Εκτέλεση δικαστικής απόφασης

Αν μια διαφορά επιλυθεί από δικαστήριο, η διαδικασία ολοκληρώνεται σε δύο στάδια. Πρώτα, το δικαστήριο πρέπει να εκδώσει απόφαση και, στη συνέχεια, η απόφαση πρέπει να εκτελεστεί στην πράξη.

Για να αναγκάσετε τον αντίδικο (τον καθού ή τον οφειλέτη σας) να συμμορφωθεί με την απόφαση που έχει εκδοθεί εις βάρος του (για παράδειγμα, να εξοφλήσει την οφειλή του), θα χρειαστεί να απευθυνθείτε στις αρχές εκτέλεσης. Μόνον αυτές μπορούν να αναγκάσουν τον οφειλέτη να πληρώσει, ζητώντας τη συνδρομή των δυνάμεων του νόμου και της τάξης, αν χρειαστεί.

Δυνάμει του κανονισμού «Βρυξέλλες I» (αναδιατύπωση) που διέπει την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε διασυνοριακές υποθέσεις, εάν έχετε εκτελεστή απόφαση που έχει εκδοθεί σε κράτος μέλος της Ένωσης, μπορείτε να απευθυνθείτε στις αρχές εκτέλεσης σε άλλο κράτος μέλος, όπου π.χ. ο οφειλέτης έχει περιουσία, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενδιάμεση διαδικασία (ο κανονισμός καταργεί τη διαδικασία κήρυξης της εκτελεστότητας). Ο οφειλέτης κατά του οποίου επιδιώκετε την εκτέλεση μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο ζητώντας την άρνηση της εκτέλεσης. Τα ονόματα και η διεύθυνση των αρμόδιων δικαστηρίων και των δικαστηρίων για περαιτέρω ένδικα μέσα παρατίθενται εδώ.

Σκοπός της εκτέλεσης είναι, γενικά, η πληρωμή χρηματικών ποσών, αλλά η εκτέλεση μπορεί να αποβλέπει και στην εκτέλεση κάποιου άλλου καθήκοντος (πράξης ή παράλειψης, όπως η παράδοση αγαθών, η ολοκλήρωση μιας εργασίας ή  η παράλειψη προσβολών της κυριότητας).

Στις διασυνοριακές αστικές υποθέσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορες ευρωπαϊκές διαδικασίες (όπως η ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής, η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών και ο ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος), σε όλες όμως η δικαστική απόφαση πρέπει να εκτελεστεί σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες και διαδικασίες του κράτους εκτέλεσης (συνήθως το κράτος στο οποίο βρίσκεται ο οφειλέτης ή η περιουσία του).

Στην πράξη, αν θέλετε να ζητήσετε εκτέλεση, πρέπει να διαθέτετε εκτελεστό τίτλο (δικαστική απόφαση ή άλλη πράξη). Οι διαδικασίες εκτέλεσης και οι αρχές που τις χειρίζονται (δικαστήρια, οργανισμοί εισπράξεως χρεών και δικαστικοί επιμελητές) ορίζονται από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο επιχειρείται η εκτέλεση.

Επιλέξτε τη σημαία της χώρας που σας ενδιαφέρει για περισσότερες πληροφορίες.

Σύνδεσμος

Ο άτλας επιβολής, που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο έργου χρηματοδοτούμενου από την ΕΕ, παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες επιβολής (διαδικασίες, απαιτήσεις, ικανότητες, κόστος και χρονοδιάγραμμα) στα συστήματα επιβολής των χωρών της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Τελευταία επικαιροποίηση: 02/06/2023

Για τη διαχείριση αυτής της ιστοσελίδας υπεύθυνη είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρούσα σελίδα δεν απηχούν κατ’ ανάγκη την επίσημη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Παρακαλείσθε να συμβουλευθείτε την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου σχετικά με το καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας που διέπει τις σελίδες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Βέλγιο

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εάν ένας οφειλέτης αρνείται να συμμορφωθεί εκουσίως με δικαστική απόφαση, ο δανειστής μπορεί να απαιτήσει την αναγκαστική συμμόρφωσή του μέσω των δικαστηρίων. Αυτό ονομάζεται αναγκαστική εκτέλεση. Για την αναγκαστική εκτέλεση απαιτείται εκτελεστός τίτλος (άρθρο 1386 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας), διότι συνεπάγεται παρέμβαση στην προσωπική δικαιϊκή σφαίρα του οφειλέτη. Ο εν λόγω εκτελεστός τίτλος συνήθως είναι δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφική πράξη. Για λόγους σεβασμού της ιδιωτικής ζωής του οφειλέτη ο τίτλος μπορεί να μην εκτελεστεί σε ορισμένες περιπτώσεις (άρθρο 1387 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Την εκτέλεση του τίτλου αναλαμβάνει δικαστικός επιμελητής.

Η αναγκαστική εκτέλεση συνήθως χρησιμοποιείται για την είσπραξη οφειλής, αλλά μπορεί να εφαρμοσθεί και για την καταδίκη του οφειλέτη σε πράξη ή παράλειψη.

Μια άλλη σημαντική πτυχή είναι η χρηματική ποινή (άρθρο 1385a του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Πρόκειται για έναν τρόπο άσκησης πίεσης στο πρόσωπο που έχει καταδικαστεί, προκειμένου αυτό να συμμορφωθεί με δικαστική απόφαση. Εντούτοις, σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να επιβληθεί χρηματική ποινή: όταν το πρόσωπο έχει διαταχθεί να καταβάλει χρηματικό ποσό ή να συμμορφωθεί με σύμβαση εργασίας και όταν αυτό θα προσέβαλλε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η πληρωμή προστίμου επιβάλλεται βάσει της πράξης επιβολής και για τον λόγο αυτό δεν απαιτείται άλλος τίτλος.

Στις περιπτώσεις που η καταδικαστική απόφαση προβλέπει την πληρωμή χρημάτων η εκτέλεσή της γίνεται με τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η οποία αποκαλείται κατάσχεση. Γίνεται διάκριση ανάμεσα στα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να κατασχεθούν (κινητά ή ακίνητα) και στα είδη της κατάσχεσης (συντηρητική κατάσχεση και αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη, στο πλαίσιο εκτέλεσης δικαστικής απόφασης). Η συντηρητική κατάσχεση χρησιμοποιείται σε έκτακτες περιπτώσεις για να τεθούν τα περιουσιακά στοιχεία υπό την προστασία του δικαστηρίου, τα οποία και δεσμεύονται προκειμένου να διασφαλιστεί τυχόν μεταγενέστερη εκτέλεση. Ο οφειλέτης τότε χάνει τον έλεγχο των περιουσιακών του στοιχείων και δεν μπορεί ούτε να τα πουλήσει ούτε να τα δωρίσει. Όταν τα περιουσιακά στοιχεία οφειλέτη κατάσχονται στο πλαίσιο εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, πωλούνται και το προϊόν της πώλησης δίνεται στον δανειστή. Ο δανειστής δεν έχει κανένα δικαίωμα πάνω στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν κατασχεθεί αλλά μόνο στο προϊόν της πώλησής τους.

Επιπλέον, στα άρθρα 1445 επ., ο βελγικός κώδικας πολιτικής δικονομίας προβλέπει διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου (βλ. κατωτέρω).

Εκτός από την κανονική συντηρητική κατάσχεση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων και την αναγκαστική κατάσχεση κινητών και ακινήτων υπάρχουν και ειδικοί κανόνες για την κατάσχεση πλοίων (άρθρα 1467 έως 1480 και άρθρα 1545 έως 1559 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας), την κατάσχεση κινητών λόγω καθυστερούμενων μισθωμάτων (άρθρο 1461 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας), τη συντηρητική κατάσχεση επιδίκων (άρθρα 1462 έως 1466 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας) και την κατάσχεση ασυγκόμιστων καρπών (άρθρα 1529 έως 1538 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Το παρόν εστιάζει μόνο στις συνηθισμένες κατασχέσεις.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Οι δικαστικοί επιμελητές και οι δικαστές κατασχέσεων. Οι τελευταίοι είναι αρμόδιοι να αποφαίνονται επί διαφορών που αφορούν την εκτέλεση.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

2.1.1. Συντηρητική κατάσχεση

Απαιτούμενος όρος για τη συντηρητική κατάσχεση είναι καταρχήν η έγκριση του δικαστή κατασχέσεων, ενώ επίσης πρέπει να στοιχειοθετούνται λόγοι επείγουσας ανάγκης (άρθρο 1413 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Πρέπει να ζητείται η παροχή έγκρισης με την υποβολή μονομερούς (ex parte) αίτησης (άρθρο 1417 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Με την ίδια αίτηση δεν μπορεί να ζητείται ταυτόχρονα η κατάσχεση κινητής και ακίνητης περιουσίας. Για την κατάσχεση ακίνητης περιουσίας, πρέπει να υποβάλλεται ξεχωριστό αίτημα σε κάθε περίπτωση.

Ο δικαστής κατασχέσεων αποφασίζει το πολύ εντός οκτώ ημερών από την κατάθεση της αίτησης (άρθρο 1418 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Το δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση αδείας ή μπορεί να χορηγήσει μερική ή πλήρη άδεια στον δανειστή. Η απόφαση του δικαστή κατασχέσεων πρέπει να επιδίδεται στον οφειλέτη. Η απόφαση διαβιβάζεται στον δικαστικό επιμελητή ο οποίος προβαίνει στις απαραίτητές ενέργειες για την επίδοσή της.

Υπάρχει μία σημαντική εξαίρεση απ' αυτόν τον κανόνα, σύμφωνα με την οποία δεν απαιτείται η άδεια του δικαστή κατασχέσεων: κάθε δικαστική απόφαση παρέχει το δικαίωμα συντηρητικής κατάσχεσης σε σχέση με την ποινή που προβλέπει (άρθρο 1414 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Και εδώ όμως θα πρέπει να υπάρχει έκτακτη ανάγκη. Η δικαστική απόφαση πρέπει απλώς να διαβιβαστεί στον δικαστικό επιμελητή, ο οποίος προβαίνει στη συνέχεια στις απαραίτητες ενέργειες για την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων.

Η συντηρητική κατάσχεση μπορεί να μετατραπεί σε αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη (άρθρα 1489 έως 1494 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

2.1.2. Αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη

Α. Γενικά

Αυτού του είδους η κατάσχεση μπορεί να γίνει μόνο βάσει εκτελεστού τίτλου (άρθρο 1494 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Οι δικαστικές αποφάσεις και οι συμβολαιογραφικές πράξεις μπορούν να εκτελεστούν μόνο εάν προσκομιστεί επικυρωμένο αντίγραφό τους ή το πρωτότυπό τους, ή πρακτικό το οποίο θα περιβάλλεται τον εκτελεστήριο τύπο που ορίζεται σε βασιλικό διάταγμα.

Η απόφαση του δικαστηρίου επιδίδεται εκ των προτέρων στον εναγόμενο (άρθρο 1495 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Εάν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση, η επίδοση αυτής εκ των προτέρων είναι υποχρεωτική ώστε να ενημερωθεί ο οφειλέτης. Εάν όμως ο εκτελεστός τίτλος είναι συμβολαιογραφική πράξη, δεν είναι υποχρεωτικό να ειδοποιηθεί εκ των προτέρων ο οφειλέτης, διότι έχει ήδη γνώση του τίτλου. Η προθεσμία για την άσκηση ένδικων μέσων αρχίζει με την επίδοση της δικαστικής απόφασης. Η άσκηση έφεσης έχει ως συνέπεια την αναστολή της αναγκαστικής κατάσχεσης (όχι όμως και της συντηρητικής) σε περίπτωση που έχει διαταχθεί η καταβολή χρηματικού ποσού. Η προσωρινή εκτέλεση (προσωρινά εκτελεστές αποφάσεις) δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα όπως άσκηση τακτικών ένδικων μέσων.

Το επόμενο στάδιο στις προσπάθειες του δανειστή στο πλαίσιο της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η διαταγή πληρωμής (άρθρο 1499 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Πρόκειται για την πρώτη πράξη της εκτέλεσης και την τελευταία προειδοποίηση προς τον οφειλέτη, ο οποίος σε αυτό το στάδιο μπορεί ακόμη να αποφύγει την κατάσχεση. Υπάρχει περίοδος αναμονής μετά την έκδοση της διαταγής πληρωμής μίας ημέρας για την κατάσχεση κινητής περιουσίας (άρθρο 1499 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας), ενώ για την ακίνητη περιουσία η εν λόγω περίοδος έχει διάρκεια 15 ημερών (άρθρο 1566 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η εντολή επιδίδεται στον οφειλέτη και συνιστά όχληση και απαίτηση πληρωμής. Η αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για την είσπραξη των ποσών που προβλέπει η διαταγή πληρωμής.

Μετά το τέλος αυτής της προθεσμίας μπορεί να γίνει κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων. Η κατάσχεση γίνεται με πράξη του δικαστικού επιμελητή. Η αναγκαστική εκτέλεση επομένως διενεργείται με τη μεσολάβηση αρμόδιου λειτουργού. O λειτουργός αυτός θεωρείται εντολοδόχος του δανειστή. Οι αρμοδιότητές του προβλέπονται από τον νόμο και ενεργεί υπό την εποπτεία του δικαστηρίου. Έχει συμβατική ευθύνη έναντι του δανειστή και εξωσυμβατική ευθύνη έναντι τρίτων (βάσει του νόμου και λόγω παραβίασης του γενικού καθήκοντος επιμελείας).

Εντός τριών εργάσιμων ημερών, ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει ανακοίνωση περί κατάσχεσης στο Κεντρικό Μητρώο των ανακοινώσεων περί κατάσχεσης, μεταβίβασης δικαιωμάτων, εκχώρησης, συλλογικής ρύθμισης οφειλών και διαμαρτύρησης (Centraal Bestand van berichten van beslag, delegatie, overdracht en collectieve schuldenregeling en van protest) (άρθρο 1390 παράγραφος 1 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η εν λόγω ανακοίνωση είναι υποχρεωτική για την κατάσχεση τόσο των κινητών όσο και των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων. Δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική κατάσχεση ή διαδικασία διανομής του πλειστηριάσματος χωρίς την προγενέστερη εξέταση των ανακοινώσεων κατάσχεσης στο κεντρικό μητρώο ανακοινώσεων (άρθρο 1391 παράγραφος 2 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Ο κανόνας αυτός θεσπίστηκε προκειμένου να αποτρέπονται οι περιττές κατασχέσεις και να ενισχυθεί η συλλογική διάσταση της κατάσχεσης.

Β. Αναγκαστική κατάσχεση κινητών

Η αναγκαστική κατάσχεση κινητών απαιτεί την έκδοση διαταγής πληρωμής, εναντίον της οποίας ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να υποβάλει ανακοπή. Η κατάσχεση πραγματοποιείται με έκθεση του δικαστικού επιμελητή και σε πρώτο επίπεδο συνιστά συντηρητικό μέτρο: τα περιουσιακά στοιχεία δεν μετακινούνται και δεν υπάρχει καμία αλλαγή όσον αφορά την κυριότητα και τη χρήση τους. Είναι δυνατή επίσης η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται σε άλλο σημείο εκτός της κατοικίας του οφειλέτη, δηλαδή στις εγκαταστάσεις τρίτου προσώπου.

Στην περίπτωση της κινητής περιουσίας, η κατάσχεση δεν περιορίζεται σε μία μόνο διαδικασία, αλλά δεν έχει κανένα νόημα να κατασχεθεί για δεύτερη φορά το ίδιο περιουσιακό στοιχείο λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εξόδων. Στη διαδικασία αναλογικής διανομής των εσόδων από την πώληση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη συμμετέχουν και άλλοι δανειστές εκτός από εκείνον που επίσπευσε την κατάσχεση (άρθρα 1627 επ. του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Συντάσσεται επίσημη έκθεση κατάσχεσης. Τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία πωλούνται μετά την παρέλευση τουλάχιστον ενός μήνα μετά την επίδοση ή κοινοποίηση αντιγράφου της επίσημης έκθεσης κατάσχεσης. Σκοπός της προθεσμίας αυτής είναι να δοθεί στον οφειλέτη μια τελευταία ευκαιρία να αποτρέψει την πώληση. Η πώληση πρέπει να διαφημιστεί στο κοινό μέσω αφισών και αναγγελιών στον Τύπο. Διεξάγεται σε αίθουσα δημοπρασίας ή σε δημόσια αγορά, εκτός εάν υποβληθεί αίτημα για τη διεξαγωγή της σε πιο κατάλληλο μέρος. Υπεύθυνος για τη διαδικασία είναι ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος συντάσσει επίσημη έκθεση και εισπράττει το πλειστηρίασμα. Εντός 15 ημερών, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στη σύμμετρη διανομή του πλειστηριάσματος (άρθρα 1627 επ. του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η διαδικασία αυτή συνήθως διευθετείται φιλικά, ενώ σε περίπτωση διαφοράς, το ζήτημα παραπέμπεται ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων.

Γ. Αναγκαστική κατάσχεση ακινήτων (άρθρα 1560 έως 1626 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Η κατάσχεση αρχίζει με την επίδοση της διαταγής πληρωμής.

Στη συνέχεια η κατάσχεση πρέπει να γίνει το συντομότερο εντός 15 ημερών και το αργότερο εντός 6 μηνών, διαφορετικά η διαταγή παύει να ισχύει. Το κατασχετήριο έγγραφο πρέπει εν συνεχεία να μετεγγραφεί στα μητρώα του υποθηκοφυλακείου εντός 15 ημερών και να επιδοθεί εντός 6 μηνών. Η πράξη μεταγραφής του κατασχετηρίου καθιστά την περιουσία μη διαθέσιμη και ισχύει για διάστημα έως και έξι μηνών. Τυχόν μη μεταγραφή του κατασχετηρίου καθιστά την κατάσχεση άκυρη. Στην περίπτωση κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, σε αντίθεση με τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, εφαρμόζεται αποκλειστικά η αρχή της μοναδικότητας της κατάσχεσης (οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο έχει αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης μια φορά δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δεύτερης κατάσχεσης).

Το τελικό βήμα συνιστά η υποβολή αίτησης στον δικαστή κατασχέσεων για τον ορισμό συμβολαιογράφου ο οποίος θα επιφορτιστεί με τη διαχείριση της πώλησης των περιουσιακών στοιχείων και την κατάταξη των δανειστών. Ο οφειλέτης μπορεί να προβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων κατά των πράξεων του διορισμένου συμβολαιογράφου. Λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την πώληση των περιουσιακών στοιχείων τίθενται ρητά στον νόμο (βλ. άρθρα 1582 επ. του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η πώληση είναι συνήθως δημόσια, αλλά με πρωτοβουλία του δικαστή ή με αίτημα του δανειστή που ζητά την κατάσχεση μπορεί να γίνει και απευθείας πώληση. Το πλειστηρίασμα στη συνέχεια διανέμεται μεταξύ των διαφορετικών δανειστών με βάση τη συμφωνηθείσα σειρά προτεραιότητας (κατάταξη δανειστών) (βλ. άρθρα 1639 έως 1654 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Διαφωνίες σχετικά με την κατάταξη των δανειστών παραπέμπονται ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων.

2.1.3. Κατάσχεση στα χέρια τρίτου

Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου συνιστά την κατάσχεση των αξιώσεων που ο οφειλέτης έχει κατά τρίτου (π.χ. αμοιβή καταβλητέα από τον εργοδότη του). Ο τρίτος είναι επομένως δεύτερος οφειλέτης υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου (beslag onder derden) δεν είναι η ίδια διαδικασία με την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη αλλά βρίσκεται στις εγκαταστάσεις τρίτου (beslag bij derden).

Η απαίτηση που αποτελεί την αιτία της κατάσχεσης είναι η απαίτηση που έχει ο δανειστής κατά του οφειλέτη του. Η απαίτηση που κατάσχεται είναι η απαίτηση που έχει ο οφειλέτης κατά τρίτου /του δεύτερου οφειλέτη.

Λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία κατάσχεσης στα χέρια τρίτου περιέχονται στα άρθρα 1445 έως 1460 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας (συντηρητική κατάσχεση) και άρθρα 1539 έως 1544 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας (αναγκαστική κατάσχεση).

2.1.4. Δαπάνες

Επιπλέον των δικαστικών εξόδων, στις υποθέσεις κατάσχεσης πρέπει να ληφθούν υπόψη τα έξοδα του δικαστικού επιμελητή. Τα έξοδα για τις υπηρεσίες του δικαστικού επιμελητή ορίζονται στο βελγικό βασιλικό διάταγμα της 30ής Νοεμβρίου 1976 για τη θέσπιση των αμοιβών των δικαστικών επιμελητών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και τις χρεώσεις για ορισμένες επιβαρύνσεις (Koninklijk Besluit van 30 november 1976 tot vaststelling van het tarief voor akten van gerechtsdeurwaarders in burgerlijke en handelszaken en van het tarief van sommige toelagen) (βλ. ομοσπονδιακή δημόσια υπηρεσία δικαιοσύνης) (Service public fédérale Justice/Federale Overheidsdienst Justitie)).

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Α. Συντηρητική κατάσχεση

Συντηρητική κατάσχεση μπορεί να ζητήσει κάθε δανειστής που έχει απαίτηση η οποία παρουσιάζει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ανεξαρτήτως από την αξία των περιουσιακών στοιχείων που κατάσχονται και το ποσό της απαίτησης (βλ. άρθρο 1413 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Η πρώτη προϋπόθεση για αυτόν τον τύπο κατάσχεσης είναι ο επείγων χαρακτήρας: πρέπει να βρίσκεται σε κίνδυνο η φερεγγυότητα του οφειλέτη, με αποτέλεσμα τη διακινδύνευση της επερχόμενης πώλησης των περιουσιακών στοιχείων. Η απόφαση σχετικά με το εάν ο όρος αυτός πληρούται λαμβάνεται από το δικαστήριο με βάση αντικειμενικά κριτήρια. Εξάλλου, ο επείγων χαρακτήρας πρέπει να υφίσταται όχι μόνο κατά τη στιγμή της κατάσχεσης αλλά και κατά την εκτίμηση της ανάγκης συνέχισης της κατάσχεσης. Υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις ως προς την προϋπόθεση αυτή: η κατάσχεση στην περίπτωση πλαστογραφίας, η κατάσχεση συναλλαγματικών σε περίπτωση χρεών και η εκτέλεση αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων.

Ένας δεύτερος όρος για τη συντηρητική κατάσχεση είναι να υπάρχει απαίτηση εκ μέρους του δανειστή. Η απαίτηση αυτή πρέπει να πληροί ορισμένους όρους (άρθρο 1415 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας): πρέπει να είναι βέβαιη (και όχι υπό αίρεση), απαιτητή (εφαρμόζεται και επί εγγυήσεων για μελλοντικές απαιτήσεις) και εκκαθαρισμένη (το ποσό έχει ήδη προσδιορισθεί ή είναι προσδιορίσιμο). Από την άλλη, το είδος και το ύψος της απαίτησης δεν ενδιαφέρουν. Ο δικαστής κατασχέσεων αποφασίζει εάν οι όροι αυτοί πληρούνται, αλλά το δικαστήριο που εξετάζει στη συνέχεια την υπόθεση δεν δεσμεύεται από την κρίση του δικαστή.

Τρίτον, ο δανειστής που ζητά τη συντηρητική κατάσχεση πρέπει να διαθέτει σχετική νομιμοποίηση. Πρόκειται για πράξη ελέγχου (όχι χρήσης) που μπορεί, εάν είναι αναγκαίο, να διεξαχθεί από νομικό εκπρόσωπο.

Απαιτείται η παροχή έγκρισης από τον δικαστή κατασχέσεων, εκτός εάν ο δανειστής έχει ήδη επιτύχει την έκδοση απόφασης (βλ. ανωτέρω). Ωστόσο, αυτό δεν απαιτείται για τη συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου ή κατάσχεση κινητών λόγω μη καταβολής μισθωμάτων ή για επισπεύδοντες που έχουν ήδη επιτύχει την έκδοση απόφασης (άρθρο 1414 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας: οποιαδήποτε δικαστική απόφαση συνιστά εκτελεστό τίτλο). Οι συμβολαιογραφικές πράξεις συνιστούν ομοίως εκτελεστό τίτλο.

Β. Αναγκαστική κατάσχεση

Για την αναγκαστική κατάσχεση απαιτείται επίσης εκτελεστός τίτλος (άρθρο 1494 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να είναι δικαστική απόφαση, δημόσιο έγγραφο, διαταγή εκτελέσεως εκδοθείσα από φορολογικές αρχές, διαταγή εκτέλεσης απόφασης αλλοδαπού δικαστή κ.λπ.

H απαίτηση πρέπει να περιέχεται σε συμβολαιογραφική πράξη που πληροί ορισμένα κριτήρια. Όπως και στην περίπτωση της συντηρητικής κατάσχεσης, η απαίτηση πρέπει να είναι βέβαιη, απαιτητή και εκκαθαρισμένη. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρο 1484 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι η κατάσχεση που γίνεται με σκοπό την είσπραξη ληξιπρόθεσμης οφειλής ποσού καταβαλλόμενου σε δόσεις θα ισχύει επίσης και για μελλοντικές δόσεις, κατά το χρόνο που καθίστανται απαιτητές.

Ο εκτελεστός τίτλος πρέπει επίσης να έχει εκδοθεί προσφάτως. Ο δικαστής κατασχέσεων δεν θεωρεί έγκυρο τον τίτλο εάν ο υπέρ ου η εκτέλεση δανειστής δεν είναι πλέον δανειστής ή εάν δεν υφίσταται εν όλω ή εν μέρει η απαίτηση (διότι έχει πλέον παραγραφεί ή έχει καταβληθεί ή έχει ρυθμιστεί με άλλον τρόπο).

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Α. Γενικά

Μόνο η κινητή και ακίνητη περιουσία του οφειλέτη μπορούν να κατασχεθούν. Περιουσιακά στοιχεία τρίτων δεν μπορούν να κατασχεθούν, αλλά δεν έχει καμία σημασία ποιος έχει την κατοχή των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Κατά συνέπεια είναι δυνατόν να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στην κατοχή τρίτων, εάν δώσει σχετική άδεια το δικαστήριο (άρθρο 1503 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Ο δανειστής καταρχήν μπορεί να εγείρει απαίτηση μόνο κατά της υφιστάμενης περιουσίας του οφειλέτη. Μόνο στην περίπτωση που ο οφειλέτης καταστεί αφερέγγυος κατά δόλιο τρόπο μπορεί να δεσμευθεί η προηγούμενη περιουσία του. Η κατάσχεση μελλοντικών περιουσιακών στοιχείων επίσης συνήθως αποκλείεται, με την εξαίρεση μελλοντικών απαιτήσεων.

Τα έσοδα από περιουσιακά στοιχεία που κατάσχονται παραμένουν κανονικά στον οφειλέτη στην περίπτωση συντηρητικής κατάσχεσης. Στην περίπτωση αναγκαστικής κατάσχεσης εντούτοις, τα έσοδα αποτελούν επίσης αντικείμενο κατάσχεσης και για τον λόγο αυτό διατίθενται στον δανειστή.

Επίσης είναι δυνατή η κατάσχεση ιδανικού μεριδίου, αλλά η αναγκαστική πώληση της περιουσίας αναστέλλεται στην περίπτωση αυτή μέχρι να διαιρεθεί το περιουσιακό στοιχείο (βλ. για παράδειγμα, άρθρο 1561 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες για τους συζύγους.

Β Περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να κατασχεθούν

Τα περιουσιακά στοιχεία πρέπει να είναι κατασχέσιμα. Ορισμένα περιουσιακά στοιχεία δεν μπορούν να κατασχεθούν. Η εξαίρεσή τους από την κατάσχεση προβλέπεται από τον νόμο ή προσδιορίζεται από τη φύση των περιουσιακών στοιχείων ή από το γεγονός ότι είναι άμεσα συνδεδεμένα με το πρόσωπο του οφειλέτη Δεν είναι δυνατή, για παράδειγμα, η εξαίρεση περιουσιακών στοιχείων από την κατάσχεση με βάση τον σκοπό τον οποίο επιτελούν. Τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία επομένως είναι ακατάσχετα:

  • Τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται στο άρθρο 1408 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας. Ο περιορισμός αυτός εισήχθη με σκοπό τη διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης για τον οφειλέτη και την οικογένειά του.
  • Τα περιουσιακά στοιχεία που δεν έχουν εμπορική αξία και επομένως δεν έχουν χρησιμότητα για τον δανειστή.
  • Τα περιουσιακά στοιχεία που είναι αναπαλλοτρίωτα επειδή είναι άμεσα συνδεδεμένα με το πρόσωπο του οφειλέτη.
  • Τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι ακατάσχετα βάσει ειδικής νομοθεσίας (π.χ. το εισόδημα και οι μισθοί των ανηλίκων, ανέκδοτα βιβλία και μουσική, το εισόδημα κρατούμενων από εργασίες που κάνουν στη φυλακή κλπ.).
  • Οι μισθοί (κατάσχεση μισθού) και οι συναφείς απαιτήσεις μπορούν συνήθως να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης μέχρι ορισμένο βαθμό (βλ. άρθρα 1409, 1409a και 1410 παράγραφος 1 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Αυτό περιλαμβάνει, για παράδειγμα, πληρωμές διατροφής η οποία έχει επιδικασθεί στον μη υπαίτιο σύζυγο. Ωστόσο, ορισμένες πληρωμές, όπως το ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης (βλ. άρθρο 1410 παράγραφος 2 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Εντούτοις, οι περιορισμοί σχετικά με τη δυνατότητα κατάσχεσης δεν ισχύουν για τις οφειλές που αφορούν διατροφή, καθόσον οι αξιώσεις αυτές χαίρουν προτεραιότητας (βλ. άρθρο 1412 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Κατά το παρελθόν, ίσχυε η αρχή της ασυλίας του δημοσίου όσον αφορά τα μέτρα εκτέλεσης με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνεται κατάσχεση δημόσιας περιουσίας. Η εν λόγω ρύθμιση έχει πλέον τροποποιηθεί με το άρθρο 1412a του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας.

Ειδικοί κανόνες διέπουν την κατάσχεση πλοίων και αεροσκαφών (για συντηρητική κατάσχεση βλ. άρθρα 1467 έως 1480 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας και για την αναγκαστική κατάσχεση βλ. άρθρα 1545 έως 1559 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

C. Kantonnement

Όταν κατάσχεται περιουσιακό στοιχείο, η κατάσχεση ισχύει συνήθως για ολόκληρο το περιουσιακό στοιχείο, ακόμη και αν η αξία του υπερβαίνει το ποσό της απαίτησης. Η ρύθμιση αυτή είναι ιδιαίτερα δυσβάστακτη για τον οφειλέτη, για τον λόγο ότι χάνει κάθε δυνατότητα να κάνει χρήση του στοιχείου αυτού. Ο Βέλγος νομοθέτης επομένως θέσπισε ένα μέτρο δικαστικής παρακαταθήκης (kantonnement): ο οφειλέτης παρακαταθέτει συγκεκριμένο χρηματικό ποσό και δικαιούται να ανακτήσει τη χρήση του περιουσιακού στοιχείου (βλ. άρθρα 1403 έως 1407a του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Α. Κατάσχεση

Από τη στιγμή της κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων, ο οφειλέτης χάνει το δικαίωμα διάθεσής τους. Η κατάσχεση εντούτοις δεν παρέχει δικαίωμα προτίμησης στον δανειστή. Έκπτωση από τα δικαιώματα σημαίνει ότι ο οφειλέτης δεν επιτρέπεται πλέον να τα απαλλοτριώσει ή να συστήσει βάρος επί των περιουσιακών στοιχείων. Εντούτοις, παραμένουν στην κατοχή του οφειλέτη. Από πρακτικής άποψης, δεν προκύπτει αλλαγή στην κατάσταση, αν και το νομικό καθεστώς είναι διαφορετικό.

Οι πράξεις στις οποίες προβαίνει ο οφειλέτης κατά παράβαση του μέτρου της κατάσχεσης δεν είναι δεσμευτικές για τον δανειστή.

Η απώλεια του δικαιώματος διάθεσης είναι εντούτοις σχετική, δηλαδή ισχύει μόνο έναντι του υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή. Οι λοιποί δανειστές πρέπει ακόμα να ανέχονται τυχόν μεταβολές ως προς τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Εντούτοις, είναι πολύ εύκολο να προσχωρήσουν στο μέτρο της κατάσχεσης το οποίο έχει ήδη ληφθεί.

Η απώλεια του δικαιώματος διάθεσης είναι το πρώτο στάδιο της διαδικασίας πώλησης των περιουσιακών στοιχείων. Τα περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στον έλεγχο του δικαστηρίου. Η αναγκαστική εκτέλεση έχει επομένως, στο πρώτο στάδιο, συντηρητικό χαρακτήρα.

B. Κατάσχεση στα χέρια τρίτου

Αυτή η μορφή κατάσχεσης αφαιρεί τον έλεγχο επί του συνόλου της κατασχεθείσας απαίτησης, ανεξαρτήτως της αξίωσης στην οποία στηρίζεται η κατάσχεση. Ο τρίτος στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση μπορεί να προβεί σε δικαστική παρακαταθήκη (kantonneren). Οι ενέργειες οι οποίες υποσκάπτουν την απαίτηση δεν είναι δεσμευτικές για τον υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή. Μόλις γίνει η κατάσχεση στα χέρια τρίτων δεν μπορεί πλέον να γίνει κανένας διακανονισμός ανάμεσα στον οφειλέτη και στον τρίτο.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Α. Συντηρητική κατάσχεση

Η συντηρητική κατάσχεση έχει ισχύ για έως και τρία έτη. Σε περίπτωση κατάσχεσης κινητών και κατάσχεσης στα χέρια τρίτου, η τριετής αυτή προθεσμία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία έκδοσης της διαταγής ή της απόφασης (άρθρα 1425 και 1458 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Στην περίπτωση κατάσχεσης ακινήτων, η τριετής προθεσμία άρχεται από την ημερομηνία μετεγγραφής στα μητρώα του υποθηκοφυλακείου (άρθρο 1436 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να παραταθεί εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι (άρθρα 1426, 1459 και 1437 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Β. Αναγκαστική κατάσχεση για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης

Σε περίπτωση κατάσχεσης για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης, ανώτατη περίοδος ισχύος προβλέπεται μόνο για τη διαταγή κατάσχεσης. Για αυτή τη μορφή κατάσχεσης, το μέγιστο χρονικό διάστημα ισχύος είναι δέκα έτη για τα κινητά (το σύνηθες χρονικό διάστημα, διότι δεν εφαρμόζονται ειδικές διατάξεις) και έξι μήνες για τα ακίνητα (άρθρο 1567 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Για την κατάσχεση πλοίων, το χρονικό αυτό διάστημα είναι ένα έτος (άρθρο 1549 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Α. Συντηρητική κατάσχεση

Εάν ο δικαστής κατασχέσεων αρνείται να χορηγήσει άδεια συντηρητικής κατάσχεσης, ο αιτών, δηλαδή ο δανειστής, μπορεί εντός μηνός να υποβάλει έφεση κατά της απόφασης αυτής στο εφετείο. Η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου είναι μονομερής. Εάν επιτραπεί η κατάσχεση στη δευτεροβάθμια διαδικασία, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ασκήσει τριτανακοπή κατά της απόφασης (βλ. άρθρο 1419 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Εάν ο δικαστής κατασχέσεων δώσει άδεια για συντηρητική κατάσχεση, ο οφειλέτης ή οποιοσδήποτε άλλος ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει τριτανακοπή κατά της εν λόγω απόφασης. Η προθεσμία για την άσκηση τριτανακοπής είναι 1 μήνας και πρέπει να ασκηθεί ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση. Το δικαστήριο στη συνέχεια αποφαίνεται στο πλαίσιο κατ’ αντιμωλία δίκης. Η τριτανακοπή συνήθως δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα (βλ. άρθρα 1419 και 1033 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Στις περιπτώσεις συντηρητικής κατάσχεσης χωρίς άδεια του δικαστηρίου ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει έφεση και να ζητήσει από τον δικαστή κατασχέσεων την άρση της κατάσχεσης (άρθρο 1420 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η διαδικασία ανακοπής προς ακύρωση της κατάσχεσης εξετάζεται ως διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, εάν είναι αναγκαίο σε συνδυασμό με την επιβολή χρηματικής ποινής. Οι λόγοι για την αξίωση μπορούν να είναι η έλλειψη του επείγοντος χαρακτήρα (ακυρωτικό δικαστήριο του Βελγίου 14 Σεπτεμβρίου 1984, απόφαση ακυρωτικού δικαστηρίου 1984 -85, 87).

Εάν προκύψουν μεταβολές στις περιστάσεις, είτε ο καθού η εκτέλεση (μέσω της κλήσης του συνόλου των διαδίκων να εμφανιστούν ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων) ή ο δανειστής ή πληρεξούσιός του (μέσω της σχετικής αίτησης) μπορεί να υποβάλει αίτηση στον δικαστή κατασχέσεων για τη μεταρρύθμιση ή ανάκληση της διαταγής κατάσχεσης.

Β. Αναγκαστική κατάσχεση

Ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αμφισβητώντας έτσι τη νομική της ισχύ. Ο νόμος δεν προβλέπει καμιά προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής, η οποία δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα Οι λόγοι ανακοπής συμπεριλαμβάνουν δικονομικά σφάλματα και αίτημα για χορήγηση περίοδος χάριτος (εάν ο εκτελεστός τίτλος είναι συμβολαιογραφική πράξη).

Οι οφειλέτες μπορούν να ασκήσουν ανακοπή ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων, στρεφόμενοι κατά της πράξης πώλησης των περιουσιακών τους στοιχείων, αλλά η εν λόγω ανακοπή δεν παράγει ανασταλτικά αποτελέσματα.

Οι δανειστές, εκτός του υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή, μπορούν να προβάλουν αντιρρήσεις ως προς την τιμή πώλησης αλλά όχι ως προς την ίδια την πώληση.

Τρίτος που ισχυρίζεται ότι είναι κύριος των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων μπορεί επίσης να ασκήσει ανακοπή ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων (άρθρο 1514 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Πρόκειται για διεκδικητική αγωγή η οποία δεν παράγει ανασταλτικά αποτελέσματα.

Ο διάδικος που επιθυμεί την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης λαμβάνει μόνον ένα επικυρωμένο αντίγραφο. Το αντίγραφο αυτό εκδίδεται από το υποθηκοφυλακείο με την καταβολή σχετικού τιμήματος (τέλος έκδοσης).

Εκτελεστήριος τύπος:

«Φίλιππος, Βασιλιάς του Βελγίου,

Προς όλες τις τωρινές και μελλοντικές γενεές:

  • Διατάσσω όλους του δικαστικούς επιμελητές να εκτελέσουν, εάν τους ζητηθεί, την παρούσα δικαστική απόφαση, διαταγή, εντολή ή συμβολαιογραφική πράξη.
  • Τον γενικό εισαγγελέα και όλους τους εισαγγελείς των πρωτοδικείων να την εκτελέσουν και όλους τους προϊσταμένους και υπαλλήλους των δημόσιων υπηρεσιών να βοηθήσουν στην εκτέλεσή της, εάν αυτό προβλέπεται από τον νόμο.
  • Σε πίστωση των ανωτέρω η παρούσα δικαστική απόφαση, διαταγή, εντολή ή συμβολαιογραφική πράξη υπογράφεται και φέρει τη σφραγίδα του δικαστηρίου ή του συμβολαιογράφου.»

Για τις πράξεις που έχουν σχέση με την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης ή της συμβολαιογραφικής πράξης ο δικαστικός επιμελητής είναι υπόλογος ενώπιον του δικαστή κατασχέσεων. Όσον αφορά τα ζητήματα δεοντολογίας είναι υπόλογος ενώπιον της εισαγγελίας και του περιφερειακού επιμελητηρίου των δικαστικών επιμελητών.

Το υποθηκοφυλακείο του τόπου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία (άρθρο 1565 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Το υποθηκοφυλακείο παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ακίνητη περιουσία, όπως περιουσιακά δικαιώματα και εγγραφείσες υποθήκες σε βάρος της ιδιοκτησίας.

Αυτό σημαίνει ότι όλα τα μέρη συμμετέχουν στη διαδικασία.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Ο βελγικός κώδικας πολιτικής δικονομίας περιέχει διάφορους κανόνες σχετικά με τα ακατάσχετα περιουσιακά στοιχεία (άρθρα 1408 έως 1412c του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Οι δανειστές δεν μπορούν να ικανοποιήσουν αξιώσεις τους σε βάρος ορισμένων ενσώματων κινητών, τα οποία είναι απαραίτητα στην καθημερινή ζωή των καθών η κατάσχεση και των οικογενειών τους, ή τα οποία είναι απαραίτητα για την άσκηση του επαγγέλματός τους ή για τη συνέχιση της κατάρτισής τους ή των σπουδών των ιδίων ή των εξαρτώμενων τέκνων που ζουν στην ίδια κατοικία με αυτούς (βλ. άρθρο 1408 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας). Μερική εξαίρεση από την κατάσχεση και την εκχώρηση εφαρμόζεται ως προς τα εισοδήματα από εργασία και λοιπές δραστηριότητες, καθώς και τα επιδόματα, τις συντάξεις και λοιπά έσοδα.

Τα όρια μεταξύ των οποίων εκτείνεται η πλήρης ή η μερική εξαίρεση από την κατάσχεση ορίζονται στο άρθρο 1409 παράγραφος 1 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας και αναπροσαρμόζονται ετησίως. H προοδευτική βαθμίδα της δυνατότητας κατάσχεσης ή εκχώρησης αυξάνεται εάν ο οφειλέτης έχει εξαρτώμενα τέκνα.

Η νομική αξίωση προς εκτέλεση δικαστικής απόφασης υπόκειται καταρχήν στην γενική προθεσμία παραγραφής, ήτοι 10 έτη.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 15/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Βουλγαρία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η εκτέλεση είναι το τελικό στάδιο της δικαστικής διαδικασίας. Συνίσταται στη δυνατότητα του ενάγοντος ο οποίος έχει επιτύχει την έκδοση απόφασης υπέρ του να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο εκτέλεσης να προβεί σε όλες τις ενέργειες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του και που ορίζονται από τον νόμο για την ικανοποίηση της απαίτησης του ενάγοντος την οποία ο εναγόμενος δεν ικανοποίησε αυτοβούλως.

Το δικαίωμα εκτέλεσης βασίζεται στην ύπαρξη εκτελεστής δικαστικής ή άλλης πράξης βάσει της οποίας έχει εκδοθεί διαταγή εκτέλεσης.

Τα μέτρα εκτέλεσης περιλαμβάνουν τα εξής:

  • κατάσχεση κινητής περιουσίας
  • κατάσχεση ακίνητης περιουσίας
  • απογραφή και εκτίμηση ακίνητης περιουσίας
  • πώληση ακίνητης περιουσίας μέσω δημόσιου πλειστηριασμού
  • κατάσχεση τραπεζικού λογαριασμού του οφειλέτη
  • κατάσχεση οχήματος
  • ανάκτηση
  • δήμευση κινητής περιουσίας
  • εκτέλεση σε βάρος εταιρικών μεριδίων
  • εκτέλεση σχετικά με την παράδοση τέκνου
  • εκτέλεση ως προς τη συζυγική περιουσία.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Στη Βουλγαρία αρμόδιοι για την εκτέλεση είναι οι δικαστικοί επιμελητές, οι οποίοι μπορεί να είναι:

  1. κρατικοί δικαστικοί επιμελητές
  2. ιδιωτικοί δικαστικοί επιμελητές.

Το καθεστώς των ιδιωτικών δικαστικών επιμελητών διέπεται από τον νόμο περί ιδιωτικής δικαστικής εκτέλεσης [Zakon za chastnoto sadebno izpalnenie (ZChSI)]. Ο νόμος ορίζει τον ιδιώτη δικαστικό επιμελητή ως λειτουργό που έχει διοριστεί από το κράτος για να προβαίνει στην εκτέλεση ιδιωτικών απαιτήσεων.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Δυνάμει του άρθρου 404 του κώδικα πολιτικής δικονομίας [Grazhdanski protsesualen kodeks (GPK)], οι διαδικασίες εκτέλεσης μπορούν να κινηθούν με βάση τα ακόλουθα:

  • σημείο 1— αποφάσεις και διατάξεις που έχουν ισχύ δεδικασμένου, αποφάσεις εφετείου, εντολές εκτέλεσης, δικαστικοί συμβιβασμοί, εκτελεστές αποφάσεις και διατάξεις που κρίθηκαν εκτελεστές εκ των προτέρων ή άμεσα εκτελεστές αποφάσεις και διατάξεις, αποφάσεις διαιτητικών δικαστηρίων και συμβιβασμοί που έχουν επικυρωθεί από τα εν λόγω δικαστήρια
  • σημείο 2—αποφάσεις, πράξεις και δικαστικοί συμβιβασμοί σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, αν είναι εκτελεστές στη Βουλγαρία χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες
  • σημείο 3 —αποφάσεις, πράξεις και δικαστικοί συμβιβασμοί σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, καθώς και αποφάσεις και συμβιβασμοί που εκδίδονται και επικυρώνονται από διαιτητικά δικαστήρια σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, αν έχουν κηρυχθεί εκτελεστοί στη Βουλγαρία.

Δυνάμει του άρθρου 405 του GPK, οι διαταγές εκτέλεσης εκδίδονται κατόπιν σχετικής γραπτής αίτησης και δεν απαιτείται κοινοποίησή τους στον οφειλέτη.

Δυνάμει του άρθρου 405 παράγραφος 2 του GPK, αρμόδια να αποφανθούν επί των υποβαλλόμενων αιτήσεων είναι τα ακόλουθα δικαστήρια:

  • στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 404 παράγραφος 1 του GPK, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο το οποίο επιλήφθηκε της υπόθεσης και εξέδωσε τον εκτελεστό τίτλο και, στην περίπτωση που πράξη είναι άμεσα εκτελεστή, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση ή τον εκτελεστό τίτλο
  • στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 404 παράγραφοι 2 και 3 του GPK, το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να διατάξει την εκτέλεση
  • όσον αφορά τις αποφάσεις που εκδίδουν εθνικά διαιτητικά δικαστήρια και τους συμβιβασμούς που επικυρώνονται από αυτά στο πλαίσιο διαδικασίας διαιτησίας, το δικαστήριο της πόλης της Σόφιας (Sofiyski Gradski Sad).

Παρέχεται προθεσμία δύο εβδομάδων για την άσκηση έφεσης κατά αποφάσεων με τις οποίες γίνεται δεκτή ή απορρίπτεται αίτηση για έκδοση διαταγής εκτέλεσης (άρθρο 407 του GPK).

Δυνάμει του βουλγαρικού δικαίου, η αίτηση για έκδοση διαταγής εκτέλεσης μπορεί να κατατεθεί είτε από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο είτε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, συμπεριλαμβανομένου του επισπεύδοντος την εκτέλεση ή του πληρεξουσίου του. Δεν προβλέπεται η τήρηση ειδικού τύπου ως προς την κατάθεση αίτησης για την έκδοση διαταγής εκτέλεσης.

Τα έξοδα της εκτέλεσης αναφέρονται στον Πίνακα Αμοιβών και Χρεώσεων που περιέχεται στον νόμο περί ιδιωτικής αναγκαστικής εκτέλεσης [Εφημερίδα της Βουλγαρικής Κυβερνήσεως (SG) αριθ. 35/2006]. Τα έξοδα έκδοσης της διαταγής εκτέλεσης βαρύνουν εκείνον υπέρ του οποίο εκδίδεται η διαταγή.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Για την κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης, ο ενδιαφερόμενος οφείλει να υποβάλει σχετική γραπτή αίτηση σε κρατικό ή ιδιωτικό δικαστικό επιμελητή, επισυνάπτοντας τη σχετική διαταγή εκτέλεσης ή τυχόν άλλον εκτελεστό τίτλο. Στην αίτηση πρέπει να εξειδικεύεται η προτιμώμενη μέθοδος εκτέλεσης, η οποία ωστόσο μπορεί να μεταβληθεί κατά την πορεία της διαδικασίας (άρθρο 426 του GPK).

Η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να υποβληθεί σε δικαστικό επιμελητή το γεωγραφικό πεδίο δραστηριότητας του οποίου καλύπτει τον τόπο της περιουσίας κατά της οποίας πρόκειται να γίνει η εκτέλεση ή τον τόπο της καταστατικής έδρας του οφειλέτη (αν η εκτέλεση στρέφεται κατά εισπρακτέων απαιτήσεων), τον τόπο στον οποίο ο οφειλέτης είναι υποχρεωμένος να προβεί σε πράξη ή παράλειψη και τη μόνιμη διεύθυνση του πιστωτή ή του οφειλέτη (κατ’ επιλογή του πιστωτή) (αν η εκτέλεση αφορά την ανάκτηση διατροφής).

