Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

Εσθονία

Περιεχόμενο που παρέχεται από
Εσθονία

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ/ΑΡΧΩΝ

Το παρακάτω εργαλείο αναζήτησης θα σας βοηθήσει να προσδιορίσετε τα δικαστήρια ή τις αρχές με αρμοδιότητα για συγκεκριμένη ευρωπαϊκή νομική πράξη. Σημείωση: παρότι έχει καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλιστεί η ακρίβεια των αποτελεσμάτων, ενδέχεται, να μην καλύπτονται ορισμένες περιπτώσεις καθορισμού αρμοδιοτήτων.

Εσθονία

Ευρωπαϊκές διασυνοριακές διαδικασίες — Ευρωπαϊκά μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις


*υποχρεωτικά στοιχεία

Άρθρο 17 - Διαθέσιμες για το κοινό πληροφορίες

Μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις μπορούν να διαταχθούν σύμφωνα με το άρθρο 1055 παράγραφος 1 του νόμου για το ενοχικό δίκαιο (võlaõigusseadus), όπου προβλέπεται ότι, όταν υπάρχει διαρκής παράνομη βλάβη ή όταν υπάρχει απειλή παράνομης βλάβης, το θύμα ή το υπό απειλή πρόσωπο μπορεί να ζητήσει την παύση της συμπεριφοράς που προκαλεί τη βλάβη ή της απειλής που απορρέει από την εν λόγω συμπεριφορά. Σε περίπτωση σωματικής βλάβης, βλάβης της υγείας, παραβίασης της ιδιωτικής ζωής ή άλλων δικαιωμάτων της προσωπικότητας, μπορεί να ζητηθεί, ιδίως, να απαγορευθεί στο πρόσωπο που προκαλεί τη βλάβη να πλησιάζει άλλο πρόσωπο (εντολή προστασίας), να ρυθμιστεί η χρήση καταλύματος ή η επικοινωνία ή να εφαρμοστούν άλλα παρόμοια μέτρα. Οι δικονομικοί κανόνες για την εφαρμογή μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις προβλέπονται στο άρθρο 475 παράγραφος 1 σημείο 7 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (tsiviilkohtumenetluse seadustik), σύμφωνα με το οποίο η έκδοση απόφασης προστασίας και άλλων παρόμοιων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων της προσωπικότητας υπάγεται στη διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας, και στα άρθρα 544 έως 549 του κεφαλαίου 55, στα οποία προβλέπεται αναλυτικότερα η διαδικασία έκδοσης απόφασης προστασίας. Μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις μπορούν επίσης να εφαρμοστούν ως συντηρητικό μέτρο στο πλαίσιο διαδικασίας αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας ή ως προσωρινό μέτρο στο πλαίσιο διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το άρθρο 378 παράγραφος 1 σημείο 3, το άρθρο 546 και το άρθρο 551 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 1055 παράγραφος 1 του νόμου για το ενοχικό δίκαιο, μπορεί να ζητηθεί να απαγορευτεί στο πρόσωπο που προκαλεί ζημία να πλησιάσει ένα άλλο πρόσωπο (εντολή προστασίας), να ρυθμιστεί η χρήση καταλύματος ή η επικοινωνία ή να εφαρμοστούν άλλα παρόμοια μέτρα. Ως εκ τούτου, τα μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν για την προστασία των δικαιωμάτων της προσωπικότητας δεν απαριθμούνται εξαντλητικά στον νόμο και είναι δυνατόν να ζητηθεί η εφαρμογή του εκάστοτε κατάλληλου και αναγκαίου μέτρου ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις. Σύμφωνα με την ανάλυση της νομολογίας σχετικά με τις αποφάσεις προστασίας που πραγματοποιήθηκε από το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο) το 2008, αν το πρόσωπο που διατρέχει κίνδυνο και το πρόσωπο που προκαλεί τον κίνδυνο ζουν (ή εργάζονται) κοντά το ένα με το άλλο, είναι προτιμότερο να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της επικοινωνίας τους, ενώ το περιεχόμενο των απαγορεύσεων (μέτρα προστασίας) μπορεί, ιδίως, να συνίσταται σε έναν κατάλογο απαγορευμένων ενεργειών. Για τη λήψη μέτρων προστασίας στις αστικές υποθέσεις, δεν είναι αναγκαίο να έχει διαπραχθεί παράνομη πράξη κατά του προσώπου που διατρέχει κίνδυνο. Αρκεί ότι η πρότερη συμπεριφορά του καθ' ου εγείρει ανησυχίες ότι θα προκαλέσει σωματική βλάβη στο θύμα, ότι θα βλάψει την υγεία του θύματος, θα προσβάλει την προστασία της ιδιωτικής του ζωής ή άλλα δικαιώματα της προσωπικότητάς του.

Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη μέση διάρκεια εφαρμογής των μέτρων. Στην Εσθονία, σε εθνικό επίπεδο, είναι δυνατή η εφαρμογή μέτρων για την προστασία της ιδιωτικής ζωής ή άλλων δικαιωμάτων της προσωπικότητας σύμφωνα με το άρθρο 1055 του νόμου για το ενοχικό δίκαιο για μέγιστη περίοδο τριών ετών. Σύμφωνα με την ανάλυση της νομολογίας σχετικά με τις αποφάσεις προστασίας που πραγματοποιήθηκε από το Riigikohus το 2008, τα δικαστήρια εν γένει εξέδωσαν αποφάσεις προστασίας για περίοδο τριών ετών.

Ο κανονισμός αριθ. 606/2013 αφορά τα μέτρα προστασίας σε αστικές υποθέσεις. Δεν εφαρμόζεται στα μέτρα προστασίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αριθ. 2201/2003.

Το πρόσωπο που διατρέχει κίνδυνο ή που υφίσταται βλάβη μπορεί να ζητήσει την εφαρμογή μέτρου προστασίας τόσο με αυτοτελή αίτησή του όσο και με αίτησή του που περιλαμβάνει και άλλα αιτήματα. Για να ζητήσει την εφαρμογή μέτρου προστασίας, το πρόσωπο που διατρέχει κίνδυνο πρέπει να υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες για την αρμοδιότητα, ενώπιον του maakohus (περιφερειακό δικαστήριο) του τόπου κατοικίας του προσώπου που συνιστά απειλή ή της τελευταίας γνωστής κατοικίας του. Το δικαστήριο εξετάζει την αίτηση με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Πριν από την εφαρμογή μέτρου προστασίας, το δικαστήριο ακούει το πρόσωπο έναντι του οποίου ζητείται η λήψη του μέτρου, καθώς και το πρόσωπο προς το συμφέρον του οποίου εξετάζεται το μέτρο. Αν απαιτείται, το δικαστήριο ακούει και τους συγγενείς των προσώπων αυτών ή τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών ή της αστυνομίας του τόπου κατοικίας τους.

Η αίτηση που υποβάλλεται στο δικαστήριο πρέπει να έχει συνταχθεί στα εσθονικά και να πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 338 έως 363 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με το άρθρο 338 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, κάθε δικόγραφο που υποβάλλεται στο δικαστήριο από διάδικο πρέπει να περιλαμβάνει:

  1. τα ονόματα και τις διευθύνσεις των διαδίκων και των εκπροσώπων τους, εφόσον υπάρχουν, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας τους·
  2. το όνομα του δικαστηρίου·
  3. την ουσία της υπόθεσης·
  4. τον αριθμό αστικής υπόθεσης της υπό εξέταση υπόθεσης·
  5. το αίτημα που υποβάλλεται από τον διάδικο·
  6. τις περιστάσεις που δικαιολογούν το αίτημα·
  7. τον κατάλογο των παραρτημάτων του δικογράφου·
  8. την υπογραφή του διαδίκου ή του εκπροσώπου του ή, στην περίπτωση ηλεκτρονικού εγγράφου, ψηφιακή υπογραφή ή άλλο μέσο ταυτοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 336 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Στην περίπτωση φυσικού προσώπου, το δικόγραφο πρέπει επίσης να αναφέρει τον προσωπικό αριθμό ταυτότητάς του ή, ελλείψει αυτού, την ημερομηνία γέννησής του.

Εάν ένας διάδικος δεν γνωρίζει τη διεύθυνση ή άλλα στοιχεία επικοινωνίας του αντιδίκου, πρέπει να αναφέρει στο δικόγραφο τι έπραξε για να λάβει τις πληροφορίες αυτές.

