

Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Ο σύζυγος ή η σύζυγος πρέπει να υποβάλει γραπτή αίτηση (αγωγή) στο δικαστήριο. Οι αιτήσεις διαζυγίου εκδικάζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο και οι σύζυγοι πρέπει να υποβάλουν αίτηση στο εν λόγω δικαστήριο για το διαζύγιό τους. Ο αιτών πρέπει να αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα και πρέπει να προσκομίσει αποδείξεις για ένα από τα πέντε γεγονότα που παρατίθενται κατωτέρω.
Αίτηση διαζυγίου δεν μπορεί να κατατεθεί πριν παρέλθουν δύο έτη από την ημερομηνία γάμου. Μοναδικές εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα είναι όταν ο ενάγων έχει υποστεί εξαιρετικά πλήγματα και ταλαιπωρίες, ή ο εναγόμενος έχει επιδείξει εξαιρετικά ανήθικη συμπεριφορά, ή όταν ο αιτών είχε ηλικία μικρότερη των 16 ετών κατά την ημερομηνία γάμου.
Ο μοναδικός λόγος διαζυγίου είναι ο ανεπανόρθωτος κλονισμός του γάμου. Προκειμένου να αποδειχθεί ότι ο γάμος έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα είναι απαραίτητο να προσκομιστούν αποδεικτικά στοιχεία για ένα ή περισσότερα «γεγονότα» που αφορούν την έγγαμη σχέση:
Το δικαστήριο υποχρεούται να διερευνήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα γεγονότα που επικαλείται ο αιτών (ενάγων) και όποια τυχόν γεγονότα επικαλείται ο άλλος σύζυγος (εναγόμενος). Εάν το δικαστήριο πεισθεί βάσει των αποδεικτικών στοιχείων ότι ο γάμος έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα, εκδίδεται απόφαση διαζυγίου από τον δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου, εφόσον ο δικαστής κρίνει ικανοποιητικές τις ρυθμίσεις σχετικά με τυχόν τέκνα των συζύγων.
Εάν το δικαστήριο πεισθεί ότι ο γάμος έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα, εκδίδει καταρχάς μια προσωρινή απόφαση διαζυγίου (decree nisi). Έπειτα από διάστημα έξι εβδομάδων, ο διάδικος που αιτήθηκε το διαζύγιο από το δικαστήριο μπορεί να υποβάλει αίτηση για να λάβει την οριστική απόφαση (decree absolute). Εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, δεν υπάρχει χρονικό όριο για την υποβολή αίτησης προκειμένου να καταστεί οριστική μια απόφαση.
Ωστόσο, εάν η αίτηση για οριστική απόφαση κατατεθεί αφού έχουν παρέλθει 12 μήνες από την προσωρινή απόφαση, ο αιτών απαιτείται να καταθέσει μαζί και μια γραπτή εξήγηση, η οποία:
Ο δικαστής μπορεί να απαιτήσει από τον αιτούντα να καταθέσει ένορκη βεβαίωση της εξήγησης που έχει δώσει και μπορεί να εκδώσει όποια απόφαση επί της αίτησης κρίνει ο ίδιος ενδεδειγμένη.
Ο γάμος λύεται και συνεπώς παύει η υποχρέωση συγκατοίκησης ή συνέχισης των προσωπικών σχέσεων, εκτός αν το επιθυμούν οι πρώην σύζυγοι. Οι πρώην σύζυγοι είναι ελεύθεροι να συνάψουν νέο γάμο, εάν το επιθυμούν. Μπορούν να επιλέξουν να διατηρήσουν το επώνυμο που απέκτησαν με τον γάμο τους ή να ανακτήσουν το επώνυμο που είχαν πριν.
Ο τρόπος διαχωρισμού της περιουσίας καθορίζεται από το δικαστήριο, αφού εκτεθούν τα πραγματικά περιστατικά κάθε υπόθεσης. Ακόμα και αν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των διαδίκων, το δικαστήριο έχει απόλυτη εξουσία να την εγκρίνει ή να την τροποποιήσει.
Είτε προ είτε μετά την έκδοση οριστικής απόφασης, το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ρυθμίσει την επιμέλεια, τη διατροφή, και την εκπαίδευση των τέκνων που προέρχονται από τον γάμο ή ακόμα και να διατάξει την κίνηση της διαδικασίας προκειμένου να τεθούν τα τέκνα υπό την προστασία του δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει οριστική απόφαση διαζυγίου πριν πεισθεί ότι έχουν προβλεφθεί ικανοποιητικές ρυθμίσεις για τυχόν τέκνα.
