Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
- Βέλγιοbe
- Βουλγαρίαbg
- Τσεχίαcz
- Δανίαdk
- Γερµανίαde
- Εσθονίαee
- Ιρλανδίαie
- Ελλάδα el
- Ισπανίαes
- Γαλλίαfr
- Κροατίαhr
- Ιταλίαit
- Κύπροςcy
- Λεττονίαlv
- Λιθουανίαlt
- Λουξεµβούργοlu
- Ουγγαρίαhu
- Μάλταmt
- Κάτω Χώρεςnl
- Αυστρίαat
- Πολωνίαpl
- Πορτογαλίαpt
- Ρουμανίαro
- Σλοβενίαsi
- Σλοβακίαsk
- Φινλανδίαfi
- Σουηδίαse
- Ηνωµένο Βασίλειοuk
1 Ποια είναι τα διάφορα μέτρα;
Τα ασφαλιστικά μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται μια αξίωση είναι τα ακόλουθα:
- σύσταση δικαστικής υποθήκης σε ακίνητο περιουσιακό στοιχείο, σκάφος ή αεροσκάφος ιδιοκτησίας του εναγομένου
- κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του εναγομένου το οποίο κατέχει ο ίδιος ή τρίτος και, βάσει αυτής, εγγραφή σημείωσης στο κτηματολόγιο καθιστώντας γνωστή την απαγόρευση διάθεσής του ή εγγραφή σημείωσης σε άλλο μητρώο περιουσιακών στοιχείων καθιστώντας γνωστή την απαγόρευση διάθεσής του
- απαγόρευση εκτέλεσης ορισμένων συναλλαγών ή πράξεων από τον εναγόμενο, μεταξύ άλλων με την επιβολή περιοριστικών όρων
- απαγόρευση της μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων από τρίτους στον εναγόμενο ή εκτέλεσης άλλων υποχρεώσεων σε σχέση με τον εναγόμενο, ενδεχομένως συνοδευόμενη από την υποχρέωση μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων σε δικαστικό επιμελητή ή της καταβολής χρημάτων σε τραπεζικό λογαριασμό που ορίζεται για τον σκοπό αυτόν
- επιβολή υποχρέωσης στον εναγόμενο να καταθέσει αντικείμενο σε δικαστικό επιμελητή
- αναστολή της διαδικασίας εκτέλεσης, συνέχιση της διαδικασίας εκτέλεσης μόνον έναντι εγγύησης ή ανάκληση της εκτέλεσης εάν ο εκτελεστός τίτλος αμφισβητηθεί με την άσκηση αγωγής ή εάν τρίτος καταθέσει αγωγή με αίτημα να αρθεί η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ή να κριθεί απαράδεκτη η αναγκαστική εκτέλεση για άλλο λόγο
- απαγόρευση απομάκρυνσης του εναγομένου από τον τόπο κατοικίας του, σύλληψη ή επιβολή κράτησης του εναγομένου
- επιβολή υποχρέωσης στον εναγόμενο και, ιδίως, σε ασφαλιστή να προβούν σε πληρωμές οι οποίες να αντιστοιχούν στο ελάχιστο ποσό που είναι πιθανό να καταστεί πληρωτέο κατά τη διαδικασία που αφορά ζημία από αξιόποινη πράξη ή ασφαλιστήριο συμβόλαιο
- επιβολή υποχρέωσης στον εναγόμενο να παύσει την εφαρμογή αθέμιτου τυποποιημένου όρου ή επιβολή υποχρέωσης στο πρόσωπο που συνιστά την εφαρμογή του όρου να παύσει ή να ανακαλέσει τη σύσταση εφαρμογής του όρου στο πλαίσιο αγωγής παύσης της εφαρμογής αθέμιτου τυποποιημένου όρου ή αγωγής παύσης και ανάκλησης της σύστασης εφαρμογής του όρου από το πρόσωπο που συνιστά την εφαρμογή του όρου
- κάθε άλλο μέτρο το οποίο θεωρείται αναγκαίο από το δικαστήριο.
