Μικροδιαφορές

Σλοβακία

Περιεχόμενο που παρέχεται από
Σλοβακία

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α) Αρμόδια δικαστήρια

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση σλοβακικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: αγγλικάγαλλικά

Σύμφωνα με το άρθρο 12 του νόμου αριθ. 160/2015 με τον οποίο θεσπίζεται ο κώδικας πολιτικής δικονομίας (Civilný sporový poriadok), τα τοπικά δικαστήρια (okresný súd) είναι αρμόδια να αποφαίνονται πρωτοδίκως. Κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο γενικής δικαιοδοσίας του εναγομένου για τα φυσικά πρόσωπα, είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου έχει τη μόνιμη κατοικία του το πρόσωπο, και για τα νομικά πρόσωπα, το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου έχουν την καταστατική τους έδρα, ενώ για αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το υποκατάστημά τους. Εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί το αρμόδιο δικαστήριο με βάση τη μόνιμη κατοικία ή την καταστατική έδρα, ή την πιο πρόσφατη μόνιμη κατοικία ή καταστατική έδρα, αρμόδιο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου ο εναγόμενος διαθέτει περιουσιακά στοιχεία.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) Μέσα επικοινωνίας

Τηρούνται οι γενικοί κανόνες που διέπουν την άσκηση αγωγής. Οι αγωγές μπορούν να ασκούνται εγγράφως, είτε σε έντυπη μορφή είτε ηλεκτρονικά. Η ηλεκτρονική κατάθεση αγωγών επί της ουσίας της υπόθεσης γίνεται με βάση σχετική έγκριση που παρέχεται με βάση το άρθρο 23 παράγραφος 1 του νόμου περί ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αριθ. 305/2013.

Σε περίπτωση ηλεκτρονικής κατάθεσης αγωγής επί της ουσίας της υπόθεσης χωρίς τη σχετική έγκριση, η αγωγή πρέπει να υποβληθεί εκ νέου σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή εντός δέκα ημερών με την εξασφάλιση έγκρισης. Σε περίπτωση που ηλεκτρονική αγωγή επί της ουσίας της υπόθεσης χωρίς έγκριση δεν υποβλήθηκε εκ νέου εντός της ταχθείσας προθεσμίας σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή μετά την παροχή της σχετικής έγκρισης, τότε δεν λαμβάνεται υπόψη, δηλαδή λογίζεται ως μη ασκηθείσα.

Η έγκριση χορηγείται με τη χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής. Η προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή αποκτάται με την αγορά αναγνωρισμένου πιστοποιητικού από διαπιστευμένη αρχή πιστοποίησης. Πληροφορίες για τις διαπιστευμένες αρχές πιστοποίησης είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο της σλοβακικής εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας (Národný bezpečnostný úrad). Λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές διατίθενται στον δικτυακό τόπο https://www.nbu.gov.sk/, https://www.slovensko.sk/en/title και https://www.ardaco.com.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο γ) Αρμόδιες αρχές ή οργανισμοί για την παροχή πρακτικής βοήθειας

Πλήρη στοιχεία σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τον προσδιορισμό των δικαστηρίων που είναι αρμόδια να αποφαίνονται σε συγκεκριμένο κράτος μέλος, διατίθενται στον δικτυακό τόπο του σλοβακικού Υπουργείου Δικαιοσύνης: www.justice.gov.sk. Τα έντυπα που χρησιμοποιούνται για τη διαδικασία είναι διαθέσιμα και στον εν λόγω δικτυακό τόπο.

Οι ενάγοντες που πληρούν τις νομικές προϋποθέσεις για την παροχή νομικής βοήθειας μπορούν να υποβάλουν αίτηση μέσω του κέντρου νομικής βοήθειας (Centrum právnej pomoci), το οποίο προσφέρει δικαστική αρωγή μέσω του προσωπικού του και διορισμένων δικηγόρων. Οι όροι παροχής νομικής βοήθειας ορίζονται κατωτέρω στο άρθρο 17 του νόμου αριθ. 327/2005 για την παροχή νομικής συνδρομής σε πρόσωπα που δεν μπορούν να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες και την τροποποίηση του νόμου αριθ. 586/2003 σχετικά με το νομικό επάγγελμα και την τροποποίηση του νόμου αριθ. 455/1991 για την εμπορική δραστηριότητα (νόμος περί εμπορικής δραστηριότητας), όπως τροποποιήθηκε από τον νόμο αριθ. 8/2005.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο δ) Μέσα ηλεκτρονικής επίδοσης και επικοινωνίας και μέσα έκφρασης αποδοχής εκ των προτέρων της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων

