Αφερεγγυότητα/πτώχευση

Σλοβακία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Εναντίον ποιων μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας;

Στη Σλοβακία, όλα τα είδη διαδικασιών αφερεγγυότητας μπορούν να κινηθούν κατά του οφειλέτη.

2 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας;

Προϋποθέσεις για την κίνηση των διαφόρων διαδικασιών αφερεγγυότητας:

Προϋποθέσεις για την κήρυξη πτώχευσης ή για τη θέση υπό αναγκαστική διαχείριση:

  • Οι διαδικασίες της πτώχευσης και της αναγκαστικής διαχείρισης («πτωχευτική διαδικασία») χωρίζονται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος ξεκινά με την υποβολή αίτησης πτώχευσης και διαρκεί έως την έκδοση της απόφασης για την κήρυξη της πτώχευσης. Το δεύτερο μέρος αρχίζει με την έκδοση της απόφασης για την κήρυξη της πτώχευσης και διαρκεί έως την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας.
  • Οι προϋποθέσεις για την κίνηση του πρώτου μέρους είναι το έννομο συμφέρον του προσώπου που υποβάλλει αίτηση για την έναρξη της πτωχευτικής διαδικασίας (αν η διαδικασία κινείται κατόπιν αίτησης), βάσει της οποίας τεκμαίρεται εύλογα ότι ο οφειλέτης είναι αφερέγγυος, καθώς και η κατάθεση προκαταβολής στο δικαστήριο.
  • Για το δεύτερο μέρος (έκδοση της απόφασης για την κήρυξη της πτώχευσης) απαιτείται να υπάρχουν περισσότεροι του ενός πιστωτές, ο οφειλέτης να είναι υπερχρεωμένος ή να έχει περιέλθει σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας και τα περιουσιακά του στοιχεία να επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας.
  • Έννομο συμφέρον προσώπου για την κατάθεση αίτησης: η διαδικασία μπορεί να κινηθεί κατόπιν αίτησης ή χωρίς να κατατεθεί αίτηση. Η αίτηση πτώχευσης μπορεί να κατατεθεί από τον οφειλέτη, από πιστωτή, εκκαθαριστή ή άλλο πρόσωπο που καθορίζεται στη νομοθεσία. Κατά κύριο λόγο, η πτωχευτική διαδικασία κινείται χωρίς αίτηση εάν η εξυγίανση ήταν ανεπιτυχής στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο αποφασίζει να κινήσει την πτωχευτική διαδικασία και να κηρύξει την πτώχευση, εκδίδοντας μία ενιαία απόφαση.
  • Η αίτηση πρέπει να πληροί τις γενικές και ορισμένες ειδικές διατυπώσεις οι τελευταίες εξαρτώνται από το πρόσωπο που καταθέτει την αίτηση. Εάν πρόκειται για πιστωτή, η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία που αποδεικνύουν την έλλειψη ρευστότητας του οφειλέτη. Αν η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη (στην οποία περίπτωση εικάζεται ότι έχει περιέλθει σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας ή ότι είναι υπερχρεωμένος), πρέπει να περιλαμβάνει κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, των υποχρεώσεών του, των συνδεδεμένων μερών, καθώς και τις πλέον πρόσφατες οικονομικές καταστάσεις, εάν είναι διαθέσιμες.
  • Προτού καταθέσει την αίτηση, ο αιτών οφείλει να εμβάσει το ποσό της προκαταβολής στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαστηρίου.
  • Αφερεγγυότητα σημαίνει ότι ο οφειλέτης είναι υπερχρεωμένος ή ότι έχει περιέλθει σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας. Ένας οφειλέτης θεωρείται υπερχρεωμένος όταν υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης λογαριασμών σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία (νόμος αριθ. 431/2002 περί λογιστικής), έχει περισσότερους από έναν πιστωτές και το ύψος των υποχρεώσεών του είναι μεγαλύτερο από την αξία των περιουσιακών του στοιχείων. Ένα νομικό πρόσωπο περιέρχεται σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας αν έχει καθυστερήσει περισσότερο από 30 ημέρες την εξόφληση δύο ή περισσότερων χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων προς περισσότερους από έναν πιστωτές. Ένα φυσικό πρόσωπο περιέρχεται σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας όταν δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τουλάχιστον μία από τις χρηματοοικονομικές του υποχρεώσεις εντός 180 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο.
  • Επάρκεια περιουσιακών στοιχείων: αν η επάρκεια των περιουσιακών στοιχείων για την κάλυψη των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας είναι αμφίβολη, το δικαστήριο διορίζει προσωρινό διαχειριστή ή προσωρινό σύνδικο («διαχειριστής» ή «διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας») για να εξετάσει την υπόθεση.

Προϋποθέσεις για την κίνηση της διαδικασίας εξυγίανσης:

Όπως και η πτωχευτική διαδικασία, η διαδικασία εξυγίανσης χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πλαίσιο του πρώτου μέρους (κατά την κίνηση της διαδικασίας εξυγίανσης) το δικαστήριο εξετάζει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της εξυγίανσης. Το στάδιο αυτό ξεκινά με την υποβολή αίτησης από πρόσωπο που νομιμοποιείται σχετικά (τον οφειλέτη ή έναν από τους πιστωτές) η αίτηση συνοδεύεται από σύσταση του διαχειριστή αφερεγγυότητας, σύμφωνα με την οποία ο οφειλέτης πρέπει να υπαχθεί σε καθεστώς εξυγίανσης. Το δεύτερο μέρος ξεκινά με την έγκριση της υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σ’ αυτό το στάδιο, ο οφειλέτης, υπό την επίβλεψη του διαχειριστή αφερεγγυότητας και του δικαστηρίου και με τη συνεργασία των πιστωτών, καταρτίζει, συζητά και εγκρίνει σχέδιο εξυγίανσης, το οποίο στη συνέχεια υποβάλλεται στο δικαστήριο προς επικύρωση.

  • Ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει αίτηση εξυγίανσης εφόσον ζητήσει τη γνώμη του διαχειριστή αφερεγγυότητας και αυτός προτείνει, σε γνώμη η οποία θα πρέπει να έχει διατυπωθεί το πολύ 30 ημέρες πριν από την υποβολή της αίτησης, την υπαγωγή του οφειλέτη σε καθεστώς εξυγίανσης.
  • Ένας πιστωτής μπορεί να υποβάλει αίτηση εξυγίανσης εφόσον ζητήσει τη γνώμη του διαχειριστή αφερεγγυότητας και αυτός προτείνει, σε γνώμη η οποία θα πρέπει να έχει διατυπωθεί το πολύ 30 ημέρες πριν από την υποβολή της αίτησης, την υπαγωγή του οφειλέτη σε διαδικασία εξυγίανσης και ο οφειλέτης συναινεί στην υποβολή της αίτησης.

Προϋποθέσεις για την κίνηση της διαδικασίας διαγραφής χρεών:

Προϋποθέσεις για την κίνηση της διαδικασίας διαγραφής χρεών: ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο (επιχειρηματίας ή καταναλωτής), έχει περατωθεί η διαδικασία της πτώχευσης, ο οφειλέτης έχει υποβάλει σχετική αίτηση και έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας. Ωστόσο, ο οφειλέτης δεν δικαιούται να επιδιώξει απαλλαγή από τα χρέη αν η πτωχευτική διαδικασία περατώθηκε επειδή τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν επαρκούσαν ούτε για την ικανοποίηση των απαιτήσεων κατά της περιουσίας. Άλλες προϋποθέσεις είναι να έχει περιέλθει ο οφειλέτης σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας την οποία θα πρέπει να έχει δηλώσει, να έχουν παρέλθει δέκα έτη από την τελευταία διαγραφή χρεών, να έχει επιβληθεί κατάσχεση (δηλαδή δέσμευση αγαθών) ή ανάλογη διαδικασία σε βάρος του οφειλέτη και ο οφειλέτης να μην εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή.

  • Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί μαζί με την αίτηση πτώχευσης ή κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας και έως την περάτωσή της. Η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη, ο οποίος ωστόσο πρέπει να εκπροσωπείται από το Κέντρο Νομικής Συνδρομής (Centrum právnej pomoci) η υποβολή της αίτησης γίνεται μόνο ηλεκτρονικά.
  • Ο οφειλέτης απαλλάσσεται από τα χρέη όταν το δικαστήριο εκδώσει απόφαση κήρυξης της πτώχευσης (διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης) ή διατάξει την εφαρμογή χρονοδιαγράμματος πληρωμών (διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών). Δεν απαιτείται η έκδοση περαιτέρω αποφάσεων για τη διαγραφή χρεών.
  • Εκπλήρωση υποχρεώσεων: το δικαστήριο εγκρίνει τη διαγραφή χρεών εφόσον διαπιστώσει ότι ο οφειλέτης έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προβλέπει η εφαρμοστέα νομοθεσία κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας σε διαφορετική περίπτωση, απορρίπτει την αίτηση. Καλή πίστη – τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης τελεί σε καλή πίστη το τεκμήριο αυτό μπορούν να το προσβάλουν οι πιστωτές στο πλαίσιο των «κλασικών» αστικών διαδικασιών, αλλά όχι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαγραφής χρεών.

3 Ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία; Πώς αντιμετωπίζονται τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται από τον οφειλέτη ή που περιέρχονται σε αυτόν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;

Η πτωχευτική διαδικασία αφορά:

α) περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον οφειλέτη κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης για την κήρυξη της πτώχευσης,

β) περιουσιακά στοιχεία που απέκτησε ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας,

γ) περιουσιακά στοιχεία με τα οποία εξασφαλίζονται οι υποχρεώσεις του οφειλέτη,

δ) άλλα περιουσιακά στοιχεία που τυχόν προβλέπονται από τη νομοθεσία.

Τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία συνθέτουν την πτωχευτική περιουσία, η οποία διακρίνεται στη γενική περιουσία και στις επιμέρους περιουσίες που προορίζονται για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των ενέγγυων πιστωτών.

Τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία εξαιρούνται από την πτωχευτική διαδικασία: περιουσιακά στοιχεία που είναι ακατάσχετα στο πλαίσιο των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης, τελωνειακές εγγυήσεις μέχρι του ποσού της τελωνειακής οφειλής, η φορολογική εγγύηση, καθώς και περιουσιακά στοιχεία που εξαιρούνται από την πτωχευτική διαδικασία δυνάμει ειδικών νομοθετικών διατάξεων. Το εισόδημα του οφειλέτη υπόκειται στην πτωχευτική διαδικασία στον βαθμό που δύναται να κατασχεθεί στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης. Το τμήμα των καθαρών αποδοχών που θα μπορούσε άλλως να αφαιρεθεί για την εξόφληση προνομιούχων απαιτήσεων υπόκειται στην πτωχευτική διαδικασία μόνο στον βαθμό στον οποίο προορίζεται για την ικανοποίηση απαίτησης κατά της περιουσίας.

4 Ποιες εξουσίες έχουν ο οφειλέτης και ο διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας, αντίστοιχα;

Ο ρόλος των μερών στα διάφορα είδη διαδικασιών:

• Οι γενικές υποχρεώσεις του οφειλέτη:

o     Ο οφειλέτης υποχρεούται να αποτρέψει την αφερεγγυότητα. Εάν επίκειται η αφερεγγυότητα, ο οφειλέτης υποχρεούται να λάβει κατάλληλα και αναλογικά μέτρα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, για την αποτροπή της. Η υποβολή αίτησης εξυγίανσης δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη από την υποχρέωση υποβολής αίτησης για την κήρυξη πτώχευσης (η πτωχευτική διαδικασία παύει, αν εγκριθεί η υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης).

Ρόλος των μερών στη διαδικασία πτώχευσης:

• Διαχειριστής αφερεγγυότητας:

o     Κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας κατά κύριο λόγο διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, τα ρευστοποιεί και χρησιμοποιεί τα προϊόντα της ρευστοποίησης για να ικανοποιήσει τους πιστωτές του οφειλέτη.

o     Όταν εκδοθεί η απόφαση για την κήρυξη της πτώχευσης, το δικαίωμα του οφειλέτη για διάθεση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία και το δικαίωμα να ενεργεί για ίδιο λογαριασμό σε υποθέσεις που αφορούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στον διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος, από το σημείο αυτό και έπειτα, ενεργεί εξ ονόματος και για λογαριασμό του οφειλέτη.

Ρόλος των μερών στη διαδικασία εξυγίανσης:

• Διαχειριστής αφερεγγυότητας:

o     Ο κύριος ρόλος του διαχειριστή αφερεγγυότητας είναι η κατάρτιση του σχεδίου εξυγίανσης σε συνεργασία με τον οφειλέτη και τους πιστωτές.

o     Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ελέγχει τις απαιτήσεις που έχουν αναγγελθεί και τις επαληθεύει ή τις αμφισβητεί.

o          Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας επιβλέπει τον οφειλέτη. Η επίβλεψη περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την έγκριση των δικαιοπραξιών του οφειλέτη, οι οποίες είχαν προσδιοριστεί στην απόφαση του δικαστηρίου με την οποία έγινε δεκτή η υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης.

• Οφειλέτης:

• Ο οφειλέτης διεκπεραιώνει τις εργασίες που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης.

• Ο οφειλέτης δικαιούται επίσης να υποβάλει πρόταση στον διαχειριστή αφερεγγυότητας για την αμφισβήτηση αναγγελθείσας απαίτησης.

• Ο οφειλέτης ενεργεί ιδίω ονόματι και για ίδιο λογαριασμό.

Ο ρόλος των μερών στη διαδικασία διαγραφής χρεών (και στα δύο είδη):

• Οφειλέτης:

o     Με την έγκριση της διαγραφής των χρεών, ανοίγει δοκιμαστική τριετής περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας, στο τέλος κάθε έτους, το χρηματικό ποσό που έχει καθοριστεί από το δικαστήριο το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει το 70% επί του συνολικού καθαρού εισοδήματος του οφειλέτη για το προηγούμενο δοκιμαστικό έτος. Μετά την αφαίρεση της αμοιβής του, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διανέμει συμμέτρως το ποσό στους πιστωτές του οφειλέτη σύμφωνα με τον οριστικό πίνακα διανομής.

o     Κατά τη διάρκεια αυτής της δοκιμαστικής περιόδου, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για να βρει απασχόληση προκειμένου να εξασφαλίσει εισόδημα, ή την κατάλληλη αυτοαπασχόληση για τον ίδιο σκοπό, και να παρέχει όλες τις πληροφορίες που ζητεί ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το εισόδημα, τις δαπάνες και τυχόν αλλαγές στη διεύθυνσης κατοικίας, την απασχόληση ή τον τόπο εργασίας.

o     Οι δικαιοπραξίες τις οποίες συνάπτει ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου υπόκεινται στην έγγραφη συγκατάθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας, εντός του πεδίου που καθόρισε το δικαστήριο που έκανε δεκτή τη διαγραφή των χρεών.

o     Ο οφειλέτης, εκπροσωπούμενος από το Κέντρο Νομικής Συνδρομής, καταθέτει αίτηση στην οποία επισυνάπτει το βιογραφικό του σημείωμα, κατάλογο των συνδεδεμένων μερών, των τρεχόντων και παλαιών περιουσιακών στοιχείων, καθώς και κατάλογο των πιστωτών. Ο οφειλέτης δηλώνει την έλλειψη ρευστότητας και τεκμηριώνει την επιβολή κατάσχεσης.

o     Κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας, ο οφειλέτης οφείλει να αποδεχθεί την περιέλευση του δικαιώματος διάθεσης των περιουσιακών στον διαχειριστή αφερεγγυότητας.

• Διαχειριστής αφερεγγυότητας:

o     Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική περιουσία και προβαίνει σε διάθεση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων.

o     Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταγγέλλει ορισμένες συμβάσεις.

o     Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ρευστοποιεί τα περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, καταβάλλει τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας, προτείνει τον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων και, στη συνέχεια, προβαίνει σε εφαρμογή του.

o     Εάν στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας εφαρμόζεται χρονοδιάγραμμα πληρωμών, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει το χρονοδιάγραμμα και το υποβάλλει στο δικαστήριο προς έγκριση.

5 Κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να προταθεί συμψηφισμός;

Πτώχευση: Απαίτηση που είχε καταστεί απαιτητή κατά του οφειλέτη πριν από την κήρυξή του σε πτώχευση δεν μπορεί να συμψηφιστεί με απαίτηση του οφειλέτη που καθίσταται απαιτητή μετά την κήρυξη της πτώχευσης αυτό ισχύει και για τις υπό αίρεση απαιτήσεις που αναγγέλλονται στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας. Απαιτήσεις οι οποίες δεν έχουν αναγγελθεί με τον τρόπο που προβλέπεται στη νομοθεσία, αναγγελθείσες απαιτήσεις που αποκτήθηκαν μέσω εκχώρησης ή μεταβίβασης μετά την κήρυξη της πτώχευσης, καθώς και απαιτήσεις που αποκτήθηκαν δυνάμει δικαιοπραξιών που δύνανται να προσβληθούν, δεν μπορούν να συμψηφιστούν με καμία απαίτηση του οφειλέτη. Δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός απαιτήσεων με απαίτηση που απορρέει από την ευθύνη του οφειλέτη για μη υποβολή αίτησης πτώχευσης. Αυτό δεν αποκλείει τον συμψηφισμό άλλων απαιτήσεων.

Εξυγίανση: Ισχύουν ως έχουν οι ρυθμίσεις του αστικού δικαίου.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης: Απαίτηση που προκύπτει μετά την κήρυξη της πτώχευσης δεν μπορεί να συμψηφιστεί με ανταπαίτηση του οφειλέτη η οποία είχε προκύψει πριν από την κήρυξη του σε πτώχευση. Απαίτηση που είχε προκύψει πριν από την κήρυξη της πτώχευσης δεν μπορεί να συμψηφιστεί με ανταπαίτηση του οφειλέτη η οποία προκύπτει μετά την κήρυξή του σε πτώχευση. Αυτό δεν αποκλείει τον συμψηφισμό άλλων απαιτήσεων.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών: Ισχύουν ως έχουν οι ρυθμίσεις του αστικού δικαίου.

6 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των υφισταμένων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος;

Πτώχευση: Αν ο οφειλέτης είχε συνάψει αμφοτεροβαρή σύμβαση πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, την οποία έχει εκτελέσει, ενώ ο αντισυμβαλλόμενος δεν την έχει εκτελέσει ή την έχει εκτελέσει μόνο εν μέρει κατά τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να απαιτήσει την εκτέλεση της σύμβασης ή, εναλλακτικά, να υπαναχωρήσει από αυτήν. Εάν, κατά το χρονικό αυτό σημείο, ο αντισυμβαλλόμενος έχει εκτελέσει τη σύμβαση μόνο εν μέρει, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να υπαναχωρήσει μόνο ως προς τις συμβατικές υποχρεώσεις που δεν έχει ακόμη εκπληρώσει ο αντισυμβαλλόμενος.

Αν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε συνάψει αμφοτεροβαρή σύμβαση την οποία ο αντισυμβαλλόμενος έχει εκτελέσει, ενώ ο οφειλέτης δεν την έχει εκτελέσει ή την έχει εκτελέσει μόνο εν μέρει κατά τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης, ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να υπαναχωρήσει ως προς τις συμβατικές υποχρεώσεις που δεν έχει ακόμη εκπληρώσει ο οφειλέτης εντούτοις, οι απαιτήσεις του αντισυμβαλλόμενου που προκύπτουν από την υπαναχώρηση από τη σύμβαση μπορούν να συμπεριληφθούν στην πτωχευτική διαδικασία μόνον αν αναγγελθούν ως απαιτήσεις υπό αίρεση.

Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε συνάψει αμφοτεροβαρή σύμβαση, την οποία ούτε ο οφειλέτης ούτε ο αντισυμβαλλόμενος έχουν εκτελέσει ή την οποία ο οφειλέτης και ο αντισυμβαλλόμενος έχουν εκτελέσει μόνο εν μέρει κατά την κήρυξη της πτώχευσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας και ο αντισυμβαλλόμενος μπορούν να υπαναχωρήσουν ως προς τις συμβατικές υποχρεώσεις τους τις οποίες δεν έχουν ακόμη εκπληρώσει εντούτοις, οι απαιτήσεις του αντισυμβαλλόμενου που προκύπτουν από την υπαναχώρηση από τη σύμβαση μπορούν να συμπεριληφθούν στην πτωχευτική διαδικασία μόνο αν αναγγελθούν ως απαιτήσεις υπό αίρεση.

Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε συνάψει σύμβαση, αντικείμενο της οποίας είναι η υποχρέωση του οφειλέτη προς διαρκή ή επαναλαμβανόμενη ενέργεια ή η υποχρέωσή του για αποχή από συγκεκριμένη ενέργεια ή ανοχή συγκεκριμένης ενέργειας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση με προειδοποίηση δύο μηνών, εκτός εάν ο νόμος ή η σύμβαση προβλέπουν βραχύτερη προθεσμία για την καταγγελία της σύμβασης ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση ακόμη και αν η διάρκειά της είχε συμφωνηθεί για ορισμένο χρόνο. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να καταγγείλει σύμβαση μίσθωσης μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στον Αστικό Κώδικα (Občiansky zákonník). Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του Εργατικού Κώδικα (Zákonník práce).

Εάν ο αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να εκτελέσει πρώτος τη σύμβαση που είχε συνάψει με τον οφειλέτη πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, μπορεί να αρνηθεί να εκτελέσει τη σύμβαση έως ότου πραγματοποιηθεί ή διασφαλιστεί η αμοιβαία εκπλήρωση.

Όσον αφορά τις συμβάσεις που είχαν συναφθεί με τον οφειλέτη πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, οι απαιτήσεις του αντισυμβαλλόμενου που αφορούν την εκπλήρωση της παροχής του προς τον διαχειριστή αφερεγγυότητας μετά την κήρυξη της πτώχευσης αποτελούν απαιτήσεις κατά της περιουσίας. Όσον αφορά τις συμβάσεις που είχαν συναφθεί με τον οφειλέτη πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, οποιαδήποτε άλλη απαίτηση του αντισυμβαλλόμενου που προκύπτει μετά την κήρυξη της πτώχευσης μπορεί να συμπεριληφθεί στην πτωχευτική διαδικασία μόνο αν αναγγελθεί ως υπό αίρεση απαίτηση – εκτός εάν η νομοθεσία προβλέπει διαφορετικά.

Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε προβεί σε πώληση πράγματος με επιφύλαξη κυριότητας και είχε παραδώσει το πράγμα στον αγοραστή, ο αγοραστής μπορεί να το επιστρέψει ή να απαιτήσει την εκπλήρωση της σύμβασης.

Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε προβεί σε αγορά και παραλαβή πράγματος με επιφύλαξη κυριότητας, χωρίς να αποκτήσει την κυριότητα του πράγματος, ο πωλητής δεν μπορεί να απαιτήσει την επιστροφή του πράγματος όταν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις δυνάμει της σύμβασης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κατόπιν σχετικής όχλησης από τον πωλητή. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πώλησης πράγματος με επιφύλαξη κυριότητας, εφόσον το πράγμα βρίσκεται στην κατοχή του οφειλέτη και ο διαχειριστής αφερεγγυότητας κρίνει, επιδεικνύοντας επαγγελματική ευσυνειδησία, ότι η εκπλήρωση των υποχρεώσεων είναι πιο συμφέρουσα για την περιουσία. Εάν το πράγμα δεν βρίσκεται στην κατοχή του οφειλέτη, τυχόν απαιτήσεις μπορούν να συμπεριληφθούν στην πτωχευτική διαδικασία μόνο αν αναγγελθούν.

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται αναλογικά σε σύμβαση με αντικείμενο τη μίσθωση πράγματος που συνάπτεται με συμφωνημένο μίσθωμα και για ορισμένο χρόνο, με στόχο την απόκτηση της κυριότητας του μισθωμένου πράγματος.

Εξυγίανση: Ο αντισυμβαλλόμενος δεν μπορεί να καταγγείλει ούτε να υπαναχωρήσει από σύμβαση που έχει συναφθεί με τον οφειλέτη προβάλλοντας ως λόγο την καθυστέρηση του οφειλέτη στην εκπλήρωση παροχής την οποία ο αντισυμβαλλόμενος είχε δικαίωμα να απαιτήσει πριν από την έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης τυχόν καταγγελία ή υπαναχώρηση από τη σύμβαση γι’ αυτόν τον λόγο είναι ανίσχυρη. Συμβατικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν στον αντισυμβαλλόμενο να προβεί σε καταγγελία ή υπαναχώρηση από σύμβαση που έχει συναφθεί με τον οφειλέτη, λόγω υπαγωγής του τελευταίου σε διαδικασία εξυγίανσης ή πτωχευτική διαδικασία, είναι ανίσχυρες.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης: Μετά την κήρυξη της πτώχευσης είναι δυνατή η καταγγελία σύμβασης που έχει ως αντικείμενο την υποχρέωση προς διαρκή ή επαναλαμβανόμενη ενέργεια ή την υποχρέωση για αποχή από συγκεκριμένη ενέργεια ή για ανοχή συγκεκριμένης ενέργειας, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω σύμβαση είχε συναφθεί πριν από την κήρυξη της πτώχευσης. Εάν η σύμβαση αφορά περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, η σύμβαση είναι δυνατόν να καταγγελθεί από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας σε άλλες περιπτώσεις, τη σύμβαση μπορεί να καταγγείλει ο οφειλέτης. Η καταγγελία ισχύει από την επίδοση ή κοινοποίηση της σχετικής ειδοποίησης στον αντισυμβαλλόμενο. Είναι δυνατή η καταγγελία σύμβασης ακόμα και αν η διάρκεια της σύμβασης είχε συμφωνηθεί για ορισμένο χρόνο. Σύμβαση μίσθωσης κατοικίας που αφορά τρίτο ως μισθωτή μπορεί να καταγγελθεί μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στον Αστικό Κώδικα και στις ειδικές νομοθετικές διατάξεις.

Ο οφειλέτης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας και ο αντισυμβαλλόμενος μπορούν να υπαναχωρήσουν από άλλες συμβάσεις εφόσον είχαν συναφθεί πριν από την κήρυξη της πτώχευσης και δεν έχουν ακόμη εκτελεστεί πλήρως. Αυτή η δυνατότητα υπαναχώρησης ισχύει μόνο ως προς τις υποχρεώσεις οι οποίες δεν έχουν ακόμη αμοιβαίως εκπληρωθεί από τα μέρη.

Οι διατάξεις σχετικά με την πώληση πράγματος με επιφύλαξη κυριότητας, και σχετικά με τις συμβάσεις των οποίων το αντικείμενο είναι η μίσθωση πράγματος με συμφωνημένο μίσθωμα και για ορισμένο χρόνο με στόχο την απόκτηση της κυριότητας του μισθωμένου πράγματος, εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο όπως στην πτωχευτική διαδικασία.

Οι διατάξεις που παρατίθενται ανωτέρω δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις και συμφωνίες που συνάπτονται δυνάμει του Εργατικού Κώδικα.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών: Δεν υφίστανται ειδικές διατάξεις που να ρυθμίζουν τις συμβατικές σχέσεις του οφειλέτη εφαρμόζονται οι «κλασικές» ρυθμίσεις του αστικού και εμπορικού δικαίου.

7 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των ατομικών διώξεων εκ μέρους πιστωτών (εκτός εάν υφίσταται εκκρεμοδικία);

Συνέπειες της κήρυξης της πτώχευσης:

  • Δεν επιτρέπεται να ξεκινήσει διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία για όσο διάστημα διαρκεί η πτωχευτική διαδικασία τυχόν διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης που έχει ήδη ξεκινήσει παύει κατά την κήρυξη της πτώχευσης.
  • Δεν είναι δυνατή η έναρξη ή συνέχιση αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση δικαιώματος εμπράγματης ασφάλειας επί περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη για υποχρεώσεις του οφειλέτη που έχουν εξασφαλιστεί με εμπράγματη ασφάλεια αυτό, ωστόσο, δεν εφαρμόζεται σε:
    • εκτέλεση για την ικανοποίηση δικαιώματος εμπράγματης ασφάλειας που αφορά χρηματικά ποσά ή απαιτήσεις από τραπεζικό λογαριασμό σε τράπεζα ή υποκατάστημα ξένης τράπεζας
    • κρατικά ομόλογα
    • κινητές αξίες.
  • Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, αντικείμενο που υπόκειται στην πτωχευτική διαδικασία είχε κατακυρωθεί σε πλειοδότη στο πλαίσιο πλειστηριασμού δυνάμει ειδικής νομοθετικής διάταξης και ο πλειοδότης έχει καταβάλει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού το τίμημα που είχε καθοριστεί στον πλειστηριασμό, η κυριότητα ή άλλο δικαίωμα επί του αντικειμένου του πλειστηριασμού περιέρχεται στον πλειοδότη. Το πλειστηρίασμα καθίσταται μέρος της οικείας περιουσίας, ενώ τα έξοδα του πλειστηριασμού συνιστούν απαίτηση κατά της εν λόγω περιουσίας αν τη διενέργεια πλειστηριασμού είχε ζητήσει πιστωτής με εξασφαλισμένη απαίτηση, το πλειστηρίασμα καταβάλλεται στον πιστωτή μέχρι του ποσού της εξασφαλισμένης απαίτησης, ως εάν δεν είχε κηρυχθεί η πτώχευση.

Συνέπειες της εξυγίανσης:

•      Δεν επιτρέπεται να ξεκινήσει διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη για απαίτηση που έχει αναγγελθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης τυχόν διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης που έχει ήδη ξεκινήσει αναστέλλεται κατά την κήρυξη της πτώχευσης και στη συνέχεια παύει σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας. Εάν είχαν ήδη ρευστοποιηθεί περιουσιακά στοιχεία στο πλαίσιο αυτών των διαδικασιών, αλλά το προϊόν της ρευστοποίησης δεν έχει καταβληθεί στον δικαιούχο, αυτό επιστρέφεται στον οφειλέτη, αφού αφαιρεθούν τα έξοδα της διαδικασίας.

  • Δεν είναι δυνατή η έναρξη ή συνέχιση εκτέλεσης για την ικανοποίηση δικαιώματος εμπράγματης ασφάλειας επί περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη, για εξασφαλισμένη απαίτηση που έχει αναγγελθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης.

8 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των εκκρεμών κατά τον χρόνο της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας δικών;

Πτώχευση:

  • Με την κήρυξη της πτώχευσης, αναστέλλονται όλες οι δικαστικές και λοιπές διαδικασίες, και οι προθεσμίες διακόπτονται.
    • Η συνέχιση των εν λόγω διαδικασιών είναι δυνατή κατόπιν πρότασης του διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος με την κατάθεση της αίτησης για τη συνέχιση της διαδικασίας καθίσταται διάδικος στη θέση του οφειλέτη.
    • Δεν αναστέλλονται οι ακόλουθες διαδικασίες:
      • διαδικασίες για την επίλυση κρίσεων χρηματοοικονομικών αγορών κατά την έννοια της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014,
      • φορολογικές διαδικασίες,
      • τελωνειακές διαδικασίες,
      • διαδικασίες απαλλοτρίωσης,
      • διαδικασίες για την επιδίκαση διατροφής,
      • ποινικές διαδικασίες (ωστόσο, δεν μπορεί να εκδοθεί απόφαση που επιδικάζει αποζημίωση)
      • ακόμα και στις ανωτέρω διαδικασίες, η προθεσμία στη διάθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας για την άσκηση ένδικου βοηθήματος δεν εκπνέει αν δεν παρέλθουν τουλάχιστον 30 ημέρες από την πρώτη συνέλευση των πιστωτών.

Εξυγίανση:

  • Όταν εγκριθεί η υπαγωγή σε καθεστώς εξυγίανσης, αναστέλλονται τυχόν δικαστικές και διαιτητικές διαδικασίες οι οποίες αφορούν απαιτήσεις που αναγγέλλονται στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης.
  • Απαιτήσεις μπορούν να υποβληθούν μόνο με αναγγελία (με τη διαδικασία αμφισβήτησης ή επαλήθευσης των απαιτήσεων).

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης:

  • Οι δικαστικές διαδικασίες με αντικείμενο απαίτηση που μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας παύουν ωστόσο, η προθεσμία παραγραφής δεν εκπνέει αν δεν παρέλθουν τουλάχιστον 60 ημέρες από την κήρυξη της πτώχευσης.
  • Εάν οι εργασίες της πτώχευσης παύσουν λόγω μη πλήρωσης των προϋποθέσεων της πτωχευτικής διαδικασίας, η παύση των διαδικασιών δεν λαμβάνεται υπόψη.
  • Εάν αμφισβητηθεί από άλλον πιστωτή απαίτηση που δεν επηρεάζεται από τη διαγραφή χρεών, η αμφισβήτηση της απαίτησης παρέχει στον πιστωτή το δικαίωμα να παρέμβει στη διαδικασία.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών:

  • Αυτή η διαδικασία δεν έχει καμία συνέπεια επί δικαστικών ή άλλων διαδικασιών.

9 Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συμμετοχής των πιστωτών στη διαδικασία αφερεγγυότητας;

Πτώχευση:

  • Πιστωτές:
    • Οι πιστωτές ασκούν αυτοδικαίως τη βούλησή τους όσον αφορά τη διεξαγωγή της πτωχευτικής διαδικασίας, είτε αυτοτελώς είτε μέσω των οργάνων των πιστωτών. Με τον τρόπο αυτόν μπορούν να επηρεάζουν την πτωχευτική διαδικασία και να επιβλέπουν τη διαχείριση και τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων. Έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στον διαχειριστή αφερεγγυότητας οδηγίες σχετικά με τις περαιτέρω ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν μπορούν επίσης να αμφισβητήσουν απαιτήσεις κ.λπ.
    • Κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, το δικαστήριο εποπτεύει τις εργασίες του διαχειριστή αφερεγγυότητας.

Εξυγίανση:

  • Πιστωτές:
    • Ο ρόλος των πιστωτών είναι να συνεισφέρουν, μέσω των οργάνων των πιστωτών, στην κατάρτιση και την έγκριση του σχεδίου εξυγίανσης.
    • Ο πιστωτής που αναγγέλλει απαίτησή του στον διαχειριστή αφερεγγυότητας δικαιούται να υποβάλει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας πρόταση για την αμφισβήτηση (άλλης) αναγγελθείσας απαίτησης.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης:

  • Πιστωτές:
    • Οι πιστωτές πρέπει να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους.
    • Οι ενέγγυοι πιστωτές μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο αναγγελίας των απαιτήσεων τους έχουν, ωστόσο, επίσης τη δυνατότητα να εκτελέσουν τις εμπράγματες ασφάλειες τους.
    • Ένας πιστωτής μπορεί να αμφισβητήσει τις απαιτήσεις άλλων πιστωτών.
    • Ένας πιστωτής μπορεί να ενεργεί ως εκπρόσωπος των πιστωτών.
  • Ένας πιστωτής μπορεί σε μεταγενέστερο στάδιο (μετά την περάτωση της διαδικασίας) να ασκήσει αγωγή κατά του οφειλέτη για την ακύρωση της διαγραφής χρεών λόγω κακοπιστίας.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών:

  • Πιστωτές:
    • Το χρονοδιάγραμμα πληρωμών αφορά αποκλειστικά τους ανέγγυους πιστωτές οι ενέγγυοι πιστωτές δεν επηρεάζονται από τη διαγραφή χρεών με χρονοδιάγραμμα πληρωμών.
    • Οι πιστωτές οφείλουν να αποδεχθούν την προστασία έναντι των πιστωτών που χορηγεί το δικαστήριο στον οφειλέτη.
    • Πιστωτής που επηρεάζεται από το χρονοδιάγραμμα πληρωμών μπορεί να προβάλει αντιρρήσεις κατά του χρονοδιαγράμματος πληρωμών αφού ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώσει την κατάρτιση του χρονοδιαγράμματος αντιρρήσεις μπορούν να προβληθούν και κατά του προτεινόμενου ποσοστού για την ικανοποίηση των ανέγγυων πιστωτών.
    • Ένας πιστωτής μπορεί σε μεταγενέστερο στάδιο (μετά την περάτωση της διαδικασίας) να ασκήσει αγωγή κατά του οφειλέτη για την ακύρωση της διαγραφής χρεών λόγω κακοπιστίας.

10 Με ποιον τρόπο μπορεί ο διαχειριστής/διαχειρίστρια αφερεγγυότητας να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας;

