- 1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;
- 2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;
- 3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;
- 4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης
- 5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;
- 6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;
1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;
Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί εκουσίως με δικαστική απόφαση, ο δανειστής μπορεί να απαιτήσει την εκτέλεσή της. Αυτό αποκαλείται αναγκαστική εκτέλεση.
Για να είναι μια δικαστική απόφαση εκτελεστή, πρέπει να έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο και να έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί νομίμως.
Η εκτελεστότητα αναστέλλεται επί οκτώ ημέρες από την ημερομηνία της απόφασης και/ή με την άσκηση του κατάλληλου ένδικου μέσου, εκτός αν η απόφαση έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή.
Η αναγκαστική εκτέλεση χρησιμοποιείται κατά κανόνα για την ανάκτηση χρηματικών ποσών, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και για την επιχείρηση πράξης.
Όταν ένα πρόσωπο καταδικάζεται σε καταβολή χρημάτων, το μέσο εκτέλεσης ονομάζεται κατάσχεση και αντικείμενό της είναι η περιουσία του οφειλέτη.
Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα, πιο ειδικά μέσα εκτέλεσης: η κατάσχεση στα χέρια τρίτου, η κατάσχεση καρπών, η κατάσχεση προσόδων, η κατάσχεση ακινήτων, η κατάσχεση προς σύσταση ενεχύρου, η συντηρητική κατάσχεση κινητών μετακινούμενου οφειλέτη, η διεκδικητική κατάσχεση, η κατάσχεση μισθών, η κατάσχεση σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, η κατάσχεση αεροσκαφών και η περιγραφική κατάσχεση στο πλαίσιο της προστασίας δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.
Οι κατασχέσεις που χρησιμοποιούνται περισσότερο στο Λουξεμβούργο είναι η κατάσχεση στα χέρια τρίτου και η αναγκαστική κατάσχεση.
2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;
Οι δικαστικοί επιμελητές είναι οι μόνοι αρμόδιοι για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων που κηρύσσονται εκτελεστές από δικαστήριο του Λουξεμβούργου κατʼ εφαρμογή της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου ή από δικαστήριο άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατʼ εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και για την εκτέλεση συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και είναι εκτελεστές, όπως και άλλων εγγράφων ή εκτελεστών τίτλων.
3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;
3.1 3.1 Η διαδικασία
- Δικαστικές αποφάσεις και έγγραφα που εκδίδονται στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου
Είναι εκτελεστά εντός του Μεγάλου Δουκάτου χωρίς να απαιτείται η συμμόρφωση με ειδικό εκτελεστήριο τύπο (visa) ή επιστολή με την οποία διατάσσεται η εκτέλεση (pareatis), ακόμα και αν η εκτέλεση διενεργείται εκτός της περιφέρειας του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή της περιφέρειας στην οποία εκδόθηκαν τα έγγραφα.
Η παράδοση του εγγράφου ή της απόφασης στον δικαστικό επιμελητή ισοδυναμεί με εξουσιοδότηση του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε οποιαδήποτε μορφή εκτέλεσης εκτός της κατάσχεσης ακινήτων και της προσωπικής κράτησης, για τις οποίες απαιτούνται ειδικές εξουσίες.
- Αλλοδαπές αποφάσεις που διέπονται από συνθήκη ή νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προβλέπει διαδικασία κήρυξης εκτελεστότητας
Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε κράτος της αλλοδαπής, που είναι εκτελεστές στο εν λόγω κράτος και που, σύμφωνα με τις διατάξεις:
- της σύμβασης των Βρυξελλών, της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε από τις συμβάσεις προσχώρησης των νέων κρατών μελών σε αυτήν,
- της σύμβασης του Λουγκάνο, της 16ης Σεπτεμβρίου 1988, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,
- της σύμβασης της 29ης Ιουλίου 1971 μεταξύ του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Δημοκρατίας της Αυστρίας για την αναγνώριση και την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και των δημοσίων εγγράφων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,
- της συνθήκης της 24ης Νοεμβρίου 1961 μεταξύ του Βελγίου, των Κάτω Χωρών και του Λουξεμβούργου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την πτώχευση, την ισχύ και την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, διαιτητικών αποφάσεων και δημοσίων εγγράφων, εφόσον ισχύει,
- ή της σύμβασης της Χάγης, της 2ας Οκτωβρίου 1973, για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σχετικών με τις υποχρεώσεις διατροφής,
πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 680 έως 685 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας του Λουξεμβούργου.
Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είναι εκτελεστές και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γνωστός και ως «αναδιατύπωση του κανονισμού Βρυξέλλες Ι», αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001. Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 συνεχίζει να εφαρμόζεται στις αποφάσεις που εκδίδονται επί αγωγών που έχουν ασκηθεί, στα δημόσια έγγραφα που έχουν εκδοθεί ή καταχωρισθεί επίσημα και στους δικαστικούς συμβιβασμούς που έχουν εγκριθεί ή συναφθεί πριν από την 10η Ιανουαρίου 2015 και που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του.
Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είναι εκτελεστές και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 650/2012 του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.
Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεν δεσμεύεται από το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής κατά το κεφάλαιο IV, τμήμα 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.
Δικαστικές αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις οι οποίες εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι εκτελεστές σ’ αυτό, και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1103 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2016, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της διεθνούς δικαιοδοσίας, του εφαρμοστέου δικαίου και της αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε ζητήματα περιουσιακών σχέσεων των συζύγων και τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1104 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2016, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της διεθνούς δικαιοδοσίας, του εφαρμοστέου δικαίου και της αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε ζητήματα περιουσιακών σχέσεων των καταχωρισμένων συντρόφων, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, κηρύσσονται εκτελεστές όπως προβλέπεται στους ως άνω κανονισμούς (ΕΕ) 2016/1103 και (ΕΕ) 2016/1104.
- Αλλοδαπές αποφάσεις που διέπονται από ενωσιακή πράξη η οποία προβλέπει την κατάργηση της κήρυξης εκτελεστότητας
Στις 12 Δεκεμβρίου 2012, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, την λεγόμενη αναδιατύπωση του κανονισμού Βρυξέλλες Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού αυτού, απόφαση η οποία έχει εκδοθεί σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται στα υπόλοιπα κράτη μέλη χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικασία (κατάργηση της κήρυξης εκτελεστότητας). Ο κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις 10 Ιανουαρίου 2015 και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται σε αυτόν.
Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεσμεύεται από το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής κατά το κεφάλαιο IV, τμήμα 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής, αναγνωρίζονται στο Λουξεμβούργο χωρίς να πρέπει να εφαρμοσθεί καμία διαδικασία και χωρίς δυνατότητα προσβολής της αναγνώρισής τους.
Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίες, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, αναγνωρίζονται και εκτελούνται όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.
Οι δικαστικές αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι εκτελεστές σ’ αυτό και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2007 για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής, όπως έχουν τροποποιηθεί, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, αναγνωρίζονται και εκτελούνται όπως προβλέπεται στους εν λόγω κανονισμούς.
3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις
Δεν διενεργείται κατάσχεση κινητών ή ακινήτων χωρίς εκτελεστήριο τίτλο ο οποίος εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου και για απαίτηση βεβαία και εκκαθαρισμένη αν η απαίτηση είναι μη χρηματική, κάθε παρεπόμενη της κατάσχεσης ενέργεια αναστέλλεται έως ότου προσδιοριστεί η αξία της απαίτησης.
Οι αποφάσεις με τις οποίες διατάσσεται άρση, εξάλειψη εγγραφής υποθήκης, πληρωμή ή άλλη ενέργεια που πρέπει να διενεργηθεί από τρίτον ή υπʼ ευθύνη του δεν καθίστανται εκτελεστές υπέρ του τρίτου ή έναντι αυτού, ακόμα και μετά την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής ή έφεσης, παρά μόνο με πιστοποιητικό του δικηγόρου του επισπεύδοντος, στο οποίο αναγράφεται η ημερομηνία της επίδοσης της απόφασης στον τόπο κατοικίας του καθʼ ου, και κατόπιν βεβαίωσης του γραμματέα του δικαστηρίου ότι δεν εκκρεμεί ανακοπή ή έφεση κατά της απόφασης.
Αν, σύμφωνα με το πιστοποιητικό, δεν εκκρεμεί ανακοπή ή έφεση, οι μεσεγγυούχοι, οι θεματοφύλακες και όλα τα οικεία πρόσωπα υποχρεούνται να συμμορφωθούν με την απόφαση.