Σύμφωνα με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας, η προτιμώμενη μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης είναι η επίδοση κατά τη διάρκεια των ακροάσεων ή κατά τη διάρκεια άλλων δικαστικών πράξεων, καθώς και η επίδοση σε ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα που έχει δημιουργηθεί δυνάμει ειδικού κανονισμού, του νόμου περί ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Σύμφωνα με τον ως άνω νόμο, από την 1η Νοεμβρίου 2016 το δικαστήριο οφείλει να επιδίδει τα έγγραφα σε ηλεκτρονική μορφή μόνο εάν έχει ενεργοποιηθεί ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα για τους σκοπούς της επίδοσης. Η διαδικασία για την ενεργοποίηση ηλεκτρονικής ταχυδρομικής θυρίδας διαφέρει για τα νομικά και τα φυσικά πρόσωπα. Τα φυσικά πρόσωπα πρέπει να υποβάλουν σχετική αίτηση ενεργοποίησης. Από την 1η Ιουλίου 2017, το κράτος πρέπει να θέτει σε λειτουργία λειτουργική ταχυδρομική θυρίδα για τα νομικά πρόσωπα που είναι καταχωρισμένα σε μητρώο επιχειρήσεων, και αρχής γενομένης από την εν λόγω ημερομηνία, τα όργανα δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων, θα αποστέλλουν τις αποφάσεις τους αποκλειστικά σε ηλεκτρονική μορφή.

Εάν ένα έγγραφο δεν μπορεί να επιδοθεί κατά την διάρκεια ακρόασης ή άλλης δικαστικής πράξης, ούτε και σε ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα, και εάν τα έγγραφα δεν μπορούν να επιδοθούν αυτοπροσώπως, το δικαστήριο επιδίδει το έγγραφο σε ηλεκτρονική διεύθυνση κατόπιν αιτήματος του σχετικού διαδίκου. Σε περίπτωση αυτοπρόσωπης επίδοσης, τα έγγραφα επιδίδονται με σχετική απόδειξη παραλαβής, δηλαδή με απόδειξη στην οποία επιβεβαιώνεται η παραλαβή από τον αποδέκτη του εγγράφου που αναφέρεται στην εν λόγω απόδειξη.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο ε) Πρόσωπα ή είδη επαγγελμάτων που υπέχουν νομική υποχρέωση να αποδέχονται την επίδοση ή τις άλλες μορφές επικοινωνίας με ηλεκτρονικά μέσα

Όλα τα νομικά πρόσωπα που είναι καταχωρισμένα στο μητρώο επιχειρήσεων, που πρέπει να διαθέτουν ενεργοποιημένη ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα, οφείλουν να αποδέχονται έγγραφα που αποστέλλονται ηλεκτρονικά στις ηλεκτρονικές ταχυδρομικές θυρίδες από την 1η Ιουλίου 2017. Εντούτοις, εάν τυχόν άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα ενεργοποιούν ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα για τους σκοπούς της επίδοσης, τα έγγραφα επιδίδονται επίσης στη λειτουργική ταχυδρομική θυρίδα των εν λόγων οντοτήτων.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο στ) Δικαστικά έξοδα και αποδεκτοί τρόποι πληρωμής

Δυνάμει του νόμου αριθ. 71/1992 σχετικά με τα δικαστικά έξοδα, η υποχρέωση καταβολής των εξόδων γεννάται κατά την κατάθεση της αγωγής μέσω της συμπλήρωσης του τυποποιημένου εντύπου αγωγής Α, με το οποίο κινείται η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών. Τα δικαστικά έξοδα παρατίθενται στον πίνακα εξόδων ως ποσοστό του βασικού συντελεστή εξόδων («ποσοστιαίος συντελεστής») ή ως πάγιο ποσό. Στην περίπτωση υποβολής αίτησης για την κίνηση της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών, τα σχετικά δικαστικά έξοδα αντιστοιχούν στο υπ’ αριθ. 1 στοιχείο του πίνακα εξόδων και προκύπτουν από την αξία του αντικειμένου της δίκης ή από το ποσό της αξίωσης. Στην περίπτωση που υπολογίζεται με βάση το ποσό της αξίωσης, το δικαστικό τέλος ορίζεται στο 6 % του εν λόγω ποσού (τουλάχιστον 16,50 ευρώ και έως και 16.596,50 ευρώ και, στις εμπορικές υποθέσεις, κατ’ ανώτατο όριο 33 193,50 EUR). Ο νόμος δεν περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις σχετικά με τα δικαστικά έξοδα που καταβάλλονται στην ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.