Ο δικαστικός επιμελητής, με έγγραφό του, καλεί τον οφειλέτη να προβεί στην εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία λήψης της σχετικής κλήσης. Η κλήση προειδοποιεί τον οφειλέτη ότι τυχόν μη ικανοποίηση της απαίτησης θα έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κλήση, στην οποία πρέπει να επισυνάπτεται αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου, πρέπει να περιέχει περιγραφή των επιβαλλόμενων κατασχέσεων. Ο δικαστικός επιμελητής, όταν καλεί τον οφειλέτη να προβεί στην εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης, πρέπει επίσης να ορίσει την ημερομηνία κατά την οποία θα γίνει απογραφή των περιουσιακών του στοιχείων και, αν η εκτέλεση αφορά ακίνητη περιουσία, να αποστείλει ειδοποίηση κατάσχεσης στο κτηματολόγιο.

Κατόπιν εντολής του πιστωτή, ο ιδιωτικός δικαστικός επιμελητής μπορεί να λάβει τα ακόλουθα μέτρα σε σχέση με τη διαδικασία εκτέλεσης: να διερευνήσει την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη, να αναζητήσει αρχεία, να λάβει έγγραφα κ.λπ., να καθορίσει τον τρόπο εκτέλεσης και να αναλάβει ως θεματοφύλακας τη φύλαξη συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων.

Ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση για κάθε μέτρο που αναλαμβάνει ή εκτελεί.

Σε περίπτωση μεταβολής της αρχικής μεθόδου εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να ειδοποιήσει εγγράφως τον οφειλέτη για τη σχετική μεταβολή σύμφωνα με το άρθρο 428 του GPK.

Αν κατά την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης ο οφειλέτης δεν διαθέτει μόνιμη ή τρέχουσα καταγεγραμμένη διεύθυνση, τότε ο κατά τόπον αρμόδιος δικαστής, ενεργώντας κατόπιν αιτήματος του πιστωτή, οφείλει να διορίσει έναν ad hoc εκπρόσωπο (αντίκλητο) του οφειλέτη (άρθρο 430 του GPK).

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Μπορεί να επιβληθεί εκτέλεση σε βάρος των ακόλουθων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη:

  • κινητή περιουσία
  • μισθοί
  • εισόδημα από ακίνητη περιουσία, όπως μισθώματα κ.λπ.
  • τραπεζικοί λογαριασμοί
  • ακίνητη περιουσία
  • μετοχές και ομολογίες που εκδίδονται από εμπορικές επιχειρήσεις
  • κινητή και ακίνητη περιουσία που αποτελεί αντικείμενο συγκυριότητας ή κινητή και ακίνητη γαμική περιουσία.

Δυνάμει του άρθρου 442 του GPK, ο πιστωτής μπορεί να επισπεύσει εκτέλεση σε βάρος οποιουδήποτε αντικειμένου ή εισπρακτέας απαίτησης του οφειλέτη.

Τα συντηρητικά μέτρα που επιβάλλονται από τον δικαστικό επιμελητή και οι εφαρμοζόμενες μέθοδοι εκτέλεσης πρέπει να είναι ανάλογα/-ες με το ποσό της οφειλής. Αν διαπιστωθεί ότι τα σχετικά συντηρητικά μέτρα είναι δυσανάλογα, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να τα άρει.

Το άρθρου 444 του GPK αναφέρει τα ακόλουθα αντικείμενα ως ακατάσχετα (δηλαδή, μη υποκείμενα σε αναγκαστική εκτέλεση):

  • αντικείμενα καθημερινής χρήσης που χρησιμοποιούνται από τον οφειλέτη και την οικογένειά του και τα οποία ορίζονται σε κατάλογο που εκδίδεται από το υπουργικό συμβούλιο (Ministerski savet)
  • τα τρόφιμα που απαιτούνται για τη διατροφή του οφειλέτη και της οικογένειάς του για έναν μήνα ή, στην περίπτωση των γεωργών, μέχρι τη νέα συγκομιδή, ή τα ισοδύναμά τους σε λοιπά γεωργικά προϊόντα
  • τα καύσιμα που απαιτούνται για θέρμανση, μαγειρική και φωτισμό για χρονικό διάστημα τριών μηνών
  • τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός που χρειάζεται ο οφειλέτης για να μπορεί να συνεχίσει να επιδίδεται στην άσκηση της τέχνης ή εργασίας του
  • τμήμα της γης που ανήκει στον οφειλέτη (έως 0,5 εκτάρια για αμπελώνες και λοιπές καλλιεργήσιμες εκτάσεις και έως και 3 εκτάρια για εκτάσεις γενικής χρήσης, καθώς και τα μηχανήματα, τα εργαλεία, τα λιπάσματα, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και οι σπόροι που προορίζονται για σπορά για χρονικό διάστημα ενός έτους)
  • για κτηνοτρόφους, τα απαραίτητα βοοειδή εργασίας, και συγκεκριμένα δύο βοοειδή έλξης, μία αγελάδα, πέντε αιγοπρόβατα, δέκα κυψέλες και κατοικίδιες όρνιθες, καθώς και η απαραίτητη ζωοτροφή μέχρι τη νέα σοδειά ή μέχρι τη νέα περίοδο βοσκής
  • η κατοικία που ανήκει στην κυριότητα του οφειλέτη, αν ο οφειλέτης και τα μέλη της οικογένειάς του δεν διαθέτουν άλλη κατοικία, ανεξαρτήτως του αν ο οφειλέτης κατοικεί εκεί. Αν η κατοικία υπερβαίνει τις ανάγκες στέγασης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, όπως ορίζεται σε σχετικό κανονισμό που εκδίδεται από το βουλγαρικό υπουργικό συμβούλιο, τότε πωλείται τμήμα αυτής, με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων που ορίζονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 του βουλγαρικού νόμου περί ιδιοκτησίας (Zakon za sobstvenostta)
  • λοιπά αντικείμενα και εισπρακτέες απαιτήσεις που προστατεύονται από την εκτέλεση διά νόμου.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Κατά την κλήση του οφειλέτη για εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει επίσης να προσδιορίζει την ημερομηνία στην οποία θα καταρτιστεί ο κατάλογος περιουσιακών στοιχείων (απογραφή), και, στην περίπτωση εκτέλεσης επί ακίνητης περιουσίας, να κοινοποιεί την κατάσχεση στο σχετικό κτηματολόγιο.

Η κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων ή απαίτησης επισπεύδεται με την κατάρτιση καταλόγου απογραφής περιουσιακών στοιχείων.

Η κατάσχεση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων παράγει τις ακόλουθες συνέπειες έναντι του οφειλέτη:

Από τη στιγμή της επιβολής της κατάσχεσης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να διαθέσει την περιουσία του (ακίνητη ή κινητή) ή τις εισπρακτέες απαιτήσεις του ούτε, επί ποινή ποινικής δίωξης, να μεταβάλει, βλάψει ή καταστρέψει την περιουσία. Τα αποτελέσματα αυτά παράγονται αρχής γενομένης από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης για εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης.

Η κατάσχεση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων παράγει τις ακόλουθες συνέπειες έναντι του πιστωτή:

Δυνάμει του άρθρου 452 παράγραφος 1 του GPK, οποιαδήποτε πράξη διάθεσης της κατασχεθείσας κινητής περιουσίας ή εισπρακτέων απαιτήσεων είναι άκυρη έναντι του πιστωτή και κάθε εις ολόκληρον πιστωτή, εκτός αν ο προς ον η μεταβίβαση μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 78 του βουλγαρικού νόμου περί ιδιοκτησίας. Η τελευταία αυτή διάταξη ορίζει ότι η κυριότητα περιέρχεται στον νόμιμο αγοραστή κινητής περιουσίας ή τίτλων στον κομιστή, ακόμη και αν η αγορά έγινε εν αγνοία του από μη κύριο, εκτός αν για τη μεταβίβαση της κυριότητας απαιτείται συμβολαιογραφική πράξη ή συμβολαιογραφική βεβαίωση των υπογραφών των συμβαλλομένων μερών. Ο ίδιος κανόνας ισχύει για την απόκτηση λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακίνητης περιουσίας.

Σε περίπτωση εκτέλεσης κατά ακίνητης περιουσίας, η ακυρότητα παράγει αποτελέσματα αποκλειστικά όσον αφορά πράξεις μεταβίβασης που γίνονται μετά την ημερομηνία εγγραφής της συντηρητικής κατάσχεσης (άρθρο 452 παράγραφος 2 του GPK).

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Ο νόμος δεν προβλέπει χρονικό όριο ισχύος των εν λόγω μέτρων. Σκοπούν στην ικανοποίηση της απαίτησης του πιστωτή και, ως εκ τούτου, διατηρούν την ισχύ τους έως και την περάτωση της διαδικασίας εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Τα ένδικα μέσα που διατίθενται στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης ορίζονται στα τμήματα Ι και ΙΙ του κεφαλαίου 39 του GPK.

  • Ο πιστωτής μπορεί να ασκήσει ανακοπή:
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί στη συγκεκριμένη πράξη εκτέλεσης
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε νέα αποτίμηση της περιουσίας κατά της οποίας στρέφεται η πράξη εκτέλεσης και
    • κατά της αναστολής, της περάτωσης και της ολοκλήρωσης της εκτέλεσης.
  • Ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή:
    • κατά αποφάσεως του δικαστικού επιμελητή με την οποία επιβάλλει χρηματική ποινή στον οφειλέτη
    • κατά πράξης εκτέλεσης σε βάρος περιουσίας που ο οφειλέτης θεωρεί ακατάσχετη
    • κατά της κατάσχεσης κινητής περιουσίας ή της αποβολής του οφειλέτη από ακίνητη περιουσία για τον λόγο ότι ο οφειλέτης δεν ενημερώθηκε δεόντως για την εκτέλεση
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε νέα αποτίμηση της περιουσίας κατά της οποίας στρέφεται η πράξη εκτέλεσης
    • κατά του ορισμού τρίτου ως θεματοφύλακα
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να αναστείλει, να περατώσει ή να ολοκληρώσει την εκτέλεση και
    • κατά διατάξεων σχετικά με την επιδίκαση των εξόδων της διαδικασίας.
  • Τρίτο πρόσωπο (που δεν είναι διάδικος στη διαδικασία εκτέλεσης) μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά πράξεων του δικαστικού επιμελητή μόνο αν η εκτέλεση στρέφεται κατά αντικειμένων που βρίσκονται στην κατοχή του κατά την ημέρα της κατάσχεσης ή παράδοσης.
  • Τρίτο πρόσωπο μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της ανάκτησης ακίνητης περιουσίας μόνο στην περίπτωση που είχε στην κατοχή του το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο πριν από την προβολή της αξίωσης την οποία αφορά η εκτέλεση (άρθρο 435 του GPK).
  • Κατά τη διεξαγωγή δημόσιου πλειστηριασμού, η απόφαση περί κατακύρωσης του ακινήτου υπόκειται σε ανακοπή από άτομο που κατέβαλε προκαταβολή το πολύ μέχρι την τελευταία ημέρα του πλειστηριασμού, από πιστωτή που υπέβαλε προσφορά στον πλειστηριασμό χωρίς να έχει καταβάλει προκαταβολή, ή από τον οφειλέτη για τους λόγους ότι ο πλειστηριασμός δεν διεξήχθη νομίμως ή ότι το ακίνητο δεν κατακυρώθηκε στον υπερθεματιστή.

Δυνάμει του άρθρου 436 του GPK, η ανακοπή ασκείται το πολύ εντός μίας εβδομάδας από την ημερομηνία της προσβαλλόμενης ενέργειας, αν ο ανακόπτων ήταν παρών κατά τη στιγμή της εν λόγω ενέργειας ή αν είχε κληθεί να παραστεί, και, σε κάθε άλλη περίπτωση, εντός μίας εβδομάδας από την ημερομηνία της σχετικής κλήτευσής του. Η ανακοπή κατατίθεται μέσω του δικαστικού επιμελητή ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου που είναι κατά τόπον αρμόδιο στον τόπο της εκτέλεσης. Όταν ασκείται ανακοπή, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να αναφέρει τους λόγους της προσβαλλόμενης ενέργειας.

Οι ανακοπές εξετάζονται σε κλειστή συνεδρίαση, με εξαίρεση εκείνες που ασκούνται από τρίτους, οι οποίες εξετάζονται σε δημόσια συνεδρίαση στην οποία καλούνται να παραστούν όλοι οι διάδικοι της διαδικασίας εκτέλεσης. Το δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί το πολύ εντός ενός μήνα σχετικά με την ανακοπή.

Η άσκηση ανακοπής δεν αναστέλλει τη διαδικασία εκτέλεσης, αν και το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει τη διαδικασία για όσο διάστημα εκκρεμεί η έκδοση απόφασης επί των λόγων της ανακοπής. Σε περίπτωση αναστολής της διαδικασίας, ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνεται αμελλητί σχετικά με την εν λόγω εξέλιξη (άρθρο 438 του GPK).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το άρθρο 432 του GPK ορίζει τις διάφορες περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο μπορεί νομίμως να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του πιστωτή.

Σύμφωνα με το άρθρο 433 παράγραφος 1 σημείο 8 του GPK, αν ο πιστωτής δεν επιδιώξει τη διενέργεια των πράξεων εκτέλεσης επί δύο χρόνια, ο δικαστικός επιμελητής περατώνει τη διαδικασία εκτέλεσης. Η μόνη παραδεκτή εξαίρεση στον κανόνα αυτόν αφορά τις υποθέσεις διατροφής.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/02/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Τσεχία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Σημαίνει επιβολή της συμμόρφωσης με υποχρέωση που απορρέει από εκτελεστό τίτλο, ακόμη και ενάντια στη βούληση του προσώπου στο οποίο επιβλήθηκε η υποχρέωση. Αν το πρόσωπο αυτό δεν συμμορφωθεί οικειοθελώς με όσα προβλέπει η εκτελεστή δικαστική απόφαση, ο δανειστής μπορεί να υποβάλει αίτηση σε δικαστήριο ή σε δικαστικό επιμελητή για τη δικαστική επιβολή ή εκτέλεση της απόφασης.

Το δικαστήριο διατάσσει και διενεργεί την εκτέλεση, με εξαίρεση τους τίτλους που εκτελούνται σε διοικητικές ή φορολογικές διαδικασίες. Έτσι, σε αστικές υποθέσεις, ο δανειστής μπορεί πάντοτε να προσφύγει στο δικαστήριο.

Ο δανειστής υπέρ του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση μπορεί επίσης να απευθυνθεί σε δικαστικό επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής εκτελεί δικαστική απόφαση με την άδεια του δικαστηρίου, με εξαίρεση τις ακόλουθες δικαστικές αποφάσεις:

  • δικαστικές αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα ανηλίκου,
  • δικαστικές αποφάσεις σε υποθέσεις προστασίας σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας,
  • αποφάσεις θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
  • αλλοδαπές δικαστικές αποφάσεις.

Αίτηση για αναγκαστική εκτέλεση μπορεί, πάντως, να υποβληθεί αν η αναγκαστική εκτέλεση αφορά συμμόρφωση με δικαστική απόφαση περί διατροφής ανηλίκου ή με αλλοδαπή δικαστική απόφαση, όταν η εκτελεστότητα έχει κηρυχθεί σύμφωνα με άμεσα εφαρμοστέα νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με διεθνή συνθήκη ή με απόφαση περί αναγνώρισης.

Η εκτέλεση δικαστικής απόφασης μέσω δικαστηρίου διέπεται από τα άρθρα 251-351a του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου διέπεται, εντούτοις, από τα άρθρα 492-513 του νόμου αριθ. 292/2013, περί ειδικών δικαστικών διαδικασιών, όπως έχει τροποποιηθεί.

Η εκτέλεση δικαστικής απόφασης μέσω δικαστικού επιμελητή διέπεται καταρχήν από τα άρθρα 35-73 του νόμου αριθ. 120/2001, περί δικαστικών επιμελητών και ενεργειών εκτέλεσης (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί). Ο δικαστικός επιμελητής ενεργεί επομένως σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ιδίως σε ό,τι αφορά τις διατάξεις που διέπουν τους διάφορους τρόπους εκτέλεσης μιας απόφασης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Συνήθως, το τακτικό δικαστήριο του οφειλέτη είναι αρμόδιο να διατάξει και να διενεργήσει την εκτέλεση δικαστικής απόφασης [άρθρο 252 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)]. Εξαιρέσεις από τον κανόνα αυτόν προβλέπονται στο άρθρο 252 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Για λεπτομέρειες σχετικά με το τακτικό δικαστήριο του οφειλέτη, βλ. ενότητα «Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΒασικοί κανόνες για την κατά τόπο αρμοδιότητα» (μέρος 2.2.1. του δελτίου πληροφοριών «Ποιας χώρας το δικαστήριο είναι αρμόδιο; – η Τσεχική Δημοκρατία»).

Η αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί από δικαστήρια και από δικαστικούς επιμελητές διορισμένους από δικαστήριο. Σύμφωνα με το άρθρο 45 του νόμου αριθ. 120/2001, περί δικαστικών επιμελητών και ενεργειών εκτέλεσης (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί), το καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την αναγκαστική εκτέλεση είναι το τοπικό δικαστήριο. Το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο για την αναγκαστική εκτέλεση είναι το δικαστήριο της μόνιμης κατοικίας του οφειλέτη, του τόπου διαμονής του στην Τσεχική Δημοκρατία σύμφωνα με το είδος παραμονής αλλοδαπού, την καταστατική έδρα του, κ.λπ. Το ζήτημα της αρμοδιότητας αναπτύσσεται διεξοδικότερα στο προαναφερθέν άρθρο του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. επίσης την ερώτηση «Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;»

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

Εκτέλεση απόφασης

Η διαδικασία κινείται μόνο κατόπιν αίτησης του δανειστή, εάν ο οφειλέτης δεν συμμορφώνεται οικειοθελώς με το διατακτικό της εκτελεστής δικαστικής απόφασης. Ακόμη και χωρίς αίτηση, πάντως, σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 292/2013, περί ειδικών δικαστικών διαδικασιών, όπως έχει τροποποιηθεί, το δικαστήριο διατάσσει την εκτέλεση ορισμένων προδικαστικών αποφάσεων, π.χ., σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας.

Η εκτέλεση δικαστικής απόφασης μπορεί να διαταχθεί μόνο αν στη δικαστική απόφαση αναφέρονται τα στοιχεία ταυτότητας του δανειστή και του οφειλέτη, ορίζεται το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο της υποχρέωσης για την εκπλήρωση της οποίας υποβλήθηκε η αίτηση κήρυξης εκτελεστότητας και ορίζεται προθεσμία συμμόρφωσης με την υποχρέωση. Αν στην απόφαση του δικαστηρίου δεν ορίζεται προθεσμία συμμόρφωσης με την υποχρέωση, εκλαμβάνεται ότι η συμμόρφωση με την υποχρέωση που επιβάλλεται μέσω της δικαστικής απόφασης πρέπει να επέλθει εντός τριών ημερών και, σε υποθέσεις αποβολής από ακίνητο, εντός δεκαπέντε ημερών από την ημέρα που η δικαστική απόφαση καθίσταται οριστική. Αν, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, η υποχρέωση συμμόρφωσης αφορά περισσότερους από έναν οφειλέτες, και αν η υποχρέωση είναι διαιρετή, τότε πρέπει να συμμορφωθούν εξίσου με την υποχρέωση όλοι οι οφειλέτες, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην απόφαση.

Για την υποβολή αίτησης κήρυξης εκτελεστότητας της απόφασης δεν απαιτείται ο δανειστής να εκπροσωπείται από δικηγόρο.

Στην αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας δικαστικής απόφασης με την οποία διατάσσεται η καταβολή χρηματικού ποσού πρέπει να επισημαίνεται ο συγκεκριμένος τρόπος της εκτέλεσης και άλλα προαπαιτούμενα που καθορίζονται από τη νομοθεσία. Η αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας πρέπει να συνοδεύεται από αντίγραφο της δικαστικής απόφασης με βεβαίωση της εκτελεστότητάς της. Η εν λόγω βεβαίωση εκδίδεται μαζί με τη δικαστική απόφαση από το δικαστήριο που αποφάσισε για την υπόθεση σε πρώτο βαθμό. Δεν απαιτείται η επισύναψη αντίγραφου της δικαστικής απόφασης αν η αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας υποβάλλεται στο δικαστήριο που αποφάσισε για την υπόθεση σε πρώτο βαθμό.

Κατά τη διαδικασία εκτέλεσης, η απόφαση εκδίδεται πάντοτε με τη μορφή της διαταγής.

Το δικαστήριο διατάσσει, κατά κανόνα, την εκτέλεση χωρίς ακρόαση του οφειλέτη.

Στις δικαστικές διαδικασίες στην Τσεχική Δημοκρατία καταβάλλονται δικαστικά έξοδα (βλ. νόμο αριθ. 549/1991, περί δικαστικών εξόδων, όπως έχει τροποποιηθεί). Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, ο νόμος προβλέπει εξαίρεση από τα δικαστικά έξοδα.

Διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης

Η αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται από τον δικαστικό επιμελητή τον οποίον υποδεικνύει ο δανειστής στην αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας. Οι ενέργειες του δικαστικού επιμελητή θεωρούνται ως ενέργειες του αρμόδιου για την αναγκαστική εκτέλεση δικαστηρίου.

Διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης κινείται με αίτηση του δανειστή ή με αίτηση προσώπου το οποίο αποδεικνύει ότι του έχει εκχωρηθεί ή μεταβιβαστεί δικαίωμα από δικαστική απόφαση. Ως ημερομηνία κίνησης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης νοείται η ημερομηνία παράδοσης της σχετικής αίτησης στον δικαστικό επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να αρχίσει να εντοπίζει και να εξασφαλίζει τα περιουσιακά στοιχεία του εναγόμενου μόνο αφότου το δικαστήριο του χορηγήσει σχετική άδεια και διατάξει την αναγκαστική εκτέλεση.

Στην αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να περιλαμβάνονται:

  • τα στοιχεία ταυτότητας του δικαστικού επιμελητή που θα αναλάβει την αναγκαστική εκτέλεση, καθώς και την έδρα του (κατάλογος των δικαστικών επιμελητών διατίθεται στον δικτυακό τόπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΕπιμελητηρίου Δικαστικών Επιμελητών της Τσεχικής Δημοκρατίας (Exekutorská komora České republiky). Οι δικαστικοί επιμελητές δεν έχουν κατά τόπον αρμοδιότητα – κάθε δικαστικός επιμελητής έχει το δικαίωμα να ενεργεί σε ολόκληρη την Τσεχική Δημοκρατία)
  • τα στοιχεία της υπόθεσης την οποία αφορά η αίτηση και τον σκοπό της,
  • τα στοιχεία ταυτότητας των μερών, δηλαδή του δανειστή, ή του προσώπου που έχει το δικαίωμα από τη δικαστική απόφαση, και του οφειλέτη για τα φυσικά πρόσωπα αυτό σημαίνει το όνομα, το επώνυμο, τη μόνιμη κατοικία των μερών, ή τον τόπο κατοικίας στην Τσεχική Δημοκρατία σύμφωνα με το είδος παραμονής αλλοδαπού και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου γέννησης ή την ημερομηνία γέννησης των μερών, ή για νομικά πρόσωπα την εταιρική επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο, την καταστατική έδρα και τον αριθμό μητρώου,
  • τα ακριβή στοιχεία του εκτελεστού τίτλου,
  • την υποχρέωση της οποίας επιδιώκεται η εκπλήρωση μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης, και πληροφορίες σχετικά με το εάν και, κατά περίπτωση, σε ποιο βαθμό, ο οφειλέτης έχει συμμορφωθεί με την εκτελούμενη υποχρέωση,
  • κατά περίπτωση, τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βάσισε το δικαίωμά του ο δανειστής,
  • υπογραφή

Η αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας πρέπει να συνοδεύεται από τον πρωτότυπο εκτελεστό τίτλο ή από επικυρωμένο αντίγραφο αυτού, με βεβαίωση της εκτελεστότητάς του ή αντίγραφο της συμβολαιογραφικής πράξης με άδεια εκτέλεσης, εκτός αν ο εκτελεστός τίτλος εκδόθηκε από το αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο. Η βεβαίωση εκτελεστότητας χορηγείται από την αρχή που εξέδωσε τον εκτελεστό τίτλο, ενώ για διακανονισμούς και συμφωνίες χορηγείται από την αρχή που έδωσε τη σχετική έγκριση.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Η εκτέλεση δικαστικής απόφασης μπορεί να διαταχθεί βάσει εκτελεστού τίτλου, εφόσον δεν υπήρξε οικειοθελής συμμόρφωση με επιβληθείσα υποχρέωση.

Εκτελεστός τίτλος είναι:

  • εκτελεστή απόφαση δικαστηρίου ή δικαστικού επιμελητή, εφόσον αναγνωρίζει δικαίωμα, επιβάλλει υποχρέωση ή αφορά περιουσιακά στοιχεία,
  • εκτελεστή απόφαση δικαστηρίου ή άλλης ανακριτικής, εισαγγελικής και δικάζουσας αρχής, εφόσον αναγνωρίζει δικαίωμα ή αφορά περιουσιακά στοιχεία,
  • εκτελεστή διαιτητική απόφαση (σημείωση: το Ανώτατο Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας έχει επανειλημμένως αποφανθεί ότι, μολονότι οι διαιτητικές αποφάσεις που εκδίδονται βάσει της σύμβασης της Νέας Υόρκης για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για τη δικαστική εκτέλεση μιας απόφασης χωρίς ειδική διαδικασία, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από μόνες τους ως εκτελεστοί τίτλοι — βλ. απόφαση του Δικαστηρίου αριθ. 20 Cdo 754/2018 της 12ης Ιουνίου 2018, απόφαση του δικαστηρίου αριθ. 20 Cdo 5882/2016 της 16ης Αυγούστου 2017 και απόφαση του δικαστηρίου αριθ. 20 Cdo 1165/2016 της 3ης Νοεμβρίου 2016)
  • συμβολαιογραφική πράξη με άδεια εκτέλεσης που έχει καταρτιστεί σύμφωνα με ειδική νομοθεσία,
  • εκτελεστή δικαστική απόφαση και άλλος εκτελεστός τίτλος προερχόμενος από δημόσια αρχή,
  • άλλες εκτελεστές αποφάσεις, εγκεκριμένοι συμβιβασμοί και έγγραφα των οποίων η εκτέλεση επιτρέπεται από τη νομοθεσία.

Αν στον εκτελεστό τίτλο δεν ορίζεται προθεσμία συμμόρφωσης με την υποχρέωση, εκλαμβάνεται ότι η συμμόρφωση με την υποχρέωση που επιβάλλεται μέσω του εκτελεστού τίτλου πρέπει να επέλθει εντός τριών ημερών και, σε υποθέσεις αποβολής από ακίνητο, εντός δεκαπέντε ημερών από την από την ημέρα που η δικαστική απόφαση καθίσταται οριστική.

Δικαστική εκτέλεση

Το τακτικό δικαστήριο του οφειλέτη είναι αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, για τη διενέργεια κάθε δικαστικής πράξης προτού διαταχθεί η εκτέλεση και για δηλώσεις σχετικά με περιουσιακά στοιχεία, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 252 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί).

Η εκτέλεση δύναται να διαταχθεί μόνο στον βαθμό που έχει ζητηθεί από τον δανειστή στην αίτησή του και στο μέτρο που, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, αρκεί για την ικανοποίησή του [άρθρο 263 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Το δικαστήριο απορρίπτει αίτηση για την κήρυξη εκτελεστότητας εφόσον καθίσταται ήδη σαφές από την αίτηση ότι το προς είσπραξη ποσό δεν θα είναι αρκετό ούτε για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας εκτέλεσης [άρθρο 264 παράγραφος 2 του νόμου αριθ. 99/1963, (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης

Ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στην εκτέλεση με την άδεια του δικαστηρίου, με εξαίρεση τις δικαστικές αποφάσεις που αναφέρονται ανωτέρω (σημείο αριθ. 1).

Ο δικαστικός επιμελητής που λαμβάνει αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης ζητά από το αρμόδιο για την αναγκαστική εκτέλεση δικαστήριο –το αργότερο εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης– να του χορηγήσει τη σχετική έγκριση και να διατάξει την αναγκαστική εκτέλεση. Το δικαστήριο χορηγεί την έγκριση εντός δεκαπέντε ημερών, εφόσον πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις. Αν δεν πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαστήριο διατάσσει τον δικαστικό επιμελητή να απορρίψει ή να αρνηθεί εν μέρει ή εν όλω την αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης, ή να διακόψει τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Η εν λόγω εντολή του δικαστηρίου είναι δεσμευτική για τον δικαστικό επιμελητή.

Το καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την αναγκαστική εκτέλεση είναι το τοπικό δικαστήριο.

Το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο για την αναγκαστική εκτέλεση είναι το δικαστήριο του τόπου μόνιμης κατοικίας του οφειλέτη, αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, ή του τόπου διαμονής του στην Τσεχική Δημοκρατία σύμφωνα με το είδος παραμονής αλλοδαπού. Αν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο της καταστατικής έδρας του οφειλέτη. Αν ο οφειλέτης ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο δεν έχει μόνιμη κατοικία ή τόπο διαμονής στην Τσεχική Δημοκρατία, ή αν ο οφειλέτης ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο δεν έχει καταστατική έδρα στην Τσεχική Δημοκρατία, το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου έχει περιουσιακά στοιχεία ο οφειλέτης.

Ορισμένες εξαιρέσεις ως προς την κατά τόπον αρμοδιότητα προβλέπονται στο νόμο αριθ. 292/2013, περί ειδικών δικαστικών διαδικασιών, όπως έχει τροποποιηθεί, π.χ. άρθρο 511.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να κινηθεί τόσο κατά κινητών όσο και κατά ακίνητων πραγμάτων, δικαιωμάτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων, με ορισμένες εξαιρέσεις.

Διαδικασία εκτέλεσης δεν μπορεί να κινηθεί συγκεκριμένα κατά των ακόλουθων, σύμφωνα με τα άρθρα 321-322 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί):

  • είδη των οποίων η πώληση απαγορεύεται σύμφωνα με ειδική νομοθεσία, ή τα οποία δεν υπόκεινται σε μέτρα εκτέλεσης σύμφωνα με ειδική νομοθεσία,
  • είδη τα οποία ανήκουν στον οφειλέτη και του χρειάζονται για την ικανοποίηση των προσωπικών υλικών αναγκών του, καθώς και των υλικών αναγκών της οικογενείας του, ή για την επιτέλεση της εργασίας του, καθώς και άλλα είδη των οποίων η πώληση θα ήταν αντίθετη προς τους κανόνες ηθικής (συγκεκριμένα, είδη καθημερινής ένδυσης, συνήθης οικιακός εξοπλισμός, βέρες γάμου, και λοιπά παρεμφερή είδη, ιατροφαρμακευτικά και λοιπά είδη τα οποία χρειάζεται ο οφειλέτης λόγω ασθένειας ή σωματικής αναπηρίας, μετρητά αξίας διπλάσιας από το ποσό που απαιτείται για τη διαβίωση προσώπου σύμφωνα με ειδική νομοθεσία, ζώα συντροφιάς που δεν διατηρούνται κατά κύριο λόγο για οικονομικούς σκοπούς),
  • αν ο οφειλέτης είναι επιχειρηματίας, είδη τα οποία του ανήκουν και του χρειάζονται για τη διενέργεια των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του (αυτό δεν ισχύει αν βαρύνονται με ενέχυρο με σκοπό την είσπραξη απαίτησης από τον δανειστή),
  • τεχνικό εξοπλισμό στον οποίον, σύμφωνα με ειδική νομοθεσία, ο οφειλέτης διατηρεί αρχεία επενδυτικών μέσων ή αποθηκεύει έγγραφα που σχετίζονται με στοιχεία των εν λόγω αρχείων, και επίσης τεχνικό εξοπλισμό που χρησιμεύει για την παροχή στοιχείων σχετικά τους ιδιοκτήτες επενδυτικών μέσων σύμφωνα με ειδική νομοθεσία,
  • περιουσιακά στοιχεία τα οποία απέκτησε ο οφειλέτης λόγω διαδοχής (αυτό δεν ισχύει αν ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να διαθέτει ελεύθερα τα εν λόγω περιουσιακά ή αν η εκτέλεση αφορά την είσπραξη οφειλών αποβιώσαντος ή οφειλών που σχετίζονται με την καταπιστευματική διαχείριση περιουσιακών στοιχείων τα οποία αποκτήθηκαν λόγω διαδοχής).

Ο δανειστής μπορεί επίσης πάντοτε να αιτηθεί την απομείωση της αξίας των στοιχείων που απαριθμούνται ανωτέρω, εφόσον έχουν αποκτηθεί από οφειλέτη ο οποίος - με εσκεμμένη εγκληματική πράξη - προκάλεσε ζημία μέσω του αδικαιολόγητου πλουτισμού από το ποινικό αδίκημα, αν ο δανειστής είναι το πρόσωπο που ζημιώθηκε από το ποινικό αδίκημα.

Σε κατάσχεση δεν υπόκεινται επίσης τα ακόλουθα:

  • απαιτήσεις αποζημίωσης η οποία, σύμφωνα με ασφαλιστήριο συμβόλαιο, καταβάλλεται από ασφαλιστική εταιρεία, αν η αποζημίωση πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή καινούργιου ή την επισκευή υφιστάμενου κτιρίου,
  • προνοιακά επιδόματα σε χρήμα, επιδόματα διαβίωσης, κρατική κοινωνική υποστήριξη, επίδομα στέγασης, και εφάπαξ κρατική κοινωνική υποστήριξη και επιδόματα προς ανάδοχες οικογένειες,
  • απαιτήσεις τις οποίες απέκτησε ο οφειλέτης από διαδοχή αυτό δεν ισχύει αν ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να διαθέτει ελεύθερα την απαίτηση ή αν η εκτέλεση περιλαμβάνει την είσπραξη οφειλών διαθέτη ή οφειλών που σχετίζονται με την καταπιστευματική διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν λόγω διαδοχής,
  • σε εκτέλεση υπόκεινται μόνο τα δύο πέμπτα των απαιτήσεων φυσικών προσώπων που είναι επιχειρηματίες και οι οποίες γεννώνται στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων των εν λόγω προσώπων αν, όμως, υπάρχει αίτηση εκτέλεσης προνομιακών απαιτήσεων, σε εκτέλεση υπόκεινται τα τρία πέμπτα αυτών,
  • σε εκτέλεση υπόκεινται μόνο τα δύο πέμπτα των απαιτήσεων επί δικαιωμάτων αν ο οφειλέτης είναι συγγραφέας αν, όμως, υπάρχει αίτηση εκτέλεσης προνομιακών απαιτήσεων, σε εκτέλεση υπόκεινται τα τρία πέμπτα αυτών (το ίδιο ισχύει για απαιτήσεις επί δικαιωμάτων καλλιτεχνών-ερμηνευτών και επί των δικαιωμάτων των πρωτουργών βιομηχανικής ιδιοκτησίας).

Στον ανωτέρω κατάλογο περιλαμβάνονται οι βασικοί περιορισμοί σχετικά με την απομείωση της αξίας περιουσιακών στοιχείων μέσω επιβολής ή αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας περιέχει ορισμένους πρόσθετους ειδικούς περιορισμούς, π.χ. στο άρθρο 267b.

Η μέθοδος απομείωσης της αξίας της κοινής περιουσίας συζύγων προβλέπεται στο άρθρο 262a παράγραφοι 1 και 2 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί), και στο άρθρο 42 του νόμου αριθ. 120/2001 (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί). Εκτέλεση επί περιουσιακών στοιχείων τα οποία είναι τμήμα της κοινής συζυγικής περιουσίας μπορεί επίσης να διαταχθεί για την είσπραξη οφειλής που δημιουργήθηκε από έναν μόνο εκ των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου ή πριν από αυτόν. Για τους σκοπούς της διαταγής εκτέλεσης, θεωρούνται επίσης μέρος της κοινής συζυγικής περιουσίας των οφειλετών και των συζύγων τους τα περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι τμήμα της κοινής συζυγικής περιουσίας απλώς και μόνο επειδή με δικαστική απόφαση ακυρώθηκε η συζυγική περιουσία ή περιορίστηκε το υφιστάμενο εύρος της, ή επειδή το εύρος της συζυγικής περιουσίας περιορίστηκε μέσω σύμβασης, ή έχει συμφωνηθεί η διατήρηση χωριστών περιουσιακών στοιχείων, ή η προέλευση της κοινής συζυγικής περιουσίας έχει οριστεί μέσω σύμβασης από την ημερομηνία λύσης του γάμου.

Εκτέλεση μέσω παρακρατήσεων από μισθούς ή άλλα εισοδήματα της/του συζύγου οφειλέτη/οφειλέτριας, μέσω κατάσχεσης από λογαριασμό της/του συζύγου οφειλέτη/οφειλέτριας σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, κατάσχεσης λοιπών χρηματικών απαιτήσεων από τη/το σύζυγο οφειλέτη/οφειλέτριας ή κατάσχεσης λοιπών περιουσιακών στοιχείων της/του συζύγου οφειλέτη/οφειλέτριας, μπορεί να διαταχθεί για την είσπραξη οφειλής η οποία είναι μέρος της κοινής περιουσίας των συζύγων.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Δικαστική εκτέλεση:

Η πληρωμή χρηματικού ποσού μπορεί να γίνει μέσω παρακρατήσεων από μισθούς, κατάσχεσης, διαχείρισης ακίνητων, πώλησης κινητών και ακίνητων, κατάσχεσης μονάδας παραγωγής, και σύστασης δικαστικής ασφάλειας επί ακίνητων περιουσιακών στοιχείων [άρθρο 258 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Εκτέλεση η οποία επιβάλλει υποχρέωση διαφορετική από την πληρωμή χρηματικού ποσού εξαρτάται από τη φύση της επιβληθείσας υποχρέωσης. Μπορεί να διενεργηθεί μέσω αποβολής από ακίνητο, κατάσχεσης κινητών, κατάτμησης εξ αδιαιρέτου στοιχείων, ολοκλήρωσης εργασίας και λοιπών παροχών [άρθρο 258 παράγραφος 2 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Εκτέλεση μέσω της πώλησης ενεχυριασμένου περιουσιακού στοιχείου μπορεί να διενεργηθεί για κατασχεθείσα απαίτηση μέσω της πώλησης ενεχυριασμένων κινητών και υποθηκευμένων ακίνητων, κοινών στοιχείων και συνόλων στοιχείων, μέσω της κατάσχεσης ενεχυριασμένης οικονομικής απαίτησης και της κατάσχεσης λοιπών ενεχυριασμένων δικαιωμάτων κυριότητας [άρθρο 258 παράγραφος 3 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Μετά την καταχώριση της αναγκαστικής εκτέλεσης στο μητρώο κίνησης διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής αξιολογεί τον τρόπο διενέργειας της αναγκαστικής εκτέλεσης, και εκδίδει ή ακυρώνει εντολή αναγκαστικής εκτέλεσης που σχετίζεται με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία αφορά η αναγκαστική εκτέλεση. Ως διαταγή εκτέλεσης νοείται η διαταγή διενέργειας αναγκαστικής εκτέλεσης με έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο νόμο αριθ. 120/2001 (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί). Στη διαταγή εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να επιλέξει μέθοδο αναγκαστικής εκτέλεσης η οποία δεν είναι προδήλως απρόσφορη, και ιδίως από πλευράς δυσαναλογίας ως προς το ύψος της οφειλής και το τίμημα του αντικειμένου εκ του οποίου πρόκειται να γίνει η πληρωμή της οφειλής.

Αναγκαστική εκτέλεση που επιβάλλει την πληρωμή χρηματικού ποσού μπορεί να γίνει μέσω παρακρατήσεων από μισθούς και άλλα εισοδήματα, μέσω κατάσχεσης, μέσω πώλησης κινητών και ακίνητων, κατάσχεσης μονάδας παραγωγής, και σύστασης ασφάλειας δικαστικού επιμελητή επί ακίνητων, διαχείρισης ακίνητων, ή μέσω αναστολής της ισχύος άδειας οδήγησης.

Μέθοδος αναγκαστικής εκτέλεσης που επιβάλλει διαφορετική υποχρέωση από την πληρωμή χρηματικού ποσού εξαρτάται από τη φύση της επιβληθείσας υποχρέωσης. Μπορεί να διενεργηθεί μέσω αποβολής από ακίνητο, κατάσχεσης κινητών, κατάτμησης εξ αδιαιρέτου στοιχείων, ολοκλήρωσης εργασίας και λοιπών παροχών.

Αναγκαστική εκτέλεση μέσω της πώλησης ενεχυριασμένου περιουσιακού στοιχείου μπορεί να διενεργηθεί για κατασχεθείσα απαίτηση μέσω της πώλησης ενεχυριασμένων κινητών και υποθηκευμένων ακίνητων.

Η απαγόρευση της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων ρυθμίζεται από το άρθρο 44a και το άρθρο 47 παράγραφος 5 του νόμου αριθ. 120/2001 (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί). Εκτός αν ο δικαστικός επιμελητής αποφασίσει διαφορετικά, μετά την επίδοση της ειδοποίησης κίνησης αναγκαστικής εκτέλεσης, ο οφειλέτης δεν επιτρέπεται να διαθέσει τα περιουσιακά στοιχεία του, περιλαμβανομένης της ακίνητης περιουσίας και περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν μέρος της κοινής συζυγικής περιουσίας, με εξαίρεση τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες και δραστηριότητες λειτουργίας, την ικανοποίηση των βασικών αναγκών διαβίωσης τόσο των δικών του όσο και των προσώπων έναντι των οποίων υπέχει υποχρέωση διατροφής, και τη διατήρηση και διοίκηση περιουσιακών στοιχείων. Δικαιοπραξία μέσω της οποίας ο οφειλέτης παραβιάζει την εν λόγω υποχρέωση είναι άκυρη. Η δικαιοπραξία μπορεί, πάντως, να θεωρηθεί έγκυρη εφόσον δεν υποβληθεί ένσταση ακυρότητάς της από τον δικαστικό επιμελητή, τον δανειστή ή καταχωρισμένο δανειστή με σκοπό να διασφαλιστεί η ικανοποίηση προβαλλόμενης απαίτησης. Τα νομικά αποτελέσματα ένστασης ακυρότητας αρχίζουν να ισχύουν από τη χρονική στιγμή θέσης σε ισχύ της δικαιοπραξίας, εφόσον η διαταγή εκτέλεσης ή άλλη εκδήλωση της βούλησης του δικαστικού επιμελητή, του δανειστή ή του καταχωρισμένου δανειστή επιδίδεται σε όλα τα μέρη της δικαιοπραξίας κατά της οποίας υπέβαλαν την ένσταση ακυρότητας ο δικαστικός επιμελητής, ο δανειστής υπέρ του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση ή ο καταχωρισμένος δανειστής.

Ο οφειλέτης δεν επιτρέπεται να μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν αντικείμενο διαταγής εκτέλεσης σε άλλο πρόσωπο, ούτε να τα βαρύνει ή να τα διαθέσει με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Δικαιοπραξία μέσω της οποίας ο οφειλέτης παραβιάζει την εν λόγω υποχρέωση είναι άκυρη.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα αυτά ισχύουν έως ότου παύσει η αναγκαστική εκτέλεση και εισπραχθεί η απαίτηση, τα παρεπόμενα στοιχεία της και τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης, κ.λπ. Η απαγόρευση της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων λήγει με απόφαση, αν ο οφειλέτης καταθέσει στο δικαστικό επιμελητή ποσό το οποίο ισούται με την προς είσπραξη απαίτηση, τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης και τα έξοδα του δανειστή.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Κατά τη διαδικασία εκτέλεσης δικαστικής απόφασης μέσω δικαστηρίου, είναι δυνατή η υποβολή προσφυγής σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για τις προσφυγές. Ο οφειλέτης πρέπει να υποβάλει τη σχετική προσφυγή εντός 15 ημερών από την επίδοση του αντίγραφου της δικαστικής απόφασης, ενώπιον του δικαστηρίου κατά της απόφασης του οποίου στρέφεται η προσφυγή. Αν η προσφυγή υποβληθεί από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο εντός της προθεσμίας που επιτρέπεται για την άσκηση προσφυγής, η δικαστική απόφαση δεν τίθεται σε ισχύ αν δεν εκδοθεί πρώτα από το εφετείο τελική απόφαση επί της προσφυγής [βλ. επίσης άρθρο 254 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Κατά τη διαδικασία εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, δεν είναι δυνατή, για λόγους που καθορίζονται από τη νομοθεσία, η αναστολή της διαδικασίας και η απαλλαγή από την τήρηση της προθεσμίας, ούτε είναι δυνατή η άσκηση προσφυγής για επανέναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης. Είναι, ωστόσο, δυνατή η άσκηση αίτησης αναίρεσης, μόνο όμως αν η εν λόγω αίτηση στρέφεται κατά οριστικής απόφασης του εφετείου με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή ή τερματίστηκε η διαδικασία προσφυγής, καθώς και κατά οριστικής απόφασης του εφετείου με την οποία έγινε δεκτή ή μεταρρυθμίστηκε η απόφαση πρωτοδικείου για την απόρριψη προσφυγής ή την κατ’ έφεση εξέταση της υπόθεσης λόγω μη τήρησης της προθεσμίας [βλ. επίσης άρθρο 229 παράγραφος 4 και άρθρο 254 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Δικαίωμα σε περιουσιακά στοιχεία το οποίο δεν επιτρέπει την εκτέλεση μπορεί να ασκηθεί κατά του δανειστή μέσω της κατάθεσης αίτησης εξαίρεσης των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων από την εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 267 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Μέσω της εν λόγω αίτησης (άρθρο 267 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) μπορεί να ασκηθεί τηρουμένων των αναλογιών δικαίωμα σε περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν ή που θεωρούνται, για τους σκοπούς της εκτέλεσης, μέρος της συζυγικής περιουσίας του οφειλέτη/της οφειλέτριας και της/του συζύγου του, παρότι η προς ανάκτηση απαίτηση δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία.

Η ένσταση κατά της γνησιότητας, του ύψους, της ομάδας ή της σειράς οποιασδήποτε εκ των απαιτήσεων που καταχωρίστηκαν για τη διανομή προσόδων ή που ικανοποιήθηκαν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο κατά την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης πρέπει επίσης να ασκηθεί κατά δανειστή μέσω της υποβολής αίτησης περί απομείωσης της αξίας περιουσιακών στοιχείων με μεθόδους που καθορίζονται από τη νομοθεσία (άρθρο 267a του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Οι συμμετέχοντες μπορούν να υποβάλουν ενστάσεις κατά ορισμένων δικαστικών αποφάσεων. Πρόκειται, ενδεικτικά, για ενστάσεις του οφειλέτη σχετικά με την απογραφή των περιουσιακών στοιχείων, ενστάσεις κατά της έκθεσης για τη διοίκηση μονάδας παραγωγής, ή ενστάσεις κατά επιδίκασης.

Είναι εξίσου σημαντικό να αναφερθεί, τέλος, ότι ο οφειλέτης μπορεί, κατά τις διαδικασίες επιβολής ή εκτέλεσης, να υποβάλει αίτηση αναβολής ή αναστολής της εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης (αναγκαστική εκτέλεση). Η αναβολή και αναστολή της εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης (αναγκαστική εκτέλεση) ρυθμίζεται από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καθώς και από τον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης [συγκεκριμένα δε από τα άρθρα 266, 268 και 269 του νόμου αριθ. 99/1963 (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί), και από τα άρθρα 54, 55 και 55a του νόμου αριθ. 120/2001 (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Προσφυγή στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης:

Είναι δυνατή η άσκηση προσφυγής κατά απόφασης δικαστικού επιμελητή σε περιπτώσεις που επιτρέπονται από τον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης (πρβλ. άρθρο 55c).

Είναι δυνατό να κατατεθεί προσφυγή κατά της απόφασης δικαστικού επιμελητή με σκοπό την εξαίρεση κάποιου στοιχείου από την κατάσχεση, με αίτηση αφαίρεσης στοιχείου από κατάλογο σύμφωνα με το άρθρο 267 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η προσφυγή υποβάλλεται στο αρμόδιο για την αναγκαστική εκτέλεση δικαστήριο εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης του δικαστικού επιμελητή με την οποία ο τελευταίος δεν συμμορφώθηκε, έστω και εν μέρει, με την αίτηση αφαίρεσης του είδους από τον κατάλογο. Από την υποβολή της αίτησης αφαίρεσης του στοιχείου από τον κατάλογο μέχρι την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, και καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας που αφορά την προσφυγή, δεν επιτρέπεται η πώληση των κινητών περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο

Τα μέρη μπορούν να υποβάλουν ενστάσεις κατά διαταγής πληρωμής των εξόδων της διαδικασίας εντός 8 ημερών από την επίδοση της διαταγής.

