Αριθμός 1636/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Γεράσιμο Φουρλάνο, Εμμανουήλ Κλαδογένη και Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 10 Φεβρουαρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΜΑΝ-ΑΙΡ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΕΣ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και τον διακριτικό τίτλο "ΜΑΝ-ΑΙΡ ΑΕ", που εδρεύει … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπείται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κωνσταντίνο Θεοδωρόπουλο.
Της αναιρεσιβλήτου: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΑΦΟΙ Π. ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και τον διακριτικό τίτλο "ΑΦΟΙ Π. ΑΤΕΕ" που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ευαγγελία Κρινή.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 5-5-2006 αγωγή της ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 175/2009 του ίδιου Δικαστηρίου και 3950/2012 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητά με την από 31-10-2012 αίτησή της και με τους από 7-12-2012 πρόσθετους λόγους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Χρυσόστομος Ευαγγέλου, ανέγνωσε την από 3-10-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης όπως διαμορφώθηκε με του πρόσθετους λόγους. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων, η πληρεξούσια της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το άρθρο 3 της Οδηγίας 44/1999 Ε.Κ. ορίζει "1. Ο πωλητής ευθύνεται έναντι του καταναλωτή για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που υπάρχει κατά την παράδοση του αγαθού. 2. Όταν υπάρχει έλλειψη συμμόρφωσης, ο καταναλωτής έχει δικαίωμα είτε σε δωρεάν αποκατάσταση της συμμόρφωσης του αγαθού με επισκευή ή αντικατάσταση, σύμφωνα με την παράγραφο 3, είτε σε προσήκουσα μείωση του τιμήματος, είτε σε υπαναχώρηση από τη σύμβαση όσον αφορά το αγαθό αυτό, σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6. 3. Ο καταναλωτής έχει, κατ' αρχάς, δικαίωμα να απαιτήσει από τον πωλητή την δωρεάν επισκευή ή αντικατάσταση του αγαθού, εκτός εάν μια τέτοια πράξη είναι αδύνατη ή δυσανάλογη... Η επισκευή ή η αντικατάσταση πρέπει να πραγματοποιούνται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και χωρίς σημαντική ενόχληση του καταναλωτή, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του αγαθού και τον σκοπό για τον οποίο ο καταναλωτής προόριζε το αγαθό. 5. Ο καταναλωτής μπορεί να ζητήσει προσήκουσα μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση : εάν ο καταναλωτής δεν δικαιούται ούτε επισκευή ούτε αντικατάσταση ή εάν ο πωλητής δεν ολοκλήρωσε την επανόρθωση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή - εάν ο πωλητής δεν ολοκλήρωσε την επανόρθωση χωρίς σημαντική ενόχληση του καταναλωτή. 6. Ο καταναλωτής δεν δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση εάν η έλλειψη συμμόρφωσης είναι ασήμαντη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι σε περίπτωση πώλησης ελαττωματικού πράγματος, δεκτικού αντικατάστασης, ο αγοραστής δικαιούται, κατ' αρχήν, να ζητήσει την αντικατάσταση του πράγματος με άλλο χωρίς ελαττώματα και, εφόσον ο πωλητής δεν δέχθηκε ή δεν προέβη στην αντικατάσταση του πράγματος μέσα σε εύλογο χρόνο, δικαιούται να ζητήσει είτε τη μείωση του τιμήματος, είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση. Δηλαδή η επιλογή του αγοραστή να εμμείνει στη σύμβαση και να ζητήσει την μετεκπλήρωσή της με την αντικατάσταση του πράγματος, δεν αποκλείει το δικαίωμά του να ζητήσει στη συνέχεια μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει, εάν ο πωλητής αρνήθηκε ή δεν προέβη στην αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο. Σε συμμόρφωση με την ανωτέρω Οδηγία εκδόθηκε ο Ν. 3043/2002, με το άρθρο 1 παρ. 1 του οποίου τροποποιήθηκε η διάταξη του άρθρου 540 του Α.