Παροχή τουριστικών υπηρεσιών. Ευθύνη παρέχοντος υπηρεσίες. Νομική φύση αυτής. Προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της σχετικής ευθύνης. Η Οδηγία 90/314/ΕΟΚ. Περιορισμός της προβλεπόμενης στην Οδηγία αποζημίωσης σύμφωνα με τις περί ευθύνης διατάξεις των διεθνών συμβάσεων που δεσμεύουν τη χώρα και διέπουν τις παροχές τουριστικών υπηρεσιών. Αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης που υπέστη η ενάγουσα κατά τη πραγματοποίηση οργανωμένου ομαδικού ταξιδιού στο εξωτερικό από την εναγόμενη επιχείρηση παροχής τουριστικών υπηρεσιών. Πλημμελής η εκπλήρωση των υποχρεώσεών της από την εναγόμενη εταιρεία. Απαράδεκτη η ασκηθείσα ανακοίνωση της δίκης και η προσεπίκληση μετά παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης από την εναγόμενη προς την ασφαλιστική εταιρεία λόγω παράλειψης προσάρτησης του αποδεικτικού καταβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου. Αντίθετη άποψη μειοψηφίας του δικαστηρίου. Επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Το δικαστήριο δέχεται εν μέρει την αγωγή. Δέχεται την ανακοίνωση της δίκης και τη προσεπίκληση. Απορρίπτει τη παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΕΝΟΧΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αριθμός απόφασης
109/2011
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ευαγγελία Γιακουμάτου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ελένη Νικολακοπούλου, Πρωτοδίκη¬ Εισηγήτρια και Ιωάννα Αλεξίδου, Πρωτοδίκη, τους οποίους όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Θεονίτσα Ιωάννου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7¬1¬2010, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας: ........ το γένος ......, κατοίκου Χαλανδρίου Αττικής, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Σεβαστής Παπαγιαννίδου.
Της εναγομένης¬ ανακοινώσασας τη δίκη¬ προσεπικαλούσας¬ παρεμπιπτόντως ενάγουσας: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «..... Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Κωνσταντίνου Τσαφαρά.
Της καθ’ ης η ανακοίνωση της δίκης¬ προσεπικαλουμένης¬ παρεμπιπτόντως εναγόμενης: της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «...... Α.Ε.», που εδρεύει στην Καλλιθέα Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Κωνσταντίνας Μπουζίκα.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 14¬11¬2007 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 250252/10993/16¬11¬2007, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 12ης¬3¬2009, κατά την οποία αναβλήθηκε για την ανωτέρω δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Η εναγόμενη ζητεί να γίνει δεκτή η από 2¬6¬2008 ανακοίνωση δίκης μετά προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 109142/5217/2¬6¬2008, προσδιορίστηκε για την ανωτέρω δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Εισάγονται για συζήτηση: α) η από 14¬11¬2007 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 250252/ 10993/2007 κύρια αγωγή αποζημίωσης κατά της εναγομένης ανώνυμης εταιρείας και β) η από 2¬6¬2008 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 109142/5217/2008 ανακοίνωση της δίκης μετά προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης της εναγόμενης κατά της ασφαλιστικής της εταιρείας για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη της, οι οποίες, ως απορρέουσες από το ίδιο βιοτικό συμβάν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και εξαιτίας της σχέσης κυρίου και παρεπομένου, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, αλλά και διότι έτσι επιταχύνεται και διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 31, 283, 285 και 246 ΚΠολΔ.
