Παραπομπή υπόθεσης στο δικαστήριο

Βέλγιο
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Είμαι αναγκασμένος να προσφύγω σε δικαστήριο ή υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση;

Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι καλύτερο να χρησιμοποιήσει κανείς τους «εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών» (βλέπε το σχετικό ενημερωτικό δελτίο).

2 Υπάρχει προθεσμία προσφυγής στο δικαστήριο;

Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος προσφυγής διαφέρουν ανάλογα με την περίπτωση. Ερωτήματα σχετικά με τις προθεσμίες παραγραφής μπορούν να απαντηθούν από δικηγόρο ή από υπηρεσία ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με την προσφυγή στη δικαιοσύνη.

3 Πρέπει να απευθυνθώ σε δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους;

Βλέπε το ενημερωτικό δελτίο '«Δικαιοδοσία των δικαστηρίων»'

4 Αν ναι, σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ σε συνάρτηση με τον τόπο κατοικίας μου και τον τόπο κατοικίας του αντιδίκου ή με άλλα στοιχεία της υπόθεσής μου;

Βλέπε το ενημερωτικό δελτίο 'Δικαιοδοσία των δικαστηρίων - Βέλγιο'

5 Σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ ενόψει του είδους της υπόθεσής μου και του επίδικου ποσού:

Βλέπε το ενημερωτικό δελτίο 'Δικαιοδοσία των δικαστηρίων - Βέλγιο'

6 Μπορώ να απευθυνθώ στο δικαστήριο μόνος ή χρειάζεται να χρησιμοποιήσω κάποιον ενδιάμεσο, για παράδειγμα, δικηγόρο;

Καταρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 728 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (gerechtelijk wetboek), οι διάδικοι υποχρεούνται να παρίστανται αυτοπροσώπως ή διά δικηγόρου.

Συνεπώς, εξαιρουμένης της διαδικασίας ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου (Hof van Cassatie) (άρθρα 478 και 1080 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), οι διάδικοι μπορούν να παρίστανται αυτοπροσώπως ενώπιον των τακτικών δικαστηρίων και να αναλαμβάνουν οι ίδιοι την υποβολή των υπομνημάτων και της υπεράσπισής τους. Εντούτοις, το δικαστήριο δύναται να απαγορεύσει την άσκηση του δικαιώματος αυτού, εάν κρίνει ότι το πάθος ή η απειρία εμποδίζει έναν διάδικο να συζητήσει την υπόθεσή του με την απαιτούμενη ευπρέπεια ή σαφήνεια (άρθρο 758 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Εάν οι διάδικοι αποφασίσουν να μην προσφύγουν στο δικαστήριο αυτοπροσώπως, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες δικηγόρου.

Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας επιφυλάσσει καταρχήν στους δικηγόρους την εκπροσώπηση των διαδίκων ενώπιον των δικαστικών αρχών Το άρθρο 440 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι τα προνόμια που συνδέονται με το μονοπώλιο εκπροσώπησης αφορούν το δικαίωμα προσφυγής και παράστασης ενώπιον του δικαστηρίου προς υπεράσπιση τρίτου. Τα μέλη του δικηγορικού συλλόγου διαθέτουν επίσης το μονοπώλιο της υπογραφής μονομερών αιτήσεων, εκτός των περιπτώσεων που προσδιορίζει ο νόμος (άρθρο 1026 παράγραφος 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Όσον αφορά τη διαδικασία ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου (Hof van Cassatie), ο νόμος απαιτεί παράσταση δικηγόρου στο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει για τον πολιτικώς ενάγοντα σε ποινικές υποθέσεις (άρθρο 478 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Εντούτοις, ο νόμος προβλέπει ορισμένες εξαιρέσεις της αρχής που τάσσει το άρθρο 728 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με το οποίο οι διάδικοι παρίστανται αυτοπροσώπως ή μέσω πληρεξουσίου δικηγόρου κατά τη διενέργεια της εισαγωγικής και μεταγενέστερων διαδικαστικών πράξεων (άρθρο 728 παράγραφοι 1 και 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα εκπροσώπησης διαδίκου στο πλαίσιο μιας διαδικασίας περιλαμβάνει και το δικαίωμα διενέργειας των εισαγωγικών διαδικαστικών πράξεων