4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης
4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;
- Κατασχετή περιουσία
Αντικείμενο κατάσχεσης μπορούν να αποτελέσουν μόνο τα κινητά και τα ακίνητα του οφειλέτη και όχι τρίτου. Αντιθέτως, δεν έχει σημασία ποιος έχει στην κατοχή του τα πράγματα του οφειλέτη τη στιγμή της κατάσχεσης, είναι επομένως δυνατή η κατάσχεση πραγμάτων στα χέρια τρίτου.
- Ακατάσχετη περιουσία
Το άρθρο 728 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι, εκτός από τα πράγματα τα οποία είναι ακατάσχετα σύμφωνα με ειδικούς νόμους, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης και τα εξής:
- αντικείμενα τα οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου, θεωρούνται ακίνητα λόγω προορισμού
- τα κινητά πράγματα, όπως για παράδειγμα τα κλινοστρώματα, τα ρούχα και τα έπιπλα που είναι απαραίτητα για την τακτοποίησή τους, ένα πλυντήριο ρούχων, τραπέζια και καρέκλες που επιτρέπουν στην οικογένεια να γευματίζει μαζί.
Τα εν λόγω πράγματα είναι ακατάσχετα ανεξάρτητα από την ιδιότητα του δανειστή, ακόμα και αν ο δανειστής είναι το Δημόσιο, με την εξαίρεση ορισμένων απαιτήσεων οι οποίες απαριθμούνται περιοριστικά από τη νομοθεσία.
Για να αποτραπεί η επίσπευση από τον δανειστή της κατάσχεσης όλων των μέσων που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση του οφειλέτη, διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου ορίζει το ποσοστό κατά το οποίο μπορούν να εκχωρηθούν και να κατασχεθούν μισθοί, συντάξεις και πρόσοδοι. Ο νόμος ρυθμίζει την κατάσχεση των προστατευόμενων τακτικών αποδοχών (μισθοί, πρόσοδοι, συντάξεις). Οι εν λόγω τακτικές αποδοχές δεν μπορούν να κατασχεθούν στο σύνολό τους αλλά μόνο μέχρι ένα ορισμένο ανώτατο όριο, το οποίο προσδιορίζεται βάσει κλιμάκων που προβλέπονται από διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου. Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης διατηρεί ένα ελάχιστο εισόδημα, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διαβίωσή του.
- Οριοθέτηση και παρακατάθεση
Η οριοθέτηση και παρακατάθεση αποσκοπεί στην προστασία του καθʼ ου από τις συνέπειες της συνολικής δέσμευσης της περιουσίας του. Επιτρέπει στον δικαστή να περιορίζει το ύψος των ποσών που κατάσχονται στα χέρια τρίτου.
4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;
Από τη στιγμή της κατάσχεσης των πραγμάτων, ο οφειλέτης χάνει το δικαίωμα της διάθεσής τους. Ωστόσο, η κατάσχεση δεν γεννά κανένα δικαίωμα προτίμησης για τον επισπεύδοντα δανειστή. Η απαγόρευση διάθεσης σημαίνει ότι ο οφειλέτης δεν μπορεί να πουλήσει ή να εκποιήσει τα κατασχεθέντα πράγματα, ούτε μπορεί να συστήσει υποθήκη ή ενέχυρο επί αυτών. Τα κατασχεθέντα πράγματα μπορούν να αφαιρεθούν επιτόπου. Ο οφειλέτης παραμένει ιδιοκτήτης των πραγμάτων μέχρι την αναγκαστική πώλησή τους, χωρίς απαραίτητα να διατηρεί στην κατοχή του τα κατασχεθέντα πράγματα. Η κατάσταση δεν μεταβάλλεται στην πράξη αλλά από νομικής πλευράς.
Σε περίπτωση παραβίασης της εν λόγω απαγόρευσης, οι ενέργειες του καθʼ ου δεν είναι δεσμευτικές για τον επισπεύδοντα δανειστή.
Ωστόσο, η απαγόρευση είναι σχετική, καθώς ισχύει μόνο προς όφελος του επισπεύδοντα δανειστή. Οι υπόλοιποι δανειστές θα πρέπει πάντα να προσαρμόζονται στις διακυμάνσεις της περιουσίας του οφειλέτη. Παρ’ όλ’ αυτά, η διαδικασία για να συμμετάσχουν στην ήδη εγκριθείσα κατάσχεση είναι απλή.