Με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 1, 2, 3, 4 Ν.2251/1994, όπως οι παράγραφοι 1, 2 και 4 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 10 παρ.1, 2 και 3 Ν.3587/2007, προβλέπεται ότι: 1)0 παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψη του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή. Ως παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, παρέχει υπηρεσία, κατά τρόπο ανεξάρτητο. 2) Δεν είναι υπηρεσία, με την έννοια αυτού του άρθρου, παροχή η οποία έχει ως άμεσο και αποκλειστικό αντικείμενο την κατασκευή προϊόντων ή τη μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. 3) Ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής και της ζημίας. 4) Ο παρέχων υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης για την έλλειψη παρανομίας και υπαιτιότητας του. Για την έλλειψη υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδίως: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με το βαθμό επικινδυνότητας της, β) η παρουσίαση και ο τρόπος παροχής της, γ) ο χρόνος παροχής της, δ) η αξία της παρεχόμενης υπηρεσίας, ε) η ελευθερία δράσης που καταλείπεται στον ζημιωθέντα στο πλαίσιο της υπηρεσίας, στ) αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και ζ) αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος αυτήν. Από τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό προς εκείνη του άρθρου 288 ΑΚ, κατά την οποία, ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, συνάγεται ότι προϋποθέσεις θεμελιώσεως ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες, η οποία δύναται να είναι ενδοσυμβατική ή αδικοπρακτική, ανεξαρτήτως προϋφισταμένης ενοχικής σχέσης μεταξύ παρέχοντος τις υπηρεσίες και ζημιωθέντος, είναι: α) η παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών στα πλαίσια ασκήσεως επαγγελματικής δραστηριότητος, β) η υπαιτιότητα του παρέχοντος υπηρεσίες, κατά την παροχή της υπηρεσίας, η οποία τεκμαίρεται και ο παρέχων τις υπηρεσίες έχει, το βάρος της αποδείξεως της ελλείψεως της, λαμβάνονται δε σχετικώς υπ’ όψιν ως κριτήρια η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και ειδικότερα οι συναλλακτικές υποχρεώσεις προνοίας και ασφαλείας, τις οποίες επιβάλλουν οι κανόνες της επιστήμης ή της τέχνης του παρέχοντος τις υπηρεσίες, και το σύνολο των ειδικών συνθηκών, γ) το παράνομο της συμπεριφοράς του παρέχοντος τις υπηρεσίες, εφ` όσον δεν ανταποκρίνεται στην ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια, δ) η ζημία και ε) η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας (ΑΠ 589/2001 ΕΕΝ 69,613, ΕφΠειρ 862/2005 ΔΕΕ 2005, 1196, Καράκωστας, Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, 2005, σελ. 270 επ.). Υφίσταται δε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου πράξεως ή παραλείψεως και ζημίας, όταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, το φερόμενο ως ζημιογόνο γεγονός, κατά την συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ήτο πρόσφορο να επιφέρει και πράγματι επέφερε το επιζήμιο αποτέλεσμα (ΑΠ 394/2002 ΕλΔ 44,419, ΑΠ 274/1999 ΕλΔ 40,1298). Αφ` ετέρου, στην έννοια των παρεχόντων υπηρεσίες κατά την προαναφερθείσα διάταξη εμπίπτουν και οι παρέχοντες τουριστικές υπηρεσίες, οι οποίοι συνεπώς υπέχουν έναντι του καταναλωτικού κοινού συναλλακτικές υποχρεώσεις προνοίας και ασφαλείας, η παραβίαση των οποίων συνιστά εκτός της αθετήσεως της συμβάσεως και αδικοπραξία. Ειδικότερα, η οδηγία 90/314/ΕΟΚ "για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις" του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με το π.δ.339 της 11.9.1996. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5παρ.1 και 2 τούτου και τις όμοιες του ταυτάριθμου άρθρου της Οδηγίας, την ευθύνη για την καλή εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη εν λόγω σύμβαση, φέρει ο διοργανωτής, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που διοργανώνει κατ’ επάγγελμα οργανωμένα ταξίδια και τα πωλεί ή τα προσφέρει προς πώληση μέσω πωλητή, που ευθύνεται εις ολόκληρον με τον διοργανωτή απέναντι στον καταναλωτή, ήτοι το πρόσωπο που αγοράζει ή αναλαμβάνει να αγοράσει στο όνομα άλλου προσώπου το οργανωμένο ταξίδι. Όσον αφορά της ζημιές που υφίσταται ο καταναλωτής, λόγω μη εκτέλεσης ή πλημμελούς εκτέλεσης της σύμβασης, ο διοργανωτής και / ή ο πωλητής φέρουν ευθύνη, εκτός εάν η μη εκτέλεση ή η πλημμελής εκτέλεση δεν οφείλεται ούτε σε δική τους υπαιτιότητα ούτε σε υπαιτιότητα κάποιου άλλου παρέχοντος υπηρεσίες (βοηθού εκπληρώσεως), αλλά για τις παραλείψεις ευθύνεται αποκλειστικά ο καταναλωτής, ή τρίτο πρόσωπο ξένο προς την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, οι δε συμβαλλόμενοι δεν θα μπορούσαν να τις προβλέψουν ή να τις αποτρέψουν ή οι παραλείψεις αυτές οφείλονται σε ανωτέρα βία, ή σε γεγονός που ούτε ο διοργανωτής και / ή ο πωλητής, ούτε ο παρέχων υπηρεσίες θα μπορούσαν, με όλη την απαιτούμενη επιμέλεια να προβλέψουν ή να αποτρέψουν. Η αποζημίωση περιορίζεται σύμφωνα με τις περί ευθύνης διατάξεις των διεθνών συμβάσεων οι οποίες δεσμεύουν τη χώρα και διέπουν τις εν λόγω παροχές. Εύλογος περιορισμός της αποζημιώσεως δύναται, επίσης, να προβλέπεται στη σύμβαση για τις λοιπές ζημίες, εκτός των σωματικών βλαβών που προκύπτουν από τη μη εκτέλεση ή την πλημμελή εκτέλεση των παροχών του οργανωμένου ταξιδιού.