Πτώχευση

  • Όταν εκδοθεί η απόφαση για την κήρυξη της πτώχευσης, το δικαίωμα του οφειλέτη για διάθεση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία και το δικαίωμα να ενεργεί για ίδιο λογαριασμό σε υποθέσεις που αφορούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στον διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος, από το σημείο αυτό και έπειτα, ενεργεί εξ ονόματος και για λογαριασμό του οφειλέτη.
  • Εάν οι δικαιοπραξίες που συνάπτει ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας είναι επιβλαβείς για τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, οι δικαιοπραξίες αυτές είναι ανίσχυρες ως προς τους πιστωτές αυτό δεν θίγει το κύρος τους.
  • Στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, όσοι έχουν οφειλές που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία υποχρεούνται να τις εξοφλήσουν στον διαχειριστή αφερεγγυότητας αυτή η υποχρέωση ισχύει ακόμα και αν τις εξοφλήσουν σε άλλον, εκτός εάν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εισπράξει τις εν λόγω πληρωμές.
  • Κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, ο οφειλέτης μπορεί να αρνηθεί δωρεά ή να αποποιηθεί κληρονομιά μόνο με τη συγκατάθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας ειδάλλως, η άρνηση της δωρεάς και η αποποίηση της κληρονομιάς είναι ανίσχυρες ως προς τους πιστωτές.
  • Εάν εκδοθεί απόφαση πτώχευσης για νομικό πρόσωπο που τελεί υπό εκκαθάριση, η εκκαθάριση διακόπτεται έως ότου ακυρωθεί η πτωχευτική διαδικασία.
  • Το αρμόδιο όργανο (η επιτροπή των πιστωτών, ενέγγυος πιστωτής ή, σε ειδικές περιπτώσεις, το δικαστήριο) παρέχει οδηγίες και συστάσεις στον διαχειριστή αφερεγγυότητας σχετικά με τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, τη λειτουργία της επιχείρησης του οφειλέτη ή τμήματος αυτής και τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της εκμίσθωσης του συνόλου ή σημαντικού μέρους των περιουσιακών στοιχείων (με την επιφύλαξη περιορισμών, όταν η επιχείρηση βρίσκεται σε λειτουργία).
  • Το αρμόδιο όργανο παρέχει επίσης οδηγίες σχετικά με:
    • τη σύναψη συμφωνίας για την προσωρινή παροχή κεφαλαίων με σκοπό τη λειτουργία της επιχείρησης του οφειλέτη
    • τη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης του οφειλέτη εφόσον πρόκειται για συγκεκριμένο είδος χρηματοοικονομικού φορέα
    • τη σύσταση βάρους επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη
    • τη σύναψη συμφωνίας που αφορά τη λειτουργία της επιχείρησης του οφειλέτη, στο πλαίσιο της οποίας ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αναλαμβάνει τη συνέχιση της λειτουργίας πέραν ενός καθορισμένου χρονικού διαστήματος ή καθορισμένου ποσοστού του κύκλου εργασιών.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποχρεούται να ζητήσει οδηγίες πριν από την κατάρτιση της αρχικής δικαιοπραξίας γι’ αυτό το ζήτημα και οφείλει να μην προβεί στην κατάρτιση έως ότου του παρασχεθούν οι σχετικές οδηγίες. Εάν το αρμόδιο όργανο δεν απαντήσει, ο διαχειριστής ζητεί από το δικαστήριο να ορίσει τις περαιτέρω ενέργειες η απόφαση του δικαστηρίου είναι δεσμευτική για τον διαχειριστή. Η αίτηση του διαχειριστή πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες.
    • Όσον αφορά άλλα ζητήματα, το αρμόδιο όργανο έχει τη δυνατότητα να συστήσει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας πώς να ενεργήσει και, εάν ο διαχειριστής αρνηθεί να συμμορφωθεί με την εν λόγω σύσταση, το όργανο μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να ορίσει τις περαιτέρω ενέργειες η απόφαση του δικαστηρίου είναι δεσμευτική για τον διαχειριστή.
    • Εάν το αρμόδιο όργανο υποδείξει στον διαχειριστή να προβεί σε ενέργεια η οποία αντίκειται στα συμφέροντα των άλλων πιστωτών ή στους κανόνες που διέπουν τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας οφείλει να αρνηθεί να ενεργήσει βάσει της εν λόγω υπόδειξης και να ζητήσει από το όργανο να την τροποποιήσει. Εάν το αρμόδιο όργανο δεν το πράξει, ο διαχειριστής ζητεί από το δικαστήριο να ορίσει τις περαιτέρω ενέργειες η απόφαση του δικαστηρίου είναι δεσμευτική για τον διαχειριστή.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διαχειρίζεται με επαγγελματική ευσυνειδησία τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία προστατεύονται επαρκώς από τυχόν απώλεια, φθορά, καταστροφή ή άλλη απομείωση και ότι οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων είναι οι απολύτως αναγκαίες, κατόπιν εκτίμησης της σκοπιμότητας και της οικονομίας των εν λόγω δαπανών.
    • Στο πλαίσιο της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν επιτρέπεται να ευνοήσει κανέναν από τους πιστωτές ούτε να δίνει προτεραιότητα στα προσωπικά του συμφέροντα ή σε συμφέροντα άλλων εις βάρος του κοινού συμφέροντος του συνόλου των πιστωτών.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας έχει τη δυνατότητα να εκμισθώσει περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον οφειλέτη και υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία. Η σύμβαση μίσθωσης που συνάπτει ο διαχειριστής αφερεγγυότητας πρέπει να προβλέπει μίσθωμα που ανέρχεται τουλάχιστον στο σύνηθες ποσό του μισθώματος έναντι του οποίου μισθώνεται το εν λόγω στοιχείο στον δεδομένο τόπο και χρόνο ο διαχειριστής αφερεγγυότητας οφείλει επίσης να διασφαλίσει ότι η σύμβαση μίσθωσης δεν δημιουργεί άλλες υποχρεώσεις για τον οφειλέτη πέραν αυτών που προβλέπονται από τον νόμο, και ότι οι υποχρεώσεις του μισθωτή δυνάμει της σύμβασης μίσθωσης εξασφαλίζονται δεόντως πρέπει επίσης να διασφαλίσει ότι είναι δυνατή η καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης με προειδοποίηση ενός μηνός. Εάν δεν πληρούνται αυτοί οι όροι, η σύναψη σύμβασης μίσθωσης από τον διαχειριστή είναι δυνατή μόνο με τη συγκατάθεση του αρμόδιου οργάνου. Το εισόδημα από την εν λόγω μίσθωση λογίζεται ως προϊόν ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία.
    • Μετά την κήρυξη της πτώχευσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να συνεχίσει ορισμένες από τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του οφειλέτη, εφόσον με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η αξία των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία ή αποτρέπεται η μείωση της αξίας τους. Εάν το κόστος αυτών των δραστηριοτήτων είναι υψηλότερο από τα έσοδα που προκύπτουν από αυτές, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διακόπτει αμελλητί τις εν λόγω δραστηριότητες.
  • Ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων
  • Ο σκοπός της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία είναι η επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερων εσόδων, στο βραχύτερο δυνατό διάστημα και με τις ελάχιστες δυνατές δαπάνες. Κατά τη ρευστοποίηση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας επιλέγει με επαγγελματική ευσυνειδησία τη μέθοδο που θα εξυπηρετήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον σκοπό της ρευστοποίησης και συμμορφώνεται με τους κανόνες που καθορίζονται στη νομοθεσία σχετικά με τη ρευστοποίηση.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας που διορίστηκε κατά τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης, προβαίνει αμελλητί στη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο φθοράς, καταστροφής ή άλλης σημαντικής απομείωσης σ’ αυτή την περίπτωση, δεν απαιτείται η παροχή οδηγιών από το αρμόδιο όργανο ούτε απόφαση δικαστηρίου. Ο διαχειριστής δύναται να ξεκινήσει τη ρευστοποίηση των άλλων περιουσιακών στοιχείων μετά την πρώτη συνέλευση των πιστωτών.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας τηρεί διαφανή αρχεία της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία τα αρχεία για τη γενική περιουσία και για κάθε επιμέρους περιουσία πρέπει να τηρούνται χωριστά. Μετά τη ρευστοποίηση κάθε περιουσιακού στοιχείου, ο διαχειριστής κατανέμει το προϊόν της ρευστοποίησης στο τμήμα του καταλόγου στο οποίο ανήκει το περιουσιακό στοιχείο που αποτέλεσε το αντικείμενο της ρευστοποίησης. Αν ο διαχειριστής ρευστοποιήσει ταυτόχρονα διάφορα στοιχεία και δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός των επιμέρους εσόδων, ο διαχειριστής επιμερίζει αναλογικά το συνολικό προϊόν της ρευστοποίησης μεταξύ των ρευστοποιηθέντων στοιχείων σύμφωνα με την αντίστοιχη αξία τους που αναγράφεται στον κατάλογο.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταθέτει το προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική περιουσία σε λογαριασμό που τηρείται σε τράπεζα ή σε υποκατάστημα ξένης τράπεζας ο τόκος που καταβάλλεται από την τράπεζα ή από το υποκατάστημα της ξένης τράπεζας επί του υπολοίπου του λογαριασμού λογίζεται ως προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία.
  • Για τους σκοπούς της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δύναται:
    • α) να προκηρύξει δημόσιο διαγωνισμό,
    • β) να αναθέσει την πώληση των περιουσιακών στοιχείων σε πρόσωπο αρμόδιο για τη διενέργεια πλειστηριασμού,
    • γ) να αναθέσει την πώληση των περιουσιακών στοιχείων σε διαπραγματευτή αξιών,
    • δ) να διενεργήσει πλειστηριασμό, διαγωνισμό ή άλλη ανταγωνιστική διαδικασία με στόχο την πώληση των περιουσιακών στοιχείων,
    • ε) να πωλήσει τα περιουσιακά στοιχεία με οποιονδήποτε άλλον ενδεδειγμένο τρόπο.
    • Κατά τη ρευστοποίηση επιχείρησης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μεταβιβάζει στον αγοραστή, μέσω σύμβασης, όλα τα πράγματα, δικαιώματα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην επιχείρηση. Από τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την επιχείρηση, οι μόνες υποχρεώσεις που περιέρχονται στον αγοραστή είναι αυτές που προέκυψαν στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχείρησης του οφειλέτη μετά την κήρυξη της πτώχευσης, μαζί με τις μη χρηματικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τις σχέσεις απασχόλησης που αναφέρονται στη σύμβαση (δεν εφαρμόζεται η αρχή nemo plus iuris).
    • Εάν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προχωρήσει στη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία με τρόπο άλλο πέραν της πώλησης της επιχείρησης, τμήματος της επιχείρησης ή σημαντικού μέρους των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στην επιχείρηση, ο διαχειριστής δύναται να ρευστοποιήσει τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία μόνο μέσω πλειστηριασμού ο διαχειριστής ανακοινώνει τη διενέργεια πλειστηριασμού με δημοσίευση στο Δελτίο Εμπορίου (Obchodný vestník).
    • Στο πλαίσιο της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν δεσμεύεται από το δικαίωμα προσχώρησης στη μεταβίβαση μετοχών, το δικαίωμα αιτήματος μεταβίβασης μετοχών, το δικαίωμα αιτήματος απόκτησης μετοχών ή από οποιαδήποτε άλλα συμβατικά δικαιώματα προτίμησης. Σε περίπτωση ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων υφίσταται δικαίωμα προτίμησης εκ του νόμου ή δικαίωμα προτίμησης που έχει συσταθεί ως εμπράγματο δικαίωμα, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αποστέλλει γραπτή προσφορά για το αντικείμενο επί του οποίου υφίσταται το δικαίωμα προτίμησης σε οποιονδήποτε είναι δικαιούχος δυνάμει του δικαιώματος προτίμησης ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν δεσμεύεται από το εν λόγω δικαίωμα προτίμησης εάν ο δικαιούχος δεν το ασκήσει εντός 60 ημερών από την παραλαβή της γραπτής προσφοράς.
    • Κατά τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, όλες οι εμπράγματες ασφάλειες αποσβένονται, με εξαίρεση το βάρος που είχε συσταθεί από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας μετά την κήρυξη της πτώχευσης κατόπιν εντολής του αρμόδιου οργάνου και την εμπράγματη ασφάλεια τρίτου επί των περιουσιακών στοιχείων, η οποία κατατάσσεται υψηλότερα από την εμπράγματη ασφάλεια που εξασφαλίζει την υποχρέωση του οφειλέτη.
    • Σε περίπτωση μεταβίβασης πράγματος έναντι ανταλλάγματος, ο αγοραστής αποκτά την κυριότητα ακόμα και αν ο οφειλέτης δεν ήταν κύριος του πράγματος, εκτός αν ο αγοραστής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι το πράγμα δεν ανήκε κατά κυριότητα στον οφειλέτη ή σε τρίτο, του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία εξασφαλίζουν την υποχρέωση του οφειλέτη. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ευθύνεται έναντι του αρχικού κυρίου του πράγματος για τυχόν ζημία που υπέστη ο τελευταίος, εκτός εάν ο διαχειριστής είναι σε θέση να αποδείξει ότι ενήργησε με επαγγελματική ευσυνειδησία.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

  • Όταν εκδοθεί η απόφαση για την κήρυξη της πτώχευσης, το δικαίωμα του οφειλέτη για διάθεση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία και το δικαίωμα να ενεργεί για ίδιο λογαριασμό σε υποθέσεις που αφορούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στον διαχειριστή της αφερεγγυότητας, ο οποίος, από το σημείο αυτό και έπειτα, ενεργεί εξ ονόματος και για λογαριασμό του οφειλέτη.
  • Εάν οι δικαιοπραξίες που συνάπτει ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας είναι επιβλαβείς για τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, οι δικαιοπραξίες αυτές είναι ανίσχυρες ως προς τους πιστωτές αυτό δεν θίγει το κύρος τους.
  • Ο οφειλέτης ή, με τη συγκατάθεση του οφειλέτη, πρόσωπο που συνδέεται στενά με αυτόν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί πράγματα που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία σύμφωνα με τη συνήθη χρήση τους, ωστόσο υποχρεούται να τα προστατεύει από τυχόν απώλεια, φθορά ή καταστροφή και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια που θα μπορούσε να μειώσει την αξία τους πέραν της φυσιολογικής φθοράς. Όποιος χρησιμοποιεί πράγμα που ανήκει στην πτωχευτική διαδικασία υποχρεούται να επιτρέπει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας να το ελέγχει ανά πάσα στιγμή. Εάν το πράγμα περιέλθει σε πρόσωπο άλλο πέραν του οφειλέτη ή σε πρόσωπο που συνδέεται στενά με τον οφειλέτη, το πρόσωπο αυτό μπορεί να χρησιμοποιήσει το αντικείμενο μόνο με την άδεια του διαχειριστή. Όλα τα έσοδα που προκύπτουν από τη χρήση του αντικειμένου από τον τρίτον αποτελούν τμήμα της πτωχευτικής περιουσίας.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ρευστοποιεί μέσω πλειστηριασμού τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία υψηλότερης αξίας τα οποία υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία χαμηλότερης αξίας που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία ρευστοποιούνται με τον ίδιο τρόπο που ρευστοποιούνται τα κινητά περιουσιακά στοιχεία.
  • Στο πλαίσιο της ρευστοποίησης ακινήτου μέσω πλειστηριασμού, το ποσό της χαμηλότερης προσφοράς καθορίζεται από τον ενέγγυο πιστωτή που έχει αναγγείλει την απαίτησή του και του οποίου η εμπράγματη ασφάλεια επί του πράγματος που έχει τεθεί σε πλειστηριασμό κατατάσσεται στην υψηλότερη τάξη αν δεν υφίσταται εμπράγματη ασφάλεια επί του πράγματος που έχει τεθεί σε πλειστηριασμό, το ποσό αυτό καθορίζεται από τον εκπρόσωπο των πιστωτών.
  • Ρευστοποίηση της κατοικίας του οφειλέτη
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να ρευστοποιήσει την κατοικία του οφειλέτη μόνο μέσω πλειστηριασμού.
  • Δεν είναι δυνατή η ρευστοποίηση της κατοικίας του οφειλέτη, εάν μετά την αφαίρεση της απαλλασσόμενης αξίας της κατοικίας (10 000 ευρώ), το προϊόν της ρευστοποίησης δεν θα μπορούσε να καλύψει τα έξοδα της ρευστοποίησης της κατοικίας συν μέρος, τουλάχιστον, των αναγγελθεισών απαιτήσεων των πιστωτών. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προβαίνει σε εκτίμηση της κατοικίας του οφειλέτη ωστόσο, εάν κάποιος από τους πιστωτές υποβάλει εκτίμηση που διενεργήθηκε από πραγματογνώμονα και καταθέσει προκαταβολή έναντι της συμβολαιογραφικής αμοιβής για τον έλεγχο της πορείας της διαδικασίας του πλειστηριασμού, η απόφαση στηρίζεται στην πραγματογνωμοσύνη. Αν το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο δεν ρευστοποιηθεί, ο οικείος πιστωτής υποχρεούται να καταβάλει τα έξοδα της ρευστοποίησης.
  • Εάν ρευστοποιηθεί η κατοικία του οφειλέτη, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εμβάζει το ποσό που αντιστοιχεί στην απαλλασσόμενη αξία της κατοικίας του οφειλέτη (εκτός του πίνακα διανομής) σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό που έχει ανοίξει ο ίδιος για τον σκοπό αυτόν εξ ονόματος και για λογαριασμό του οφειλέτη, και ενημερώνει σχετικά τον οφειλέτη χωρίς καθυστέρηση. Μόνο ο διαχειριστής είναι εξουσιοδοτημένος να καταθέτει ή να μεταφέρει χρηματικά ποσά στον ειδικό λογαριασμό του οφειλέτη.
  • Τα κεφάλαια στον ειδικό λογαριασμό του οφειλέτη δεν υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, σε κατάσχεση ή άλλη παρεμφερή διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης για χρονικό διάστημα 36 μηνών από το άνοιγμα του λογαριασμού.
  • Κατά τη διάρκεια αυτών των 36 μηνών, ο οφειλέτης δεν επιτρέπεται να προβεί σε διάθεση του τραπεζικού λογαριασμού, έχει όμως το δικαίωμα να ζητήσει από την τράπεζα ή από το υποκατάστημα της ξένης τράπεζας να του επιτραπεί η ανάληψη μετρητών από τον λογαριασμό, στο μέγιστο μηνιαίο ποσό που καθορίζεται σε κανονισμό της κυβέρνησης της Σλοβακίας (250 ευρώ).
  • Εάν η κατοικία του οφειλέτη η οποία ρευστοποιήθηκε ανήκει στην κοινή περιουσία των συζύγων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανοίγει ειδικό λογαριασμό και για τον πρώην συγκύριο.
  • Ρευστοποίηση κινητών περιουσιακών στοιχείων
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ρευστοποιεί τα κινητά περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, σε μία ή περισσότερες ομάδες περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο διαγωνισμού. Για τον σκοπό αυτόν, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δημοσιεύει στο Δελτίο Εμπορίου την ομάδα περιουσιακών στοιχείων που αποτελεί το αντικείμενο του διαγωνισμού, καθώς και την προθεσμία για την υποβολή προσφορών, η διάρκεια της οποίας δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα ημερολογιακών ημερών από τη δημοσίευση του διαγωνισμού στο Δελτίο Εμπορίου. Υπόψη λαμβάνονται μόνο οι προσφορές που υποβάλλονται από ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία έχουν καταθέσει στον λογαριασμό του διαχειριστή ολόκληρο το ποσό της προκαταβολής έναντι της προσφερόμενης τιμής αγοράς. Η πώληση αποφασίζεται με βάση την υψηλότερη προσφερόμενη τιμή αγοράς. Εάν περισσότεροι του ενός ενδιαφερόμενοι υποβάλουν την ίδια προσφορά, ο διαχειριστής λαμβάνει την απόφασή του με κλήρωση. Ο αγοραστής υποχρεούται να μεριμνήσει για την απομάκρυνση των πραγμάτων με δικά του έξοδα.
  • Εάν δεν καταστεί δυνατή η ρευστοποίηση των κινητών περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία ακόμα και μετά τη διενέργεια τριών διαγωνισμών, τα στοιχεία αυτά παύουν να υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία. Εάν ένας αναγγελθείς πιστωτής εκδηλώσει ενδιαφέρον γι’ αυτήν την ομάδα κινητών περιουσιακών στοιχείων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μεταβιβάζει τα εν λόγω στοιχεία στον αναγγελθέντα πιστωτή που υποβάλλει την υψηλότερη προσφορά, εντός δέκα ημερών από το πέρας του τρίτου διαγωνισμού. Εάν περισσότεροι του ενός αναγγελθέντες πιστωτές υποβάλλουν την ίδια προσφορά, ο διαχειριστής λαμβάνει την απόφασή του με κλήρωση. Ο πιστωτής υποχρεούται να μεριμνήσει για την απομάκρυνση των πραγμάτων με δικά του έξοδα.
  • Κατόπιν έγγραφης εντολής του εκπροσώπου των πιστωτών ή του ενδιαφερόμενου ενέγγυου πιστωτή, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να ρευστοποιήσει τα κινητά περιουσιακά στοιχεία με άλλον τρόπο. Εάν υπάρχουν περισσότεροι του ενός ενδιαφερόμενοι ενέγγυοι πιστωτές, η έγγραφη εντολή μπορεί να δοθεί μόνο από τον πιστωτή του οποίου η εμπράγματη ασφάλεια κατατάσσεται στην υψηλότερη τάξη.
  • Ρευστοποίηση απαιτήσεων και άλλων περιουσιακών στοιχείων
  • Εάν οι απαιτήσεις του οφειλέτη αποτελούν τμήμα της πτωχευτικής περιουσίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας επιδιώκει την ικανοποίησή τους, χωρίς ωστόσο να καταθέσει σχετική αίτηση σε δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή για την είσπραξή τους. Εάν δεν το κατορθώσει εντός έξι μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης, ρευστοποιεί τις απαιτήσεις προβαίνοντας σε εκχώρησή τους ως κινητών περιουσιακών στοιχείων. Ο διαχειριστής δεν δεσμεύεται από τυχόν ρυθμίσεις που απαγορεύουν ή περιορίζουν την εκχώρηση απαίτησης. Οι εν λόγω περιορισμοί παύουν να ισχύουν όταν εκχωρηθεί η απαίτηση.
  • Εάν μια απαίτηση αποτελεί τμήμα της πτωχευτικής περιουσίας, η παραγραφή αναστέλλεται και συνεχίζει μόνο όταν οι απαιτήσεις παύσουν να υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία. Διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρχής οι οποίες αφορούν απαίτηση που υπόκειται στην πτωχευτική διαδικασία αναστέλλονται έως ότου η απαίτηση παύσει να υπόκειται στην πτωχευτική διαδικασία.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ρευστοποιεί τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία με τον ίδιο τρόπο όπως τα κινητά περιουσιακά στοιχεία και τις απαιτήσεις.
  • Δικαίωμα επαναγοράς περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας
  • Με τη συγκατάθεση του οφειλέτη, τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα (που ορίζονται κατωτέρω) έχουν το δικαίωμα να επαναγοράσουν, ανά πάσα στιγμή, οποιοδήποτε τμήμα των περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας, στην τιμή που καθορίζεται βάσει πραγματογνωμοσύνης. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για τους κανόνες της ρευστοποίησης.
  • Με τη συγκατάθεση του οφειλέτη, ένα νομιμοποιούμενο πρόσωπο έχει το δικαίωμα να επαναγοράσει περιουσιακά στοιχεία από την πτωχευτική περιουσία στην τιμή που επιτεύχθηκε στο πλαίσιο πλειστηριασμού ή διαγωνισμού ή στην τιμή που προσφέρεται από πιστωτή, υπό την προϋπόθεση ότι το νομιμοποιούμενο πρόσωπο θα καταβάλει το τίμημα στον διαχειριστή αφερεγγυότητας εντός δέκα ημερών από το πέρας του πλειστηριασμού ή του διαγωνισμού ή από την υποβολή της προσφοράς από τον πιστωτή.
  • Εάν συγγενής του οφειλέτη σε ευθεία γραμμή, αδελφός ή αδελφή ή ο/η σύζυγος του οφειλέτη ασκήσει, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, το δικαίωμα επαναγοράς της κατοικίας του οφειλέτη από την πτωχευτική περιουσία, η απαλλασσόμενη αξία της κατοικίας του οφειλέτη συμψηφίζεται με την τιμή αγοράς.
  • Για τους σκοπούς της επίκλησης του δικαιώματος επαναγοράς περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας, ως νομιμοποιούμενο πρόσωπο νοείται συγγενής του οφειλέτη σε ευθεία γραμμή, αδελφός ή αδελφή, σύζυγος ή ο δήμος στον οποίο βρίσκεται το ακίνητο.
  • Σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος του νομιμοποιούμενου προσώπου προς επαναγορά περιουσιακού στοιχείου από την πτωχευτική περιουσία, το νομιμοποιούμενο πρόσωπο έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον αγοραστή να του υποβάλει προσφορά πώλησης για το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο. Το δικαίωμα αυτό αποσβένεται αν δεν ασκηθεί εντός τριών μηνών από τη ρευστοποίηση του περιουσιακού στοιχείου.