Κάθε αίτηση προς το δικαστήριο πρέπει να είναι ευκρινώς δακτυλογραφημένη. Αν είναι δυνατόν, υποβάλλονται επίσης στο δικαστήριο ηλεκτρονικά αντίγραφα των δικογράφων που έχουν υποβληθεί σε έντυπη μορφή. Οι συμβατικοί εκπρόσωποι, οι συμβολαιογράφοι, οι δικαστικοί επιμελητές, οι σύνδικοι πτώχευσης, οι εθνικές και τοπικές αρχές και τα άλλα νομικά πρόσωπα υποβάλλουν στο δικαστήριο τα έγγραφα σε ηλεκτρονική μορφή, εκτός εάν υπάρχει βάσιμος λόγος για την υποβολή του εγγράφου σε άλλη μορφή. Μία απόφαση του αρμόδιου υπουργού για το θέμα αυτό καθορίζει λεπτομερέστερους κανόνες για την υποβολή ηλεκτρονικών εγγράφων στο δικαστήριο, τις απαιτήσεις για τον μορφότυπο των εγγράφων και τον κατάλογο των εγγράφων που πρέπει να υποβάλλονται μέσω της πύλης. Οι διάδικοι πρέπει να υποβάλουν στο δικαστήριο, μαζί με τα έγγραφα και τα παραρτήματά τους, τον απαιτούμενο αριθμό αντιγράφων για τους λοιπούς διαδίκους, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες τα έγγραφα πρέπει να υποβληθούν σε ηλεκτρονική μορφή.

Για την υποβολή αίτησης ή έφεσης στο πλαίσιο της διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, καταβάλλεται τέλος 50 ευρώ. Για την υποβολή αίτησης συντηρητικών μέτρων καταβάλλεται τέλος 50 ευρώ.

Σύμφωνα με την εσθονική νομοθεσία, οι διάδικοι σε διαδικασία που αφορά την εφαρμογή μέτρων προστασίας σε αστική υπόθεση δεν είναι υποχρεωτικό να εκπροσωπούνται ενώπιον του δικαστηρίου.

Απόφαση για την επιβολή ή τροποποίηση εντολής προστασίας ή άλλου μέτρου προστασίας δικαιωμάτων προσωπικότητας μπορεί να προσβληθεί με έφεση από το πρόσωπο που υποχρεούται να συμμορφωθεί με την απόφαση. Απόφαση με την οποία το δικαστήριο απορρίπτει αίτηση για την έκδοση απόφασης προστασίας ή για την επιβολή άλλου μέτρου προστασίας δικαιωμάτων της προσωπικότητας, ή με την οποία ακυρώνει ή τροποποιεί τέτοια απόφαση ή μέτρο, μπορεί να προσβληθεί με έφεση από το πρόσωπο που ζήτησε το μέτρο ή προς το συμφέρον του οποίου ελήφθη το μέτρο. Η έφεση κατατίθεται εγγράφως στο ringkonnakohus (εφετείο) μέσω του περιφερειακού δικαστηρίου του οποίου απόφαση προσβάλλεται. Η προθεσμία άσκησης έφεσης είναι 15 ημέρες από την ημερομηνία επίδοσης της απόφασης. Έφεση δεν μπορεί να ασκηθεί αν παρέλθουν πέντε μήνες από την έκδοση της απόφασης με τη διαδικασία της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας ή με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, εκτός εάν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Σε περίπτωση μεταβολής των συνθηκών, το δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει ή να τροποποιήσει την εντολή προστασίας ή το άλλο μέτρο προστασίας δικαιωμάτων προσωπικότητας. Το δικαστήριο ακούει τους διαδίκους πριν από την ακύρωση ή την τροποποίηση. Η απόφαση για την εφαρμογή εντολής προστασίας ή άλλου μέτρου προστασίας δικαιωμάτων προσωπικότητας επιδίδεται στα πρόσωπα έναντι των οποίων και προς το συμφέρον των οποίων λαμβάνονται τα εν λόγω μέτρα.

Οι αποφάσεις που διατάσσουν μέτρα προστασίας είναι εκτελεστές από τη στιγμή της επίδοσής τους στο πρόσωπο που υποχρεούται να συμμορφωθεί με αυτές (το πρόσωπο που προκαλεί τον κίνδυνο).