Περαιτέρω, σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης δεν αποκλείεται και η χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη, εφόσον επήλθε προσβολή της προσωπικότητας των ταξιδιωτών. Εξάλλου, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C¬168/2000 ΔΕΚ 12¬3/2002 SimoneLeitner κατά TUIDeutschlandGmbH&Co. ΚΘ.(ΔΕΕ 2002, 1125, ΠΕΙΡΝΟΜ 2006, 379, ΑΡΜ 2002,1524) έκρινε επί σχετικού προδικαστικού ερωτήματος, ότι το άρθρο 5 της ανωτέρω Οδηγίας υπ`αριθμ.90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13.6.1990 για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες εκδρομές και περιηγήσεις έχει τη έννοια ότι παρέχει κατ` αρχήν στον καταναλωτή δικαίωμα ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη από την μη εκτέλεση ή την πλημμελή εκτέλεση των παροχών του οργανωμένου ταξιδιού.
Πέραν τούτων, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 223 και 295 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ενάγων μπορεί να περιορίσει το αίτημα της αγωγής και ότι ο περιορισμός αυτός συνιστά μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, κατά το αίτημα που περιορίστηκε, το οποίο θεωρείται από την αρχή ότι δεν ασκήθηκε. Με την παραίτηση όμως δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία, ως προς το υπόλοιπο τμήμα της αγωγής, που εμποδίζει τη συγκεκριμενοποίηση της διαφοράς, που έχει αχθεί σε δικανική κρίση. Όταν το αγωγικό αίτημα συντίθεται από περισσότερα κονδύλια ο περιορισμός επιχειρείται παραδεκτά μόνο αν διευκρινίζεται σε ποια κονδύλια αφορά ή όταν περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του όλου αιτήματος και επέρχεται έτσι αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων (ΟλΑΠ 30/2007 δημ. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα με την ένδικη αγωγή της ισχυρίζεται ότι συμμετείχαν με τον σύζυγο της στο οργανωμένο ταξίδι στην Ελβετία, που διοργάνωσε η εναγομένη ανώνυμη εταιρεία, που διατηρεί ταξιδιωτικό γραφείο, που το γνώριζαν από προηγούμενα ταξίδια τους με αυτό, κατά το χρονικό διάστημα από 7 έως 15 Αυγούστου 2007, αντί τιμήματος 1.538 ευρώ, που προκατέβαλε ο σύζυγος της και για τους δύο, πλην όμως η εναγομένη δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το πρόγραμμα, αφού ούτε ο αρχηγός ούτε ο οδηγός του πούλμαν ήταν έμπειροι και έχαναν συνεχώς τον δρόμο με αποτέλεσμα τις αναφερόμενες καθυστερήσεις, αλλαγές στο πρόγραμμα, ματαιώσεις επισκέψεων και απώλειες γευμάτων, επίσης κινδύνεψαν όλοι οι επιβάτες στις 12 Αυγούστου όταν το πούλμαν εξέπεμψε καπνούς στο πίσω μέρος, με συνέπεια να υποστεί σοβαρό ψυχικό κλονισμό. Ακολούθως, ζητεί με βάση αφενός τις διατάξεις περί αδικοπραξίας, ένεκα της απάτης, που τέλεσε η εναγομένη παρουσιάζοντας τον εκπρόσωπο και τους υπαλλήλους της, ως έμπειρους επαγγελματίες και έτσι την έπεισε να της καταβάλει το ανωτέρω χρηματικό ποσό για το κόστος του ταξιδιού και αφετέρου του νόμου περί προστασίας των καταναλωτών και του προεδρικού διατάγματος περί οργανωμένων ταξιδιών, μετ’ επιτρεπτό με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της και με τις προτάσεις περιορισμό του καταψηφιστικού της αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται να της καταβάλει σαν αποζημίωση το ποσό των 829 ευρώ, στο οποίο περιόρισε με τις προτάσεις το αιτούμενο ποσό για την θετική της ζημία από το μεγαλύτερο εκείνο των 2.300 ευρώ συγκείμενο εκ περισσοτέρων κονδυλίων (1538+152+600) και επιπλέον το ποσό των 147.000 ευρώ για την χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και με κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, να καταδικασθεί δε στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 7, 9, 18παρ.1, 25παρ.2, 33 ΚΠολΔ) να την εκδικάσει κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, πλην όμως, έτσι όπως έγινε ο περιορισμός του αγωγικού αιτήματος για την αποζημίωση, το οποίο αφορά περισσότερα κονδύλια, χωρίς να διευκρινίζεται ποία συγκεκριμένα κονδύλια περιορίζονται και κατά ποίο ακριβώς ποσό, ή να αναφέρεται ότι περιορίζονται αναλόγως τα επιμέρους κονδύλια, κατά ποσοστό του όλου αιτήματος, είναι ανεπίτρεπτος και έχει, ως συνέπεια, να καταστεί η αγωγή, κατά το μέρος τούτο, αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, αφού με τον γενόμενο περιορισμό καθίσταται ανέφικτος ο προσδιορισμός των επίδικων αξιώσεων, που κατάγονται προς διάγνωση. Επομένως, η αγωγή, κατά το μέρος αυτό, πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη. Κατά τα λοιπά είναι νόμιμη ερειδομένη στις διατάξεις των άρθρων 299, 330, 334, 288, 346, 914, 922, 932 ΑΚ, 8 παρ. 1, 2, 3, 4 Ν.2251/1994, όπως οι παράγραφοι 1, 2 και 4 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 10 παρ.1, 2 και 3 Ν.3587/2007, 5παρ.1 και 2 π.δ.339/1996 και 176 ΚΠολΔ, εξαιρέσει του αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, που κατόπιν της τροπής του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, καθίσταται μη νόμιμο, εφόσον η αναγνωριστική απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο. Πρέπει, συνεπώς, να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι η εναγομένη δεν προσήλθε να μετάσχει στην απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, όπως προκύπτει από την από 7¬12¬2007 σχετική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της ενάγουσας.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση παρεμπίπτουσα αγωγή, η εναγομένη στην κύρια αγωγή, ως ασφαλισμένη ασκεί το δικαίωμα αναγωγής της κατά της ασφαλιστικής της εταιρείας, από τη μεταξύ τους ασφαλιστική σύμβαση και ζητεί να της καταβληθεί κάθε ποσό που θα υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει (άρθρο 69παρ.1ΚπολΔ, βλ.ΑΠ 1884/2005 ΕλΔνη 47, 451, ΕφΠατρ 394/2002 ΑχΝομ 2003, 289, ΕφΠατρ 859/2002 ΑχΝομ 2003, 646), στον ζημιωθέντα τρίτο, δικαίωμα που γεννήθηκε με μόνη την επίδοση της κύριας καταψηφιστικής αγωγής, η οποία εκ των υστέρων μετετράπη σε αναγνωριστική και με την οποία ο ασφαλισμένος ζητεί να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη του οφείλει για την αποκατάσταση της ζημίας του, το συνολικό ποσό τω 150.000 ευρώ. Πλην όμως το δικόγραφο της υπό κρίση παρεμπίπτουσας αγωγής πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο, λόγω παραλείψεως της παρεμπιπτόντως ενάγουσας, να προσαρτήσει επ’ αυτού το αποδεικτικό καταβολής του αναλογούντος στο καταψηφιστικό αγωγικό αντικείμενο, τέλους δικαστικού ενσήμου, καίτοι πρόκειται περί σαφούς καταψηφιστικής αγωγής, με αντικείμενο μεγαλύτερο των 44 ευρώ (15.000δρχ.) Και τούτο διότι, κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 ν. ΓπΟΗ` της 3/3 Ιανουαρίου 1912 «Περί δικαστικών ενσήμων»: «Οσάκις η αξία του αντικειμένου της αγωγής είναι ανώτερα των δραχμών 15.000, επιβάλλεται τέλος, καταβαλλόμενον κατά τον ανωτέρω και εν άρθρω 7 οριζόμενον τρόπον...». Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 8 του αυτού ως άνω νόμου: «Εάν μη επικολληθή ή προσαρτηθή κατά τας ανωτέρω διατάξεις το δικαστικόν ένσημον, είναι απαράδεκτα παρά παντός δικαστηρίου ή δημοσίας αρχής τα υποκείμενα εις τέλη των άρθρων 1 ,2 και 5 έγγραφα,...». Η τελευταία αυτή διάταξη είχε ερμηνευθεί αυθεντικά με τα άρθρα 7 ν.δ. 1544/42 και 11 ν.δ. 4189/61, που όριζαν ότι ο ενάγων, αν παραλείπει την καταβολή του οφειλομένου δικαστικού ενσήμου, λογίζεται ότι ερήμην δικάστηκε, εφαρμοζόμενων προς τούτο των άρθρων 208 και 591 της τότε ισχύουσας ΠολΔικ/1835. Από το όλο περιεχόμενο και τον σκοπό του ως άνω νόμου ΓπΟΗ/1912, προκύπτει ότι η κύρωση που θέλησε να επιβάλει στον ενάγοντα, ο οποίος παραλείπει να καταβάλει το οφειλόμενο τέλος δικαστικού ενσήμου, είναι η απόρριψη της αγωγής του, η παραπομπή δε στις διατάξεις των άρθρων 208 και 591 της τότε ισχύουσας ΠολΔικ/1835 χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Στην απόρριψη της αγωγής κατέληγε και από την εισαγωγή του ΚΠολΔ, το έτος 1971, η παραπομπή στο αντίστοιχο προς τις άνω διατάξεις άρθρο 272 του ως άνω Κώδικα. Πλην όμως, μετά την, με το άρθρο 13 παρ. 2 ν. 2915/2001, κατάργηση της πλασματικής ερημοδικίας και του τεκμηρίου παραίτησης από το δικόγραφο της αγωγής, που καθιέρωνε το καταργηθέν ωσαύτως άρθρο 272 ΚΠολΔ, η παραπομπή δεν μπορεί να νοηθεί ότι γίνεται στο άρθρο 270 παρ. 1 εδ. ε ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 ν. 2915/2001, διότι η εφαρμογή του οδηγεί σε εντελώς διαφορετικό από τον σκοπό των ως άνω διατάξεων αποτέλεσμα. Επομένως, θα πρέπει να εφαρμοσθεί στην περίπτωση αυτή ευθέως ο ν. ΓπΟΗ/1911, όπως ίσχυε πριν από την κατά τα άνω αυθεντική του ερμηνεία, κατά τη σαφή έννοια του οποίου η κύρωση για την παράλειψη καταβολής του οφειλομένου τέλους δικαστικού ενσήμου από τον ενάγοντα είναι η απόρριψη της αγωγής του ως απαράδεκτης [βλ. ΕφΑθ 2219/2007 ΕλλΔνη 2008.872, ΕφΠατρ 495/2007 ΑχΝομ 2008.383, ΕφΑθ 1972/2006 ΕλλΔνη 48.276, ΕφΑθ 9699/2005 αδημ., Σ.Σαμουήλ, «Η έφεση», (2003) παρ. 228 στ., σελ.102]. Η αντίθετη άποψη ότι στην περίπτωση αυτή η αγωγή απορρίπτεται κατ’ ουσία, διότι ο ενάγων λογίζεται ότι ερήμην δικάστηκε, είτε κατ’ εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 175 ΚΠολΔ (ΑΠ 219/2005, 1908/2005 ΕλλΔνη 47.478) ¬ ακόμη και αν υποτεθεί ότι αυτή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις πέραν εκείνων του άρθρου 173 παρ. 4 του ίδιου Κώδικα, που αφορούν την προκαταβολή από τον εναγόμενο των προκαταβλητέων εξόδων στη δίκη διατροφής ¬ είτε κατ’ ευθείαν εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 7 ν.δ. 1544/1942 (βλ. ΑΠ 1858/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), η οποία είχε ερμηνεύσει αυθεντικά το ν. ΓπΟΗ/1912, παραβλέπει το γεγονός ότι οι διατάξεις αυτές είναι μη αυτοτελείς, υπό την έννοια ότι λαμβάνουν τη σημασία τους μόνο σε συνδυασμό με άλλο κανόνα δικαίου και δη το άρθρο 272 ΚΠολΔ (και το αντίστοιχο 208 της προϊσχύσασας δικονομίας), που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για την απόρριψη της αγωγής από την έναρξη της ισχύος τους μέχρι το έτος 2001, καθότι όριζε ως συνέπεια της πλασματικής ερημοδικίας, την οποία καθιέρωναν οι ως άνω μη αυτοτελείς διατάξεις, το τεκμήριο της παραίτησης του ενάγοντος από το δικόγραφο μετά την έναρξη της συζήτησης της αγωγής, με αποτέλεσμα την απόρριψή της. Η ετέρα άποψη, κατά την οποία η αγωγή απορρίπτεται κατ’ ουσία, κατά βοηθητική εφαρμογή του ως άνω άρθρου 272 ΚΠολΔ και του ν.δ. 1544/1942, παραβλέπει το γεγονός ότι το άρθρο 272 ΚΠολΔ ρητώς καταργήθηκε με το άρθρο 13 ν. 2915/2001.