Η απαγόρευση είναι το πρώτο στάδιο στη διαδικασία εκποίησης της περιουσίας. Τα πράγματα περνούν στον έλεγχο του δικαστηρίου. Η αναγκαστική κατάσχεση παίζει, ως εκ τούτου, τον ρόλο ενός αρχικού προληπτικού μέτρου.
Σε ό,τι αφορά την κατάσχεση στα χέρια τρίτου, πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτή καταργεί κάθε έλεγχο επί του συνόλου της κατασχεθείσας απαίτησης, ανεξαρτήτως της αξίας της. Ο τρίτος στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση μπορεί ωστόσο να παρακαταθέσει ποσό το οποίο μπορεί να καλύψει το ύψος της απαίτησης (cantonnement).
4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;
Οι εκτελεστοί τίτλοι που εκδίδονται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου δεν υπόκεινται σε χρονικούς περιορισμούς και η ισχύς τους δεν λήγει.
Η άδεια του προέδρου του εμποροδικείου για την επίσπευση συντηρητικής κατάσχεσης παύει να ισχύει αν το ασφαλιστικό μέτρο δεν ληφθεί εντός της προθεσμίας που αναγράφεται στη σχετική απόφαση.
5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;
Κατά απόφασης που εκδίδεται από τον πρόεδρο του εμποροδικείου με την οποία εγκρίνεται η συντηρητική κατάσχεση μπορεί να ασκηθεί ανακοπή ή έφεση.
Όσον αφορά την αναγκαστική κατάσχεση, ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει αγωγή δυσχερούς εκτέλεσης ή ανακοπή κατά της πώλησης των κατασχεθέντων.
Τρίτοι δικαιούνται επίσης να ενεργήσουν, δηλαδή να ασκήσουν ανακοπή κατά της πώλησης των κατασχεθέντων, ζητώντας να διαχωριστούν τα εν λόγω πράγματα υπέρ τους.
6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;
Σύμφωνα με το άρθρο 590 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο οφειλέτης μπορεί να εμποδίσει την προσωρινή εκτέλεση αν αυτή έχει διαταχθεί για περίπτωση εκτός των προβλεπομένων από τον νόμο. Για τον σκοπό αυτό, ο οφειλέτης μπορεί να προσφύγει στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ώστε αυτό να αποφανθεί σχετικά με άμυνα κατά της προσωρινής εκτέλεσης. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μόνο σε αστικές υποθέσεις, ενώ αποκλείεται σε εμπορικές υποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 647 του εμπορικού κώδικα.
Το άρθρο 703 εδάφιο 2 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει τη διαδικασία της οριοθέτησης της αξίας των πραγμάτων που υπόκεινται σε κατάσχεση και παρακατάθεσης του σχετικού ποσού (cantonnement). Η οριοθέτηση και παρακατάθεση αποσκοπεί στην προστασία του καθʼ ου από τις συνέπειες της συνολικής δέσμευσης της περιουσίας του. Επιτρέπει στον δικαστή να περιορίζει το ύψος των ποσών που κατάσχονται στα χέρια τρίτου.
Για να αποτραπεί η επίσπευση από τον δανειστή της κατάσχεσης όλων των μέσων που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση του οφειλέτη, διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου ορίζει το ποσοστό κατά το οποίο μπορούν να εκχωρηθούν και να κατασχεθούν μισθοί, συντάξεις και πρόσοδοι. Ο νόμος ρυθμίζει την κατάσχεση των προστατευόμενων τακτικών αποδοχών (μισθοί, πρόσοδοι, συντάξεις). Οι εν λόγω τακτικές αποδοχές δεν μπορούν να κατασχεθούν στο σύνολό τους αλλά μόνο μέχρι ένα ορισμένο ανώτατο όριο, το οποίο προσδιορίζεται βάσει κλιμάκων που προβλέπονται από διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου. Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης διατηρεί ένα ελάχιστο εισόδημα, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διαβίωσή του.
Σχετικοί σύνδεσμοι
Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Η Ευρώπη σου.
Θα μας βοηθούσαν πολύ τα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.