Προθεσμίες των διαδικασιών

Σλοβενία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Ποια είναι τα είδη προθεσμιών που εφαρμόζονται στις αστικές διαδικασίες;

Σύμφωνα με το δικονομικό δίκαιο της Σλοβενίας, ως προθεσμία νοείται χρονικό διάστημα που οριοθετείται από δύο χρονικά σημεία –τα σημεία έναρξης και λήξης του χρονικού διαστήματος– κατά το οποίο μπορεί ή, κατ’ εξαίρεση, δεν μπορεί να διενεργηθεί μια συγκεκριμένη διαδικαστική πράξη.

Το σλοβενικό δίκαιο γνωρίζει διάφορα είδη προθεσμιών:

  • ουσιαστικές και δικονομικές προθεσμίες: οι ουσιαστικές προθεσμίες τίθενται από το ουσιαστικό δίκαιο για την προβολή δικαιωμάτων και διακρίνονται σε αποσβεστικές προθεσμίες, με τη λήξη των οποίων επέρχεται εκ του νόμου η απόσβεση του δικαιώματος, και σε προθεσμίες παραγραφής, η παρέλευση των οποίων καθιστά πλέον αδύνατη την άσκηση δικαιώματος αν προβάλει σχετική ένσταση ο αντίδικος. Οι δικονομικές προθεσμίες τάσσονται για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων
  • νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες: οι νόμιμες προθεσμίες και η διάρκειά τους ορίζονται απευθείας από τον νόμο, ενώ οι δικαστικές προθεσμίες ορίζονται από το δικαστήριο, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης
  • προθεσμίες επιδεκτικές και μη επιδεκτικές παράτασης: οι δικαστικές προθεσμίες μπορούν να παραταθούν, ενώ οι νόμιμες όχι
  • υποκειμενικές και αντικειμενικές προθεσμίες: οι υποκειμενικές προθεσμίες ξεκινούν όταν το οικείο πρόσωπο λαμβάνει γνώση ενός συγκεκριμένου γεγονότος ή αποκτά τη δυνατότητα διενέργειας μιας διαδικαστικής πράξης, ενώ οι αντικειμενικές προθεσμίες ξεκινούν με την επέλευση μιας συγκεκριμένης αντικειμενικής περίστασης
  • δικονομικές ανατρεπτικές προθεσμίες και ενδεικτικές προθεσμίες: η παρέλευση δικονομικής ανατρεπτικής προθεσμίας έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείεται πλέον η έγκυρη διενέργεια της σχετικής διαδικαστικής πράξης, ενώ η παραβίαση ενδεικτικής προθεσμίας δεν έχει άμεσες έννομες συνέπειες.

2 Κατάλογος των αργιών που προβλέπονται βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71, της 3ης Ιουνίου 1971.

Σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 1182/71, ως «εργάσιμη ημέρα» νοείται κάθε ημέρα που δεν είναι αργία, Κυριακή και Σάββατο. Οι εξής αργίες έχουν οριστεί ως εξαιρετέες ημέρες στη Σλοβενία με τον νόμο για τις αργίες και τις εξαιρετέες ημέρες στη Δημοκρατία της Σλοβενίας (Zakon o praznikih in dela prostih dnevih v Republiki Sloveniji - «ZPDPD»):

  • 1 Ιανουαρίου - Πρωτοχρονιά
  • 8 Φεβρουαρίου - Ημέρα Prešeren, η πολιτισμική εορτή της Σλοβενίας
  • 27 Απριλίου - Ημέρα εξέγερσης κατά της κατοχής
  • 1 και 2 Μαΐου - Αργία της Πρωτομαγιάς
  • 25 Ιουνίου - Εθνική εορτή
  • 1 Νοεμβρίου - Ημέρα των Αγίων Πάντων
  • 26 Δεκεμβρίου - Ημέρα ανεξαρτησίας και ενότητας.

Στις εξαιρετέες ημέρες στη Σλοβενία περιλαμβάνονται επίσης:

  • η Κυριακή του Πάσχα και η Δευτέρα του Πάσχα
  • 15 Αυγούστου - Κοίμηση της Θεοτόκου
  • 31 Οκτωβρίου - Ημέρα της Μεταρρύθμισης
  • 25 Δεκεμβρίου - Χριστούγεννα.