Κατά τη γνώμη όμως ενός μέλους του Δικαστηρίου (Εισηγήτριας) η υπό κρίση ανακοίνωση της δίκης και η προσεπίκληση μετά παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης, με την οποία η ανωτέρω εναγομένη εταιρεία ανακοινώνει τη δίκη και προσεπικαλεί την ασφαλιστική της εταιρεία σε παρέμβαση προς υποστήριξη της, ισχυριζόμενη ότι δυνάμει του υπ’ αριθμ...... ασφαλιστηρίου συμβολαίου έχει αναλάβει την κάλυψη της έναντι τρίτων αστικής της ευθύνης, μεταξύ άλλων και για υλικές ζημίες και ηθική βλάβη, συνεπεία των ταξιδιών, που οργάνωσε και ότι η εκτιθέμενη στην κύρια αγωγή ζημία έλαβε χρόνο κατά το χρονικό διάστημα ασφάλισης της, ακολούθως δε ζητεί, με κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, να υποχρεωθεί η προσεπικαλούμενη¬ παρεμπιπτόντως εναγομένη να της καταβάλει, σε περίπτωση ήττας της, οποιοδήποτε ποσό θα υποχρεωθεί να καταβάλει η ίδια στην κυρίως ενάγουσα, πλέον τόκων και εξόδων, με τον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταβολής του και να καταδικασθεί στην δικαστική της δαπάνη, παραδεκτά και αρμοδίως εισάγονται για να συζητηθούν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 31, 89, 91παρ.2, 283 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, είναι δε, κατ’ άρθρο 69παρ.ε ΚΠολΔ, δυνατή η ένωση αγωγής στην προσεπίκληση προς ενάσκηση του δικαιώματος αναγωγής, αν και η αξίωση από την αναγωγή εξαρτάται από την καταβολή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση αναγωγής του ασφαλισμένου κατά της ασφαλιστικής του εταιρίας, πλην όμως μετά τον περιορισμό του αντικειμένου της κυρίας δίκης σε αναγνωριστικό, εξέλειψε ο όρος θεμελίωσης του δικαιώματος αποζημίωσης του προσεπικαλούντος ασφαλισμένου σε περίπτωση ήττας του κατά της ασφαλιστικής του εταιρείας, που είναι η καταδίκη του σε καταβολή, εφόσον κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 69 παρ.2 ΚΠολΔ, ο εναγόμενος καταδικάζεται στην παροχή μόλις πληρωθεί η αίρεση ή επέλθει το γεγονός, δηλαδή υπό τον όρο καταβολής, η απαιτούμενη δε να έχει προηγηθεί καταβολή δεν αποτελεί αίρεση κατά την έννοια του άρθρου 201ΑΚ, αλλά αναγκαίο θεμελιωτικό στοιχείο της σωρευομένης στην προσεπίκληση του δικονομικού εγγυητή παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης του προσεπικαλούντος, που δεν συντρέχει σε περίπτωση μη καταδίκης τούτου, αλλά αναγνώρισης μόνο της υποχρέωσης αποζημίωσης του ζημιωθέντος. Ενόψει τούτων η σωρευομένη παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης, πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη και να επιβληθούν τα έξοδα της παρεμπιπτόντως εναγομένης σε βάρος της προσεπικαλούσας¬ παρεμπιπτόντως ενάγουσας, λόγω της ήττας της.
Από τις καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν ενόρκως ενώπιον του ακροατηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και από όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις αρχές Ιουλίου 2007 ο ...... αγόρασε τόσο για τον εαυτό του, όσο και στο όνομα και για λογαριασμό της ενάγουσας, συζύγου του, ......, από την εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «.... Α.Ε.», που παρέχει τουριστικές υπηρεσίες και για τον σκοπό αυτό διατηρεί ταξιδιωτικό γραφείο επί της οδού .... στην Αθήνα, με το οποίο είχαν συμβληθεί επανειλημμένα στο παρελθόν για διάφορα ταξίδια, ένα οργανωμένο ομαδικό ταξίδι οδικώς στην Ελβετία από 7 έως 15 Αυγούστου 2007, αντί συνολικού τιμήματος 769 ευρώ, ανά άτομο, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., στο οποίο περιλαμβάνονταν οι μεταφορές με πολυτελές κλιματιζόμενο υπερυψωμένο πούλμαν, οι διανυκτερεύσεις σε επιλεγμένα ξενοδοχεία 4 αστέρων, σε δίκλινα δωμάτια, ημιδιατροφή, δηλαδή πρωινό και ένα γεύμα ή δείπνο καθημερινά, εκτός