Για την εξασφάλιση αγωγής η οποία βασίζεται σε προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, το δικαστήριο δύναται, μεταξύ άλλων μέτρων, να κατασχέσει αγαθά σε περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν υπόνοιες προσβολής δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή να επιβάλει υποχρέωση παράδοσης των εν λόγω αγαθών για την αποφυγή της διάθεσής τους στην αγορά ή της διανομής τους. Εάν ζητείται η κατάσχεση του τραπεζικού λογαριασμού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του εναγομένου για την εξασφάλιση αγωγής η οποία βασίζεται σε προσβολή δικαιώματος δημιουργού ή συγγενικών δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας για εμπορικούς σκοπούς, το δικαστήριο δύναται να επιβάλει υποχρέωση παράδοσης τραπεζικών, οικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ή παροχής της δυνατότητας ελέγχου των εν λόγω εγγράφων.
Για την εξασφάλιση αγωγής η οποία βασίζεται στην παράνομη απόκτηση, εκμετάλλευση ή αποκάλυψη επιχειρηματικού απορρήτου, το δικαστήριο μπορεί, μεταξύ άλλων μέτρων, να κατασχέσει εμπορεύματα, όταν υπάρχουν υπόνοιες ότι ο σχεδιασμός, τα χαρακτηριστικά, η λειτουργία, η παραγωγή ή η εμπορία των εμπορευμάτων επωφελούνται σημαντικά από επιχειρηματικό απόρρητο που έχει αποκτηθεί, χρησιμοποιηθεί ή αποκαλυφθεί παράνομα, ή μπορεί να επιβάλει την υποχρέωση να παραδοθούν τα εμπορεύματα αυτά, για να αποφευχθεί η διάθεσή τους στην αγορά ή η διανομή τους.
Σε γαμική διαφορά, διαφορά με αντικείμενο διατροφή ή άλλη διαφορά οικογενειακού δικαίου, το δικαστήριο δύναται επίσης να ρυθμίσει τα ακόλουθα θέματα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας:
- τα δικαιώματα των γονέων σε σχέση με κοινό τέκνο
- την επικοινωνία γονέα και τέκνου
- την παράδοση τέκνου στον άλλο γονέα
- τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις διατροφής οι οποίες απορρέουν από τον νόμο και, μεταξύ άλλων μέτρων, την επιβολή υποχρέωσης στον εναγόμενο να παράσχει οικονομική στήριξη ή εγγύηση κατά τη διαδικασία
- τη χρήση οποιωνδήποτε αντικειμένων της κοινής κατοικίας και τη χρήση της κοινής κατοικίας των συζύγων
- την παράδοση ή τη χρήση οποιωνδήποτε αντικειμένων που προορίζονται για προσωπική χρήση από σύζυγο ή τέκνο
- άλλα θέματα που αφορούν τον γάμο ή την οικογένεια τα οποία απαιτείται να ρυθμιστούν ταχέως λόγω των περιστάσεων.
2 Υπό ποιες προϋποθέσεις διατάσσονται αυτά τα μέτρα;
2.1 Η διαδικασία
Οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων εξετάζονται από το δικαστήριο το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την υποβολή της αίτησης. Το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει την απόφασή του επί της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων αργότερα εάν επιθυμεί να προβεί πρώτα σε ακρόαση του εναγομένου.
Ο εναγόμενος και άλλοι συμμετέχοντες στη διαδικασία δεν ειδοποιούνται για την εκδίκαση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων. Εάν είναι σαφώς εύλογο και, κυρίως, εάν με την αίτηση ζητείται προσωρινή ρύθμιση της επίδικης έννομης σχέσης, το δικαστήριο δύναται να προβεί πρώτα σε ακρόαση του εναγομένου.
Το δικαστήριο δύναται επίσης να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα βάσει αίτησης πριν από την κατάθεση αγωγής. Στην αίτηση πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι για τη μη άμεση κατάθεση της αγωγής. Η αίτηση κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο βάσει των διατάξεων περί αρμοδιότητας. Εάν το δικαστήριο διατάξει ασφαλιστικά μέτρα πριν από την κατάθεση της αγωγής, το δικαστήριο ορίζει προθεσμία εντός της οποίας ο ενάγων πρέπει να καταθέσει την αγωγή. Η προθεσμία δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη του ενός μήνα. Εάν η αγωγή δεν κατατεθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο ακυρώνει τα ασφαλιστικά μέτρα.
Εάν είναι αναγκαίο, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα εάν το επίδικο περιουσιακό στοιχείο υπάγεται στην κατά τόπον αρμοδιότητά του, ακόμη και αν η αγωγή κατατέθηκε ή έπρεπε να κατατεθεί σε άλλο εσθονικό δικαστήριο, σε δικαστήριο άλλου κράτους ή σε διαιτητικό όργανο. Σε σχέση με περιουσιακό στοιχείο καταχωρισμένο σε μητρώο, ασφαλιστικά μέτρα μπορούν επίσης να διαταχθούν από το δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται το μητρώο και, σε περίπτωση σκάφους, από το δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο λιμένας βάσης του σκάφους.