11 Ποιες απαιτήσεις δύνανται να αναγγελθούν κατά της πτωχευτικής περιουσίας του οφειλέτη και με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονται οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;

Πτώχευση

  • Ένας πιστωτής δύναται να αναγγείλει όλες τις απαιτήσεις του κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που δεν έχουν ακόμα καταστεί ληξιπρόθεσμες και απαιτητές.
  • Εξασφαλισμένες απαιτήσεις (με εμπράγματη ασφάλεια επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη) μπορούν επίσης να αναγγελθούν.
  • Εξασφαλισμένη απαίτηση πιστωτή κατά άλλου προσώπου πέραν του οφειλέτη μπορεί να αναγγελθεί αν η εμπράγματη ασφάλεια αφορά τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη (προβλέπονται ορισμένοι περιορισμοί όσον αφορά την ικανοποίηση αυτών των απαιτήσεων) εάν η απαίτηση αυτή δεν αναγγελθεί, αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως οι απαιτήσεις που ανήκουν στην πιο αδύναμη κατηγορία των απαιτήσεων κατά της περιουσίας.
  • Μέλλουσες απαιτήσεις ή απαιτήσεις υπό αίρεση μπορούν επίσης να αναγγελθούν.
  • Οι απαιτήσεις που δεν αναγγέλλονται με την υποβολή αίτησης αναγγελίας καλούνται απαιτήσεις κατά της περιουσίας.
  • Διακρίνονται σε απαιτήσεις κατά της γενικής περιουσίας και απαιτήσεις κατά οιασδήποτε επιμέρους περιουσίας (εξασφαλισμένης μέσω εμπράγματης ασφάλειας).
  • Ενδεικτικά περιλαμβάνουν:
    • τα έξοδα της ρευστοποίησης της περιουσίας και του πίνακα διανομής, την αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας και την αμοιβή και τα έξοδα του προσωρινού διαχειριστή
    • το δικαίωμα επιστροφής της προκαταβολής έναντι των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας
    • την επιστροφή των αναγκαίων δαπανών που πραγματοποίησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της διεξαγωγής της πτωχευτικής διαδικασίας
    • τη διατροφή τέκνου που κατέστη απαιτητή μετά την κήρυξη της πτώχευσης, για τον ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο κηρύχθηκε η πτώχευση
    • έξοδα που συνδέονται με τη διαχείριση της περιουσίας και απαιτήσεις που προέκυψαν στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχείρησης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων από συμβάσεις που συνήφθησαν από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας
    • την αμοιβή του εκκαθαριστή, την αμοιβή του υπεύθυνου εκπροσώπου και την επιστροφή των αναγκαίων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν μετά την κήρυξη της πτώχευσης
    • αποδοχές εργαζομένου και άλλες αξιώσεις για παροχές που δικαιούται ο εργαζόμενος δυνάμει σύμβασης απασχόλησης ή σύμβασης για την εκτέλεση έργου εκτός του πλαισίου της απασχόλησης («εργασιακές αξιώσεις») οι οποίες προκύπτουν μετά την κήρυξη της πτώχευσης, για τον ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο κηρύχθηκε η πτώχευση, σε ποσό που καθορίζεται από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας ή που συμφωνείται μεταξύ του διαχειριστή αφερεγγυότητας και του εργαζομένου στον οποίο ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανέθεσε την εκτέλεση έργου που σχετίζεται με τη διαχείριση της περιουσίας
    • εργασιακές αξιώσεις εργαζομένου οι οποίες προκύπτουν μετά την κήρυξη της πτώχευσης, για τον ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο κηρύχθηκε η πτώχευση, σε ποσό που καθορίζεται από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας ή που συμφωνείται μεταξύ του διαχειριστή αφερεγγυότητας και του εργαζομένου στον οποίο ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανέθεσε την εκτέλεση έργου που σχετίζεται με τη λειτουργία της επιχείρησης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας
    • απαιτήσεις από φόρους, τέλη, τελωνειακούς δασμούς, εισφορές ασφάλισης υγείας, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, εισφορές στο πλαίσιο συστημάτων σύνταξης γήρατος και επικουρικής σύνταξης, οι οποίες προκύπτουν μετά την κήρυξη της πτώχευσης, εάν σχετίζονται με τη λειτουργία της επιχείρησης κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας
    • εργασιακές αξιώσεις που προκύπτουν μετά την κήρυξη της πτώχευσης και για τον εργασιακό μήνα κατά τον οποίο κηρύχθηκε η πτώχευση, με ανώτατο όριο το τετραπλάσιο του ελάχιστου μηναίου εισοδήματος διαβίωσης για κάθε ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο συνεχίστηκε η σχέση απασχόλησης από τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης, συμπεριλαμβανομένου του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο κηρύχθηκε η πτώχευση και του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο λύθηκε η σύμβαση απασχόλησης
    • απαιτήσεις από φόρους, τέλη, τελωνειακούς δασμούς, εισφορές ασφάλισης υγείας, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, εισφορές στο πλαίσιο συστημάτων σύνταξης γήρατος και επικουρικής σύνταξης, οι οποίες προκύπτουν μετά την κήρυξη της πτώχευσης, εφόσον σχετίζονται με τη διαχείριση και τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων
    • απαιτήσεις για επιστροφή χρηματικών ποσών από το ταμείο εγγυήσεων, εφόσον αφορούν παροχές που καταβλήθηκαν σε εργαζόμενο για ικανοποίηση των εργασιακών αξιώσεών του, οι οποίες αποτελούν απαίτηση κατά της περιουσίας.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ικανοποιεί τις απαιτήσεις κατά της γενικής περιουσίας σε συνεχή βάση εάν δεν είναι δυνατή η πλήρης ικανοποίηση απαιτήσεων της ίδιας τάξης κατά της περιουσίας, οι απαιτήσεις ικανοποιούνται συμμέτρως.
  • Οι απαιτήσεις κατά επιμέρους περιουσίας αφορούν την επιμέρους περιουσία.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ικανοποιεί τις απαιτήσεις κατά της επιμέρους περιουσίας σε συνεχή βάση αν δεν είναι δυνατή η πλήρης ικανοποίηση απαιτήσεων της ίδιας τάξης κατά της επιμέρους περιουσίας, οι απαιτήσεις ικανοποιούνται συμμέτρως.
  • Οι απαιτήσεις κατά της περιουσίας αναγγέλλονται στον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Κατόπιν σχετικού αιτήματος, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ενημερώνει τον πιστωτή για το αν αποδέχεται τη νομική βάση και το ποσό της απαίτησης του πιστωτή κατά της περιουσίας, καθώς και τη σειρά κατάταξής της.
  • Εάν μια απαίτηση κατά της περιουσίας δεν γίνει δεκτή από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο πιστωτής καλείται να ασκήσει αγωγή κατά του διαχειριστή αφερεγγυότητας, ζητώντας από το δικαστήριο να καθορίσει τη νομική βάση ή το ποσό της απαίτησης κατά της περιουσίας. Εάν ο πιστωτής δεν ασκήσει την αγωγή του εμπρόθεσμα, η απαίτηση κατά της περιουσίας δεν λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, στον βαθμό που δεν αναγνωρίστηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ευθύνεται έναντι των πιστωτών και άλλων προσώπων για τυχόν ζημία που υπέστησαν οφειλόμενη σε αδικαιολόγητες ή ασύμφορες δαπάνες στο πλαίσιο της διαχείρισης ή της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων ή της λειτουργίας της επιχείρησης, εκτός εάν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας είναι σε θέση να αποδείξει ότι ενήργησε με επαγγελματική ευσυνειδησία.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας τηρεί διαφανή αρχεία των απαιτήσεων κατά της περιουσίας και υποχρεούται να υποβάλει αντίγραφο των εν λόγω αρχείων στο δικαστήριο.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

  • Στο πλαίσιο της διαγραφής χρεών μέσω πτώχευσης αναγνωρίζονται τρεις κατηγορίες απαιτήσεων:
    • Απαιτήσεις που μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας ή με χρονοδιάγραμμα πληρωμών. Πρόκειται στην ουσία για απαιτήσεις που είχαν προκύψει πριν από την κήρυξη της πτώχευσης ή πριν από τη χορήγηση προστασίας έναντι των πιστωτών, καθώς και για παρεπόμενες απαιτήσεις και απαιτήσεις που συνδέονται με την καταγγελία ή την υπαναχώρηση από σύμβαση που είχε συναφθεί πριν από την πτώχευση.
    • Απαιτήσεις που εξαιρούνται από την ικανοποίηση, δηλαδή απαιτήσεις που δεν μπορούν να εισπραχθούν από τον οφειλέτη στο πλαίσιο της διαγραφής χρεών. Σ’ αυτή την κατηγορία εμπίπτουν τα παρεπόμενα των απαιτήσεων ποσά (συγκεκριμένο τμήμα αυτών), απαιτήσεις από συναλλαγματικές ή γραμμάτια σε διαταγή, συμβατικές ποινικές ρήτρες, άλλες χρηματικές ποινές, απαιτήσεις συνδεδεμένων μερών και τα έξοδα των συμμετεχόντων στη διαδικασία διαγραφής χρεών.
    • Απαιτήσεις που δεν επηρεάζονται από τη διαγραφή χρεών (ο πιστωτής μπορεί να επιλέξει αν θα τις αναγγείλει):
      • απαιτήσεις οι οποίες δεν αναγγέλθηκαν στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας για τη διαγραφή των χρεών διότι ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν απέστειλε στον πιστωτή έγγραφη ειδοποίηση σχετικά με την κήρυξη της πτώχευσης για τη διαγραφή των χρεών
      • απαιτήσεις κατά του Κέντρου Νομικής Συνδρομής
      • εξασφαλισμένες απαιτήσεις στο μέτρο στο οποίο καλύπτονται από το αντικείμενο της εμπράγματης ασφάλειας
      • απαίτηση από ευθύνη για σωματική βλάβη από πρόθεση, συμπεριλαμβανομένων των παρεπόμενων ποσών
      • απαίτηση διατροφής τέκνου, συμπεριλαμβανομένων των παρεπόμενων ποσών
      • εργασιακές αξιώσεις για παροχές που οφείλει ο οφειλέτης
      • χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί δυνάμει του ποινικού δικαίου
      • μη χρηματική απαίτηση.
      • Εάν μια εξασφαλισμένη απαίτηση δεν αναγγελθεί στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας για τη διαγραφή χρεών, ο ενέγγυος πιστωτής δικαιούται να επιδιώξει την ικανοποίησή της μόνο από το αντικείμενο της εμπράγματης ασφάλειας.
      • Στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας για τη διαγραφή χρεών δεν είναι δυνατή η έγερση αξιώσεων κατά της περιουσίας. Μετά τη ρευστοποίηση της περιουσίας και την περάτωση όλων των διαφορών που μπορούν να επηρεάσουν τον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει τον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 60 ημερών από την κήρυξη της πτώχευσης. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώνει την πρόθεσή του να καταρτίσει τον πίνακα διανομής με δημοσίευση στο Δελτίο Εμπορίου.
      • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αφαιρεί πρώτα από το προϊόν της ρευστοποίησης τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας και έπειτα την απαλλασσόμενη αξία της κατοικίας του οφειλέτη, εάν υφίσταται στη συνέχεια, ικανοποιεί τις αναγγελθείσες απαιτήσεις που αφορούν τη διατροφή των τέκνων του οφειλέτη και, τέλος, προβαίνει σε σύμμετρη διανομή του υπόλοιπου ποσού στους αναγγελθέντες πιστωτές, ανάλογα με το ύψος των απαιτήσεων που έχουν επαληθευτεί. Κάθε πιστωτής αναλαμβάνει το κόστος της ικανοποίησης της απαίτησής του.
      • Τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας είναι:
  • η αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας και τα έξοδα της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων και σύνταξης του πίνακα διανομής
  • οι αναγκαίες δαπάνες που πραγματοποίησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της διεξαγωγής της πτωχευτικής διαδικασίας
  • έξοδα σχετικά με τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία
  • προκαταβολή έναντι των εξόδων για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης
  • τα έξοδα των ερευνών που διενήργησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας κατόπιν αιτήματος πιστωτή, στο ποσό που εγκρίθηκε από τον εκπρόσωπο των πιστωτών ή από τη συνέλευση των πιστωτών.

12 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων;

Αναγγελία απαιτήσεων στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας

  • Μια απαίτηση που δεν συνιστά απαίτηση κατά της περιουσίας μπορεί να αναγγελθεί στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας με την υποβολή αίτησης.
  • Αντίγραφο της αίτησης υποβάλλεται στον διαχειριστή αφερεγγυότητας η αποστολή της αίτησης στον διαχειριστή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός της καθορισμένης προθεσμίας για την αναγγελία απαιτήσεων, η οποία είναι 45 ημέρες από την κήρυξη της πτώχευσης ο πιστωτής αποστέλλει αντίγραφο της αίτησης και στο δικαστήριο.
  • Εάν ο πιστωτής αποστείλει εκπρόθεσμα την αίτηση στον διαχειριστή αφερεγγυότητας, αυτή λαμβάνεται υπόψη, ωστόσο ο πιστωτής δεν μπορεί να ασκήσει δικαιώματα ψήφου ή άλλα δικαιώματα που απορρέουν από την αναγγελθείσα απαίτηση. Τούτο δεν θίγει το δικαίωμα του πιστωτή σε σύμμετρη ικανοποίηση ωστόσο, ο πιστωτής μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο από το προϊόν της ρευστοποίησης που έχει περιληφθεί στον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης της γενικής περιουσίας, η σύνταξη του οποίου ανακοινώθηκε με δημοσίευση στο Δελτίο Εμπορίου μετά την παραλαβή της αίτησης από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δημοσιεύει στο Δελτίο Εμπορίου την καταχώριση της εν λόγω απαίτησης στον κατάλογο των απαιτήσεων, καθώς και το όνομα του πιστωτή και το χρηματικό ποσό.
  • Όσον αφορά τις εξασφαλισμένες απαιτήσεις, η επίκληση της εμπράγματης ασφάλειας πρέπει να γίνει με τον δέοντα τρόπο και εμπρόθεσμα, με την αποστολή αίτησης στον διαχειριστή αφερεγγυότητας εντός της καθορισμένης προθεσμίας για την αναγγελία απαιτήσεων, η οποία είναι 45 ημέρες από την κήρυξη της πτώχευσης διαφορετικά αποσβένεται. Αίτηση μπορεί να υποβληθεί και για μέλλουσα απαίτηση ή για απαίτηση που εξαρτάται από την πλήρωση συγκεκριμένου όρου («απαίτηση υπό αίρεση») εντούτοις, ο πιστωτής μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα που συνδέονται με την υπό αίρεση απαίτηση, μόνο αφού αποδείξει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας τη γέννηση της απαίτησης.
  • Η αποστολή της αίτησης στον διαχειριστή αφερεγγυότητας έχει τις ίδιες έννομες συνέπειες ως προς την προθεσμία παραγραφής και την απόσβεση του δικαιώματος με την άσκηση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου.
  • Στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, ο πιστωτής που έχει απαίτηση κατά προσώπου άλλου πέραν του οφειλέτη αναγγέλλει την απαίτησή του εφόσον αυτή έχει εξασφαλιστεί με εμπράγματη ασφάλεια επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
  • Εάν ο εν λόγω πιστωτής δεν αναγγείλει την εξασφαλισμένη απαίτησή του εντός της καθορισμένης προθεσμίας, αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας εντούτοις, ο πιστωτής έχει αξίωση κατά της σχετικής περιουσίας προς απόδοση του πλουτισμού και μπορεί να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα κατά της σχετικής περιουσίας εν είδει απαίτησης κατά της περιουσίας ωστόσο, η εν λόγω απαίτηση ικανοποιείται μόνο μετά την ικανοποίηση των άλλων απαιτήσεων κατά της περιουσίας.

Στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση που υποβάλλεται στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας

  • Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί με τη χρήση τυποποιημένου εντύπου και πρέπει να περιλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία. Διαφορετικά, η αίτηση δεν λαμβάνεται υπόψη. Τα απαραίτητα αυτά στοιχεία είναι τα ακόλουθα:

α) το όνομα και το επώνυμο του πιστωτή, η διεύθυνση κατοικίας ή η επωνυμία και η καταστατική έδρα του πιστωτή

β) το όνομα και το επώνυμο του οφειλέτη, η διεύθυνση κατοικίας ή η επωνυμία και η καταστατική έδρα του οφειλέτη

γ) η νομική βάση για τη γέννηση της απαίτησης

δ) η σειρά ικανοποίησης της απαίτησης από τη γενική περιουσία

ε) το συνολικό ποσό της απαίτησης

στ) υπογραφή του πιστωτή.

  • Για κάθε εξασφαλισμένη απαίτηση πρέπει να υποβληθεί χωριστή αίτηση, στην οποία πρέπει να αναγράφονται το ποσό που έχει εξασφαλιστεί, η κατηγορία, η σειρά κατάταξης, το αντικείμενο και η νομική βάση της εμπράγματης ασφάλειας.
  • Η αίτηση που αφορά απαίτηση υπό αίρεση πρέπει επίσης να προσδιορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες θα γεννηθεί η απαίτηση ή την αίρεση από την πλήρωση της οποίας εξαρτάται η απαίτηση.
  • Το συνολικό ποσό που αναγράφεται στην αίτηση χωρίζεται στο κύριο ποσό και στα παρεπόμενα αυτού ποσά τα τελευταία διακρίνονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη νομική βάση της γέννησης της σχετικής αξίωσης.
  • Οι απαιτήσεις υποβάλλονται σε ευρώ. Διαφορετικά, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υπολογίζει το ποσό της απαίτησης χρησιμοποιώντας για τη μετατροπή τη συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που είχε καθοριστεί και δημοσιευτεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή την Εθνική Τράπεζα της Σλοβακίας (Národná banka Slovenska) την ημέρα κήρυξης της πτώχευσης. Εάν η απαίτηση υποβληθεί σε νόμισμα για το οποίο δεν καθορίζεται ή δεν δημοσιεύεται συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς ούτε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ούτε από την Εθνική Τράπεζα της Σλοβακίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προσδιορίζει το ποσό της απαίτησης επιδεικνύοντας επαγγελματική ευσυνειδησία.
  • Στην αίτηση επισυνάπτονται έγγραφα προς απόδειξη των πραγματικών περιστατικών που παρατίθενται στην αίτηση. Πιστωτής που είναι νομικό πρόσωπο πρέπει να συμπεριλάβει στην αίτηση δήλωση στην οποία διευκρινίζει αν και σε ποιον βαθμό συμπεριέλαβε την απαίτηση στους λογαριασμούς του ή εξηγεί τους λόγους για τους οποίους δεν το έπραξε.
  • Η αίτηση που αφορά μη χρηματική απαίτηση πρέπει να περιλαμβάνει τη γνώμη πραγματογνώμονα που αφορά τον καθορισμό της αξίας της μη χρηματικής απαίτησης διαφορετικά, η αίτηση δεν λαμβάνεται υπόψη.
  • Πιστωτής που δεν διαθέτει διεύθυνση κατοικίας ή έδρα ή, εάν είναι επιχείρηση, δεν διαθέτει οργανωτική μονάδα στη Σλοβακία, υποχρεούται να διορίσει εκπρόσωπο για την επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων που να διαθέτει διεύθυνση κατοικίας ή καταστατική έδρα στη Σλοβακία, και να ενημερώσει εγγράφως τον διαχειριστή αφερεγγυότητας για τον διορισμό του εν λόγω εκπροσώπου διαφορετικά, τα έγγραφα κοινοποιούνται αποκλειστικά στον πιστωτή, μέσω δημοσίευσης στο Δελτίο Εμπορίου.

