απαιτήσεων. Επισημαίνεται σχετικά ότι, στην περίπτωση που ο Δημόσιος Σύνδικος ορίζεται ως διαχειριστής αφερεγγυότητας, χρησιμοποιείται το ακόλουθο έντυπο υποβολής απαιτήσεων:
OFFICIAL RECEIVER (ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΣΥΝΔΙΚΟΣ)
c/o MFSA
Notabile Road
Attard, BKR3000
Στοιχεία λυθείσας εταιρείας |
||||||||
1 |
Επωνυμία και αριθμός μητρώου |
|||||||
2 |
Ημερομηνία επέλευσης της λύσης |
|||||||
Στοιχεία πιστωτή |
||||||||
3 |
Ονοματεπώνυμο / αριθμός μητρώου |
|||||||
4 |
Διεύθυνση |
|||||||
5 |
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου |
|||||||
6 |
Αριθμός τηλεφώνου / κινητού τηλεφώνου |
/ |
||||||
Στοιχεία οφειλής |
||||||||
7 |
Συνολικό ποσό απαίτησης, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε μη κεφαλαιοποιημένου οφειλόμενου τόκου κατά την ημερομηνία της λύσης |
|||||||
8 |
Συνολικό ποσό μη κεφαλαιοποιημένων τόκων κατά την ημερομηνία της λύσης |
|||||||
9 |
Περιγράψτε την προέλευση της οφειλής, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν σχετικών ημερομηνιών |
|||||||
(Αν είναι αναγκαίο, επισυνάψτε συμπληρωματικά φύλλα) |
||||||||
10 |
Στοιχεία εγγράφων και/ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων της απαίτησης (επισυνάψτε επικυρωμένο αντίγραφο και αριθμήστε κάθε έγγραφο διαδοχικά) |
|||||||
(Αν είναι αναγκαίο, επισυνάψτε συμπληρωματικά φύλλα) |
||||||||
Στοιχεία εμπράγματης ασφάλειας (εάν υπάρχει) |
||||||||
11 |
Περιγράψτε το είδος της ασφάλειας που έχει παρασχεθεί/ληφθεί |
|||||||
(Αν είναι αναγκαίο, επισυνάψτε συμπληρωματικά φύλλα) |
||||||||
12 |
Ημερομηνία/-ες παροχής/λήψης της ασφάλειας |
|||||||
13 |
Ποσό ασφαλισμένης οφειλής |
|||||||
Δήλωση του πιστωτή |
||||||||
14 |
Ο/Η κάτωθι υπογεγραμμένος/-η δηλώνω ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν έντυπο είναι, εξ όσων γνωρίζω, αληθείς, ορθές και πλήρεις: |
|||||||
Υπογραφή πιστωτή |
Ονοματεπώνυμο με κεφαλαία γράμματα |
Αριθμός δελτίου ταυτότητας |
||||||
15 |
Εάν υπογράφετε ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου, συμπληρώστε ακολούθως: Στο όνομα και για λογαριασμό της ____________________________________________________ αρ. μητρώου _________________________ με την ιδιότητά μου ως _____________________________. |
|||||||
Όσον αφορά το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί να εγερθούν οι εν λόγω απαιτήσεις, το άρθρο 255 του κεφαλαίου 386 εξουσιοδοτεί το δικαστήριο να ορίσει την προθεσμία ή τις προθεσμίες εντός των οποίων οι πιστωτές πρέπει να αποδείξουν τις οφειλές ή τις απαιτήσεις τους, επί ποινή αποκλεισμού από οποιαδήποτε διανομή που θα πραγματοποιηθεί πριν αποδειχθούν οι εν λόγω οφειλές.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Δεν υπάρχουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις σχετικά με τις επιπτώσεις της διαδικασίας αναδιοργάνωσης όσον αφορά την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων.
13 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων; Με ποιον τρόπο κατατάσσονται οι απαιτήσεις και τα δικαιώματα των πιστωτών;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Επισημαίνεται ότι, όσον αφορά την αφερεγγυότητα, στη νομοθεσία της Μάλτας δεν υπάρχει εξαντλητικός κατάλογος με τη σειρά κατάταξης των πιστωτών, καθώς η κατάταξή τους δεν καθορίζεται σε ένα συγκεκριμένο νομοθέτημα αλλά σε διάφορα νομοθετήματα. Νομοθετικές διατάξεις σχετικά με τη σειρά κατάταξης των απαιτήσεων παρατίθενται παρακάτω:
Το άρθρο 302 του κεφαλαίου 386 ορίζει ότι, κατά την εκκαθάριση εταιρείας τα περιουσιακά στοιχεία της οποίας δεν επαρκούν για την κάλυψη των υποχρεώσεων, τα δικαιώματα των ασφαλισμένων και των μη ασφαλισμένων πιστωτών και η προτεραιότητα και σειρά κατάταξης των οφειλών τους ρυθμίζονται από την ισχύουσα τη δεδομένη στιγμή νομοθεσία.