Κατά την έκδοση της προσωρινής απόφασης διαζυγίου ή ανά πάσα στιγμή μετά από αυτή, το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο να διατάξει ότι ο σύζυγος θα καταβάλλει στη σύζυγό του, κατά τη διάρκεια της κοινής ζωής τους, ένα ποσό ανά μήνα ή ανά εβδομάδα για τη διατροφή και στήριξη της συζύγου, το οποίο το δικαστήριο κρίνει εύλογο. Το δικαίωμα διατροφής της συζύγου αποσβέννυται μόλις συνάψει νέο γάμο, αλλά ο νέος γάμος της μητέρας δεν επηρεάζει τυχόν δικαίωμα διατροφής του τέκνου που προέρχεται από τον γάμο.
Σύμφωνα με το δίκαιο του Γιβραλτάρ, ο νομικός χωρισμός αναφέρεται ως «δικαστικός χωρισμός». Εφόσον εκδοθεί τέτοιου είδους απόφαση, δεν αναμένεται πλέον από τον σύζυγο που ζήτησε τον δικαστικό χωρισμό να συνεχίσει να συμβιώνει με τον/την σύζυγό του. Ωστόσο, δεν έχει το δικαίωμα να συνάψει νέο γάμο. Στην ουσία, ο δικαστικός χωρισμός είναι μια εναλλακτική λύση για τους συζύγους των οποίων ο γάμος έχει κλονιστεί, αλλά δεν επιθυμούν να συνάψουν νέο γάμο. Ο αιτούμενος δικαστικό χωρισμό δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι ο γάμος του έχει ανεπανόρθωτα κλονιστεί. Είναι δυνατόν να υποβληθεί αίτηση διαζυγίου μετά την έκδοση απόφασης δικαστικού χωρισμού.
Ο αιτών πρέπει να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία για ένα ή περισσότερα από τα γεγονότα που απαιτούνται προκειμένου να αποδειχθεί ο κλονισμός του γάμου και, σε αντίθεση με όσους ζητούν διαζύγιο, δεν απαιτείται αναμονή τριών ετών από την ημερομηνία του γάμου για την κίνηση της διαδικασίας.
Εάν ένας διάδικος σε διαδικασία δικαστικού χωρισμού αποβιώσει χωρίς να έχει συντάξει διαθήκη, η περιουσία του θα διανεμηθεί σύμφωνα με τους κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής, και η απόφαση δικαστικού χωρισμού έχει την ίδια ισχύ με ένα διαζύγιο. Επομένως, ο άλλος σύζυγος δεν έχει κατόπιν κανένα δικαίωμα στην περιουσία του συζύγου που απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη. Ωστόσο, εάν ένας σύζυγος που έχει λάβει απόφαση δικαστικού χωρισμού αποβιώσει έχοντας συντάξει διαθήκη, ο δικαστικός χωρισμός δεν έχει καμία ισχύ ως προς τα κληρονομικά δικαιώματα βάσει αυτής της διαθήκης, σε περίπτωση που, παραδείγματος χάριν, ο επιζών δικαστικά χωρισμένος σύζυγος έχει οριστεί ως δικαιούχος σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διαθήκη.
Το δικαστήριο εφαρμόζει τις ίδιες διατάξεις σχετικά με τον διαχωρισμό περιουσίας τόσο για το διαζύγιο όσο και για τον δικαστικό χωρισμό.
Υπάρχουν δύο μορφές ακύρωσης γάμου. Ο γάμος μπορεί να κηρυχθεί «άκυρος», που σημαίνει ότι ο γάμος ουδέποτε ήταν έγκυρος και δεν υπήρξε ποτέ. Υπό διαφορετικές περιστάσεις, ο γάμος μπορεί να κηρυχθεί «ακυρώσιμος», πράγμα που σημαίνει ότι ένας εκ των συζύγων μπορεί να αιτηθεί την ακύρωση του γάμου. Ο γάμος είναι δυνατόν να συνεχιστεί, εάν και οι δύο σύζυγοι είναι ικανοποιημένοι.
Ένας γάμος είναι άκυρος και ανίσχυρος εάν:
Ένας γάμος θεωρείται ακυρώσιμος στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Από τη στιγμή που θα κηρυχθεί η ακυρότητα, ο γάμος καθίσταται άκυρος και ανίσχυρος. Εντούτοις, εάν υπάρχουν τέκνα που προέρχονται από τον γάμο, το Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να πεισθεί ότι έχουν γίνει οι κατάλληλες ρυθμίσεις γι᾽ αυτά. Μπορεί επίσης να προβλεφθεί η καταβολή διατροφής και η επιμέλεια/διατροφή των τέκνων που τυχόν υπάρχουν.
Αρμόδιο για την έκδοση διαζυγίου είναι αποκλειστικά το Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) του Γιβραλτάρ. Εντούτοις, μπορεί να παρασχεθεί ένα είδος κοινωνικής αρωγής μέσω συμβούλων γάμου.
Οι αιτήσεις κατατίθενται στη γραμματεία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη διεύθυνση: Supreme Court Registry, 277 Main Street, Gibraltar.