Ενώπιον του δικαστηρίου επιχειρήσεων και των πρωτοβάθμιων εργατοδικείων, οι διάδικοι μπορούν να εκπροσωπούνται όχι μόνο από δικηγόρο, αλλά και από τον/τη σύζυγό τους ή από συγγενικό, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, πρόσωπο που νομιμοποιείται με πληρεξούσιο έγγραφο εγκεκριμένο από το δικαστήριο (άρθρο 728 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Ενώπιον των πρωτοβάθμιων εργατοδικείων (άρθρο 728 παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):

  • ο εργαζόμενος (εργάτης ή υπάλληλος) μπορεί να εκπροσωπηθεί από τον εκπρόσωπο οργάνωσης που αντιπροσωπεύει εργαζομένους (συνδικαλιστικό εκπρόσωπο), ο οποίος νομιμοποιείται με πληρεξούσιο έγγραφο . Ο συνδικαλιστικός εκπρόσωπος μπορεί να διενεργεί, εξ ονόματος του εργαζομένου, όλες τις πράξεις που απαιτούνται για την εκπλήρωση της εντολής του, να υποβάλλει αιτήσεις και προσφυγές και να λαμβάνει κάθε κοινοποίηση σχετική με την προδικασία και την εκδίκαση της διαφοράς
  • επίσης, οι αυτοαπασχολούμενοι μπορούν, σε διαφορές που αφορούν δικαιώματα ή υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την ιδιότητα του αυτοαπασχολουμένου ή του ατόμου με αναπηρία, να εκπροσωπούνται από τον εκπρόσωπο οργάνωσης που αντιπροσωπεύει αυτοαπασχολούμενους
  • σε διαφορές που αφορούν την εφαρμογή του νόμου της 7ης Αυγούστου 1974 σχετικά με το δικαίωμα εξασφάλισης ελάχιστων μέσων διαβίωσης, καθώς και σε διαφορές που αφορούν την εφαρμογή του οργανικού νόμου της 8ης Ιουλίου 1976 για τα δημόσια κέντρα κοινωνικής πρόνοιας (openbare centra voor maatschappelijk welzijn – OCMW), ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επικουρείται ή να εκπροσωπείται από εκπρόσωπο κοινωνικής οργάνωσης που προωθεί τα συμφέροντα της ομάδας προσώπων τα οποία αφορά η συναφής νομοθεσία.

Τα νομικά πρόσωπα, όπως οι εμπορικές επιχειρήσεις, μπορούν να παρασταθούν μόνο αυτοπροσώπως (δηλαδή με παρέμβαση των αρμοδίων οργάνων τους) ή να εκπροσωπηθούν από δικηγόρο. Δεν μπορούν να επικαλεστούν την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 728 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και περιγράφεται αναλυτικότερα κατωτέρω.

Πέραν των προαναφερόμενων εξαιρέσεων, υπάρχουν και ορισμένες άλλες νόμιμες εξαιρέσεις, οι οποίες αφορούν την επιμέλεια και την απαγωγή τέκνων.

Ειδικότερα, πρόκειται για υποθέσεις οι οποίες βασίζονται στις ακόλουθες συμβάσεις:

  • Σύμβαση της Χάγης, της 25ης Οκτωβρίου 1980, για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών, η οποία προβλέπει διατάξεις για την επιστροφή του παιδιού, τον σεβασμό του δικαιώματος επιμέλειας ή επικοινωνίας ή την οργάνωση του δικαιώματος επικοινωνίας που έχει αναγνωριστεί σε άλλο κράτος, και
  • ευρωπαϊκή σύμβαση, της 20ής Μαΐου 1980, για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων καθώς και για την αποκατάσταση της επιμέλειάς τους.

Στις υποθέσεις αυτές, ο αιτών μπορεί να εκπροσωπείται από την εισαγγελία (άρθρο 1322d του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), εφόσον η αίτηση έχει υποβληθεί μέσω της κεντρικής αρχής.

Η διαδικασία προκειμένου να προσδιοριστεί εάν μπορεί κανείς να προσφύγει ενώπιον των δικαστηρίων μόνος ή εάν πρέπει να εκπροσωπείται από δικηγόρο περιγράφεται σε γενικές γραμμές ανωτέρω Πρέπει επίσης να γίνει διάκριση ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ασκηθεί αγωγή.

Το βελγικό δίκαιο προβλέπει διάφορους τρόπους προσφυγής στο δικαστήριο. Η εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο μπορεί να πραγματοποιηθεί με κλήση, με εθελούσια εμφάνιση, με αίτηση κατ' αντιμωλία διαδικασίας ή με μονομερή αίτηση (βλέπε κατωτέρω). Η αγωγή ασκείται με την υποβολή αίτησης, δηλαδή προσφυγής για την αναγνώριση δικαιώματος.