Το άρθρο 535 του κεφαλαίου 13 επίσης ορίζει ότι η σειρά κατάταξης των πιστωτών που είναι ασφαλισμένοι με ενέχυρα, προνόμια ή υποθήκες ορίζεται σύμφωνα με την ισχύουσα τη δεδομένη στιγμή νομοθεσία.
Τόσο στο άρθρο 535 του κεφαλαίου 13 όσο και στο άρθρο 302 του κεφαλαίου 386 ορίζεται ότι η σειρά κατάταξης των οφειλών ρυθμίζεται από την ισχύουσα τη δεδομένη στιγμή νομοθεσία.
Στο δίκαιο της Μάλτας, η αρχή της ίσης προτεραιότητας (pari passu) προβλέπεται έμμεσα στο άρθρο 1996 του κεφαλαίου 16 (αστικός κώδικας), το οποίο ορίζει ότι τα προνόμια, οι υποθήκες και το δικαίωμα διαχωρισμού των περιουσιών συνιστούν νόμιμες αιτίες προτίμησης. Ορίζεται επίσης ότι πιστωτής μπορεί νομίμως να υποτάξει, να αναβάλει, να παραιτηθεί από ή άλλως να τροποποιήσει υφιστάμενα ή μελλοντικά δικαιώματά του πληρωμής, εκτέλεσης, προνομιακής κατάταξης και άλλα παρόμοια υφιστάμενα ή μελλοντικά δικαιώματά του, προς όφελος άλλου προσώπου. Η εν λόγω υπόταξη, αναβολή, παραίτηση, τροποποίηση ή άλλη παρόμοια ενέργεια μπορεί να πραγματοποιηθεί με συμφωνία ή με μονομερή δήλωση προς οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου άλλου πιστωτή, είτε αυτό έχει προσδιοριστεί είτε δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί κατά τον χρόνο σύναψης της εν λόγω συμφωνίας ή πραγματοποίησης της εν λόγω δήλωσης.
Δηλαδή, η σειρά κατάταξης μπορεί να αλλάξει με συμφωνία. Συνεπώς, εάν δεν υπάρχουν προνόμια, υποθήκες ή δικαίωμα διαχωρισμού των περιουσιών, οι οφειλέτες κατατάσσονται ως ίσης προτεραιότητας.
Όσον αφορά τα ανωτέρω, πρέπει να εξετάζονται οι διάφοροι ειδικοί νόμοι που παρέχουν προτεραιότητα σε συγκεκριμένες απαιτήσεις, όπως ο νόμος περί φόρου προστιθέμενης αξίας (κεφάλαιο 406), ο νόμος περί απασχόλησης και εργασιακών σχέσεων (κεφάλαιο 452) και ο νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφάλαιο 318).
Το άρθρο 62 του νόμου περί φόρου προστιθέμενης αξίας ορίζει ότι:
«Ο Επίτροπος έχει ειδικό προνόμιο επί των περιουσιακών στοιχείων που εντάσσονται στην οικονομική δραστηριότητα προσώπου όσον αφορά οποιονδήποτε φόρο που το εν λόγω πρόσωπο οφείλει βάσει του παρόντος νόμου, ενώ ο εν λόγω φόρος, ανεξαρτήτως κάθε άλλης διάταξης νόμου, εξοφλείται κατά προτεραιότητα έναντι οποιασδήποτε προνομιούχου οφειλής, με την εξαίρεση των οφειλών που διαθέτουν γενικό προνόμιο και των οφειλών που αναφέρονται στο άρθρο 2009 στοιχείο α) ή β) του αστικού κώδικα».