του πλοίου, τα εισιτήρια των πλοίων από Πάτρα - Αγκώνα και αντιστρόφως στην επιστροφή σε τετράκλινες καμπίνες, οι περιηγήσεις που αναφέρονταν στο αναλυτικό πρόγραμμα, η αμοιβή έμπειρου αρχηγού, τα λιμενικά τέλη και η ασφάλεια αστικής ευθύνης. Πλην όμως από υπαιτιότητα των υπευθύνων οργάνων της εναγομένης διοργανώτριας εταιρείας και των προστηθέντων απ’ αυτήν προσώπων: αρχηγού της ομάδας του ταξιδιού και του οδηγού του μεταφορικού μέσου, που δεν διέθεταν την απαιτούμενη εμπειρία για την εκπλήρωση του συγκεκριμένου ταξιδιού οδικώς, εφόσον αγνοούσαν τις διαδρομές, που οδηγούσαν στους διάφορους προορισμούς, στους οποίους, κατά τα συμφωνηθέντα, είχε αναλάβει την υποχρέωση η εναγομένη εταιρεία να μεταφέρει τους συμμετέχοντες στο ταξίδι πελάτες της για να τους επισκεφθούν και να τους γνωρίσουν, έλαβαν χώρα σημαντικές καθυστερήσεις, αλλαγές στο πρόγραμμα, ματαιώσεις επισκέψεων και απώλειες γευμάτων, καθώς επίσης και βλάβη του μεταφορικού μέσου εκ της οποίας θα μπορούσε να προκληθεί κίνδυνος των ταξιδιωτών, που θα μπορούσαν να προβλεφθούν και να αποτραπούν από την εναγομένη εταιρεία, που υπέχει έναντι του καταναλωτικού κοινού συναλλακτικές υποχρεώσεις προνοίας και ασφαλείας, η παραβίαση των οποίων συνιστά εκτός της αθετήσεως της συμβάσεως και αδικοπραξία, συνεπεία δε των παραλείψεων της εναγομένης προκλήθηκε στους ταξιδιώτες, μεταξύ των οποίων η ενάγουσα, δυσαρέσκεια, στενοχώρια, ταλαιπωρία, σύγχυση και σοβαρή διαταραχή της ηρεμίας και της απόλαυσης του ταξιδιού. Ειδικότερα, η άφιξη της ομάδας των ταξιδιωτών στην Γενεύη αντί να γίνει περί ώρα 20.00 στις 8 Αυγούστου 2007) από λάθος διαδρομές με υπαιτιότητα του αρχηγού της ομάδας και του οδηγού του οχήματος, έγινε στις 2.00 ώρα της 9ης¬8¬2007, ενώ απωλέσθη το προγραμματισμένο δείπνο και αντ’ αυτού προσφέρθηκε σάντουιτς, τσάι και ένα μήλο. Στις 12¬8¬2007 ματαιώθηκε η επίσκεψη στο Νταβός, ύστερα από μιάμιση ώρα άσκοπης περιπλάνησης με το πούλμαν στα βουνά από Σαιν Μόριτζ προς Νταβός και επειδή το εν λόγω υπ’ αριθμ..... πούλμαν τύπου VOLVO από την υπερθέρμανση εξέπεμψε καπνούς στο πίσω μέρος, με αποτέλεσμα να αποφασισθεί η άμεση επιστροφή στην Ζυρίχη. Στην διαδρομή όμως προς Ζυρίχη πάλι το πούλμαν εμφάνισε πυκνούς καπνούς στο πίσω μέρος, γεγονός που έγινε αντιληπτό από τα ακολουθούντα οχήματα, που τους ειδοποίησαν. Οι επιβάτες, μεταξύ των οποίων και η ενάγουσα, πανικοβλήθηκαν και ο οδηγός αναγκάστηκε σε άμεση στάθμευση του οχήματος εντός τούνελ προς αποβίβαση τους και αποφυγή πρόκλησης πυρκαγιάς και κινδύνου ζωής και σωματικής βλάβης των ταξιδιωτών. Το γεγονός της υπερθέρμανσης του πούλμαν και της εκπομπής καπνών οφείλεται σε υπαιτιότητα της εναγομένης εταιρείας, που δεν επέδειξε, ως όφειλε και μπορούσε, την απαιτούμενη επιμέλεια σωστής συντήρησης και προηγούμενου ελέγχου του οχήματος, που χρησιμοποίησε για την μεταφορά των ταξιδιωτών. Μετά τον αναγκαίο χρόνο για την προσωρινή αποκατάσταση της βλάβης του οχήματος, ώστε να μπορέσουν οι ταξιδιώτες να επιστρέφουν στο ξενοδοχείο, επέστρεψαν σ’ αυτό ταραγμένοι και εξαντλημένοι από την ταλαιπωρία, ενώ πάλι απώλεσαν το προγραμματισμένο δείπνο. Εξαιτίας του συμβάντος τούτου, η ενάγουσα, που έχει υποβληθεί σε εγχείριση αφαίρεσης θυρεοειδούς και επίσης υποφέρει από κατάθλιψη και διάφορα ψυχολογικά προβλήματα και γι’ αυτά παρακολουθείται τακτικά αντίστοιχα από ενδοκρινολόγο και νευρολόγο και ακολουθεί ανάλογη φαρμακευτική αγωγή, υπέστη κρίση υστερίας με κλάματα και ουρλιαχτά και συνέδραμαν ο σύζυγος και οι λοιποί επιβάτες για να την συνεφέρουν. Εν συνεχεία στις 13¬8-2007, μετά από ολοήμερη εκδρομή των ταξιδιωτών με τελικό προορισμό το Μιλάνο, επί πέντε και ημίσεως ώρες ταλαιπωρήθηκαν με άσκοπες