Τα δικαστικά έξοδα μπορούν να καταβάλλονται π.χ. σε μετρητά ή μέσω τραπεζικού εμβάσματος ή σε υποκατάστημα αλλοδαπού τραπεζικού ιδρύματος. Τα έξοδα πρέπει να καταβάλλονται σε μετρητά εάν τα δικαστήρια έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την εν λόγω μέθοδο πληρωμής τελών και εάν το τέλος της συγκεκριμένης υπόθεσης δεν υπερβαίνει τα 300 EUR. Τα δικαστικά έξοδα καταβάλλονται στο δικαστήριο που έχει επιληφθεί της υπόθεσης πρωτοδίκως ή για λογαριασμό του οποίου συλλέγονται τα έξοδα.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) Δυνατότητα άσκησης ένδικων μέσων και το δικαστήριο ενώπιον του οποίου μπορούν να ασκηθούν

Κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί έφεση. Η έφεση πρέπει να ασκείται εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης, ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την εν λόγω προσβαλλόμενη απόφαση. Η έφεση λογίζεται ότι έχει ασκηθεί εμπροθέσμως ακόμα και εάν κατατίθεται ενώπιον του αρμόδιου εφετείου εντός της ως άνω προθεσμίας. Η έφεση λογίζεται ότι έχει ασκηθεί εμπροθέσμως εάν κατατεθεί μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 15 ημερών, σε περίπτωση που ο εκκαλών ακολούθησε εσφαλμένες οδηγίες του δικαστηρίου όσον αφορά την προθεσμία άσκησης έφεσης. Εάν η δικαστική απόφαση δεν περιέχει οδηγίες σχετικά με την προθεσμία άσκησης έφεσης, ή εάν δηλώνει εσφαλμένα ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση έφεσης, τότε μπορεί να ασκηθεί έφεση εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η έφεση λογίζεται ότι έχει ασκηθεί εμπροθέσμως όταν κατατίθεται ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου, στην περίπτωση που ο εκκαλών ακολούθησε εσφαλμένες οδηγίες όσον αφορά το αρμόδιο δικαστήριο ενώπιον του οποίου έπρεπε να ασκηθεί η έφεση. Τα εν λόγω ισχύουν ομοίως εάν στην απόφαση δεν υποδεικνύεται το αρμόδιο δικαστήριο ενώπιον του οποίου πρέπει να ασκηθεί η έφεση.

Επιπλέον του συνόλου των γενικών στοιχείων, η έφεση πρέπει να δηλώνει την απόφαση κατά της οποίας ασκείται, το περιεχόμενο της έφεσης, τις πλημμέλειες για τις οποίες προσβάλλεται η απόφαση (λόγοι της έφεσης) και τα αιτήματα του εκκαλούντος (αίτημα της έφεσης). Αρμόδια για την εκδίκαση και την έκδοση απόφασης επί της έφεσης είναι τα περιφερειακά δικαστήρια (krajské súdy).

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο η) Διαδικασίες υποβολής αίτησης επανεξέτασης και τα δικαστήρια που είναι αρμόδια για την επανεξέταση αυτή

Αρμόδιο δικαστήριο για την επανεξέταση της απόφασης είναι το δικαστήριο που αποφάνθηκε πρωτοδίκως. Σύμφωνα με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας, μπορεί να γίνει αίτηση για την επανάληψη της διαδικασίας εάν η δυνατότητα επανεξέτασης της δικαστικής απόφασης προκύπτει από ειδικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών.