Ελαττώματα των αιτήσεων στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας

  • Μετά τη λήξη της καθορισμένης προθεσμίας για την αναγγελία των απαιτήσεων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποβάλλει στο δικαστήριο, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κατάλογο των υποβληθέντων εγγράφων τα οποία κρίνει ότι δεν λογίζονται ως αιτήσεις, παραθέτοντας τη γνώμη του σχετικά, και το δικαστήριο αποφασίζει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αν τα εν λόγω έγγραφα πρέπει να ληφθούν υπόψη ως αιτήσεις. Το δικαστήριο αποστέλλει την απόφασή του στον διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος στη συνέχεια ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα μέρη.
  • Δεν είναι δυνατή η διόρθωση ούτε η τροποποίηση της αίτησης για την αναγγελία απαίτησης που υποβάλλεται στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.
  • Κατάλογος των απαιτήσεων στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταχωρίζει τις αναγγελθείσες απαιτήσεις στον κατάλογο των απαιτήσεων. Εφόσον του ζητηθεί από πιστωτή, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας χορηγεί αμελλητί στον πιστωτή βεβαίωση της καταχώρισης της απαίτησής του στον κατάλογο των απαιτήσεων.
  • Στην πτωχευτική διαδικασία, ο κατάλογος των απαιτήσεων αποτελεί τη βάση για την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αναγγελθείσα απαίτηση.

Αμφισβήτηση και επαλήθευση των απαιτήσεων στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας

  • Στη σλοβακική νομοθεσία δεν γίνεται λόγος για «αποδοχή» ή «μη αποδοχή» των απαιτήσεων, αλλά για «αμφισβήτηση» ή «επαλήθευση» των απαιτήσεων.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προβαίνει σε αντιπαραβολή κάθε απαίτησης με τους λογαριασμούς και άλλα έγγραφα τεκμηρίωσης του οφειλέτη, καθώς και με τον κατάλογο των υποχρεώσεων, λαμβάνοντας επίσης υπόψη δηλώσεις του οφειλέτη και άλλων μερών. Ο διαχειριστής διεξάγει περαιτέρω έρευνες με δική του πρωτοβουλία και, αν κρίνει ότι μια απαίτηση είναι αμφίβολη, υποχρεούται να αμφισβητήσει τα τμήματα της απαίτησης που είναι αμφίβολα.
  • Μια απαίτηση μπορεί να αμφισβητηθεί από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας ή από πιστωτή (με αποστολή του τυποποιημένου εντύπου στον διαχειριστή) για λόγους που αφορούν τη νομική της βάση, τη δυνατότητα επιδίωξης της ικανοποίησης της απαίτησης, το ποσό, τη σειρά κατάταξης ή την εξασφάλισή της μέσω εμπράγματης ασφάλειας, ή τη σειρά κατάταξης της εμπράγματης ασφάλειας. Εάν η απαίτηση υποβάλλεται από φορέα, θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι δυνατή η αμφισβήτηση της νομικής βάσης και του ποσού που δηλώνονται από τον εν λόγω φορέα, θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • Η αμφισβήτηση απαίτησης είναι δυνατή:
    • εντός 30 ημερών από τη λήξη της καθορισμένης προθεσμίας για την αναγγελία των απαιτήσεων,
    • εντός 30 ημερών από τη δημοσίευση, στο Δελτίο Εμπορίου, της καταχώρισης της απαίτησης στον κατάλογο των απαιτήσεων, εφόσον η απαίτηση αναγγέλθηκε εκπρόθεσμα.
    • Εάν ο αριθμός των αιτήσεων είναι μεγάλος ή αν συντρέχει άλλος σημαντικός λόγος, το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα, είτε κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας είτε χωρίς να υποβληθεί σχετική αίτηση, να παρατείνει κατ’ επανάληψη την προθεσμία αμφισβήτησης που έχει στη διάθεσή του ο διαχειριστής για την αμφισβήτηση των απαιτήσεων, κάθε φορά κατά 30 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο.
    • Όποιος αμφισβητεί απαίτηση πρέπει σε κάθε περίπτωση να παραθέτει τους σχετικούς λόγους εάν αμφισβητεί συγκεκριμένο ποσό, το πρόσωπο αυτό πρέπει να δηλώσει το ποσό που αμφισβητεί, ενώ, σε περίπτωση αμφισβήτησης της σειράς κατάταξης, πρέπει να δηλώσει τη σειρά κατάταξης που θεωρεί αποδεκτή τέλος, αν αμφισβητεί τη σύσταση εμπράγματης ασφάλειας, πρέπει να δηλώνει την έκταση στην οποία αυτή αμφισβητείται διαφορετικά, η αμφισβήτηση είναι ανίσχυρη. Αν η αμφισβητούμενη απαίτηση αναγνωρίστηκε τουλάχιστον εν μέρει από το δικαστήριο, το πρόσωπο που την αμφισβήτησε ευθύνεται έναντι του οικείου πιστωτή για τυχόν ζημία που υπέστη ο τελευταίος λόγω της αμφισβήτησης της απαίτησης, εκτός αν το πρόσωπο αυτό είναι σε θέση να αποδείξει ότι ενήργησε με επαγγελματική ευσυνειδησία.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταχωρίζει την αμφισβήτηση της απαίτησης στον κατάλογο των απαιτήσεων, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και ενημερώνει εγγράφως τον οικείο πιστωτή σχετικά με την αμφισβήτηση της απαίτησής του.
    • Η αμφισβήτηση μιας απαίτησης είναι ισχυρή εφόσον:
      • υποβλήθηκε με τη χρήση του τυποποιημένου εντύπου, και
      • κατατέθηκε εγγύηση ύψους 350 ευρώ στον τραπεζικό λογαριασμό του διαχειριστή αφερεγγυότητας, με αναγραφή του αριθμού που φέρει η απαίτηση στον κατάλογο των απαιτήσεων ως αναγνωριστικού κωδικού του εμβάσματος για τον σκοπό αυτόν, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δημοσιεύει στο Δελτίο Εμπορίου τον αριθμό λογαριασμού στον οποίο μπορούν να κατατίθενται οι εγγυήσεις η κατάθεση εγγύησης πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας για την αμφισβήτηση της απαίτησης, ενώ για κάθε αμφισβήτηση απαίτησης που έχει αναγγελθεί με χωριστή αίτηση, πρέπει να κατατεθεί χωριστή εγγύηση η εν λόγω εγγύηση αποτελεί τμήμα της γενικής περιουσίας εάν η αμφισβήτηση της απαίτησης αιτιολογείται πλήρως ή εν μέρει, ο πιστωτής που αμφισβητεί την απαίτηση έχει δικαίωμα επιστροφής της εγγύησης, το οποίο μπορεί να ασκήσει εν είδει απαίτησης κατά της περιουσίας.
      • Ο οφειλέτης δικαιούται να υποβάλει αντιρρήσεις κατά αναγγελθείσας απαίτησης, υποχρεωτικά εντός της προθεσμίας για την αμφισβήτηση των απαιτήσεων από τους πιστωτές. Οι αντιρρήσεις του οφειλέτη καταγράφονται στον κατάλογο των απαιτήσεων, αλλά δεν επηρεάζουν την επαλήθευση της απαίτησης.
      • Ο πιστωτής δικαιούται να ασκήσει αγωγή ζητώντας τον καθορισμό της αμφισβητούμενης απαίτησης από το δικαστήριο η αγωγή αυτή πρέπει να στρέφεται κατά όλων των προσώπων που αμφισβήτησαν την απαίτηση. Το δικαίωμα αυτό πρέπει να ασκηθεί ενώπιον δικαστηρίου και να στρέφεται κατά όλων των προσώπων που αμφισβήτησαν την απαίτηση, εντός 30 ημερών από την παραλαβή της έγγραφης ειδοποίησης του διαχειριστή αφερεγγυότητας με την οποία ο πιστωτής ενημερώθηκε για την αμφισβήτηση της απαίτησής του, διαφορετικά αποσβένεται. Η αγωγή αυτή μπορεί να ασκηθεί στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου διεξάγεται η πτωχευτική διαδικασία. Το δικαίωμα του πιστωτή να ζητήσει τον καθορισμό της αμφισβητούμενης απαίτησης ασκείται εμπρόθεσμα ακόμη και αν η αγωγή ασκηθεί ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου, πάντως εντός της ανωτέρω προθεσμίας. Η διαδικασία διέπεται από τους γενικούς δικονομικούς κανονισμούς.
      • Εάν ο πιστωτής, του οποίου η σειρά κατάταξης αμφισβητήθηκε, δεν ασκήσει αγωγή, η απαίτησή του κατατάσσεται στη χαμηλότερη αποδεκτή τάξη.
      • Εάν αρμόδιο να αποφασίσει επί αμφισβητούμενης απαίτησης πιστωτή είναι όργανο άλλο από το δικαστήριο, το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για να ελέγξει τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης είναι αρμόδιο να επιληφθεί και της επαλήθευσης της απαίτησης το ίδιο ισχύει ακόμη και αν το εν λόγω αρμόδιο όργανο δεν αποφάνθηκε επί του ζητήματος.
      • Με την αγωγή του, ο πιστωτής μπορεί να ζητήσει τον καθορισμό της νομικής βάσης, της δυνατότητας επιδίωξής της, της σειράς κατάταξης και του ποσού της απαίτησης ή την αναγνώριση της εξασφάλισής της με εμπράγματη ασφάλεια ή τη σειρά κατάταξης της εμπράγματης ασφάλειας. Με την αγωγή του ο πιστωτής δεν μπορεί να διεκδικήσει περισσότερα από όσα είχε δηλώσει στην αίτησή του.
      • Η απόφαση περί καθορισμού της αμφισβητούμενης απαίτησης ισχύει έναντι όλων των μερών που συμμετέχουν στην πτωχευτική διαδικασία.
      • Μετά τη λήξη της προθεσμίας για την αμφισβήτηση της απαίτησης, η απαίτηση θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί, στον βαθμό που δεν αμφισβητήθηκε.
      • Απαίτηση που αμφισβητήθηκε μόνο από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας ή απαίτηση που αμφισβητήθηκε από πιστωτή μπορεί να γίνει δεκτή από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας με τη συγκατάθεση του πιστωτή, εφόσον εκκρεμεί η απόφαση του δικαστηρίου για τον καθορισμό της. Αποδοχή αμφισβητούμενης απαίτησης σημαίνει ότι η απαίτηση θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί στο μέτρο του επιτρεπτού.
      • Απαίτηση που έχει καθοριστεί με τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου ή απόφαση άλλης δημόσιας αρχής θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί στο μέτρο του επιτρεπτού.
      • Κατόπιν αιτήματος του πιστωτή του οποίου η απαίτηση αμφισβητείται, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποβάλλει αμελλητί στο δικαστήριο την αίτηση που αφορά την απαίτηση που αμφισβητήθηκε εγκύρως από άλλον πιστωτή, συνοδευόμενη από τα έγγραφα που είχαν υποβληθεί από τον αναγγελθέντα πιστωτή (του οποίου η απαίτηση αμφισβητείται) και τον αμφισβητούντα πιστωτή, καθώς και από δήλωση του διαχειριστή αφερεγγυότητας στην οποία διευκρινίζεται αν η απαίτηση είχε καταχωριστεί στους λογαριασμούς και σε ποιο βαθμό, το αν αμφισβητείται από τον οφειλέτη και σε ποιο βαθμό και αν ο ίδιος ο διαχειριστής αφερεγγυότητας την αποδέχεται ή όχι και σε ποιο βαθμό και, εάν όχι, τους λόγους της μη αποδοχής. Το δικαστήριο αποφασίζει, βάσει αυτών των εγγράφων και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αν πρέπει να χορηγηθούν στον πιστωτή δικαιώματα ψήφου και άλλα δικαιώματα που απορρέουν από την αμφισβητούμενη απαίτηση, και σε ποιο βαθμό. Το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί την απόφασή του στον διαχειριστή αφερεγγυότητας και στον πιστωτή που αφορά η απόφαση επί των δικαιωμάτων που απορρέουν από την αμφισβητούμενη απαίτηση αυτή η απόφαση δεν δημοσιεύεται στο Δελτίο Εμπορίου. Ο πιστωτής τον οποίο αφορά η δικαστική απόφαση επί των δικαιωμάτων που απορρέουν από την αμφισβητούμενη απαίτηση μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.

Αναγγελία απαιτήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης

  • Υποβάλλεται αίτηση στον διαχειριστή αφερεγγυότητας εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία εγκρίθηκε η υπαγωγή σε καθεστώς εξυγίανσης. Αιτήσεις που αποστέλλονται μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας δεν λαμβάνονται υπόψη.

Στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση που υποβάλλεται στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης

  • Εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις που αφορούν τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση που υποβάλλεται στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας. Όσον αφορά τις εξασφαλισμένες απαιτήσεις, στην αίτηση πρέπει να γίνεται επίκληση της εμπράγματης ασφάλειας, κατά τον δέοντα τρόπο και εμπρόθεσμα διαφορετικά, η απαίτηση λογίζεται ως μη εξασφαλισμένη απαίτηση.
  • Η τροποποίηση ή διόρθωση της απαίτησης είναι δυνατή μόνο με αντικατάσταση της αρχικής αίτησης με νέα αίτηση η οποία υποβάλλεται στον διαχειριστή αυτό είναι εφικτό μόνον εντός της προθεσμίας που προβλέπεται για την αναγγελία των απαιτήσεων.
  • Εφόσον του ζητηθεί, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας χορηγεί στον πιστωτή βεβαίωση της καταχώρισης της απαίτησής του στον κατάλογο των απαιτήσεων.
  • Σε περίπτωση αμφιβολίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας έχει τη δυνατότητα, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης, να ζητήσει από το δικαστήριο να αποφασίσει αν η αίτηση θα ληφθεί υπόψη.

Κατάλογος των απαιτήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης

  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταχωρίζει στον κατάλογο των απαιτήσεων τις αναγγελθείσες απαιτήσεις, καθώς και τα στοιχεία που περιέχονται στις αιτήσεις, ούτως ώστε να ολοκληρωθεί η κατάρτιση του καταλόγου εντός δέκα ημερών από την καταληκτική ημερομηνία για την αναγγελία των απαιτήσεων.
  • Ταυτόχρονα με την κατάρτιση του καταλόγου των απαιτήσεων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καλεί τον οφειλέτη να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί των καταχωρισμένων απαιτήσεων, εντός προθεσμίας που ορίζει ο διαχειριστής αφερεγγυότητας η προθεσμία δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από πέντε εργάσιμες ημέρες, αλλά δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα εργάσιμες ημέρες.
  • Εντός τριών ημερών από την καταληκτική ημερομηνία για την αναγγελία των απαιτήσεων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αποστέλλει στο δικαστήριο αντίγραφο του καταλόγου των απαιτήσεων, διευκρινίζοντας ποιες από τις απαιτήσεις έχουν αμφισβητηθεί καθοριστική σημασία για την εκτίμηση της έκτασης της αμφισβήτησης των αναγγελθεισών απαιτήσεων έχουν τα στοιχεία που έχουν καταχωριστεί στον κατάλογο των απαιτήσεων που υποβάλλεται στο δικαστήριο.
  • Σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που έχουν καταχωριστεί στον κατάλογο των απαιτήσεων στο πλαίσιο της εξυγίανσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, όταν ενημερωθεί για την εν λόγω μεταβολή, την καταχωρίζει αμελλητί στον κατάλογο των απαιτήσεων ταυτόχρονα, κοινοποιεί εγγράφως στο δικαστήριο την τροποποίηση του καταλόγου των απαιτήσεων.
  • Ο κατάλογος των απαιτήσεων αποτελεί μέρος του φακέλου του διαχειριστή αφερεγγυότητας.