Το δικαστήριο μπορεί να εξαρτήσει τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων ή τη συνέχιση των ασφαλιστικών μέτρων από την παροχή εγγύησης για την αντιστάθμιση τυχόν ζημίας που προκαλείται στον αντίδικο και σε τρίτο.
Το δικαστήριο διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα σχετικά με χρηματική αξίωση μόνον εφόσον παρασχεθεί εγγύηση ύψους τουλάχιστον 5% του ποσού της αξίωσης, αλλά όχι κάτω των 32 ευρώ ούτε άνω των 32 000 ευρώ. Εάν ζητείται ως ασφαλιστικό μέτρο η κράτηση του εναγομένου ή η επιβολή απαγόρευσης απομάκρυνσης του εναγομένου από τον τόπο κατοικίας του, το ελάχιστο ποσό της παρεχόμενης εγγύησης είναι 3 200 ευρώ και το μέγιστο 32 000 ευρώ.
Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, το δικαστήριο δύναται να αρνηθεί να ζητήσει την εγγύηση εν όλω ή εν μέρει ή να διατάξει την πληρωμή της σε δόσεις, εάν δεν μπορεί να αναμένεται εύλογα από τον ενάγοντα να παράσχει την εγγύηση για οικονομικούς ή άλλους λόγους και η μη λήψη ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις για τον ενάγοντα ή εάν θα ήταν άδικο για τον ενάγοντα να ζητηθεί η πληρωμή της εγγύησης για οποιονδήποτε άλλο λόγο.
2.2 Οι κύριες προϋποθέσεις
Το δικαστήριο δύναται να διατάξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος, εάν πιστεύει ότι η μη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ενδέχεται να καταστήσει δύσκολη ή αδύνατη την εκτέλεση δικαστικής απόφασης. Εάν είναι σαφές ότι η εκτέλεση δικαστικής απόφασης θα πραγματοποιηθεί εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι η εκτέλεση δεν είναι εξασφαλισμένη βάσει διεθνούς συμφωνίας, τεκμαίρεται ότι η μη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ενδέχεται να καταστήσει δύσκολη ή αδύνατη την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης.
Για την εξασφάλιση αγωγής η οποία δεν έχει ως αντικείμενο χρηματική αξίωση κατά του εναγομένου, το δικαστήριο δύναται να ρυθμίσει προσωρινά μια αμφισβητούμενη έννομη σχέση και, ιδίως, τον τρόπο χρήσης ενός αντικειμένου, εάν αυτό είναι απαραίτητο για την αποφυγή σημαντικής ζημίας ή αυθαίρετης ενέργειας ή για άλλο λόγο. Αυτό μπορεί να συμβεί ανεξάρτητα από το κατά πόσον το δικαστήριο έχει λόγο να πιστεύει ότι η μη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ενδέχεται να καταστήσει δύσκολη ή αδύνατη την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης. Σε γαμική διαφορά, διαφορά με αντικείμενο διατροφή ή άλλη διαφορά οικογενειακού δικαίου, το δικαστήριο δύναται επίσης να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα με δική του πρωτοβουλία.
Ασφαλιστικά μέτρα μπορούν επίσης να διαταχθούν σε αγωγή η οποία αφορά μελλοντική ή υπό αίρεση αξίωση ή σε αναγνωριστική αγωγή. Δεν διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα για αξίωση υπό αίρεση, εάν θεωρείται ότι η αίρεση δεν θα πληρωθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
Το δικαστήριο μπορεί επίσης να διατάξει ασφαλιστικό μέτρο για την εξασφάλιση αξίωσης σχετικής με δικαστικές ή διαιτητικές διαδικασίες που διεξάγονται στην αλλοδαπή.
Ασφαλιστικά μέτρα μπορούν να διαταχθούν επίσης εάν ο ενάγων επιδιώκει να εξασφαλίσει περισσότερες αξιώσεις κατά του ίδιου εναγομένου.