3 Ποιοι είναι οι ισχύοντες γενικοί κανόνες για τις προθεσμίες στις διάφορες αστικές διαδικασίες;

Οι γενικοί κανόνες που διέπουν τις δικονομικές προθεσμίες στο σλοβενικό δίκαιο ορίζονται στον κώδικα πολιτικής δικονομίας (Zakon o pravdnem postopku - «ZPP»). Τα άρθρα 110 έως 112 και 116 έως 120 του κώδικα πολιτικής δικονομίας τυγχάνουν ευθείας εφαρμογής στην αμφισβητούμενη διαδικασία και αναλογικής εφαρμογής στην εκουσία διαδικασία, στη διαδικασία εκτέλεσης και εξασφάλισης, και στη διαδικασία αναγκαστικού συμβιβασμού ή πτώχευσης λόγω αφερεγγυότητας επιχείρησης ή εκκαθάρισής της.

4 Όταν μια πράξη ή μια διατύπωση πρέπει να διενεργηθεί εντός μιας συγκεκριμένης προθεσμίας, ποιο είναι το χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας;

Στο σλοβενικό δίκαιο οι προθεσμίες υπολογίζονται ημερολογιακά, δηλαδή ανά ημέρες. Οι προθεσμίες υπολογίζονται σε ημέρες, μήνες και έτη. Εάν μια προθεσμία προσδιορίζεται κατά ημέρες, η ημέρα επίδοσης του δικαστικού εγγράφου ή η ημέρα επέλευσης του γεγονότος που αποτελεί την αφετηρία μιας προθεσμίας δεν περιλαμβάνεται στην προθεσμία. Αντίθετα, η προθεσμία αρχίζει να τρέχει την επόμενη ημέρα. Οι προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά μήνες ή έτη λήγουν κατά το τέλος της ημέρας του τελευταίου μήνα ή έτους η οποία έχει τον ίδιο αριθμό με την ημέρα έναρξης της προθεσμίας. Εάν δεν υπάρχει τέτοια ημέρα κατά τον τελευταίο μήνα, η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα. Οι προθεσμίες στις εν λόγω περιπτώσεις ξεκινούν την ίδια την ημέρα κατά την οποία επήλθε το γεγονός που αποτελεί την αφετηρία υπολογισμού της προθεσμίας (για παράδειγμα, αν μια διαδικαστική πράξη πρέπει να διενεργηθεί εντός ενός έτους από την επίδοση ενός εγγράφου και η επίδοση διενεργήθηκε στις 25 Απριλίου 2005, η προθεσμία λήγει στις 25 Απριλίου 2006). Αν η τελευταία ημέρα μιας προθεσμίας είναι Σάββατο, Κυριακή, αργία ή άλλη ημέρα που ορίζεται ως εξαιρετέα από τον νόμο για τις αργίες και τις εξαιρετέες ημέρες στη Δημοκρατία της Σλοβενίας (βλέπε το σημείο 2 ανωτέρω), η προθεσμία λήγει την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα. Οι ανωτέρω αναφερόμενες ημέρες δεν έχουν αντίκτυπο στην έναρξη και την εξέλιξη της διαδικασίας, διότι η προθεσμία τρέχει αδιάλειπτα και τις εν λόγω ημέρες. Εξαίρεση στον εν λόγω κανόνα αποτελούν οι δικαστικές διακοπές (μεταξύ 15 Ιουλίου και 15 Αυγούστου), κατά τη διάρκεια των οποίων δεν μπορεί να ξεκινήσει να τρέχει προθεσμία αντ’ αυτού, ξεκινά την πρώτη ημέρα μετά τις δικαστικές διακοπές.

Τα συνηθέστερα γεγονότα που σηματοδοτούν την αφετηρία προθεσμίας είναι η επίδοση δικαστικού εγγράφου, η διενέργεια πράξης από τον αντίδικο και μη διαδικαστικά συμβάντα.