Αμφισβήτηση και επαλήθευση των απαιτήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης

  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προβαίνει, επιδεικνύοντας επαγγελματική ευσυνειδησία, σε αντιπαραβολή κάθε απαίτησης με τους λογαριασμούς και άλλα έγγραφα τεκμηρίωσης του οφειλέτη, καθώς και με τον κατάλογο των υποχρεώσεων του οφειλέτη, λαμβάνοντας επίσης υπόψη δηλώσεις του οφειλέτη και άλλων μερών. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διεξάγει περαιτέρω έρευνες, με δική του πρωτοβουλία, και, αν διαπιστώσει ότι μια απαίτηση είναι αμφίβολη όσον αφορά τη νομική της βάση, τη δυνατότητα επιδίωξής της, το ποσό, τη σειρά κατάταξης ή την εξασφάλισή της με εμπράγματη ασφάλεια ή τη σειρά κατάταξης της εμπράγματης ασφάλειας, υποχρεούται να αμφισβητήσει τα τμήματα της απαίτησης που είναι αμφίβολα.
  • Η αμφισβήτηση της απαίτησης από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 30 ημερών από την καταληκτική ημερομηνία για την αναγγελία των απαιτήσεων. Για να αμφισβητήσει μια απαίτηση, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταγράφει στον κατάλογο των απαιτήσεων την αμφισβήτηση της απαίτησης, τους σχετικούς λόγους και τον βαθμό στον οποίο αμφισβητείται εάν ο διαχειριστής αμφισβητεί το ποσό της απαίτησης, καταγράφει στον κατάλογο των απαιτήσεων και το ποσό της απαίτησης το οποίο έχει επαληθευτεί. Μετά τη λήξη της προθεσμίας για την αμφισβήτηση της απαίτησης, η απαίτηση θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί, στον βαθμό που δεν αμφισβητήθηκε. Για τους σκοπούς της άσκησης των δικαιωμάτων που συνδέονται με αναγγελθείσα απαίτηση, απαίτηση που έχει αναγγελθεί θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί ακόμα και όταν αμφισβητείται μόνο το ύψος αυτής.
  • Ο οφειλέτης ή ένας εκ των πιστωτών που ανήγγειλε απαίτηση στον διαχειριστή αφερεγγυότητας δικαιούται να υποβάλει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας πρόταση για την αμφισβήτηση αναγγελθείσας απαίτησης. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποχρεούται να αξιολογήσει όλες τις προτάσεις με επαγγελματική ευσυνειδησία και να ενημερώσει εγγράφως όποιον υπέβαλε πρόταση για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την πρότασή του. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταγράφει στον κατάλογο των απαιτήσεων την πρόταση που αφορά την αμφισβήτηση της απαίτησης και τον τρόπο με τον οποίο τη χειρίστηκε.
  • Εντός 30 ημερών από την εκπνοή της προθεσμίας για την αμφισβήτηση των απαιτήσεων, ο πιστωτής που έχει αμφισβητούμενη απαίτηση μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του οφειλέτη, ζητώντας από το δικαστήριο να καθορίσει τη νομική βάση, τη δυνατότητα επιδίωξης της ικανοποίησης της απαίτησης, το ποσό της απαίτησης, να αναγνωρίσει την εξασφάλισή της με εμπράγματη ασφάλεια ή τη σειρά κατάταξης της εμπράγματης ασφάλειας με την οποία έχει εξασφαλιστεί η αμφισβητούμενη απαίτηση με την αγωγή του ο πιστωτής δεν μπορεί να διεκδικήσει περισσότερα από όσα είχε δηλώσει στην αίτησή του. Η αγωγή αυτή ασκείται στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου διεξάγεται η διαδικασία εξυγίανσης.
  • Εάν ο πιστωτής που έχει αμφισβητούμενη απαίτηση δεν ασκήσει αγωγή για τον καθορισμό της αμφισβητούμενης απαίτησης εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από τον νόμο ή αποσύρει την αίτησή του για καθορισμό της αμφισβητούμενης απαίτησης, η απαίτηση που αναγγέλθηκε από τον πιστωτή δεν λαμβάνεται υπόψη στον βαθμό που αμφισβητήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης εάν το δικαστήριο επικυρώσει στη συνέχεια το σχέδιο εξυγίανσης, η απαίτηση δεν θα μπορεί να εκτελεστεί κατά του οφειλέτη, στον βαθμό που αυτή αμφισβητήθηκε.
  • Η απόφαση του δικαστηρίου περί καθορισμού της απαίτησης ισχύει έναντι όλων. Από την τελεσιδικία της απόφασης του δικαστηρίου περί καθορισμού της αμφισβητούμενης απαίτησης, η απαίτηση θεωρείται επαληθευθείσα στον βαθμό που καθορίστηκε από το δικαστήριο η απαίτηση δεν μπορεί να εκτελεστεί κατά του οφειλέτη πέραν του βαθμού αυτού.
  • Έως ότου παρέλθει η προθεσμία για την άσκηση αγωγής με αίτημα τον καθορισμό απαίτησης, ή έως την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης περί καθορισμού απαίτησης, ο οφειλέτης δύναται να αποδεχτεί, με έγγραφη δήλωση, μια αμφισβητούμενη απαίτηση έναντι του πιστωτή στην περίπτωση αυτή, η αμφισβητούμενη απαίτηση θεωρείται επαληθευθείσα στον βαθμό που έγινε δεκτή. Αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αμφισβήτησε απαίτηση κατόπιν αιτήματος πιστωτή, ο οφειλέτης μπορεί να αποδεχτεί την αμφισβητούμενη απαίτηση μόνο με τη συγκατάθεση του οικείου πιστωτή.
  • Στο πλαίσιο της εξυγίανσης, η επαλήθευση των απαιτήσεων καταγράφεται στον κατάλογο των απαιτήσεων. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποχρεούται να καταγράψει την επαλήθευση απαίτησης στον κατάλογο των απαιτήσεων, χωρίς καθυστέρηση, αμέσως μόλις η απαίτηση θεωρηθεί επαληθευθείσα ή αμέσως μόλις η απαίτηση γίνει δεκτή από τον οφειλέτη.
  • Εάν το δικαστήριο κηρύξει τον οφειλέτη σε πτώχευση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για τον καθορισμό αμφισβητούμενης απαίτησης, στην απόφασή του καταργεί τη δίκη για τον καθορισμό της αμφισβητούμενης απαίτησης.

Αναγγελία απαιτήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας διαγραφής χρεών

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

  • Ο οφειλέτης υποχρεούται να επισυνάψει στην αίτηση διαγραφής χρεών μέσω πτώχευσης κατάλογο των πιστωτών με βάση τον κατάλογο αυτόν, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ενημερώνει εγγράφως όλους τους πιστωτές που αναγράφονται στον κατάλογο για την κήρυξη της πτώχευσης.
  • Οι πιστωτές μπορούν να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους εντός 45 ημερών από την κήρυξη της πτώχευσης, ή σε μεταγενέστερο στάδιο, έως ότου ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώσει την πρόθεσή του να συντάξει τον πίνακα διανομής.
  • Εάν ο πιστωτής αποστείλει αίτηση στον διαχειριστή αφερεγγυότητας αφού παρέλθει η προθεσμία των 45 ημερών, η αίτηση λαμβάνεται υπόψη, ωστόσο ο πιστωτής δεν μπορεί να ασκήσει δικαιώματα ψήφου.
  • Στην αίτηση εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της πτώχευσης (όσον αφορά τον τύπο και το περιεχόμενο της αίτησης, το νόμισμα και τα παραρτήματα που πρέπει να επισυνάπτονται σ’ αυτήν) αναλογικά εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις που αφορούν τα ελαττώματα της αίτησης.
  • Αναγγελθείσα απαίτηση μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο από άλλον αναγγελθέντα πιστωτή. Οι διατάξεις που διέπουν την αμφισβήτηση και την αναγγελία των απαιτήσεων στο πλαίσιο της πτώχευσης εφαρμόζονται αναλογικά. Εν τούτοις, για την επαλήθευση αμφισβητούμενης απαίτησης αρκεί η αποδοχή της από τον πιστωτή που την αμφισβήτησε δεν απαιτείται η συγκατάθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας.
  • Στην περίπτωση της διαγραφής χρεών μέσω πτώχευσης, χορηγείται απαλλαγή στον οφειλέτη σε σχέση με το σύνολο των απαιτήσεων (όχι μόνο για τις αναγγελθείσες απαιτήσεις).
  • Ωστόσο, αυτό μπορεί να ανατραπεί με την άσκηση αγωγής με αίτημα την ακύρωση της διαγραφής χρεών λόγω κακοπιστίας του οφειλέτη ως παράδειγμα κακοπιστίας, η νομοθεσία προβλέπει ρητά την περίπτωση στην οποία ο οφειλέτης δεν περιέλαβε συγκεκριμένο πιστωτή (φυσικό πρόσωπο) στον κατάλογο των πιστωτών, παρότι του ζητήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας να το πράξει.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών

  • Ο οφειλέτης υποχρεούται να επισυνάψει στην αίτηση διαγραφής χρεών κατάλογο των υποχρεώσεων του.
  • Σ’ αυτό το είδος διαδικασίας, δεν προβλέπεται αναγγελία των απαιτήσεων από τους πιστωτές αντ’ αυτού, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ερευνά τις προσωπικές περιστάσεις του οφειλέτη.
  • Με τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών, ο οφειλέτης απαλλάσσεται από το χρέος ωστόσο, αυτό μπορεί να ανατραπεί με την άσκηση αγωγής με αίτημα την ακύρωση της διαγραφής χρεών λόγω κακοπιστίας του οφειλέτη ως παράδειγμα κακοπιστίας η νομοθεσία προβλέπει ρητά την περίπτωση στην οποία ο οφειλέτης δεν περιέλαβε συγκεκριμένο πιστωτή (φυσικό πρόσωπο) στον κατάλογο των πιστωτών, παρότι του ζητήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας να το πράξει.

13 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων; Με ποιον τρόπο κατατάσσονται οι απαιτήσεις και τα δικαιώματα των πιστωτών;

Διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της πτώχευσης

  • Στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, η διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων εξαρτάται από τις κατηγορίες των πιστωτών (ενέγγυοι πιστωτές, ανέγγυοι πιστωτές, πιστωτές με απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης, από συμβατικές ποινικές ρήτρες και απαιτήσεις πιστωτών που είναι συνδεδεμένα μέρη του οφειλέτη):
    • Η εξασφαλισμένη απαίτηση ενέγγυου πιστωτή ικανοποιείται (στον βαθμό που έχει επαληθευτεί) από το προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν την επιμέρους περιουσία που προορίζεται για την ικανοποίηση του ενέγγυου πιστωτή, αφού αφαιρεθούν οι απαιτήσεις κατά της περιουσίας που έχουν αντιστοιχιστεί στα περιουσιακά στοιχεία του καταλόγου που συνιστούν την επιμέρους περιουσία. Εάν η απαίτηση του ενέγγυου πιστωτή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί πλήρως, ικανοποιείται, ως προς το τμήμα που υπολείπεται, ως μη εξασφαλισμένη απαίτηση.
    • Οι μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις ικανοποιούνται (στον βαθμό που έχουν επαληθευτεί) από το προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν τη γενική περιουσία, αφού αφαιρεθούν οι απαιτήσεις κατά της περιουσίας που έχουν αντιστοιχιστεί στο περιουσιακό στοιχείο του καταλόγου που συνιστά τη γενική περιουσία. Εάν οι μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλήρως, ικανοποιούνται συμμέτρως, ανάλογα με το ύψος τους.
    • Οι απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης ικανοποιούνται (στον βαθμό που έχουν επαληθευτεί) από το προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν τη γενική περιουσία και η οποία απομένει μετά την πλήρη ικανοποίηση όλων των άλλων μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων. Εάν οι απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλήρως, ικανοποιούνται συμμέτρως, ανάλογα με το ύψος τους. Κατά τον ίδιο τρόπο ικανοποιούνται απαιτήσεις από συμβατικές ποινικές ρήτρες και οι απαιτήσεις πιστωτών που είναι συνδεδεμένα μέρη του οφειλέτη.
    • Η διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων πραγματοποιείται βάσει του πίνακα διανομής. Προτού συντάξει τον πίνακα, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταρτίζει κατάλογο των απαιτήσεων κατά της περιουσίας οι οποίες πρόκειται να ικανοποιηθούν από τα έσοδα που έχουν αντιστοιχιστεί στην οικεία περιουσία (είτε στην επιμέρους περιουσία που συνίσταται σε εξασφαλισμένα περιουσιακά στοιχεία είτε στη γενική περιουσία). Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δημοσιεύει τον κατάλογο και ανακοινώνει την πρόθεσή του να συντάξει τον πίνακα διανομής με δημοσίευση στο Δελτίο Εμπορίου. Τα πρόσωπα που καθορίζονται στη νομοθεσία, κατά κύριο λόγοι τα όργανα των πιστωτών και οι πιστωτές, μπορούν να ελέγξουν τον κατάλογο και να υποβάλουν αντιρρήσεις εντός καθορισμένης προθεσμίας. Οι αντιρρήσεις αυτές ενδέχεται να αφορούν τη σειρά κατάταξης μιας απαίτησης, τη μη εκχώρηση απαίτησης, την εξαίρεση απαίτησης και την έκταση των απαιτήσεων. Μετά τη λήξη της προθεσμίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει τον πίνακα διανομής και τον υποβάλλει προς έγκριση στην επιτροπή των πιστωτών (εάν η επιτροπή δεν είναι ενεργή, ο πίνακας διανομής υποβάλλεται στον δικαστήριο). Μόλις εγκριθεί ο πίνακας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ικανοποιεί τον οικείο πιστωτή από το προϊόν της ρευστοποίησης για το τμήμα της απαίτησης που δεν έχει αμφισβητηθεί, και παρακρατεί το ποσό που αντιστοιχεί στο αμφισβητούμενο τμήμα, έως ότου το δικαστήριο αποφανθεί σχετικά.
    • Κατά γενικό κανόνα, ο πίνακας διανομής (που αφορά είτε επιμέρους περιουσία ή τη γενική περιουσία) συντάσσεται αμέσως μετά τη ρευστοποίηση του οικείου τμήματος των περιουσιακών στοιχείων. Εάν το επιτρέπει η φύση της υπόθεσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει μερικό μόνο πίνακα διανομής, αλλά στην πλειονότητα των υποθέσεων πτώχευσης καταρτίζεται ένας μόνο ενιαίος (οριστικός) πίνακας διανομής.
    • Στον πίνακα διανομής περιλαμβάνονται και οι μέλλουσες και οι υπό αίρεση απαιτήσεις. Οι αμφισβητούμενες απαιτήσεις ικανοποιούνται μόνο αν το δικαστήριο αποφασίσει υπέρ της επαλήθευσης τους. Οι υπό αίρεση απαιτήσεις ικανοποιούνται μόνον κατά τον χρόνο γέννησής τους.
    • Όταν ολοκληρωθεί η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο και μετά την περάτωση των σχετικών διαφορών, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει τον οριστικό πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης που προορίζεται για την ικανοποίηση των ανέγγυων πιστωτών. Στον οριστικό πίνακα διανομής εντάσσονται όλοι οι προηγούμενοι πίνακες διανομής.

Στο πλαίσιο των διαδικασιών εξυγίανσης και διαγραφής χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών δεν διανέμεται το προϊόν της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας διαγραφής χρεών μέσω πτώχευσης:

  • Μετά τη ρευστοποίηση της περιουσίας και την περάτωση όλων των διαφορών που μπορούν να επηρεάσουν τον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συντάσσει τον πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 60 ημερών από την κήρυξη της πτώχευσης. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώνει την πρόθεσή του να καταρτίσει τον πίνακα διανομής με δημοσίευση στο Δελτίο Εμπορίου.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αφαιρεί πρώτα από το προϊόν της ρευστοποίησης τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας και έπειτα την απαλλασσόμενη αξία της κατοικίας του οφειλέτη, εάν υφίσταται στη συνέχεια, ικανοποιεί συμμέτρως τις αναγγελθείσες απαιτήσεις που αφορούν τη διατροφή των τέκνων του οφειλέτη και, τέλος, προβαίνει σε σύμμετρη διανομή του υπόλοιπου ποσού στους αναγγελθέντες πιστωτές, ανάλογα με το ύψος των απαιτήσεων που έχουν επαληθευτεί. Κάθε πιστωτής αναλαμβάνει το κόστος της ικανοποίησης της απαίτησής του.
  • Ποσά που πρέπει να καταβληθούν σε πιστωτή του οποίου τον τραπεζικό λογαριασμό ή τη διεύθυνση ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δεν μπόρεσε να εξακριβώσει εντός τριών μηνών από τη σύνταξη του πίνακα διανομής περιέρχονται στο κράτος. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εμβάζει τα ποσά στον τραπεζικό λογαριασμό του πτωχευτικού δικαστηρίου.
  • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ευθύνεται έναντι των πιστωτών για τυχόν ζημία που υπέστησαν λόγω εφαρμογής του πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης κατά παρέκκλιση από τους κανόνες που καθορίζονται στη νομοθεσία, εκτός αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας είναι σε θέση να αποδείξει ότι ενήργησε με επαγγελματική ευσυνειδησία.
    • Τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας καλύπτονται από το προϊόν της ρευστοποίησης που αντιστοιχεί στους μη εξασφαλισμένους πιστωτές τα έξοδα αυτά είναι τα ακόλουθα, με την κάτωθι σειρά κατάταξης:
    • η αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας και τα έξοδα της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων και σύνταξης του πίνακα διανομής
    • οι αναγκαίες δαπάνες που πραγματοποίησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της διεξαγωγής της πτωχευτικής διαδικασίας
    • έξοδα σχετικά με τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία
    • προκαταβολή έναντι των εξόδων για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης
    • τα έξοδα των ερευνών που διενήργησε ο διαχειριστής αφερεγγυότητας κατόπιν αιτήματος πιστωτή, στο ποσό που εγκρίθηκε από τον εκπρόσωπο των πιστωτών ή από τη συνέλευση των πιστωτών.

14 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας αφερεγγυότητας (ιδίως διά πτωχευτικού συμβιβασμού);

Πτώχευση

  • Το δικαστήριο αποφασίζει να περατώσει την πτωχευτική διαδικασία, κατόπιν σχετικής αίτησης ή χωρίς να υποβληθεί αίτηση, εφόσον διαπιστώσει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν επαρκούν ούτε για την εξόφληση των απαιτήσεων κατά της περιουσίας στην απόφασή του, το δικαστήριο αποφαίνεται επίσης επί της αμοιβής και των εξόδων του διαχειριστή αφερεγγυότητας, που εξοφλούνται από τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, επί της προκαταβολής έναντι της αμοιβής και των εξόδων του προσωρινού διαχειριστή και επί της προκαταβολής έναντι των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας.
  • Το δικαστήριο αποφασίζει επίσης, κατόπιν σχετικής αίτησης ή χωρίς να υποβληθεί αίτηση, να περατώσει την πτωχευτική διαδικασία, εάν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της πτώχευσης αποφαίνεται επί της αμοιβής και των εξόδων του διαχειριστή αφερεγγυότητας όπως και στην περίπτωση περάτωσης της πτωχευτικής διαδικασίας λόγω ανεπάρκειας των περιουσιακών στοιχείων.
  • Κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας, το δικαστήριο αποφασίζει την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας, μετά την εφαρμογή του οριστικού πίνακα διανομής του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων.
  • Η απόφαση του δικαστηρίου με την οποία περατώνεται η πτωχευτική διαδικασία δημοσιεύεται αμελλητί στο Δελτίο Εμπορίου και επιδίδεται ή κοινοποιείται στον οφειλέτη και στον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, καθώς και πιστωτής του οποίου η επαληθευθείσα απαίτηση δεν έχει ικανοποιηθεί πλήρως ή εν μέρει, νομιμοποιούνται να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης.
  • Το δικαστήριο ανακοινώνει με καταχώριση που δημοσιεύεται στο Δελτίο Εμπορίου την τελεσιδικία της απόφασης με την οποία περατώνεται η πτωχευτική διαδικασία. Με τη δημοσίευση της εν λόγω ανακοίνωσης, αίρονται ορισμένα έννομα αποτελέσματα και ολοκληρώνεται το έργο της επιτροπής των πιστωτών, εφόσον είχε συσταθεί. Τούτο δεν θίγει το κύρος και την ισχύ των πράξεων που είχαν διενεργηθεί κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας.
  • Την ημέρα που περατώνεται η πτωχευτική διαδικασία, ο διαχειριστής κλείνει τους λογαριασμούς και συντάσσει μια επιμέρους σειρά οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τις ειδικές νομοθετικές διατάξεις. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας παραδίδει επίσης όλα τα απαραίτητα έγγραφα και τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία στον οφειλέτη ή στον εκκαθαριστή και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σχετικά με την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας. Μόλις ο διαχειριστής αφερεγγυότητας φέρει εις πέρας τις εν λόγω εργασίες, το δικαστήριο τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του.
  • Η πτωχευτική διαδικασία μπορεί επίσης να περατωθεί με απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με την οποία ανατρέπεται η πρωτόδικη απόφαση ή τροποποιείται το τμήμα της απόφασης που αφορά την κήρυξη της πτώχευσης. Το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί αυτή την απόφαση στον οφειλέτη και στον διαχειριστή αφερεγγυότητας. επίσης, δημοσιεύει αμελλητί την απόφαση στο Δελτίο Εμπορίου με τη δημοσίευση παύουν οι έννομες συνέπειες της πτωχευτικής διαδικασίας, αποκαθίσταται η ισχύς των εμπράγματων ασφαλειών που είχαν αποσβεστεί και λήγει η θητεία του διαχειριστή αφερεγγυότητας και της επιτροπής των πιστωτών, εφόσον είχε συσταθεί.
  • Στην απόφαση που αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο, το δικαστήριο αποφαίνεται επί της αμοιβής του διαχειριστή αφερεγγυότητας, η οποία πρέπει να καταβληθεί από το πρόσωπο που είχε καταθέσει την αίτηση πτώχευσης, σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου.
  • Σε περίπτωση θανάτου του οφειλέτη (αν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο) κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, οι κληρονόμοι του οφειλέτη υπεισέρχονται στη θέση του, όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία εάν δεν υπάρχουν κληρονόμοι ή εάν οι κληρονόμοι αποποιηθούν την κληρονομία, στη θέση του οφειλέτη υπεισέρχεται το κράτος.
  • Μετά το πέρας της πτωχευτικής διαδικασίας, και επί τη βάσει αποσπάσματος του καταλόγου των απαιτήσεων, είναι δυνατή η υποβολή αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης για την ικανοποίηση επαληθευθείσας απαίτησης κατά της οποίας ο οφειλέτης δεν υπέβαλε ρητές αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας που είχε καθοριστεί από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Μετά την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταθέτει στο δικαστήριο τον κατάλογο των απαιτήσεων.