Ένα ασφαλιστικό μέτρο πρέπει να επιλέγεται έτσι ώστε, όταν εφαρμοστεί, να επιβαρύνει τον εναγόμενο μόνο σε εύλογο βαθμό λαμβάνοντας υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα του ενάγοντος και τις περιστάσεις. Η αξία της αγωγής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν διατάσσεται ασφαλιστικό μέτρο που αφορά χρηματική αξίωση. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη λήψη περισσότερων ασφαλιστικών μέτρων ταυτόχρονα για την εξασφάλιση αξίωσης.
Η κράτηση ή η επιβολή απαγόρευσης απομάκρυνσης ενός προσώπου από τον τόπο κατοικίας του μπορούν να διαταχθούν ως ασφαλιστικό μέτρο μόνον εάν αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση και εφόσον άλλα ασφαλιστικά μέτρα θα ήταν σαφώς ανεπαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης, ιδίως εάν υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι το πρόσωπο είναι πιθανό να μεταβεί στο εξωτερικό ή να μεταφέρει τα περιουσιακά στοιχεία του στο εξωτερικό. Η κράτηση προσώπου εκτελείται από την αστυνομία βάσει δικαστικής απόφασης.
Η κράτηση ή η επιβολή απαγόρευσης απομάκρυνσης ενός προσώπου από τον τόπο κατοικίας του μπορούν να διαταχθούν ως μέτρο εξασφάλισης περιουσιακής αξίωσης μόνο αν η αξία της αγωγής υπερβαίνει τα 32 000 ευρώ.
Εάν το δικαστήριο επιβάλει κράτηση ή την απαγόρευση απομάκρυνσης προσώπου από τον τόπο κατοικίας του μέσω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων για την εξασφάλιση χρηματικής απαίτησης ή άλλης απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, το δικαστήριο καθορίζει το χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον τραπεζικό λογαριασμό που προορίζεται για τους σκοπούς αυτούς ή για το οποίο πρέπει να παρασχεθεί τραπεζική εγγύηση. Όταν καταβληθεί το χρηματικό ποσό ή παρασχεθεί η εγγύηση, παύει η εκτέλεση της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων. Στις περιπτώσεις αυτές, και βάσει αίτησης του εναγομένου, το δικαστήριο αίρει το ασφαλιστικό μέτρο και το αντικαθιστά με χρηματικό ποσό ή τραπεζική εγγύηση.
Συντηρητικά μέτρα μπορούν να διαταχθούν σε διαδικασία που κινείται βάσει αίτησης μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον νόμο. Εφόσον μπορούν να διαταχθούν συντηρητικά μέτρα βάσει του νόμου σε διαδικασία που κινήθηκε βάσει αίτησης, τα μέτρα διατάσσονται εάν αυτό είναι αναγκαίο για τη διατήρηση ή την προσωρινή ρύθμιση υφιστάμενης κατάστασης ή καθεστώτος, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον νόμο, οι διατάξεις περί ασφαλιστικών μέτρων εφαρμόζονται στα συντηρητικά μέτρα. Εάν η διαδικασία μπορεί να κινηθεί μόνο βάσει αίτησης, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει συντηρητικά μέτρα και να ακυρώσει ή να τροποποιήσει την απόφαση περί συντηρητικών μέτρων μόνο βάσει αίτησης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.
3 Αντικείμενο και φύση αυτών των μέτρων
3.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αυτών των μέτρων;
Ανάλογα με τη φύση και τον σκοπό του μέτρου, είναι δυνατό να εφαρμοστούν μέτρα τόσο σε κινητά όσο και σε ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων χρημάτων, καθώς και σε σκάφη και αεροσκάφη.
3.2 Ποια τα αποτελέσματα αυτών των μέτρων;
- Κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου
Σε περίπτωση κατάσχεσης περιουσιακού στοιχείου, ο εναγόμενος δεν μπορεί να διαθέσει το περιουσιακό στοιχείο. Επιπλέον της κατάσχεσης άλλων κινητών περιουσιακών στοιχείων, εκτός σκάφους καταχωρισμένου στο νηολόγιο ή αεροσκάφους καταχωρισμένου στο μητρώο αεροσκαφών, δημιουργείται δικαίωμα εξασφάλισης με την κατάσχεση.