5 Μπορεί η έναρξη της προθεσμίας να επηρεαστεί ή να τροποποιηθεί από τον τρόπο κοινοποίησης ή επίδοσης εγγράφων (προσωπική επίδοση από δικαστικό επιμελητή ή ταχυδρομική επίδοση);

Σύμφωνα με το σλοβενικό δίκαιο, τα έγγραφα επιδίδονται μέσω ταχυδρομείου, δικαστικού επιμελητή, στο δικαστήριο ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ορίζει ο νόμος. Για τις προθεσμίες που ξεκινούν να τρέχουν από την επίδοση, η μέθοδος επίδοσης των εγγράφων δεν έχει αντίκτυπο στον εναρκτήριο χρόνο της προθεσμίας. Η προθεσμία ξεκινά να τρέχει από τον χρόνο που διενεργήθηκε ή θεωρείται ότι διενεργήθηκε η επίδοση σύμφωνα με τον νόμο.

Η επίδοση εγγράφων διέπεται από τα άρθρα 132 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Γίνεται διάκριση μεταξύ μη προσωπικής (συνήθους) και προσωπικής ταχυδρομικής επίδοσης και επίδοσης μέσω ασφαλών ηλεκτρονικών μέσων, η οποία μπορεί επίσης να είναι προσωπική ή μη προσωπική.

Στη μη προσωπική επίδοση εγγράφων (άρθρα 140 και 141 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί την ημέρα που ο δικαστικός επιμελητής επέδωσε τα έγγραφα στον τόπο κατοικίας ή εργασίας του παραλήπτη. Εάν ο παραλήπτης δεν μπορεί να βρεθεί στην κατοικία του, τα έγγραφα μπορούν να επιδοθούν σε κάποιο ενήλικο μέλος του νοικοκυριού του. Εάν ο δικαστικός επιμελητής επιδώσει τα έγγραφα στον τόπο εργασίας του παραλήπτη και αυτός απουσιάζει κατά τον χρόνο της επίδοσης ή ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορεί να τον βρει για λόγους που σχετίζονται με την οργάνωση της διαδικασίας εργασίας του, η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί όταν τα έγγραφα επιδόθηκαν σε πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί για την παραλαβή της ταχυδρομικής αλληλογραφίας ή σε πρόσωπο που απασχολείται στον εν λόγω τόπο εργασίας. Αν ο παραλήπτης διαμένει σε δομή φιλοξενίας και ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορεί να τον βρει εκεί, τα έγγραφα παραδίδονται στο πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί να παραλαμβάνει την αλληλογραφία των προσώπων που διαμένουν εκεί. Η προθεσμία ξεκινά την επόμενη ημέρα από την εν λόγω επίδοση. Αν η επίδοση δεν είναι εφικτή, ο δικαστικός επιμελητής τοποθετεί τα έγγραφα στην ταχυδρομική θυρίδα της κατοικίας του προσώπου, οπότε η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί την ημέρα που τα έγγραφα τοποθετήθηκαν στην ταχυδρομική θυρίδα. Αν ο αποδέκτης δεν διαθέτει ταχυδρομική θυρίδα ή αυτή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, τα έγγραφα μπορούν να παραδοθούν στο δικαστήριο που ζήτησε την επίδοση ή στο τοπικό ταχυδρομικό γραφείο, με θυροκόλληση της έκθεσης επίδοσης που αναγράφει τον τόπο παραλαβής των εγγράφων. Η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί την ημέρα της θυροκόλλησης της έκθεσης επίδοσης. Το ταχυδρομικό γραφείο τηρεί τα έγγραφα για διάστημα 30 ημερών. Αν ο παραλήπτης δεν αναλάβει τα έγγραφα εντός της εν λόγω προθεσμίας, αυτά επιστρέφονται στο δικαστήριο. Αν τα έγγραφα πρέπει να επιδοθούν σε νομικό πρόσωπο που είναι καταχωρισμένο στο μητρώο ή σε ελεύθερο επαγγελματία και η επίδοση δεν είναι εφικτή στη διεύθυνση της επιχείρησης που είναι καταχωρισμένη στο μητρώο, η επίδοση διενεργείται με κατάλειψη των εγγράφων ή της έκθεσης επίδοσης στη διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη στο μητρώο, εφόσον αυτή πράγματι υπάρχει.