Όσον αφορά την αίτηση αναβολής ή αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης, βλ. την ενότητα «Opravné prostředky při soudním výkonu rozhodnutí» ανωτέρω.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Σε περίπτωση έκδοσης διαταγής εκτέλεσης (άρθρο 44 και επ. του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης), η απαγόρευση της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων δεν ισχύει για τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες και δραστηριότητες λειτουργίας του οφειλέτη, για την ικανοποίηση των βασικών αναγκών διαβίωσης τόσο των δικών του όσο και των προσώπων έναντι των οποίων υπέχει υποχρέωση διατροφής, και για τη διατήρηση και διοίκηση περιουσιακών στοιχείων. Ο οφειλέτης μπορεί ακόμη να υποβάλει αίτηση στον δικαστικό επιμελητή ζητώντας τη μη εφαρμογή της απαγόρευσης της διάθεσης σε τμήμα των περιουσιακών στοιχείων του. Στην εν λόγω αίτηση, ο οφειλέτης πρέπει να αποδείξει ότι τα εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία του αρκούν ξεκάθαρα και αδιαμφισβήτητα για την κάλυψη της προς ανάκτηση απαίτησης, καθώς και των εξόδων του δανειστή και των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Ο οφειλέτης έχει επίσης τη δυνατότητα, κατόπιν κλήσης δικαστικού επιμελητή, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την προθεσμία πληρωμής και τις πιθανές συνέπειες ενδεχόμενης μη πληρωμής, να πληρώσει την προς ανάκτηση απαίτηση καθώς και την εγγύηση με μειωμένο κόστος. Η απαγόρευση της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 44a παράγραφος 1 και άρθρο 46 παράγραφος 6 του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης) παύει να ισχύει με τη συμμόρφωση με την προς ανάκτηση απαίτηση και την πληρωμή της εγγύησης. Σε αντίθετη περίπτωση, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στην αναγκαστική εκτέλεση.

Ο οφειλέτης προστατεύεται ιδίως σε περίπτωση αποβολής από διαμέρισμα ή άλλο ακίνητο στο οποίο διαμένει, σύμφωνα με το άρθρο 65 του διατάγματος αριθ. 37/1992 του τσεχικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, της 23ης Δεκεμβρίου 1991, περί των διαδικαστικών κανόνων των επαρχιακών και περιφερειακών δικαστηρίων (όπως έχει τροποποιηθεί). Συγκεκριμένα, η αναγκαστική εκτέλεση δικαστικής απόφασης δεν επιτρέπεται αν αρμόδιο όργανο για την αποβολή από ακίνητο, οικοδομή, διαμέρισμα ή δωμάτιο, διαπιστώσει ότι το προς έξωση πρόσωπο είναι καθηλωμένο στο κρεβάτι λόγω ασθένειας, ή είναι γυναίκα που διανύει την επιλόχειο περίοδο ή που βρίσκεται σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, και ότι η έξωση δύναται να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία του εν λόγω προσώπου. Αν ο δικαστικός επιμελητής δεν λάβει βεβαίωση ιατρού ή αν έχει αμφιβολίες για την ορθότητα της εν λόγω βεβαίωσης, συμβουλεύεται εξειδικευμένο ιατρό.

Εξαιρούνται ορισμένα είδη που ανήκουν σε οφειλέτη σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, βλ. επίσης την ερώτηση «Jaký druh majetku může být předmětem výkonu soudních rozhodnutí?»

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 28/03/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση γερμανικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: αγγλικά

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Γερµανία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Αναγκαστική εκτέλεση είναι η διαδικασία για την ικανοποίηση μιας ιδιωτικοδικαιικής απαίτησης μέσω δημόσιου καταναγκασμού. Φορέας της εξουσίας εκτέλεσης είναι αποκλειστικά το κράτος, το οποίο κατέχει το μονοπώλιο της εξουσίας καταναγκασμού, την οποία ασκεί μέσω των αρμόδιων οργάνων του.

Απαρίθμηση των διαφόρων μέτρων εκτέλεσης με τα οποία ο οφειλέτης μπορεί να εξαναγκαστεί να προβεί στην παροχή, την πράξη κ.λπ. που του έχει επιβληθεί:

  • Κατάσχεση κινητών
  • Κατάσχεση απαιτήσεων και άλλων περιουσιακών δικαιωμάτων (ιδίως, κατάσχεση μισθού)
  • Υποβολή καταλόγου περιουσιακών στοιχείων
  • Επιβολή μέτρων καταναγκασμού για τον εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη
  • Αναγκαστικός πλειστηριασμός
  • Αναγκαστική διαχείριση

Στη Γερμανία οι διατάξεις περί αναγκαστικής εκτέλεσης περιλαμβάνονται κυρίως στα άρθρα 704 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Zivilprozessordnung – ZPO) και στον νόμο για τον αναγκαστικό πλειστηριασμό και την αναγκαστική διαχείριση (Gesetz über die Zwangsversteigerung und Zwangsverwaltung – ZVG).

Διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014, ο οποίος ρυθμίζει τη διασυνοριακή εκτέλεση απαιτήσεων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, προβλέπονται στα άρθρα 946 επ. ZPO.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Βλ. παρακάτω το σημείο 3.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

  • Είναι εκτελεστοί τόσο δικαστικοί όσο και εξωδικαστικοί τίτλοι;

Ναι. Εκτελεστές είναι οι τελεσίδικες ή οι οριστικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστές (άρθρο 704 ZPO), οι διαταγές δέσμευσης και οι αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 929, 936 ZPO), καθώς και οι άλλοι εκτελεστοί τίτλοι που αναφέρονται στο άρθρο 794 ZPO. Σε αυτούς, εκτός από τίτλους που εκδίδονται από δικαστήρια, συγκαταλέγονται και οι συμβιβασμοί που έχουν επιτευχθεί ενώπιον υπηρεσίας συμβιβαστικής επίλυσης διαφορών, οι δικηγορικοί συμβιβασμοί και συμβολαιογραφικές πράξεις.

  • Είναι απαραίτητη η έκδοση δικαστικής απόφασης για να μπορεί να εκτελεστεί ο τίτλος;

Δικαστική απόφαση απαιτείται στην περίπτωση κατάσχεσης απαιτήσεων και άλλων περιουσιακών δικαιωμάτων του οφειλέτη, στην περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης για τον εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη, καθώς και στην περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης επί ακινήτων σύμφωνα με τον νόμο για τον αναγκαστικό πλειστηριασμό και την αναγκαστική διαχείριση (ZVG).

  • Ποιο είναι το αρμόδιο δικαστήριο;

Στην περίπτωση κατάσχεσης απαιτήσεων: το ειρηνοδικείο (Amtsgericht) του τόπου κατοικίας του οφειλέτη.

Στην περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης για εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη: το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση.

Σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού και αναγκαστικής διαχείρισης: το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο.

  • Καθεστώς και αρμοδιότητες του δικαστικού επιμελητή

Ο δικαστικός επιμελητής είναι δημόσιος υπάλληλος της δικαστικής υπηρεσίας μέσης βαθμίδας του ομόσπονδου κρατιδίου και υπόκειται στην εποπτεία του αρμόδιου διευθυντή ή προέδρου του Ειρηνοδικείου. Ωστόσο, κατά την άσκηση των καθηκόντων του είναι λειτουργικά ανεξάρτητος η υπηρεσιακή εποπτεία δεν ασκεί καμία επιρροή στο πλαίσιο αυτό. Τα μέτρα και οι κοστολογήσεις του δικαστικού επιμελητή μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή. Το ίδιο ισχύει αν ο δικαστικός επιμελητής αρνηθεί να εκτελέσει παραγγελία. Για την ανακοπή αποφασίζει ο δικαστής του δικαστηρίου της εκτέλεσης.

Ο δικαστικός επιμελητής είναι αρμόδιος για την εκτέλεση αποφάσεων πολιτικής δικαιοσύνης σύμφωνα με το όγδοο βιβλίο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, το κύριο καθήκον του έγκειται στην αναγκαστική εκτέλεση που αφορά κινητά. Συναφώς, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί επίσης κατ’ αρχήν να παρέχει στον οφειλέτη τη δυνατότητα πληρωμής σε δόσεις, ενώ οφείλει να φροντίζει για την ταχεία και αποτελεσματική περάτωση της διαδικασίας εκτέλεσης. Ένα από τα βασικά καθήκοντα του δικαστικού επιμελητή είναι να παραλαμβάνει τον κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων τον οποίο οφείλει να παράσχει ο οφειλέτης με βεβαιωτικό όρκο. Άλλοι τομείς αρμοδιοτήτων του δικαστικού επιμελητή είναι ιδίως οι εξής:

  • Η απόδοση κινητών και ακινήτων (έξωση).
  • Ο παραμερισμός της αντίστασης του οφειλέτη για πράξεις τις οποίες έχει υποχρέωση να ανεχθεί.
  • Οι επιδόσεις με επιμέλεια των διαδίκων οι οποίες απαιτούνται για τη διαδικασία εκτέλεσης.
  • Η εκτέλεση διαταγών δέσμευσης και αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων (στο μέτρο που δεν είναι αρμόδιο το δικαστήριο).
  • Η εκτέλεση αποφάσεων προσωπικής κράτησης κατόπιν άρνησης υποβολής καταλόγου περιουσιακών στοιχείων.
  • Η εντολή προς εκτέλεση πρέπει να δίνεται από ασκούντα το νομικό επάγγελμα;

Επί των αιτήσεων εκτέλεσης αποφαίνονται κατά κανόνα τα ειρηνοδικεία, ως δικαστήρια της εκτέλεσης, ενώπιον των οποίων δεν απαιτείται εκπροσώπηση από δικηγόρο.

Αντίθετα, οι αιτήσεις για την έκδοση απόφασης εξαναγκασμού σε πράξη ή παράλειψη υποβάλλονται στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση, δηλαδή κατά περίπτωση σε δικαστήριο ανώτερου βαθμού (πρωτοδικείο, Landgericht), όπου κατ’ αρχήν απαιτείται η εκπροσώπηση από δικηγόρο.

Έξοδα των μέτρων εκτέλεσης:

Ανάλογα με την επιδικασθείσα αξίωση, ο νόμος προβλέπει διάφορες δυνατότητες εκτέλεσης. Τα διάφορα μέτρα εκτέλεσης συνεπάγονται διαφορετικά έξοδα:

  • α. Κατάσχεση κινητών:

Αν εκδοθεί απόφαση για καταβολή ορισμένου χρηματικού ποσού, ο δανειστής μπορεί να αναθέσει στον δικαστικό επιμελητή την πραγμάτωση της αξίωσης πληρωμής. Για την κατάσχεση κινητών του οφειλέτη από τον δικαστικό επιμελητή επιβάλλεται τέλος 26 EUR, βάσει του αριθ. 205 του πίνακα εξόδων (Kostenverzeichnis – KV) του νόμου περί εξόδων δικαστικών επιμελητών (Gerichtsvollzieherkostengesetz – GvKostG). Για την πώληση των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων, τον δημόσιο πλειστηριασμό τους (που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένη τοποθεσία ή ως διαδικτυακός πλειστηριασμός προσβάσιμος στο ευρύ κοινό μέσω πλατφόρμας πλειστηριασμών) ή τη ρευστοποίησή τους με άλλον τρόπο καταβάλλεται επιπρόσθετο τέλος ύψους 52 EUR, βάσει του αριθ. 300 του πίνακα εξόδων του GvKostG. Επιπλέον των εν λόγω τελών, σύμφωνα με τον αριθ. 500 του πίνακα εξόδων του GvKostG, χρεώνεται προσαύξηση, εάν για τη διεκπεραίωση της υπηρεσιακής πράξης χρειάστηκαν περισσότερες από 3 ώρες βάσει της έκθεσης που συντάχθηκε από τον δικαστικό επιμελητή. Η προσαύξηση ανέρχεται σε 20 EUR για κάθε επιπλέον ώρα από το πρώτο λεπτό. Στα ποσά αυτά προστίθενται τα απαραίτητα έξοδα του δικαστικού επιμελητή, ιδίως τα οδοιπορικά έξοδα (αριθ. 711 του πίνακα εξόδων του GvKostG).

  • β. Κατάσχεση απαιτήσεων:

Περαιτέρω, στη βάση τίτλου πληρωμής, μπορεί να ζητηθεί η δικαστική κατάσχεση απαίτησης του οφειλέτη (π.χ. απαίτησής του σε πληρωμή μισθού) και η εκχώρησή της στον δανειστή προς είσπραξη ή αντί καταβολής (άρθρα 829, 835 ZPO). Κατά κανόνα, η κατάσχεση και εκχώρηση μιας απαίτησης ζητούνται από κοινού και περιλαμβάνονται σε μία απόφαση (κατάσχεσης και εκχώρησης). Ωστόσο, για τη διαδικασία που αφορά την αίτηση χρεώνεται τέλος μόνο 20 EUR, βάσει του αριθ. 2111 του πίνακα εξόδων (KV) του νόμου περί δικαστικών εξόδων (Gerichtskostengesetz – GKG). Οι δαπάνες, ιδίως το κόστος επίδοσης της δικαστικής απόφασης, χρεώνονται χωριστά, σύμφωνα με το μέρος 9 του πίνακα εξόδων.

  • γ. Παραλαβή του καταλόγου περιουσιακών στοιχείων:

Ο δικαστικός επιμελητής εισπράττει τέλος ύψους 33 EUR για την παραλαβή του καταλόγου περιουσιακών στοιχείων, βάσει του αριθ. 260 του πίνακα εξόδων του GvKostG.

  • δ. Εκτέλεση επί ακινήτων:

Αναγκαστική εκτέλεση επί ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη πραγματοποιείται με την εγγραφή υποθήκης στο αντίστοιχο βιβλίο υποθηκών προς εξασφάλιση της απαίτησης του δανειστή, με αναγκαστικό πλειστηριασμό ή με αναγκαστική διαχείριση του ακινήτου.

Για την εγγραφή υποθήκης στο βιβλίο υποθηκών, επιβάλλεται, σύμφωνα με τον αριθ. 14121 του πίνακα εξόδων (Kostenverzeichnis – KV) του νόμου περί δικαστικών και συμβολαιογραφικών εξόδων (Gerichts- und Notarkostengesetz – GNotKG), τέλος που αντιστοιχεί στο 1% της αξίας της προς εξασφάλιση απαίτησης (άρθρο 53 παράγραφος 1 GNotKG). Στο παράρτημα 1 παρατίθεται πίνακας των τελών για αξίες έως 3 εκατ. EUR.

Τα δικαστικά τέλη για διαδικασίες σύμφωνα με τον νόμο για τον αναγκαστικό πλειστηριασμό και την αναγκαστική διαχείριση καθορίζονται σύμφωνα με το μέρος 2 κεφάλαιο 2 ενότητες 1 και 2 του πίνακα εξόδων του νόμου περί δικαστικών εξόδων (Gerichtskostengesetz – GKG). Για την απόφαση επί αίτησης αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου ή αίτησης παρέμβασης στη δίκη επιβάλλεται τέλος ύψους 100 EUR. Επιπλέον, επιβάλλονται ένα γενικό τέλος διαδικασίας, ένα τέλος για τη διενέργεια ενός τουλάχιστον πλειστηριασμού με πρόσκληση υποβολής προσφορών, ένα τέλος για την κατακύρωση του πλειστηριασμού, καθώς και ένα τέλος για τη διανομή του πλειστηριάσματος, τα οποία αντιστοιχούν έκαστο στο 0,5%. Το γενικό τέλος διαδικασίας και το τέλος για τη διενέργεια του πλειστηριασμού καθορίζονται με βάση την αξία του ακινήτου που ορίστηκε από το δικαστήριο της εκτέλεσης (αγοραία αξία, άρθρο 54 παράγραφος 1 του GKG). Τα τέλη για την κατακύρωση του πλειστηριασμού και για τη διανομή του πλειστηριάσματος καθορίζονται με βάση την προσφορά στην οποία πραγματοποιήθηκε η κατακύρωση, χωρίς να συνυπολογίζονται τόκοι, περιλαμβανομένης της αξίας των τυχόν δικαιωμάτων που διατηρούνται σύμφωνα με τους όρους του πλειστηριασμού (άρθρο 54 παράγραφοι 2 και 3 του GKG). Στο παράρτημα 2 παρατίθεται πίνακας των τελών για αξίες έως 500 000 EUR. Επιπλέον των τελών, επιβάλλονται χωριστά τα έξοδα της διαδικασίας, σύμφωνα με το μέρος 9 του πίνακα εξόδων του GKG, ιδίως τα έξοδα πραγματογνωμοσύνης σχετικά με την αγοραία αξία του ακινήτου που είναι καταβλητέα σύμφωνα με τον νόμο περί δικαστικών αμοιβών και αποζημιώσεων (Justizvergütungs- und -entschädigungsgesetz – JVEG) (αριθ. 9005 του πίνακα εξόδων του GKG).

Για την απόφαση επί αίτησης αναγκαστικής διαχείρισης ή αίτησης παρέμβασης στη δίκη επιβάλλεται τέλος ύψους 100 EUR. Επιπλέον, για τη διεξαγωγή της διαχείρισης επιβάλλεται ετήσιο τέλος το οποίο αντιστοιχεί στο 0,5%, με ελάχιστο όριο τα 120 EUR συνολικά και τα 60 EUR για το πρώτο και το τελευταίο ημερολογιακό έτος. Τα τέλη καθορίζονται με βάση τη συνολική αξία των εσόδων από τη διαχείριση (άρθρο 55 GKG).

  • ε. Εκτέλεση για την απόδοση πράγματος, επιβολή μέτρων καταναγκασμού για τον εξαναγκασμό σε πράξη, ανοχή ή παράλειψη:

Σε περίπτωση που ο οφειλέτης υπέχει την υποχρέωση απόδοσης ορισμένου κινητού πράγματος, ο δικαστικός επιμελητής αφαιρεί το πράγμα από τον οφειλέτη και το παραδίδει στον δανειστή. Για την υπηρεσιακή αυτή πράξη ο δικαστικός επιμελητής εισπράττει τέλος ύψους 26 EUR, βάσει του αριθ. 221 του πίνακα εξόδων του νόμου περί εξόδων δικαστικών επιμελητών (GvKostG). Πέραν του τέλους αυτού, σύμφωνα με τον αριθ. 500 του πίνακα εξόδων του GvKostG, επιβάλλεται προσαύξηση, εάν για τη διεκπεραίωση της υπηρεσιακής πράξης χρειάστηκαν περισσότερες από 3 ώρες βάσει της έκθεσης που συντάχθηκε από τον δικαστικό επιμελητή. Η προσαύξηση ανέρχεται σε 20 EUR για κάθε επιπλέον ώρα από το πρώτο λεπτό.

Σε περίπτωση που ο οφειλέτης υπέχει την υποχρέωση απόδοσης ορισμένου ακινήτου, ο δικαστικός επιμελητής αποβάλλει τον οφειλέτη από την κατοχή του ακινήτου και εγκαθιστά σ’ αυτήν τον δανειστή (αναγκαστική έξωση). Σύμφωνα με τον αριθ. 240 του πίνακα εξόδων του GvKostG, το καταβλητέο σχετικά τέλος ανέρχεται σε 98 EUR. Βάσει του αριθ. 500 του πίνακα εξόδων του GvKostG, στην περίπτωση αυτή επίσης επιβάλλεται προσαύξηση ύψους 20 EUR για κάθε επιπλέον ώρα από το πρώτο λεπτό, εάν για τη διεκπεραίωση της υπηρεσιακής πράξης χρειάστηκαν περισσότερες από 3 ώρες. Στα παραπάνω ποσά προστίθενται τα έξοδα που πραγματοποιεί ο δικαστικός επιμελητής, ιδίως για απαραίτητες υπηρεσίες τρίτων (π.χ. έξοδα μεταφοράς, έξοδα κλειδαρά).

Στη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου για τον εξαναγκασμό του οφειλέτη σε πράξη (είτε αυτή μπορεί να επιχειρηθεί από τρίτο είτε όχι), ανοχή ή παράλειψη ορισμένης πράξης, τα δικαστικά τέλη ανέρχονται εκάστοτε σε 20 EUR, σύμφωνα με τον αριθ. 2111 του πίνακα εξόδων του GKG.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ο δανειστής πρέπει να διαθέτει εκτελεστό τίτλο που να αποδεικνύει την αξίωσή του. Μπορεί να πρόκειται για τελεσίδικη ή για οριστική απόφαση που έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή (άρθρο 704 ZPO) ή για τίτλο από τους αναφερόμενους στο άρθρο 794 ZPO (π.χ. δικαστικό συμβιβασμό, διαταγή εκτέλεσης ή συμβολαιογραφική πράξη). Ο τίτλος πρέπει κατ’ αρχήν να περιλαμβάνει τον εκτελεστήριο τύπο και να έχει επιδοθεί στον οφειλέτη. Οι διαταγές εκτέλεσης, οι διαταγές δέσμευσης και οι αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων μόνο σε ειδικές περιπτώσεις (άρθρο 796 ZPO, άρθρο 929 παράγραφος 1 ZPO, άρθρο 936 ZPO) χρειάζονται εκτελεστήριο τύπο.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν κινητά περιουσιακά στοιχεία, απαιτήσεις και άλλα περιουσιακά δικαιώματα, καθώς και ακίνητα του οφειλέτη.

Το άρθρο 811 ZPO αναφέρει ορισμένα ενσώματα αγαθά που δεν υπόκεινται σε κατάσχεση, προκειμένου ο οφειλέτης και τα πρόσωπα του νοικοκυριού του να διατηρήσουν έναν ελάχιστο αριθμό αντικειμένων που είναι απολύτως απαραίτητα για προσωπική χρήση ή για την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας.

Περιορισμοί κατάσχεσης ισχύουν επίσης όσον αφορά την κατάσχεση των εισοδημάτων του οφειλέτη από εργασία. Τα άρθρα 850 επ. ZPO προβλέπουν ορισμένα ακατάσχετα ποσά, που πρέπει να παραμείνουν στη διάθεση του οφειλέτη για να του εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης. Ο ακατάσχετος λογαριασμός παρέχει προστασία έναντι της κατάσχεσης τραπεζικών καταθέσεων (άρθρο 850k ZPO). Ορισμένα ποσά καταθέσεων στον λογαριασμό αυτόν δεν υπόκεινται σε κατάσχεση (ακατάσχετα ποσά), ανεξάρτητα από την προέλευσή τους.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

  • Για τον οφειλέτη

Η εκτέλεση επί της κινητής περιουσίας του οφειλέτη πραγματοποιείται με την κατάσχεση και ρευστοποίηση των κατασχεμένων αντικειμένων. Οι απαιτήσεις και τα δικαιώματα του οφειλέτη έναντι τρίτων κατάσχονται βάσει απόφασης κατάσχεσης του δικαστηρίου της εκτέλεσης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η κατάσχεση αποτελεί πράξη κυριαρχικής εξουσίας, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη στέρηση του κατασχεμένου αντικειμένου από τον οφειλέτη. Η κατάσχεση έχει ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, ότι ο οφειλέτης στερείται την εξουσία διάθεσης του αντικειμένου.

  • Για τους τρίτους

Αν ο δικαστικός επιμελητής έχει κατασχέσει κινητό πράγμα που ανήκει σε τρίτο και όχι στον οφειλέτη, ο τρίτος μπορεί να αμυνθεί έναντι της κατάσχεσης του πράγματος με τη λεγόμενη τριτανακοπή.

Στην περίπτωση κατάσχεσης και εκχώρησης απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτου, ο τρίτος δεν μπορεί πλέον να καταβάλει στον οφειλέτη για να απαλλαγεί από την οφειλή του, ο τρίτος μπορεί να την καταβάλει μόνο στον δανειστή στον οποίο αυτή έχει εκχωρηθεί προς είσπραξη. Αν ο τρίτος δεν εκπληρώσει αυτή την υποχρέωση, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να ευθύνεται σε αποζημίωση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Οι βεβαιωμένες με τελεσίδικη απόφαση αξιώσεις, καθώς και οι αξιώσεις που απορρέουν από εκτελεστό συμβιβασμό ή εκτελεστό έγγραφο παραγράφονται ύστερα από 30 έτη, σύμφωνα με το άρθρο 197 του Αστικού Κώδικα (Bürgerliches Gesetzbuch – BGB). Εντός της περιόδου αυτής, ο δανειστής μπορεί οποτεδήποτε να επισπεύσει μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Η γερμανική νομοθεσία δεν προβλέπει ειδική διαδικασία έγκρισης της εκτέλεσης.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης, ο οφειλέτης μπορεί να προσβάλει τα εναντίον του μέτρα. Για παράδειγμα, διαθέτει τη δυνατότητα άσκησης του ένδικου βοηθήματος της ανακοπής κατά του τρόπου αναγκαστικής εκτέλεσης. Περαιτέρω, ο οφειλέτης διαθέτει τη δυνατότητα να προσβάλει με άμεση προσφυγή τις αποφάσεις που έχουν εκδοθεί στη διαδικασία χωρίς προφορική συζήτηση. Η προσφυγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων στο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση ή στο πρωτοδικείο (Landgericht) ως δικαστήριο της προσφυγής.

Η άσκηση ένδικου βοηθήματος δεν έχει κατ’ αρχήν καμία επίδραση στη συνέχιση της κινηθείσας διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, δηλαδή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Βλ. παραπάνω το σημείο 4.

Παράρτημα 1

Εμπορική αξία
Έως ... EUR

Τέλος
Πίνακας Β
... EUR

Εμπορική αξία
Έως ... EUR

Τέλος
Πίνακας Β
... EUR

Εμπορική αξία
Έως ... EUR

Τέλος
Πίνακας Β
... EUR

500

15,00

200 000

435,00

1 550 000

2 615,00

1 000

19,00

230 000

485,00

1 600 000

2 695,00

1 500

23,00

260 000

535,00

1 650 000

2 775,00

2 000

27,00

290 000

585,00

1 700 000

2 855,00

3 000

33,00

320 000

635,00

1 750 000

2 935,00

4 000

39,00

350 000

685,00

1 800 000

3 015,00

5 000

45,00

380 000

735,00

1 850 000

3 095,00

6 000

51,00

410 000

785,00

1 900 000

3 175,00

7 000

57,00

440 000

835,00

1 950 000

3 255,00

8 000

63,00

470 000

885,00

2 000 000

3 335,00

9 000

69,00

500 000

935,00

2 050 000

3 415,00

10 000

75,00

550 000

1 015,00

2 100 000

3 495,00

13 000

83,00

600 000

1 095,00

2 150 000

3 575,00.

16 000

91,00

650 000

1 175,00

2 200 000

3 655,00

19 000

99,00

700 000

1 255,00

2 250 000

3 735,00

22 000

107,00

750 000

1 335,00

2 300 000

3 815,00

25 000

115,00

800 000

1 415,00

2 350 000

3 895,00

30 000

125,00

850 000

1 495,00

2 400 000

3 975,00

35 000

135,00

900 000

1 575,00

2 450 000

4 055,00

40 000

145,00

950 000

1 655,00

2 500 000

4 135,00

45 000

155,00

1 000 000

1 735,00

2 550 000

4 215,00

50 000

165,00

1 050 000

1 815,00

2 600 000

4 295,00

65 000

192,00

1 100 000

1 895,00

2 650 000

4 375,00

80 000

219,00

1 150 000

1 975,00

2 700 000

4 455,00

95 000

246,00

1 200 000

2 055,00

2 750 000

4 535,00

110 000

273,00

1 250 000

2 135,00

2 800 000

4 615,00

125 000

300,00

1 300 000

2 215,00

2 850 000

4 695,00

140 000

327,00

1 350 000

2 295,00

2 900 000

4 775,00

155 000

354,00

1 400 000

2 375,00

2 950 000

4 855,00

170 000

381,00

1 450 000

2 455,00

3 000 000.

4 935,00

185 000

408,00

1 500 000

2 535,00



Παράρτημα 2

Αξία της διαφοράς
Έως ... EUR

Τέλος
... EUR

Αξία της διαφοράς
Έως ... EUR

Τέλος
... €

500

35,00

50 000

546,00

1 000

53,00

65 000

666,00

1 500

71,00

80 000

786,00

2 000

89,00

95 000

906,00

3 000

108,00

110 000

1 026,00

4 000

127,00

125 000

1 146,00

5 000

146,00

140 000

1 266,00

6 000

165,00

155 000

1 386,00

7 000

184,00

170 000

1 506,00

8 000

203,00

185 000

1 626,00

9 000

222,00

200 000

1 746,00

10 000

241,00

230 000

1 925,00

13 000

267,00

260 000

2 104,00

16 000

293,00

290 000

2 283,00

19 000

319,00

320 000

2 462,00

22 000

345,00

350 000

2 641,00

25 000

371,00

380 000

2 820,00

30 000

406,00

410 000

2 999,00

35 000

441,00

440 000

3 178,00

40 000

476,00

470 000

3 357,00

45 000

511,00

500 000

3 536,00

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 18/01/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση εσθονικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: αγγλικά

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Εσθονία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Ως εκτέλεση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις νοείται η χρήση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για την ικανοποίηση της απαίτησης που ορίζεται στον εκτελεστό τίτλο ή η υποχρέωση του οφειλέτη να παραδώσει ένα πρόσωπο ή να εκτελέσει ή να απόσχει από την εκτέλεση συγκεκριμένης πράξης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Δικαστικοί επιμελητές (kohtutäiturid) — τα στοιχεία επικοινωνίας είναι διαθέσιμα Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροεδώ.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Η δικαστική απόφαση εκτελείται:

1) μετά την τελεσιδικία της·

Μια δικαστική απόφαση καθίσταται τελεσίδικη όταν δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με άλλον τρόπο παρά μόνο με διαδικασία επανεξέτασης (teistmismenetlus). Σε περίπτωση νόμιμης άσκησης έφεσης κατά δικαστικής απόφασης, η τελεσιδικία της αναστέλλεται. Σε περίπτωση άσκησης έφεσης για μέρος της απόφασης, τελεσιδικεί το μέρος της απόφασης που δεν εφεσιβάλλεται. Εάν ασκηθεί έφεση κατά απόφασης όσον αφορά μέρος που δεν αφορά τον καθορισμό των διαδικαστικών εξόδων, δεν τελεσιδικεί ούτε το μέρος της απόφασης με το οποίο καθορίζεται το ποσό των διαδικαστικών εξόδων. Δικαστική απόφαση που έχει τελεσδικήσει είναι δεσμευτική για τους διαδίκους, στον βαθμό που η απαίτηση που εγέρθηκε με την αγωγή ή την ανταγωγή επιλύεται με βάση τις περιστάσεις που οδήγησαν στην αγωγή, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.

Η δικαστική απόφαση εκτελείται βάσει αίτησης του επισπεύδοντος.

2) πριν από την τελεσιδικία της, εάν το δικαστήριο έχει δηλώσει ότι υπόκειται σε άμεση εκτέλεση.

Δικαστική απόφαση που κηρύσσεται αμέσως εκτελεστή εκτελείται πριν από την τελεσιδικία της. Το δικαστήριο κηρύσσει τη δικαστική απόφαση αμέσως εκτελεστή είτε με την ίδια τη δικαστική απόφαση είτε με απόφασή του.

Οι αποφάσεις εκτελούνται βάσει εκτελεστού τίτλου.

Οι εκτελεστοί τίτλοι στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις μπορούν να περιλαμβάνουν τα εξής:

  • δικαστικές αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις που έχουν τελεσιδικήσει ή υπόκεινται σε άμεση εκτέλεση·
  • αποφάσεις δικαστηρίων ξένων κρατών, οι οποίες έχουν αναγνωριστεί ή υπόκεινται σε εκτέλεση χωρίς αναγνώριση στην Εσθονία·
  • αποφάσεις διαιτητικών οργάνων που λειτουργούν μόνιμα στην Εσθονία και αποφάσεις άλλων διαιτητικών δικαστηρίων που έχουν κηρυχθεί εκτελεστές·
  • αποφάσεις επιτροπής εργατικών διαφορών (töövaidluskomisjon) ή επιτροπής μισθώσεων (üürikomisjon) που έχουν τελεσιδικήσει.

Πλήρης κατάλογος των εκτελεστών τίτλων παρέχεται στο άρθρο 2 του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροκώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης (täitemenetluse seadustik).

Εάν εκτελεστός τίτλος δεν εκτελεστεί οικειοθελώς, μπορεί να κινηθεί διαδικασία εκτέλεσης βάσει αίτησης του επισπεύδοντος.

Οι απαιτήσεις που απορρέουν από τους εκτελεστούς τίτλους που προβλέπονται από τον νόμο εκτελούνται σύμφωνα με τον κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Η αναγκαστική εκτέλεση των εκτελεστών τίτλων πραγματοποιείται από δικαστικούς επιμελητές, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο.

  • Ο δικαστικός επιμελητής διεξάγει διαδικασία εκτέλεσης βάσει της αίτησης του επισπεύδοντος και του εκτελεστού τίτλου. Ο δικαστικός επιμελητής διεξάγει τη διαδικασία εκτέλεσης ανεξάρτητα από τυχόν αίτηση του επισπεύδοντος, εάν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση σχετικά με την καταβολή της αμοιβής του δικαστικού επιμελητή ή σχετικά με διαταγή πληρωμής των εξόδων εκτέλεσης, και σε άλλες περιστάσεις που προβλέπονται από τον νόμο.
  • Στις υποθέσεις εκτέλεσης ανοίγεται φάκελος εκτέλεσης που ορίζει τις πράξεις εκτέλεσης και τις ειδοποιήσεις που έχουν αποσταλεί με χρονολογική σειρά. Τα έγγραφα που παραλαμβάνονται και εκδίδονται από τον δικαστικό επιμελητή στο πλαίσιο της υπόθεσης εκτέλεσης ή αντίγραφα αυτών φυλάσσονται στον φάκελο εκτέλεσης.
  • Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασίας εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει ειδοποίηση εκτέλεσης στον οφειλέτη. Με την επίδοση της ειδοποίησης εκτέλεσης στον οφειλέτη, θεωρείται ότι έχει ξεκινήσει η διαδικασία εκτέλεσης.
  • Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να παραδώσει την ειδοποίηση εκτέλεσης στον οφειλέτη, και στους συμμετέχοντες στη διαδικασία εκτέλεσης δήλωση κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων, έκθεση πλειστηριασμού, τις αποφάσεις του επί των ενστάσεων που υποβλήθηκαν κατά των πράξεών του, καθώς και άλλα έγγραφα που προβλέπονται από τον νόμο.
  • Εάν δεν ορίζεται προθεσμία από τον νόμο ή δικαστική απόφαση για την εκούσια συμμόρφωση με εκτελεστό τίτλο, η προθεσμία αυτή καθορίζεται από τον δικαστικό επιμελητή. Η προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 30 ημερών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Με τη συγκατάθεση του επισπεύδοντος, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ορίσει προθεσμία άνω των 30 ημερών για την εκούσια συμμόρφωση με εκτελεστό τίτλο.

Ο δικαστικός επιμελητής υποχρεούται να λάβει αμέσως όλα τα μέτρα που επιτρέπονται από τον νόμο για την εκτέλεση ενός εκτελεστού τίτλου, να συλλέξει τις απαραίτητες πληροφορίες για τη διαδικασία εκτέλεσης και να εξηγήσει στους συμμετέχοντες στη διαδικασία εκτέλεσης τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.

  • Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να αναβάλει μια πράξη εκτέλεσης βάσει αίτησης του επισπεύδοντος ή σχετικής δικαστικής απόφασης ή όταν το πρόσωπο που διεξάγει τη διαδικασία εκτέλεσης αλλάξει.
  • Κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης ή να παρατείνει ή να αναβάλει την εκτέλεση, εάν η συνέχιση της διαδικασίας θα ήταν άδικη για τον οφειλέτη. Στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα του επισπεύδοντος και άλλες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της οικογενειακής και οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Προϋποθέσεις για την εκτέλεση εκτελεστού τίτλου:

  1. Δικαστική απόφαση που έχει τελεσιδικήσει ή απόφαση επιτροπής εργατικών διαφορών ή επιτροπής μισθώσεων, η οποία έχει καταστεί εκτελεστή και έχει επισημανθεί ότι έχει καταστεί εκτελεστή, γίνεται δεκτή προς εκτέλεση. Σε απόφαση υποκείμενη σε άμεση εκτέλεση δεν τίθεται καμία επισήμανση τελεσιδικίας.
  2. Στην περίπτωση αντικειμένου το οποίο, λόγω της φύσης του, είναι κατάλληλο για την προσωπική χρήση μόνον ενός από τους συζύγους, τεκμαίρεται ότι το αντικείμενο ανήκει στον/στην σύζυγο που θα πρέπει να το χρησιμοποιεί, λαμβανομένης υπόψη της φύσης του.
  3. Η έγερση απαίτησης πληρωμής επί της κοινής περιουσίας των συζύγων επιτρέπεται με τη συγκατάθεση του/της συζύγου που δεν είναι οφειλέτης ή εάν ο εκτελεστός τίτλος απαιτεί και από τους δύο συζύγους να εκπληρώσουν την υποχρέωση. Ο επισπεύδων μπορεί να ζητήσει τη διανομή της κοινής περιουσίας και την έγερση απαίτησης πληρωμής για το μέρος της κοινής περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη. Σε περίπτωση εκτέλεσης κατά της κοινής περιουσίας των συζύγων στο πλαίσιο διαδικασίας εκτέλεσης σε σχέση με περιουσία ενός από αυτούς, η συναίνεση του μη οφειλέτη συζύγου τεκμαίρεται υπέρ του επισπεύδοντος. Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία μπορούν να κατασχεθούν και να πωληθούν. Το τεκμήριο συναίνεσης δεν ισχύει για ακίνητα που ανήκουν στον μη οφειλέτη σύζυγο, για το εισόδημά του ή για τυχόν χρήματα σε τραπεζικό λογαριασμό που έχει ανοιχθεί στο όνομά του. Ο μη οφειλέτης σύζυγος ενημερώνεται για την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στην παρούσα ενότητα και λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα άσκησης ανακοπής.
  4. Για την άσκηση απαίτησης πληρωμής επί περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε προσωπική εταιρεία, απαιτείται εκτελεστός τίτλος που ισχύει για όλους τους εταίρους.
  5. Εάν ο οφειλέτης αποβιώσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης, η διαδικασία συνεχίζεται σε σχέση με την κληρονομιαία περιουσία του οφειλέτη, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο.
  6. Εάν ένας εκτελεστός τίτλος ισχύει και για τον διάδοχο του επισπεύδοντος ή του οφειλέτη που κατονομάζεται σε αυτόν, ο δικαστικός επιμελητής αποδέχεται τον εκτελεστό τίτλο για εκτέλεση, εάν η νομική διαδοχή αποδεικνύεται στον δικαστικό επιμελητή με δικαστική απόφαση, απόσπασμα δημόσιου μητρώου ή συμβολαιογραφικό έγγραφο. Το ίδιο ισχύει όταν εκτελείται δικαστική απόφαση κατά κατόχου αμφισβητούμενου πράγματος και ο κάτοχος του πράγματος αλλάζει μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης.
  7. Εάν ο απαιτητός χαρακτήρας απαίτησης που περιγράφεται σε εκτελεστό τίτλο εξαρτάται από τη λήξη προθεσμίας, την επέλευση ημερομηνίας ή την πλήρωση αίρεσης, οι πράξεις εκτέλεσης μπορούν να αρχίσουν μετά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, την επέλευση της εν λόγω ημερομηνίας ή την πλήρωση της εν λόγω αίρεσης.
  8. Εάν η διαδικασία εκτέλεσης εξαρτάται από την εγγύηση που πρέπει να παρασχεθεί από τον επισπεύδοντα, η διαδικασία μπορεί να ξεκινήσει μόνο εάν έχει πιστοποιηθεί με έγγραφο ότι η εγγύηση έχει παρασχεθεί και αντίγραφο του εγγράφου έχει παραδοθεί στον οφειλέτη ή παραδίδεται στον οφειλέτη μαζί με την ειδοποίηση εκτέλεσης.
  9. Εάν η εκτέλεση εκτελεστού τίτλου εξαρτάται από την ταυτόχρονη εκπλήρωση υποχρέωσης προς τον οφειλέτη, ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορεί να ξεκινήσει διαδικασία εκτέλεσης έως ότου εκπληρωθεί η υποχρέωση του επισπεύδοντος ή, εάν ο επισπεύδων ή ο δικαστικός επιμελητής έχει υποβάλει προσφορά στον οφειλέτη για την εκπλήρωση της υποχρέωσης από τον επισπεύδοντα, έως την αδικαιολόγητη άρνηση του οφειλέτη να αποδεχθεί την εν λόγω εκπλήρωση ή την καθυστέρηση του οφειλέτη όσον αφορά την αποδοχή της για άλλους λόγους.
  10. Εάν ο επισπεύδων χρειάζεται κληρονομητήριο ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο για την αναγκαστική εκτέλεση, ο επισπεύδων μπορεί, αντί του οφειλέτη, να ζητήσει από συμβολαιογράφο ή διοικητική υπηρεσία να το εκδώσει. Στο πλαίσιο αυτό, ο επισπεύδων πρέπει να προσκομίσει τον εκτελεστό τίτλο.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί κατά της κινητής και ακίνητης περιουσίας και κατά των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας του οφειλέτη. Εάν η οφειλή έχει γεννηθεί λόγω μη καταβολής διατροφής τέκνου, το δικαστήριο μπορεί, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης, να αναστείλει ορισμένα δικαιώματα του οφειλέτη και τις άδειες που έχουν χορηγηθεί στον οφειλέτη ή να απαγορεύσει την έκδοσή τους.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Άσκηση απαίτησης πληρωμής κατά κινητής περιουσίας:

Εάν η απαίτηση πληρωμής αφορά κινητή περιουσία, τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία κατάσχονται και πωλούνται. Από την ημερομηνία της κατάσχεσης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να διαθέσει τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία. Η απαίτηση του επισπεύδοντος, μαζί με τις ποινικές ρήτρες λόγω καθυστερημένης πληρωμής και άλλες παρεπόμενες απαιτήσεις, η έκταση των οποίων αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο, ικανοποιείται από τα ποσά που εισπράττονται από την πώληση. Τα κινητά περιουσιακά στοιχεία δεν κατάσχονται εάν μπορεί να θεωρηθεί πιθανό ότι τα ποσά που θα εισπραχθούν από την πώληση των περιουσιακών στοιχείων που πρόκειται να κατασχεθούν θα επαρκούσαν μόνο για την κάλυψη των εξόδων εκτέλεσης. Ο δικαστικός επιμελητής μεταφέρει τα ποσά που καταβάλλονται στον επίσημο τραπεζικό λογαριασμό του δικαστικού επιμελητή ως αποτέλεσμα αναγκαστικής εκτέλεσης επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (στο εξής: έσοδα από την εκτέλεση) στον ενάγοντα εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την είσπραξη των ποσών.

Εάν ασκηθεί οικονομική απαίτηση κατά του κράτους ή αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης, η απαίτηση πληρωμής ασκείται σε χρηματικά ποσά. Αν η απαίτηση πληρωμής σε χρηματικά ποσά δεν ευδοκιμήσει εντός εύλογης προθεσμίας, η απαίτηση πληρωμής ασκείται κατά πραγμάτων.

Από τη στιγμή της κατάσχεσης, ο επισπεύδων κατέχει εμπράγματη ασφάλεια επί του κατασχεθέντος αντικειμένου. Η εμπράγματη ασφάλεια επί των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων παρέχει στον επισπεύδοντα τα ίδια δικαιώματα με εμπράγματη ασφάλεια που συστήνεται βάσει σύμβασης ή οποιασδήποτε εμπράγματης ασφάλειας εκ του νόμου, εκτός εάν ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

Ο δικαστικός επιμελητής πωλεί τα κατασχεθέντα κινητά σε δημόσιο ηλεκτρονικό ή προφορικό πλειστηριασμό, στον οποίο δεν μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα προαίρεσης. Με αίτηση του επισπεύδοντος ή του οφειλέτη, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να πωλήσει τα κατασχεθέντα αντικείμενα με τρόπο διαφορετικό από τον προφορικό ή τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, εάν ο πλειστηριασμός έχει αποτύχει ή μπορεί να θεωρηθεί πιθανό ότι το αντικείμενο δεν μπορεί να πωληθεί σε πλειστηριασμό ή ότι τα αναμενόμενα έσοδα από την αναγκαστική εκτέλεση που θα εισπραχθούν από τον πλειστηριασμό του πράγματος θα είναι σημαντικά μικρότερα σε σύγκριση με τα έσοδα από την εκτέλεση που θα εισπραχθούν κατά την πώληση του αντικειμένου με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.

Ο δικαστικός επιμελητής διανέμει τα έσοδα από την εκτέλεση που εισπράττει από την πώληση αντικειμένων μεταξύ των εναγόντων και άλλων δικαιούχων των εν λόγω εσόδων με τη σειρά με την οποία αποκτήθηκε η εμπράγματη ασφάλεια ή σύμφωνα με συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ των εναγόντων. Το ποσό που απομένει μετά την κάλυψη των εξόδων εκτέλεσης και την ικανοποίηση των απαιτήσεων επιστρέφεται στον οφειλέτη. Εάν τα έσοδα από την εκτέλεση δεν επαρκούν για την ικανοποίηση όλων των απαιτήσεων και οι ενάγοντες δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία όσον αφορά τη διανομή των ποσών, ο δικαστικός επιμελητής διανέμει τα έσοδα από την εκτέλεση μεταξύ των εναγόντων που συμμετέχουν στη διαδικασία εκτέλεσης σύμφωνα με σχέδιο διανομής. Τα έξοδα εκτέλεσης αφαιρούνται από τα έσοδα που διανέμονται σύμφωνα με το σχέδιο διανομής.

Άσκηση απαίτησης πληρωμής κατά ακίνητης περιουσίας:

Εάν η απαίτηση πληρωμής ασκείται κατά ακίνητης περιουσίας, η περιουσία αυτή είτε κατάσχεται και πωλείται είτε υπάγεται σε αναγκαστική διαχείριση, οπότε η απαίτηση του επισπεύδοντος ικανοποιείται από τις εισπράξεις της αναγκαστικής διαχείρισης. Απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί κατά ακίνητης περιουσίας εάν ο οφειλέτης είναι καταχωρισμένος στο κτηματολόγιο ως ιδιοκτήτης ή ο οφειλέτης είναι καθολικός διάδοχος του ιδιοκτήτη που είναι καταχωρισμένος στο κτηματολόγιο. Η απαίτηση πληρωμής που ασκείται κατά ακίνητης περιουσίας ασκείται επίσης κατά των ακινήτων που βαρύνονται με υποθήκη.

Για την κατάσχεση ακίνητης περιουσίας, ο δικαστικός επιμελητής καταγράφει την ακίνητη περιουσία, τα παραρτήματά της και κάθε άλλο πράγμα που βαρύνεται με υποθήκη, απαγορεύει τη διάθεσή τους και καταχωρίζει στο κτηματολόγιο την εν λόγω απαγόρευση. Όταν κατασχεθεί, η ακίνητη περιουσία παραμένει στην κατοχή του οφειλέτη και ο οφειλέτης μπορεί να τη διαχειρίζεται και να τη χρησιμοποιεί εντός των ορίων της τακτικής διαχείρισης, εκτός εάν η περιουσία τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση. Από την ημερομηνία της κατάσχεσης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να διαθέσει τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία. Εάν, μετά την κατάσχεση ακίνητης περιουσίας, η κατάσχεση εκτείνεται και σε κινητή περιουσία, η εν λόγω κινητή περιουσία μπορεί να διατεθεί εντός των ορίων της τακτικής διαχείρισης. Η ακίνητη περιουσία πωλείται είτε σε αναγκαστικό πλειστηριασμό είτε από τον οφειλέτη υπό την εποπτεία δικαστικού επιμελητή για την οποία απαιτείται προηγούμενη συναίνεση του επισπεύδοντος.

Η ακίνητη περιουσία υπόκειται σε αναγκαστική διαχείριση βάσει αίτησης του δικαστικού επιμελητή, του επισπεύδοντος ή του οφειλέτη. Ο αναγκαστικός διαχειριστής έχει το δικαίωμα να αποκτήσει την κατοχή ακίνητης περιουσίας βάσει απόφασης που τον ορίζει ως διαχειριστή. Ο διαχειριστής έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να εκτελεί όλες τις συναλλαγές και τις δικαιοπραξίες που είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της κατάστασης και την τακτική διαχείριση του ακινήτου. Η αναγκαστική διαχείριση παύει με απόφαση του δικαστικού επιμελητή μετά την ικανοποίηση της απαίτησης του επισπεύδοντος.

Ο δικαστικός επιμελητής διανέμει τα έσοδα της εκτέλεσης που προέρχονται από την εκποίηση και την αναγκαστική διαχείριση ακίνητης περιουσίας μεταξύ των εναγόντων και άλλων δικαιούχων των εν λόγω εσόδων βάσει της κατάταξής τους που αναφέρεται στο κτηματολόγιο και στη διαταγή κατάσχεσης ή βάσει συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ των εναγόντων. Τα έξοδα εκτέλεσης αφαιρούνται από τα έσοδα από την εκτέλεση που διανέμονται σύμφωνα με το σχέδιο διανομής.