περιπλανήσεις σε διάφορες περιοχές στο Μιλάνο στην προσπάθεια του οδηγού να ανεύρη το ξενοδοχείο, που θα διανυκτέρευαν, στο οποίο τελικά τους οδήγησε υπάλληλος του ξενοδοχείου, που εστάλη προς βοήθεια, ενώ βρισκόταν μόλις μισή ώρα μακριά από την Σκάλα του Μιλάνου, που είχαν ξεκινήσει, η δε ενάγουσα αναγκάστηκε καθ’ όλο το χρονικό αυτό διάστημα να βρίσκεται υπό την επήρεια ηρεμιστικών για να κρατήσει την ψυχραιμία της, συνάμα δε, όταν έφθασαν στο ξενοδοχείο, αισθάνθηκε ταπεινωμένη, όπως και οι υπόλοιποι συνταξιδιώτες, αφού συνάντησαν την αποδοκιμασία και την ειρωνεία στα βλέμματα των ανθρώπων του ξενοδοχείου για την αδικαιολόγητη άγνοια των προστηθέντων υπαλλήλων της ελληνικής εναγομένης εταιρείας και την προχειρότητα της όλης διοργάνωσης. Την τελευταία ημέρα ξεκίνησαν προς το λιμάνι της Αγκώνας, από όπου στις 17.00 αναχωρούσε το πλοίο της επιστροφής για Πάτρα, πλην όμως ο οδηγός για πολλοστή φορά έχασε τον δρόμο με συνέπεια, ύστερα από πολύωρη ταλαιπωρία και με την καθοδήγηση του από το γραφείο της εναγομένης, μέσω κινητού τηλεφώνου, να καταφθάσουν στο λιμάνι, το τελευταίο λεπτό πριν τον απόπλου, υφιστάμενοι όλοι οι επιβάτες εν τω μεταξύ μεγάλο άγχος και αγωνία.
Ένεκα της πλημμελούς εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της εναγομένης εταιρείας, η οποία δια των υπευθύνων οργάνων της και των προστηθέντων υπαλλήλων της δεν ανταποκρίθηκε στις συναλλακτικές υποχρεώσεις προνοίας και ασφαλείας έναντι της δικαιούχου ενάγουσας, αυτή δεν ευχαριστήθηκε τις διακοπές της, αλλά βίωσε ταλαιπωρία, σύγχυση και αισθήματα δυσαρέσκειας, στενοχώριας, άγχους, αγωνίας και απογοήτευσης, που είχαν επιπτώσεις στην ευπαθή ψυχική και σωματική της υγεία και συνεπώς, προσβλήθηκε παράνομα η προσωπικότητα της. Περαιτέρω βλάβη της υγείας της και ειδικότερα ο επικαλούμενος σοβαρός ψυχικός κλονισμός της, δεν αποδείχθηκε, οι δε επισκέψεις της στην νευρολόγο της στις 22¬-10¬-2007 και η φαρμακευτική αγωγή που της συνεστήθη, δεν είναι απότοκες του επίδικου συμβάντος και επομένως δεν μπορούν να αποδοθούν σε υπαιτιότητα της εναγομένης εταιρείας, ελλείψει αιτιώδους συνάφειας.
Ενόψει τούτων, η ενάγουσα δικαιούται το ποσό των 1.500 ευρώ, που κρίνεται εύλογο για την χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, που υπέστη από την αδικοπραξία της εναγομένης εταιρείας, ενόψει των εκτιθέμενων συνθηκών, του είδους και της έκτασης της προσβολής της, του βαθμού της υπαιτιότητας των οργάνων και προστηθέντων της εναγομένης εταιρείας και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των μερών. Κατ’ ακολουθίαν η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης εταιρείας να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.500 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης εταιρείας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (191 παρ.2 και 178παρ.1 ΚΠολΔ), κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την αγωγή και την ανακοίνωση της δίκης με την προσεπίκληση μετά της παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης, κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης ανώνυμης εταιρείας μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο προσδιορίζει σε οκτακόσια (800) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοίνωση δίκης και την προσεπίκληση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της παρεμπιπτόντως ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα της παρεμπιπτόντως εναγομένης, τα οποία ορίζει σε διακόσια (200) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 10-¬1-¬2001.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, χωρίς την παρουσία τω διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 13¬-1¬-2001.