Κ., η οποία πλέον ορίζει: "Στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής δικαιούται κατ' επιλογήν του: 1. να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνση του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες, 2. να μειώσει το τίμημα, 3. να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα. Ο πωλητής οφείλει να πραγματοποιήσει τη διόρθωση ή την αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο και χωρίς σημαντική ενόχληση του αγοραστή". Η διάταξη αυτή του Α.Κ. είναι για τον αγοραστή ευνοϊκότερη της Οδηγίας 44/1999, αφού παρέχει σ'αυτόν το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή να ζητήσει μείωση του τιμήματος χωρίς προηγουμένως να έχει ζητήσει τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος και αυτή να απέβη ατελέσφορη. Εφόσον, όμως, ο αγοραστής ζητήσει, κατ' αρχήν, την αντικατάσταση του ελαττωματικού πράγματος, η επιλογή του αυτή, κρινόμενη υπό το φως της άνω Οδηγίας, δεν είναι "αμετάκλητη" και δεν επιφέρει άνευ ετέρου την απόσβεση του δικαιώματος του να ζητήσει μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, σε περίπτωση που ο δανειστής αρνηθεί την αντικατάσταση ή δεν προβαίνει σ' αυτήν εντός ευλόγου χρόνου. Επιχείρημα υπέρ της απόψεως αυτής συνάγεται και από το άρθρο 541 Α.Κ., σύμφωνα με το οποίο "ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστώσει αργότερα και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα" του άρθρου 540 Α.Κ.( Α.Π. 575/2013 ).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο, εκτιμώντας το δικόγραφο της αγωγής, έκρινε ότι μ' αυτήν η ενάγουσα ασκεί το δικαίωμα υπαναχώρησης από τη μεταξύ αυτής και της εναγομένης σύμβαση πώλησης, λόγω ουσιωδών ελαττωμάτων του πράγματος, άλλως το δικαίωμα μείωσης του τιμήματος, ενώ κατά διηγηματικό και μόνο τρόπο αναφέρεται στην αγωγή προηγηθείσα ανεπιτυχής προσπάθεια της ενάγουσας για αντικατάσταση του ελαττωματικού πράγματος. Σε συνέπεια της κρίσεώς του αυτής το Εφετείο δέχθηκε ότι η ενάγουσα δεν είχε επιλέξει την αντικατάσταση του πράγματος και ότι η αγωγή της είναι νόμιμη, ενώ κατά παραδοχή λόγου έφεσης της ενάγουσας εξαφάνισε την πρωτοβάθμια απόφαση, η οποία είχε απορρίψει ως μη νόμιμη την αγωγή, για το λόγο ότι κατά τα εκτιθέμενα σ' αυτήν η ενάγουσα είχε επιλέξει και ασκήσει το δικαίωμα αντικατάστασης του πράγματος και η επιλογή της αυτή είναι "αμετάκλητη" και ερευνώντας την αγωγή δέχθηκε αυτήν κατά την επικουρική βάση και μείωσε το τίμημα της πώλησης.
Ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ ιδρύεται και όταν το δικαστήριο παρά τον νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα, νοούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που τείνουν στη θεμελίωση αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστανσης, όχι δε και οι μη νόμιμοι, απαράδεκτοι, αόριστοι και αλυσιτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν ασκούν επίδραση στην έκβαση της δίκης και στους οποίους το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει (Ολ ΑΠ 14/2004, 421/2009). Εξ' άλλου, επί αγωγής του αγοραστή για υπαναχώρηση ή μείωση του τιμήματος, λόγω ελαττωμάτων του πράγματος, ο ισχυρισμός του πωλητή ότι ο αγοραστής είχε επιλέξει, αμετάκλητα, το δικαίωμα για αντικατάσταση του ελαττωματικού πράγματος αποτελεί ένσταση, η οποία για να είναι ορισμένη πρέπει να αναφέρει τον χρόνο και τον τρόπο που ο αγοραστής άσκησε το δικαίωμα της αντικατάστασης και κυρίως ότι η αντικατάσταση έλαβε χώρα, ή ότι δεν παρήλθε από της ασκήσεως του δικαιώματος εύλογο χρονικό διάστημα, διότι διαφορετικά, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ο αγοραστής που άσκησε κατ' αρχήν το δικαίωμα της αντικατάστασης του ελαττωματικού πράγματος, εφόσον αυτό δεν ικανοποιήθηκε από τον πωλητή σε εύλογο χρόνο, δεν στερείται του δικαιώματος του να υπαναχωρήσει στη συνέχεια από τη σύμβαση ή να ζητήσει μείωση του τιμήματος. Στην προκειμένη