Άσκηση απαίτησης πληρωμής κατά δικαιωμάτων ιδιοκτησίας:

Η απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί κατά λογαριασμού του οφειλέτη. Το πιστωτικό ίδρυμα παρέχει πληροφορίες στον δικαστικό επιμελητή σχετικά με την ύπαρξη ή την απουσία λογαριασμού. Ο λογαριασμός κατάσχεται βάσει πράξης κατάσχεσης και στον βαθμό που αναφέρεται σε αυτήν. Όσον αφορά το ποσό που έχει κατασχεθεί σύμφωνα με την πράξη κατάσχεσης, τα ποσά του λογαριασμού μεταφέρονται στον επίσημο τραπεζικό λογαριασμό του δικαστικού επιμελητή, εκτός εάν ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί απόφαση σχετικά με την εξασφάλιση αγωγής που δεν έχει ως αντικείμενο την εξασφάλιση αγωγής η οποία αφορά αξίωση διατροφής τέκνου κατά τη διάρκεια της δίκης. Εάν, κατά τη στιγμή της κατάσχεσης, ο λογαριασμός του οφειλέτη δεν διαθέτει κεφάλαια στην έκταση που αναφέρεται στην πράξη κατάσχεσης, τα ποσά που καταβάλλονται στον λογαριασμό μετά τη στιγμή της κατάσχεσης θεωρείται επίσης ότι έχουν κατασχεθεί έως το οφειλόμενο ποσό. Τα ποσά που καταβάλλονται στον λογαριασμό μετά τη στιγμή της κατάσχεσης μεταφέρονται στον επίσημο τραπεζικό λογαριασμό του δικαστικού επιμελητή μέχρι την εκτέλεση της πράξης κατάσχεσης. Εάν ο δικαστικός επιμελητής παραδώσει πράξη κατάσχεσης λογαριασμού οφειλέτη σε πιστωτικό ίδρυμα προς εκτέλεση, η πράξη κατάσχεσης θεωρείται ότι παράγει έννομα αποτελέσματα και όσον αφορά τους λογαριασμούς που θα ανοίξει ο οφειλέτης στο μέλλον. Το πιστωτικό ίδρυμα και το ίδρυμα πληρωμών μπορούν να αρνηθούν το άνοιγμα λογαριασμού για οφειλέτη ο οποίος διαθέτει υφιστάμενο λογαριασμό για τον οποίο το ίδιο ίδρυμα εκτελεί πράξη κατάσχεσης εκδοθείσα από δικαστικό επιμελητή.

Η απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί κατά αξιογράφων. Για την κατάσχεση των αξιογράφων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του εσθονικού νόμου για την τήρηση του μητρώου αξιογράφων (väärtpaberite keskregistri seadus), ο δικαστικός επιμελητής δίνει εντολή στον γραμματέα του μητρώου να καταχωρίσει σημείωση απαγόρευσης της εκποίησης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Ένα αξιόγραφο κατάσχεται από τη στιγμή της δέσμευσής του στο μητρώο. Ο δικαστικός επιμελητής πωλεί αξιόγραφα σύμφωνα με τις διατάξεις που αφορούν την άσκηση απαιτήσεων πληρωμής κατά κινητών. Ο δικαστικός επιμελητής έχει το δικαίωμα να καταχωρίσει καταχωρισμένο αξιόγραφο στο όνομα του αγοραστή και να υποβάλει τις αναγκαίες σχετικές αιτήσεις αντί του οφειλέτη. Ο δικαστικός επιμελητής εμφανίζει συναλλαγματική, επιταγή ή ομόλογο για πληρωμή, εάν το επιτρέπει το αξιόγραφο.

Η απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί κατά μετοχής σε ανώνυμη εταιρεία. Εάν μετοχή σε ανώνυμη εταιρεία δεν έχει καταχωριστεί στο μητρώο που τηρείται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων (väärtpaberite keskregister), η μετοχή θεωρείται ότι κατασχέθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται για την κατάσχεση κινητών. Ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας σχετικά με την κατάσχεση. Ο δικαστικός επιμελητής πωλεί μετοχή σε ανώνυμη εταιρεία σύμφωνα με τις διατάξεις που αφορούν την άσκηση απαιτήσεων πληρωμής κατά κινητών. Ο δικαστικός επιμελητής που πώλησε μετοχή αποστέλλει στον γραμματέα του εμπορικού μητρώου (äriregister) ειδοποίηση σχετικά με τη μεταβίβαση της μετοχής με τη μορφή που έχει καθορίσει ο αρμόδιος υπουργός για τον συγκεκριμένο τομέα εντός δύο ημερών από τον πλειστηριασμό.

Πέραν των ανωτέρω, απαίτηση πληρωμής μπορεί να ασκηθεί και κατά οικονομικών υποχρεώσεων που εκπληρώθηκαν προς τρίτους, ιδιότητας μέλους οικοδομικής ένωσης, μερίδας εταίρου σε εταιρική περιουσία, αναπαλλοτρίωτου δικαιώματος και άλλων δικαιωμάτων ιδιοκτησίας.

Περιορισμός δικαιωμάτων σε περίπτωση που οφείλεται διατροφή τέκνου:

Εάν ο οφειλέτης δεν καταβάλει τακτικά διατροφή τέκνου εντός τριών μηνών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης που κινήθηκε για την είσπραξη της εν λόγω διατροφής και ο δικαστικός επιμελητής δεν μπόρεσε να την εισπράξει από τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, το δικαστήριο μπορεί, με τη συγκατάθεση του επισπεύδοντος και βάσει αίτησης του δικαστικού επιμελητή και αφού προηγουμένως έχει προειδοποιήσει τον οφειλέτη, να εκδώσει απόφαση με την οποία αναστέλλονται τα ακόλουθα δικαιώματα και άδειες για αόριστο χρονικό διάστημα:

  • δικαιώματα θήρας·
  • δικαίωμα οδήγησης μηχανοκίνητων οχημάτων·
  • άδειες οπλοφορίας και άδειες απόκτησης όπλων·
  • δικαίωμα οδήγησης σκαφών αναψυχής και θαλάσσιων μοτοσικλετών·
  • άδεια αλιείας.

Το δικαστήριο μπορεί, με τους ίδιους όρους, να κηρύξει ανίσχυρα τα ακόλουθα έγγραφα που κατέχει ο οφειλέτης και να απαγορεύσει την έκδοσή τους για χρονικό διάστημα έως δύο ετών:

  1. εσθονικό διαβατήριο·
  2. διαβατήριο αλλοδαπού·
  3. ταξιδιωτικό έγγραφο για πρόσφυγες·
  4. προσωρινό ταξιδιωτικό έγγραφο·
  5. ναυτικό φυλλάδιο·
  6. πιστοποιητικό καταγραφής υπηρεσίας σε πλοία·
  7. διπλωματικό διαβατήριο.

Εάν, βάσει της παρούσας ενότητας, το δικαστήριο περιορίσει δικαίωμα του οφειλέτη, αναστείλει άδειά του ή και τα δύο, ή ανακαλέσει έγγραφο που κατέχει, οφείλει επίσης, με την ίδια δικαστική απόφαση, να απαγορεύσει τη χορήγηση του ίδιου δικαιώματος, άδειας ή εγγράφου ή όλων αυτών. Το δικαστήριο μπορεί ταυτόχρονα να περιορίσει ορισμένα από τα δικαιώματα που απαριθμούνται στην παρούσα ενότητα, να αναστείλει την ισχύ ορισμένων αδειών ή να κηρύξει άκυρα ορισμένα έγγραφα και να απαγορεύσει την έκδοσή τους.

Με απόφαση, το δικαστήριο αποκαθιστά δικαίωμα ή την ισχύ άδειας του οφειλέτη και επιτρέπει την εκ νέου χορήγηση δικαιώματος, άδειας ή εγγράφου στον οφειλέτη, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εάν:

  • ο οφειλέτης έχει καταβάλει διατροφή τέκνου για τουλάχιστον τρεις μήνες·
  • ο οφειλέτης έχει συμφωνήσει με τον επισπεύδοντα σε χρονοδιάγραμμα πληρωμών και το τηρεί επί τουλάχιστον τρεις συνεχόμενους μήνες·
  • η άρνηση αποκατάστασης δικαιώματος ή εκ νέου χορήγησης δικαιώματος θα ήταν άδικη για τον οφειλέτη·
  • η υποχρέωση καταβολής διατροφής τέκνου έχει λήξει.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η προθεσμία παραγραφής για τις απαιτήσεις που αναγνωρίζονται με δικαστική απόφαση, η οποία έχει τελεσιδικήσει και για τις απαιτήσεις που απορρέουν από δικαστικό συμβιβασμό ή οποιονδήποτε άλλο εκτελεστό τίτλο, είναι δέκα έτη. Η προθεσμία παραγραφής αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης ή την έκδοση οποιουδήποτε άλλου εκτελεστού τίτλου, αλλά όχι πριν η απαίτηση καταστεί απαιτητή.

Η προθεσμία παραγραφής της απαίτησης για την εκπλήρωση περιοδικών υποχρεώσεων, εξαιρουμένων των απαιτήσεων για την εκπλήρωση υποχρεώσεων διατροφής τέκνου, είναι τριετής για κάθε χωριστή υποχρέωση, ανεξάρτητα από τη νομική βάση της απαίτησης. Η προθεσμία παραγραφής αρχίζει από το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο κατέστη απαιτητή η απαίτηση που αντιστοιχεί στην υποχρέωση. Η προθεσμία παραγραφής της απαίτησης για την εκπλήρωση υποχρεώσεων διατροφής τέκνου είναι δέκα έτη για κάθε χωριστή υποχρέωση.

Εάν ο οφειλέτης αποβιώσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης, η διαδικασία συνεχίζεται σε σχέση με την κληρονομιαία περιουσία του οφειλέτη, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο.

Πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την αποποίηση κληρονομιάς ή την αποδοχή κληρονομιάς, η διαδικασία εκτέλεσης βάσει απαίτησης κατά κληρονομιαίας περιουσίας μπορεί να διεξαχθεί μόνο σε σχέση με την κληρονομιαία περιουσία. Στην περίπτωση αυτή, καμία απαίτηση πληρωμής που αφορά υποχρεώσεις, οι οποίες οφείλονται προσωπικά από τον κληρονόμο, δεν μπορεί να ασκηθεί κατά της κληρονομιαίας περιουσίας.

Εάν ένας εκτελεστός τίτλος ισχύει και για τον διάδοχο του επισπεύδοντος ή του οφειλέτη που αναφέρεται σε αυτόν, ο δικαστικός επιμελητής αποδέχεται τον εκτελεστό τίτλο για εκτέλεση, εάν η νομική διαδοχή αποδεικνύεται στον δικαστικό επιμελητή με δικαστική απόφαση, απόσπασμα δημόσιου μητρώου ή συμβολαιογραφικό έγγραφο. Το ίδιο ισχύει όταν εκτελείται δικαστική απόφαση που αφορά κάτοχο αμφισβητούμενου πράγματος και ο κάτοχος του πράγματος αλλάζει μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Ο συμμετέχων σε διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να υποβάλει ένσταση στον δικαστικό επιμελητή κατά απόφασης ή κατά των πράξεων του δικαστικού επιμελητή κατά την εκτέλεση εκτελεστού τίτλου ή κατά την άρνηση εκτέλεσης, εντός δέκα ημερών από την ημέρα κατά την οποία ο ενιστάμενος ενημερώθηκε ή θα έπρεπε να έχει ενημερωθεί για την αντίστοιχη απόφαση ή πράξη, εκτός εάν ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

Ο συμμετέχων στη διαδικασία μπορεί να ασκήσει έφεση κατά απόφασης δικαστικού επιμελητή που εκδόθηκε σχετικά με ένσταση ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το γραφείο του δικαστικού επιμελητή εντός δέκα ημερών από την έκδοση της απόφασης. Έφεση κατά απόφασης ή κατά δραστηριοτήτων δικαστικού επιμελητή δεν μπορεί να ασκηθεί ενώπιον δικαστηρίου χωρίς προηγούμενη υποβολή ένστασης στον δικαστικό επιμελητή.

Έφεση κατά απόφασης δικαστή μπορεί να ασκηθεί στο πλαίσιο διαδικασίας εκτέλεσης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.

Οι συμμετέχοντες στη διαδικασία μπορούν επίσης να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης περιφερειακού δικαστηρίου σχετικά με την αναστολή δικαιώματος και ισχύος άδειας που έχει εκδοθεί σε οφειλέτη και σχετικά με την απαγόρευση χορήγησης δικαιώματος ή άδειας σε αυτόν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροκώδικα πολιτικής δικονομίας (tsiviilkohtumenetluse seadustik). Ένδικα μέσα μπορούν να ασκηθούν κατά απόφασης κομητειακού δικαστηρίου επί της έφεσης κατά απόφασης περιφερειακού δικαστηρίου.

Ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά επισπεύδοντος με αίτημα να κηρυχθεί απαράδεκτη η αναγκαστική εκτέλεση βάσει εκτελεστού τίτλου, ιδίως επειδή η απαίτηση ικανοποιήθηκε, αναβλήθηκε ή συμψηφίστηκε. Η αποδοχή της αγωγής δεν επηρεάζει το κύρος ή τη νομική ισχύ του εκτελεστού τίτλου. Οι ενστάσεις αυτές είναι παραδεκτές μόνον εάν οι λόγοι στους οποίους βασίζονται προκύπτουν μετά την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης. Η εν λόγω αγωγή μπορεί να ασκηθεί έως το τέλος της διαδικασίας εκτέλεσης (άρθρο 221 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης).

Τρίτος που έχει δικαίωμα σε αντικείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης που εμποδίζει την αναγκαστική εκτέλεση, ιδίως δικαίωμα κυριότητας ή περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα, μπορεί να ασκήσει αγωγή για την αποδέσμευση του περιουσιακού στοιχείου από την κατάσχεση ή για την κήρυξη της αναγκαστικής εκτέλεσης ως απαράδεκτης για άλλους λόγους ενώπιον δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου διεξάγεται η αναγκαστική εκτέλεση.

Εντός 30 ημερών από την παράδοση της έκθεσης σχετικά με τον πλειστηριασμό, συμμετέχων στη διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να ασκήσει αγωγή ενώπιον δικαστηρίου για την κήρυξη ακυρότητας του πλειστηριασμού, εάν περιουσιακό στοιχείο έχει πωληθεί σε πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα να το αγοράσει ή εάν ο πλειστηριασμός διεξήχθη βάσει άκυρης κατάσχεσης ή παραβιάστηκαν άλλες ουσιώδεις προϋποθέσεις του πλειστηριασμού. Εάν ο πλειστηριασμός κηρυχθεί άκυρος, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει από τον αγοραστή να αποδεσμεύσει ένα πωληθέν αντικείμενο σύμφωνα με το άρθρο 80 του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονόμου για το εμπράγματο δίκαιο (asjaõigusseadus) ή, εάν αυτό είναι αδύνατο, να ασκήσει αγωγή βάσει των διατάξεων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό· συμμετέχων στη διαδικασία μπορεί να ζητήσει από δικαστικό επιμελητή αποζημίωση για ζημία σύμφωνα με τον νόμο για τους δικαστικούς επιμελητές (kohtutäituri seadus).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Η διεξαγωγή της διαδικασίας εκτέλεσης ρυθμίζεται από τον κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι περιορισμοί όσον αφορά την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων καθορίζονται στο άρθρο 53 παράγραφος 1, το οποίο ορίζει ότι απαγορεύεται η κατάσχεση περισσότερων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη από ό,τι είναι αναγκαίο για την ικανοποίηση απαίτησης του επισπεύδοντος και για την κάλυψη των εξόδων εκτέλεσης, εκτός εάν είναι αδύνατον να ικανοποιηθεί με άλλον τρόπο η απαίτηση του επισπεύδοντος. Η κατάσχεση είναι άκυρη και δεν προκύπτουν έννομες συνέπειες από την κατάσχεση σε περίπτωση ουσιώδους παράβασης των διαδικαστικών διατάξεων που αφορούν την κατάσχεση, ιδίως εάν:

  1. κατάσχονται περιουσιακά στοιχεία χωρίς έγκυρο εκτελεστό τίτλο·
  2. δεν έχει επιδοθεί ειδοποίηση εκτέλεσης στον οφειλέτη·
  3. τα περιουσιακά στοιχεία κατάσχονται από πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο προς τούτο·
  4. ο οφειλέτης δεν έχει ενημερωθεί σε σημαντικό βαθμό για τα δικαιώματά του στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης και αυτό έχει προκαλέσει παραβίαση των δικαιωμάτων του οφειλέτη (άρθρο 55 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης).

Ο κατάλογος των αντικειμένων που δεν υπόκεινται σε κατάσχεση παρατίθεται στο άρθρο 66 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Τα ακόλουθα αντικείμενα δεν μπορούν να κατασχεθούν ή να πωληθούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης:

  1. προσωπικά είδη του οφειλέτη και είδη οικιακής χρήσης, μαγειρικά σκεύη, ρούχα, κλινοσκεπάσματα, κρεβάτια και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται για οικιακούς σκοπούς και τα οποία είναι απαραίτητα για την κάλυψη των αναγκών του νοικοκυριού, λαμβανομένου υπόψη του ποσού της οφειλής του οφειλέτη·
  2. τουλάχιστον μία τεχνική συσκευή που διασφαλίζει ότι ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα λήψης πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Εσθονίας (Eesti Vabariigi põhiseadus)·
  3. τρόφιμα που είναι αναγκαία για τον οφειλέτη και την οικογένειά του για έναν μήνα και θερμαντικά υλικά που είναι αναγκαία για τη θέρμανση της κατοικίας κατά τη διάρκεια μιας περιόδου θέρμανσης ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια προμήθεια κατά τον χρόνο της εκτέλεσης και η απόκτηση της εν λόγω προμήθειας δεν εξασφαλίζεται με άλλο τρόπο, χρηματικό ποσό που είναι αναγκαίο για την απόκτηση της εν λόγω προμήθειας·
  4. γεωργικός εξοπλισμός, βοοειδή, λιπάσματα και πρώτες ύλες γεωργίας προσώπου που ασχολείται με τη γεωργία, τα οποία είναι απαραίτητα για τη συντήρηση του οφειλέτη και της οικογένειάς του έως την επόμενη συγκομιδή·
  5. στοιχεία ουσιώδη για τη συνέχιση των οικονομικών ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων ή της σχέσης εργασίας ή της σχέσης παροχής υπηρεσιών φυσικού προσώπου·
  6. βιβλία και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται από τον οφειλέτη ή μέλος της οικογένειάς του για σπουδές ή δραστηριότητες λατρείας·
  7. λογιστικά βιβλία, οικογενειακά αρχεία, δαχτυλίδια γάμου, παράσημα και διακρίσεις που ανήκουν στον οφειλέτη·
  8. τεχνητά άκρα, γυαλιά και άλλα ιατροτεχνολογικά προϊόντα που είναι αναγκαία λόγω σωματικής αναπηρίας και χρησιμοποιούνται από τον οφειλέτη ή μέλος της οικογένειάς του·
  9. αντικείμενα που είναι αναγκαία για κηδεία εντός της οικογένειας του οφειλέτη·
  10. οι συλλογές κρατικών μουσείων, δημοτικών μουσείων και μουσείων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αντικείμενα που ανήκουν στις συλλογές αυτές, καθώς και οι συλλογές κρατικών μουσείων ή αντικείμενα των οποίων η χρήση παραχωρείται σε ίδρυμα·
  11. αρχειακό υλικό·
  12. άλλα αντικείμενα η κατάσχεση των οποίων αντιβαίνει στον νόμο ή στα χρηστά ήθη·
  13. κρατικά περιουσιακά στοιχεία με περιορισμένη εμπορική χρήση και αντικείμενα τα οποία χρειάζεται το κράτος ή η τοπική αυτοδιοίκηση ως οφειλέτης για την εκτέλεση δημόσιων καθηκόντων και των οποίων η μεταβίβαση αντίκειται στο δημόσιο συμφέρον. Πριν από τη λήψη αντίστοιχης απόφασης, πρέπει να ληφθεί η γνώμη του εκπροσώπου του αρμόδιου υπουργείου ή οργανισμού.

Τα αντικείμενα που προσδιορίζονται στα σημεία 1), 2), 4) και 5) ανωτέρω μπορούν να κατασχεθούν εάν ζητηθεί αναγκαστική εκτέλεση από πωλητή βάσει οικονομικής απαίτησης εξασφαλισμένης με επιφύλαξη δικαιώματος κυριότητας λόγω της πώλησης των εν λόγω αντικειμένων. Τα αντικείμενα που είναι αναγκαία για λατρεία σύμφωνα με το σημείο 6) ανωτέρω μπορούν να κατασχεθούν εφόσον χρησιμοποιούνται κατά τρόπο που είναι αντίθετος προς τα χρηστά ήθη ή που τιμωρείται.

Σύμφωνα με το άρθρο 67 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, τα ζώα που υπάρχουν στο σπίτι για μη εμπορικούς σκοπούς δεν μπορούν να κατασχεθούν. Βάσει αίτησης του επισπεύδοντος, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την κατάσχεση ζώου υψηλής αξίας εάν η απαγόρευση κατάσχεσης παραβιάζει σημαντικά συμφέροντα του επισπεύδοντος τα οποία υπερισχύουν των συμφερόντων της προστασίας των ζώων ή των έννομων συμφερόντων του οφειλέτη.

Οι περιορισμοί όσον αφορά την κατάσχεση εισοδήματος προβλέπονται στα άρθρα 131 και 132 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Η απαίτηση πληρωμής δεν μπορεί να ασκηθεί κατά εισοδήματος που προέρχεται από τις ακόλουθες πηγές:

  1. κρατικές οικογενειακές παροχές·
  2. κοινωνικές παροχές για άτομα με αναπηρία·
  3. κοινωνικές παροχές βάσει του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονόμου για την κοινωνική πρόνοια·
  4. επιδόματα ανεργίας, επιχορηγήσεις, επιδόματα μεταφοράς και στέγασης, και επιδοτήσεις εκκίνησης επιχειρήσεων που καταβάλλονται μέσω του Εσθονικού Ταμείου Ασφάλισης Ανεργίας (Eesti Töötukassa)·
  5. αποζημίωση που καταβάλλεται για την πρόκληση σωματικής βλάβης ή διαταραχής της υγείας, εκτός από αποζημίωση για απώλεια εισοδήματος και αποζημίωση για μη περιουσιακή ζημία·
  6. επίδομα ικανότητας προς εργασία·
  7. διατροφή εκ του νόμου·
  8. παροχή ασφάλισης υγείας κατά την έννοια του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονόμου για την ασφάλιση υγείας (ravikindlustuse seadus), με εξαίρεση τις παροχές για προσωρινή ανικανότητα για εργασία·
  9. κρατική σύνταξη στον βαθμό που προβλέπεται από τον νόμο·
  10. στήριξη για αποφυλάκιση·
  11. επίδομα καταπιεσμένων ανθρώπων βάσει του νόμου για τα δικαιώματα καταπιεσμένων ανθρώπων από κατοχικές δυνάμεις (okupatsioonirežiimide poolt represseeritud isiku seadus).

Εάν η άσκηση απαίτησης πληρωμής κατά άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη δεν έχει οδηγήσει ή πιθανώς δεν θα οδηγήσει σε πλήρη ικανοποίηση της απαίτησης του επισπεύδοντος και εάν η κατάσχεση είναι δίκαιη λαμβάνοντας υπόψη το είδος της απαίτησης και το μέγεθος του εισοδήματος, μπορεί να ασκηθεί απαίτηση πληρωμής κατά του εισοδήματος που ορίζεται στα σημεία 5)–7) ανωτέρω κατόπιν αίτησης του επισπεύδοντος. Εάν είναι δυνατόν, ο δικαστικός επιμελητής λαμβάνει τη γνώμη του οφειλέτη πριν από τη λήψη απόφασης.

Το εισόδημα δεν κατάσχεται εάν είναι χαμηλότερο από τον κατώτατο μηνιαίο μισθό ή το αντίστοιχο ποσοστό εισοδήματος για μία εβδομάδα ή μία ημέρα [1].

Εάν η άσκηση απαίτησης πληρωμής επί άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη δεν αναμένεται να οδηγήσει σε πλήρη ικανοποίηση της απαίτησης διατροφής τέκνου, μπορεί να κατασχεθεί έως και το ήμισυ του εισοδήματος που ορίζεται. Εάν το ποσό που κατάσχεται από το εισόδημα του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαίτησης διατροφής τέκνου είναι μικρότερο από το ήμισυ του ποσού που ορίζεται στο τμήμα 1 της παρούσας ενότητας, μπορεί να κατασχεθεί έως το ένα τρίτο του εισοδήματος του οφειλέτη.

Εάν η εκτέλεση σε σχέση με άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν οδήγησε ή δεν αναμένεται να οδηγήσει σε πλήρη ικανοποίηση της απαίτησης, μπορεί να κατάσχεται κάθε μήνα έως και το 20 % του εισοδήματος του οφειλέτη —όταν αυτό είναι χαμηλότερο από το καθορισμένο ποσό— μείον το πλασματικό ελάχιστο όριο διαβίωσης που δημοσιεύεται από τη Στατιστική Υπηρεσία της Εσθονίας. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον αριθμό των διαδικασιών εκτέλεσης που βρίσκονται σε εξέλιξη κατά του οφειλέτη. Το εισόδημα δεν υπόκειται σε κατάσχεση εάν είναι χαμηλότερο από το πλασματικό ελάχιστο όριο διαβίωσης που δημοσιεύεται από τη Στατιστική Υπηρεσία της Εσθονίας. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στην εκτέλεση απαιτήσεων διατροφής τέκνου. Εάν ο οφειλέτης έχει εξαρτώμενα πρόσωπα, το 20 % υπολογίζεται με βάση το εναπομένον εισόδημά του μετά την αφαίρεση τόσο του ποσού που δεν υπόκειται σε κατάσχεση για κάθε εξαρτώμενο πρόσωπο όσο και του πλασματικού ελάχιστου ορίου διαβίωσης που δημοσιεύεται από τη Στατιστική Υπηρεσία της Εσθονίας. Έως την 1η Φεβρουαρίου κάθε έτους, η Στατιστική Υπηρεσία της Εσθονίας δημοσιεύει το πλασματικό ελάχιστο όριο διαβίωσης (σε ευρώ), με βάση τα στοιχεία του προηγούμενου έτους, στην επίσημη έκδοση Επίσημες Ανακοινώσεις (Ametlikud Teadaanded).

Εάν, σύμφωνα με τον νόμο, ο οφειλέτης συντηρεί άλλο πρόσωπο ή καταβάλλει διατροφή στο πρόσωπο αυτό, το ποσό που δεν υπόκειται σε κατάσχεση αυξάνεται κατά το ένα τρίτο του κατώτατου μηνιαίου μισθού ανά συντηρούμενο πρόσωπο, εκτός εάν η απαίτηση διατροφής τέκνου υπόκειται σε αναγκαστική εκτέλεση. Για εισοδήματα που υπερβαίνουν το ποσό που δεν υπόκειται σε κατάσχεση, μπορούν να κατασχεθούν έως και τα δύο τρίτα ποσού ίσου με το πενταπλάσιο του κατώτατου μισθού και το σύνολο του εισοδήματος που υπερβαίνει ποσό ίσο με το πενταπλάσιο του κατώτατου μισθού, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό που υπόκειται σε κατάσχεση δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα του συνολικού εισοδήματος (αυτό δεν ισχύει εάν η απαίτηση διατροφής αποτελεί αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης).

Σύμφωνα με το άρθρο 133 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ακυρώνει την κατάσχεση του λογαριασμού του οφειλέτη εντός τριών εργάσιμων ημερών, στον βαθμό που εγγυάται στον οφειλέτη εισόδημα που δεν υπόκειται σε κατάσχεση (περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 131 και 132 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης). Σε περίπτωση μεταφοράς στον λογαριασμό του οφειλέτη εισοδήματος άνω του ενός μήνα, ο δικαστικός επιμελητής ακυρώνει, εντός τριών εργάσιμων ημερών και κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, την κατάσχεση του λογαριασμού στον βαθμό που εγγυάται στον οφειλέτη εισοδήματα που δεν υπόκεινται σε κατάσχεση για κάθε προπληρωμένο μήνα σύμφωνα με τους περιορισμούς που προβλέπονται στα άρθρα 131 και 132 του κώδικα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί η περίοδος χρήσης του εισοδήματος που μεταφέρεται στον λογαριασμό του οφειλέτη, ο δικαστικός επιμελητής εγγυάται στον οφειλέτη εισοδήματα που δεν υπόκεινται σε κατάσχεση για έναν μήνα. Μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να αναστείλει τη μεταφορά κεφαλαίων στους ενάγοντες από λογαριασμό που έχει κατασχεθεί και να αποδεσμεύσει τον λογαριασμό από την κατάσχεση στον βαθμό που απαιτείται για τη συντήρηση του οφειλέτη και των μελών της οικογένειάς του.

[1] Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 116 της κυβέρνησης της Δημοκρατίας, της 9ης Δεκεμβρίου 2021, από την 1η Ιανουαρίου 2022 ο κατώτατος μηνιαίος μισθός για πλήρη απασχόληση ανέρχεται στα 654 EUR και το κατώτατο ωρομίσθιο σε 3,86 EUR.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 17/08/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ιρλανδία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Στην Ιρλανδία δεν υφίσταται ακριβής ορισμός για την έννοια της εκτέλεσης. Από πρακτική άποψη, εκτέλεση είναι η πράξη της εφαρμογής μιας δικαστικής απόφασης ή διαταγής. Η εν λόγω πράξη εκτέλεσης επικυρώνεται συνήθως από το δικαστήριο πριν τεθεί σε εφαρμογή.

Τα συνηθέστερα μέσα εκτέλεσης αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στην Ιρλανδία είναι τα ακόλουθα:

Αναγκαστική κατάσχεση

Το μέτρο αυτό περιλαμβάνει την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη. Το δικαστήριο εκδίδει διαταγή κατόπιν αιτήματος του υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή, διατάσσοντας τον αρμόδιο δημόσιο λειτουργό (county registrar ή sheriff στην περίπτωση του Δουβλίνου ή του Κορκ) να κατάσχει περιουσιακά στοιχεία μέχρι της αξίας της επιδικασθείσας οφειλής (συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαστικών εξόδων). Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία μπορούν στη συνέχεια να πωληθούν προκειμένου να εξοφληθεί η οφειλή.

Καταχώριση

Η έκδοση της απόφασης δημοσιοποιείται με την καταχώρισή της στο μητρώο αποφάσεων (register of judgments) του ανώτερου δικαστηρίου (High Court). Το εν λόγω μητρώο περιέχει κάθε απόφαση της οποίας η καταχώρηση ζητήθηκε από τον δανειστή, ανεξαρτήτως του εάν εκδόθηκε από το περιφερειακό δικαστήριο (District Court), το κομητειακό δικαστήριο (Circuit Court) ή το ανώτερο δικαστήριο (High Court). Το όνομα και η διεύθυνση του οφειλέτη καθώς και λεπτομέρειες της απόφασης δημοσιεύονται σε ορισμένες εφημερίδες και εμπορικά έντυπα, όπως π.χ. το Stubbs Gazette. Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές καταγράφονται και από πιστωτικά ιδρύματα και η μη εκτέλεση απόφασης ενδέχεται να επηρεάσει την πρόσβαση του οφειλέτη σε χρηματοδότηση.

Ένορκη βεβαίωση για την εγγραφή υποθήκης δυνάμει δικαστικής απόφασης

Ο δανειστής μπορεί να καταρτίσει ένορκη βεβαίωση σχετικά με την έκδοση της απόφασης και στη συνέχεια, με την έγκριση του αρμόδιου δικαστηρίου, εγγράφεται υποθήκη δυνάμει της απόφασης (judgment mortgage) επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Τα έσοδα από την πώληση των περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με την προτεραιότητα άλλων υποθηκών, πρέπει να διατεθούν για την εξόφληση της οφειλής πριν καταβληθούν στον οφειλέτη. Είναι επίσης δυνατό να ζητηθεί η έκδοση διαταγής κατάσχεσης και διαταγής αναγκαστικής πώλησης των περιουσιακών στοιχείων.

Διαταγές πληρωμής σε δόσεις / Διαταγές προσωπικής κράτησης

Σύμφωνα με τους νόμους για την εκτέλεση δικαστικών διαταγών (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροEnforcement of Court Orders Acts 1926 to 2009), μπορεί να υποβληθεί αίτηση στο περιφερειακό δικαστήριο (District Court) για την έκδοση διαταγής πληρωμής με δόσεις του επιδικασθέντος με την απόφαση ποσού. Ο δικαστής λαμβάνει υπόψη την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και αποφασίζει το ύψος της καταβλητέας δόσης. Διαταγή προσωπικής κράτησης μπορεί να εκδοθεί μόνο σε βάρος φυσικών και όχι νομικών προσώπων, δηλαδή εταιρειών. Σε περίπτωση μη πληρωμής σε συμμόρφωση με διαταγή πληρωμής σε δόσεις, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής προσωπικής κράτησης. Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει ότι εάν έχετε την οικονομική δυνατότητα να πληρώσετε αλλά αρνηθείτε, ενδέχεται να οδηγηθείτε στη φυλακή.

Κατάσχεση μισθού

Ο δανειστής μπορεί να ζητήσει την έκδοση διαταγής για την παρακράτηση ποσών απευθείας από τα ημερομίσθια/τον μισθό του οφειλέτη. Ως αποτέλεσμα, η πληρωμή πραγματοποιείται από τον εργοδότη του οφειλέτη απευθείας στον δανειστή.

Διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου

Όταν ο δανειστής γνωρίζει ότι υφίσταται χρέος τρίτου προς τον οφειλέτη, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την έκδοση διαταγής με την οποία ο τρίτος προσκαλείται να καταβάλει συγκεκριμένο ποσό απευθείας στον δανειστή. Η έκδοση της διαταγής εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.

Ορισμός διαχειριστή για τη διασφάλιση της ικανοποίησης του δανειστή (Receiver by Equitable Execution)

Το μέτρο αυτό συνίσταται στο διορισμό από το δικαστήριο διαχειριστή, ο οποίος διασφαλίζει, παραδείγματος χάριν, ότι τα έσοδα από την πώληση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη θα διατεθούν για την εξόφληση της οφειλής. Η απόφαση για τον ορισμό διαχειριστή εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα μέσα με τα οποία επιδιώκεται η εκτέλεση απόφασης είναι θέμα που αφορά τον δανειστή και τους νομικούς συμβούλους. Η ιρλανδική δικαστική υπηρεσία (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροCourt Service) δεν προτείνει την ανάληψη καμίας συγκεκριμένης ενέργειας. Ο κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός και σκοπός του είναι να περιγραφούν σε γενικές γραμμές οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται συχνότερα στην Ιρλανδία.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Για την εκτέλεση απόφασης εθνικού δικαστηρίου απαιτείται συνήθως η έγκριση του δικαστηρίου που την εξέδωσε (βλέπε ανωτέρω). Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως π.χ. στην αναγκαστική κατάσχεση και στην καταχώριση της απόφασης, δεν απαιτείται η υποβολή αίτησης στο δικαστήριο και η αίτηση εκτέλεσης μπορεί να υποβληθεί στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου.

Σε ό,τι αφορά αποφάσεις από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, αρμόδιο είναι το ανώτερο δικαστήριο (High Court). Ωστόσο, αν πρόκειται για περιοδική πληρωμή διατροφής που έχει πιστοποιηθεί ως ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, αρμόδιο είναι το περιφερειακό δικαστήριο (District Court).

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

Οι δικαστικές αποφάσεις και ορισμένες μη δικαστικές αποφάσεις είναι εκτελεστές. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο οι δικαστικές διαταγές όσο και οι αποφάσεις που εκδίδονται με συνοπτικές διαδικασίες και καταχωρίζονται από τον γραμματέα (registar) στο ανώτερο δικαστήριο (High Court) ή από τον κομητειακό γραμματέα (country registar) στο κομητειακό δικαστήριο (Circuit Court).

Για την εκτέλεση της απόφασης απαιτείται συνήθως η έγκριση του δικαστηρίου που την εξέδωσε. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως π.χ. στην αναγκαστική κατάσχεση και στην καταχώριση απόφασης, δεν απαιτείται η υποβολή αίτησης στο δικαστήριο. Η έγκριση μπορεί να δοθεί από τη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου.

Σε ό,τι αφορά αποφάσεις άλλων έννομων τάξεων οι οποίες είναι εκτελεστές βάσει κανονισμών της ΕΕ, αρμόδιο είναι το ανώτερο δικαστήριο (ή αν πρόκειται για περιοδική πληρωμή διατροφής που έχει πιστοποιηθεί ως ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος, αρμόδιο είναι το περιφερειακό δικαστήριο). Τα καθήκοντα σε σχέση με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 (όπως αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 ο οποίος ισχύει για τους δικαστικούς συμβιβασμούς που εγκρίνονται ή συνάπτονται από τις 10 Ιανουαρίου 2015 και μετά) έχουν ανατεθεί στον αρμόδιο δικαστικό λειτουργό του ανώτερου δικαστηρίου (Master of the High Court), και με την υποβολή σχετικής αίτησης σε δημόσια συνεδρίαση μια απόφαση μπορεί να κηρυχθεί εκτελεστή στην Ιρλανδία και στη συνέχεια να εκδοθεί διαταγή για την εκτέλεσή της.

Απόφαση που έχει πιστοποιηθεί ως ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος, ο οποίος έχει εκδοθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 805/2004, αναγνωρίζεται ως απόφαση του ανώτερου δικαστηρίου, έχει τα ίδιο αποτελέσματα με αυτήν και εκτελείται ανάλογα. Αρμόδιο για την εκτέλεση απόφασης περί περιοδικής πληρωμής διατροφής που έχει πιστοποιηθεί ως ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος είναι το περιφερειακό δικαστήριο. Οι εθνικές ρυθμίσεις που διέπουν την εν λόγω διαδικασία περιλαμβάνονται στο νομοθετικό διάταγμα S.Ι. 274 του 2011.

Αν πρόκειται για απόφαση που αφορά μη αμφισβητούμενη αξίωση και πρέπει να εκτελεστεί σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση είναι αρμόδιο για τις αιτήσεις που συνδέονται με την εκτέλεσή της σύμφωνα με τον κανονισμό 805/2004 για τη θέσπιση του ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου.

Η αίτηση για την εκτέλεση απόφασης υποβάλλεται συνήθως στο δικαστήριο (ή στη γραμματεία του δικαστηρίου) από δικηγόρο, μολονότι δεν είναι απαραίτητο για τον δανειστή να διαθέτει νομική εκπροσώπηση. Όλες οι αιτήσεις πρέπει να υποβάλλονται αυτοπροσώπως και δεν επιτρέπεται η υποβολή τους μέσω ταχυδρομείου. Ορισμένες αιτήσεις που υποβάλλονται σε γραμματείες των δικαστηρίων μπορούν να αποστέλλονται ταχυδρομικά, όπως π.χ. οι αιτήσεις για την εκτέλεση, την καταχώριση και την έγκριση δικαστικής απόφασης με σκοπό την κατάρτιση ένορκης βεβαίωσης για την εγγραφή υποθήκης δυνάμει δικαστικής απόφασης . Συμβουλές όσον αφορά τις πρακτικές λεπτομέρειες και τη διαδικασία παρέχει το τμήμα αποφάσεων (Judgments Section) του ανώτερου δικαστηρίου στη διεύθυνση HighCourtCentralOffice@Courts.ie.

Τα έξοδα (τέλη) που επιβάλλει η υπηρεσία Court Service είναι πολύ χαμηλά και μπορούν να αναζητηθούν στην ενότητα Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροFees Orders του ιστοτόπου της δικαστικής υπηρεσίας (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροCourts Service). Τα έξοδα που ενδέχεται να προκύψουν λόγω της ανάθεσης εντολής σε δικηγόρο είναι ζήτημα που αφορά τον δανειστή και τον νόμιμο εκπρόσωπό του. Το δικαστήριο ενδέχεται να επιδικάσει σε διάδικο το σύνολο ή μέρος των εξόδων που προκύπτουν στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Στο άρθρο 15 του νόμου του 1926 για την εκτέλεση των δικαστικών διαταγών (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροEnforcement of Court Orders Act 1926 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του δεύτερου νόμου περί δικαστηρίων του 1986 [Courts (No. 2) Act 1986]) προβλέπεται ότι όταν υπάρχει οφειλή βάσει διαταγής ή απόφασης, ο δανειστής μπορεί να ζητήσει από το περιφερειακό δικαστήριο την κλήτευση του οφειλέτη προκειμένου να εξετασθεί η οικονομική του κατάσταση από τον δικαστή του περιφερειακού δικαστηρίου. Η αίτηση για την έκδοση διαταγής εκτέλεσης πρέπει να υποβληθεί εντός έξι ετών από την ημερομηνία της δικαστικής διαταγής ή εντολής. Ο δανειστής πρέπει να υποβάλει στοιχεία που να αποδεικνύουν την αρχική οφειλή και ο οφειλέτης πρέπει να συμπληρώσει δήλωση περιουσιακής κατάστασης. Το άρθρο 16 του νόμου του 1926, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 9 του νόμου του 1986, επιτρέπει την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων και την αντεξέταση του οφειλέτη ή του δανειστή. Μια διαταγή εκτέλεσης μπορεί να παραμείνει σε ισχύ για δώδεκα έτη από την ημερομηνία της σχετικής εντολής ή διαταγής.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Το αντικείμενο της εκτέλεσης μπορεί να είναι περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, με εξαίρεση τα αναλώσιμα αγαθά ή τα αγαθά που είναι στην κατοχή του οφειλέτη για πώληση επί παρακαταθήκη.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Το μέρος που δεν συμμορφώνεται με δικαστική διαταγή ενδέχεται να υποστεί κυρώσεις για απείθεια. Οι ποινές που μπορεί να επιβάλει ένα δικαστήριο περιλαμβάνουν πρόστιμα ή φυλάκιση για όσο διαρκεί η απείθεια. Ως εκ τούτου, δεν τίθεται χρονικό όριο στη διάρκεια της ποινής φυλάκισης. Το ίδιο ισχύει και για κάθε τρίτο ο οποίος παραβιάζει τους όρους δικαστικής διαταγής.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 20 του νόμου του 1926 για την εκτέλεση των δικαστικών διαταγών (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροEnforcement of Court Orders Act 1926), η φυλάκιση οφειλέτη λόγω μη συμμόρφωσης με διαταγή πληρωμής σε δόσεις δεν συνιστά εξόφληση ή απόσβεση της οφειλής ή μέρος αυτού και δεν εμποδίζει τον δανειστή να καταφύγει σε άλλα μέσα για την είσπραξη της οφειλής.

Οι τράπεζες και τα άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις με τα άλλα μέρη όσον αφορά τη συμμόρφωση με τις δικαστικές διαταγές. Όταν συντρέχουν περιστάσεις που δεν καλύπτονται ρητά από τη δικαστική διαταγή, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η νομοθεσία και οι κανονισμοί οι οποίοι διέπουν τις πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που βρίσκονται στη διάθεση του σχετικού ιδρύματος (όπως π.χ. ο νόμος του 1998 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροData Protection Act 1988)).

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Ορισμένες διαταγές ορίζουν πάντα την προθεσμία εντός της οποίας το ενεχόμενο μέρος πρέπει να συμμορφωθεί με τους όρους της, μολονότι αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Μια δικαστική απόφαση ισχύει για δώδεκα έτη, μολονότι η διάρκεια ισχύος ορισμένων μέτρων εκτέλεσης καθορίζεται συχνά στον κανονισμό διαδικασίας των δικαστηρίων ή στη νομοθεσία. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι μια διαταγή εκτέλεσης του ανώτερου δικαστηρίου ισχύει για ένα έτος μετά την έκδοσή της. Μετά την παρέλευση του συγκεκριμένου διαστήματος απαιτείται νέα διαταγή εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Το ένδικο μέσο δεν στρέφεται συνήθως κατά του μέτρου εκτέλεσης, όπως αυτό έχει εγκριθεί από τη γραμματεία του δικαστηρίου, αλλά κατά της απόφασης επί της ουσίας ή της διαταγής στην οποία βασίζεται το μέτρο. Το θιγόμενο μέρος μπορεί να προσφύγει στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο για την ακύρωση της απόφασης ή της διαταγής. Οι προθεσμίες για την άσκηση ένδικων μέσων διαφέρουν και έχουν ως εξής:

  • στο κομητειακό δικαστήριο κατά απόφασης ή διαταγής του περιφερειακού δικαστηρίου: 14 ημέρες από την απόφαση ή τη διαταγή
  • στο ανώτερο δικαστήριο κατά διαταγής του κομητειακού δικαστηρίου: 10 ημέρες από την ημερομηνία της διαταγής
  • στο ανώτερο δικαστήριο κατά διαταγής του Master’s Court: 6 ημέρες από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της διαταγής ή, αν η διαταγή εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση της άλλης πλευράς (ex parte), 6 ημέρες από την κοινοποίηση της εν λόγω διαταγής ή, αν η διαταγή δεν έγινε αποδεκτή, 6 ημέρες από την ημερομηνία της μη αποδοχής της (ένας μήνας από την κοινοποίηση ή επίδοση της διαταγής σε περίπτωση εκτέλεσης αλλοδαπής απόφασης δυνάμει του κανονισμού 44/2001)
  • στο εφετείο (Court of Appeal) κατά διαταγής του ανώτερου δικαστηρίου: είτε 10 είτε 28 ημέρες από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της διαταγής, ανάλογα με το είδος της υπόθεσης
  • στο ανώτατο δικαστήριο (Supreme Court) κατά διαταγής του ανώτερου δικαστηρίου ή του εφετείου: 28 ημέρες από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της διαταγής

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Μια απόφαση ισχύει για 12 έτη και καμία διαδικασία δεν μπορεί να κινηθεί βάσει της απόφασης μετά την πάροδο 12 ετών από την ημερομηνία κατά την οποία αυτή τέθηκε σε ισχύ. Επιπλέον, η διάρκεια ισχύος ορισμένων μέτρων εκτέλεσης καθορίζεται συχνά στον κανονισμό διαδικασίας των δικαστηρίων ή στη νομοθεσία. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι μια διαταγή εκτέλεσης του ανώτερου δικαστηρίου ισχύει για ένα έτος μετά την έκδοσή της. Μετά την παρέλευση του συγκεκριμένου διαστήματος απαιτείται νέα διαταγή εκτέλεσης. Ένα ακόμα σχετικό παράδειγμα είναι ότι απαιτείται δικαστική έγκριση για την έκδοση διαταγής εκτέλεσης του ανώτερου δικαστηρίου όταν έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο των έξι ετών από την έκδοση της εκτελεστής δικαστικής διαταγής.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 13/02/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ελλάδα

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Αναγκαστική εκτέλεση είναι η με τη συνδρομή των αρμοδίων κρατικών οργάνων αναγκαστική πραγμάτωση της ουσιαστικής αξίωσης, που είναι ενσωματωμένη σε εκτελεστό τίτλο. Μέσα της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι:

  • η αφαίρεση κινητού πράγματος με τη χρήση βίας
  • η αποβολή από το ακίνητο με χρήση βίας
  • η κατάσχεση
  • η προσωπική κράτηση
  • η χρηματική ποινή
  • η αναγκαστική διαχείριση
  • ο βεβαιωτικός όρκος.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Κατά τα οριζόμενα στον [νέο] Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρα 927 έως 931 ΚΠολΔ), η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται με επιμέλεια εκείνου που έχει δικαίωμα να την ενεργήσει, ο οποίος δίνει, επάνω στο Απόγραφο, τη σχετική εντολή σε ορισμένο δικαστικό επιμελητή και ορίζει τον τρόπο και αν είναι δυνατό και τα αντικείμενα επάνω στα οποία θα γίνει η εκτέλεση. Αν πρόκειται για κατάσχεση, ορίζει ως υπάλληλο του πλειστηριασμού ένα συμβολαιογράφο της περιφέρειας του τόπου όπου θα γίνει η κατάσχεση. Η εντολή πρέπει να χρονολογείται και να υπογράφεται από το δικαιούχο ή τον πληρεξούσιό του. Η εντολή δίνει την εξουσία να ενεργηθούν όλες οι πράξεις της εκτέλεσης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σ` αυτήν.

Ο δικαστικός επιμελητής στον οποίο παραδόθηκε το Απόγραφο με εντολή να ενεργήσει την εκτέλεση, έχει την εξουσία να δέχεται καταβολή και να δίνει γραπτή εξοφλητική Απόδειξη, παραδίνοντας συνάμα και το Απόγραφο, αν η παροχή εκπληρώθηκε εντελώς. Μπορεί να δεχτεί και μερική καταβολή για την οποία δίνει Απόδειξη και την αναφέρει επάνω στο Απόγραφο. Η μερική καταβολή δεν εμποδίζει την πρόοδο της εκτέλεσης.