Εξυγίανση

  • Το δικαστήριο αποφασίζει επί της αίτησης που κατατίθεται από τον εισηγητή του σχεδίου, με αίτημα την επικύρωση του σχεδίου που εγκρίθηκε από τη συνέλευση που συγκλήθηκε με σκοπό τη λήψη εγκριτικής απόφασης. Ο εισηγητής του σχεδίου υποχρεούται να καταθέσει την αίτηση εντός δέκα ημερών από τη διεξαγωγή της συνέλευσης για τη λήψη εγκριτικής απόφασης στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται τα πρακτικά της συνέλευσης και το σχέδιο που εγκρίθηκε.
  • Η αίτηση για την επικύρωση του σχεδίου πρέπει να υποβληθεί ακόμη και αν το σχέδιο δεν εγκρίθηκε από τη συνέλευση ή αν δεν το αποδέχτηκε ο οφειλέτης.
  • Εάν ο εισηγητής του σχεδίου δεν καταθέσει την αίτηση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από τον νόμο για την επικύρωση του σχεδίου, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ζητεί αμελλητί από δικαστήριο να κηρύξει τον οφειλέτη σε πτώχευση.
  • Εάν σε μία από τις ομάδες δεν επιτυγχάνεται η απαιτούμενη πλειοψηφία για την έγκριση του σχεδίου, ο εισηγητής του σχεδίου μπορεί, στην αίτηση επικύρωσης, να ζητήσει από το δικαστήριο να υποκαταστήσει την εγκριτική απόφαση της εν λόγω ομάδας με την απόφαση του δικαστηρίου, εφόσον:
  • το σχέδιο δεν περιέχει όρο σύμφωνα με τον οποίο τα μέρη που ανήκουν στην ομάδα που ψήφισε κατά της έγκρισής του θα περιέλθουν σε σαφώς δυσμενέστερη θέση σε σχέση μ’ αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν αν το σχέδιο δεν είχε εγκριθεί το δικαστήριο στηρίζει την απόφασή του στην πιθανότητα ικανοποίησης των εν λόγω μερών στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας, την ημέρα της έναρξης της διαδικασίας εξυγίανσης, βάσει των δεδομένων που παρουσιάζονται στο σχέδιο, εκτός εάν αποδεικνύεται το αντίθετο
  • η πλειονότητα των ομάδων που συγκροτήθηκαν βάσει του σχεδίου συγκέντρωσαν την απαιτούμενη πλειοψηφία για την έγκριση του σχεδίου και
  • οι παρόντες πιστωτές ψήφισαν υπέρ της έγκρισης του σχεδίου, κατά απόλυτη πλειοψηφία στην εν λόγω περίπτωση, οι ψήφοι υπολογίζονται με βάση το ποσό των απαιτήσεων που έχουν επαληθευτεί.
  • Το δικαστήριο αποφαίνεται επί της αίτησης υποκατάστασης της έγκρισης στην απόφασή του με την οποία επικυρώνει ή απορρίπτει το σχέδιο.
    • Εάν δεν υφίσταται λόγος απόρριψης, το δικαστήριο επικυρώνει το σχέδιο εντός 15 ημερών από την παραλαβή της αίτησης επικύρωσης του σχεδίου το σχέδιο που επικυρώθηκε από το δικαστήριο επισυνάπτεται ως παράρτημα στην απόφαση. Στην απόφαση περί επικύρωσης του σχεδίου, το δικαστήριο αποφασίζει την περάτωση της διαδικασίας εξυγίανσης.
    • Το δικαστήριο δημοσιεύει αμελλητί την απόφασή του στο Δελτίο Εμπορίου. Το σχέδιο που επικυρώθηκε από το δικαστήριο δεν δημοσιεύεται αυτό δεν ισχύει για τις διατάξεις που αφορούν τη χορήγηση νέων δανείων.
    • Το σχέδιο που επικυρώθηκε από το δικαστήριο αποτελεί μέρος της δικογραφίας. Τα μέρη που συμμετέχουν στο σχέδιο εξυγίανσης και οι εκπρόσωποί τους έχουν το δικαίωμα να εξετάσουν τη δικογραφία και το σχέδιο που επικυρώθηκε από το δικαστήριο, καθώς και να λάβουν αποσπάσματα του σχεδίου ή να το φωτοτυπήσουν, ή να ζητήσουν από το δικαστήριο να τους χορηγήσει φωτοαντίγραφα έναντι καταβολής τέλους.
    • Το δικαστήριο αποφασίζει να απορρίψει το σχέδιο εφόσον:
      • διαπιστωθεί σημαντική παραβίαση των νομοθετικών διατάξεων που αφορούν τις λεπτομέρειες του σχεδίου, τη διαδικασία κατάρτισης του σχεδίου, την ψηφοφορία επί του σχεδίου ή άλλων διατάξεων που αφορούν το σχέδιο, εφόσον η παραβίαση επηρεάζει δυσμενώς οποιονδήποτε εκ των συμμετεχόντων στο σχέδιο
      • η έγκριση του σχεδίου επιτεύχθηκε με δόλια συμπεριφορά ή με τη χορήγηση ειδικών προνομίων σε οποιονδήποτε συμμετέχοντα στο σχέδιο
      • το σχέδιο δεν εγκρίθηκε από συνέλευση που συγκλήθηκε με στόχο τη λήψη εγκριτικής απόφασης αυτό δεν ισχύει αν η απόφαση του δικαστηρίου υποκατέστησε την έγκριση της συνέλευσης
      • το σχέδιο δεν προβλέπει την έκδοση μετοχών ή άλλης μορφής συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του οφειλέτη ή της αποκτώσας οντότητας ως αντάλλαγμα για νέες επενδύσεις σε μετρητά, ή με αντάλλαγμα τις απαιτήσεις των πιστωτών που υπάγονται στην ομάδα των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων, εκτός εάν πρόκειται για πιστωτές που υπάγονται στην ομάδα των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων εργαζομένων, και αυτό τουλάχιστον στο ποσό του κέρδους που διανεμήθηκε κατά την τελευταία διετία
      • το σχέδιο είναι άδικο για ορισμένες ομάδες πιστωτών, στο μέτρο που, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι ένα δικαίωμα ή οι υποχρεώσεις που περιγράφονται στο σχέδιο μπορούν να προκύψουν, να τροποποιηθούν ή να αποσβεστούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι πιστωτές που υπάγονται στην ομάδα των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων να ικανοποιηθούν μετά τους ενέγγυους πιστωτές, χωρίς νόμιμη αιτία
      • το σχέδιο αντίκειται ουσιωδώς στο κοινό συμφέρον των πιστωτών
      • οποιαδήποτε εκ των απαιτήσεων ικανοποιείται σε ποσοστό χαμηλότερο του 50% του ύψους της αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση που ο οικείος πιστωτής συναινεί εγγράφως στη μειωμένη ικανοποίηση
      • σύμφωνα με ουσιώδες τμήμα του σχεδίου, οι πληρωμές για την εξόφληση μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων προβλέπεται να πραγματοποιηθούν σταδιακά σε διάστημα που υπερβαίνει τα πέντε έτη αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση που ο οικείος πιστωτής συναινεί εγγράφως στην πρόβλεψη αυτής της μεγαλύτερης χρονικής περιόδου για την εξόφληση των απαιτήσεών του.
    • Το δικαστήριο δημοσιεύει αμελλητί στο Δελτίο Εμπορίου την απόφασή του με την οποία απορρίπτεται το σχέδιο. Ο εισηγητής του σχεδίου μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης εντός 15 ημερών από τη δημοσίευσή της στο Δελτίο Εμπορίου. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αποφαίνεται επί της έφεσης εντός 30 ημερών από την άσκησή της.
    • Όταν η απόφαση περί απόρριψης του σχεδίου καταστεί τελεσίδικη, το δικαστήριο εκδίδει μία ενιαία απόφαση με την οποία παύει τη διαδικασία εξυγίανσης, ανοίγει την πτωχευτική διαδικασία και κηρύσσει την πτώχευση του οφειλέτη. Με την ίδια απόφαση, το δικαστήριο διορίζει διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος επιλέγεται τυχαία. Το δικαστήριο δημοσιεύει αμελλητί την απόφασή του στο Δελτίο Εμπορίου η δημοσίευση συνεπάγεται την άρση των συνεπειών που είχαν επέλθει κατά το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης, καθώς και την ολοκλήρωση του έργου της επιτροπής των πιστωτών και τη λήξη της θητείας των διαχειριστή αφερεγγυότητας. Το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί την απόφαση στον οφειλέτη και στον διαχειριστή αφερεγγυότητας που διορίστηκε δυνάμει της εν λόγω απόφασης.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

Η διαδικασία περατώνεται στις ακόλουθες τρεις περιπτώσεις:

  • αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία δεν επαρκεί για να καλύψει τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας (η απαλλαγή του οφειλέτη από το χρέος εξακολουθεί να ισχύει)
  • αν κανένας πιστωτής δεν αιτηθεί την έναρξη πτωχευτικής διαδικασίας (η απαλλαγή του οφειλέτη από το χρέος εξακολουθεί να ισχύει)
  • αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εφαρμόσει τον πίνακα διανομής (δηλαδή εάν, μετά την ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, διανείμει τα χρήματα στους πιστωτές), η απαλλαγή του οφειλέτη από το χρέος εξακολουθεί να ισχύει
  • αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της πτωχευτικής διαδικασίας, το δικαστήριο ακυρώνει τη διαγραφή των χρεών.

Σε όλες τις περιπτώσεις, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώνει δημοσίως την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας. Με την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας:

  • λήγει η θητεία του διαχειριστή αφερεγγυότητας
  • λήγει η θητεία του εκπροσώπου των πιστωτών
  • παύει η εξουσιοδότηση του διαχειριστή αφερεγγυότητας για διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και διενέργεια πράξεων σε υποθέσεις που σχετίζονται με τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία
  • αποσβένεται η υποχρέωση του οφειλέτη να εξοφλήσει στον διαχειριστή αφερεγγυότητας τις απαιτήσεις στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας
  • αίρεται το απαράδεκτο του συμψηφισμού των απαιτήσεων
  • αίρονται οι περιορισμοί όσον αφορά την καταγγελία και την υπαναχώρηση από συμβάσεις
  • περατώνεται η διαδικασία με αντικείμενο τον καθορισμό αμφισβητούμενης απαίτησης.

Διαδικασία διαγραφής χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών – περάτωση

  • η διαδικασία περατώνεται αν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι, μετά την κατάθεση αίτησης για τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση προστασίας έναντι των πιστωτών
  • η διαδικασία περατώνεται αν με την απόφαση περί χορήγησης προστασίας έναντι των πιστωτών, το δικαστήριο διέταξε τον οφειλέτη να καταθέσει προκαταβολή έναντι της αμοιβής του διαχειριστή αφερεγγυότητας και ο οφειλέτης δεν το έπραξε εντός επτά ημερών από την όχληση του διαχειριστή αφερεγγυότητας
  • η διαδικασία περατώνεται αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ανακοινώσει δημοσίως ότι οι προσωπικές περιστάσεις του οφειλέτη δεν επιτρέπουν τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών
  • η διαδικασία περατώνεται αν το δικαστήριο κρίνει ότι οι προσωπικές περιστάσεις του οφειλέτη δεν επιτρέπουν τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών
  • η διαδικασία περατώνεται με τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών από το δικαστήριο (μόνο σ’ αυτή την περίπτωση απαλλάσσεται ο οφειλέτης από το χρέος).

15 Ποια είναι τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας;

Πτώχευση

  • Μετά το πέρας της πτωχευτικής διαδικασίας, και επί τη βάσει αποσπάσματος του καταλόγου των απαιτήσεων, είναι δυνατή η υποβολή αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης για την ικανοποίηση επαληθευθείσας απαίτησης κατά της οποίας ο οφειλέτης δεν υπέβαλε ρητές αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας που είχε καθοριστεί από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Μετά την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταθέτει στο δικαστήριο τον κατάλογο των απαιτήσεων.

Εξυγίανση

  • Είναι δυνατή η υποβολή αίτησης από πιστωτή με την οποία ζητείται να αναγνωριστεί το ανίσχυρο του σχεδίου ως προς τον εν λόγω πιστωτή, υπό τις εξής προϋποθέσεις:
    • Το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση πρέπει να είναι είτε πιστωτής που είχε ψηφίσει κατά της έγκρισης του σχεδίου και είχε καταχωρίσει τις αιτιολογημένες αντιρρήσεις του στα πρακτικά της συνέλευσης που είχε συγκληθεί με σκοπό τη λήψη εγκριτικής απόφασης,
    • είτε συμμετέχων στο σχέδιο που είναι σε θέση να παράσχει κρατική ενίσχυση.
    • Το σχέδιο προβλέπει ότι οι απαιτήσεις που έχουν ενταχθεί στην ίδια ομάδα με την επαληθευθείσα απαίτηση του πιστωτή θα ικανοποιηθούν σε διαφορετική έκταση ή με άλλο τρόπο, πράγμα που σημαίνει ότι οι πιστωτές που έχουν αυτές τις απαιτήσεις βρίσκονται σε προνομιακή θέση έναντι του πιστωτή ή
    • το σχέδιο προβλέπει ότι τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα μετόχων τα οποία έχουν ενταχθεί στην ίδια ομάδα με ιδιοκτησιακό δικαίωμα του πιστωτή ως μετόχου θα ικανοποιηθούν σε διαφορετική έκταση ή με άλλο τρόπο, πράγμα που σημαίνει ότι οι μέτοχοι με τα εν λόγω ιδιοκτησιακά δικαιώματα βρίσκονται σε προνομιακή θέση έναντι του πιστωτή ή
    • ο εισηγητής του σχεδίου δεν ενέταξε την επαληθευθείσα απαίτηση του πιστωτή στην ομάδα που ζήτησε ο πιστωτής, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να περιέλθει σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση μ’ αυτήν στην οποία θα βρισκόταν αν το σχέδιο δεν είχε εγκριθεί το δικαστήριο στηρίζει την απόφασή του στην πιθανότητα της ικανοποίησης της απαίτησης του πιστωτή στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας ή
    • ο εισηγητής του σχεδίου δεν ενέταξε την επαληθευθείσα απαίτηση του πιστωτή στην ομάδα των εξασφαλισμένων απαιτήσεων στην έκταση που του ζητήθηκε από τον πιστωτή, με αποτέλεσμα να περιέλθει ο τελευταίος σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση μ’ αυτήν στην οποία θα βρισκόταν αν το σχέδιο δεν είχε εγκριθεί το δικαστήριο στηρίζει την απόφασή του στην πιθανότητα της ικανοποίησης της απαίτησης του πιστωτή στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας ή
    • η εφαρμογή του επικυρωμένου σχεδίου θα έχει ως αποτέλεσμα τη χορήγηση μη εγκριθείσας κρατικής ενίσχυσης.
    • Επιπροσθέτως, μπορούν να προβληθούν οι κάτωθι ισχυρισμοί προς στήριξη του ανίσχυρου του σχεδίου (από οποιονδήποτε πιστωτή):
      • Εάν ο οφειλέτης ή η αποκτώσα οντότητα δεν ικανοποιήσει απαίτηση ή δεν εκπληρώσει οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες στο σχέδιο υποχρεώσεις προς συμμετέχοντα στο σχέδιο, με τον προσήκοντα τρόπο και εμπρόθεσμα, εντός 30 ημερών από την παραλαβή σχετικής ειδοποίησης, το σχέδιο καθίσταται ανίσχυρο όσον αφορά την απαίτηση του εν λόγω μέρους.
      • Μετά την περάτωση της εξυγίανσης, ο οφειλέτης ή η αποκτώσα οντότητα δεν μπορεί να διανείμει κέρδη ή άλλα ίδια κεφάλαια στους μετόχους πριν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των πιστωτών της ομάδας των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων μέχρι του ύψους των επαληθευθεισών απαιτήσεών τους σύμφωνα με το σχέδιο (στην πτωχευτική διαδικασία, η διανομή κερδών ή άλλων ίδιων κεφαλαίων μπορεί να προσβληθεί). Η αίτηση με την οποία ζητείται να αναγνωριστεί το ανίσχυρο του σχεδίου υποβάλλεται από ανέγγυο πιστωτή.
      • Εάν ο οφειλέτης ή η αποκτώσα οντότητα πραγματοποιήσει κέρδη τα οποία δημοσιεύονται στις οικονομικές καταστάσεις, και τα κέρδη αυτά δεν είναι αναγκαία για τη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης ή σημαντικού τμήματος αυτής σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σχέδιο, ο ανέγγυος πιστωτής έχει το δικαίωμα να επιδιώξει δικαστικώς, προσφεύγοντας στο δικαστήριο που επικύρωσε το σχέδιο, την ικανοποίηση της αρχικής του απαίτησης από τα εν λόγω κέρδη, σε ποσό που ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού που απαιτείται για την ικανοποίηση της απαίτησης και του ποσού που έχει ήδη καταβληθεί στον εν λόγω πιστωτή βάσει του σχεδίου ωστόσο, το δικαστήριο δεν μπορεί να επιδικάσει στον πιστωτή ποσό από τα κέρδη που υπερβαίνει το ποσοστό που οφείλεται στους υπόλοιπους πιστωτές της ίδιας ομάδας.
  • Εάν το σχέδιο είναι ανίσχυρο έναντι ενός πιστωτή, ο οφειλέτης και η αποκτώσα οντότητα έχουν από κοινού και εις ολόκληρον την υποχρέωση εξόφλησης της αρχικής απαίτησης του πιστωτή, στον βαθμό που η απαίτηση αυτή είχε αναγγελθεί και επαληθευθεί, μαζί με τους τόκους επί του επαληθευθέντος τμήματος της απαίτησης, υπολογιζόμενους από την έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης. Ο οφειλέτης και η αποκτώσα οντότητα υποχρεούνται να εξοφλήσουν την απαίτηση του πιστωτή εντός της αρχικής προθεσμίας πληρωμής.
  • Εάν το σχέδιο είναι ανίσχυρο έναντι μετόχου του οφειλέτη, ο οφειλέτης και η αποκτώσα οντότητα έχουν από κοινού και εις ολόκληρον την υποχρέωση να καταβάλουν στον μέτοχο ποσό που αντιστοιχεί με το ποσοστό που δικαιούται ο μέτοχος επί του προϊόντος της εκκαθάρισης του οφειλέτη κατά τον χρόνο της επικύρωσης του σχεδίου από το δικαστήριο. Η αξία του προϊόντος της εκκαθάρισης θεωρείται ότι είναι μηδενική, εκτός αν ο μέτοχος μπορεί να αποδείξει ότι είναι διαφορετική.
  • Εάν το σχέδιο είναι ανίσχυρο ως προς τον οφειλέτη ή την αποκτώσα οντότητα, είναι δυνατή η διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης προς ικανοποίηση της αρχικής απαίτησης του πιστωτή.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

Καλή πίστη – κατά την υποβολή της αίτησης, υφίσταται τεκμήριο καλής πίστης του οφειλέτη, το οποίο οι πιστωτές μπορούν να προσβάλουν στο πλαίσιο των «κλασικών» αστικών διαδικασιών. Το τεκμήριο δεν μπορεί να προσβληθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαγραφής των χρεών αυτό είναι εφικτό μόνο μετά το πέρας της διαδικασίας.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών

Καλή πίστη – κατά την υποβολή της αίτησης, υφίσταται τεκμήριο καλής πίστης του οφειλέτη, το οποίο οι πιστωτές μπορούν να προσβάλουν στο πλαίσιο των «κλασικών» αστικών διαδικασιών. Το τεκμήριο δεν μπορεί να προσβληθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαγραφής των χρεών αυτό είναι εφικτό μόνο μετά το πέρας της διαδικασίας.