Καταρχήν, η υπόθεση εισάγεται στο αρμόδιο δικαστήριο με την επίδοση από δικαστικό επιμελητή της κλήσης προς εμφάνιση (άρθρο 700 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Εξαιρέσεις από την ανωτέρω γενική αρχή αποτελούν η εθελούσια εμφάνιση, η αίτηση κατ' αντιμωλία διαδικασίας και η μονομερής αίτηση.

Στους πίνακες που παρατίθενται κατωτέρω εμφαίνεται, αντιστοίχως, το πρόσωπο που διενεργεί την εισαγωγική διαδικαστική πράξη και η υποχρεωτική ή όχι παράσταση δικηγόρου, ανάλογα με τον τρόπο εισαγωγής της υπόθεσης.

Πρόσωπο που διενεργεί την πράξη ανάλογα με τον τρόπο κίνησης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου:

Τρόπος με τον οποίο κινείται διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου

Ποιος διενεργεί την πράξη

Κλήση (άρθρα 727 έως 730 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Ο ενάγων (ή ο δικηγόρος του) ζητεί από τον δικαστικό επιμελητή να προβεί στην επίδοση της κλήσης.

Εθελούσια εμφάνιση (άρθρο 706 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Οι διάδικοι (ή οι δικηγόροι τους) εμφανίζονται αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου.

Αίτηση κατ’ αντιμωλία διαδικασίας (άρθρα 1034a έως 1034e του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Ο ενάγων (ή ο δικηγόρος του) κινεί ο ίδιος τη διαδικασία.

Μονομερής αίτηση (άρθρα 1025 έως και 1034 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται ρητά από τον νόμο, η παράσταση δικηγόρου είναι υποχρεωτική για την υπογραφή και την υποβολή της αίτησης (άρθρο 1026 παράγραφος 5 και άρθρο 1027 πρώτο εδάφιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Υποχρεωτική ή όχι παράσταση δικηγόρου ανάλογα με τον τρόπο κίνησης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου:

Τρόπος με τον οποίο κινείται η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου

Παράσταση δικηγόρου

Κλήση (άρθρα 727 έως 730 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Επιτρεπόμενη αλλά όχι υποχρεωτική παρέμβαση.

Εθελούσια εμφάνιση (άρθρο 706 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Επιτρεπόμενη αλλά όχι υποχρεωτική παρέμβαση.

Αίτηση κατ’ αντιμωλία διαδικασίας (άρθρα 1034a έως 1034e του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Επιτρεπόμενη αλλά όχι υποχρεωτική παρέμβαση.

Μονομερής αίτηση (άρθρα 1025 έως και 1034 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται ρητά από τον νόμο, η παράσταση δικηγόρου είναι υποχρεωτική για την υπογραφή και την υποβολή της αίτησης (άρθρο 1026 παράγραφος 5 και άρθρο 1027 πρώτο εδάφιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Περιεχόμενο της αγωγής ανάλογα με τον τρόπο κίνησης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου:

Η κλήση αποτελεί τον συνήθη τρόπο προσφυγής στο δικαστήριο: δεν υπάρχουν περιορισμοί ως προς το αντικείμενο.

Η αίτηση κατ’ αντιμωλία διαδικασίας (άρθρα 1034a έως και 1034e του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας) μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις που προσδιορίζονται από τη νομοθεσία. Οι σημαντικότερες διατάξεις που προβλέπουν κίνηση της διαδικασίας μέσω αίτησης κατ’ αντιμωλία διαδικασίας είναι τα άρθρα 704, 813, το άρθρο 1056 παράγραφος 2, τα άρθρα 1193a, 1239, 1253b, 1254, 1320, 1344a 1371a, 1454 παράγραφος 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, καθώς και τα άρθρα 331, 331α και 340f του Αστικού Κώδικα (Burgerlijk Wetboek/Code civil).

Τα άρθρα αυτά αφορούν ειδικότερα τα εξής:

  • την εθελούσια παρέμβαση
  • τα ένδικα μέσα
  • συγκεκριμένες πωλήσεις ακινήτων
  • τη διατροφή (αιτήσεις χορήγησης, αναπροσαρμογής προς τα άνω ή προς τα κάτω ή παύσης της διατροφής)
  • τις αιτήσεις σχετικές με μισθωτικές διαφορές
  • την προστασία των φυσικών προσώπων
  • τις απαιτήσεις που αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από οικογενειακές σχέσεις
  • το διαζύγιο
  • τον προσωρινό προϋπολογισμό για κατασχέσεις.