Ο δικαστικός επιμελητής έχει την εξουσία, εφόσον το απαιτεί ο σκοπός της αναγκαστικής εκτέλεσης, να εισέρχεται στην κατοικία ή και σε κάθε άλλο χώρο που βρίσκεται στην κατοχή εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, να ανοίγει τις πόρτες και να κάνει έρευνες, καθώς και να ανοίγει κλειστά έπιπλα, σκεύη ή δοχεία. Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ζητεί τη βοήθεια της αρχής που είναι αρμόδια για την τήρηση της τάξης (συνήθως η Αστυνομία), η οποία οφείλει να παρέχει τη συνδρομή της.

Αν κατά την αναγκαστική εκτέλεση προβληθεί αντίσταση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να χρησιμοποιήσει βία για να αποκρούσει την αντίσταση, καλώντας συνάμα γι` αυτό την αρχή που είναι αρμόδια για την τήρηση της τάξης (συνήθως η Αστυνομία).

Ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση για κάθε πράξη της εκτελεστικής διαδικασίας. Αν  η  αναγκαστική  εκτέλεση  δεν  πραγματώθηκε,  ο  δικαστικός  επιμελητής συντάσσει σχετική  έκθεση  στην  οποία  αναφέρει  και  τους  λόγους. Για κάθε αξιόποινη πράξη που γίνεται κατά την αναγκαστική εκτέλεση ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να συντάξει έκθεση και να την υποβάλει στον αρμόδιο εισαγγελέα.

 

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Εκτελεστός τίτλος είναι το δημόσιο έγγραφο, που πιστοποιεί αξίωση και παρέχει τη δυνατότητα στο φερόμενο ως δικαιούχο αυτής να ζητήσει τη συμμόρφωση του υπόχρεου προς το περιεχόμενό της με αναγκαστική εκτέλεση. Αναγκαία στοιχεία είναι το υποστατό του τίτλου και η βασιμότητα της αξίωσης.

3.1 Η διαδικασία

Η αναγκαστική εκτέλεση αποτελεί απονομή δικαιοσύνης και όχι άσκηση διοικήσεως, αποβλέποντας στην παροχή έννομης προστασίας. Κάθε αίτηση, που απευθύνεται στα όργανα αυτής και κάθε πράξη εκτέλεσης, που επιχειρείται, είναι διαδικαστική πράξη. Προϋποθέσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι:

  • η δικαιοδοσία και η αρμοδιότητα των οργάνων της εκτέλεσης
  • η ικανότητα διαδίκου
  • η ικανότητα δικαστικής παράστασης
  • η ικανότητα προς το δικολογείν
  • η ύπαρξη έννομου συμφέροντος
  • η νομιμοποίηση
  • η ύπαρξη τίτλου εκτελεστού
  • η ύπαρξη αξίωσης, που μπορεί να ικανοποιηθεί με αναγκαστική εκτέλεση

Εκτελεστές είναι τόσο δικαστικές όσο και μη δικαστικές αποφάσεις, χωρίς να είναι πάντοτε απαραίτητη η αίτηση δικαστικής παραγγελίας, που να εγκρίνει την εκτέλεση. Εκτελεστοί τίτλοι είναι:

  • οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις των ημεδαπών δικαστηρίων
  • οι αποφάσεις των ημεδαπών δικαστηρίων, που κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές
  • οι διαιτητικές αποφάσεις
  • τα πρακτικά των ημεδαπών δικαστηρίων, που περιέχουν συμβιβασμό ή προσδιορισμό δικαστικών εξόδων
  • τα συμβολαιογραφικά έγγραφα
  • οι διαταγές πληρωμής, που εκδίδονται από ημεδαπούς δικαστές
  • οι διαταγές απόδοσης της χρήσης μισθίου ακινήτου
  • οι αλλοδαποί τίτλοι, που κηρύσσονται εκτελεστοί
  • οι διαταγές και οι πράξεις, που κηρύσσονται από το νόμο ως τίτλοι εκτελεστοί

Τα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης διακρίνονται σε άμεσα και έμμεσα. Άμεσα όργανα, που διορίζονται από τον επισπεύδοντα δανειστή, είναι α) ο δικαστικός επιμελητής, που είναι άμισθος δημόσιος λειτουργός αρμόδιος να προβαίνει στην κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη, στην κατάσχεση ακινήτων, πλοίων ή αεροσκαφών του οφειλέτη, σε άμεση εκτέλεση, σε σύλληψη του οφειλέτη, όταν κατ’αυτού έχει διαταχθεί προσωπική κράτηση, και σε προετοιμασία του πλειστηριασμού, β) ο συμβολαιογράφος ή ο ειρηνοδίκης, που τον αναπληρώνει, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη διεξαγωγή του εκούσιου ή αναγκαστικού πλειστηριασμού των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και τη διανομή του πλειστηριάσματος, συντάσσοντας τον πίνακα κατάταξης. Έμμεσα όργανα είναι τα όργανα της αστυνομίας, των ενόπλων δυνάμεων και οι μάρτυρες, που συμπράττουν, όταν προβάλλεται ή απειλείται αντίσταση κατά τη διενέργεια της εκτέλεσης. Όλα τα ως άνω όργανα ευθύνονται για κάθε υπαίτια παράβαση των υποχρεώσεών τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Η εντολή για την εκτέλεση δίνεται από εκείνον, που έχει δικαίωμα να την ενεργήσει (δικαιούχος) ή τον πληρεξούσιο του δικηγόρο ή μη. Τα βασικά έξοδα της εκτέλεσης είναι:

  • αμοιβή του δικαστικού επιμελητή για ενέργεια κατάσχεσης για απαίτηση ποσού μέχρι 590 ευρώ 53 ευρώ, για ποσό από 591 μέχρι 6.500, 53 ευρώ προστιθεμένου ποσοστού  2,5 % επί του ποσού  και για ποσό ανώτερο των 6.500 ευρώ 53 ευρώ προστιθεμένου  ποσοστού  1% επί του ποσού , που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 422 ευρώ, για κάθε κατασχεθέν ακίνητο, πλοίο ή αεροσκάφος
  • αμοιβή του δικαστικού επιμελητή για σύνταξη κάθε προγράμματος πλειστηριασμού, αναπλειστηριασμού ή περίληψης κατασχετήριας έκθεσης, για απαίτηση ποσού μέχρι 590 υρώ 53 ευρώ, για ποσό από 591  μέχρι 6.500 ευρώ ποσοστό 2 % και για ποσό 6.501  ευρώ και άνω ποσοστό 1%, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 210 ευρώ.
  • αμοιβή του κήρυκα πλειστηριασμού ποσό 30 ευρώ
  • αμοιβή του δικαστικού επιμελητή για οποιαδήποτε άλλη πράξη εκτέλεσης ποσού από 240μέχρι 400 ευρώ, μετά από συμφωνία δικαστικού επιμελητή και εντολέα
  • αμοιβή για δικαιώματα μαρτύρων ποσό 30 ευρώ για τον καθένα και σε περίπτωση που ο μάρτυρας είναι δικαστικός επιμελητής στο ποσό των 60 ευρώ
  • σε περίπτωση ματαίωσης της εκτέλεσης η αμοιβή του δικαστικού επιμελητή ανέρχεται στο μισό των παραπάνω αμοιβών
  • ποσό 0,50  ευρώ για κάθε χιλιόμετρο, εφόσον για την ενέργεια οποιασδήποτε πράξης είναι αναγκαία η μετάβαση δικαστικού επιμελητή και μαρτύρων εκτός της έδρας του
  • Ειδική αμοιβή του δικαστικού επιμελητή ανάλογα με τη δυσκολία της εκτέλεσης, μετά από συμφωνία δικαστικού επιμελητή και εντολέα, που σε καμία περίπτωση δεν βαρύνει αυτόν κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ουσιαστικές προϋποθέσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης αποτελούν:

  • Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, δηλαδή η ανάγκη για την ενέργεια πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης και επίτευξη της μέσω αυτής παρεχόμενης έννομης προστασίας
  • Η βασιμότητα της αξίωσης

Η ρύθμιση του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης αποβλέπει από τα πράγματα στην εξισορρόπηση των συγκρουόμενων συμφερόντων των δανειστών από το ένα μέρος και των οφειλετών ή των τρίτων από το άλλο. Τα κριτήρια, που το Δικαστήριο χρησιμοποιεί, προκειμένου να παρέχει ένα μέτρο εκτέλεσης είναι:

  • Η γρήγορη και ολιγοδάπανη ικανοποίηση των δανειστών
  • Η προστασία της προσωπικότητας και των εν γένει εννόμων συμφερόντων του οφειλέτη
  • Η σύμπτωση συμφερόντων δανειστή και οφειλέτη ως προς την ανάγκη επιτεύξεως του μεγαλύτερου δυνατού πλειστηριάσματος
  • Η προστασία συμφερόντων τρίτων προσώπων

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Το αντικείμενο των μέτρων εκτέλεσης μπορεί να είναι η περιουσία του οφειλέτη ή και το πρόσωπο αυτού. Τα μέτρα εκτέλεσης είναι υλικές πράξεις οργάνων, που έχουν καταστεί αρμόδια για το σκοπό αυτό, και οδηγούν άμεσα ή έμμεσα στην ικανοποίηση των αξιώσεων με κρατική επιβολή. Περιουσιακά αντικείμενα, που υπόκεινται σε εκτέλεση, είναι:

  • κινητά πράγματα, που βρίσκονται στα χέρια του οφειλέτη ή στα χέρια του δανειστή ή τρίτου πρόθυμου να τα αποδώσει
  • εμπράγματα δικαιώματα του οφειλέτη σε ξένο κινητό πράγμα
  • χρήματα
  • χρηματικές απαιτήσεις εκείνου, κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, κατά τρίτων
  • ακίνητα, που ανήκουν στην κυριότητα του οφειλέτη ή εμπράγματου δικαιώματος του οφειλέτη σε ακίνητο
  • πλοία
  • αεροσκάφη
  • δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίας, εκμετάλλευσης κινηματογραφικών ταινιών

Δεν υπόκεινται σε μέτρα εκτέλεσης:

  • πράγματα προσωπικής χρήσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του
  • τρόφιμα και καύσιμη ύλη απαραίτητη στον οφειλέτη και την οικογένειά του
  • παράσημα, αναμνηστικά αντικείμενα, χειρόγραφα, επιστολές, οικογενειακά έγραφα κι επαγγελματικά βιβλία
  • βιβλία, μουσικά όργανα, εργαλεία τέχνης
  • εργαλεία, μηχανήματα, βιβλία ή άλλα πράγματα, που είναι απαραίτητα σε πρόσωπα, που αποκτούν όσα τους χρειάζονται με την προσωπική τους εργασία
  • πράγματα, που μπορούν να υποστούν άμεση φθορά
  • η εταιρική μερίδα σε προσωπικές εταιρίες
  • απαιτήσεις διατροφής, που πηγάζουν από το νόμο
  • απαιτήσεις μισθών, συντάξεων ή ασφαλιστικών παροχών

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Ο οφειλέτης υποχρεούται να συμμορφωθεί με την απόφαση, που διατάσσει το μέτρο εκτέλεσης, όπως και κάθε τρίτος, σε περίπτωση δε κατά την οποία κατά την αναγκαστική εκτέλεση προβληθεί αντίσταση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να χρησιμοποιήσει βία, για να την αποκρούσει, καλώντας ταυτόχρονα και την αρμόδια για την τήρηση της τάξης αρχή, έχοντας τη δυνατότητα να προσλάβει δύο ενήλικους μάρτυρες ή δεύτερο δικαστικό επιμελητή. Σε περίπτωσης μη συμμόρφωσης του οφειλέτη διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:

  • αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του να ενεργήσει πράξη, που μπορεί να γίνει και από τρίτο πρόσωπο, ο δανειστής έχει δικαίωμα να επιχειρήσει την πράξη με δαπάνη του οφειλέτη
  • αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του να επιχειρήσει πράξη, που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρησή της εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του ίδιου, το δικαστήριο τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη και στην περίπτωση, που δεν την εκτελέσει, τον καταδικάζει σε χρηματική ποινή υπέρ του δανειστή και σε προσωπική κράτηση
  • αν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο, για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωσή του, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση

Σε κάθε μία από τις ανωτέρω περιπτώσεις δεν θίγεται το δικαίωμα του δανειστή να απαιτήσει αποζημίωση, που προβλέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, για την ζημία που υπέστη από τη μη συμμόρφωση του οφειλέτη. Καταρχήν είναι δυνατή η διάθεση του περιουσιακού αντικειμένου εκ μέρους του οφειλέτη, αν όμως αυτό κατασχεθεί, η διάθεση αυτή απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου, που επέβαλε την κατάσχεση, και υπέρ των δανειστών, που αναγγέλθηκαν.

Σε περίπτωση, κατά την οποία αντικείμενο εκτέλεσης αποτελούν τραπεζικοί λογαριασμοί του οφειλέτη, η τράπεζα δεν υποχρεούται να αποκαλύψει στον επισπεύδοντα τα ακριβή στοιχεία αυτών, σε περίπτωση όμως κατά την οποία επιδοθεί σε αυτήν έγγραφο περί κατάσχεσης χρηματικών απαιτήσεων εις χείρας του οφειλέτη, απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ του κατασχόντος η διάθεση του κατασχεμένου ποσού, μέσα δε σε 8 ημέρες από την επίδοση του κατασχετηρίου, η τράπεζα οφείλει να δηλώσει, εάν υπάρχει η απαίτηση (χρηματική κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό), που κατασχέθηκε, και αν αυτή είναι επαρκής για να ικανοποιηθεί αυτός, που επέβαλε την κατάσχεση, οφείλει να καταβάλλει στον τελευταίο το χρηματικό ποσό.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Καταρχήν χρονικά όρια για τον επισπεύδοντα δεν έχουν προβλεφθεί, έχουν όμως καθιερωθεί ορισμένοι χρονικοί περιορισμοί, που δεν αποτελούν χρονικά δεσμευτικές προθεσμίες, αλλά προθεσμίες πριν από την πάροδο των οποίων δεν μπορεί έγκυρα να επιχειρηθεί συγκεκριμένη πράξη, χωρίς να έχει επιβληθεί ευθέως σημείο λήξεως της δυνατότητας ενεργείας για τον επισπεύδοντα. Η πρόβλεψη, ότι διάφορες επί μέρους πράξεις πρέπει να επιχειρηθούν μέσα σε ορισμένο χρόνο από την κατάσχεση ή πριν από τον πλειστηριασμό, δεν διαφοροποιεί τις βάσεις του συστήματος. Προκειμένου να αποτραπεί η αποτελμάτωση της διαδικασίας υπάρχει μόνο το έσχατο χρονικό όριο του έτους, πέρα από το οποίο δεν μπορεί να επιχειρηθεί η κατάσχεση ή άλλη πράξη με βάση την ίδια επιταγή ή ο πλειστηριασμός με βάση την κατάσχεση, που εξαιτίας της παρέλευσης της προθεσμίας αυτής ανατράπηκε με δικαστική απόφαση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Μοναδικό ένδικο μέσο κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι το ένδικο βοήθημα της ανακοπής, που μπορεί να ασκήσει εκείνος, κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση ή κάθε δανειστής του, που έχει έννομο συμφέρον μέσα σε διάστημα 15 ημερών από την πρώτη πράξη εκτέλεσης, αν αφορά την εγκυρότητα του τίτλου ή την προδικασία, μέχρι την τελευταία πράξη εκτέλεσης, αν αφορά την εγκυρότητα των πράξεων εκτέλεσης, που έγιναν από την πρώτη πράξη μέχρι την τελευταία, και 6 μήνες μετά τη διενέργεια της τελευταίας πράξης εκτέλεσης αν αφορά την εγκυρότητα αυτής. Ανακοπή μπορεί να ασκήσει επίσης και ο τρίτος, αν προσβάλλεται δικαίωμά του επάνω στο αντικείμενο της εκτέλεσης, το οποίο δικαιούται να αντιτάξει σε εκείνον, κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, χωρίς ειδικότερη προθεσμία. Αρμόδιο δικαστήριο είναι αυτό της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης και, ειδικότερα, το Ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση του Ειρηνοδικείου, και το Μονομελές Πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση. Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση, μπορεί όμως με αίτηση του ανακόπτοντος να διαταχθεί η αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση με δικαστική απόφαση, που γνωστοποιείται στα εκτελεστικά όργανα, τα οποία δεν μπορούν να ενεργήσουν οποιαδήποτε πράξη εκτέλεσης, εκτός αν αυτή έχει ειδικά επιτραπεί με την απόφαση της αναστολής.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Οι περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως αναφορικά με τα κατασχεθέντα πράγματα, ρυθμίζονται ως ακολούθως: Εξαιρούνται από την κατάσχεση α) πράγματα που μπορούν να υποστούν άμεση φθορά, β) η εταιρική μερίδα σε προσωπικές εταιρίες, γ) απαιτήσεις διατροφής που πηγάζουν από το νόμο ή από διάταξη τελευταίας βούλησης, καθώς και απαιτήσεις για συνεισφορά των συζύγων στις ανάγκες της οικογένειας, δ) απαιτήσεις μισθών, συντάξεων ή ασφαλιστικών παροχών, εκτός αν πρόκειται να ικανοποιηθεί απαίτηση για διατροφή που στηρίζεται στο νόμο ή σε διάταξη τελευταίας βούλησης ή για συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας, οπότε επιτρέπεται να γίνει κατάσχεση έως το μισό, αφού ληφθούν υπόψη τα ποσά που εισπράττει ο υπόχρεος, το μέγεθος των υποχρεώσεων που του δημιουργεί ο γάμος του για αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών και ο αριθμός των δικαιούχων, ε) κάθε είδους κοινοτικές ενισχύσεις ή επιδοτήσεις στα χέρια του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. ως τρίτου, μέχρι την κατάθεση τους στον τραπεζικό λογαριασμό των δικαιούχων ή την με άλλο τρόπο καταβολή τους σε αυτούς. Η εξαίρεση της περίπτωσης δ` της παραγράφου 2 ισχύει και όταν η καταβολή  του ποσού γίνεται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε  πιστωτικό ίδρυμα. Η εξαίρεση ισχύει μόνο στην έκταση που ο λογαριασμός  παρουσιάζει υπόλοιπο που δεν υπερβαίνει, κατά το χρονικό διάστημα από την  επιβολή της κατάσχεσης έως την επόμενη ημέρα της καταβολής, το ποσό της  εξαιρούμενης από την κατάσχεση απαίτησης.

Περαιτέρω, ο οφειλέτης έχει την δυνατότητα να προσφύγει κατά της διαδικασίας εκτέλεσης με δύο ένδικα βοηθήματα:

α) Την ανακοπή του άρθρου 933 του ΚΠολΔ, το οποίο ορίζει ότι: Αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή την απαίτηση ασκούνται μόνο με ανακοπή, που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο μονομελές πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση. Αν ασκηθούν περισσότερες ανακοπές με χωριστά δικόγραφα, με επιμέλεια της γραμματείας προσδιορίζονται και εκδικάζονται όλες υποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο. Πρόσθετοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από το οποίο συντάσσεται έκθεση, και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση. Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεσή της και η κλήτευση του καθ’ ου η ανακοπή γίνεται είκοσι (20) ημέρες πριν από τη συζήτηση. Αρμόδιο κατά τόπο είναι το δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης, εφόσον μετά την επίδοση της επιταγής ακολούθησαν και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, αλλιώς αρμόδιο είναι το δικαστήριο του άρθρου 584.  Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, οι αντιρρήσεις είναι απαράδεκτες στην έκταση που ισχύει το δεδικασμένο σύμφωνα, με τα άρθρα 330 και 633 παράγραφος 2 εδάφιο γ΄, αντίστοιχα. Οι ισχυρισμοί που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης πρέπει να αποδεικνύονται μόνο με έγγραφα ή με δικαστική ομολογία. Η απόφαση επί της ανακοπής εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από τη συζήτησή της.

β) κατά το άρθρο 1000 του ΚΠολΔ, παρέχεται η δυνατότητα στον οφειλέτη, να ζητήσει την αναστολή του πλειστηριασμού εις βάρος του. Ειδικότερα, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, η οποία κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, το δικαστήριο του άρθρου 933, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού έως έξι (6) μήνες από την αρχική ημέρα του πλειστηριασμού, αν δεν υπάρχει κίνδυνος βλάβης του επισπεύδοντος και εφόσον προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφειλέτης θα ικανοποιήσει μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα τον επισπεύδοντα ή ότι, αν περάσει το χρονικό αυτό διάστημα, θα επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα. Η απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά έως τις 12:00΄ το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού και η αναστολή χορηγείται πάντοτε υπό τον όρο της καταβολής: α) των τυχόν εξόδων επίσπευσης του πλειστηριασμού, τα οποία καθορίζονται κατά προσέγγιση στην απόφαση και β) του ενός τετάρτου τουλάχιστον του οφειλόμενου κεφαλαίου στον επισπεύδοντα. Η απόφαση με την οποία αναστέλλεται ο πλειστηριασμός γνωστοποιείται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού αυθημερόν με την έκδοσή της. Η καταβολή γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την 10.00 πρωινή της ημέρας διεξαγωγής του πλειστηριασμού και αν αυτή δεν γίνει ο πλειστηριασμός διεξάγεται κανονικά.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση ισπανικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ισπανία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Γενικά, ως εκτέλεση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις νοείται η περίπτωση στην οποία, λόγω μη εκούσιας συμμόρφωσης του εναγομένου με εκτελεστή απόφαση (όπως τελεσίδικη απόφαση), ο ενάγων πρέπει να διεκδικήσει δικαστικά την εκτέλεση, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με την απόφαση. Επομένως, προκειμένου να εισπραχθεί οφειλή την οποία ο εναγόμενος έχει διαταχθεί να πληρώσει, αλλά παραλείπει να το κάνει, ο ενάγων (πιστωτής) ζητά δικαστικά την εκτέλεση και εισπράττει την οφειλή, π.χ. μέσω της κατάσχεσης των τρεχόντων λογαριασμών ή περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη τα οποία, μετά τον πλειστηριασμό τους, παρέχουν τη δυνατότητα καταβολής του οφειλόμενου ποσού στον πιστωτή από το πλειστηρίασμα.

Η εκτέλεση των αποφάσεων συνιστά μέρος της εφαρμογής της επιταγής του ισπανικού Συντάγματος του 1978 που αναθέτει στους δικαστές και τα δικαστήρια το καθήκον να εκδίδουν αποφάσεις και να μεριμνούν για την εκτέλεσή τους (άρθρα 117 και 118 του Συντάγματος). Ως εκ τούτου, οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις και τις λοιπές διατάξεις των δικαστηρίων, καθώς και να παρέχουν την απαιτούμενη συνεργασία για την εκτέλεση όσων έχουν αποφασιστεί. Απόκειται στο δικαστήριο να διασφαλίζει ότι αυτές οι απαιτήσεις εκπληρώνονται κατάλληλα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης σημαίνει συμμόρφωση με όσα διέταξε το δικαστήριο, δηλαδή εφαρμογή του δικαιώματος που αναγνωρίστηκε ή επιδικάστηκε υπέρ του διαδίκου που κέρδισε την αντιδικία. Αυτό μπορεί να έχει τη μορφή της απαίτησης του ενάγοντα (εφεξής ο «επισπεύδων την εκτέλεση») για την καταβολή χρηματικού ποσού, του δικαιώματος να εξαναγκαστεί ο εναγόμενος σε πράξη ή παράλειψη, για παράδειγμα την ανέγερση κτίσματος, ή της άσκησης αναγνωρισμένου δικαιώματος μέσω της εγγραφής στο σχετικό δημόσιο μητρώο, ανάλογα με την απόφαση.

Η εκτέλεση μπορεί να είναι οριστική ή προσωρινή. Στη δεύτερη περίπτωση και υπό ορισμένες συνθήκες, εκτελείται δικαστική απόφαση που δεν είναι ακόμη οριστική προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ζημίας του πιστωτή κατά το ενδιάμεσο διάστημα (δηλαδή για όσο διαρκούν τα διαδικαστικά βήματα της προσφυγής κατά της απόφασης και κατά τη διαδικασία έκδοσης της τελικής απόφασης), εξαιτίας εγγενών καθυστερήσεων στη διαδικασία (άρθρα 524-537 του κώδικα πολιτικής δικονομίας - Ley de Enjuiciamiento Civil)

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Το ισπανικό δίκαιο αναθέτει στους δικαστές και τα δικαστήρια το καθήκον της εκτέλεσης αποφάσεων, σύμφωνα με τους νόμους και τους κανόνες περί δικαιοδοσίας (άρθρο 117 παράγραφος 3 του ισπανικού Συντάγματος).

Σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κώδικα πολιτικής δικονομίας (νόμος 1/2000, 7 Ιανουαρίου 2000, Εφημερίδα της Κυβέρνησης αρ. 7, 8 Ιανουαρίου 2000, όπως τροποποιήθηκε), που ρυθμίζει τη διαδικασία εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις, το δικαστήριο είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση της ορθής διεξαγωγής της διαδικασίας εκτέλεσης (άρθρα 545, 551, 552 και οι αντίστοιχες διατάξεις). Το δικαστήριο κινεί τη διαδικασία, κατόπιν αιτήματος του επισπεύδοντος την εκτέλεση, μέσω της «γενικής παραγγελίας εκτέλεσης» που εκδίδεται, αφού ελεγχθεί ο εκτελεστός τίτλος. Το δικαστήριο εκδίδει επίσης απόφαση αν ο εναγόμενος (εφεξής ο «καθού η εκτέλεση») ασκήσει ανακοπή κατά της εκτέλεσης κινώντας τη συγκεκριμένη διαδικασία ανακοπής που ορίζεται στη συνέχεια.

Οι επιμελητές (Letrados de la Administración de Justicia, προηγουμένως «Secretarios judiciales» – δικαστικοί επιμελητές) είναι υπεύθυνοι για τον καθορισμό και τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων εκτέλεσης (διαταγή πληρωμής, κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του καθού η εκτέλεση, κρατήσεις από τρέχοντες λογαριασμούς, μισθούς, κ.λπ.). Έτσι, μετά την έκδοση της «γενικής παραγγελίας εκτέλεσης» από το δικαστήριο, ο δικαστικός επιμελητής παρακολουθεί την εκτελεστική διαδικασία και λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις, παρά το γεγονός ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να ασκηθεί ανακοπή κατά των αποφάσεων αυτών ενώπιον του δικαστηρίου.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Γενικά, είναι απαραίτητη η ύπαρξη οριστικής απόφασης ή άλλου τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση (σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις μια απόφαση δεν είναι μεν τελεσίδικη, είναι ωστόσο εκτελεστή, π.χ. η προσωρινή εκτέλεση προσβαλλόμενων αποφάσεων, που επιτρέπεται υπό ορισμένες συνθήκες).

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 517 του κώδικα πολιτικής δικονομίας σχετικά με τη διαδικασία εκτέλεσης και τους τίτλους που επιτρέπουν την εκτέλεση, η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να βασίζεται σε εκτελεστό τίτλο. Εκτελεστοί είναι μόνον οι εξής τίτλοι:

  1. Οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις.
  2. Οι αποφάσεις διαιτησίας και οι συμφωνίες διαμεσολάβησης. Οι συμφωνίες διαμεσολάβησης πρέπει να έχουν κυρωθεί με συμβολαιογραφική πράξη σύμφωνα με τον νόμο περί διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (Ley de mediación en asuntos civiles y mercantiles).
  3. Οι δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνονται ή κυρώνονται δικαστικοί συμβιβασμοί και συμφωνίες που συνήφθησαν κατά τη διάρκεια της δίκης, οι οποίες, εάν απαιτείται, συνοδεύονται από τις αντίστοιχες καταθέσεις, προκειμένου να αποδεικνύεται το πραγματικό τους περιεχόμενο.
  4. Επικυρωμένα δημόσια έγγραφα, με την προϋπόθεση να αποτελούν το πρώτο αντίγραφο. Εάν είναι δεύτερα αντίγραφα, πρέπει να εκδίδονται βάσει δικαστικής απόφασης στην οποία μνημονεύεται ο καθού η εκτέλεση ή ο επισπεύδων, ή πρέπει να εκδίδονται με τη σύμφωνη γνώμη όλων των διαδίκων.
  5. Οι πράξεις εμπορικών συμφωνιών που έχουν υπογραφεί από τους συμβαλλομένους και από μεσίτη εμπορικών υποθέσεων, ο οποίος είναι μέλος επαγγελματικού συλλόγου και έχει την εποπτεία της συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι συνοδεύονται από πιστοποιητικό στο οποίο ο εν λόγω μεσίτης πιστοποιεί ότι η συμβολαιογραφική πράξη αντιστοιχεί στις εγγραφές στο μητρώο του, καθώς και την ημερομηνία των εγγραφών.
  6. Τα νομίμως εκδοθέντα ανώνυμα ή ονομαστικά αξιόγραφα που εγχαρτώνουν οφειλές και τα επίσης καταβλητέα τοκομερίδια επί αυτών, με την προϋπόθεση ότι τα τοκομερίδια αντιστοιχούν στις κινητές αξίες και ότι οι αξίες, σε κάθε περίπτωση, αντιστοιχούν στα βιβλιάρια αξιογράφων.
    Τυχόν προσβολή των αξιογράφων ως πλαστών, προβαλλόμενη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αντιστοίχισης των στοιχείων, δεν ανακόπτει την έκδοση της παραγγελίας εκτέλεσης εφόσον τα στοιχεία αντιστοιχούν, με την επιφύλαξη τυχόν ανακοπής εκτέλεσης που μπορεί να ασκήσει μετέπειτα ο οφειλέτης, υποστηρίζοντας ότι οι τίτλοι είναι πλαστοί.
  7. Πιστοποιητικά σε ισχύ, που εκδίδονται από τα αρμόδια για τα μητρώα όργανα, στα οποία αναγράφονται οι σχετικές κινητές αξίες, με τις λογιστικές καταχωρίσεις που προβλέπονται από τον νόμο περί κεφαλαιαγοράς (Ley del Mercado de Valores), υπό την προϋπόθεση ότι συνοδεύονται από αντίγραφο του δημόσιου τίτλου που εγχαρτώνει τις κινητές αξίες ή, κατά περίπτωση, της έκδοσης, όταν η ισχύουσα νομοθεσία απαιτεί τέτοιον τίτλο.
    Η επίσπευση και η εντολή για εκτέλεση δεν επιφέρει λήξη της ισχύος των πιστοποιητικών της προηγούμενης παραγράφου.
  8. Δικαστική απόφαση που καθορίζει το μέγιστο ποσό που μπορεί να επιδικαστεί ως αποζημίωση, η οποία εκδίδεται στις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόμος σε ποινική διαδικασία που κινήθηκε σε σχέση με γεγονότα που καλύπτονται από υποχρεωτική ασφάλιση γενικής αστικής ευθύνης μηχανοκίνητων οχημάτων.
  9. Άλλες προδικαστικές αποφάσεις και έγγραφα τα οποία είναι εκτελεστά σύμφωνα με τον παρόντα ή άλλο νόμο.

3.1 Η διαδικασία

Κατά τα λοιπά, η διαδικασία ορίζεται στα άρθρα 548 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Σημειώνεται ότι ο εκτελεστός τίτλος εκδίδεται μόνον κατόπιν αίτησης ενός εκ των μερών και έχει τη μορφή αίτησης, σύμφωνα με τα ακόλουθα. Μετά την υποβολή της αίτησης εκτέλεσης στο δικαστήριο και εφόσον πληρούνται οι διαδικαστικοί κανόνες και απαιτήσεις, το δικαστήριο εκδίδει τη «γενική παραγγελία εκτέλεσης». Μετά την έκδοση του εν λόγω τίτλου από το δικαστήριο, ο επιμελητής εκδίδει διάταγμα που περιέχει τα κατάλληλα ειδικά μέτρα εκτέλεσης, καθώς και τα μέτρα ανίχνευσης και έρευνας που είναι αναγκαία για τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων του καθού η εκτέλεση και κρίνονται κατάλληλα για τη διαδικασία εκτέλεσης.

Ο τίτλος και το διάταγμα που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς και αντίγραφο της αίτησης εκτέλεσης, κοινοποιούνται ταυτόχρονα στον καθού η εκτέλεση, με την επιφύλαξη της λήψης ορισμένων μέτρων με σκοπό την πρόληψη τυχόν ζημίας του πιστωτή.

Ο καθού η εκτέλεση μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της εκτέλεσης για συγκεκριμένους λόγους, είτε ουσιαστικούς (π.χ. εξόφληση της οφειλής) είτε διαδικαστικούς (π.χ. αν η εκτέλεση παρουσιάζει σφάλματα), σύμφωνα με το άρθρο 556 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Σε αυτή την περίπτωση, κινείται κατ’ αντιμωλία διαδικασία που επιτρέπει την εξέταση αποδεικτικών στοιχείων και ολοκληρώνεται με την έκδοση απόφασης περί διατήρησης του εκτελεστού τίτλου ή ακύρωσής του εν όλω ή εν μέρει. Η εν λόγω απόφαση υπόκειται σε έφεση ενώπιον του αρμόδιου εφετείου (Audiencia Provincial).

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η εκτέλεση πρέπει να ζητηθεί από ένα εκ των ενδιαφερόμενων μερών με την υποβολή αίτησης που περιέχει το σχετικό αίτημα εκτέλεσης. Η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να περιλαμβάνει τον τίτλο στον οποίο βασίζεται η εκτέλεση, να αναφέρει την εκτέλεση που επιδιώκεται από το δικαστήριο, τα περιουσιακά στοιχεία του καθού η εκτέλεση που μπορεί να κατασχεθούν, τα μέτρα ανίχνευσης και έρευνας για τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων του καθού η εκτέλεση, καθώς και τα κατάλληλα στοιχεία του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων επισπεύδεται η εκτέλεση. Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση του επιμελητή ή απόφαση του αρμόδιου για την εκτέλεση δικαστηρίου, η αίτηση εκτέλεσης ζητεί την έκδοση εκτελεστού τίτλου που προσδιορίζει την απόφαση που θα εκτελεστεί (άρθρο 549 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να υποβληθεί με τα έγγραφα στα οποία βασίζεται η εκτέλεση (όπως απαριθμούνται στο άρθρο 550 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Εφόσον η αίτηση εκτέλεσης πληροί τις ανωτέρω απαιτήσεις και ο προβαλλόμενος τίτλος είναι εκτελεστός, το δικαστήριο ή ο επιμελητής εκδίδουν απόφαση με την οποία διατάσσεται η εκτέλεση και καθορίζεται - σε περίπτωση εκτέλεσης χρηματικών απαιτήσεων - το αρχικό ποσό της εκτέλεσης, καθώς και το ποσό που καθορίζεται προσωρινά για τόκους και έξοδα, με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης αναπροσαρμογής του, και πρέπει πάντα να προσδιορίζονται τα εμπλεκόμενα πρόσωπα και τα μέτρα εκτέλεσης.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Σε κάθε περίπτωση και με την επιφύλαξη ορισμένων ακατάσχετων περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στη συνέχεια, τονίζεται ότι τα μέτρα εκτέλεσης πρέπει να είναι αναλογικά προς το ποσό για το οποίο εκδίδεται απόφαση εκτέλεσης και, σε περίπτωση που αυτά είναι υπερβολικά, το δικαστήριο μπορεί να τα μετριάσει ή να τα περιορίσει. Επιπλέον, εφόσον δεν επαρκούν, ο επισπεύδων την εκτέλεση μπορεί να ζητήσει τη συμπλήρωσή τους με διεύρυνση ή αύξηση των μέτρων που λήφθηκαν. Όταν ο επισπεύδων την εκτέλεση δεν γνωρίζει ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στον οφειλέτη, μπορεί να ζητηθεί από το δικαστήριο - είτε απευθείας από αυτό, είτε με την υποβολή αιτήματος στις αρμόδιες αρχές - η πραγματοποίηση έρευνας από τον επιμελητή. Ωστόσο, υπάρχει μια σειρά κλιμάκων και περιορισμών στις κατασχέσεις και τις δεσμεύσεις μισθών και αμοιβών που απαριθμούνται παρακάτω. Η εκτέλεση που προκύπτει από εντολή πληρωμής διατροφής (όπως καθορίζεται είτε σε αγωγή διατροφής μεταξύ συγγενών είτε σε αγωγή διατροφής τέκνου) αποτελεί εξαίρεση, καθώς στις εν λόγω περιπτώσεις η εκτέλεση δεν υπόκειται στις νόμιμες κλίμακες. Αντίθετα, το δικαστήριο καθορίζει το κατασχέσιμο ποσό (άρθρο 608 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Όσον αφορά τα ακατάσχετα περιουσιακά στοιχεία, τα άρθρα 605 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζουν τα εξής (οι αναφορές σε «δικαστικό επιμελητή» νοούνται ως αναφορές στον επιμελητή):

Άρθρο 605 Απολύτως ακατάσχετα περιουσιακά στοιχεία.

Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται η κατάσχεση των παρακάτω περιουσιακών στοιχείων:

1. Περιουσιακά στοιχεία που έχουν κηρυχθεί αναπαλλοτρίωτα.

2. Παρεπόμενα δικαιώματα που δεν επιδέχονται απαλλοτρίωση χωριστά από το κύριο δικαίωμα.

3. Περιουσιακά στοιχεία που, από μόνα τους, δεν έχουν καμία αξία.

4. Περιουσιακά στοιχεία που κηρύσσονται ακατάσχετα από οποιαδήποτε διάταξη νόμου.

Άρθρο 606 Ακατάσχετα περιουσιακά στοιχεία του καθού η εκτέλεση.

Τα παρακάτω αντικείμενα είναι επίσης ακατάσχετα:

1. Έπιπλα και είδη οικιακής χρήσης, καθώς και είδη ρουχισμού του καθού η εκτέλεση και της οικογένειάς του, τα οποία δεν μπορεί να θεωρηθούν πλεονάζοντα. Γενικά, αντικείμενα όπως τρόφιμα, καύσιμα κ.ά. που, κατά τη γνώμη του δικαστηρίου, είναι αναγκαία, προκειμένου ο καθού η εκτέλεση και οι εξαρτώμενοι από αυτόν να μπορούν να ζήσουν με εύλογη αξιοπρέπεια.

2. Βιβλία και εργαλεία που είναι αναγκαία προκειμένου ο καθού η εκτέλεση να ασκεί το επάγγελμα ή την τέχνη του, όταν η αξία τους δεν είναι ανάλογη με το ποσό της ζητούμενης οφειλής.

3. Ιερά αντικείμενα και είδη που χρησιμοποιούνται κατά τη λατρεία αναγνωρισμένης θρησκείας.

4. Ποσά που κηρύσσονται ρητά από τον νόμο ως ακατάσχετα.

5. Περιουσιακά στοιχεία και ποσά τα οποία κηρύσσονται ακατάσχετα από διεθνείς συνθήκες που έχει κυρώσει η Ισπανία.

Άρθρο 607 Κατάσχεση μισθών και συντάξεων

1. Μισθοί, ημερομίσθια, αμοιβές, συντάξεις και παρόμοιες αποδοχές που δεν υπερβαίνουν το ύψος του κατώτατου μισθού είναι ακατάσχετα.

2. Μισθοί, ημερομίσθια, αμοιβές ή συντάξεις που υπερβαίνουν τον κατώτατο μισθό υπόκεινται σε κατάσχεση σύμφωνα με την εξής κλίμακα:

1. Για το πλεονάζον ποσό, έως το διπλάσιο του κατώτατου μισθού, κατά 30 %.

2. Για το πλεονάζον ποσό, έως το τριπλάσιο του κατώτατου μισθού, κατά 50 %.

3. Για το πλεονάζον ποσό, έως το τετραπλάσιο του κατώτατου μισθού, κατά 60 %.

4. Για το πλεονάζον ποσό, έως το πενταπλάσιο του κατώτατου μισθού, κατά 75 %.

5. Για κάθε ποσό που υπερβαίνει το ανωτέρω, κατά 90 %.

3. Εάν ο καθού η εκτέλεση εισπράττει περισσότερους μισθούς ή ημερομίσθια, τούτα αθροίζονται και το ακατάσχετο μέρος αφαιρείται μόνο μία φορά. Μισθοί, ημερομίσθια, συντάξεις, αμοιβές και παρόμοιες αποδοχές των συζύγων αθροίζονται επίσης, εκτός εάν ισχύει η περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων, η οποία πρέπει να αποδεικνύεται στον δικαστικό επιμελητή.

4. Εάν ο καθού η εκτέλεση έχει εξαρτώμενα πρόσωπα, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να μειώσει κατά 10-15 % τα ποσοστά που προβλέπονται στα σημεία 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

5. Εάν οι μισθοί, τα ημερομίσθια, οι συντάξεις ή οι αμοιβές βαρύνονται με μόνιμες ή προσωρινές μειώσεις δημόσιου χαρακτήρα, σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία ή τη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης, ως βάση για τον υπολογισμό του προς κατάσχεση ποσού λαμβάνεται το καθαρό ποσό που εισέπραξε ο καθού η εκτέλεση, μετά από τις εν λόγω μειώσεις.

6. Οι ως άνω παράγραφοι του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης στα εισοδήματα από μη μισθωτές επαγγελματικές και εμπορικές δραστηριότητες.

7. Τα ποσά που κατάσχονται σύμφωνα με την παρούσα διάταξη μπορεί να μεταφέρονται απευθείας στον επισπεύδοντα την εκτέλεση, σε λογαριασμό που έχει υποδείξει ο ίδιος, κατόπιν έγκρισης του αρμόδιου για την εκτέλεση δικαστικού επιμελητή.

Σε αυτή την περίπτωση, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διενεργεί την κατάσχεση και την ακόλουθη μεταβίβαση, καθώς και ο επισπεύδων την εκτέλεση, υποχρεούνται να γνωστοποιούν στον δικαστικό επιμελητή, ανά τρίμηνο, τα ποσά που αποστέλλονται και λαμβάνονται, αντιστοίχως, εξαιρουμένων τυχόν αξιώσεων που προβάλλει ο καθού η εκτέλεση, επειδή θεωρεί ότι η οφειλή έχει εξοφληθεί ολοσχερώς, με αποτέλεσμα την ακύρωση της κατάσχεσης, ή επειδή οι κατασχέσεις και οι μεταβιβάσεις δεν διεξήχθησαν προσηκόντως από τον δικαστικό επιμελητή.

Η διαταγή του δικαστικού επιμελητή με την οποία επιτρέπεται η απευθείας μεταφορά μπορεί να προσβληθεί με απευθείας προσφυγή αναθεώρησης ενώπιον του δικαστηρίου.

Σύμφωνα με το βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 8/2011, της 1ης Ιουλίου 2011, σχετικά με τα μέτρα στήριξης προς τους ενυπόθηκους οφειλέτες, το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 7 Ιουλίου 2011, παρέχονται ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Το άρθρο 1 του εν λόγω βασιλικού νομοθετικού διατάγματος ορίζει τα εξής:

Άρθρο 1 Ακατάσχετα ελάχιστα οικογενειακά εισοδήματα.

«Σε περίπτωση που, σύμφωνα με το άρθρο 129 του νόμου περί υποθηκών, η τιμή πώλησης της υποθηκευμένης πρώτης κατοικίας δεν επαρκεί για την πληρωμή του σχετικού δανείου, κατά την επακόλουθη αναγκαστική εκτέλεση για την εν λόγω οφειλή, το ακατάσχετο ποσό που ορίζεται στο άρθρο 607 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας αυξάνεται κατά 50% και κατά επιπλέον 30% του κατώτατου μισθού για κάθε μέλος του οικογενειακού πυρήνα που δεν διαθέτει ίδιο τακτικό εισόδημα ή μισθό ή σύνταξη μεγαλύτερα του κατώτατου μισθού. Για τον σκοπό αυτό, ως οικογενειακός πυρήνας νοείται ο/η σύζυγος ή σύντροφος, οι ανιόντες και οι κατιόντες πρώτου βαθμού που συνοικούν με τον καθού η εκτέλεση.

Οι μισθοί, ημερομίσθια, αμοιβές ή συντάξεις που υπερβαίνουν τον κατώτατο μισθό και, κατά περίπτωση, τα ποσά που προκύπτουν από την εφαρμογή του κανόνα για την προστασία του οικογενειακού πυρήνα σύμφωνα με το προηγούμενο σημείο, υπόκεινται σε κατάσχεση σύμφωνα με την κλίμακα του άρθρου 607 παράγραφος 2 του νόμου».

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Στην περίπτωση των ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που επιδέχονται καταχώριση σε μητρώα, το δικαστήριο, κατόπιν αιτήσεως του επισπεύδοντος την εκτέλεση, διατάσσει την εγγραφή συντηρητικής κατάσχεσης στο αντίστοιχο δημόσιο μητρώο (συνήθως στο υποθηκοφυλακείο, το οποίο είναι το μητρώο για τα ακίνητα), προκειμένου να εξασφαλιστεί η μεταγενέστερη εκτέλεση.

Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί να γίνουν δεκτοί οι ακόλουθοι τύποι μέτρων:

  • Μετρητά: μεσεγγύηση.
  • Τρέχοντες λογαριασμοί: εντολή δέσμευσης προς το τραπεζικό ίδρυμα.
  • Μισθοί: κατάσχεση εις χείρας του πληρωτή.
  • Τόκοι, πρόσοδοι και καρποί: παρακράτηση από τον πληρωτή, δικαστική διαχείριση ή καταβολή προς το δικαστήριο.
  • Κινητές αξίες και χρηματοοικονομικά μέσα: παρακράτηση τόκων στην πηγή, κοινοποίηση στην κεφαλαιαγορά ή στον ρυθμιστικό φορέα της δευτερογενούς αγοράς (εφόσον οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε δημόσια κεφαλαιαγορά) και κοινοποίηση προς την εκδότρια εταιρία.
  • Άλλα κινητά αγαθά: μεσεγγύηση.

Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλιστεί η διεξαγωγή της εκτέλεσης, κάθε φυσικό και, δημόσιο ή ιδιωτικό, νομικό πρόσωπο υποχρεούται να συνεργάζεται στην εφαρμογή των μέτρων εκτέλεσης (με προειδοποίηση ότι μπορεί να του επιβληθεί πρόστιμο ή και να καταδικαστεί για απείθεια προς το δικαστήριο σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί με τη σχετική απαίτηση). Αυτό σημαίνει ότι όλοι πρέπει να παρέχουν τις πληροφορίες που τους ζητούνται ή να εφαρμόζουν τα σχετικά εγγυητικά μέτρα και να παρέχουν στο δικαστήριο όλα τα έγγραφα και τα στοιχεία που έχουν στην κατοχή τους, χωρίς περιορισμούς, εκτός από εκείνους που απορρέουν από την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων ή από τα όρια που προβλέπονται ρητά από το νόμο σε ορισμένες περιπτώσεις.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα εκτέλεσης δεν έχουν καθορισμένη διάρκεια παραμένουν σε ισχύ έως την ολοκλήρωση της εκτέλεσης. Όσον αφορά τα εν λόγω μέτρα, ο επισπεύδων την εκτέλεση πρέπει να ζητά την εκτέλεση σε κάθε περίπτωση. Για παράδειγμα, σε περίπτωση κατάσχεσης κινητής ή ακίνητης περιουσίας, ζητείται πλειστηριασμός. Η απαίτηση του επισπεύδοντος την εκτέλεση ικανοποιείται από το πλειστηρίασμα. Σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. όταν η απόφαση αφορά την παράδοση ακινήτου στον επισπεύδοντα την εκτέλεση (όπως είναι η έξωση σε περίπτωση μη καταβολής μισθώματος), τα μέτρα εκτέλεσης περιλαμβάνουν την επιστροφή της κατοχής του ακινήτου στον επισπεύδοντα την εκτέλεση, μετά την έξωση του μισθωτή που παραβίασε το συμβόλαιο.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Δεν είναι δυνατή η άσκηση έφεσης κατά της διαταγής εκτέλεσης. Σε αυτήν την περίπτωση, ο καθού η εκτέλεση μπορεί να ασκήσει ανακοπή μετά την κοινοποίηση της εκτέλεσης, οπότε δικάζεται η προαναφερθείσα ανακοπή. Η ανακοπή μπορεί να στηρίζεται σε ουσιαστικούς λόγους ή τυπικά ελαττώματα. Οι εν λόγω λόγοι ανακοπής διαφέρουν ανάλογα με τον εκτελεστό τίτλο (όπως προβλέπεται στα άρθρα 556 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας, διαφέρουν ανάλογα με το αν πρόκειται για δικονομική απόφαση του δικαστηρίου ή του επιμελητή, απόφαση διαιτησίας ή συμφωνία διαμεσολάβησης τίτλους ανώτατης ποινής που εκδίδονται σε ποινικές διαδικασίες για τροχαία ατυχήματα τίτλους που αναφέρονται στα σημεία 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 517 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, καθώς και άλλους εκτελεστούς τίτλους που αναφέρονται στο σημείο 9 του άρθρου 517 παράγραφος 2. Οι ανακοπές που βασίζονται σε υπερβολική απαίτηση και οι ανακοπές που βασίζονται σε τυπικά ελαττώματα διέπονται από τα άρθρα 558 και 559 αντίστοιχα του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Σημειώνεται ότι το δικαστήριο μπορεί να έχει εγείρει προηγουμένως αυτεπάγγελτα ορισμένους από τους λόγους αυτούς (εάν το δικαστήριο κρίνει ότι κάποια από τις ρήτρες που περιλαμβάνονται σε εκτελεστό τίτλο, ο οποίος συνίσταται σε επικυρωμένα δημόσια έγγραφα, πράξεις ή πιστοποιητικά ενδέχεται να είναι καταχρηστική, είναι υποχρεωμένο να ενεργήσει αυτεπάγγελτα αφού ακούσει αμφότερα τα μέρη επί του θέματος και να εκδώσει απόφαση). Τα μέρη μπορούν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου επί του λόγου ανακοπής. Η έφεση εκδικάζεται από το αρμόδιο εφετείο (Audiencia Provincial).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Επομένως, μέτρο εκτέλεσης που βασίζεται σε δικαστική απόφαση, απόφαση του επιμελητή για την έγκριση δικαστικού συμβιβασμού ή συμφωνίας που συνήφθη κατά τη διάρκεια της δίκης ή σε διαιτητική απόφαση ή συμφωνία διαμεσολάβησης, παύει να ισχύει εάν η αντίστοιχη αίτηση εκτέλεσης δεν κατατεθεί εντός πέντε ετών από τον χρόνο κατά τον οποίο η εκάστοτε απόφαση κατέστη τελεσίδικη (άρθρο 518 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Υπάρχει επίσης περίοδος αναμονής πριν από την έναρξη διαδικασίας εκτέλεσης δικονομικών αποφάσεων (από το δικαστήριο ή τον επιμελητή) ή αποφάσεων διαιτησίας ή συμφωνιών διαμεσολάβησης. Σκοπός της περιόδου αυτής είναι να δοθεί στον εναγόμενο χρόνος να συμμορφωθεί εκουσίως με την απόφαση και ο νικήσας διάδικος δεν απαιτείται να αιτηθεί εκτέλεση. Αντίστοιχα, δεν διατάσσεται εκτέλεση δικονομικών ή διαιτητικών αποφάσεων ή συμφωνιών διαμεσολάβησης εντός είκοσι ημερών από την ημέρα κατά την οποία η καταδικαστική απόφαση καθίσταται τελεσίδικη ή από την ημέρα κατά την οποία η απόφαση για την έγκριση ή την υπογραφή της συμφωνίας κοινοποιείται στον καθού η εκτέλεση (άρθρο 548 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Σκοπός της περιόδου αναμονής είναι η ενθάρρυνση της εκούσιας συμμόρφωσης του εναγομένου.