Το άρθρο 20 του νόμου περί απασχόλησης και εργασιακών σχέσεων ορίζει ότι:
«Ανεξαρτήτως κάθε άλλης διάταξης νόμου, κάθε απαίτηση εργαζομένου για την καταβολή αποδοχών καταβλητέων από τον εργοδότη στον εργαζόμενο και έως το ποσό που αντιστοιχεί στους τρέχοντες μισθούς τριών μηνών, για την καταβολή αποζημίωσης άδειας την οποία δικαιούται ο εργαζόμενος, καθώς και για την καταβολή αποζημίωσης που οφείλεται στον εργαζόμενο λόγω απόλυσης ή ειδοποίησης απόλυσης συνιστά απαίτηση ασφαλισμένη με προνόμιο επί των περιουσιακών στοιχείων του εργοδότη και εξοφλείται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων απαιτήσεων, ανεξάρτητα από το αν αυτές είναι ασφαλισμένες με προνόμιο ή υποθήκη.
Σε κάθε περίπτωση, το ανώτατο ποσό της προνομιούχου απαίτησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με τον εθνικό κατώτατο μισθό που είναι καταβλητέος κατά τον χρόνο της απαίτησης για περίοδο έξι μηνών.»
Το άρθρο 116 παράγραφος 3 του νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης ορίζει ότι:
«Ανεξαρτήτως κάθε άλλης διάταξης νόμου, η απαίτηση του Διευθυντή για οποιοδήποτε ποσό οφειλόμενο βάσει οποιασδήποτε εισφοράς πρώτης ή δεύτερης κλάσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο συνιστά απαίτηση ασφαλισμένη με προνόμιο στην περίπτωση εισφοράς πρώτης κλάσης, η οποία έχει ίση προτεραιότητα με τους μισθούς των εργαζομένων σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία του εργοδότη, και, στην περίπτωση εισφοράς δεύτερης κλάσης, σε σχέση με την περιουσία του οικείου αυτοαπασχολούμενου, και εξοφλείται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων απαιτήσεων (με την εξαίρεση των μισθών), ανεξάρτητα από το αν αυτές είναι ασφαλισμένες με προνόμιο ή υποθήκη».
Περαιτέρω, τα άρθρα 2088 έως 2095 του αστικού κώδικα ρυθμίζουν ειδικά τη σειρά προτεραιότητας των προνομίων. Αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι οι οφειλές πρέπει να εξοφλούνται σύμφωνα με τη σειρά καταχώρισής τους. Οι υποθήκες που καταχωρίζονται την ίδια ημέρα είναι, επομένως, ίσης προτεραιότητας.
Ωστόσο, στις διαδικασίες αφερεγγυότητας, στην περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία δεν επαρκούν για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, το δικαστήριο δύναται να διατάξει (και στις περισσότερες περιπτώσεις το πράττει) την πληρωμή, από την περιουσία, των εξόδων, των χρεώσεων και των δαπανών που ανέκυψαν κατά τη λύση και την εκκαθάριση κατά τη σειρά προτεραιότητας που θα κρίνει ενδεδειγμένη το δικαστήριο. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την ακόλουθη γενική σειρά προτεραιότητας:
α) δεόντως απαιτητές δαπάνες ή δαπάνες στις οποίες προέβη ο Δημόσιος Σύνδικος ή ο διαχειριστής αφερεγγυότητας για τη διατήρηση, τη ρευστοποίηση ή την είσπραξη οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας·
β) οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες που αναλήφθηκαν ή πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν από τον Δημόσιο Σύνδικο ή υπό την ευθύνη του, συμπεριλαμβανομένων όσων αναλήφθηκαν ή πραγματοποιήθηκαν κατά τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της εταιρείας·
γ) η αμοιβή του προσωρινού διαχειριστή, εάν υπάρχει·
δ) τα έξοδα του αιτούντος και οποιουδήποτε προσώπου που εμφανίζεται στην αίτηση τα έξοδα του οποίου γίνονται δεκτά από το δικαστήριο·
ε) η αμοιβή του ειδικού διαχειριστή, εάν υπάρχει·
στ) οποιοδήποτε ποσό πληρωτέο σε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή στο οποίο έχει ανατεθεί να συνδράμει στην κατάρτιση ισολογισμού ή λογιστικής κατάστασης·
ζ) οποιαδήποτε έξοδα που πραγματοποιήθηκαν με εντολή του δικαστηρίου σχετικά με αίτηση απαλλαγής από την υποχρέωση υποβολής ισολογισμού ή παράτασης της προθεσμίας υποβολής του εν λόγω ισολογισμού·
η) οποιεσδήποτε απαραίτητες πληρωμές που πραγματοποίησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της διαχείρισής του, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε δαπανών στις οποίες προέβησαν μέλη της επιτροπής εκκαθάρισης ή οι εκπρόσωποί τους και οι οποίες εγκρίθηκαν από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας·
θ) η αμοιβή οποιουδήποτε προσώπου που απασχολήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας για την παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών για την εταιρεία, όπως απαιτείται ή επιτρέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 386·
ι) η αμοιβή του Δημόσιου Συνδίκου και του διαχειριστή αφερεγγυότητας.