Όταν κατάσχεται ακίνητο περιουσιακό στοιχείο ή καταχωρισμένο περιουσιακό στοιχείο ή άλλο αντικείμενο, εγγράφεται σημείωση σχετικά με την απαγόρευση διάθεσης του περιουσιακού στοιχείου στο κτηματολόγιο ή άλλο μητρώο προς όφελος του ενάγοντος βάσει της αίτησης του ενάγοντος και της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων. Κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος, το δικαστήριο διαβιβάζει το ίδιο την απόφαση εγγραφής της σημείωσης σχετικά με την απαγόρευση στο μητρώο.
Βάσει αίτησης του ενάγοντος ή του εναγομένου, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την πώληση κατασχεθέντος αντικειμένου και την κατάθεση των εσόδων της πώλησης στον τραπεζικό λογαριασμό που προορίζεται για τους σκοπούς αυτούς, εάν η αξία του αντικειμένου ενδέχεται να μειωθεί σημαντικά ή η αποθήκευση του αντικειμένου συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος.
Η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων εκτελείται από δικαστικό επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής θέτει υπό την εποπτεία του το κατασχεθέν αντικείμενο βάσει αίτησης του προσώπου που κατέθεσε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Στις περιπτώσεις αυτές, ο δικαστικός επιμελητής απαγορεύει τη χρήση του αντικειμένου, εν όλω ή εν μέρει, και μπορεί να εκδώσει διαταγές σχετικά με το αντικείμενο, συμπεριλαμβανομένης της διαταγής περί οργάνωσης της αποθήκευσής του.
- Δικαστική υποθήκη
Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο, δικαστική υποθήκη συσταθείσα σε ακίνητο περιουσιακό στοιχείο, σε σκάφος καταχωρισμένο στο νηολόγιο ή σε αεροσκάφος καταχωρισμένο στο μητρώο αεροσκαφών παρέχει στο πρόσωπο που ζήτησε το ασφαλιστικό μέτρο τα ίδια δικαιώματα σε σχέση με τα άλλα δικαιώματα που βαρύνουν το αντικείμενο με εκείνα που παρέχονται σε ενυπόθηκο δανειστή από υποθήκη ή ναυτική υποθήκη ή εκείνα που παρέχονται σε ενεχυρούχο δανειστή από καταχωρισμένη εξασφάλιση.
Το ύψος της υποθήκης είναι το ποσό της εξασφαλισμένης απαίτησης που καταχωρίζεται στο κτηματολόγιο, στο νηολόγιο ή στο μητρώο αεροσκαφών. Εάν το ποσό της κύριας απαίτησης είναι κατώτερο των 640 ευρώ, δεν συστήνεται δικαστική υποθήκη, εφόσον είναι εφικτό να εφαρμοστούν άλλα μέτρα για την εξασφάλιση της αξίωσης τα οποία είναι λιγότερο επιζήμια για τον εναγόμενο.
Δικαστική υποθήκη εγγράφεται στο κτηματολόγιο, στο νηολόγιο ή στο μητρώο αεροσκαφών προς όφελος του ενάγοντος βάσει της αίτησης του ενάγοντος και της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων. Κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος, το δικαστήριο διαβιβάζει το ίδιο την απόφαση σύστασης δικαστικής υποθήκης στο μητρώο. Η υποθήκη συστήνεται με την καταχώριση στο μητρώο.
Με τη σύσταση δικαστικής υποθήκης σε σκάφος ή αεροσκάφος, ο δικαστικός επιμελητής θέτει υπό την εποπτεία του το σκάφος ή το αεροσκάφος βάσει αίτησης του προσώπου που κατέθεσε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Στις περιπτώσεις αυτές, ο δικαστικός επιμελητής απαγορεύει τη χρήση του σκάφους, εν όλω ή εν μέρει, και μπορεί να εκδώσει άλλες διαταγές σχετικά με το σκάφος.
- Απαγόρευση απομάκρυνσης από τον τόπο κατοικίας
Η απαγόρευση απομάκρυνσης από τον τόπο κατοικίας υποχρεώνει το πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται να μην απομακρύνεται από τον τόπο κατοικίας του για διάστημα μεγαλύτερο από 24 ώρες χωρίς την άδεια του δικαστηρίου. Για την εφαρμογή απαγόρευσης απομάκρυνσης από τον τόπο κατοικίας, το δικαστήριο κλητεύει τον εναγόμενο, εάν ο εναγόμενος είναι φυσικό πρόσωπο, ή μέλος του διοικητικού οργάνου του εναγομένου, εάν ο εναγόμενος είναι νομικό πρόσωπο, και εξασφαλίζει την υπογραφή του για τον σκοπό αυτόν.