Όπως εξηγείται ανωτέρω στο σημείο 4.1, για την προστασία του οφειλέτη, ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ορισμένα περιουσιακά στοιχεία ως ακατάσχετα και θέτει αναλογικά ποσοτικά όρια στις κατασχέσεις μισθών, ημερομισθίων, αμοιβών και συντάξεων.

Στους πλειστηριασμούς ακινήτων, η εκποίηση προς τον πλειοδότη πρέπει να γίνεται για τα ελάχιστα ποσά, κατ’ αναλογία προς την αξία αποτίμησης του περιουσιακού στοιχείου ή του ποσού της οφειλής. Αυτά τα όρια για την προστασία του οφειλέτη είναι υψηλότερα, εάν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι η πρώτη κατοικία του οφειλέτη (άρθρα 670 και 671 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Ο κώδικας πολιτικής δικονομίας ορίζει επίσης ότι, κατά γενικό κανόνα, δεν επιτρέπεται αναγκαστική εκτέλεση τόκων επί του αρχικού οφειλόμενου ποσού και διαδικαστικών εξόδων, για ποσό που υπερβαίνει το 30 % του αρχικού κεφαλαίου (άρθρο 575 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Σε περίπτωση που επισπεύδεται εκτέλεση κατά πρώτης κατοικίας, τα απαιτητά από τον καθού η εκτέλεση έξοδα δεν μπορεί να υπερβαίνουν το 5 % του ποσού που αφορά η αίτηση εκτέλεσης (άρθρο 575 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Στις κατασχέσεις ενυπόθηκων ακινήτων, και για οφειλέτες των οποίων η κοινωνική και οικονομική κατάσταση είναι ιδιαίτερα ευάλωτη, η έξωση από την πρώτη κατοικία αναβάλλεται (άρθρο 441 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 57 του πτωχευτικού κώδικα (Ley Concursal), μεμονωμένες παραγγελίες προς εκτέλεση δεν εκτελούνται κατά οφειλετών που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση, δεδομένου ότι το πτωχευτικό δικαστήριο έχει αποκλειστική αρμοδιότητα ως προς την αναγκαστική εκτέλεση κατά του πτωχού. Σκοπός αυτού είναι να αποφευχθεί η προνομιακή μεταχείριση ορισμένων πιστωτών έναντι άλλων.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 18/08/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Γαλλία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η εκτέλεση (όρος που αναφέρεται στην αναγκαστική εκτέλεση, καθώς για την εκούσια εκτέλεση από τον οφειλέτη των υποχρεώσεών του δεν απαιτείται η κίνηση διαδικασίας) καλύπτει όλες τις διαδικασίες που τον εξαναγκασμό του δανειστή, μέσω εκτελεστού τίτλου, στην εκτέλεση των υποχρεώσεών του. Οι εκτελεστοί τίτλοι είναι κυρίως οι δικαστικές αποφάσεις (εθνικές ή αλλοδαπές) και οι συμβολαιογραφικές πράξεις που έχουν περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο (βλ. σημείο 2 κατωτέρω). Οι τίτλοι αυτοί επιτρέπουν, σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο, την επιβολή τριών ειδών υποχρεώσεων στον οφειλέτη: υποχρέωση πληρωμής, υποχρέωση πράξης ή παράλειψης και τέλος υποχρέωση παράδοσης ή απόδοσης.

Το δίκαιο της εκτέλεσης αφορά μόνο την περιουσία του οφειλέτη. Δεν επιτρέπεται εκτέλεση επί προσώπου. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι δεν επιτρέπεται η φυλάκιση των οφειλετών απλώς και μόνο επειδή δεν εξοφλούν τα χρέη τους. Ωστόσο, η άρνηση εκπλήρωσης ορισμένων υποχρεώσεων (υποχρεώσεων διατροφής) αποτελεί αδίκημα που διώκεται ποινικά και επισύρει ποινή φυλάκισης. Το ίδιο ισχύει για τη μεθόδευση δόλιας χρεοκοπίας από τον οφειλέτη.

Οι υποχρεώσεις πληρωμής εκτελούνται με την κατάσχεση χρηματικών ποσών, κινητών πραγμάτων ή ακινήτων που ανήκουν στον οφειλέτη. Αν η κατάσχεση αφορά χρηματικό ποσό, το ποσό που κατάσχεται αποδίδεται στον δανειστή (π.χ. κατάσχεση τραπεζικού λογαριασμού). Αν η κατάσχεση αφορά κινητό ή ακίνητο του οφειλέτη, συνεχίζεται με τον αναγκαστικό εκπλειστηριασμό του πράγματος και την απόδοση του εκπλειστηριάσματος στον δανειστή μέχρι το ύψος της απαίτησής του.

Οι υποχρεώσεις παράδοσης ή απόδοσης διαφέρουν ανάλογα με τη φύση του περιουσιακού στοιχείου. Στην περίπτωση των κινητών πραγμάτων, αυτά κατάσχονται και στη συνέχεια αποδίδονται στον νόμιμο κύριό τους. Στην περίπτωση των ακινήτων, η απόδοση της νομής του ακινήτου στον κύριο διενεργείται μέσω της αποβολής του κατόχου του απ’ αυτό.

Καθώς απαγορεύεται ο φυσικός εξαναγκασμός ενός προσώπου στην εκτέλεση υποχρέωσης που συνίσταται σε πράξη ή παράλειψη, ο οφειλέτης ενθαρρύνεται να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του με την επιβολή, από το δικαστήριο, της υποχρέωσης περιοδικής καταβολής χρηματικής ποινής. Το ύψος της χρηματικής ποινής είναι το χρηματικό ποσό που θα κληθεί να καταβάλει ο οφειλέτης αν δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Το εν λόγω ποσό υπολογίζεται κατ’ αναλογία προς τον χρόνο μη εκπλήρωσης (για τις υποχρεώσεις προς πράξη) ή προς τον αριθμό παραβιάσεων της υποχρέωσης προς παράλειψη. Στον βαθμό που οι υποχρεώσεις προς πληρωμή, προς παράδοση ή προς απόδοση ερμηνεύονται και ως υποχρεώσεις προς πράξη, μπορούν επίσης να συνδυαστούν με την υποχρέωση καταβολής χρηματικής ποινής, επιπλέον άλλων μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι μόνο οι υποχρεώσεις που απορρέουν από εκτελεστό τίτλο μπορούν, καταρχήν, να αποτελέσουν αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Για τη διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι αποκλειστικά αρμόδιοι οι δικαστικοί επιμελητές. Πρόκειται για δημόσιους λειτουργούς. Γι’ αυτόν τον λόγο, διορίζονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, που επιβεβαιώνει ότι ασκούν τα καθήκοντά τους με σεβασμό αυστηρών δεοντολογικών κανόνων. Οι υπηρεσίες τους πληρώνονται (βλ. σημείο 3 κατωτέρω). Ο δανειστής προκαταβάλλει το κόστος των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, που στη συνέχεια μετακυλίεται στον οφειλέτη.

Όταν πρέπει να επιληφθεί δικαστής, αρμόδιος είναι καταρχήν ο δικαστής εκτέλεσης, ο οποίος είναι ειδικός δικαστής του πρωτοδικείου.

Τέλος, ενώ τα συντηρητικά μέτρα εγκρίνονται καταρχήν από τον δικαστή εκτέλεσης, μπορούν επίσης, κατ’ εξαίρεση, να εγκριθούν από τον πρόεδρο του εμποροδικείου, εφόσον αποσκοπούν στην εξασφάλιση απαίτησης που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εμποροδικείου.

Δεν απαιτείται δικηγόρος ώστε να ανατεθεί εντολή σε δικαστικό επίτροπο (προηγουμένως δικαστικό επιμελητή) να ενεργήσει πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης.

Η παράσταση δικηγόρου είναι υποχρεωτική καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας κατάσχεσης ακινήτων. Κατ’ εξαίρεση, ο οφειλέτης μπορεί, χωρίς δικηγόρο, να ζητήσει άδεια από τον δικαστή εκτέλεσης ώστε να προβεί σε ιδιωτική πώληση του ακινήτου του.

Στις υπόλοιπες διαδικασίες, η εκπροσώπηση από δικηγόρο είναι καταρχήν υποχρεωτική, εκτός εάν το αμφισβητούμενο μέτρο εκτέλεσης αφορά απαίτηση μικρότερη των 10.000 ευρώ. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι διάδικοι μπορούν να παρίστανται αυτοπροσώπως ή να επικουρούνται ή να εκπροσωπούνται από δικηγόρο, τον/τη σύζυγό τους, τον/την σύνοικο, το πρόσωπο με το οποίο έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, τους γονείς ή συγγενείς τους σε ευθεία γραμμή, τους γονείς τους ή τους συγγενείς έως και τρίτου βαθμού σε πλάγια γραμμή και τα πρόσωπα τα οποία απασχολούνται αποκλειστικά στην προσωπική τους υπηρεσία ή στην επιχείρησή τους.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Ο κατάλογος των εκτελεστών τίτλων που αναγνωρίζονται στη Γαλλία παρατίθεται στο άρθρο L. 111-3 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις. Είναι οι ακόλουθοι:

  • Οι αποφάσεις πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων όταν είναι εκτελεστές, καθώς και οι συμβάσεις τις οποίες το δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ως εκτελεστούς τίτλους·
  • Οι αλλοδαπές πράξεις και δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι διαιτητικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί εκτελεστές με απόφαση κατά της οποίας δεν χωρεί προσφυγή με ανασταλτικό της εκτέλεσης αποτέλεσμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου·
  • Οι αποφάσεις του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας·
  • Αποσπάσματα πρακτικών συμβιβασμού, υπογεγραμμένα από τον δικαστή και τους διαδίκους·
  • Οι συμβολαιογραφικές πράξεις οι οποίες έχουν περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο
  • Οι συμφωνίες με τις οποίες οι σύζυγοι συναινούν στο διαζύγιό τους με ιδιωτικό συμφωνητικό που προσυπογράφεται από δικηγόρους και κατατίθεται στο αρχείο του συμβολαιογράφου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 229-1 του γαλλικού Αστικού Κώδικα
  • Οι τίτλοι που εκδίδονται από δικαστικό επιμελητή σε περίπτωση μη εξόφλησης επιταγής ή σε περίπτωση συμφωνίας μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη, υπό τους όρους του άρθρου L. 125-1 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις·
  • Οι τίτλοι που εκδίδονται από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως εκτελεστοί τίτλοι από τον νόμο, καθώς και οι αποφάσεις οι οποίες σύμφωνα με τον νόμο παράγουν αποτελέσματα ίδια με εκείνα δικαστικής απόφασης·
  • Οι συναλλαγές και οι πράξεις που αποτυπώνουν συμφωνία που προκύπτει από διαμεσολάβηση, συμβιβασμό ή συμμετοχική διαδικασία, εφόσον προσυπογράφονται από τους δικηγόρους καθενός από τους διαδίκους και επικυρώνονται από τη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου.

Οι αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων είναι εκτελεστές και, ως εκ τούτου, μπορούν να επιτρέπουν τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον δεν υπόκεινται σε προσφυγή με ανασταλτικό της εκτέλεσης αποτέλεσμα, δηλαδή έφεση ή ανακοπή, εφόσον η προσωρινή εκτέλεση επιβάλλεται από τον νόμο (γεγονός που καταρχήν ισχύει για τις πρωτοβάθμιες αποφάσεις) ή έχει διαταχθεί ειδικά. Οι αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων είναι εκτελεστές ακόμη και αν υπόκεινται σε ένδικα μέσα.

Επιτρεπόμενα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης:

Μόλις ο ενδιαφερόμενος αποκτήσει εκτελεστό τίτλο, μπορεί, καταρχήν, να λάβει κάθε μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης που προβλέπεται στον κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις, χωρίς την προηγούμενη έγκριση του δικαστή. Κατ’ εξαίρεση, δύο διαδικασίες εκτέλεσης μπορούν να κινηθούν μόνο με προηγούμενη άδεια του δικαστή:

  • η κατάσχεση αποδοχών, που εγκρίνεται από τον δικαστή εκτέλεσης του τόπου κατοικίας του οφειλέτη ή του τρίτου στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση, εάν ο οφειλέτης κατοικεί στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής·
  • η κατάσχεση ακινήτου, που διενεργείται ενώπιον του δικαστή εκτέλεσης του τόπου όπου βρίσκεται το ακίνητο.

Επιπλέον, για κάθε κατάσχεση κινητών πραγμάτων με σκοπό την ανάκτηση απαίτησης ποσού κάτω των 535 ευρώ σε τόπο κατοικίας πρέπει επίσης να έχει ληφθεί η προηγούμενη άδεια του δικαστή εκτέλεσης.

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης που προβλέπονται στον κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις ποικίλλουν και διαφέρουν ανάλογα με τη φύση του περιουσιακού στοιχείου (ακίνητο, ενσώματο κινητό, χρήματα, βλ. κατωτέρω 4.2). Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να περιορίζονται στις αναγκαίες για την είσπραξη της απαίτησης ενέργειες και δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση κατά την επιλογή των σχετικών μέτρων.

Κατά παρέκκλιση από την αρχή ότι μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να ληφθούν μόνο βάσει εκτελεστού τίτλου, μπορούν να λαμβάνονται συντηρητικά μέτρα πριν από την έκδοση εκτελεστού τίτλου. Επιτρέπουν στον δανειστή να διασφαλίσει τα δικαιώματά του εν αναμονή του εκτελεστού τίτλου.

Τα συντηρητικά μέτρα είναι η συντηρητική κατάσχεση και η δικαστική ασφάλεια (sûreté judiciaire). Εγκρίνονται από τον δικαστή αν η απαίτηση του αιτούντος κριθεί καταρχήν βάσιμη και αυτός αιτιολογήσει περιστάσεις που μπορούν να απειλήσουν την είσπραξή της. Δεν απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του δικαστή εφόσον έχει εκδοθεί υπέρ του δανειστή απόφαση η οποία δεν είναι ακόμα εκτελεστή. Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα που λαμβάνονται υπό τις συνθήκες αυτές παύουν αν ο δικαστικός επιμελητής δεν ενημερώσει χωρίς καθυστέρηση τον οφειλέτη και αν ο δανειστής δεν ασκήσει αγωγή για την ουσία της υπόθεσης, επιδιώκοντας την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία θα αναγνωρίζεται η απαίτησή του.

Χρόνος κατά τον οποίο μπορούν να εκτελεστούν τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης:

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εκτελούνται μόνο από τις 6 π.μ. έως τις 9 μ.μ. Απαγορεύεται η ενέργειά τους τις Κυριακές και τις αργίες εκτός αν αυτή έχει εγκριθεί εκ των προτέρων από τον δικαστή εκτέλεσης.

Κόστος μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης:

Οι υπηρεσίες του δικαστικού επιτρόπου είναι αμειβόμενες. Ο δανειστής προκαταβάλλει το κόστος των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, που στη συνέχεια μετακυλίεται στον οφειλέτη, επιπλέον της οφειλής του. Ωστόσο, ο δανειστής βαρύνεται πάντα με μέρος των εν λόγω εξόδων.

Η αμοιβή του δικαστικού επιμελητή διέπεται από το διάταγμα αριθ. 2016-230, της 26ης Φεβρουαρίου 2016, και από διάταγμα της 26ης Φεβρουαρίου 2016, το οποίο καθορίζει το οφειλόμενο ποσό για κάθε πράξη εκτέλεσης. Η εν λόγω αμοιβή αποτελείται ιδίως από τα ακόλουθα:

  • για κάθε πράξη, κατ’ αποκοπή πάγια αμοιβή που ορίζεται από το δεύτερο ως άνω διάταγμα· ανάλογα με το ύψος της απαίτησης, η εν λόγω πάγια αμοιβή πολλαπλασιάζεται επί 0,5 (απαίτηση μικρότερη ή ίση με 128 ευρώ), επί 1 (απαίτηση ύψους άνω των 128 ευρώ και έως 1.280 ευρώ ) ή επί 2 (απαίτηση ύψους άνω των 1.280 ευρώ)
  • τέλος λήψης καταδιωκτικών μέτρων, που εισπράττεται μία μόνο φορά ανά εκτελεστό τίτλο ανέρχεται σε 4,29 ευρώ εφόσον η απαίτηση είναι μικρότερη από 76 ευρώ· αν η απαίτηση είναι μεγαλύτερη από το εν λόγω ποσό, το τέλος αυτό είναι αναλογικό προς το ποσό της απαίτησης με ανώτατο όριο τα 268,13 ευρώ·
  • τέλος ανάκτησης και είσπραξης· πρόκειται για φθίνον αναλογικό τέλος που εισπράττει ο δικαστικός επίτροπος μόνον όταν καταφέρει να ανακτήσει ή να εισπράξει το σύνολο ή μέρος της απαίτησης μέρος αυτού του τέλους βαρύνει σε κάθε περίπτωση τον δανειστή (άρθρο Α. 444-32 του Εμπορικού Κώδικα)
  • τέλη διαχείρισης φακέλου· ο δικαστικός επίτροπος λαμβάνει ποσό 6,37 ευρώ ανά καταβολή του οφειλέτη, με εξαίρεση το υπόλοιπο της οφειλής το οποίο δεν θεμελιώνει δικαίωμα είσπραξης αυτού του ποσού τα τέλη αυτά δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 32,74 ευρώ για κάθε φάκελο·
  • έξοδα μετακίνησης ύψους 7,67 ευρώ (8,80 ευρώ σε περίπτωση που η επίδοση πραγματοποιείται αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα)
  • ΦΠΑ (20 %)
  • με την επιφύλαξη ορισμένων εξαιρέσεων, κατ’ αποκοπή τέλος ύψους 14,89 ευρώ (κατά την 1η Ιανουαρίου 2017), το οποίο καταβάλλεται από τους δικαστικούς επιτρόπους στο Δημόσιο
  • τα έξοδα αποστολής επιστολών που συνιστούν υποχρεωτικές διαδικαστικές διατυπώσεις
  • τις αμοιβές κλειδαρά, μεταφοράς, συνεργείου και φύλαξης επίπλων (βάσει τιμολογίου).

Παραδείγματος χάριν, για εισπραχθείσα απαίτηση ύψους 10.000 ευρώ, το ελάχιστο ποσό ορισμένων μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης έχει ως εξής:

  • πράξη κατάσχεσης τραπεζικού λογαριασμού: 129,64 ευρώ συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων (πάγιο τέλος, έξοδα μετακίνησης και κατ’ αποκοπή τέλος)
  • πράξη κατάσχεσης και πώλησης κινητών πραγμάτων: 114,21 ευρώ συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων (πάγιο τέλος, έξοδα μετακίνησης και κατ’ αποκοπή τέλος)
  • πράξη κατάσχεσης οχήματος με δήλωση στη νομαρχία: 124,50 ευρώ συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων (πάγιο τέλος, έξοδα μετακίνησης και κατ’ αποκοπή τέλος)
  • διαταγή πληρωμής η μη συμμόρφωση με την οποία επισύρει την κατάσχεση ακινήτου: 178,55 ευρώ συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων (πάγιο τέλος, έξοδα μετακίνησης και κατ’ αποκοπή τέλος).
Στα ανωτέρω πάγια τέλη προστίθενται ιδίως αναλογικά τέλη τα οποία, για το σύνολο της απαίτησης, ανέρχονται στο ποσό των 707,52 ευρώ μαζί με τους φόρους, εκ των οποίων τα 118,46 ευρώ βαρύνουν τον οφειλέτη και τα 589,06 ευρώ τον δανειστή.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Δεν απαιτείται καταρχήν η άδεια του δικαστηρίου για τη λήψη μέτρων εκτέλεσης βάσει εκτελεστού τίτλου (βλ. σημείο 3.1 ανωτέρω).

Εάν ο δανειστής δεν διαθέτει εκτελεστό τίτλο, μπορεί, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, να λάβει συντηρητικά μέτρα (βλ. σημείο 3.1 ανωτέρω).

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Καταρχήν, όλα τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης.

Ωστόσο, ο νόμος προβλέπει ότι, κατ’ εξαίρεση, ορισμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ακατάσχετα. Πρόκειται, ιδίως, για τα ακόλουθα:

  • ποσά που έχουν χαρακτήρα διατροφής· έτσι, για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί το σύνολο των αποδοχών ενός προσώπου, διότι αυτές πρέπει να είναι επαρκείς για να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες του το ποσό αυτό καθορίζεται σε ετήσια βάση και λαμβάνει υπόψη το ποσό των αποδοχών και τον αριθμό των εξαρτώμενων προσώπων
  • κινητά απαραίτητα για τη διαβίωση και την εργασία του οφειλέτη· τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία μπορούν, καταρχήν, να κατασχεθούν μόνο για να διασφαλιστεί η καταβολή του αντιτίμου τους ή όταν έχουν σημαντική αξία κατάλογος των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων παρατίθεται στο άρθρο L. 112-2 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις· για παράδειγμα, δεν επιτρέπεται η κατάσχεση της κλίνης ή του τραπεζιού του οφειλέτη, εκτός εάν η κατάσχεση δικαιολογείται από τη μη καταβολή του τιμήματος αγοράς ή όταν πρόκειται για περιουσιακά στοιχεία μεγάλης αξίας
  • αντικείμενα απαραίτητα για άτομα με αναπηρία ή που προορίζονται για την φροντίδα των ασθενών για παράδειγμα, δεν επιτρέπεται η κατάσχεση αναπηρικού αμαξίδιου ατόμου με αναπηρία.

Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις οι ατομικές επιχειρήσεις απολαμβάνουν ιδιαίτερη προστασία για το σύνολο ή για μέρος της περιουσίας τους.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών πραγμάτων και απαιτήσεων χρηματικής φύσης έχουν διάφορα στάδια. Ο δικαστικός επίτροπος προβαίνει στην κατάσχεσή τους. Η κατάσχεση καθιστά τα περιουσιακά στοιχεία μη διαθέσιμα. Απαγορεύει στον οφειλέτη να διαθέσει κατασχεθέν κινητό πράγμα. Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί μ’ αυτήν την υποχρέωση διατήρησης του πράγματος, διαπράττει αδίκημα. Τα κατασχεθέντα ποσά παραμένουν δεσμευμένα στον λογαριασμό του οφειλέτη. Στη συνέχεια, ο δικαστικός επίτροπος κοινοποιεί την κατάσχεση στον οφειλέτη. Εάν ο οφειλέτης δεν ασκήσει ανακοπή ενώπιον του δικαστή εκτέλεσης, ο δικαστικός επίτροπος μπορεί να αφαιρέσει τα κινητά με σκοπό τον πλειστηριασμό τους ή να επιδιώξει να του παραδοθούν τα κατασχεθέντα χρηματικά ποσά. Σε περίπτωση άσκησης ανακοπής, ο δικαστής εκτέλεσης είτε εγκρίνει τη διενέργεια του μέτρου της αναγκαστικής εκτέλεσης είτε διατάσσει την παύση του αν αυτό δεν έχει διενεργηθεί νομίμως.

Το μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης επί ακινήτων είναι η κατάσχεση ακινήτου. Δρομολογείται με την επίδοση από τον δικαστικό επίτροπο στον οφειλέτη διαταγής πληρωμής, μη συμμόρφωση με την οποία επισύρει την κατάσχεση και η οποία καθιστά το ακίνητο μη διαθέσιμο. Στη συνέχεια ο δανειστής προσφεύγει στον δικαστή εκτέλεσης ώστε αυτός να αποφασίσει ως προς την κατεύθυνση της υπόθεσης. Αν είναι δυνατή η ιδιωτική πώληση του ακινήτου και τη ζητήσει ο οφειλέτης, ο δικαστής διατάσσει την ιδιωτική πώληση του ακινήτου και ορίζει την προθεσμία για τη διενέργειά της. Αν η ιδιωτική πώληση δεν είναι δυνατή ή είναι ατελέσφορη, ο δικαστής διατάσσει την πώληση του ακινήτου με πλειστηριασμό. Ο πλειστηριασμός διενεργείται δημόσια ενώπιον του δικαστή.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η ισχύς των εκτελεστών τίτλων είναι, καταρχήν, δεκαετής (άρθρο L. 111-4 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις). Η προθεσμία αυτή αρχίζει να τρέχει εκ νέου από τη στιγμή που ενεργείται πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει του εν λόγω τίτλου.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Η ερώτηση αφορά μόνο:

  • τις συντηρητικές κατασχέσεις εφόσον ο δανειστής δεν διαθέτει ακόμα εκτελεστό τίτλο·
  • διαταγές για την παράδοση ή την επιστροφή συγκεκριμένου κινητού πράγματος, όταν το πρόσωπο που ζητεί την παράδοση ή την επιστροφή του δεν έχει ακόμη στην κατοχή του εκτελεστό τίτλο·
  • τις κατασχέσεις αποδοχών·
  • τις κατασχέσεις ακινήτων.

Οι εν λόγω διαδικασίες είναι ουσιαστικά τα μόνα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης που πρέπει να εγκριθούν από τον δικαστή εκτέλεσης. Κατά της απόφασης του δικαστή χωρεί έφεση ή αναίρεση, ανάλογα με το ύψος της απαίτησης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Η ισχύς των εκτελεστών τίτλων είναι, καταρχήν, δεκαετής (άρθρο L. 111-4 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις). Η προθεσμία αυτή αρχίζει να τρέχει εκ νέου από τη στιγμή που ενεργείται πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει του εν λόγω τίτλου.

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εκτελούνται μόνο από τις 6 π.μ. έως τις 9 μ.μ. Απαγορεύεται η ενέργειά τους τις Κυριακές και τις αργίες εκτός αν αυτή έχει εγκριθεί εκ των προτέρων από τον δικαστή εκτέλεσης.

Επιπλέον, οι διαδικασίες εκτέλεσης περιορίζονται στις αναγκαίες για την είσπραξη της απαίτησης ενέργειες και δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση κατά την επιλογή των σχετικών μέτρων.

Εξάλλου, ορισμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ακατάσχετα (βλ. σημείο 4.1 ανωτέρω) και κάθε κατάσχεση και πώληση σε τόπο που αποτελεί την οικία του οφειλέτη πρέπει να εγκριθεί εκ των προτέρων εφόσον αφορά την είσπραξη απαίτησης άλλης από απαίτηση διατροφής και ύψους μικρότερου από 535 ευρώ (άρθρα L. 221-2 και R. 221-2 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις).

Τέλος, όταν ο οφειλέτης απολαύει ασυλίας όσον αφορά την εκτέλεση, δεν μπορεί να ληφθεί κανένα μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης επί των περιουσιακών στοιχείων του τα οποία καλύπτονται από την εν λόγω ασυλία. Για τη διενέργεια μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης επί περιουσιακού στοιχείου τέτοιου προσώπου με την αιτιολογία ότι το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο δεν καλύπτεται από ασυλία όσον αφορά την εκτέλεση απαιτείται η πρότερη άδεια του δικαστή (άρθρα L. 111-1 έως L. 111-3 και R. 111-1 έως R. 111-5 του κώδικα διαδικασιών εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις).

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροLegifrance

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΔικτυακός τόπος του εθνικού επιμελητηρίου των δικαστικών επιτρόπων (Chambre Nationale des Commissaires de Justice)

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 22/08/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Κροατία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Στη Δημοκρατία της Κροατίας, οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης διέπονται από τις διατάξεις του νόμου περί αναγκαστικής εκτέλεσης (Ovršni zakon — στο εξής «ΟΖ») [(Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Κροατίας (Narodne Novine), αριθ. 112/12, 25/13, 93/14, 55/16 και 73/17]. Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τη διαδικασία κατά την οποία τα δικαστήρια και οι συμβολαιογράφοι προβαίνουν στην αναγκαστική είσπραξη απαιτήσεων στη βάση εκτελεστών τίτλων ή δημόσιων εγγράφων (διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης), πλην αν ειδικός νόμος ορίζει διαφορετικά.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει εκτελεστού τίτλου διενεργούνται από τα δικαστήρια, ενώ οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει δημόσιου εγγράφου διενεργούνται από τους συμβολαιογράφους.

Το τι συνιστά εκτελεστό τίτλο ορίζεται στο άρθρο 23 του ΟΖ, ενώ το τι συνιστά δημόσιο έγγραφο ορίζεται στο άρθρο 31 του ΟΖ.

Στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης συμμετέχουν επίσης η Οικονομική Υπηρεσία (Financijska agencija — στο εξής η «Υπηρεσία»), η οποία αποτελεί νομικό πρόσωπο που διενεργεί πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με τις διατάξεις του ΟΖ και του νόμου περί κατάσχεσης χρηματικών ποσών, καθώς και οι εργοδότες, το Κροατικό Ταμείο Ασφάλισης Συντάξεων (Hrvatski zavod za mirovinsko osiguranje) και άλλοι φορείς που προβλέπονται από τον νόμο.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Τα δικαστήρια διεξάγουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης στη βάση εκτελεστών τίτλων, οι οποίοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΟΖ, είναι οι εξής:

1. οι εκτελεστές δικαστικές αποφάσεις και οι εκτελεστοί δικαστικοί συμβιβασμοί,

2. οι εκτελεστοί συμβιβασμοί που αναφέρονται στο άρθρο 186.a του νόμου περί πολιτικής δικονομίας,

3. οι εκτελεστές αποφάσεις διαιτητικού δικαστηρίου,

4. οι εκτελεστές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σε διοικητική διαδικασία και οι εκτελεστοί συμβιβασμοί που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας εφόσον προβλέπουν την εκπλήρωση χρηματικής υποχρέωσης, πλην αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά,

5. οι συμβολαιογραφικές εκτελεστές αποφάσεις και οι συμβολαιογραφικοί εκτελεστοί τίτλοι,

6. οι συμβιβασμοί που έχουν συναφθεί ενώπιον των «δικαστηρίων τιμής» (sudovi časti) φορέων της Δημοκρατίας της Κροατίας και οι συμβιβασμοί που έχουν συναφθεί σε διαδικασία διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί των διαδικασιών διαμεσολάβησης,

7. τα λοιπά έγγραφα τα οποία ο νόμος χαρακτηρίζει εκτελεστούς τίτλους.

Οι εκτελεστοί τίτλοι μπορούν να στηρίξουν αναγκαστική εκτέλεση αν προσδιορίζουν τον δανειστή και τον οφειλέτη, καθώς και το αντικείμενο, το είδος, την έκταση και τον χρόνο εκπλήρωσης της χρηματικής υποχρέωσης.

Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση που διατάζει την εκπλήρωση υποχρέωσης παράδοσης ή υποχρέωσης επιχείρησης πράξης, πρέπει επίσης να περιλαμβάνει προθεσμία εκούσιας συμμόρφωσης, ενώ αν δεν καθορίζει προθεσμία εκούσιας συμμόρφωσης, το δικαστήριο ορίζει τέτοια προθεσμία στη διαταγή εκτέλεσης.

3.1 διαδικασία

Ο δανειστής κινεί τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει εκτελεστού τίτλου με την υποβολή αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης στο δικαστήριο. Η αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να υποβληθεί αυτοπροσώπως από τον δανειστή, ως διάδικο της δίκης, ή μέσω εκπροσώπου. Διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να κινηθεί και αυτεπαγγέλτως, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται ειδικά από τον νόμο.

Καθ’ ύλην αρμόδια για τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης είναι τα δημοτικά δικαστήρια (općinski sudovi), πλην αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Η εκτέλεση διενεργείται εντός των ορίων που καθορίζει η διαταγή εκτέλεσης.

Η διαταγή εκτέλεσης πρέπει να αναφέρει τον εκτελεστό τίτλο ή το δημόσιο έγγραφο βάσει του οποίου διενεργείται η αναγκαστική εκτέλεση, τον δανειστή και το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η αναγκαστική εκτέλεση (τον οφειλέτη), την εκτελούμενη αξίωση, τα μέσα και το αντικείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και τις λοιπές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Το δικόγραφο αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να περιλαμβάνει το αίτημα αναγκαστικής εκτέλεσης, στο οποίο να αναφέρονται ο εκτελεστός τίτλος ή το δημόσιο έγγραφο βάσει του οποίου ζητείται η αναγκαστική εκτέλεση, ο δανειστής και ο οφειλέτης, οι προσωπικοί αριθμοί ταυτότητας του δανειστή και του οφειλέτη, η αξίωση της οποίας ζητείται η ικανοποίηση, τα μέσα που απαιτούνται για τη διενέργεια της εκτέλεσης και (αν είναι αναγκαίο) το αντικείμενο της εκτέλεσης. Το δικόγραφο πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τις λοιπές προβλεπόμενες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Το δικόγραφο αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει δημόσιου εγγράφου πρέπει να περιλαμβάνει:

1. αίτημα προς το δικαστήριο να διατάξει τον οφειλέτη να ικανοποιήσει την αξίωση και να εξοφλήσει τα συναφή έξοδα εντός προθεσμίας οκτώ ημερών ή, στην περίπτωση απαίτησης από συναλλαγματική ή επιταγή, εντός προθεσμίας τριών ημερών, και

2. αίτημα αναγκαστικής εκτέλεσης.

Επομένως, οι βασικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να εκδοθεί διαταγή αναγκαστικής εκτέλεσης είναι: να υποβληθεί εκτελεστός τίτλος ή δημόσιο έγγραφο βάσει του οποίου θα διαταχθεί αναγκαστική εκτέλεση και αίτημα αναγκαστικής εκτέλεσης.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να είναι πράγματα και δικαιώματα επί των οποίων μπορεί, σύμφωνα με τον νόμο, να διενεργηθεί αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση αξίωσης. Η αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται για να ικανοποιηθεί αξίωση του δανειστή μέσω μέτρων επί περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της περιουσίας του.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη (χρήματα, ακίνητα, κινητά, χρεόγραφα και εταιρικά μερίδια) ή ορισμένα μη χρηματικά δικαιώματα του επισπεύδοντος (απόδοση και παράδοση κινητών, εκκένωση και απόδοση ακινήτων, επιστροφή στην εργασία κ.λπ.). Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ο επισπεύδων μπορεί να επιλέξει τα περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων θα διενεργηθεί η αναγκαστική εκτέλεση.

Αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να διενεργηθεί επί των εκτός συναλλαγής πραγμάτων ούτε επί περιουσιακών στοιχείων τα οποία, βάσει ειδικής νομοθεσίας, δεν υπόκεινται σε αναγκαστική εκτέλεση. Απαιτήσεις για φόρους και άλλα τέλη επίσης δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης.

Ομοίως, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης εγκαταστάσεις, όπλα και εξοπλισμός που προορίζονται για αμυντικούς σκοπούς, καθώς και εγκαταστάσεις που προορίζονται για το έργο των αρχών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης και των δικαστικών αρχών.

Το αν ορισμένο πράγμα ή δικαίωμα μπορεί να υποβληθεί σε αναγκαστική εκτέλεση, δηλαδή το αν η αναγκαστική εκτέλεση επί ορισμένου πράγματος ή δικαιώματος υπόκειται σε περιορισμούς, εξετάζεται βάσει των περιστάσεων που συνέτρεχαν κατά τον χρόνο της υποβολής της αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης, πλην αν ο ΟΖ ρητά ορίζει διαφορετικά.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Το κύριο αποτέλεσμα των μέτρων εκτέλεσης συνίσταται στον περιορισμό του δικαιώματος διάθεσης του οφειλέτη επί της περιουσίας του.

Οι διαδικασίες εκτέλεσης επί ακινήτων και επί κινητών καταλήγουν στην πώληση του οικείου ακινήτου ή κινητού προς τον σκοπό της ικανοποίησης της αξίωσης του δανειστή από το προϊόν της πώλησης.

Οι διαδικασίες εκτέλεσης επί χρηματικών απαιτήσεων καταλήγουν στην κατάσχεση και μεταβίβαση στον δανειστή της χρηματικής απαίτησης, έως το ποσό που απαιτείται για την ικανοποίηση της αξίωσής του.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα εκτέλεσης ισχύουν έως την περάτωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία επέρχεται με την πλήρη ικανοποίηση της αξίωσης του δανειστή ή με την απόσυρση της αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Ο οφειλέτης έχει δικαίωμα:

• να ασκήσει έφεση κατά διαταγής εκτέλεσης που έχει εκδοθεί στη βάση εκτελεστού τίτλου ή

• να ασκήσει ανακοπή κατά απόφασης συμβολαιογράφου που έχει εκδοθεί στη βάση δημόσιου εγγράφου.

Η εμπρόθεσμη και παραδεκτή άσκηση έφεσης κατά διαταγής εκτέλεσης που έχει εκδοθεί στη βάση εκτελεστού τίτλου δεν αναστέλλει τη διαδικασία εκτέλεσης.

Η εμπρόθεσμη και παραδεκτή άσκηση ανακοπής κατά απόφασης συμβολαιογράφου που έχει εκδοθεί στη βάση δημόσιου εγγράφου (η εν λόγω ανακοπή υποβάλλεται στον συμβολαιογράφο, αλλά κρίνεται από το δικαστήριο) έχει ως αποτέλεσμα την εξέταση της υπόθεσης στο πλαίσιο τακτικής δίκης (klasična parnica), η οποία διεξάγεται ενώπιον του δικαστηρίου και στην οποία οι διάδικοι, δηλαδή ο αιτών (πρώην δανειστής) και ο καθ’ ου (πρώην οφειλέτης), πρέπει να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς τους για να εκδοθεί απόφαση υπέρ τους. Αν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις που προβλέπει ο OZ, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ζητήσει την αναστολή της διαδικασίας εκτέλεσης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το δικαστήριο περιορίζει την αναγκαστική εκτέλεση στα μέσα εκτέλεσης και στα περιουσιακά στοιχεία που προσδιορίζονται στην αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης. Αν προτείνονται περισσότερα μέσα και περιουσιακά στοιχεία, το δικαστήριο, κατόπιν πρότασης του οφειλέτη, περιορίζει την αναγκαστική εκτέλεση σε συγκεκριμένα μέσα και περιουσιακά στοιχεία, εφόσον αυτά κρίνονται επαρκή για την ικανοποίηση της αξίωσης.

Μία από τις βασικές αρχές της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι ότι, κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης και ασφαλιστικών μέτρων, το δικαστήριο υποχρεούται να σέβεται την αξιοπρέπεια του οφειλέτη, διασφαλίζοντας ότι η εκτέλεση θα είναι κατά το δυνατόν λιγότερο επαχθής.

Η προστασία του οφειλέτη εξασφαλίζεται με την επιβολή απαγορεύσεων και περιορισμών σχετικά με, αφενός, τα περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων μπορεί να διενεργηθεί εκτέλεση και, αφετέρου, τα μέσα εκτέλεσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς τον σκοπό της αναγκαστικής ικανοποίησης της αξίωσης του δανειστή, καθώς και με την αναγνώριση στον οφειλέτη ορισμένων δικονομικών και ουσιαστικών εγγυήσεων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και σε σχέση μ’ αυτήν. Η προστασία αυτή εκδηλώνεται με την αποδοχή της αρχής της νομιμότητας κατά την εξέταση του επιτρεπτού της αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά τον καθορισμό των περιουσιακών στοιχείων που θα υπαχθούν σε αναγκαστική εκτέλεση και των μέσων εκτέλεσης που θα χρησιμοποιηθούν, καθώς και στη διαδικασία που ακολουθείται για την αναγκαστική ικανοποίηση της αξίωσης του δανειστή.

Στην αναγκαστική εκτέλεση επί ακινήτων τίθενται περιορισμοί που αφορούν περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν υπόκεινται σε εκτέλεση, όπως ορίζεται στο άρθρο 91 του ΟΖ.

Ομοίως, στην αναγκαστική εκτέλεση επί κινητών τίθενται περιορισμοί που αφορούν περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν υπόκεινται σε εκτέλεση, όπως ορίζεται στο άρθρο 135 του ΟΖ.

Περαιτέρω, το άρθρο 173 του ΟΖ επιβάλλει περιορισμούς στην αναγκαστική εκτέλεση επί χρηματικών απαιτήσεων, ενώ το άρθρο 172 του ΟΖ ορίζει τα εισοδήματα του οφειλέτη που εξαιρούνται από την αναγκαστική εκτέλεση.

Το άρθρο 212 του ΟΖ προβλέπει ειδικούς κανόνες σχετικά με την αναγκαστική εκτέλεση επί χρηματικών μέσων τα οποία εξαιρούνται από την εκτέλεση ή για τα οποία προβλέπονται περιορισμοί στην εκτέλεση, ενώ τα άρθρα 241 και 242 του ΟΖ περιλαμβάνουν ειδικούς κανόνες που προβλέπουν εξαιρέσεις και περιορισμούς ως προς την αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος νομικών προσώπων.

Στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, το άρθρο 75 του ΟΖ προβλέπει διατάξεις για την προστασία των οφειλετών-φυσικών προσώπων, ενώ το άρθρο 76 του ΟΖ προβλέπει διατάξεις για την προστασία των οφειλετών-νομικών προσώπων.

Ορισμένες διατάξεις του ΟΖ που επιβάλλουν περιορισμούς στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, για παράδειγμα που εξαιρούν κάποια περιουσιακά στοιχεία από την αναγκαστική εκτέλεση, παρέχουν προστασία στον οφειλέτη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 06/02/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση ιταλικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ιταλία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εκτέλεση είναι η αναγκαστική επιβολή δικαστικών αποφάσεων και άλλων εκτελεστών τίτλων [χρεογράφων, δημόσιων εγγράφων (atti publici) και επικυρωμένων ιδιωτικών εγγράφων για συγκεκριμένες υπηρεσίες]. Σ’ αυτό το στάδιο, το οποίο παραμένει υποκείμενο σε δικαστική διαδικασία, οι αρχές του νόμου και της τάξης μπορούν να επέμβουν αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώσει αυτοβούλως τις υποχρεώσεις του.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Αρμόδια για την εκτέλεση είναι τα δικαστήρια κοινής δικαιοδοσίας. Η αίτηση για άρνηση εκτέλεσης που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 [κανονισμός «Βρυξέλλες I» (αναδιατύπωση)] πρέπει επίσης να κατατίθεται στα δικαστήρια κοινής δικαιοδοσίας.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Η κατοχή εκτελεστού τίτλου αποτελεί αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για την κίνηση μέτρων εκτέλεσης. Κατά κανόνα, οι εκτελεστοί τίτλοι προβλέπονται από το άρθρο 474 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τους δικαστικούς τίτλους και τους εξωδικαστικούς τίτλους. Στους δικαστικούς τίτλους περιλαμβάνονται αποφάσεις και πράξεις που εκδίδονται από δικαστήρια κατά τη διάρκεια ή στο τέλος μιας δικαστικής διαδικασίας. Στους εξωδικαστικούς τίτλους περιλαμβάνονται χρεόγραφα, δημόσια έγγραφα και επικυρωμένα ιδιωτικά έγγραφα που συντάχθηκαν αυτόνομα από τους διαδίκους.

3.1 διαδικασία

Η διαδικασία της εκτέλεσης ξεκινά με την επίδοση στον οφειλέτη του εκτελεστού τίτλου, ο οποίος πρέπει να φέρει τον εκτελεστήριο τύπο σύμφωνα με το άρθρο 475 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, και της εντολής για εκτέλεση (precetto), η οποία συνιστά εντολή προς τον οφειλέτη να συμμορφωθεί εντός τουλάχιστον 10 ημερών και ταυτόχρονα προειδοποίηση ότι η μη συμμόρφωση συνεπάγεται αναγκαστική επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 480 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Το τρίτο εδάφιο του άρθρου 480 ορίζει ότι, στην εντολή για εκτέλεση, ο πιστωτής πρέπει να επιλέξει κατοικία στον δήμο όπου εδρεύει το δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία για την εκτέλεση. Σε περίπτωση μη επιλογής κατοικίας, οι ανακοπές κατά της εντολής για εκτέλεση κατατίθενται στο δικαστήριο του τόπου επίδοσης της εντολής, και οι κοινοποιήσεις επιδίδονται στον επισπεύδοντα δανειστή στο γραφείο του δικαστικού υπαλλήλου στο ίδιο δικαστήριο. Μετά την ολοκλήρωση αυτών των τυπικών διαδικασιών, η διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να ξεκινήσει με κατάσχεση από τον δικαστικό επιμελητή, ο οποίος πρέπει πρώτα να επιδείξει τα απαιτούμενα ανωτέρω έγγραφα. Η κατάσχεση πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 90 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της εντολής για εκτέλεση , αλλά όχι νωρίτερα από την προθεσμία που ορίζεται στην εν λόγω εντολή αν δεν γίνει αυτό, η εντολή παύει να ισχύει. Η νομική εκπροσώπηση είναι απαραίτητη σ’ αυτό το στάδιο.

Η κατάσχεση καθίσταται άκυρη αν δεν υποβληθεί αίτηση εκχώρησης ιδιοκτησίας ή εκποίησης εντός 45 ημερών από την ολοκλήρωσή της.

Σκοπός της εκτέλεσης είναι να διασφαλιστεί, με προσφυγή στις αρχές του νόμου και της τάξης, η αναγκαστική εκτέλεση υποχρεώσεων που δεν έχουν εκπληρωθεί. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για χρηματικές οφειλές όσο και για υποχρεώσεις παράδοσης κινητής περιουσίας ή αποδέσμευσης ακίνητης περιουσίας και για «μη ανταλλάξιμες υποχρεώσεις πράξης».

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για την κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης είναι η κατοχή εκτελεστού τίτλου ο οποίος ενσωματώνει δικαίωμα που είναι «βέβαιο, εκκαθαρισμένο και απαιτητό» (certo, liquido ed esigibile) (άρθρο 474). Ο βαθμός «βεβαιότητας» ποικίλλει ανάλογα με τον τίτλο: υπάρχει προφανώς μεγαλύτερος βαθμός βεβαιότητας σε απόφαση σε πρώτο βαθμό (προσωρινά εκτελεστή) από ό,τι στα χρεόγραφα ή σε συναλλαγές που έχουν συναφθεί με δημόσια έγγραφα ή επικυρωμένα ιδιωτικά έγγραφα.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Το αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο εκδίδει διάφορα είδη μέτρων, συνήθως διαταγές (ordinanze), κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Αυτά ποικίλλουν από μέτρα τα οποία είναι αναγκαία για τον καθορισμό των κανόνων για σωστή διεξαγωγή των διαδικασιών έως μέτρα για την εκχώρηση της χρήσης, π.χ. το διάταγμα (decreto) που εκχωρεί την κατασχεθείσα περιουσία στο πρόσωπο που την αγόρασε σε πλειστηριασμό ή που ήταν ο πλειοδότης.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν τα εξής: α) κινητή περιουσία, β) ακίνητη περιουσία, γ) οι απαιτήσεις του οφειλέτη και κινητή περιουσία του οφειλέτη που φυλάσσεται σε χώρους τρίτων, δ) μετοχές σε εταιρείες.