Επιπλέον των γενικών στοιχείων, η αίτηση επανάληψης της διαδικασίας πρέπει να περιέχει τον αριθμό αναφοράς της δικαστικής απόφασης κατά της οποίας ασκείται το ένδικο μέσο, το αντικείμενο του ένδικου μέσου, τους λόγους επανάληψης της διαδικασίας, τις περιστάσεις από τις οποίες να αποδεικνύεται ότι το σχετικό ένδικο μέσο έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, αποδεικτικά στοιχεία περί της ουσίας της αίτησης, καθώς και τα αιτήματα του αιτούντος.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο θ) Γλώσσες που είναι αποδεκτές

Σλοβακικά.

Άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο ι) Αρμόδιες αρχές εκτέλεσης

Μπορεί να υποβληθεί αίτηση για την εκτέλεση απόφασης· η αίτηση αυτή υποβάλλεται στο δικαστήριο εκτέλεσης (exekučný súd). Από την 1η Απριλίου 2017, το δικαστήριο εκτέλεσης είναι το τοπικό δικαστήριο της περιφέρειας Banská Bystrica (Okresný súd Banská Bystrica)

Η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης διέπεται από τον νόμο αριθ. 233/1995.

Οι αιτήσεις εκτέλεσης υποβάλλονται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική θυρίδα του δικαστηρίου μέσω ειδικού ηλεκτρονικού εντύπου, το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Λαμβάνονται υπόψη μόνο οι εγκεκριμένες αιτήσεις. Τα απαραίτητα συνοδευτικά έγγραφα υποβάλλονται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική θυρίδα του δικαστηρίου μαζί με την αίτηση εκτέλεσης.

Εάν ο ενάγων ή ο εκπρόσωπός του δεν διαθέτει ενεργοποιημένη ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα ή κωλύεται με άλλον τρόπο να υποβάλει την αίτησή του ηλεκτρονικά, η αίτησή του για εκτέλεση μπορεί να υποβληθεί μέσω δικαστικού επιμελητή. Στις περιπτώσεις αυτές, ο δικαστικός επιμελητής είναι ο εκπρόσωπος που είναι εξουσιοδοτημένος να επιδίδει έγγραφα έως ότου κινηθεί η διαδικασία εκτέλεσης· προβαίνει αμελλητί στις σχετικές ενέργειες. Ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει την προαναφερθείσα αίτηση εκτέλεσης στο δικαστήριο εντός 15 ημερών. Όταν ο δικαστικός επιμελητής χρησιμοποιείται για την υποβολή αίτησης εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής δικαιούται αμοιβή και επιστροφή των εξόδων. Ο τρόπος καθορισμού των εν λόγω πληρωμών και το ύψος τους καθορίζονται από το Υπουργείο σε νομική πράξη γενικής ισχύος.

Η αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται μέσω δικαστικού επιμελητή ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί να προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση από το δικαστήριο εκτέλεσης. Το δικαστήριο αναθέτει τις υποθέσεις κατά τυχαιοποιημένο και ισότιμο τρόπο σε μεμονωμένους δικαστικούς επιμελητές μέσω της έκδοσης εξουσιοδοτήσεων για την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, χρησιμοποιώντας εγκεκριμένα από το Υπουργείο τεχνικά μέσα και πόρους προγράμματος κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η αμερόληπτη ανάθεση των υποθέσεων. Ο κανόνας της τυχαιοποιημένης επιλογής δικαστικών επιμελητών βασίζεται στο κριτήριο της εδαφικότητας. Οι υποθέσεις ανατίθενται έναν από τους δικαστικούς επιμελητές που έχουν διοριστεί στην περιφέρεια του περιφερειακού δικαστηρίου (krajský súd) στην οποία ο οφειλέτης διαθέτει τη μόνιμη κατοικία του ή την καταστατική έδρα του. Εάν η μόνιμη κατοικία ή καταστατική έδρα του στη Σλοβακία δεν μπορεί να προσδιοριστεί βάσει της ως άνω παραγράφου, οι επιμελητές επιλέγονται από την περιφέρεια στην οποία ο οφειλέτης είχε την πιο πρόσφατη μόνιμη κατοικία ή καταστατική έδρα του. Σε αντίθετη περίπτωση, η υπόθεση ανατίθεται τυχαία σε δικαστικό επιμελητή που έχει διοριστεί στην περιφέρεια του περιφερειακού δικαστηρίου Banská Bystrica (Krajský súd Banská Bystrica).

Τελευταία επικαιροποίηση: 09/02/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.