Στις διαδικασίες αφερεγγυότητας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει έκθεση στην οποία περιλαμβάνεται η σειρά κατάταξης των πιστωτών και σχέδιο διανομής και την υποβάλει στο δικαστήριο. Οι πιστωτές μπορούν να προβάλουν αντιρρήσεις εάν διαφωνούν με το περιεχόμενο της εν λόγω έκθεσης και το δικαστήριο δύναται να διατάξει τη διόρθωσή της. Το δικαστήριο εγκρίνει τελικώς την εν λόγω σειρά κατάταξης και το σχέδιο διανομής και διατάσσει τον διαχειριστή αφερεγγυότητας να προχωρήσει στην πληρωμή των πιστωτών.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Άνευ αντικειμένου
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Καταρχάς και πρωτίστως, η διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης διέπεται κυρίως από το άρθρο 531 του εμπορικού κώδικα και από τις διατάξεις του αστικού κώδικα που προβλέπουν τη σειρά κατάταξης των πιστωτών όσον αφορά τους πιστωτές που έχουν προνόμιο κατά τον νόμο και τους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις είναι ασφαλισμένες με υποθήκη. Οι εν λόγω πιστωτές είναι ασφαλισμένοι είτε δυνάμει διατάξεων του νόμου είτε δυνάμει δημόσιου εγγράφου σύμφωνα με την ημερομηνία καταχώρισης της εν λόγω εγγραφής και διέπονται επίσης από το άρθρο 535 του εμπορικού κώδικα.
Στη συνέχεια, οι απλοί πιστωτές (που δεν αποτελούν καταχωρισμένους πιστωτές) κατατάσσονται με ίση προτεραιότητα (pari passu) βάσει των απαιτήσεών τους.
Μόλις ένα πρόσωπο κηρυχθεί σε πτώχευση και εντός δέκα ημερών από την εν λόγω κήρυξη, πραγματοποιείται συνέλευση κατά την οποία εξετάζονται οι απαιτήσεις ενώπιον του δικαστή, του γραμματέα, του συνδίκου, του πτωχεύσαντος και των πιστωτών, και διενεργείται απογραφή.
Στην εν λόγω συνέλευση, ο πτωχεύσας εκφράζει τις απόψεις του και προτείνει τους όρους του πτωχευτικού συμβιβασμού. Κατά την ίδια συνέλευση συζητείται επίσης εάν θα πρέπει στην υπό εξέταση υπόθεση να συναφθεί πτωχευτικός συμβιβασμός, στο πλαίσιο της οποίας ορίζεται μια ομάδα των πιστωτών (όσων δεν αποτελούν καταχωρισμένους πιστωτές βάσει προνομίου, υποθήκης ή ενεχύρου) για να παρίσταται αντί του συνόλου των πιστωτών, ενώ οι πιστωτές έχουν ακόμα και ατομικά το δικαίωμα να προβάλουν αντιρρήσεις ως προς την πρόταση εντός 8 ημερών.
Στη συνέχεια, λαμβάνει χώρα και δεύτερη συνέλευση υπό την προεδρία του δικαστή. Στην εν λόγω συνέλευση, για να γίνει δεκτός ο πτωχευτικός συμβιβασμός, θα πρέπει να υπερψηφιστεί από πιστωτές που εκπροσωπούν τα τρία τέταρτα σε όρους αξίας του συνολικού ποσού των απαιτήσεων που έχουν γίνει αποδεκτές ως οφειλόμενες από τον πτωχεύσαντα.
Μετά τη διαδικασία αυτή και αφού διεξαχθεί η απογραφή όλων των πιστωτών, πραγματοποιείται νέα συνέλευση, υπό την προεδρία του δικαστή, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης η οποία πρέπει να έχει δημοσιευτεί σύμφωνα με τον νόμο.