Οι υποχρεώσεις παράδοσης κινητής περιουσίας και αποδέσμευσης ακίνητης περιουσίας, καθώς και οι ανταλλάξιμες υποχρεώσεις πράξης και παράλειψης μπορούν επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Η εκτέλεση στην περίπτωση χρηματικών ποσών, με αφετηρία την κατάσχεση, σημαίνει ότι τα κατασχεθέντα χρηματικά ποσά δεν είναι πλέον διαθέσιμα στον οφειλέτη κατά του οποίου επισπεύδεται η εκτέλεση. Όλες οι πράξεις διάθεσης αυτών των χρημάτων θεωρούνται, συνεπώς, άκυρες και δεν μπορεί να γίνει επίκλησή τους για την αποτροπή της εκτέλεσης.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Πρόκειται για μέτρα εκτέλεσης με σκοπό την ικανοποίηση απαιτήσεων που έχουν εγερθεί δεν μπορούν, συνεπώς, να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό στοιχείο για έρευνες.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Το νομικό σύστημα προβλέπει την άσκηση ενδίκων μέσων από τον οφειλέτη (και/ή τρίτους που υπόκεινται σε εκτέλεση) κατά των πράξεων και αποφάσεων που σχετίζονται με τη διαδικασία εκτέλεσης. Αυτά τα ένδικα μέσα συνίστανται σε δύο διαφορετικούς τύπους ανακοπών:

- ανακοπή κατά της εκτέλεσης (opposizione all’esecuzione) (άρθρα 615 και 616 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), η οποία αμφισβητεί το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης (δηλαδή του ίδιου του δικαιώματος του πιστωτή να προβεί στην εκτέλεση)

- ανακοπή κατά πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (opposizione agli atti esecutivi) (άρθρα 617 και 618 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), η οποία έχει ως αντικείμενο δικονομικές παραβάσεις (δηλ. τη νομιμότητα των πράξεων που εκδίδονται ή λαμβάνουν χώρα κατά τη διαδικασία εκτέλεσης).

Οι ανακοπές κατά της εκτέλεσης ή πράξεων εκτέλεσης που κατατίθενται πριν από την έναρξη της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ορίζονται ως ανακοπές κατά της εντολής για εκτέλεση (precetto), επειδή απορρέουν από το έγγραφο που προαναγγέλλει την εκτέλεση: η ανακοπή κατά της εντολής για εκτέλεση ασκείται με κατάθεση αίτησης ενώπιον του καθ’ ύλην ή του κατά τόπον αρμόδιου δικαστηρίου ή του δικαστηρίου που έχει αρμοδιότητα βάσει του ποσού, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα.

Αν έχει ήδη κινηθεί η εκτέλεση ή έχει ήδη επιδοθεί η διαταγή κατάσχεσης στον οφειλέτη, η ανακοπή κατά της εκτέλεσης ή κατά των εκτελεστών πράξεων ασκείται με κατάθεση ειδικής ανακοπής στο αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο.

Τρίτα πρόσωπα τα οποία εγείρουν εμπράγματα δικαιώματα επί της κατασχεθείσας περιουσίας μπορούν να ασκήσουν ανακοπή στο αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο έως την πώληση ή εκχώρηση της περιουσίας.

Οι νομικές διατάξεις που διέπουν αυτό το θέμα είναι τα άρθρα 615, 616, 617, 618 και 619 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Εκτός από τα αντικείμενα που κηρύσσονται μη κατασχέσιμα (ακατάσχετα) μέσω ειδικών νομικών διατάξεων, μη κατασχέσιμα θεωρούνται τα εξής:

1) ιερά αντικείμενα και είδη που χρησιμοποιούνται στη θρησκευτική λατρεία

2) βέρες γάμου, ενδύματα, λευκά είδη, κρεβάτια, τραπεζαρίες, ντουλάπες, συρταριέρες, ψυγεία, εστίες και φούρνοι μαγειρέματος, αερίου ή ηλεκτρικοί, πλυντήρια, οικιακά σκεύη και κουζινικά και έπιπλα για την τοποθέτησή τους, τα οποία είναι απαραίτητα για την ικανοποίηση των αναγκών του οφειλέτη και του νοικοκυριού του ωστόσο, εδώ δεν περιλαμβάνονται έπιπλα μεγάλης αξίας (με εξαίρεση τα κρεβάτια), συμπεριλαμβανομένων πολύτιμων αντικών και αντικειμένων βεβαιωμένης καλλιτεχνικής αξίας

3) τα τρόφιμα και τα καύσιμα που είναι αναγκαία για τη διαβίωση του οφειλέτη και των λοιπών προσώπων που αναφέρονται στο προηγούμενο σημείο για διάστημα ενός μηνός

Τα έπιπλα (εκτός των κρεβατιών) μεγάλης αξίας (συμπεριλαμβανομένων πολύτιμων αντικών και αντικειμένων βεβαιωμένης καλλιτεχνικής αξίας) επίσης εξαιρούνται.

Όπλα και άλλα είδη που πρέπει να κρατήσει ο οφειλέτης προκειμένου να μπορεί να παράσχει δημόσια υπηρεσία, παράσημα, επιστολές, αρχεία και οικογενειακά έγγραφα εν γένει, καθώς και χειρόγραφα, εκτός εάν αποτελούν μέρος συλλογής, δεν κατάσχονται.

Ο νόμος κηρύσσει επίσης μη κατασχέσιμα, μεταξύ άλλων, τα εξής: κρατική περιουσία, μη διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στο κράτος ή σε άλλο δημόσιο φορέα, περιουσία που εμπίπτει στα συστήματα ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων, περιουσία εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και τα θρησκευτικά κτίρια.

Τα μέτρα εκτέλεσης δεν μπορούν να εφαρμοστούν αν έχει παρέλθει πλήρως η προθεσμία παραγραφής της σχετικής αξίωσης. Οι προθεσμίες παραγραφής ποικίλλουν ανάλογα με το εκάστοτε δικαίωμα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι μερικές φορές ο νόμος ορίζει διαφορετική προθεσμία παραγραφής ανάλογα με τον τύπο της πράξης που διαπιστώνει την απαίτηση στην οποία βασίζεται η εκτέλεση. Π.χ. η προθεσμία παραγραφής για απαίτηση που επικυρώθηκε με δικαστική απόφαση ανέρχεται σε 10 έτη, παρά το γεγονός ότι για το συγκεκριμένο είδος απαίτησης ο νόμος ορίζει γενικά μικρότερη περίοδο παραγραφής.

Προσφάτως, ο νόμος άλλαξε και το δικαστήριο του τόπου της μόνιμης ή προσωρινής κατοικίας ή της έδρας του οφειλέτη μπορεί πλέον, μετά από αίτημα του πιστωτή, να δώσει άδεια για αναζήτηση της προς κατάσχεση περιουσίας μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων (άρθρο 492-bis του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιήθηκε από το Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονομοθετικό διάταγμα υπ' αριθ. 83 της 27ης Ιουνίου 2015 (το οποίο μετατράπηκε, με τροποποιήσεις, στον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονόμο αριθ. 132 της 6ης Αυγούστου 2015))έχουν επίσης θεσμοθετηθεί μορφές πληρωμής σε δόσεις στην περίπτωση της εκτέλεσης που αφορά κινητά αντικείμενα, στο πλαίσιο μέτρων μετατροπής κατασχεθείσας περιουσίας (conversione del pignoramento).

Σχετικές παραπομπές

Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (474 - 482)PDF(64 Kb)it

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 22/12/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Κύπρος

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εκτέλεση σημαίνει την αναγκαστική υλοποίηση του περιεχομένου μιας δικαστικής απόφασης ή διαταγής με τη συνδρομή του δικαστηρίου και, σε ορισμένες περιπτώσεις, με τη συνδρομή πρόσθετα άλλων αρμοδίων οργάνων/υπηρεσιών (π.χ. Κτηματολόγιο). Ο διάδικος που έχει εξασφαλίσει δικαστική απόφαση ή διάταγμα υπέρ του μπορεί να προχωρήσει στη λήψη μέτρων εκτέλεσης μέσω Δικαστηρίου.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

H Δικαστική Υπηρεσία (δικαστικοί επιδότες) και το Τμήμα Κτηματολογίου. Σε περίπτωση εκτέλεσης εντάλματος για είσπραξη καθυστερημένων δόσεων διατροφής, αρμόδια αρχή εκτέλεσης είναι η Αστυνομία.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Η εκτελεστότητα μιας δικαστικής απόφασης ή διατάγματος επέρχεται με την έκδοση της. Η προθεσμία για άσκηση έφεσης δεν αναστέλλει από μόνη της την εκτέλεση, χρειάζεται ειδική προς τούτο αίτηση από πλευράς του εφεσείοντα.

3.1 Η διαδικασία

Οι μη δικαστικοί τίτλοι (π.χ. μια απόφαση διαιτησίας) δεν είναι εκτελεστοί από μόνοι τους αλλά μπορούν να γίνουν εκτελεστοί μετά από δικαστική διαδικασία κήρυξης τους ως εκτελεστών. Το Δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία για την έκδοση διατάγματος που διατάσσει την εκτέλεση ενός μη δικαστικού τίτλου ή απόφασης αλλοδαπού Δικαστηρίου είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο της Επαρχίας  στην οποία διαμένει το άτομο εναντίον του οποίου θα γίνει η εκτέλεση ή το Οικογενειακό Δικαστήριο σε περιπτώσεις διαταγμάτων διατροφής. Η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης διενεργείται συνήθως από το δικηγόρο που χειρίστηκε την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου, ο οποίος προχωρεί με έναν από τους τρόπους εκτέλεσης που αναφέρονται στο σημείο 3.1 πιο κάτω.

Σε περίπτωση εγγραφής και εκτέλεσης αλλοδαπής απόφασης δυνάμει πολυμερούς ή διμερούς Σύμβασης, η διαδικασία προωθείται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ως κεντρική αρχή, μέσω της Νομικής Υπηρεσίας. Σε άλλες περιπτώσεις η διαδικασία δύναται να προωθηθεί και μέσω ιδιωτών δικηγόρων.

Τα έξοδα της διαδικασίας δεν μπορούν να καθοριστούν εξ’ αρχής, υπολογίζονται όμως από τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου με βάση σχετικούς Κανονισμούς περί τελών και επιβαρύνουν το άτομο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση.

Η εκτέλεση διενεργείται κυρίως μέσω των δικαστικών επιδοτών, οι οποίοι αποτελούν μόνιμο προσωπικό των Δικαστηρίων και ανήκουν στη Δημόσια Υπηρεσία. Για την επίσπευση των διαδικασιών εκτέλεσης, η επίδοση δικογράφων σε όλες τις υποθέσεις αστικής δικαιοδοσίας έχει ανατεθεί από το 1996 σε ιδιωτικές εταιρείες επιδοτών, ούτως ώστε οι δικαστικοί επιδότες να επικεντρωθούν στην εκτέλεση αποφάσεων.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Όταν πρόκειται για εκτέλεση απόφασης μεταξύ διαδίκων στην Κύπρο τα κριτήρια διαφοροποιούνται αναλόγως της περίπτωσης. Θα πρέπει απαραίτητα να υπάρχει απόφαση Δικαστηρίου, επίδοση της απόφασης που δημιουργεί την υποχρέωση και άρνηση/παράλειψη του εναγόμενου για καταβολή του εξ αποφάσεως ποσού.

Τα κριτήρια για έκδοση διατάγματος εκτέλεσης απόφασης ξένης χώρας συνήθως καθορίζονται στην οικεία Σύμβαση. Συνήθης προϋπόθεση σε τέτοια περίπτωση είναι ο εναγόμενος να είχε δεόντως ειδοποιηθεί για τη διαδικασία εναντίον του στην ξένη χώρα.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο εκτέλεσης μπορεί να αποτελέσουν τραπεζικοί λογαριασμοί, μετοχές, εγγεγραμμένα οχήματα μεταφοράς, ακίνητη ιδιοκτησία και άλλα αντικείμενα. Εξαιρούνται τα πολύ προσωπικά που αποτελούν άκρως απαραίτητα αντικείμενα για την επιβίωση ή για την άσκηση του επαγγέλματος του καθ’ ού η αίτηση.

Τα μέτρα εκτέλεσης περιλαμβάνουν:

  • ένταλμα κατάσχεσης και πώλησης κινητής ιδιοκτησίας
  • ένταλμα παράδοσης κινητής ιδιοκτησίας (σε περίπτωση που η κινητή ιδιοκτησία ήταν το αντικείμενο της αγωγής, π.χ. σε αγωγή για παράβαση συμβολαίου ενοικιαγοράς, το αντικείμενο της ενοικιαγοράς)
  • ένταλμα κατάσχεσης εις χείρας τρίτου
  • διάταγμα αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις
  • διάταγμα αποκοπής από τις μηνιαίες απολαβές του εξ αποφάσεως οφειλέτη (το οποίο επιδίδεται προς εκτέλεση στον εργοδότη)
  • ένταλμα παράδοσης κατοχής ακίνητης ιδιοκτησίας
  • ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας
  • ένταλμα μεσεγγύησης ακίνητης ιδιοκτησίας (εκδίδεται με αίτηση του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εφ' όσον ικανοποιεί το δικαστήριο ότι σε διάστημα μέχρι 3 χρόνων τα έσοδα από την ακίνητη ιδιοκτησία μπορούν να καλύψουν το εξ αποφάσεως χρέος, τόκους και όλα τα έξοδα)
  • επιβάρυνση ακίνητης ιδιοκτησίας με την εγγραφή επ’ αυτής της δικαστικής απόφασης
  • διαδικασία πτώχευσης
  • διαδικασία διάλυσης εταιρείας

Στην περίπτωση διατάγματος διατροφής, η εκτέλεση περιλαμβάνει και τη δυνατότητα έκδοσης φυλακιστηρίου εντάλματος εναντίον του υπόχρεου διατροφής.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Ο οφειλέτης, όπως και κάθε τρίτο μέρος, υποχρεούται να συμμορφωθεί με την απόφαση που διατάσσει το μέτρο εκτέλεσης. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης αρνείται ή παραλείπει να προβεί στις πράξεις/ενέργειες στις οποίες διατάττεται να προβεί από το διάταγμα που επιβάλλει τα μέτρα εκτέλεσης, δυνατόν να κινηθεί διαδικασία εναντίον του για φυλάκιση λόγω παρακοής διατάγματος δικαστηρίου.

Τράπεζα στην οποία επιδίδεται διάταγμα για κατάσχεση εις χείρας τρίτου  υποχρεούται σε παγοποίηση του σχετικού λογαριασμού, εκτός εάν έχει λόγο να το αμφισβητεί. Στην προκειμένη περίπτωση, θα πρέπει να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου που το εξέδωσε και να καταδείξει λόγο γιατί αυτό δεν πρέπει να ισχύει.

Διάταγμα που δεν αμφισβητείται καθίσταται απόλυτο και έχει ισχύ δικαστικής απόφασης.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα εκτέλεσης ισχύουν για έξι (6) μήνες από την έκδοση τους. Η δικαστική απόφαση στη βάση της οποίας εκδόθηκαν τα μέτρα εκτέλεσης, ισχύει για περίοδο έξι (6) ετών από την ημερομηνίας έκδοσής της. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης εντός της περιόδου αυτής, η απόφαση δύναται να ανανεωθεί από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το Θεσμό 40Δ.8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Αναλόγως της περιπτώσεως υπάρχει η δυνατότητα άσκησης ένδικου μέσου, π.χ. για αναστολή εκτέλεσης, για ακύρωση εγγραφής κ.α.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Για σκοπούς προστασίας του οφειλέτη, προσωπικά αντικείμενα άκρως απαραίτητα για την επιβίωση ή για την άσκηση του επαγγέλματος του δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης.

Επίσης, όταν ο οφειλέτης χρέους είναι κρατική ή δημόσια υπηρεσία εξαιρούνται από την εκτέλεση αντικείμενα και εξοπλισμός που προορίζονται για ουσιώδη και ζωτικής σημασίας, για το κοινωνικό σύνολο, σκοπό, περιλαμβανομένου εξοπλισμού που ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις και στις δυνάμεις ασφαλείας, αντικείμενα καλλιτεχνικής, αρχαιολογικής, πολιτιστικής, θρησκευτικής και ιστορικής σημασίας και συναλλαγματικά αποθέματα.

Περαιτέρω, η εκτέλεση εντάλματος κατάσχεσης και πώλησης κινητής ιδιοκτησίας διενεργείται μεταξύ της ανατολής και της δύσης του ήλιου.

Η ιδιοκτησία που κατασχέθηκε κατά την εκτέλεση (εκτός από χρήματα ή αξιόγραφα) πρέπει να πωλείται μόνο μετά από παρέλευση τουλάχιστον τριών ημερών από την επόμενη της κατάσχεσης, εκτός αν υπόκειται σε φθορά ή αν ζητήσει αυτό γραπτώς ο ιδιοκτήτης διάδικος μέχρι την πώληση η ιδιοκτησία πρέπει να τοποθετείται σε κατάλληλο τόπο ή δύναται να παραμένει υπό τη φύλαξη κατάλληλου προσώπου.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 02/04/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Λεττονία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η αναγκαστική εκτέλεση είναι ένα στάδιο της πολιτικής δικονομίας κατά το οποίο οι δικαστικοί επιμελητές εκτελούν τις αποφάσεις των δικαστηρίων, άλλων οργάνων ή κρατικών λειτουργών σε περίπτωση που ο οφειλέτης (καθ’ ου η εκτέλεση) δεν συμμορφώνεται εκουσίως με την εν λόγω απόφαση μέσα στην προθεσμία που ορίζει η νομοθεσία ή το δικαστήριο.

Βλέπε «Νομικά επαγγέλματα: Λετονία» για τα μέτρα εκτέλεσης που μπορούν να εφαρμόζουν οι δικαστικοί επιμελητές.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Οι δικαστικοί επιμελητές εκτελούν τις αποφάσεις των δικαστηρίων και άλλων οργάνων, και επίσης διεξάγουν τις άλλες δραστηριότητες που ορίζονται στη νομοθεσία.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Οι δικαστικές αποφάσεις είναι εκτελεστές αφότου τεθούν σε ισχύ, εκτός αν η νομοθεσία ή το διατακτικό τους ορίζει ότι θα είναι αμέσως εκτελεστές. Οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν να ξεκινήσουν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης με βάση εκτελεστό τίτλο.

Οι παρακάτω αποφάσεις δικαστηρίων, δικαστών και άλλων οργάνων είναι εκτελεστές σύμφωνα με τη διαδικασία που ισχύει για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων:

  • δικαστικές αποφάσεις και αποφάσεις δικαστών σε αστικές και διοικητικές υποθέσεις
  • δικαστικές αποφάσεις και αποφάσεις ή διατάξεις εισαγγελέα σε ποινικές υποθέσεις στον βαθμό που αφορούν χρηματικές αξιώσεις
  • αποφάσεις δικαστών ή δικαστηρίων σε υποθέσεις διοικητικών παραβάσεων στον βαθμό που αφορούν χρηματικές αξιώσεις
  • δικαστικές αποφάσεις για την επικύρωση συμβιβασμών
  • αποφάσεις μόνιμων διαιτητικών δικαστηρίων
  • αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων ή αλλοδαπών αρμόδιων αρχών και αλλοδαπών διαιτητικών δικαστηρίων στις περιπτώσεις που ορίζονται στη νομοθεσία
  • δικαστικές αποφάσεις για την επιβολή δικονομικών κυρώσεων – χρηματικών ποινών
  • αποφάσεις της επιτροπής εργατικών διαφορών
  • αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών της δημόσιας διοίκησης (στο εξής «η ρυθμιστική αρχή») σε διαφορές ή σε συμβιβασμούς.

Εκτός αν άλλως ορίζει η νομοθεσία, στη διαδικασία εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων υπόκεινται επίσης:

  • οι αποφάσεις των οργάνων και των κρατικών λειτουργών σε υποθέσεις διοικητικών παραβάσεων και παραβάσεων της νομοθεσίας, όταν ορίζεται από τον νόμο
  • οι διοικητικές πράξεις πληρωμής που εκδίδονται από τις αρχές και τους κρατικούς λειτουργούς που έχουν εξουσιοδοτηθεί από το κράτος
  • οι αποφάσεις προσώπων που ασκούν νομικά επαγγέλματα (συμβολαιογράφοι, δικηγόροι, δικαστικοί επιμελητές) για την επαγγελματική τους αμοιβή, την αμοιβή τους για νομική συνδρομή που έχουν παράσχει και την αποζημίωση των δαπανών που αφορούν τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί και τα τέλη χαρτοσήμου
  • οι πράξεις που θεσπίζει το Συμβούλιο, η Επιτροπή ή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το άρθρο 299 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
  • οι συμβολαιογραφικές πράξεις που καταρτίζονται με τη διαδικασία που προβλέπει το μέρος Δ1 του νόμου περί συμβολαιογράφων.

Εκτελεστοί τίτλοι είναι:

  • οι διαταγές εκτέλεσης που εκδίδονται στη βάση απόφασης δικαστηρίου ή δικαστή σε αστικές ή διοικητικές υποθέσεις ή, σε ποινικές υποθέσεις, στη βάση δικαστικής απόφασης με την οποία εγκρίνεται συμβιβασμός, στη βάση απόφασης του μόνιμου διαιτητικού δικαστηρίου, απόφασης επιτροπής εργατικών διαφορών, απόφασης ρυθμιστικής αρχής σε διαφορά ή συμβιβασμό, απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου ή αλλοδαπού διαιτητικού δικαστηρίου, καθώς και στη βάση πράξης που έχει θεσπίσει το Συμβούλιο, η Επιτροπή ή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το άρθρο 299 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
  • οι αποφάσεις των οργάνων και των κρατικών λειτουργών σε υποθέσεις διοικητικών παραβάσεων και παραβάσεων της νομοθεσίας
  • οι δικαστικές αποφάσεις ή οι αποφάσεις δικαστών σε υποθέσεις διοικητικών παραβάσεων
  • τα αποσπάσματα των εισαγγελικών αποφάσεων ή διατάξεων σε ποινικές υποθέσεις στον βαθμό που αφορούν χρηματικές αξιώσεις
  • οι διαταγές εκτέλεσης που εκδίδονται στη βάση διοικητικής πράξης (άρθρο 539 παράγραφος 2 σημείο 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας)
  • οι αποφάσεις δικαστών για μη αμφισβητούμενη αναγκαστική εκτέλεση υποχρεώσεων, αναγκαστική εκτέλεση βάσει διαδικασιών συντηρητικής κατάσχεσης ή εκποίηση ακίνητης περιουσίας σε πλειστηριασμό με δικαστική διαδικασία
  • οι δικαστικές αποφάσεις επιβολής δικονομικών κυρώσεων – χρηματικών ποινών
  • οι πράξεις συμβολαιογράφων, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών
  • οι ευρωπαϊκοί εκτελεστοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί από αλλοδαπό δικαστήριο ή αλλοδαπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
  • τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από αλλοδαπό δικαστήριο ή αλλοδαπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου
  • τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από αλλοδαπό δικαστήριο ή αλλοδαπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου
  • τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από δικαστήριο, περιλαμβανομένων των αλλοδαπών δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
  • οι διαταγές πληρωμής που εκδίδονται από δικαστήριο, περιλαμβανομένων των αλλοδαπών δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
  • οι δικαστικές αποφάσεις που επιτρέπουν στον ενέγγυο πιστωτή να εκποιήσει τη βαρυνόμενη περιουσία του οφειλέτη στις διαδικασίες νομικής προστασίας (άρθρο 37 παράγραφος 2 του νόμου περί αφερεγγυότητας)
  • τα αποσπάσματα των αποφάσεων που εκδίδονται από αλλοδαπό δικαστήριο ή αλλοδαπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου
  • τα αποσπάσματα των δημόσιων εγγράφων που εκδίδονται από αλλοδαπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου
  • οι ενιαίοι τίτλοι που επιτρέπουν την εκτέλεση στο κράτος μέλος που λαμβάνει την αίτηση οι οποίοι εκδίδονται σύμφωνα με το πρότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1189/2011 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2011
  • οι συμβολαιογραφικές πράξεις εκτέλεσης που καταρτίζονται με τη διαδικασία που προβλέπει το μέρος Δ1 του νόμου περί συμβολαιογράφων
  • τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από αλλοδαπό δικαστήριο ή αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 53 ή το άρθρο 60 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις
  • τα αποσπάσματα των αποφάσεων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου για την επιβολή διοικητικού προστίμου σε σχέση με παράβαση σε υπόθεση απόσπασης εργαζομένων που λαμβάνονται μέσω του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI)
  • μέρος A ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού που έχει εκδοθεί από δικαστήριο, περιλαμβανομένων των αλλοδαπών δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

3.1 διαδικασία

Οι δικαστικές και εξωδικαστικές αποφάσεις είναι εκτελεστές αφότου τεθούν σε ισχύ, εκτός αν η νομοθεσία ή το διατακτικό τους ορίζει ότι είναι άμεσα εκτελεστές. Αν οριστεί προθεσμία εκούσιας εκτέλεσης δικαστικής απόφασης και η απόφαση δεν εκτελεστεί, το δικαστήριο εκδίδει διαταγή εκτέλεσης μετά την παρέλευση της προθεσμίας εκούσιας εκτέλεσης. Οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν να ξεκινήσουν διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης με βάση έναν εκτελεστό τίτλο.

Η διαταγή εκτέλεσης εκδίδεται από το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της υπόθεσης κατόπιν αιτήματος του επισπεύδοντος. Για κάθε απόφαση εκδίδεται μία μόνο διαταγή εκτέλεσης. Αν η απόφαση πρέπει να εκτελεστεί σε περισσότερους τόπους, αν η απόφαση είναι αμέσως εκτελεστή όσον αφορά κάποιο τμήμα της ή αν η απόφαση έχει εκδοθεί υπέρ περισσότερων αιτούντων ή κατά περισσότερων καθ’ ων, το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του επισπεύδοντος, εκδίδει περισσότερες διαταγές εκτέλεσης. Σε περίπτωση έκδοσης περισσότερων διαταγών εκτέλεσης, σε καθεμία από τις εν λόγω διαταγές πρέπει να ορίζεται ο ακριβής τόπος της εκτέλεσης ή το τμήμα της απόφασης που πρέπει να εκτελεστεί σύμφωνα με την εκάστοτε διαταγή εκτέλεσης σε περίπτωση υποχρεώσεων εις ολόκληρον, πρέπει να μνημονεύεται ο καθ’ ου κατά του οποίου πρέπει να στραφεί η εκτέλεση βάσει της οικείας διαταγής εκτέλεσης.

Για την κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης απόφασης, η διαταγή εκτέλεσης που χορηγείται στον επισπεύδοντα ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του πρέπει να υποβληθεί σε δικαστικό επιμελητή μαζί με μια αίτηση.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ο νόμος περί δικαστικών επιμελητών και ο κανονισμός του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 202, της 14ης Μαρτίου 2006, με τίτλο «Κανονισμός σχετικά με την τήρηση αρχείων από τους δικαστικούς επιμελητές», διέπουν τα γενικά ζητήματα που αφορούν τη δραστηριότητα και την τήρηση αρχείων από τους δικαστικούς επιμελητές.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Η εφαρμογή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης που ορίζονται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης των αποφάσεων των δικαστηρίων και άλλων οργάνων αποσκοπεί στον περιορισμό των δικαιωμάτων του οφειλέτη προκειμένου να επανέλθει η ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων του προσώπου του οποίου διακυβεύονται τα πολιτικά δικαιώματα ή τα έννομα συμφέροντα και της υποχρέωσης του οφειλέτη να συμμορφωθεί με την απόφαση του δικαστηρίου (ή του άλλου αρμόδιου οργάνου).

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν να επιχειρούν πράξεις εκτέλεσης κατά των κινητών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, περιλαμβανομένων αυτών που βρίσκονται στα χέρια τρίτων και των άυλων περιουσιακών στοιχείων του, κατά των χρηματικών απαιτήσεων που διατηρεί ο οφειλέτης έναντι τρίτων (μισθοί και αντίστοιχες αμοιβές, άλλα εισοδήματα του οφειλέτη, καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα) και κατά των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

Ορισμένα περιουσιακά στοιχεία που ορίζονται στον νόμο και πράγματα που ανήκουν πλήρως ή εν μέρει στον οφειλέτη εξαιρούνται από την εκτέλεση βάσει διαταγής εκτέλεσης (για παράδειγμα, είδη οικοσκευής και οικιακού εξοπλισμού, είδη ένδυσης, τρόφιμα, βιβλία, όργανα και εργαλεία που είναι απαραίτητα στον οφειλέτη για την καθημερινή του εργασία και τον βιοπορισμό του κ.λπ.).

Τα παρακάτω πράγματα που ανήκουν πλήρως ή εν μέρει στον οφειλέτη εξαιρούνται από πράξεις εκτέλεσης βάσει διαταγής εκτέλεσης:

  • η οικοσκευή και ο οικιακός εξοπλισμός, τα είδη ένδυσης που είναι αναγκαία για τον οφειλέτη, τα μέλη της οικογένειάς του και τα εξαρτώμενα από τον οφειλέτη πρόσωπα:
    • τα ενδύματα, υποδήματα και εσώρουχα που είναι αναγκαία για καθημερινή χρήση
    • τα κλινοσκεπάσματα, ρούχα ύπνου και οι πετσέτες
    • τα μαγειρικά και επιτραπέζια σκεύη που είναι αναγκαία για καθημερινή χρήση
    • έπιπλα – ένα κρεβάτι και μία καρέκλα ανά πρόσωπο, καθώς και ένα τραπέζι και μία ντουλάπα ανά οικογένεια
    • όλα τα είδη παιδικής φροντίδας
  • τα τρόφιμα που βρίσκονται στην κατοικία του οφειλέτη, στο μέτρο που είναι αναγκαία για τη διατροφή του ίδιου και των μελών της οικογένειάς του για διάστημα τριών μηνών
  • το ποσό που αντιστοιχεί στον ελάχιστο μηνιαίο μισθό για τον οφειλέτη, κάθε μέλος της οικογένειάς του και κάθε εξαρτώμενο από τον οφειλέτη πρόσωπο, όμως, σε υποθέσεις που αφορούν την είσπραξη υποχρεώσεων διατροφής ανήλικων τέκνων ή απαιτήσεων υπέρ του Ταμείου Εγγύησης Διατροφών, το ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του ελάχιστου μηνιαίου μισθού για τον οφειλέτη, κάθε μέλος της οικογένειάς του και κάθε εξαρτώμενο από τον οφειλέτη πρόσωπο
  • μία αγελάδα ή μία κατσίκα και ένας χοίρος ανά οικογένεια, και η ποσότητα της ζωοτροφής που απαιτείται έως την περίοδο της συγκομιδής νέας ζωοτροφής ή της μεταφοράς των ζώων για βοσκή
  • τα καύσιμα που απαιτούνται για την προετοιμασία του φαγητού για την οικογένεια και τη θέρμανση των κατοικήσιμων χώρων κατά την περίοδο λειτουργίας της θέρμανσης
  • τα βιβλία, τα όργανα και τα εργαλεία που είναι απαραίτητα στον οφειλέτη για την καθημερινή του εργασία και τον βιοπορισμό του
  • τα γεωργικά εφόδια, δηλαδή τα γεωργικά εργαλεία και μηχανήματα, τα ζώα και οι σπόροι που απαιτούνται για το αγρόκτημα, μαζί με την ποσότητα της ζωοτροφής που απαιτείται για τη συντήρηση των ζώων του οικείου αγροκτήματος μέχρι τη νέα συγκομιδή. Με οδηγία του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται τα γεωργικά εργαλεία, ο αριθμός των ζώων και η ποσότητα της ζωοτροφής που θεωρούνται αναγκαία
  • τα κινητά πράγματα που ο Αστικός Κώδικας χαρακτηρίζει προσαρτήματα ακίνητης περιουσίας, ξεχωριστά από την εν λόγω ακίνητη περιουσία
  • οι τόποι λατρείας και τα πράγματα που χρησιμοποιούνται στο τελετουργικό.

Παρομοίως, πράξεις εκτέλεσης δεν μπορούν να διενεργηθούν επί:

  • αποζημίωσης απόλυσης, επιδόματος κηδείας, εφάπαξ επιδόματος στον επιζώντα σύζυγο, κρατικών κοινωνικών παροχών, κρατικού επιδόματος σε παιδί με κοιλιοκάκη, σύνταξης και επιδόματος επιζώντος
  • αποζημίωσης λόγω φθοράς των εργαλείων που ανήκουν σε εργαζόμενο ή άλλης αποζημίωσης σύμφωνα με τους νόμους και τους κανονισμούς που διέπουν τις νόμιμες εργατικές σχέσεις
  • ποσών καταβλητέων σε εργαζόμενο σε συνάρτηση με επίσημα ταξίδια, μεταφορές, και ανάθεση έργου σε άλλο τόπο εργασίας
  • παροχών κοινωνικής πρόνοιας
  • διατροφής τέκνου στο ελάχιστο ποσό διατροφής τέκνου που ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο η οποία, βάσει δικαστικής απόφασης ή απόφασης του Ταμείου Εγγύησης Διατροφών, πρέπει να καταβάλλεται από έναν από τους γονείς, καθώς και επί διατροφής τέκνου καταβλητέας από το Ταμείο Εγγύησης Διατροφών.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Αν επιβληθούν μέτρα εκτέλεσης σε κινητά, ακίνητα ή εισοδήματα του οφειλέτη, αυτός παύει να έχει δικαίωμα να τα διαθέτει ελεύθερα.

Αν δεν υπάρξει συμμόρφωση προς τους όρους ή τις εντολές του δικαστικού επιμελητή, ο δικαστικός επιμελητής καταρτίζει σχετική πράξη και την υποβάλλει στο δικαστήριο για να εκδώσει απόφαση περί ευθύνης. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει χρηματική ποινή στους υπαίτιους διαδίκους – έως 360 ευρώ σε φυσικά πρόσωπα και έως 750 ευρώ σε κρατικούς λειτουργούς. Η δικαστική απόφαση μπορεί να προσβληθεί με παρεμπίπτουσα προσφυγή (blakus sūdzība).

Σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων μπορούν να επιβληθούν ειδικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με τους όρους του δικαστικού επιμελητή.

Αν ο δικαστικός επιμελητής συναντήσει αντίσταση κατά τη διενέργεια της πράξης εκτέλεσης, μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της αστυνομίας.

Αν ο οφειλέτης δεν εμφανιστεί ενώπιον του δικαστικού επιμελητή ενώ έχει κλητευθεί να το πράξει ή αρνηθεί να παράσχει τις εξηγήσεις ή τις από τον νόμο απαιτούμενες πληροφορίες, ο δικαστικός επιμελητής έχει δικαίωμα να θέσει το ζήτημα ενώπιον του δικαστηρίου προκειμένου να εκδοθεί απόφαση για την ευθύνη του εν λόγω προσώπου. Το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει απόφαση που θα διατάζει τον οφειλέτη να εμφανιστεί και να επιβάλει χρηματική ποινή: έως 80 ευρώ σε φυσικά πρόσωπα και έως 360 ευρώ σε κρατικούς λειτουργούς. Η δικαστική απόφαση μπορεί να προσβληθεί με παρεμπίπτουσα προσφυγή (blakus sūdzība).

Αν διαπιστωθεί ότι ο οφειλέτης έχει σκόπιμα παράσχει ψευδείς πληροφορίες, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να αποστείλει κοινοποίηση στον εισαγγελέα.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Εκτελεστός τίτλος μπορεί να υποβληθεί για την έναρξη διαδικασίας εκτέλεσης εντός 10 ετών από την έναρξη ισχύος της απόφασης του δικαστή ή του δικαστηρίου, με την εξαίρεση των περιπτώσεων που η νομοθεσία καθορίζει άλλες προθεσμίες. Αν δικαστική απόφαση διατάζει περιοδικές πληρωμές, ο εκτελεστός τίτλος παραμένει σε ισχύ για όλη την περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας οφείλονται οι πληρωμές και η 10ετής προθεσμία ξεκινά από την ημερομηνία λήξης κάθε πληρωμής.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Η διαδικασία εκτέλεσης κινείται βάσει έγκυρης διαταγής εκτέλεσης που έχει εκδοθεί από δικαστήριο ή άλλο όργανο. Το πρόσωπο που βαρύνεται με υποχρέωση βάσει απόφασης δικαστηρίου ή άλλου οργάνου μπορεί να προσφύγει κατά της απόφασης (να την προσβάλει) στο πλαίσιο της γενικής διαδικασίας που ορίζεται στη νομοθεσία που διέπει την προσβολή των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από δικαστήρια ή άλλα όργανα.

Κατόπιν αίτησης διαδίκου και λαμβανομένης υπόψη της περιουσιακής κατάστασης ή άλλων περιστάσεων των διαδίκων, το δικαστήριο που εκδίκασε την εκάστοτε υπόθεση μπορεί να εκδώσει απόφαση αναβολής της εκτέλεσης της απόφασης, να επιβάλει τμηματική εκτέλεση ή να τροποποιήσει τον τύπο ή τη διαδικασία εκτέλεσης της απόφασης. Κατά της απόφασης με την οποία αναβάλλεται η εκτέλεση της απόφασης, επιβάλλεται τμηματική εκτέλεση της απόφασης ή τροποποιείται ο τύπος ή η διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να ασκηθεί παρεμπίπτουσα προσφυγή (blakus sūdzība) ενώπιον ανώτερου δικαστηρίου εντός προθεσμίας 10 ημερών. Όταν συντρέχουν περιστάσεις που καθιστούν δυσχερή ή αδύνατη την εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης, ο δικαστικός επιμελητής επίσης έχει το δικαίωμα να καταθέσει στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση πρόταση για την αναβολή της εκτέλεσης της απόφασης, την επιβολή τμηματικής εκτέλεσης ή την τροποποίηση του τύπου ή της διαδικασίας εκτέλεσης.

Ο δικαστικός επιμελητής αναβάλλει την εκτέλεση βάσει αίτησης του επισπεύδοντος ή απόφασης δικαστηρίου ή δικαστή για αναβολή των πράξεων εκτέλεσης ή για αναστολή της εκποίησης περιουσιακών στοιχείων, ή βάσει δικαστικής απόφασης για την αναβολή της εκτέλεσης ή την επιβολή τμηματικής εκτέλεσης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Πιστωτής ή οφειλέτης μπορεί να προσφύγει κατά των πράξεων του δικαστικού επιμελητή κατά την εκτέλεση απόφασης ή κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε τέτοιες πράξεις, με την εξαίρεση της περίπτωσης άκυρου πλειστηριασμού, με την κατάθεση αιτιολογημένης προσφυγής στο τοπικό δικαστήριο της περιφέρειας/πόλης [rajona (pilsētas) tiesa] του επίσημου διορισμού του δικαστικού επιμελητή, εντός προθεσμίας 10 ημερών από την ημέρα διενέργειας των προσβαλλόμενων πράξεων ή την ημέρα κατά την οποία οι προσβαλλόμενες πράξεις περιήλθαν σε γνώση του προσφεύγοντος, αν δεν του είχε κοινοποιηθεί ο τόπος και ο χρόνος των προς διενέργεια πράξεων.

Η προσφυγή πρέπει να εξεταστεί σε συζήτηση στο ακροατήριο μέσα σε 15 ημέρες. Η δικάσιμος πρέπει να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη και τον πιστωτή, καθώς και στον δικαστικό επιμελητή. Η μη εμφάνιση των εν λόγω προσώπων δεν εμποδίζει την εξέταση της υπόθεσης.

Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του προσφεύγοντος, ο δικαστής μπορεί να αποφασίσει την αναστολή των πράξεων εκτέλεσης, να απαγορεύσει στον δικαστικό επιμελητή να καταβάλει χρηματικά ποσά ή περιουσιακά στοιχεία στον πιστωτή ή τον οφειλέτη, ή να αναστείλει την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων. Η απόφαση είναι εκτελεστή αμέσως μετά την έκδοσή της.

Η δικαστική απόφαση μπορεί να προσβληθεί με παρεμπίπτουσα προσφυγή (blakus sūdzība).

Σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.tm.gov.lv – δικτυακός τόπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.lzti.lv/ – συμβούλιο δικαστικών επιμελητών της Λετονίας

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://tiesas.lv – δικτυακή πύλη των δικαστηρίων της Λετονίας

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 27/04/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Λιθουανία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Ως εκτέλεση δικαστικής απόφασης νοείται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που επιβάλλει η δικαστική απόφαση στους διαδίκους. Δηλαδή οι διάδικοι, για να εκτελέσουν τη δικαστική απόφαση, πρέπει να προβούν στις ενέργειες που καθορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Ορισμένες δικαστικές αποφάσεις δεν απαιτούν ειδική εκτέλεση: αποφάσεις που αναγνωρίζουν ή αναστέλλουν, τροποποιούν ή συνιστούν έννομη σχέση. Η δικαστική απόφαση μπορεί να εκτελείται είτε καλόπιστα από τους διαδίκους, δηλαδή χωρίς προσφυγή σε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε με εξαναγκασμό. Αν το πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση δεν συμμορφώνεται καλόπιστα με την απόφαση, ο δανειστής που προκάλεσε την έκδοση της δικαστικής απόφασης δικαιούται να καταθέσει αίτηση στο δικαστήριο για την έκδοση εκτελεστού τίτλου και να τον υποβάλει σε δικαστικό επιμελητή.

Οι δικαστικοί επιμελητές αποτελούν πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από το κράτος, τα οποία, κατόπιν αιτήματος του δανειστή, μπορούν να λάβουν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης που δεν εκτελείται καλόπιστα.

Η αναγκαστική εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων διέπεται από το Τμήμα VI («Διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης») του κώδικα πολιτικής δικονομίας της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και από την απόφαση αριθ. 1R-352 του υπουργού Δικαιοσύνης της 27ης Οκτωβρίου 2005 για την έγκριση των οδηγιών σχετικά με την αναγκαστική εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων (στο εξής: οδηγίες). Ειδικοί κανόνες που διέπουν την αναγκαστική εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ενδέχεται να παρατίθενται και σε άλλα νομοθετήματα.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Η αναγκαστική εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων διενεργείται από δικαστικούς επιμελητές.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

Ο εκτελεστός τίτλος που εκδίδεται με βάση δικαστική απόφαση υποβάλλεται σε δικαστικό επιμελητή για αναγκαστική εκτέλεση από πρόσωπο που έχει το εν λόγω δικαίωμα, δηλαδή από τον ενάγοντα ή εκπρόσωπό του. Αν ο εκτελεστός τίτλος υποβληθεί στον δικαστικό επιμελητή από εκπρόσωπο του ενάγοντα, ο νόμος απαιτεί την έκδοση πληρεξουσίου με το οποίο παρέχεται η εντολή στον εκπρόσωπο και καθορίζονται τα δικαιώματα του εκπροσώπου, με τήρηση του τύπου που προβλέπει ο νόμος, δηλαδή του συμβολαιογραφικού τύπου για πληρεξούσια που υποβάλλουν φυσικά πρόσωπα, ενώ το πληρεξούσιο που υποβάλλεται από εκπρόσωπο νομικού προσώπου μπορεί να εγκρίνεται από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου. Αν ο εκτελεστός τίτλος υποβληθεί στον δικαστικό επιμελητή από δικηγόρο ή συνεργάτη δικηγόρου, ο δικηγόρος ή ο συνεργάτης του δικηγόρου πρέπει να προσκομίσει στον δικαστικό επιμελητή και την έγγραφη σύμβαση με τον εντολέα ή άλλο έγγραφο με το οποίο καθορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του δικηγόρου, καθώς και το αντικείμενο της εντολής. Οι εκτελεστοί τίτλοι που αφορούν ανάκτηση χρηματικών ποσών διανέμονται στους δικαστικούς επιμελητές μέσω του πληροφορικού συστήματος δικαστικών επιμελητών σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στις οδηγίες: αναλογικά σε όλους τους δικαστικούς επιμελητές με αρμοδιότητα στη σχετική περιφέρεια, λαμβανομένων υπόψη των κατηγοριών των εκτελεστών τίτλων και των προς ανάκτηση ποσών που καθορίζονται στις οδηγίες, διασφαλίζοντας ότι νέοι εκτελεστοί τίτλοι για ανάκτηση ποσών που στρέφονται κατά του ίδιου οφειλέτη ανατίθενται στον ίδιο δικαστικό επιμελητή που ήδη προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση για την ανάκτηση ποσού από τον εν λόγω οφειλέτη, εκτός αν ο νέος εκτελεστός τίτλος δεν ισχύει στην περιφέρεια αρμοδιότητας του δικαστικού επιμελητή. Εντός τριών εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του εκτελεστού τίτλου ή αμέσως σε περίπτωση επείγουσας αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να εξετάσει ότι δεν προκύπτουν πρόδηλοι λόγοι απόρριψης του εκτελεστού τίτλου και να κινήσει τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ο εκτελεστός τίτλος ενδέχεται να υποβληθεί στον δικαστικό επιμελητή για αναγκαστική εκτέλεση από τον ενάγοντα ή εκπρόσωπό του ή από τη δημόσια αρχή ή τον δημόσιο λειτουργό που εξέδωσε τον εκτελεστό τίτλο. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση του εκτελεστού τίτλου με βάση τον τόπο κατοικίας, τον τόπο εργασίας ή τον τόπο όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Αν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση του εκτελεστού τίτλου στον τόπο της έδρας ή στον τόπο όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη.

Ο εκτελεστός τίτλος πρέπει να υποβάλλεται εντός της προθεσμίας παραγραφής που ισχύει για αιτήματα αναγκαστικής εκτέλεσης. Εκτελεστοί τίτλοι που εκδίδονται με βάση δικαστικές αποφάσεις πρέπει να υποβάλλονται για αναγκαστική εκτέλεση εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος της σχετικής απόφασης. Η προθεσμία υποβολής εκτελεστών τίτλων που εκδίδονται με βάση δικαστικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί άμεσα εκτελεστές αρχίζει από την πρώτη ημέρα μετά την έκδοση της απόφασης.

Η αποδοχή του εκτελεστού τίτλου για αναγκαστική εκτέλεση συντελείται μόλις ο ενάγων καταβάλει τα έξοδα της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης στον δικαστικό επιμελητή. Ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του ενάγοντος, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να παραιτηθεί από την είσπραξη μέρους ή του συνόλου των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης ή να αναβάλει την είσπραξη των εξόδων έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης περιλαμβάνουν τα εξής:

  1. ανάκτηση από τα κεφάλαια και περιουσιακά στοιχεία ή εμπράγματα δικαιώματα του οφειλέτη∙
  2. ανάκτηση από περιουσιακά στοιχεία και χρηματικά ποσά του οφειλέτη που βρίσκονται στην κατοχή τρίτων∙
  3. απαγόρευση σε τρίτους να μεταβιβάζουν χρηματικά ποσά ή περιουσιακά στοιχεία στον οφειλέτη ή να εκπληρώνουν άλλες υποχρεώσεις για λογαριασμό του οφειλέτη∙
  4. κατάσχεση αποδεικτικών εγγράφων που αφορούν δικαιώματα του οφειλέτη∙
  5. ανάκτηση από τη μισθοδοσία, τη σύνταξη, τα επιδόματα ή άλλα εισοδήματα του οφειλέτη∙
  6. κατάσχεση από τα χέρια του οφειλέτη ορισμένων αντικειμένων που αναφέρονται στη δικαστική απόφαση και μεταβίβασή τους στον ενάγοντα∙
  7. διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και χρήση των εσόδων για την ανάκτηση∙
  8. υποχρέωση του οφειλέτη σε ορισμένη πράξη ή παράλειψη∙
  9. συμψηφισμός ανταπαιτήσεων∙
  10. άλλα μέτρα που προβλέπει ο νόμος.

Περισσότερα από ένα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να εφαρμόζονται ταυτόχρονα.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε ανάκτηση:

  • υποθήκες και εξασφαλιστικά δικαιώματα, αν η ανάκτηση γίνεται προς όφελος του ενυπόθηκου δανειστή ή του δικαιούχου του εξασφαλιστικού δικαιώματος∙
  • χρηματικά ποσά, εμπράγματα δικαιώματα, χρεόγραφα, ωρομίσθια, μισθοί, επιδόματα ή άλλα εισοδήματα ή κινητά περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον οφειλέτη∙
  • ακίνητα που ανήκουν στον οφειλέτη∙
  • αγροτεμάχια που ανήκουν στον οφειλέτη, αν η κύρια απασχόληση του οφειλέτη είναι αγροτική∙
  • η κατοικία του οφειλέτη, όπου διαμένει.