Οι αγωγές ασκούνται με δικόγραφο που κατατίθεται ή αποστέλλεται, με συστημένη επιστολή, στη γραμματεία του δικαστηρίου. Ο γραμματέας καλεί τους διαδίκους να εμφανιστούν κατά τη δικάσιμο που ορίζει ο δικαστής.

Η μονομερής αίτηση (άρθρα 1025 έως και 1034 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται ρητώς από τον νόμο, και ειδικότερα στα άρθρα 584, 585, 588, 594, 606, 708, 1149, 1168, 1177, 1186 έως και 1189, 1192, 1195 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Χρησιμοποιείται επίσης όταν δεν μπορεί να κινηθεί η κατ’ αντιμωλία διαδικασία λόγω της ερημοδικίας αντιδίκου.

Επομένως, η μονομερής αίτηση χρησιμοποιείται κυρίως σε μονομερείς διαδικασίες, για παράδειγμα σε περίπτωση απόλυτης ανάγκης.

Η μονομερής αίτηση πρέπει, επί ποινή ακυρότητας, να είναι υπογεγραμμένη από δικηγόρο, εκτός εάν ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

Κατά συνέπεια, η παράσταση δικηγόρου είναι απαραίτητη για να εισαχθεί διαδικασία με μονομερή αίτηση.

Στο πλαίσιο της εθελούσιας εμφάνισης, οι διάδικοι μπορούν να εμφανιστούν αυτοβούλως, εφόσον το αντικείμενο της διαφοράς εμπίπτει στην αρμοδιότητα:

  • του πρωτοδικείου
  • του πρωτοβάθμιου εργατοδικείου
  • του δικαστήριο επιχειρήσεων
  • του ειρηνοδικείου ή
  • του πταισματοδικείου, για αστικές υποθέσεις.

Στο πλαίσιο της εθελούσιας εμφάνισης, η δήλωση των διαδίκων με την οποία ζητείται η έκδοση απόφασης υπογράφεται από τους ίδιους στο κάτω μέρος του πρακτικού που συντάσσει το δικαστήριο.

Αυτός ο τρόπος προσφυγής στο αρμόδιο δικαστήριο γίνεται δεκτός σε όλες τις υποθέσεις αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας και επιτρέπει τη μείωση των εξόδων και την εξοικονόμηση χρόνου.

7 Για την κίνηση της διαδικασίας, σε ποιον συγκεκριμένα πρέπει να απευθυνθώ: στην υποδοχή, στη γραμματεία του δικαστηρίου ή σε κάποια άλλη υπηρεσία;

Κάθε άτομο που επιθυμεί να προσφύγει ενώπιον του δικαστηρίου μπορεί να απευθύνεται στην υπηρεσία υποδοχής του αρμοδίου δικαστηρίου ή στη γραμματεία του.

Εάν το εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης είναι κλήση, ο δικαστικός επιμελητής αναλαμβάνει την επίδοση και ζητεί από τη γραμματεία την εγγραφή στο γενικό πινάκιο προσκομίζοντας το πρωτότυπο ή, κατά περίπτωση, αντίγραφο της κλήσης που επιδόθηκε (άρθρο 718 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Στη γραμματεία του δικαστηρίου τηρείται μητρώο (πινάκιο) στο οποίο εγγράφονται όλες οι υποθέσεις. Για να είναι έγκυρη η εγγραφή στο πινάκιο, πρέπει να πραγματοποιηθεί το αργότερο την προηγουμένη της ημερομηνίας ακρόασης που αναφέρεται στην κλήση. Το γενικό πινάκιο είναι δημόσιο (άρθρο 719 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), συνεπώς ο εναγόμενος μπορεί να επιβεβαιώσει ότι η υπόθεση για την οποία του επιδόθηκε κλήση έχει εγγραφεί σε αυτό.

Σε περίπτωση εθελούσιας εμφάνισης, οι διάδικοι ή οι δικηγόροι τους ζητούν από τη γραμματεία την εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο.