Στην εν λόγω συνέλευση, κάθε πιστωτής παρουσιάζει τις απαιτήσεις του και, εάν ο σύνδικος προβάλει αντιρρήσεις ως προς οποιαδήποτε απαίτηση, ο οικείος πιστωτής πρέπει να την αποδείξει στον σύνδικο και στην ομάδα των πιστωτών.
14 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας αφερεγγυότητας (ιδίως διά πτωχευτικού συμβιβασμού);
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Στις διαδικασίες αφερεγγυότητας, αφού ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ρευστοποιήσει το σύνολο της περιουσίας της εταιρείας, ή όσο μεγαλύτερο μέρος αυτής μπορεί, κατά τη γνώμη του, να ρευστοποιηθεί χωρίς να καθυστερήσει αδικαιολόγητα η διαδικασία αφερεγγυότητας, πραγματοποιήσει την τελική πληρωμή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στους πιστωτές, ρυθμίσει τα δικαιώματα των υπόχρεων σε συνεισφορά μεταξύ τους, πραγματοποιήσει την τελική επιστροφή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στους υπόχρεους σε συνεισφορά και υποβάλει τους λογαριασμούς με τις δαπάνες της εταιρείας, το δικαστήριο, εφόσον θεωρεί ότι ο διαχειριστής αφερεγγυότητας έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου 386 και οποιεσδήποτε άλλες απαιτήσεις που τυχόν έχει ορίσει το ίδιο, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση και οποιαδήποτε ένσταση που τυχόν έχει προβληθεί από οποιονδήποτε πιστωτή, υπόχρεο σε συνεισφορά ή άλλο ενδιαφερόμενο, απαλλάσσει τον διαχειριστή αφερεγγυότητας από τα καθήκοντά του.
Στη συνέχεια, το δικαστήριο διατάσσει να διαγραφεί η επωνυμία της εταιρείας από το μητρώο από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω απόφασής του. Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται στον υπεύθυνο του μητρώου εταιρειών, ο οποίος πραγματοποιεί τη διαγραφή.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Το άρθρο 329Β παράγραφος 12 προβλέπει τα παρακάτω διαφορετικά σενάρια σχετικά με τον τερματισμό της διαδικασίας ανάκαμψης:
α) Εάν, οποιαδήποτε χρονική στιγμή κατά την εκτέλεση της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας, ο ειδικός ελεγκτής, κατόπιν διαβούλευσης με την κοινή επιτροπή πιστωτών και μετόχων, κρίνει ότι η συνέχιση της εν λόγω διαδικασίας δεν θα εξυπηρετούσε κανέναν χρήσιμο σκοπό για την εταιρεία, υποβάλλει αμέσως αίτηση στο δικαστήριο για τον τερματισμό της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας, στην οποία αναφέρονται κατά τρόπο αναλυτικό και ολοκληρωμένο οι σχετικοί λόγοι, και το δικαστήριο διατάσσει τη λύση της εταιρείας.
Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο κεφάλαιο 386 σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας.
β) Εάν, οποιαδήποτε χρονική στιγμή κατά την εκτέλεση της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας, ο ειδικός ελεγκτής, κατόπιν διαβούλευσης με την κοινή επιτροπή πιστωτών και μετόχων, κρίνει ότι οι υποθέσεις της εταιρείας έχουν βελτιωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε η εταιρεία να είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της, υποβάλλει αίτηση στο δικαστήριο, στην οποία αναφέρονται κατά τρόπο αναλυτικό και ολοκληρωμένο οι σχετικοί λόγοι, και ζητά από το δικαστήριο να διατάξει τον τερματισμό της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας. Εάν το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση, καθορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους που κρίνει απαραίτητους με βάση τις περιστάσεις της υπόθεσης.
Στην περίπτωση αυτή, η εταιρεία θα εξακολουθήσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση. Η αναστολή των διώξεων παύει μόλις το δικαστήριο κάνει δεκτή την ανωτέρω αναφερόμενη αίτηση.