3.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;
Εάν το δικαστήριο επιβάλει κράτηση ή την απαγόρευση απομάκρυνσης προσώπου από τον τόπο κατοικίας του μέσω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων για την εξασφάλιση χρηματικής απαίτησης ή άλλης απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, το δικαστήριο καθορίζει το χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον τραπεζικό λογαριασμό που προορίζεται για τους σκοπούς αυτούς ή για το οποίο πρέπει να παρασχεθεί τραπεζική εγγύηση. Όταν καταβληθεί το χρηματικό ποσό ή παρασχεθεί η εγγύηση, παύει η εκτέλεση της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων.
Κατόπιν αιτήματος διαδίκου, το δικαστήριο δύναται να αποφασίσει την αντικατάσταση ενός ασφαλιστικού μέτρου με άλλο ασφαλιστικό μέτρο.
Εάν συσταθεί δικαστική υποθήκη σε περισσότερα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, σκάφη ή αεροσκάφη, το δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ένα ποσό για κάθε βεβαρημένο αντικείμενο, το οποίο πρέπει να κατατεθεί στον τραπεζικό λογαριασμό που προορίζεται για τους σκοπούς αυτούς ή για το οποίο πρέπει να παρασχεθεί τραπεζική εγγύηση. Όταν καταβληθεί το χρηματικό ποσό ή παρασχεθεί η εγγύηση, το ασφαλιστικό μέτρο ακυρώνεται. Σε περίπτωση ακύρωσης ή αντικατάστασης ασφαλιστικού μέτρου, ο κύριος του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου, του σκάφους ή του αεροσκάφους γίνεται κύριος της υποθήκης. Κατόπιν αιτήματος του κυρίου της υποθήκης, η δικαστική υποθήκη διαγράφεται από το κτηματολόγιο, το νηολόγιο ή το μητρώο αεροσκαφών βάσει απόφασης ακύρωσης του ασφαλιστικού μέτρου.
Εάν αλλάξουν οι περιστάσεις και, ιδίως, εάν η αιτία λήψης των ασφαλιστικών μέτρων παύσει να υφίσταται ή παρασχεθεί εγγύηση ή εάν συντρέχει άλλος λόγος ο οποίος προβλέπεται στον νόμο, το δικαστήριο δύναται να ακυρώσει το ασφαλιστικό μέτρο κατόπιν αιτήματος διαδίκου. Μη χρηματικό ασφαλιστικό μέτρο μπορεί να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί με την αντικατάστασή του με χρηματικό ασφαλιστικό μέτρο μόνον με τη συγκατάθεση του ενάγοντος ή για βάσιμο λόγο.
Το δικαστήριο ακυρώνει ασφαλιστικό μέτρο μέσω δικαστικής απόφασης εάν η αγωγή απορριφθεί ή μέσω διάταξης εάν η αγωγή δεν γίνει δεκτή ή δεν δοθεί συνέχεια στη διαδικασία. Το δικαστήριο ακυρώνει επίσης το ασφαλιστικό μέτρο εάν η απόφαση λήψης του ασφαλιστικού μέτρου εκδόθηκε από άλλο δικαστήριο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.
Σε γαμική διαφορά, διαφορά με αντικείμενο διατροφή ή άλλη διαφορά οικογενειακού δικαίου, το δικαστήριο δύναται να τροποποιήσει ή να ακυρώσει ασφαλιστικό μέτρο με δική του πρωτοβουλία.
4 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά ενός τέτοιου μέτρου;
Διάδικος μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά απόφασης με την οποία περιφερειακό δικαστήριο ή εφετείο διέταξε τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, αντικατέστησε ένα ασφαλιστικό μέτρο με άλλο ή ακύρωσε ασφαλιστικό μέτρο. Απόφαση εφετείου επί προσφυγής κατά απόφασης περιφερειακού δικαστηρίου υπόκειται σε αίτηση αναίρεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο (Riigikohus) μόνον εάν η αξία της αξίωσης που εξασφαλίζεται υπερβαίνει τα 100 000 ευρώ ή εάν επιβλήθηκε ως ασφαλιστικό μέτρο σε ένα πρόσωπο κράτηση ή απαγόρευση απομάκρυνσης από τον τόπο κατοικίας του.
Οι αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων μπορούν να εφεσιβληθούν. Οι αποφάσεις που εκδίδουν τα εφετεία επί των εφέσεων αυτών δεν μπορούν να προσβληθούν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.