Η αίτηση υποβάλλεται με δικόγραφο, πρέπει να συνοδεύεται από αποδεικτικά στοιχεία υπό μορφή ένορκων βεβαιώσεων, αντίγραφο του πιστοποιητικού γάμου, αντίγραφα των πιστοποιητικών γεννήσεως τυχόν τέκνων, και να εκθέτει τους λόγους διαζυγίου/δικαστικού χωρισμού/ακύρωσης του γάμου. Πρέπει επίσης να γίνεται αναφορά στα τέκνα που έχουν γεννηθεί εντός του γάμου και στην οικονομική κατάσταση του ενάγοντος. Περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να λάβετε από τη γραμματεία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη διεύθυνση Supreme Court Registry, 277 Main Street, Gibraltar, και στο τηλέφωνο (+350) 200 75608.
Προβλέπεται νομική συνδρομή για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας, εφόσον πληρούνται ορισμένα εισοδηματικά κριτήρια. Έντυπα και περαιτέρω λεπτομέρειες διατίθενται από τη γραμματεία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη διεύθυνση: Supreme Court Registry, 277 Main Street, Gibraltar.
Η απόφαση διαζυγίου ή ακυρότητας μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή μέχρις ότου καταστεί οριστική. Σε περίπτωση δικαστικού χωρισμού, υπό ορισμένες περιστάσεις, η απόφαση μπορεί να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή μετά την έκδοσή της. Οι διατάξεις που αφορούν την επιμέλεια και τη διατροφή των τέκνων μπορούν να τροποποιηθούν μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης.
Σύμφωνα με τον κανονισμό ΕΚ αριθ. 2201/2003 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια απόφαση διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου που εκδίδεται σε ένα κράτος μέλος μπορεί να αναγνωριστεί σε άλλα κράτη μέλη. Τα απαιτούμενα έγγραφα μπορούν να ζητηθούν από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση και πρέπει να υποβληθούν στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο εν λόγω κανονισμός δεν θίγει ζητήματα υπαιτιότητας, περιουσιακές συνέπειες του γάμου, διατροφή ή άλλα παρεπόμενα ζητήματα. Πρέπει να υπάρχει πραγματικός δεσμός μεταξύ του ενδιαφερομένου και του κράτους μέλους που ασκεί δικαιοδοσία.
Η αναγνώριση μπορεί να μην γίνει δεκτή εάν η απόφαση αντίκειται στη δημόσια τάξη, αν έχει εκδοθεί ερήμην, αν δεν έχουν επιδοθεί στον εναγόμενο τα σχετικά έγγραφα σε εύλογο χρόνο, ή εάν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση επί διαδικασίας μεταξύ των ιδίων διαδίκων στο Γιβραλτάρ, ή αν είναι ασυμβίβαστη με προγενέστερη απόφαση σε άλλη χώρα υπό την προϋπόθεση ότι η προγενέστερη απόφαση μπορεί να αναγνωριστεί στο Γιβραλτάρ.
Οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει την έκδοση απόφασης για την αναγνώριση ή μη αναγνώριση της απόφασης. Το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία, εάν έχει κατατεθεί έφεση κατά της απόφασης για την οποία ζητείται αναγνώριση.
Εάν η απόφαση δεν μπορεί να αναγνωριστεί βάσει του εν λόγω κανονισμού, οι ρυθμίσεις για την αναγνώριση διαζυγίων που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό περιλαμβάνονται στον νόμο περί διαζυγίων (Matrimonial Causes Act), όπου προβλέπεται ότι:
Η εγκυρότητα μιας απόφασης διαζυγίου ή δικαστικού χωρισμού που έχει εκδοθεί στο εξωτερικό κατόπιν δικαστικής διαδικασίας αναγνωρίζεται εάν:
Τα διαζύγια και οι δικαστικοί χωρισμοί που έχουν εκδοθεί σε άλλες χώρες αναγνωρίζονται από το δίκαιο του Γιβραλτάρ εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Οι αντιρρήσεις κατά της αναγνώρισης ενός τέτοιου διαζυγίου/δικαστικού χωρισμού ενδέχεται να αφορούν τη μη πλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζει o νόμος περί διαζυγίων (Matrimonial Causes Act). Σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να ασκηθεί αίτηση ενώπιον του Supreme Court του Γιβραλτάρ με αίτημα να κηρυχθεί άκυρο το συγκεκριμένο διαζύγιο/δικαστικός χωρισμός που έχει εκδοθεί σε άλλη χώρα.
Τα δικαστήρια στο Γιβραλτάρ εφαρμόζουν πάντα το δίκαιο του Γιβραλτάρ στις υποθέσεις που υποβάλλονται ενώπιόν τους. Τα δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν ένα διαζύγιο, έστω και αν ο γάμος έχει λάβει χώρα στο εξωτερικό, εάν τουλάχιστον ένας από τους συζύγους:
Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Η Ευρώπη σου.
Θα μας βοηθούσαν πολύ τα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.