γ) Εάν, οποιαδήποτε χρονική στιγμή κατά την εκτέλεση της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας, το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας ή οι μέτοχοί της στο πλαίσιο έκτακτης γενικής συνέλευσης κρίνουν ότι οι υποθέσεις της εταιρείας έχουν βελτιωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε η εταιρεία να είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της, μπορούν να υποβάλουν αίτηση στο δικαστήριο, συνοδευόμενη από κατάλληλη τεκμηρίωση και πληροφορίες, στην οποία θα επιβεβαιώνουν την εν λόγω άποψή τους και θα ζητούν από το δικαστήριο να διατάξει τον τερματισμό της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας. Το δικαστήριο εκδίδει απόφαση με την οποία κάνει δεκτή ή απορρίπτει την αίτηση μόνο κατόπιν ακρόασης του ειδικού ελεγκτή. Εάν το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση, καθορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους που κρίνει απαραίτητους με βάση τις περιστάσεις της υπόθεσης.
Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, η εταιρεία θα εξακολουθήσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση. Η αναστολή των διώξεων παύει μόλις το δικαστήριο κάνει δεκτή την ανωτέρω αναφερόμενη αίτηση.
δ) Στο τέλος της θητείας του, ο ειδικός ελεγκτής υποβάλλει γραπτή τελική έκθεση στο δικαστήριο η οποία περιέχει κατά τρόπο αναλυτικό και ολοκληρωμένο την άποψή του και τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι η εταιρεία έχει ή δεν έχει εύλογες προοπτικές να εξακολουθήσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση, πλήρως ή εν μέρει, και ότι θα είναι ή δεν θα είναι σε θέση να εξοφλεί κανονικά τις οφειλές της στο μέλλον.
Στην περίπτωση που η τελική έκθεση του ειδικού ελεγκτή εκφράζει τη γνώμη ότι η εταιρεία έχει εύλογες προοπτικές να συνεχίσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση, πλήρως ή εν μέρει, πρέπει να συνοδεύεται από επακριβές και λεπτομερές σχέδιο ανάκαμψης το οποίο να περιέχει προτάσεις για όλα τα μέτρα που απαιτούνται για να καταφέρει η εταιρεία να εξακολουθήσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση, καθώς και τις επεξηγήσεις που απαιτούνται για την πραγματοποίηση της εν λόγω ανάκαμψης, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων μέτρων σχετικά με τους οικονομικούς πόρους, τη διατήρηση του προσωπικού και τη μελλοντική διαχείριση της εταιρείας. Το εν λόγω σχέδιο ανάκαμψης θα εξηγεί επίσης τον προτεινόμενο τρόπο εξόφλησης του συνόλου ή ενός ποσοστού των απαιτήσεων των πιστωτών, εάν έχει επιτευχθεί συμβιβασμός με το σύνολο των πιστωτών σε εθελοντική βάση ή εάν προτείνεται η επικύρωση από το δικαστήριο συμβιβασμού που δεν έχει εγκριθεί από το σύνολο των πιστωτών.
Μετά τη λήψη της τελικής έκθεσης και του σχεδίου ανάκαμψης, το δικαστήριο δύναται να ζητήσει οποιεσδήποτε επεξηγήσεις και διευκρινίσεις κρίνει σκόπιμες, οι οποίες υποβάλλονται είτε προφορικώς είτε γραπτώς, ανάλογα με τις οδηγίες του δικαστηρίου. Στη συνέχεια, το δικαστήριο δύναται είτε να απορρίψει το προτεινόμενο σχέδιο ανάκαμψης είτε να το κάνει δεκτό και να το εγκρίνει πλήρως ή εν μέρει, ενώ μπορεί επίσης να απαιτήσει την τροποποίησή του. Στην περίπτωση που το δικαστήριο εγκρίνει το σχέδιο ανάκαμψης του ειδικού ελεγκτή, είτε με τροποποιήσεις είτε χωρίς τροποποιήσεις, όπως θα ορίσει το δικαστήριο, το σχέδιο ανάκαμψης τίθεται σε ισχύ και είναι δεσμευτικό για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για κάθε νόμιμο σκοπό. Η αναστολή των διώξεων παύει μόλις το δικαστήριο εγκρίνει το σχέδιο ανάκαμψης.
ε) Εάν το δικαστήριο διατάξει τον τερματισμό της διαδικασίας ανάκαμψης της εταιρείας για τον λόγο ότι η εταιρεία δεν έχει εύλογες προοπτικές να εξακολουθήσει τη δραστηριότητά της ως βιώσιμη λειτουργούσα επιχείρηση και ότι δεν θα είναι σε θέση να εξοφλεί κανονικά τις οφειλές της στο μέλλον, διατάσσει τη λύση της εταιρείας.
Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο κεφάλαιο 386 σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Κατά τη διαδικασία πτώχευσης, αφού ο σύνδικος ρευστοποιήσει το σύνολο της περιουσίας της εταιρείας, ή όσο μεγαλύτερο μέρος αυτής μπορεί, κατά τη γνώμη του, να ρευστοποιηθεί χωρίς να καθυστερήσει άνευ λόγου η διαδικασία πτώχευσης, πραγματοποιήσει την τελική πληρωμή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στους πιστωτές, ρυθμίσει τα δικαιώματα των υπόχρεων σε συνεισφορά μεταξύ τους, πραγματοποιήσει την τελική επιστροφή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στους υπόχρεους σε συνεισφορά και υποβάλει τους λογαριασμούς με τις δαπάνες της εταιρείας, το δικαστήριο, εφόσον θεωρεί ότι ο σύνδικος έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου 13 και οποιεσδήποτε άλλες απαιτήσεις που τυχόν έχει ορίσει το ίδιο, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση και οποιαδήποτε ένσταση που τυχόν έχει προβληθεί από οποιονδήποτε πιστωτή, υπόχρεο σε συνεισφορά ή άλλο ενδιαφερόμενο, απαλλάσσει τον σύνδικο από τα καθήκοντά του.
Στη συνέχεια, το δικαστήριο διατάσσει να διαγραφεί η επωνυμία της προσωπικής εταιρείας από το μητρώο από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω απόφασής του. Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται στον υπεύθυνο του μητρώου εταιρειών, ο οποίος πραγματοποιεί τη διαγραφή.
Φυσικά, τα ανωτέρω ισχύουν στην περίπτωση των προσωπικών εταιρειών.
Όσον αφορά τους εμπόρους, αφού ένας έμπορος κηρυχθεί σε πτώχευση και διανεμηθεί το προϊόν της ρευστοποίησης της περιουσίας του, ο πτωχεύσας δύναται να ζητήσει, υποβάλλοντας σχετική αίτηση στον γραμματέα, να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου ώστε το δικαστήριο να αποφασίσει εάν θα χορηγηθεί εκ νέου στον έμπορο το δικαίωμα να αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες. Το δικαστήριο θα καλέσει τους πιστωτές του εν λόγω εμπόρου και τον σύνδικο της πτώχευσης να παραστούν στην εν λόγω ακρόαση του εμπόρου.
Εάν ο εν λόγω έμπορος δεν έχει ενεργήσει δόλια ή κακόβουλα, μπορεί να αποκτήσει εκ νέου το δικαίωμα να αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες. Αυτή η αποκατάσταση του εμπόρου απαλλάσσει τον πτωχεύσαντα, όσον αφορά τόσο το πρόσωπό του όσο και την περιουσία που αποκτά στη συνέχεια, από κάθε αξίωση η οποία θα μπορούσε να έχει εγερθεί εναντίον του οποιαδήποτε στιγμή πριν από την κήρυξη της πτώχευσης.
15 Ποια είναι τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Σύμφωνα με το άρθρο 315 παράγραφος 1 του κεφαλαίου 386, πιστωτής μπορεί να διεκδικήσει τα δικαιώματά του εναντίον οποιουδήποτε μέρους που κρίνεται ότι έχει διεξαγάγει τις δραστηριότητες της εταιρείας με σκοπό να εξαπατήσει τους πιστωτές της εταιρείας ή τους πιστωτές οποιουδήποτε άλλου προσώπου, ή με οποιονδήποτε άλλο δόλιο σκοπό. Στις εν λόγω περιπτώσεις, κατόπιν αίτησης προς το δικαστήριο, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι οποιαδήποτε πρόσωπα που εν γνώσει τους συμμετείχαν στη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας κατά τον ανωτέρω αναφερόμενο τρόπο φέρουν προσωπική ευθύνη, χωρίς οποιονδήποτε περιορισμό της ευθύνης τους για το σύνολο ή για οποιαδήποτε από τις οφειλές ή άλλες υποχρεώσεις της επιχείρησης, όπως θα ορίσει το δικαστήριο.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Δεν υπάρχουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες να αφορούν τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Μετά τον τερματισμό της διαδικασίας πτώχευσης, προσωπικής εταιρείας ή εμπόρου, οι πιστωτές δεν έχουν κανένα δικαίωμα, εκτός εάν μπορούν να αποδείξουν ότι η προσωπική εταιρεία ή ο έμπορος ενέργησε κακόβουλα ή δόλια έναντι των πιστωτών.