Προσωπική επίδοση (άρθρα 142 και 143 του κώδικα πολιτικής δικονομίας) διενεργείται όταν η επίδοση αφορά αγωγή, δικαστική απόφαση κατά της οποίας επιτρέπεται η άσκηση έφεσης ή έκτακτου ένδικου μέσου, διαταγή πληρωμής των δικαστικών τελών που επιβάλλονται στις καταθέσεις του άρθρου 105α του κώδικα πολιτικής δικονομίας, πρόσκληση σε συζήτηση για διακανονισμό ή την πρώτη κύρια συζήτηση. Άλλα έγγραφα επιδίδονται προσωπικά μόνο όταν το επιτάσσει ο νόμος ή το κρίνει αναγκαίο το δικαστήριο επειδή τα έγγραφα είναι πρωτότυπα ή επειδή για κάποιον άλλο λόγο χρήζουν μεγαλύτερης προσοχής. Η προθεσμία ξεκινά να τρέχει την επόμενη ημέρα από την εν λόγω επίδοση. Η προθεσμία μπορεί να λήγει σε εξαιρετέα ημέρα, με την έννοια ότι, εάν λήγει σε εξαιρετέα ημέρα, παρατείνεται έως την επόμενη εργάσιμη ημέρα.

Εάν είναι αναγκαία αλλά όχι εφικτή η άμεση προσωπική επίδοση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να αφήσει το έγγραφο στην ταχυδρομική θυρίδα ή να θυροκολλήσει στην είσοδο της κατοικίας έκθεση επίδοσης των εγγράφων με την οποία τάσσεται προθεσμία 15 ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας ο παραλήπτης μπορεί να αναλάβει τα έγγραφα από το τοπικό ταχυδρομικό γραφείο, αν η επίδοση επιχειρήθηκε μέσω ταχυδρομείου, ή στο δικαστήριο που διέταξε την επίδοση. Η επίδοση θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί όταν ο παραλήπτης αναλάβει τα έγγραφα από το ταχυδρομείο ή έπειτα από 15 ημέρες εάν ο παραλήπτης δεν αναλάβει τα έγγραφα. Εάν ο παραλήπτης δεν αναλάβει τα έγγραφα, η προθεσμία ξεκινά να τρέχει την επομένη της ημέρας που διενεργήθηκε ή που θεωρείται ότι διενεργήθηκε η επίδοση.

Η ηλεκτρονική επίδοση εγγράφων μπορεί να γίνει με ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα. Το δικαστικό πληροφοριακό σύστημα αποστέλλει αυτόματα τα έγγραφα στην καταχωρισμένη διεύθυνση επιδόσεων ή στην ασφαλή ηλεκτρονική θυρίδα του παραλήπτη μέσω εξουσιοδοτημένων φυσικών ή νομικών προσώπων τα οποία επιδίδουν έγγραφα με ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα ως καταχωρισμένη δραστηριότητα βάσει ειδικής άδειας από τον υπουργό Δικαιοσύνης. Ο παραλήπτης οφείλει να παραλάβει τα έγγραφα εντός 15 ημερών. Ο παραλήπτης παραλαμβάνει τα έγγραφα από το πληροφοριακό σύστημα αφού αποδείξει την ταυτότητά του με τον προβλεπόμενο τρόπο, υπογράφει ηλεκτρονικά την απόδειξη παραλαβής και την επιστρέφει στον αποστολέα με ασφαλές ηλεκτρονικό μέσο. Η επίδοση θεωρείται ότι διενεργήθηκε την ημέρα που ο παραλήπτης αποδέχθηκε τα ηλεκτρονικά έγγραφα. Εάν τα έγγραφα δεν γίνουν αποδεκτά εντός 15 ημερών, η επίδοση θεωρείται ότι διενεργήθηκε με τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας. Τουλάχιστον τρεις μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας των 15 ημερών από την παραλαβή του ηλεκτρονικού μηνύματος, ο παραλήπτης τεκμαίρεται ότι έχει ενημερωθεί για το περιεχόμενο του εγγράφου. Η προθεσμία ξεκινά να τρέχει την επομένη της ημέρας που διενεργήθηκε ή θεωρείται ότι διενεργήθηκε η επίδοση αν ο παραλήπτης δεν παραλάβει τα έγγραφα. Πρέπει να τονιστεί ότι, παρά το γεγονός ότι προβλέπεται νομοθετικά, η ηλεκτρονική επίδοση δεν είναι ακόμη στην πράξη δυνατή στις αστικές και εμπορικές δικαστικές διαδικασίες, με εξαίρεση τις διαδικασίες εκτέλεσης, αφερεγγυότητας και κτηματολογίου. Αναφορικά με τη χρήση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, βλ. την ενότητα «Αυτόματη διαδικασία».