Η αίτηση κατ’ αντιμωλία διαδικασίας κατατίθεται ή αποστέλλεται, με συστημένη επιστολή, στη γραμματεία του δικαστηρίου από τον ενάγοντα ή τον δικηγόρο του σε τόσα αντίτυπα όσοι είναι οι εναγόμενοι (άρθρο 1034d του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Η μονομερής αίτηση αποστέλλεται από τον δικηγόρο σε δύο αντίτυπα στο δικαστήριο που καλείται να την κρίνει και κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου (άρθρο1027 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

8 Σε ποια γλώσσα πρέπει να διατυπώσω την αίτησή μου; Μπορώ να την υποβάλω προφορικά ή πρέπει να την υποβάλω οπωσδήποτε εγγράφως; Μπορώ να την υποβάλω με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο;

Όσον αφορά τη χρήση των γλωσσών, είναι σημαντικό να αναφερθεί ο νόμος της 15ης Ιουνίου 1935 σχετικά με τη χρήση των γλωσσών σε δικαστικές υποθέσεις (ο οποίος δημοσιεύθηκε στο Moniteur belge στις 22. 06. 1935). Ο νόμος διέπει τη χρήση των γλωσσών ενώπιον των πολιτικών και των εμπορικών δικαστηρίων του Βελγίου.

Καταρχήν, η γλώσσα καθορίζεται από τη γεωγραφική θέση του αρμόδιου δικαστηρίου. Σύμφωνα με το άρθρο 42 του εν λόγω νόμου, υπάρχουν τρεις γλωσσικές περιφέρειες: η γαλλόφωνη, η ολλανδόφωνη και η γερμανόφωνη περιφέρεια. Υπάρχει επίσης η δίγλωσση (γαλλικά/ολλανδικά) αστική περιοχή των Βρυξελλών, η οποία περιλαμβάνει, για τους σκοπούς του προαναφερομένου νόμου, τους ακόλουθους δήμους: Anderlecht, Brussel, Elsene, Etterbeek, Evere, Ganshoren, Koekelberg, Oudergem, Schaarbeek, Sint-Agatha-Berchem, Sint-Gillis, Sint-Jans-Molenbeek, Sint-Joost-ten-Noode, Sint-Lambrechts-Woluwe, Jette, Sint-Pieters-Woluwe, Ukkel, Vorst και Watermaal-Bosvoorde.

Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί σε δικαστήριο που χρησιμοποιεί άλλη γλώσσα κατά τη διαδικασία Επίσης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η γλώσσα της διαδικασίας μπορεί να μεταβληθεί, καταρχήν κατά την έναρξη της διαδικασίας.

Η διατύπωση του αιτήματος: όταν η υπόθεση εισάγεται με κλήση, αίτηση κατ' αντιμωλία διαδικασίας ή μονομερή αίτηση, το εισαγωγικό δικόγραφο πρέπει να υποβάλλεται εγγράφως και να πληροί ορισμένες τυπικές δικονομικές προϋποθέσεις. Εξάλλου, από τη στιγμή που μια υπόθεση εγγραφεί στο γενικό πινάκιο δικαστηρίου, ο γραμματέας συγκροτεί φάκελο που αποκαλείται «φάκελος δικογραφίας». Ο φάκελος δικογραφίας διαβιβάζεται στο δικαστήριο που θα κρίνει την υπόθεση, ενώ σε περίπτωση άσκησης ενδίκων μέσων ενώπιον δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ή ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, διαβιβάζεται επίσης στη γραμματεία του ανώτερου δικαστηρίου.

Επί του παρόντος δεν μπορεί να ασκηθεί αγωγή με τηλεομοιοτυπία ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

9 Υπάρχουν ειδικά έντυπα για την άσκηση αγωγής; Αν όχι, πώς κινείται η διαδικασία; Ο φάκελος της αγωγής πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά ορισμένα στοιχεία;

Η νομοθεσία δεν προβλέπει τη χρήση προεκτυπωμένων εντύπων εισαγωγικών δικογράφων. Ωστόσο, το δικόγραφο πρέπει να περιέχει ορισμένα στοιχεία, ελλείψει των οποίων το δικόγραφο θεωρείται αυτοδικαίως άκυρο.