16 Πού καταλογίζονται το κόστος και οι δαπάνες της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Το κόστος βαρύνει είτε το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση αφερεγγυότητας είτε την επιχείρηση, όπως θα αποφασίσει το δικαστήριο.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Στη διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών), το κόστος της διαδικασίας βαρύνει την εταιρεία.
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Το κόστος και οι δαπάνες βαρύνουν το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση ή τον πτωχεύσαντα.
17 Ποιοι είναι οι κανόνες που άπτονται της ακυρότητας, της ακυρωσίας ή του ανενεργού των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών;
Διαδικασίες αφερεγγυότητας (ανώνυμες εταιρείες)
Το άρθρο 303 του κεφαλαίου 386 προβλέπει ότι προνόμια, υποθήκες και άλλα βάρη, μεταβιβάσεις και άλλες πράξεις διάθεσης περιουσιακών στοιχείων ή δικαιωμάτων και κάθε πληρωμή, παροχή ή άλλη πράξη σχετικά με περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα που έχουν πραγματοποιηθεί από ή έναντι ανώνυμης εταιρείας, καθώς και κάθε υποχρέωση που έχει αναλάβει η εταιρεία κατά το διάστημα των έξι μηνών που προηγούνται της λύσης της εταιρείας θεωρούνται πράξεις δόλιας προτίμησης έναντι των πιστωτών της εταιρείας, ανεξαρτήτως του εάν η σχετική συναλλαγή πραγματοποιήθηκε από επαχθή αιτία ή όχι, εάν αυτή συνιστά υποτιμολογημένη συναλλαγή ή εάν εμπεριέχει προτιμησιακή μεταχείριση. Στις εν λόγω περιπτώσεις, η συναλλαγή (δόλια προτίμηση) είναι άκυρη.
Η υποτιμολόγηση ορίζεται ως εξής:
α) μια εταιρεία συνάπτει υποτιμολογημένη συναλλαγή εάν:
i) η εταιρεία προβαίνει σε δωρεά ή άλλως συνάπτει συναλλαγή οι όροι της οποίας προβλέπουν τη μη λήψη αντιτίμου από την εταιρεία, ή
ii) η εταιρεία συνάπτει συναλλαγή έναντι αντιτίμου η αξία του οποίου, σε χρήματα ή αποτιμώμενη σε χρήματα, είναι σημαντικά μικρότερη της αξίας, σε χρήματα ή αποτιμώμενης σε χρήματα, της παροχής που κατέβαλε η εταιρεία.
Η προτιμησιακή μεταχείριση ορίζεται ως εξής:
β) εταιρεία επιφυλάσσει προτιμησιακή μεταχείριση σε πρόσωπο εάν:
i) το εν λόγω πρόσωπο αποτελεί πιστωτή της εταιρείας ή έχει παράσχει ασφάλεια ή εγγύηση για οποιαδήποτε από τις οφειλές ή άλλες υποχρεώσεις της εταιρείας· και
ii) η εταιρεία προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή ανέχεται τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης που, σε κάθε περίπτωση, έχει ως αποτέλεσμα να περιέλθει το εν λόγω πρόσωπο σε θέση η οποία, στην περίπτωση εκκαθάρισης της εταιρείας λόγω αφερεγγυότητας, θα είναι πλεονεκτικότερη από τη θέση στην οποία θα βρισκόταν εάν δεν είχε λάβει χώρα η εν λόγω πράξη ή παράλειψη.
Εξαίρεση στα ανωτέρω αποτελεί η περίπτωση στην οποία το πρόσωπο υπέρ του οποίου πραγματοποιήθηκε ή εκτελέστηκε η συναλλαγή αποδείξει ότι δεν γνώριζε και δεν είχε λόγους να πιστεύει ότι η εταιρεία κινδύνευε να λυθεί λόγω αφερεγγυότητας.
Διαδικασία αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών)
Δεν υπάρχουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις που να προβλέπουν την ακυρότητα, την ακυρωσία ή το ανενεργό των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών στο πλαίσιο διαδικασίας αναδιοργάνωσης (ανάκαμψη ανώνυμων εταιρειών).
Διαδικασία πτώχευσης (προσωπικές εταιρείες και έμποροι)
Δεν υπάρχουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις που να προβλέπουν την ακυρότητα, την ακυρωσία ή το ανενεργό των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών στο πλαίσιο διαδικασίας πτώχευσης ή ανάκαμψης.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.