6 Αν η επέλευση ενός γεγονότος αποτελεί την έναρξη της προθεσμίας, η ημέρα επέλευσης του γεγονότος συνεκτιμάται στον υπολογισμό της προθεσμίας;

Όταν μια προθεσμία προσδιορίζεται σε ημέρες, η ημέρα της επίδοσης του δικαστικού εγγράφου ή ημέρα επέλευσης του γεγονότος που κινεί την προθεσμία δεν περιλαμβάνεται στην προθεσμία. Αντιθέτως, η πρώτη ημέρα της προθεσμίας είναι η επομένη της ημέρας επίδοσης του δικαστικού εγγράφου ή η επομένη της ημέρας επέλευσης του γεγονότος.

Οι προθεσμίες που προσδιορίζονται σε μήνες ή έτη λήγουν κατά το τέλος της ημέρας του τελευταίου μήνα ή έτους που έχει αντίστοιχο αριθμό με την ημέρα έναρξης της προθεσμίας. Αν δεν υπάρχει τέτοια ημέρα τον τελευταίο μήνα, η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα. Οι προθεσμίες στις εν λόγω περιπτώσεις ξεκινούν την ημέρα κατά την οποία επήλθε το γεγονός που κινεί την προθεσμία (για παράδειγμα, αν μια διαδικαστική πράξη πρέπει να διενεργηθεί εντός ενός έτους από την επίδοση ενός εγγράφου και η επίδοση έλαβε χώρα στις 25 Απριλίου 2005, η προθεσμία λήγει στις 25 Απριλίου 2006).

7 Όταν μια προθεσμία προσδιορίζεται κατά ημέρες, ο αριθμός των αναφερόμενων ημερών περιλαμβάνει τις ημερολογιακές ημέρες ή τις εργάσιμες ημέρες;

Όταν μια προθεσμία προσδιορίζεται κατά ημέρες, πρόκειται για ημερολογιακές ημέρες. Οι προθεσμίες τρέχουν αδιάλειπτα, συμπεριλαμβανομένων του Σαββάτου, της Κυριακής και των εξαιρετέων ημερών. Για παράδειγμα, αν μια απόφαση επιδόθηκε Παρασκευή, η προθεσμία της έφεσης ξεκινά να τρέχει το Σάββατο. Αν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι Σάββατο, Κυριακή, αργία ή άλλη ημέρα που ορίζεται εξαιρετέα από τον νόμο για τις αργίες και τις εξαιρετέες ημέρες στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, η προθεσμία λήγει την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα.

Κατά τον υπολογισμό των προθεσμιών πρέπει επίσης να εφαρμόζονται οι ειδικοί κανόνες του άρθρου 83 του νόμου περί δικαστηρίων (Zakon o sodiščih), που διέπει τις δικαστικές διακοπές. Κατά το διάστημα μεταξύ 15 Ιουλίου και 15 Αυγούστου τα δικαστήρια διεξάγουν συζητήσεις και εκδίδουν αποφάσεις μόνο για τις επείγουσες υποθέσεις, όπως αυτές ορίζονται στον νόμο (ασφαλιστικά μέτρα, επιμέλεια και μέριμνα τέκνων, υποχρεώσεις διατροφής κ.ο.κ). Με εξαίρεση τις επείγουσες υποθέσεις, οι δικονομικές προθεσμίες δεν τρέχουν. Αν η επίδοση διενεργήθηκε κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών (για παράδειγμα, στις 20 Ιουλίου) η δικονομική προθεσμία ξεκινά να τρέχει την επομένη της τελευταίας ημέρας των δικαστικών διακοπών, δηλαδή στις 16 Αυγούστου. Επίσης, οι δικονομικές προθεσμίες δεν μπορούν να λήξουν κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών. Για παράδειγμα, αν η επίδοση διενεργήθηκε στις 10 Ιουλίου, η 15ήμερη προθεσμία λήγει στις 26 Αυγούστου. Οι δικαστικές διακοπές διακόπτουν την πορεία της προθεσμίας.