Τόσο η κλήση όσο και η αίτηση κατ’ αντιμωλία διαδικασίας και η μονομερής αίτηση πρέπει να πληρούν, επί ποινή ακυρότητας, ορισμένες έννομες προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Τα στοιχεία αυτά, τα οποία πρέπει να περιέχονται υποχρεωτικά στο δικόγραφο, αφορούν κυρίως τα στοιχεία των διαδίκων, το αντικείμενο της αίτησης, τον προσδιορισμό του αρμόδιου δικαστηρίου και τη δικάσιμο

Η κλήση, συνεπώς, πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία (άρθρα 43 και 702 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):

  • την υπογραφή του δικαστικού επιμελητή
  • το επώνυμο, τα ονόματα και τη διεύθυνση κατοικίας του ενάγοντος και, όποτε αρμόζει, τον εθνικό αριθμό ταυτοποίησης ή τον αριθμό της εταιρείας
  • το επώνυμο, τα ονόματα, τη διεύθυνση κατοικίας ή, ελλείψει μόνιμης κατοικίας, την τρέχουσα διεύθυνση κατοικίας του προσώπου στο οποίο επιδίδεται η κλήση
  • το αίτημα και συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών προς επίρρωση της αγωγής
  • το δικαστήριο ενώπιον του οποίου ασκείται η αγωγή
  • την ημέρα, τον μήνα, το έτος και τον τόπο επίδοσης και
  • τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα της ακρόασης ενώπιον του δικαστηρίου.

Η αίτηση για διαδικασία κατ’ αντιμωλία (άρθρο 1034β του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):

  • την ημέρα, τον μήνα και το έτος
  • το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος και, κατά περίπτωση, τον εθνικό αριθμό ταυτοποίησης ή τον αριθμό της εταιρείας
  • το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας και, κατά περίπτωση, την ιδιότητα του προσώπου στο οποίο επιδίδεται η κλήση
  • την αίτηση και συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών προς επίρρωση της αγωγής
  • το δικαστήριο ενώπιον του οποίου ασκείται η αγωγή
  • την υπογραφή του ενάγοντος ή του δικηγόρου του.

Η μονομερής αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία (άρθρο 1026 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):

  • την ημέρα, τον μήνα και το έτος
  • το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας του ενάγοντος και, κατά περίπτωση, τον εθνικό αριθμό ταυτοποίησης ή τον αριθμό της εταιρείας
  • την αίτηση και συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών προς επίρρωση της αγωγής
  • τον προσδιορισμό του δικαστηρίου που θα επιληφθεί της υπόθεσης
  • την υπογραφή του δικηγόρου του διαδίκου, εκτός εάν ο νόμος ορίζει άλλως.

Σε περίπτωση εθελούσιας εμφάνισης στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας (ενώπιον του πρωτοδικείου, του πρωτοβάθμιου εργατοδικείου, του δικαστηρίου επιχειρήσεων, του ειρηνοδικείου ή του πταισματοδικείου που εκδικάζει αστικές υποθέσεις), η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί με κοινή αίτηση των διαδίκων. Η αίτηση πρέπει να φέρει ημερομηνία και υπογραφή των διαδίκων στο κάτω μέρος της, επί ποινή ακυρότητας. Η αίτηση κατατίθεται ή αποστέλλεται με συστημένη επιστολή στη γραμματεία του δικαστηρίου. Η κατάθεση της αίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου ή η αποστολή με συστημένη επιστολή θεωρείται επίδοση. Η αίτηση εγγράφεται στο πινάκιο αφού πληρωθούν ενδεχόμενα δικαστικά τέλη. Σε περίπτωση που οι διάδικοι ή ο ένας από τους διαδίκους το ζητήσει/-ουν ή αν το δικαστήριο το κρίνει αναγκαίο, το δικαστήριο ορίζει ακροαματική διαδικασία εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή της αίτησης. Κατόπιν, η γραμματεία του δικαστηρίου καλεί, με κοινή επιστολή, τους διαδίκους και, κατά περίπτωση, τους δικηγόρους τους να παραστούν στη συνεδρίαση που όρισε το δικαστήριο (άρθρο 706 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

10 Χρειάζεται να καταβληθούν τέλη στο δικαστήριο; Αν ναι, πότε; Η αμοιβή του δικηγόρου προκαταβάλλεται;

Πράγματι, στο δικαστήριο καταβάλλονται τέλη.

Κατά την κατάθεση της αίτησης, ο αιτών διάδικος πρέπει να καταβάλει τη συνδρομή που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του νόμου της 19ης Μαρτίου 2017 για τη σύσταση ταμείου προϋπολογισμού για νομική συνδρομή δεύτερης γραμμής η οποία ανέρχεται επί του παρόντος σε 20 EUR.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, τα μέρη υποχρεούνται να καταβάλουν ορισμένα έξοδα σχετικά με τη διαδικασία σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζει το δικαστήριο (μέτρα έρευνας, αμοιβές και δαπάνες πραγματογνωμόνων, έξοδα ταξιδίου κ.λπ.).