Η εκτέλεση της απόφασης με την οποία διατάσσονται μέτρα προστασίας πραγματοποιείται από δικαστικό επιμελητή. Κατά γενικό κανόνα, ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνεται για την παραβίαση μέτρου προστασίας από το πρόσωπο που διατρέχει κίνδυνο. Αν διαταχθεί μέτρο προστασίας πριν από τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας κατά τρόπο που λαμβάνει υπόψη το μέτρο προστασίας.

Άρθρο 18, στοιχείο α)(i) - τις αρχές που είναι αρμόδιες να διατάσσουν μέτρα προστασίας και να εκδίδουν πιστοποιητικά σύμφωνα με τα άρθρο 5

Στην Εσθονία, αρμόδια να διατάσσουν μέτρα προστασίας είναι τα δικαστήρια. Το περιφερειακό δικαστήριο που διέταξε το μέτρο προστασίας είναι αρμόδιο για την έκδοση των σχετικών πιστοποιητικών σύμφωνα με το άρθρο 5. Για την έκδοση πιστοποιητικού, η αίτηση πρέπει να υποβληθεί στο περιφερειακό δικαστήριο. Τα στοιχεία επικοινωνίας των δικαστηρίων διατίθενται στον δικτυακό τους τόπο .

Άρθρο 18 στοιχείο α)(ii) - τις αρχές ενώπιον των οποίων μπορεί να γίνεται επίκληση μέτρου προστασίας που διατάσσεται σε άλλο κράτος μέλος και/ή οι οποίες είναι αρμόδιες να εκτελούν τον εν λόγω μέτρο

Η επίκληση μέτρου προστασίας που έχει διαταχθεί σε άλλο κράτος μέλος πρέπει να γίνει ενώπιον δικαστικού επιμελητή του τόπου στον οποίο ο υπόχρεος έχει τον τόπο κατοικίας ή συνήθους διαμονής του ή του τόπου στον οποίο βρίσκεται η περιουσία του υπόχρεου. Ο δικαστικός επιμελητής ξεκινά τη διαδικασία εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του προσώπου που διατρέχει κίνδυνο και βάσει εκτελεστού τίτλου. Τα στοιχεία των δικαστικών επιμελητών διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Συλλόγου Δικαστικών Επιμελητών και Συνδίκων Πτώχευσης.

Άρθρο 18 στοιχείο α)(iii) - τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια της προσαρμογής μέτρων προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1

Αν είναι αναγκαίο, ο δικαστικός επιμελητής που είναι αρμόδιος για την εκτέλεση προστατευτικού μέτρου που έχει διαταχθεί σε άλλο κράτος μέλος προσαρμόζει το εν λόγω μέτρο. Δικαστικός επιμελητής του τόπου στον οποίο ο υπόχρεος έχει τον τόπο κατοικίας ή συνήθους διαμονής του ή του τόπου στον οποίο βρίσκεται η περιουσία του υπόχρεου είναι αρμόδιος να διενεργήσει την προσαρμογή μέτρου προστασίας που έχει διαταχθεί σε άλλο κράτος μέλος. Τα στοιχεία των δικαστικών επιμελητών διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Συλλόγου Δικαστικών Επιμελητών και Συνδίκων Πτώχευσης.

Άρθρο 18 στοιχείο α(iv) - τα δικαστήρια στα οποία πρέπει να γίνει η υποβολή, σύμφωνα με το άρθρο 13, της αίτησης για απόρριψη αναγνώρισης και, όπου ισχύει, για εκτέλεση·

Η αίτηση για απόρριψη της αναγνώρισης ή εκτέλεσης μέτρου προστασίας που έχει διαταχθεί σε άλλο κράτος μέλος πρέπει να υποβληθεί στον τόπο κατοικίας του υπόχρεου ή στο περιφερειακό δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου ζητείται η εκτέλεση. Τα στοιχεία επικοινωνίας των δικαστηρίων διατίθενται στον δικτυακό τους τόπο .

Άρθρο 18 στοιχείο β) - τη γλώσσα ή τις γλώσσες που είναι αποδεκτές για μεταφράσεις όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1

Εσθονικά και αγγλικά

Τελευταία επικαιροποίηση: 17/02/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.