8 Όταν η προθεσμία προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη;

Στο σλοβενικό δίκαιο οι προθεσμίες δεν προσδιορίζονται κατά εβδομάδες. Οι προθεσμίες προσδιορίζονται κατά ημέρες, μήνες και έτη. Τα Σάββατα, οι Κυριακές και οι άλλες εξαιρετέες ημέρες δεν έχουν αντίκτυπο στις προθεσμίες, αλλά προθεσμία δεν μπορεί να λήξει τέτοια ημέρα. Αν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι Σάββατο, Κυριακή, αργία ή άλλη ημέρα που ορίζεται εξαιρετέα στον νόμο για τις αργίες και τις εξαιρετέες ημέρες στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, η προθεσμία λήγει την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα.

Το πλαίσιο που προβλέπει ο νόμος περί δικαστηρίων για τις προθεσμίες κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών δεν περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τις προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά μήνες ή έτη, αναφορικά με τις οποίες το άρθρο 111 παράγραφος 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι λήγουν την ημερομηνία που έχει αντίστοιχο αριθμό με την ημερομηνία της έναρξης της προθεσμίας. Οι δικαστικές διακοπές δεν επηρεάζουν τις προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά έτη. Σύμφωνα με τη νομολογία, οι προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά μήνες δεν τρέχουν κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών και συνεπώς παρατείνονται κατά έναν μήνα (για παράδειγμα, τρίμηνη δικονομική προθεσμία που ξεκινά να τρέχει στις 20 Ιουνίου λήγει στις 20 Σεπτεμβρίου, ενώ τρίμηνη προθεσμία που θα έληγε κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, για παράδειγμα στις 5 Αυγούστου, παρατείνεται κατά έναν μήνα και λήγει στις 5 Σεπτεμβρίου).

9 Πότε λήγει η προθεσμία όταν προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη;

Οι προθεσμίες που προσδιορίζονται κατά μήνες ή έτη λήγουν κατά το τέλος της ημέρας του τελευταίου μήνα ή έτους που έχει αντίστοιχο αριθμό με την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας. Αν δεν υπάρχει τέτοια ημέρα κατά τον τελευταίο μήνα, η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα (για παράδειγμα, αν μια διαδικαστική πράξη πρέπει να διενεργηθεί εντός ενός έτους από την επίδοση ενός εγγράφου και η επίδοση έλαβε χώρα στις 25 Απριλίου 2005, η προθεσμία λήγει στις 25 Απριλίου 2006 αν μια διαδικαστική πράξη πρέπει να διενεργηθεί εντός ενός μήνα από επίδοση που διενεργήθηκε στις 31 Μαΐου 2005, η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι η 30ή Ιουνίου 2005).

10 Αν η προθεσμία λήγει Σάββατο, Κυριακή ή ημέρα δημόσιας αργίας ή μη εργάσιμη ημέρα, παρατείνεται μέχρι την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα;

Οι προθεσμίες δεν λήγουν Σάββατο, Κυριακή ή άλλη εξαιρετέα ημέρα. Αν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι Σάββατο, Κυριακή, αργία ή άλλη ημέρα που ορίζεται εξαιρετέα στον νόμο για τις αργίες και τις εξαιρετέες ημέρες στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, η προθεσμία λήγει την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα.

11 Υπάρχουν ορισμένες περιστάσεις στις οποίες παρατείνονται οι προθεσμίες; Από ποιες προϋποθέσεις εξαρτώνται οι παρατάσεις αυτές;

Μόνο οι προθεσμίες που τάσσονται από δικαστήριο, οι επονομαζόμενες δικαστικές προθεσμίες (άρθρο 110 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), μπορούν να παραταθούν. Δικαστική προθεσμία μπορεί να παραταθεί από το δικαστήριο έπειτα από αίτημα διαδίκου όταν η παράταση είναι δικαιολογημένη. Η παράταση της προθεσμίας πρέπει να ζητηθεί πριν από τη λήξη της. Οι προθεσμίες που ορίζονται στον νόμο δεν επιδέχονται παράταση. Η διάταξη για τον μη επιδεκτικό παράτασης χαρακτήρα των νόμιμων προθεσμιών είναι αναγκαστικού δικαίου.