Μετά το πέρας της διαδικασίας, το δικαστήριο διατάσσει τον ηττηθέντα διάδικου ή, άλλως, τον ενάγοντα να καταβάλει το προβλεπόμενο τέλος, το οποίο ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση. Τα ποσά αυτά ορίζονται στο άρθρο 2691 του κώδικα τελών καταχώρισης, υποθήκης και δικαστικών τελών (Wetboek van Inschrijvings-, hypotheek- en registratierechten) ως εξής:

  • ειρηνοδικείο και πταισματοδικεία, τέλος ύψους 50 ευρώ
  • πρωτοδικεία και δικαστήρια επιχειρήσεων, τέλος ύψους 165 ευρώ
  • εφετεία, τέλος ύψους 400 ευρώ
  • Ακυρωτικό Δικαστήριο, τέλος ύψους 650 ευρώ.

Ορισμένες υποθέσεις εξαιρούνται από το προβλεπόμενο τέλος, κυρίως εκείνες που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των πρωτοβάθμιων εργατοδικείων και εκείνων που αφορούν την πτώχευση και τη δικαστική αναδιοργάνωση.

Επιπλέον, σύμφωνα με την τελεσίδικη απόφαση, καταρχήν τα έξοδα επιβαρύνουν τον ηττηθέντα διάδικo, ενδεχομένως αυτομάτως, σύμφωνα με το άρθρο 1017 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Τα έξοδα αυτά πρέπει να πληρωθούν ή να επιστραφούν στο άλλο μέρος. Τα έξοδα της διαδικασίας περιλαμβάνουν (άρθρο 1018 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):

  1. τα διάφορα γραμματειακά τέλη και τέλη καταχώρισης, καθώς και τα τέλη χαρτοσήμου που καταβάλλονται για την κατάργηση του κώδικα των τελών χαρτοσήμου (Wetboek der zegelrechten)
  2. την τιμή και τις αποδοχές και τις αμοιβές των δικαστικών πράξεων
  3. την τιμή δημοσίευση της απόφασης
  4. τα έξοδα σχετικά με όλα τα μέτρα έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών μαρτύρων και πραγματογνωμόνων
  5. τα έξοδα ταξιδιού και διαμονής των δικαστών, των γραμματέων και των διαδίκων, εφόσον έλαβαν εντολή ταξιδίου από το δικαστήριο, και τα έξοδα των εγγράφων, εάν αυτά εκδίδονται αποκλειστικά για τους σκοπούς της διαδικασίας
  6. τα έξοδα παράστασης, όπως ορίζονται στο άρθρο 1022
  7. την αμοιβή, τις αποδοχές και το κόστος του διαμεσολαβητή που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 1734
  8. τη συνδρομή που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του νόμου της 19ης Μαρτίου 2017 για τη σύσταση ταμείου προϋπολογισμού νομικής συνδρομής δεύτερης γραμμής (juridische tweedelijnsbijstand). η αμοιβή και τα έξοδα δικηγόρου δεν περιλαμβάνονται αυτές καθαυτές στα δικαστικά τέλη, αλλά συμφωνούνται μεταξύ του δικηγόρου και του πελάτη του. Κατά συνέπεια, κάθε διάδικος αναλαμβάνει τα έξοδα και την αμοιβή του δικηγόρου του.
    Ο ηττηθείς διάδικος υποχρεούται να καταβάλει την προβλεπόμενη από τον νόμο συνεισφορά στις δαπάνες νομικής εκπροσώπησης του αντιδίκου (άρθρα 1018 και 1022 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Πρόκειται για εφάπαξ χρηματική συνεισφορά για την κάλυψη της αμοιβής του δικηγόρου του δικαιωθέντος διαδίκου. Τόσο το ποσό της εν λόγω αμοιβής όσο και ο τρόπος υπολογισμού και καταβολής του ορίζονται από τις διατάξεις του βασιλικού διατάγματος της 26ης Οκτωβρίου 2007.

11 Μπορώ να τύχω νομικής συνδρομής;

(Βλ. ενημερωτικό δελτίο με τίτλο «Νομική συνδρομή»).