Ο οφειλέτης δεν τελεί σε καλή πίστη αν:

  • δεν δήλωσε μέρος των περιουσιακών του στοιχείων στον κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων, παρότι κλήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας να το πράξει, και ενώ γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την ύπαρξη των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων δεδομένων των συνθηκών δεν λαμβάνονται υπόψη περιουσιακά στοιχεία αμελητέας αξίας
  • ο οφειλέτης δεν συμπεριέλαβε πιστωτή (φυσικό πρόσωπο) στον κατάλογο των πιστωτών, παρότι κλήθηκε από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας να το πράξει, με αποτέλεσμα ο πιστωτής να μην αναγγείλει την απαίτησή του, παρότι ο οφειλέτης γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την ύπαρξη του εν λόγω προσώπου δεδομένων των συνθηκών δεν λαμβάνονται υπόψη μικροί πιστωτές
  • ο οφειλέτης παρείχε σημαντικές πληροφορίες που ήταν αναληθείς ή δεν συμπεριέλαβε σημαντικές πληροφορίες στην αίτηση ή σε παράρτημα της αίτησης ή δεν παρείχε σημαντικές πληροφορίες κατόπιν σχετικού αιτήματος του διαχειριστή αφερεγγυότητας, παρότι γνώριζε ότι οι εν λόγω πληροφορίες ήταν σημαντικές ή όφειλε να το γνωρίζει δεδομένων των συνθηκών
  • ο οφειλέτης δεν συνεργάστηκε με τον διαχειριστή αφερεγγυότητας στον βαθμό που ήταν αναγκαίο, χωρίς σοβαρό λόγο, και ενώ ήταν εύλογο να ζητηθεί από τον οφειλέτη να συνεργαστεί
  • από τη συμπεριφορά του πριν από την υποβολή της αίτησης μπορεί να συναχθεί ότι ο οφειλέτης περιήλθε σκοπίμως σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας προκειμένου να μπορέσει να υποβάλει την αίτηση
  • ο οφειλέτης δεν είχε περιέλθει σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, γεγονός το οποίο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει δεδομένων των συνθηκών
  • από τη συμπεριφορά του πριν από την υποβολή της αίτησης μπορεί να συναχθεί ότι, κατά τον χρόνο ανάληψης των υποχρεώσεων του, ο οφειλέτης υπολόγιζε στη δυνατότητα διακανονισμού των χρεών του μέσω πτώχευσης ή χρονοδιαγράμματος πληρωμών
  • από τη συμπεριφορά του πριν από την υποβολή της αίτησης μπορεί να συναχθεί ότι ο οφειλέτης είχε την πρόθεση να βλάψει ή να ευνοήσει έναν από τους πιστωτές του
  • ο οφειλέτης δεν εφαρμόζει με τον προσήκοντα τρόπο και εμπρόθεσμα το χρονοδιάγραμμα πληρωμών που καθόρισε το δικαστήριο, χωρίς σοβαρό λόγο
  • ο οφειλέτης δεν καταβάλλει διατροφή τέκνου η οποία κατέστη απαιτητή και ληξιπρόθεσμη, με τον προσήκοντα τρόπο και εμπρόθεσμα, χωρίς σοβαρό λόγο ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να προβληθεί μόνο από το τέκνο ή τον νόμιμο κηδεμόνα του τέκνου
  • ο οφειλέτης δεν συμμορφώθηκε με την υποχρέωση επιστροφής της προκαταβολής που είχε καταβληθεί από το Κέντρο Νομικής Συνδρομής έναντι της κατ’ αποκοπή αμοιβής του διαχειριστή αφερεγγυότητας, με τον προσήκοντα τρόπο και εμπρόθεσμα, χωρίς σοβαρό λόγο ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να προβληθεί μόνο από το Κέντρο Νομικής Συνδρομής
  • ο οφειλέτης επιδίωξε να τύχει απαλλαγής από τα χρέη, παρά το γεγονός ότι κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του δεν βρισκόταν στη Σλοβακία.
  • Το δικαστήριο εξετάζει με μεγαλύτερη αυστηρότητα τους παράγοντες που σχετίζονται με την καλή πίστη του οφειλέτη αν ο οφειλέτης διαθέτει ή διέθετε σημαντική περιουσία ή επιχειρηματική πείρα και εργάζεται ή έχει εργαστεί ως ανώτατο στέλεχος ή υπηρετεί ή έχει υπηρετήσει ως μέλος διοικητικού οργάνου νομικού προσώπου ή διαθέτει άλλη συναφή πείρα.
  • Το δικαστήριο εξετάζει με μεγαλύτερη επιείκεια τους παράγοντες που σχετίζονται με την καλή πίστη του οφειλέτη, αν ο οφειλέτης έχει λάβει βασική μόνο εκπαίδευση, αν πλησιάζει την ηλικία συνταξιοδότησης, έχει σοβαρά προβλήματα υγείας, είναι προσωρινά ή μόνιμα άστεγος, ή έχει υποστεί άλλη κακοτυχία εξ αιτίας της οποίας δυσκολεύεται να λειτουργήσει στην κοινωνία.
  • Το δικαστήριο εξετάζει την καλή πίστη του οφειλέτη μόνο στο πλαίσιο της διαδικασίας που κινείται κατόπιν αίτησης ακύρωσης της διαγραφής χρεών στηριζόμενης στην κακοπιστία του οφειλέτη. Το δικαστήριο δεν εξετάζει την καλή πίστη του οφειλέτη στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας ή της διαδικασίας για τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος πληρωμών.

16 Πού καταλογίζονται το κόστος και οι δαπάνες της διαδικασίας αφερεγγυότητας;

Πτώχευση

  • Καταρχήν, τα έξοδα της σύγκλησης και της διεξαγωγής συνέλευσης των πιστωτών συνιστούν απαίτηση κατά της περιουσίας. Από την αρχή αυτή προβλέπονται οι ακόλουθες εξαιρέσεις:
    • εάν η συνέλευση των πιστωτών διεξήχθη με πρωτοβουλία πιστωτή, ο πιστωτής που ζήτησε τη σύγκληση της συνέλευσης υποχρεούται να καταβάλει τα έξοδα σύγκλησης και διεξαγωγής της συνέλευσης, εκτός εάν η συνέλευση των πιστωτών αποφασίσει διαφορετικά.
    • Προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης καθορισμού αμφισβητούμενης απαίτησης, ειδικά στην περίπτωση που η απαίτηση αμφισβητείται από πιστωτή, είναι η προσήκουσα και εμπρόθεσμη κατάθεση προκαταβολής έναντι των εξόδων. Εάν ο αιτών δεν προσκομίσει απόδειξη για την κατάθεση της προκαταβολής, το δικαστήριο παύει τη διαδικασία.
    • Τα μέλη της επιτροπής των πιστωτών δικαιούνται επιστροφή των εξόδων που πραγματοποίησαν, βάσει αποδείξεων, στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων τους τα έξοδα αυτά συνιστούν απαίτηση κατά της γενικής περιουσίας, στο ποσό που εγκρίνεται από την επιτροπή των πιστωτών.
    • Εάν, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή κατάσχεσης, ρευστοποιήθηκαν περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, αλλά το προϊόν της ρευστοποίησης δεν έχει ακόμα καταβληθεί στον δικαιούχο, το προϊόν της ρευστοποίησης καθίσταται τμήμα της οικείας περιουσίας και τα έξοδα της διαδικασίας συνιστούν απαίτηση κατά της εν λόγω περιουσίας.
    • Τα έξοδα της πραγματογνωμοσύνης που διενεργείται κατόπιν αιτήματος της επιτροπής των πιστωτών συνιστούν απαίτηση κατά της γενικής περιουσίας. Τα έξοδα της πραγματογνωμοσύνης που διενεργείται κατόπιν αιτήματος ενέγγυου πιστωτή συνιστούν απαίτηση κατά της χωριστής επιμέρους περιουσίας που προορίζεται για την ικανοποίηση του εν λόγω πιστωτή (κατά του αντικειμένου της εμπράγματης ασφάλειας).
    • Ανάλογα με την κρίση του δικαστηρίου, τα έξοδα της διαδικασίας για την εξαίρεση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων από τον κατάλογο συνιστούν απαίτηση κατά της οικείας περιουσίας.
    • Τα έξοδα που πραγματοποιούν τα μέρη που συμμετέχουν στην πτωχευτική διαδικασία και στις συναφείς διαδικασίες εξαιρούνται από την ικανοποίηση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας (ενδέχεται, ωστόσο, να προβλέπονται διαφορετικές ρυθμίσεις από ειδικές νομοθετικές διατάξεις, π.χ. όσον αφορά το ποσό για τον καθορισμό αμφισβητούμενης απαίτησης και για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης).

Εξυγίανση

  • Καταρχήν, τα έξοδα καταβάλλονται από τον οφειλέτη. Ο οφειλέτης καλύπτει:
    • τη γνωμοδότηση επί της εξυγίανσης,
    • την αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας (την κατ’ αποκοπή αμοιβή και την αμοιβή για την άσκηση των καθηκόντων του) και τα έξοδά του,
    • τα έξοδα σύγκλησης και διεξαγωγής της συνέλευσης των πιστωτών,
    • τα έξοδα που πραγματοποιούν τα μέλη της επιτροπής των πιστωτών, βάσει αποδείξεων, κατά την εκτέλεση του έργου τους ο οφειλέτης καταβάλλει τα εν λόγω έξοδα μέχρι του ποσού που εγκρίνεται από την επιτροπή των πιστωτών.

Διαγραφή χρεών μέσω πτώχευσης

  • Στη διαδικασία διαγραφής χρεών μέσω πτώχευσης, τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης διαθέτει πολύ περιορισμένα περιουσιακά στοιχεία, συνεπώς τα έξοδα μειώνονται στο ελάχιστο και βαρύνουν τους πιστωτές. Εάν οι πιστωτές γνωρίζουν ότι υπάρχουν ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, οφείλουν να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες, με δικά τους έξοδα, προκειμένου αυτά να μεταβιβαστούν στην πτωχευτική περιουσία.
    • Τα έξοδα που πραγματοποιούν τα μέρη στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στην πτωχευτική διαδικασία ή στη διαδικασία καθορισμού χρονοδιαγράμματος πληρωμών δεν μπορούν να εισπραχθούν από τον οφειλέτη μετά τη διαγραφή των χρεών.
      • Στο πλαίσιο της διερεύνησης της κατάστασης του οφειλέτη, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας εξετάζει τον κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων, τον κατάλογο των πιστωτών και τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον οφειλέτη, από τους πιστωτές και άλλα πρόσωπα. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας ερευνά τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του οφειλέτη επιδεικνύοντας επαγγελματική ευσυνειδησία και διενεργεί κάθε άλλη έρευνα που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μικρό χρονικό διάστημα και με χαμηλό κόστος.
      • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να διενεργήσει έρευνα κατόπιν αιτήματος πιστωτή, εφόσον ο εν λόγω πιστωτής καταβάλλει προκαταβολή έναντι των εξόδων της έρευνας. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διενεργεί την έρευνα με έξοδα του πιστωτή. Στην πτωχευτική διαδικασία, ο πιστωτής δικαιούται επιστροφή αυτών των εξόδων, εν είδει εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας, σε ποσό που εγκρίνεται από τον εκπρόσωπο των πιστωτών ή, εάν δεν έχει διοριστεί εκπρόσωπος των πιστωτών, από συνέλευση των πιστωτών.
      • Για τα έξοδα των ενέγγυων πιστωτών προβλέπονται ειδικές ρυθμίσεις αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ενέγγυοι πιστωτές μπορούν να επιλέξουν αν θα συμμετάσχουν στη διαδικασία ή όχι.
        • Τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία εντάσσονται στην πτωχευτική περιουσία μόνο αν οι προνομιούχοι ενέγγυοι πιστωτές αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους.
        • Εάν αναγγείλει την απαίτησή του μόνο ενέγγυος πιστωτής με εμπράγματη ασφάλεια που έχει συσταθεί μεταγενέστερα, τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία μόνο αν μπορεί να θεωρηθεί ότι η απαίτηση του εν λόγω ενέγγυου πιστωτή θα ικανοποιηθεί. Προκειμένου να αξιολογηθεί το ζήτημα αν τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία, η αξία τους αποτιμάται σύμφωνα με πραγματογνωμοσύνη που διενεργείται υπό τις οδηγίες του διαχειριστή αφερεγγυότητας, κατόπιν αιτήματος και με έξοδα του ενέγγυου δανειστή με τη μεταγενέστερη εμπράγματη ασφάλεια. Εάν ο εν λόγω πιστωτής δεν καταβάλει προκαταβολή έναντι των εξόδων για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εντός της προθεσμίας που καθορίζει ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, τεκμαίρεται ότι τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία δεν υπόκεινται στην πτωχευτική διαδικασία.
      • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας έχει τη δυνατότητα (αλλά όχι την υποχρέωση) να συγκαλέσει συνέλευση των πιστωτών, αν το θεωρεί απαραίτητο. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας συγκαλεί συνέλευση των πιστωτών, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε εκ των αναγγελθέντων πιστωτών, υπό την προϋπόθεση ότι ο πιστωτής καταβάλλει προκαταβολή έναντι των εξόδων της συνέλευσης, καθώς και την κατ’ αποκοπή αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας για τη διεξαγωγή της.

Διαγραφή χρεών μέσω χρονοδιαγράμματος πληρωμών

  • Τα έξοδα αυτής της διαδικασίας καταβάλλονται κατά κύριο λόγο από τον οφειλέτη.
  • Το σύστημα είναι οργανωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε η έναρξη της διαδικασίας (εκτός από το στάδιο που αφορά την υποβολή επίσημης αίτησης) να εξαρτάται από την κατάθεση προκαταβολής έναντι της αμοιβής του διαχειριστή αφερεγγυότητας και των αναγκαίων εξόδων της διαδικασίας.
  • Τα έξοδα που πραγματοποιούν τα μέρη στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στην πτωχευτική διαδικασία ή στη διαδικασία καθορισμού χρονοδιαγράμματος πληρωμών δεν μπορούν να εισπραχθούν από τον οφειλέτη μετά τη διαγραφή των χρεών.
  • Εάν ένας πιστωτής δεν αποδέχεται το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα πληρωμών, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αντιρρήσεις στον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποβάλλει τις παρατηρήσεις του επί των αντιρρήσεων του πιστωτή επί του ζητήματος αποφασίζει το δικαστήριο.

17 Ποιοι είναι οι κανόνες που άπτονται της ακυρότητας, της ακυρωσίας ή του ανενεργού των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών;

  • Ο πτωχευτικός νόμος (Zákon č. 7/2005 Z.z. o konkurze a reštrukturalizácii) προβλέπει ότι οι δικαιοπραξίες που είναι επιβλαβείς για τους πιστωτές είναι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ανίσχυρες. Το ανίσχυρο των δικαιοπραξιών επάγεται συνέπειες μόνο σε περίπτωση προσβολής των δικαιοπραξιών του οφειλέτη. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας και οι πιστωτές έχουν το δικαίωμα να προσβάλουν τις εν λόγω δικαιοπραξίες ωστόσο, ο πιστωτής νομιμοποιείται μόνο στην περίπτωση που ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, ενώ έχει λάβει αίτημα του πιστωτή να προσβάλει τη δικαιοπραξία, δεν το πράξει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Το δικαίωμα προσβολής μιας δικαιοπραξίας αποσβένεται εάν δεν ασκηθεί κατά του οφειλέτη ή ενώπιον δικαστηρίου εντός ενός έτους από την κήρυξη της πτώχευσης το δικαίωμα αυτό θεωρείται ότι έχει ασκηθεί κατά του οφειλέτη μόνον εφόσον ο οφειλέτης το αναγνωρίσει εγγράφως. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, είναι δυνατή η προσβολή δικαιοπραξιών από τις οποίες απορρέουν αξιώσεις των οποίων η ικανοποίηση μπορεί να επιδιωχθεί ή έχει ήδη επιτευχθεί.
  • Εάν, πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης είχε υπαχθεί σε διαδικασία εξυγίανσης και η πτώχευση κηρύχθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, καθοριστική για τον προσδιορισμό του χρονικού σημείου κατά το οποίο καταρτίστηκε η δικαιοπραξία που μπορεί να προσβληθεί σύμφωνα με τον πτωχευτικό νόμο είναι η έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης.
  • Η δικαιοπραξία πρέπει να έχει συναφθεί από τον οφειλέτη, χωρίς αντιπαροχή και χωρίς να διασφαλίζεται προνόμιο ή να παραβλάπτεται η ικανοποίηση αναγγελθείσας απαίτησης οποιουδήποτε εκ των πιστωτών του οφειλέτη. Πρέπει επίσης να αφορά τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη.
  • Ο πτωχευτικός νόμος προβλέπει περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη δυνατότητα απόδειξης της πρόθεσης του οφειλέτη να βλάψει κάποιον από τους πιστωτές του. Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν είναι καν αναγκαίο να αποδειχθεί η πρόθεση του οφειλέτη, ενώ σε άλλες προβλέπεται μαχητό τεκμήριο περί της πρόθεσής του. Ο νόμος προβλέπει επίσης τις έννομες συνέπειες της ακύρωσης της δικαιοπραξίας με δικαστική απόφαση, ειδικότερα την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν από το πρόσωπο έναντι του οποίου ασκήθηκε το δικαίωμα.
  • Στη διαδικασία εξυγίανσης οι δικαιοπραξίες που είναι επιβλαβείς για έναν πιστωτή έχουν σημασία για την αξιολόγηση των βέλτιστων συμφερόντων των πιστωτών: κατά τη σύγκριση των αποτελεσμάτων του σχεδίου εξυγίανσης και της ενδεχόμενης πτώχευσης, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας πρέπει να λάβει υπόψη του και τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες.
  • Πέραν αυτού, στο πλαίσιο της εξυγίανσης δεν προβλέπεται προσβολή των δικαιοπραξιών.
  • Ωστόσο, ο νόμος προβλέπει ορισμένα τεκμήρια για το ενδεχόμενο μετάβασης από την εξυγίανση στην πτωχευτική διαδικασία σ’ αυτήν την περίπτωση, ορισμένες δικαιοπραξίες είναι ακυρώσιμες.
    • Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να εγκρίνει μόνο όσες δικαιοπραξίες αυξάνουν την αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή των οποίων η κατάρτιση είναι αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού της εξυγίανσης. Το κύρος της δικαιοπραξίας που καταρτίζει ο οφειλέτης και που υπόκειται στη συγκατάθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας δεν θίγεται από την έλλειψη συγκατάθεσης ωστόσο η δικαιοπραξία αυτή μπορεί να προσβληθεί στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, εφόσον η πτώχευση κηρυχθεί επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη εντός δύο ετών από την έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης.
    • Μετά την περάτωση της εξυγίανσης, ο οφειλέτης ή η αποκτώσα οντότητα δεν μπορεί να διανείμει κέρδη ή άλλα ίδια κεφάλαια στους μετόχους πριν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των πιστωτών της ομάδας των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων μέχρι του ύψους των επαληθευθεισών απαιτήσεων τους σύμφωνα με το σχέδιο στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, είναι δυνατή η προσβολή της διανομής κερδών ή άλλων ίδιων κεφαλαίων, η οποία αποτελεί επίσης λόγο για την αναγνώριση του σχεδίου ως ανίσχυρου.
    • Περαιτέρω, είναι άκυρες όσες δικαιοπραξίες καταρτίστηκαν από τον οφειλέτη ή από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης έτσι ώστε να παρέχουν σε συμμετέχοντα στο σχέδιο ωφέλεια που δεν προβλέπεται από το σχέδιο.
  • Στο πλαίσιο της διαγραφής χρεών δεν θίγεται το δικαίωμα των πιστωτών να επιδιώξουν, κατά τις διατάξεις του αστικού δικαίου, ικανοποίηση των απαιτήσεών τους από περιουσιακά στοιχεία που απαλλοτριώθηκαν από τον οφειλέτη με ακυρώσιμη δικαιοπραξία. Επιπροσθέτως, σε τυχόν επακόλουθη διαδικασία στην οποία κρίνεται η καλή πίστη του οφειλέτη, πρέπει να συνεκτιμάται η συμπεριφορά του οφειλέτη, από την οποία μπορεί να συναχθεί ότι περιήλθε σκοπίμως σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας ή ότι είχε την πρόθεση να βλάψει ή να ευνοήσει έναν από τους πιστωτές του.
Τελευταία επικαιροποίηση: 06/05/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.