12 Ποιες είναι οι προθεσμίες για την άσκηση ένδικων μέσων;

Οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν έφεση κατά απόφασης ή διαταγής που εκδόθηκε σε πρώτο βαθμό εντός της γενικής προθεσμίας έφεσης των 30 ημερών από την επίδοση αντιγράφου της απόφασης ή εντός 15 ημερών από την επίδοση αντιγράφου της διαταγής του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εκτός αν ο κώδικας πολιτικής δικονομίας (άρθρο 333 ή άρθρο 336 παράγραφος 2) ορίζει διαφορετικά.

Ο νόμος προβλέπει ρητά προθεσμία έφεσης 15 ημερών για τις διαφορές που αφορούν συναλλαγματικές ή επιταγές (άρθρο 333 του κώδικα πολιτικής δικονομίας) και προθεσμία 8 ημερών για τις διαφορές που αφορούν προσβολή κυριότητας (άρθρο 428 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), για τις μικροδιαφορές (άρθρο 458 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), για την κοινοποίηση έφεσης σε εμπορική μικροδιαφορά και για την έκδοση διαταγής πληρωμής. Η συντομότερη 8ήμερη προθεσμία ισχύει επίσης για την άσκηση ένδικων μέσων (εφέσεων και ανακοπών) στη διαδικασία εκτέλεσης και στη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων [άρθρο 9 του νόμου περί εκτέλεσης και εξασφάλισης αστικών αξιώσεων (Zakon o izvršbi in zavarovanju)].

13 Μπορούν τα δικαστήρια να τροποποιήσουν τις προθεσμίες, ιδίως τις προθεσμίες εμφάνισης στο δικαστήριο, ή να καθορίσουν ειδική ημερομηνία εμφάνισης;

Τα δικαστήρια διεξάγουν συζητήσεις που ορίζονται από τον νόμο ή κρίνονται αναγκαίες κατά την εξέλιξη της διαδικασίας (άρθρο 113 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Ως συζήτηση νοείται η προκαθορισμένη συνάντηση σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο για τη διενέργεια μιας διαδικαστικής πράξης. Το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει για μεταγενέστερο χρόνο μια συζήτηση αν υπάρχουν λόγοι που το δικαιολογούν (άρθρο 115 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Το δικαστήριο μπορεί επίσης να παρατείνει την προθεσμία που έταξε σε διάδικο για τη διενέργεια μιας διαδικαστικής πράξης (δικαστική προθεσμία) αν η παράτασή της δικαιολογείται και ο διάδικος τη ζήτησε πριν από τη λήξη της προθεσμίας.

14 Εφόσον μια πράξη η οποία απευθύνεται σε διάδικο που κατοικεί σε τόπο όπου θα ετύγχανε παράτασης προθεσμίας κοινοποιείται σε τόπο όπου δεν παρέχεται η εν λόγω παράταση, το πρόσωπο αυτό χάνει το ευεργέτημα της εν λόγω προθεσμίας;

Κατά το σλοβενικό δίκαιο, δεν επιτρέπεται η παράταση προθεσμίας για τον λόγο ότι ένας διάδικος είναι κάτοικος ενός συγκεκριμένου τόπου ή μιας συγκεκριμένης περιοχής.

15 Ποιες είναι οι συνέπειες σε περίπτωση μη τήρησης των προθεσμιών;

Η απώλεια προθεσμίας γενικά συνεπάγεται την απώλεια δικαιώματος. Ο διάδικος χάνει το δικαίωμά του να ασκήσει ένα ένδικο μέσο (αποσβεστική προθεσμία) και ένδικο μέσο που κατατίθεται εκπρόθεσμα απορρίπτεται. Το δικαστήριο θα απορρίψει αίτηση διαδίκου που δεν έχει τροποποιηθεί ή συμπληρωθεί εντός ταχθείσας προθεσμίας.