12 Από ποιο χρονικό σημείο και εξής η αγωγή μου θεωρείται επισήμως ασκηθείσα; Θα μου δώσουν οι αρχές πληροφορίες για το κατά πόσον η αγωγή μου έχει ασκηθεί εγκύρως;

Η αγωγή θεωρείται ότι έχει ασκηθεί με την εγγραφή της στο γενικό πινάκιο, ακόμη και σε περίπτωση εθελούσιας εμφάνισης.

Διευκρινίζεται ότι οι υποθέσεις που εισάγονται με αίτηση και οι αιτήσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων εγγράφονται σε ειδικά πινάκια που καθορίζουν ότι το δικαστήριο επιλαμβάνεται πράγματι της υπόθεσης.

Στους διαδίκους δεν αποστέλλεται κάποιου είδους επιβεβαίωση. Ωστόσο, μπορούν να συμβουλεύονται το γενικό πινάκιο για να βεβαιώνονται ότι η υπόθεση έχει πράγματι εγγραφεί. Με την εγγραφή στο πινάκιο, γεννάται η υποχρέωση του δικαστηρίου να κρίνει την υπόθεση.

13 Θα λάβω λεπτομερείς πληροφορίες για το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων που θα ακολουθήσουν την προσφυγή στο δικαστήριο (π.χ. όσον αφορά το πότε θα πρέπει να εμφανιστώ στο δικαστήριο);

Γενικά, πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας παρέχονται από τον δικηγόρο του διαδίκου σε περίπτωση που εκπροσωπείται από δικηγόρο. Πληροφορίες μπορούν επίσης να δοθούν από τη γραμματεία του δικαστηρίου το οποίο πρόκειται να εκδικάσει την υπόθεση. Εξάλλου, πληροφορίες σχετικά με τη δικάσιμο και το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της υπόθεσης περιλαμβάνονται και στην κλήση.

Σε πρώτο στάδιο παρέχονται συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης.

Στην περίπτωση κλήσης ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνει τον ενάγοντα για την ημερομηνία πρώτης συζήτησης, η οποία αποτελεί το πρώτο στάδιο της διαδικασίας..

Στην περίπτωση κατ' αντιμωλία διαδικασίας ή εθελούσιας εμφάνισης οι διάδικοι ενημερώνονται από τη γραμματεία του δικαστηρίου.

Στην περίπτωση μονομερούς αίτησης δεν διεξάγεται συζήτηση στο ακροατήριο. Ωστόσο, ο γραμματέας μπορεί να καλέσει τον αιτούντα εάν ο δικαστής επιθυμεί να του θέσει ερωτήσεις.

Σε δεύτερο στάδιο συγκροτείται η δικογραφία της υπόθεσης. Προς τον σκοπό αυτό, κάθε διάδικος διαθέτει, προθεσμία που ορίζεται από τον νόμο (άρθρο 747 παράγραφος 1 του Δικαστικού Κώδικα) για την κατάθεση αποδεικτικών στοιχείων και προτάσεων (έγγραφης επιχειρηματολογίας και υπεράσπισης) Σε περίπτωση μη τήρησης των προβλεπομένων προθεσμιών επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 747 του Δικαστικού Κώδικα.

Μόλις συμπληρωθεί η δικογραφία και η υπόθεση είναι ώριμη προς συζήτηση, οι διάδικοι ζητούν να οριστεί δικάσιμος για τη συζήτηση της υπόθεσης. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι αυτή τη δικάσιμο εξαρτάται από τον φόρτο εργασίας του δικαστηρίου και από τον διαθέσιμο χρόνο που μπορεί να αφιερωθεί στην υπόθεση. Λόγω διαδικαστικών πράξεων που είναι αναγκαίες σε ορισμένες περιπτώσεις (πραγματογνωμοσύνες, εξέταση των διαδίκων και των μαρτύρων κ.λπ.), είναι δύσκολο να προσδιοριστεί εκ των προτέρων με ακρίβεια η συνολική διάρκεια της διαδικασίας. Πράγματι, οι διαδικαστικές πράξεις μπορεί να προκαλέσουν διακοπή, αναστολή ή ακόμη και ακύρωση της διαδικασίας.

Μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας, κηρύσσεται η λήξη της συζήτησης και ο δικαστής μελετά τη δικογραφία. Καταρχήν, το δικαστήριο οφείλει να εκδώσει απόφαση εντός μηνός από τη λήψη της δικογραφίας προς μελέτη, σύμφωνα με το άρθρο 770 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Τελευταία επικαιροποίηση: 23/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.