περίπτωση, η αναιρεσείουσα, με τις από 16-2-2011 προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του Εφετείου, ισχυρίσθηκε το πρώτον ως εφεσίβλητη, ότι η ενάγουσα πριν από την άσκηση της αγωγής της είχε επιλέξει το δικαίωμα αντικατάστασης του πωληθέντος μηχανήματος και ότι η επιλογή της αυτή είναι "αμετάκλητη" και ότι συνεπώς το ασκούμενο με την αγωγή της δικαίωμα υπαναχώρησης από τη σύμβαση, άλλως μείωσης του τιμήματος, είναι μη νόμιμο. Ο ισχυρισμός αυτός, όπως διατυπώνεται, είναι αόριστος, διότι δεν προσδιορίζεται ο χρόνος και ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος της ενάγουσας για αντικατάσταση του πράγματος, ούτε γίνεται επίκληση; ότι αυτή αντικατέστησε το πράγμα ή ότι δεν παρήλθε εύλογος χρόνος από της δηλώσεως περί αντικαταστάσεως του πράγματος, ώστε η επιλογή της αντικατάστασης να είναι αμετάκλητη. Επομένως, το Εφετείο που δεν έλαβε υπόψη τον εν λόγω ισχυρισμό δεν υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος του αναιρετηρίου είναι αβάσιμος.
Με τον δεύτερο από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔ., λόγο του αναιρετηρίου προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τα αποδεικτικά έγγραφα και τη δικαστική ομολογία της ενάγουσας, που η αναιρεσείουσα είχε επικαλεσθεί με τις έγγραφες προτάσεις της και προσκομίσει, από τα οποία αποδεικνυόταν η ένστασή της ότι η ενάγουσα είχε ασκήσει το δικαίωμα αντικατάστασης του πράγματος. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι ο ισχυρισμός για τον οποίο η αναιρεσείουσα επικαλέσθηκε τα ως άνω αποδεικτικά μέσα δεν ήταν ορισμένος και δεν ασκούσε έννομη επιρροή στην έκβαση της δίκης.
Με τον τρίτο από το άρθρο 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ λόγο του αναιρετηρίου προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο των εγγράφων που η εναγόμενη είχε επικαλεσθεί και προσκομίσει για την απόδειξη του ισχυρισμού της ότι η ενάγουσα είχε επιλέξει αμετάκλητα την αντικατάσταση του πράγματος. Και ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι προβάλλεται αντιφατικά σε σχέση με τον προηγούμενο, αλλά και αβάσιμος, διότι το Εφετείο δεν έκρινε επί του εν λόγω ισχυρισμού της εναγομένης, αλλά εκτίμησε αυτεπάγγελτα το δικόγραφο της αγωγής, η οποία δεν αποτελεί αποδεικτικό έγγραφο υποκείμενο σε παραμόρφωση.
Με τον πρώτο από το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ πρόσθετο λόγο προβάλλεται η αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νόμιμης βάσης, καθόσον ενώ το Εφετείο έκρινε νόμιμη την αγωγή, στη συνέχεια δέχθηκε, αντιφατικά, ως αποδειχθέν, ότι η ενάγουσα πριν από την άσκηση της ένδικης αγωγής είχε ζητήσει την αντικατάσταση του πράγματος και επομένως με βάση την παραδοχή αυτή έπρεπε να απορρίψει ως μη νόμιμη την αγωγή. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι οι επικαλούμενες αντιφατικές αιτιολογίες δεν αφορούν και οι δύο την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, οπότε και μόνο θεμελιώνεται ο ως άνω αναιρετικός λόγος, ούτε στηρίζουν κρίση επί αυτοτελούς ισχυρισμού.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Το παράβολο που κατέθεσε η αναιρεσείουσα πρέπει να εισαχθεί στο Δημόσιο Ταμείο, αφού η αίτηση αναίρεσης απορρίπτεται (άρθρο 495 παρ.4 του ΚΠολΔ, όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 του Ν. 4055/2012).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 31-12-2012 αίτηση και τους από 7-12-2012 πρόσθετους λόγους της εταιρίας με την επωνυμία "ΜΑΝ-ΑΙΡ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΕΣ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε." για αναίρεση της υπ' αριθ. 3950/2012 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700 ) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την στις 8 Απριλίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 25 Ιουλίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