Σε περίπτωση απώλειας προθεσμίας, ο διάδικος μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει παραιτηθεί από την αγωγή του (για παράδειγμα, αν ο διάδικος δεν πληρώσει τα δικαστικά τέλη εντός της νόμιμης προθεσμίας, θεωρείται ότι έχει παραιτηθεί από την αγωγή του και η διαδικασία αναστέλλεται το ίδιο ισχύει αν κανείς διάδικος δεν ζητήσει τη συνέχιση της διαδικασίας εντός τεσσάρων μηνών από την αναστολή της).

Αν διάδικος δεν παραστεί σε συζήτηση, σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρείται ότι έχει παραιτηθεί από την αγωγή (για παράδειγμα, αν κανείς διάδικος δεν παραστεί στην πρώτη συζήτηση, ο ενάγων θεωρείται ότι έχει παραιτηθεί από την αγωγή).

Η απώλεια προθεσμίας μπορεί επίσης να έχει συνέπειες για τον διάδικο κατά τη διαδικασία των αποδείξεων. Η απώλεια της προθεσμίας για την πληρωμή της προκαταβολής για τη διεξαγωγή αποδείξεων που έχουν προταθεί σημαίνει ότι οι εν λόγω αποδείξεις δεν θα διεξαχθούν.

16 Αν λήξει η προθεσμία, ποια ένδικα μέσα παρέχονται στους διαδίκους που δεν τήρησαν τις προθεσμίες, δηλαδή στους ερημοδικούντες διαδίκους;

Αν ένας διάδικος απολέσει προθεσμία διενέργειας διαδικαστικής πράξης και η απώλεια αυτή έχει αποσβεστικό αποτέλεσμα (δηλαδή, απώλεια του δικαιώματος του διαδίκου να διενεργήσει τη διαδικαστική πράξη), το δικαστήριο μπορεί να κάνει δεκτό αίτημα του διαδίκου να τη διενεργήσει μεταγενέστερα (δηλαδή, αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση - άρθρα 116 έως 121 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Οι προϋποθέσεις επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση είναι:

  • να έχει απολέσει ο διάδικος την προθεσμία για δικαιολογημένη αιτία, στοιχείο που κρίνεται από το δικαστήριο βάσει όλων των περιστάσεων της υπόθεσης
  • η απώλεια της προθεσμίας να έχει επιφέρει αποσβεστικό αποτέλεσμα
  • ο διάδικος να καταθέσει αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση ενώπιον του δικαστηρίου στο οποίο έπρεπε να έχει διενεργηθεί η διαδικαστική πράξη, εντός 15 ημερών από την άρση του λόγου που επέφερε την απώλεια της προθεσμίας ή, αν ο διάδικος έλαβε γνώση της απώλειας της προθεσμίας μεταγενέστερα, εντός 15 ημερών απ’ όταν έλαβε γνώση σε κάθε περίπτωση, εντός τριών μηνών ή, στις εμπορικές διαφορές, 30 ημερών από την ημέρα της απώλειας της προθεσμίας
  • να διενεργηθεί η διαδικαστική πράξη που δεν είχε διενεργηθεί ταυτόχρονα με την κατάθεση της αίτησης.

Η κατάθεση αίτησης επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση γενικά δεν επηρεάζει την πορεία της δίκης, αλλά το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την αναστολή της δίκης έως ότου καταστεί οριστική η απόφαση επί της αίτησης. Αν παραλάβει εμπρόθεσμη αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, το δικαστήριο γενικά διεξάγει συζήτηση στην οποία αποφασίζει επί της αίτησης. Αν επιτρέπεται η επαναφορά στην προτέρα κατάσταση, η δίκη επαναφέρεται στην προτέρα της απώλειας της προθεσμίας κατάσταση και ακυρώνονται οι αποφάσεις που εξέδωσε το δικαστήριο λόγω της απώλειας της προθεσμίας.

Σχετικοί σύνδεσμοι:

http://www.dz-rs.si/wps/portal/Home/deloDZ/zakonodaja/preciscenaBesedilaZakonov

http://www.sodisce.si/

https://www.uradni-list.si/glasilo-uradni-list-rs

http://www.pisrs.si/Pis.web/

Τελευταία επικαιροποίηση: 24/02/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.