Αν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε ανάκτηση:

  • υποθήκες και εξασφαλιστικά δικαιώματα, αν η ανάκτηση γίνεται προς όφελος του ενυπόθηκου δανειστή ή του δικαιούχου του εξασφαλιστικού δικαιώματος∙
  • χρηματικά ποσά, εμπράγματα δικαιώματα, χρεόγραφα, κατεργασμένα προϊόντα και λοιπά ακίνητα και κινητά που δεν χρησιμοποιούνται ή δεν έχουν διαμορφωθεί για άμεση χρήση κατά την παραγωγική διαδικασία, εξαιρούμενων των διοικητικών εγκαταστάσεων∙
  • άλλα περιουσιακά στοιχεία∙
  • ακίνητα που είναι απαραίτητα για την παράγωγή, καθώς και πρώτες ύλες και εφόδια, μηχανήματα, εξοπλισμός και λοιπά κεφαλαιουχικά αγαθά που χρησιμοποιούνται άμεσα στην παραγωγή.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης διαφέρουν ανάλογα με το αν η υποχρέωση που επιβάλλεται με αυτά είναι χρηματική ή όχι και με το αν τα κεφάλαια, το εισόδημα και τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη υπόκεινται σε ανάκτηση ή όχι.

Αν η υποχρέωση που επιβάλλεται με την αναγκαστική εκτέλεση είναι χρηματική και η ανάκτηση στρέφεται κατά κεφαλαίων του οφειλέτη στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων πληρωμών ή ηλεκτρονικού χρήματος, ο δικαστικός επιμελητής αποστέλλει στα εν λόγω ιδρύματα —μέσω του πληροφορικού συστήματος περιορισμών μετρητών— εντολή περιορισμού της χρήσης των κεφαλαίων του οφειλέτη ή εντολή αναγκαστικής χρέωσης των κεφαλαίων του οφειλέτη για την κάλυψη της οφειλής και των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Αν ο δικαστικός επιμελητής διαπιστώσει ότι τα κεφάλαια του οφειλέτη και άλλα περιουσιακά στοιχεία του κατέχονται από τρίτους (ο δικαστικός επιμελητής δικαιούται να συλλέξει τις εν λόγω πληροφορίες, καθώς και πληροφορίες για ενδεχόμενες υποχρεώσεις τρίτων να καταβάλουν στον οφειλέτη τα κεφάλαια ή να μεταβιβάσουν άλλα περιουσιακά στοιχεία στον οφειλέτη), τα εν λόγω κεφάλαια κατάσχονται.

Αν η υποχρέωση που επιβάλλεται με την αναγκαστική εκτέλεση είναι χρηματική και η ανάκτηση στρέφεται κατά του εισοδήματος του οφειλέτη, ο δικαστικός επιμελητής υποβάλλει τον εκτελεστό τίτλο στον εργοδότη του οφειλέτη ή σε άλλο πρόσωπο που καταβάλλει εισόδημα στον οφειλέτη. Αφαιρείται από τον μισθό και τα αντίστοιχα επιδόματα του οφειλέτη ένα πάγιο ποσοστό του εισοδήματός του μέχρι να ανακτηθεί πλήρως το οφειλόμενο ποσό.

Αν η υποχρέωση που επιβάλλεται με την αναγκαστική εκτέλεση είναι χρηματική και η ανάκτηση στρέφεται κατά περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία κατάσχονται και εκποιούνται. Η ανάκτηση δεν μπορεί να στρέφεται κατά περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, αν ο οφειλέτης παρέχει αποδεικτικά στοιχεία στον δικαστικό επιμελητή που αποδεικνύουν ότι το χρηματικό ποσό μπορεί να ανακτηθεί εντός 6 μηνών ή, σε περίπτωση ανάκτησης από τον τελευταίο τόπο κατοικίας του οφειλέτη, εντός 18 μηνών, με παρακράτηση του νόμιμου ποσού από το εισόδημα του οφειλέτη. Η ανάκτηση μπορεί να στρέφεται κατά του τόπου κατοικίας του οφειλέτη μόνο αν το προς ανάκτηση ποσό υπερβαίνει τα 4 000 ευρώ. Κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή μελών της οικογένειάς του, σε περίπτωση έκδοση απόφασης συντηρητικής κατάσχεσης διαμερίσματος ή οικίας με σκοπό την ανάκτηση ανεξόφλητων ποσών από λογαριασμούς παροχής ενέργειας και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και άλλων υπηρεσιών, το δικαστήριο ενδέχεται να αποφασίσει να απαγορεύσει την ανάκτηση από το εν λόγω διαμέρισμα, οικία ή τμήμα αυτών, εφόσον είναι απαραίτητο για την κάλυψη των οικιστικών αναγκών των θιγόμενων προσώπων. Κατά την εξέταση του ανωτέρω αιτήματος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την οικονομική κατάσταση και τα συμφέροντα των τέκνων, των ατόμων με αναπηρία και των μειονεκτούντων ομάδων.

Η συντηρητική κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη αποτελεί προσωρινή απαγόρευση ή περιορισμό της ιδιοκτησίας ή της άσκησης ορισμένης πτυχής του δικαιώματος ιδιοκτησίας (διαχείριση, χρήση ή διάθεση) που επιβάλλεται στα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη.

Η συντηρητική κατάσχεση διενεργείται από δικαστήριο ή δικαστικό επιμελητή.

Το δικαστήριο διενεργεί συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων εκδίδοντας απόφαση που επιβάλλει προσωρινά ασφαλιστικά μέτρα. Τα κεφάλαια που κατάσχονται δεν πρέπει να υπερβαίνουν το ύψος της απαίτησης. Το δικαστήριο μπορεί να ανακαλέσει την εν λόγω απόφαση κατόπιν αιτήματος των θιγόμενων προσώπων ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτεπάγγελτα. Αν το δικαστήριο εξέτασε την υπόθεση και απέρριψε την απαίτηση, τα ασφαλιστικά μέτρα παραμένουν σε ισχύ μέχρι να τεθεί σε ισχύ η απόφαση και αν, αφού το δικαστήριο επέβαλε ασφαλιστικά μέτρα, γίνει δεκτή η απαίτηση, τα ασφαλιστικά μέτρα ισχύουν έως την ολοκλήρωση της εκτέλεσης της απόφασης.

Ο δικαστικός επιμελητής που εκτελεί απόφαση αναγκαστικής εκτέλεσης υπογράφει την εντολή συντηρητικής κατάσχεσης κατά την εκτέλεση της συντηρητικής κατάσχεσης. Ο δικαστικός επιμελητής δύναται να ανακαλέσει εντολή συντηρητικής κατάσχεσης μόνο αν η συντηρητική κατάσχεση έχει διενεργηθεί από τον ίδιο. Η αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη που κατάσχονται από τον δικαστικό επιμελητή δεν πρέπει να υπερβαίνει σημαντικά το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη του προς ανάκτηση ποσού και των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνει την αναγκαστική εκποίηση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη ή σε υπόχρεο εξασφαλιστικού δικαιώματος του οφειλέτη σε πλειστηριασμό μέσω εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην εμπορία ή μετατροπή περιουσιακών στοιχείων, τη μεταβίβαση τους στον ενάγοντα, την πώληση τους σε αγοραστή που προτείνει ο οφειλέτης ή οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ρευστοποίησης που προβλέπει ο νόμος. Ανάλογα με τους λόγους της κατάσχεσης και τον τύπο των θιγόμενων περιουσιακών στοιχείων τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία ρευστοποιούνται από τον δικαστικό επιμελητή, τις δημόσιες φορολογικές αρχές ή από μεσίτες και εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε δημόσιες συναλλαγές χρεογράφων σύμφωνα με την διαδικασία που ορίζει ο νόμος.

Τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και λοιπά περιουσιακά στοιχεία που έχουν καταχωριστεί βάσει νόμου και έχουν αξία που υπερβαίνει τα 2 000 ευρώ, καθώς και άλλα κινητά περιουσιακά στοιχεία με αξία κατά μονάδα που υπερβαίνει τα 30 000 ευρώ ρευστοποιούνται σε πλειστηριασμό. Τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία μπορούν να ρευστοποιηθούν με άλλους τρόπους. Ο πλειστηριασμός για την εκποίηση πραγματοποιείται ηλεκτρονικά.

Ο οφειλέτης δικαιούται να αναζητήσει αγοραστή για τα περιουσιακά στοιχεία που θα εκποιηθούν πριν από την έναρξη του πλειστηριασμού. Αν ο οφειλέτης βρει αγοραστή για τα περιουσιακά στοιχεία, αυτά πωλούνται στον αγοραστή που βρήκε ο οφειλέτης. Τα περιουσιακά στοιχεία μπορούν να πωληθούν στον αγοραστή που βρήκε ο οφειλέτης έναντι ποσού που δεν υπολείπεται της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που αναφέρεται στην απόφαση συντηρητικής κατάσχεσης ή για μικρότερο ποσό, αν αυτό επαρκεί για την πλήρη κάλυψη των οφειλών και των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Η ρευστοποίηση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων εξαλείφει κάθε κατάσχεση που τα αφορά.

Αν έχουν εκδοθεί εκτελεστοί τίτλοι για ανταπαιτήσεις του οφειλέτη και του δανειστή, ο δικαστικός επιμελητής συμψηφίζει τα ποσά σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία. Αν είναι δυνατή η ανάκτηση του συνολικού ποσού μέσω του συμψηφισμού σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία, δεν χρησιμοποιούνται άλλα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Δεν επιτρέπεται συμψηφισμός σε διαδικασίες με αντικείμενο την παροχή διατροφής.

Οι ειδικές απαιτήσεις που ισχύουν για την επιβολή μη χρηματικών υποχρεώσεων καθορίζονται από τον νόμο.

Στο πλαίσιο της εκτέλεσης δικαστικής απόφασης για την μεταβίβαση της επιμέλειας τέκνων, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στις πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης με παρουσία του προσώπου στο οποίο μεταβιβάζεται η επιμέλεια και εκπροσώπου του φορέα προστασίας των δικαιωμάτων των παιδιών. Η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών πρέπει να διασφαλίζεται.

Αν η δικαστική απόφαση επιδικάζει ορισμένα αντικείμενα στον ενάγοντα, ο δικαστικός επιμελητής κατάσχει τα εν λόγω αντικείμενα από τον οφειλέτη και τα αποδίδει στον ενάγοντα.

Μόνο τα πρόσωπα που κατονομάζονται στον εκτελεστό τίτλο επιτρέπεται να μετακομίσουν σε (ή να αποβληθούν από) χώρους κατοικίας σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση. Αν είναι αναγκαίο, μπορεί να ζητηθεί η συνδρομή της αστυνομίας.

Αν η δικαστική απόφαση επιβάλλει στον οφειλέτη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που δεν αφορά απόδοση περιουσιακών στοιχείων ή κεφαλαίων και η εν λόγω απόφαση δεν εκτελείται, ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει σχετική έκθεση. Το έγγραφο διαβιβάζεται στο περιφερειακό δικαστήριο του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης, το οποίο στη συνέχεια διατάσσει την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπει η δικαστική απόφαση (δηλαδή αν ο εναγόμενος δεν συμμορφωθεί με την απόφαση εντός της ταχθείσας προθεσμίας, ο ενάγων δικαιούται να προβεί σε πράξεις ή να λάβει μέτρα για να διασφαλίσει την παύση των πράξεων με έξοδα του εναγομένου και ταυτόχρονα να ανακτήσει τα απαιτούμενα έξοδα από τον εναγόμενο). Αν η δικαστική απόφαση δεν έχει ορίσει κυρώσεις, το δικαστήριο εξετάζει την τροποποίηση της απόφασης με εισαγωγή ρυθμίσεων για την αναγκαστική εκτέλεση αυτής.

Αν ο εναγόμενος μπορεί να εκτελέσει ή να παύσει τις πράξεις που αναφέρονται στη δικαστική απόφαση και δεν συμμορφώνεται με αυτή, μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο σε αυτόν προς όφελος του ενάγοντος και να οριστεί νέα προθεσμία συμμόρφωσης με τη δικαστική απόφαση. Η καταβολή του προστίμου δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη από την υποχρέωση να εκτελέσει ή να παύσει τις πράξεις που αναφέρονται στη δικαστική απόφαση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Εκτελεστοί τίτλοι που εκδίδονται με βάση δικαστικές αποφάσεις πρέπει να υποβάλλονται για αναγκαστική εκτέλεση εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος της σχετικής απόφασης. Η προθεσμία υποβολής εκτελεστών τίτλων που εκδίδονται με βάση δικαστικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί άμεσα εκτελεστές αρχίζει από την πρώτη ημέρα μετά την έκδοση της απόφασης. Εκτελεστοί τίτλοι που αφορούν επαναφορά σε θέση εργασίας μπορούν να υποβληθούν για αναγκαστική εκτέλεση εντός ενός μηνός από την πρώτη ημέρα μετά την έκδοση της απόφασης.

Ανάλογα με τη σχετική απόφαση, εάν η απαίτηση αφορά περιοδικές πληρωμές, οι εκτελεστοί τίτλοι διατηρούνται σε ισχύ για ολόκληρη τη διάρκεια των επιδικασθέντων περιοδικών πληρωμών και η προθεσμία υποβολής τους για αναγκαστική εκτέλεση αρχίζει την εκάστοτε ημερομηνία κατά την οποία κάθε περιοδική πληρωμή καθίσταται ληξιπρόθεσμη.

Ειδικές προθεσμίες ενδέχεται να τάσσονται για την αναγκαστική εκτέλεση αποφάσεων δημόσιων λειτουργών ή δημόσιων αρχών που μπορούν να εκτελεστούν στο πλαίσιο της αναγκαστικής διαδικασίας.

Αν η προθεσμία υποβολής εκτελεστού τίτλου παραταθεί για λόγους που το δικαστήριο θεωρεί σημαντικούς, το δικαστήριο μπορεί να ανανεώσει την παράταση, εκτός από περιπτώσεις που υπόκεινται σε εξαιρέσεις που προβλέπονται από τον νόμο, όπου η προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης που λαμβάνει ο δικαστικός επιμελητής παραμένουν σε ισχύ έως την ανάκλησή τους από τον δικαστικό επιμελητή. Αν αμφισβητείται η νομιμότητα των ενεργειών του δικαστικού επιμελητή και το δικαστήριο κρίνει τη σχετική προσφυγή ως βάσιμη, συνολικά ή μερικά, τα επιβληθέντα μέτρα ή μέρος αυτών μπορούν να ακυρωθούν από το δικαστήριο που εξετάζει την προσφυγή.

Η συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ή άλλα προσωρινά ασφαλιστικά μέτρα που επιβάλλονται από το δικαστήριο παραμένουν σε ισχύ έως την ανάκλησή τους (ή την αντικατάστασή τους από άλλα μέτρα) από το δικαστήριο που τα επέβαλε ή, σε περίπτωση έφεσης, έως την ακύρωσή τους από δικαστήριο ανώτερου βαθμού.

Η ρευστοποίηση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων εξαλείφει κάθε κατάσχεση που τα αφορά.

Πρβλ. επίσης απάντηση στην ερώτηση 3.2.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Προσφυγές κατά των διαδικαστικών πράξεων δικαστικού επιμελητή μπορούν να κατατεθούν το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημέρα κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε γνώση ή όφειλε να έχει λάβει γνώση της εκτέλεσης ή άρνησης εκτέλεσης της επίδικης πράξης και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός 90 ημερών από την εκτέλεση της επίδικης πράξης. Η προσφυγή υποβάλλεται στον δικαστικό επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να εξετάσει την προσφυγή εντός πέντε εργάσιμων ημερών. Αν ο δικαστικός επιμελητής απορρίψει την προσφυγή συνολικά ή μερικά, η προσφυγή, συνοδευόμενη από τη διάταξη του δικαστικού επιμελητή, προωθείται στο περιφερειακό δικαστήριο που είναι αρμόδιο στην περιφέρεια της έδρας του δικαστικού επιμελητή.

Μέτρα που έχουν ληφθεί από το δικαστήριο μπορούν να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν από το ίδιο δικαστήριο ή από δικαστήριο ανώτερου βαθμού σε περίπτωση έφεσης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Πρβλ. επίσης απάντηση στην ερώτηση 3.2.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 11/07/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Λουξεµβούργο

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί εκουσίως με δικαστική απόφαση, ο δανειστής μπορεί να απαιτήσει την εκτέλεσή της. Αυτό αποκαλείται αναγκαστική εκτέλεση.

Για να είναι μια δικαστική απόφαση εκτελεστή, πρέπει να έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο και να έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί νομίμως.

Η εκτελεστότητα αναστέλλεται επί οκτώ ημέρες από την ημερομηνία της απόφασης και/ή με την άσκηση του κατάλληλου ένδικου μέσου, εκτός αν η απόφαση έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή.

Η αναγκαστική εκτέλεση χρησιμοποιείται κατά κανόνα για την ανάκτηση χρηματικών ποσών, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και για την επιχείρηση πράξης.

Όταν ένα πρόσωπο καταδικάζεται σε καταβολή χρημάτων, το μέσο εκτέλεσης ονομάζεται κατάσχεση και αντικείμενό της είναι η περιουσία του οφειλέτη.

Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα, πιο ειδικά μέσα εκτέλεσης: η κατάσχεση στα χέρια τρίτου, η κατάσχεση καρπών, η κατάσχεση προσόδων, η κατάσχεση ακινήτων, η κατάσχεση προς σύσταση ενεχύρου, η συντηρητική κατάσχεση κινητών μετακινούμενου οφειλέτη, η διεκδικητική κατάσχεση, η κατάσχεση μισθών, η κατάσχεση σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, η κατάσχεση αεροσκαφών και η περιγραφική κατάσχεση στο πλαίσιο της προστασίας δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

Οι κατασχέσεις που χρησιμοποιούνται περισσότερο στο Λουξεμβούργο είναι η κατάσχεση στα χέρια τρίτου και η αναγκαστική κατάσχεση.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Οι δικαστικοί επιμελητές είναι οι μόνοι αρμόδιοι για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων που κηρύσσονται εκτελεστές από δικαστήριο του Λουξεμβούργου κατʼ εφαρμογή της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου ή από δικαστήριο άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατʼ εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και για την εκτέλεση συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και είναι εκτελεστές, όπως και άλλων εγγράφων ή εκτελεστών τίτλων.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 3.1 Η διαδικασία

  • Δικαστικές αποφάσεις και έγγραφα που εκδίδονται στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου

Είναι εκτελεστά εντός του Μεγάλου Δουκάτου χωρίς να απαιτείται η συμμόρφωση με ειδικό εκτελεστήριο τύπο (visa) ή επιστολή με την οποία διατάσσεται η εκτέλεση (pareatis), ακόμα και αν η εκτέλεση διενεργείται εκτός της περιφέρειας του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή της περιφέρειας στην οποία εκδόθηκαν τα έγγραφα.

Η παράδοση του εγγράφου ή της απόφασης στον δικαστικό επιμελητή ισοδυναμεί με εξουσιοδότηση του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε οποιαδήποτε μορφή εκτέλεσης εκτός της κατάσχεσης ακινήτων και της προσωπικής κράτησης, για τις οποίες απαιτούνται ειδικές εξουσίες.

  • Αλλοδαπές αποφάσεις που διέπονται από συνθήκη ή νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προβλέπει διαδικασία κήρυξης εκτελεστότητας

Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε κράτος της αλλοδαπής, που είναι εκτελεστές στο εν λόγω κράτος και που, σύμφωνα με τις διατάξεις:

  • της σύμβασης των Βρυξελλών, της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε από τις συμβάσεις προσχώρησης των νέων κρατών μελών σε αυτήν,
  • της σύμβασης του Λουγκάνο, της 16ης Σεπτεμβρίου 1988, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,
  • της σύμβασης της 29ης Ιουλίου 1971 μεταξύ του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Δημοκρατίας της Αυστρίας για την αναγνώριση και την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και των δημοσίων εγγράφων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,
  • της συνθήκης της 24ης Νοεμβρίου 1961 μεταξύ του Βελγίου, των Κάτω Χωρών και του Λουξεμβούργου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την πτώχευση, την ισχύ και την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, διαιτητικών αποφάσεων και δημοσίων εγγράφων, εφόσον ισχύει,
  • ή της σύμβασης της Χάγης, της 2ας Οκτωβρίου 1973, για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σχετικών με τις υποχρεώσεις διατροφής,

πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 680 έως 685 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας του Λουξεμβούργου.

Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είναι εκτελεστές και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γνωστός και ως «αναδιατύπωση του κανονισμού Βρυξέλλες Ι», αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001. Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 συνεχίζει να εφαρμόζεται στις αποφάσεις που εκδίδονται επί αγωγών που έχουν ασκηθεί, στα δημόσια έγγραφα που έχουν εκδοθεί ή καταχωρισθεί επίσημα και στους δικαστικούς συμβιβασμούς που έχουν εγκριθεί ή συναφθεί πριν από την 10η Ιανουαρίου 2015 και που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του.

Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είναι εκτελεστές και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 650/2012 του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεν δεσμεύεται από το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής κατά το κεφάλαιο IV, τμήμα 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους στο Λουξεμβούργο, καθίστανται εκτελεστές όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

Δικαστικές αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις οι οποίες εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι εκτελεστές σ’ αυτό, και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1103 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2016, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της διεθνούς δικαιοδοσίας, του εφαρμοστέου δικαίου και της αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε ζητήματα περιουσιακών σχέσεων των συζύγων και τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1104 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2016, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της διεθνούς δικαιοδοσίας, του εφαρμοστέου δικαίου και της αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε ζητήματα περιουσιακών σχέσεων των καταχωρισμένων συντρόφων, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, κηρύσσονται εκτελεστές όπως προβλέπεται στους ως άνω κανονισμούς (ΕΕ) 2016/1103 και (ΕΕ) 2016/1104.

  • Αλλοδαπές αποφάσεις που διέπονται από ενωσιακή πράξη η οποία προβλέπει την κατάργηση της κήρυξης εκτελεστότητας

Στις 12 Δεκεμβρίου 2012, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, την λεγόμενη αναδιατύπωση του κανονισμού Βρυξέλλες Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού αυτού, απόφαση η οποία έχει εκδοθεί σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται στα υπόλοιπα κράτη μέλη χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικασία (κατάργηση της κήρυξης εκτελεστότητας). Ο κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις 10 Ιανουαρίου 2015 και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται σε αυτόν.

Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεσμεύεται από το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής κατά το κεφάλαιο IV, τμήμα 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής, αναγνωρίζονται στο Λουξεμβούργο χωρίς να πρέπει να εφαρμοσθεί καμία διαδικασία και χωρίς δυνατότητα προσβολής της αναγνώρισής τους.

Οι δικαστικές αποφάσεις σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίες, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, αναγνωρίζονται και εκτελούνται όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

Οι δικαστικές αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι εκτελεστές σ’ αυτό και οι οποίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2007 για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής, όπως έχουν τροποποιηθεί, πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης στο Λουξεμβούργο, αναγνωρίζονται και εκτελούνται όπως προβλέπεται στους εν λόγω κανονισμούς.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Δεν διενεργείται κατάσχεση κινητών ή ακινήτων χωρίς εκτελεστήριο τίτλο ο οποίος εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου και για απαίτηση βεβαία και εκκαθαρισμένη αν η απαίτηση είναι μη χρηματική, κάθε παρεπόμενη της κατάσχεσης ενέργεια αναστέλλεται έως ότου προσδιοριστεί η αξία της απαίτησης.

Οι αποφάσεις με τις οποίες διατάσσεται άρση, εξάλειψη εγγραφής υποθήκης, πληρωμή ή άλλη ενέργεια που πρέπει να διενεργηθεί από τρίτον ή υπʼ ευθύνη του δεν καθίστανται εκτελεστές υπέρ του τρίτου ή έναντι αυτού, ακόμα και μετά την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής ή έφεσης, παρά μόνο με πιστοποιητικό του δικηγόρου του επισπεύδοντος, στο οποίο αναγράφεται η ημερομηνία της επίδοσης της απόφασης στον τόπο κατοικίας του καθʼ ου, και κατόπιν βεβαίωσης του γραμματέα του δικαστηρίου ότι δεν εκκρεμεί ανακοπή ή έφεση κατά της απόφασης.

Αν, σύμφωνα με το πιστοποιητικό, δεν εκκρεμεί ανακοπή ή έφεση, οι μεσεγγυούχοι, οι θεματοφύλακες και όλα τα οικεία πρόσωπα υποχρεούνται να συμμορφωθούν με την απόφαση.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

  • Κατασχετή περιουσία

Αντικείμενο κατάσχεσης μπορούν να αποτελέσουν μόνο τα κινητά και τα ακίνητα του οφειλέτη και όχι τρίτου. Αντιθέτως, δεν έχει σημασία ποιος έχει στην κατοχή του τα πράγματα του οφειλέτη τη στιγμή της κατάσχεσης, είναι επομένως δυνατή η κατάσχεση πραγμάτων στα χέρια τρίτου.

  • Ακατάσχετη περιουσία

Το άρθρο 728 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι, εκτός από τα πράγματα τα οποία είναι ακατάσχετα σύμφωνα με ειδικούς νόμους, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης και τα εξής:

  • αντικείμενα τα οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου, θεωρούνται ακίνητα λόγω προορισμού
  • τα κινητά πράγματα, όπως για παράδειγμα τα κλινοστρώματα, τα ρούχα και τα έπιπλα που είναι απαραίτητα για την τακτοποίησή τους, ένα πλυντήριο ρούχων, τραπέζια και καρέκλες που επιτρέπουν στην οικογένεια να γευματίζει μαζί.

Τα εν λόγω πράγματα είναι ακατάσχετα ανεξάρτητα από την ιδιότητα του δανειστή, ακόμα και αν ο δανειστής είναι το Δημόσιο, με την εξαίρεση ορισμένων απαιτήσεων οι οποίες απαριθμούνται περιοριστικά από τη νομοθεσία.

Για να αποτραπεί η επίσπευση από τον δανειστή της κατάσχεσης όλων των μέσων που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση του οφειλέτη, διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου ορίζει το ποσοστό κατά το οποίο μπορούν να εκχωρηθούν και να κατασχεθούν μισθοί, συντάξεις και πρόσοδοι. Ο νόμος ρυθμίζει την κατάσχεση των προστατευόμενων τακτικών αποδοχών (μισθοί, πρόσοδοι, συντάξεις). Οι εν λόγω τακτικές αποδοχές δεν μπορούν να κατασχεθούν στο σύνολό τους αλλά μόνο μέχρι ένα ορισμένο ανώτατο όριο, το οποίο προσδιορίζεται βάσει κλιμάκων που προβλέπονται από διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου. Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης διατηρεί ένα ελάχιστο εισόδημα, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διαβίωσή του.

  • Οριοθέτηση και παρακατάθεση

Η οριοθέτηση και παρακατάθεση αποσκοπεί στην προστασία του καθʼ ου από τις συνέπειες της συνολικής δέσμευσης της περιουσίας του. Επιτρέπει στον δικαστή να περιορίζει το ύψος των ποσών που κατάσχονται στα χέρια τρίτου.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Από τη στιγμή της κατάσχεσης των πραγμάτων, ο οφειλέτης χάνει το δικαίωμα της διάθεσής τους. Ωστόσο, η κατάσχεση δεν γεννά κανένα δικαίωμα προτίμησης για τον επισπεύδοντα δανειστή. Η απαγόρευση διάθεσης σημαίνει ότι ο οφειλέτης δεν μπορεί να πουλήσει ή να εκποιήσει τα κατασχεθέντα πράγματα, ούτε μπορεί να συστήσει υποθήκη ή ενέχυρο επί αυτών. Τα κατασχεθέντα πράγματα μπορούν να αφαιρεθούν επιτόπου. Ο οφειλέτης παραμένει ιδιοκτήτης των πραγμάτων μέχρι την αναγκαστική πώλησή τους, χωρίς απαραίτητα να διατηρεί στην κατοχή του τα κατασχεθέντα πράγματα. Η κατάσταση δεν μεταβάλλεται στην πράξη αλλά από νομικής πλευράς.

Σε περίπτωση παραβίασης της εν λόγω απαγόρευσης, οι ενέργειες του καθʼ ου δεν είναι δεσμευτικές για τον επισπεύδοντα δανειστή.

Ωστόσο, η απαγόρευση είναι σχετική, καθώς ισχύει μόνο προς όφελος του επισπεύδοντα δανειστή. Οι υπόλοιποι δανειστές θα πρέπει πάντα να προσαρμόζονται στις διακυμάνσεις της περιουσίας του οφειλέτη. Παρ’ όλ’ αυτά, η διαδικασία για να συμμετάσχουν στην ήδη εγκριθείσα κατάσχεση είναι απλή.

Η απαγόρευση είναι το πρώτο στάδιο στη διαδικασία εκποίησης της περιουσίας. Τα πράγματα περνούν στον έλεγχο του δικαστηρίου. Η αναγκαστική κατάσχεση παίζει, ως εκ τούτου, τον ρόλο ενός αρχικού προληπτικού μέτρου.

Σε ό,τι αφορά την κατάσχεση στα χέρια τρίτου, πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτή καταργεί κάθε έλεγχο επί του συνόλου της κατασχεθείσας απαίτησης, ανεξαρτήτως της αξίας της. Ο τρίτος στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση μπορεί ωστόσο να παρακαταθέσει ποσό το οποίο μπορεί να καλύψει το ύψος της απαίτησης (cantonnement).

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Οι εκτελεστοί τίτλοι που εκδίδονται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου δεν υπόκεινται σε χρονικούς περιορισμούς και η ισχύς τους δεν λήγει.

Η άδεια του προέδρου του εμποροδικείου για την επίσπευση συντηρητικής κατάσχεσης παύει να ισχύει αν το ασφαλιστικό μέτρο δεν ληφθεί εντός της προθεσμίας που αναγράφεται στη σχετική απόφαση.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Κατά απόφασης που εκδίδεται από τον πρόεδρο του εμποροδικείου με την οποία εγκρίνεται η συντηρητική κατάσχεση μπορεί να ασκηθεί ανακοπή ή έφεση.

Όσον αφορά την αναγκαστική κατάσχεση, ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει αγωγή δυσχερούς εκτέλεσης ή ανακοπή κατά της πώλησης των κατασχεθέντων.

Τρίτοι δικαιούνται επίσης να ενεργήσουν, δηλαδή να ασκήσουν ανακοπή κατά της πώλησης των κατασχεθέντων, ζητώντας να διαχωριστούν τα εν λόγω πράγματα υπέρ τους.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Σύμφωνα με το άρθρο 590 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο οφειλέτης μπορεί να εμποδίσει την προσωρινή εκτέλεση αν αυτή έχει διαταχθεί για περίπτωση εκτός των προβλεπομένων από τον νόμο. Για τον σκοπό αυτό, ο οφειλέτης μπορεί να προσφύγει στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ώστε αυτό να αποφανθεί σχετικά με άμυνα κατά της προσωρινής εκτέλεσης. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μόνο σε αστικές υποθέσεις, ενώ αποκλείεται σε εμπορικές υποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 647 του εμπορικού κώδικα.

Το άρθρο 703 εδάφιο 2 του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει τη διαδικασία της οριοθέτησης της αξίας των πραγμάτων που υπόκεινται σε κατάσχεση και παρακατάθεσης του σχετικού ποσού (cantonnement). Η οριοθέτηση και παρακατάθεση αποσκοπεί στην προστασία του καθʼ ου από τις συνέπειες της συνολικής δέσμευσης της περιουσίας του. Επιτρέπει στον δικαστή να περιορίζει το ύψος των ποσών που κατάσχονται στα χέρια τρίτου.

Για να αποτραπεί η επίσπευση από τον δανειστή της κατάσχεσης όλων των μέσων που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση του οφειλέτη, διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου ορίζει το ποσοστό κατά το οποίο μπορούν να εκχωρηθούν και να κατασχεθούν μισθοί, συντάξεις και πρόσοδοι. Ο νόμος ρυθμίζει την κατάσχεση των προστατευόμενων τακτικών αποδοχών (μισθοί, πρόσοδοι, συντάξεις). Οι εν λόγω τακτικές αποδοχές δεν μπορούν να κατασχεθούν στο σύνολό τους αλλά μόνο μέχρι ένα ορισμένο ανώτατο όριο, το οποίο προσδιορίζεται βάσει κλιμάκων που προβλέπονται από διάταγμα του Μεγάλου Δουκάτου. Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης διατηρεί ένα ελάχιστο εισόδημα, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διαβίωσή του.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.legilux.lu

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 11/01/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ουγγαρία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η εκτέλεση είναι μια αστική εξωδικαστική διαδικασία διά της οποίας το κράτος προβαίνει στην ικανοποίηση των αξιώσεων που απορρέουν από δικαστικές αποφάσεις, συμβολαιογραφικές πράξεις και λοιπά έγγραφα που ο νόμος ορίζει με την εφαρμογή αναγκαστικών μέτρων.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Η εκτέλεση διατάσσεται και εκτελείται από δικαστήριο, συμβολαιογράφο ή άλλο φορέα ή πρόσωπο, ιδίως δε από τις ακόλουθες οντότητες:

α) από ανεξάρτητο δικαστικό επιμελητή,

β) από υπαγόμενο σε περιφερειακό δικαστήριο δικαστικό επιμελητή,

γ) από ανεξάρτητο αναπληρωτή δικαστικό επιμελητή,

δ) από υπαγόμενο σε περιφερειακό δικαστήριο αναπληρωτή δικαστικό επιμελητή,

ε) από υποψήφιο δικαστικό επιμελητή.

Η διαδικασία του δικαστικού επιμελητή —ως αστική εξωδικαστική διαδικασία— είναι ίδια με εκείνη του δικαστηρίου.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Διαταγή εκτέλεσης μπορεί να εκδοθεί σε περίπτωση που η εκτελεστή απόφαση περιέχει υποχρέωση (καταδίκη), είναι τελεσίδικη ή έχει διαταχθεί η προσωρινή εκτέλεσή της και έχει παρέλθει η προθεσμία συμμόρφωσης.  Βάσει συμβιβασμού εγκεκριμένου από το δικαστήριο, διαταγή εκτέλεσης μπορεί να εκδοθεί ακόμη και αν έχει ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της εγκριτικής απόφασης. Η εν λόγω διάταξη ισχύει επίσης για συμφωνίες που έχουν εγκριθεί από συμβολαιογράφο και που έχουν την ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Διαταγή εκτέλεσης μπορεί επίσης να εκδοθεί βάσει δικαστικής απόφασης εκδοθείσας στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών, ακόμη και σε περίπτωση άσκησης ένδικου μέσου κατά της απόφασης. Διαταγή εκτέλεσης δεν μπορεί να εκδοθεί βάσει διαταγής πληρωμής σε περίπτωση που στη ρήτρα που την καθιστά οριστική αναφέρεται ότι δεν επιτρέπεται εκτέλεση σε σχέση με το αντικείμενο της αξίωσης.

Για την είσπραξη διατροφής ισχύει ειδικός κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο μπορεί να εγκριθεί εκτέλεση για ποσά ληξιπρόθεσμα για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών όταν ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση θεωρεί πιθανό η οφειλή για διατροφή να αποδίδεται σε κακόβουλη συμπεριφορά του οφειλέτη ή εφόσον αιτιολογείται εύλογα η αδυναμία επικύρωσης της αξίωσης. Κατά την εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων, το δικαστήριο εξετάζει επίσης κατά πόσο η εκτέλεση προβλέπεται από τον νόμο, διεθνή σύμβαση, την αρχή της αμοιβαιότητας ή τη νομοθεσία της ΕΕ.

3.1 διαδικασία

Εκτέλεση μπορεί να διαταχθεί μέσω διαταγής εκτέλεσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν πρόκειται για επίσημη απόφαση (αντιθέτως, έχει τη μορφή επιταγής προς εκτέλεση ή ρήτρας εκτέλεσης), ενώ σε άλλες περιπτώσεις έχει τη μορφή διαταγής. Το δικαστήριο ή ο συμβολαιογράφος εκδίδει τη διαταγή εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του διαδίκου που επιδιώκει την εκτέλεση. Η αίτηση για εκτέλεση πρέπει να υποβάλλεται στον προβλεπόμενο αριθμό αντιγράφων και με χρήση του εντύπου διαταγής εκτέλεσης. Σε διαδικασίες διαταγής πληρωμής, η αίτηση μπορεί επίσης να υποβληθεί ηλεκτρονικά. Κατά κανόνα, η αίτηση υποβάλλεται στο δικαστήριο ή τον συμβολαιογράφο που έκρινε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο νόμος LIII του 1994 σχετικά με τη δικαστική εκτέλεση («νόμος περί δικαστικής εκτέλεσης») προβλέπει άλλους κανόνες αναφορικά με την αρμοδιότητα, λ.χ., στην περίπτωση των αλλοδαπών αποφάσεων, την εκτέλεση μπορεί να διατάξει το πρωτοδικείο που βρίσκεται εντός της έδρας του περιφερειακού δικαστηρίου που είναι αρμόδιο βάσει της κατοικίας ή της έδρας του οφειλέτη ή, ελλείψει τέτοιων, του τόπου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία υπόκεινται σε εκτέλεση. Στην περίπτωση της Βουδαπέστης, πρόκειται για το Κεντρικό Πρωτοδικείο της Βούδας (Budai Központi Kerületi Bíróság).

Η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τους διαδίκους, την εκτελεστή απόφαση, την αξίωση προς εκτέλεση και όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη επί των οποίων μπορεί ενδεχομένως να επισπευστεί εκτέλεση.

Το δικαστήριο ή ο συμβολαιογράφος εξετάζει αμέσως την αίτηση —εντός 15 ημερών από την παραλαβή— προκειμένου να αποφασίσει αν η υπόθεση θα πρέπει να παραπεμφθεί, να απορριφθεί χωρίς εξέταση της ουσίας ή (με την εξαίρεση διαδίκων με νομικούς εκπροσώπους) να επιστραφεί με αίτημα για προσκόμιση ελλιπουσών πληροφοριών. Εν συνεχεία, εφαρμόζονται τα ζητούμενα μέτρα. Απόφαση λαμβάνεται εντός 15 ημερών από την παραλαβή της αίτησης ή, σε περίπτωση αιτήματος για προσκόμιση ελλιπουσών πληροφοριών, εντός 15 ημερών από την υποβολή των πληροφοριών. Εάν η αίτηση είναι βάσιμη, εκδίδεται διαταγή εκτέλεσης. Διαφορετικά, η εκτέλεση απορρίπτεται.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Βλ. σημείο 2.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Τα αναγκαστικά μέτρα περιορίζουν τα οικονομικά και προσωπικά δικαιώματα του οφειλέτη. Οικονομικά μέτρα μπορούν να εκτελεστούν από δικαστήριο και από δικαστικό επιμελητή. Μέτρα σε βάρος του προσώπου του οφειλέτη μπορεί να εκτελέσει η αστυνομία βάσει μέτρου δικαστηρίου ή δικαστικού επιμελητή. Τα σημαντικότερα οικονομικά μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης είναι τα εξής:

  • κατάσχεση μισθών και άλλων απολαβών,
  • κατάσχεση και πώληση κινητής περιουσίας,
  • κατάσχεση χρηματικών ποσών υπό τη διαχείριση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος και δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών,
  • κατάσχεση απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι τρίτων,
  • κατάσχεση και πώληση ακινήτων,
  • επιβολή ποινών και προστίμων.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Σε εκτέλεση υπόκεινται τα εξής:

  • ο μισθός, η σύνταξη ή άλλες απολαβές του οφειλέτη (με ορισμένες εξαιρέσεις),
  • χρηματικά ποσά που βρίσκονται υπό τη διαχείριση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος (ο νόμος προβλέπει απαλλαγή από την εκτέλεση έως ορισμένο ποσό για τα φυσικά πρόσωπα),
  • κινητή περιουσία (ωστόσο, ο νόμος δεν επιτρέπει την κατάσχεση βασικών αγαθών, λ.χ. βασικών ειδών ρουχισμού, της επίπλωσης του σπιτιού που αντιστοιχεί στον αριθμό των μελών της οικογένειας του οφειλέτη, απαραίτητων φαρμάκων λόγω ασθένειας του οφειλέτη κλπ.),
  • αξιώσεις του οφειλέτη έναντι τρίτων ή μετοχές / εταιρικά μερίδια του οφειλέτη,
  • ακίνητα, ανεξάρτητα από τη φύση τους, τη χρήση, τα δικαιώματα και τα βάρη, και τα στοιχεία των ακινήτων που έχουν καταχωριστεί στο κτηματολόγιο (πάντως, εξαιρούνται της εκτέλεσης τα ακίνητα που δεν θεωρείται ότι ανήκουν στην περιουσία του οφειλέτη κατά τη διαδικασία της ρευστοποίησης).

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τα μέτρα εκτέλεσης περιορίζουν ουσιαστικά το δικαίωμα του οφειλέτη να διαθέτει τα περιουσιακά του στοιχεία.

Όταν υποβάλλεται σε εκτέλεση κινητή περιουσία ή τραπεζικός λογαριασμός, το δικαίωμα του οφειλέτη να διαθέτει τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία αποσβένεται. Εάν η κατασχεθείσα κινητή περιουσία τεθεί υπό μεσεγγύηση, αφαιρείται επίσης από την κατοχή του οφειλέτη. Εάν κατασχεθεί ακίνητη περιουσία, ο οφειλέτης μπορεί να διαθέσει και να πωλήσει την εν λόγω περιουσία, η οποία όμως θα βαρύνεται με το δικαίωμα εκτέλεσης.

Εάν ο οφειλέτης ή άλλο πρόσωπο προβάλει αντίσταση κατά την εκτέλεση, ο επιμελητής απευθύνεται στην αστυνομία, η οποία μπορεί να εφαρμόσει μέτρα καταναγκασμού κατά του εν λόγω προσώπου ώστε να κάμψει την αντίσταση.

Οποιοδήποτε πρόσωπο εμποδίζει τις διαδικασίες εκτέλεσης εκ μέρους του δικαστικού επιμελητή (βιαίως), μπορεί να διωχθεί ποινικά. Ποινική ευθύνη επισύρει και η αφαίρεση κατασχεθέντος αντικειμένου από την εκτέλεση ή η αφαίρεση της σφραγίδας που τίθεται κατά την εκτέλεση ή η διάρρηξη του κλειδωμένου χώρου που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση αντικειμένου που έχει κατασχεθεί, κλειδωθεί ή τεθεί υπό μεσεγγύηση (αδίκημα της διάρρηξης σφραγίδας).

Το δικαστήριο επιβάλλει πρόστιμο στον οφειλέτη ή το πρόσωπο ή οργανισμό που υποχρεούται να συμμετάσχει στη διαδικασία εκτέλεσης και δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της εκτέλεσης, όπως αυτές ορίζονται από τον νόμο, ή επιδεικνύει συμπεριφορά που παρεμποδίζει τα μέτρα εκτέλεσης.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα παραμένουν σε ισχύ έως ότου η εκτέλεση αποβεί επιτυχής ή τα μέτρα αρθούν με πράξη δικαστικού επιμελητή ή δικαστηρίου ή βάσει του νόμου. Μέτρα εκτέλεσης μπορούν να εφαρμοστούν εντός της προθεσμίας παραγραφής που προβλέπεται από το αστικό δίκαιο (γενικά 5 έτη), αρχής γενομένης από την έκδοση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Δεν μπορεί να διαταχθεί εκτέλεση βάσει αίτησης που υποβλήθηκε μετά την εκπνοή της προθεσμίας παραγραφής, ενώ δεν είναι δυνατή η επανέναρξη παλαιότερων διαδικασιών εκτέλεσης. Όπως και στην περίπτωση των δικαστικών διαδικασιών που κινούνται με σκοπό τη διεκδίκηση αξίωσης, η προθεσμία παραγραφής διακόπτεται από πράξεις εκτέλεσης, μετά το πέρας των οποίων η προθεσμία παραγραφής αρχίζει εκ νέου.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

α) Ανάκληση της επιταγής προς εκτέλεση και διαγραφή της ρήτρας εκτέλεσης. Εάν το δικαστήριο διατάξει εκτέλεση με την έκδοση επιταγής προς εκτέλεση ή ρήτρας εκτέλεσης, η επιταγή μπορεί να ανακληθεί και η ρήτρα μπορεί να διαγραφεί κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου, εάν κριθεί ότι κακώς εκδόθηκε η διαταγή εκτέλεσης. Ο οφειλέτης ή ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση δύναται να υποβάλει αίτηση για την ανάκληση της επιταγής προς εκτέλεση ή τη διαγραφή της ρήτρας εκτέλεσης, ενώ το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει σχετική διαταγή και αυτεπαγγέλτως. Η αίτηση υποβάλλεται στο δικαστήριο ή τον συμβολαιογράφο που διέταξε την εκτέλεση. Δεν προβλέπεται προθεσμία για την υποβολή της αίτησης μπορεί να υποβληθεί ανά πάσα στιγμή. Εάν η αίτηση γίνει δεκτή, διατάσσεται η ανάκληση της επιταγής προς εκτέλεση ή τη διαγραφή της ρήτρας εκτέλεσης η σχετική απόφαση υπόκειται σε έφεση.

β) Έφεση κατά της διαταγής εκτέλεσης. Ο οφειλέτης ή ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης που διατάσσει την εκτέλεση. Η έφεση υποβάλλεται στο δικαστήριο που διέταξε την εκτέλεση αλλά απευθύνεται στο εφετείο. Το εφετείο έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει την έφεση. Εάν η διαταγή εκτέλεσης που εξέδωσε το δικαστήριο κριθεί ορθή, το εφετείο την επικυρώνει σε διαφορετική περίπτωση, την τροποποιεί. Σε περίπτωση παραβίασης δικονομικών κανόνων, το εφετείο ακυρώνει τη διαταγή εκτέλεσης και καλεί το δικαστήριο που την εξέδωσε να εκδώσει νέα απόφαση.

γ) Έφεση κατά απόφασης που απορρίπτει την έκδοση διαταγής εκτέλεσης. Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση μπορεί να ασκήσει έφεση κατά απόφασης που απορρίπτει την έκδοση διαταγής εκτέλεσης. Η έφεση υποβάλλεται στο δικαστήριο ή στον συμβολαιογράφο που εξέδωσε την απόφαση σχετικά με την εκτέλεση αλλά απευθύνεται στο εφετείο. Το εφετείο έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει την έφεση. Εάν η απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την εκτέλεση κριθεί ορθή, το εφετείο την επικυρώνει, ενώ, σε διαφορετική περίπτωση, την τροποποιεί. Σε περίπτωση παραβίασης δικονομικών κανόνων, το εφετείο ακυρώνει την απόφαση και καλεί το δικαστήριο ή τον συμβολαιογράφο που την εξέδωσε να εκδώσει νέα απόφαση.

δ) Μετά την έκδοση της διαταγής εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής λαμβάνει μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης με ανεξαρτησία, χωρίς να απαιτείται άδεια του δικαστηρίου. Για την προσβολή των μέτρων του δικαστικού επιμελητή, προβλέπεται ειδικό ένδικο βοήθημα, το οποίο ονομάζεται ανακοπή κατά της εκτέλεσης. Ανακοπή κατά της εκτέλεσης μπορεί να ασκηθεί από τον οφειλέτη, τον διάδικο που επιδιώκει την εκτέλεση ή τρίτο ενδιαφερόμενο. Εάν το δικαστήριο κάνει δεκτή την ανακοπή, ακυρώνει τα παράνομα μέτρα του δικαστικού επιμελητή ή, στην περίπτωση παράλειψης εκ μέρους του δικαστικού επιμελητή, διατάσσει τον δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει το μέτρο. Σε αντίθετη περίπτωση, απορρίπτει την ανακοπή. Η ανακοπή πρέπει να υποβληθεί στον δικαστικό επιμελητή.

ε) Πέραν των προαναφερθέντων μέσων έννομης προστασίας, η εκτέλεση μπορεί επίσης να περατωθεί. Το δικαστήριο εκδίδει διαταγή περάτωσης της εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του διαδίκου που επιδιώκει την εκτέλεση, υπό την προϋπόθεση ότι η περάτωση δεν παραβιάζει δικαιώματα τρίτων ή ότι δεν άλλως από τον νόμο. Η εκτέλεση περατώνεται επίσης αν, π.χ., ο οφειλέτης εκπληρώσει την υποχρέωση. Το δικαστήριο εκδίδει διαταγή περάτωσης της εκτέλεσης και αν αποδειχτεί βάσει δημόσιων εγγράφων ότι η εκτελεστή απόφαση έχει ανατραπεί από τελεσίδικη απόφαση.

στ) Στη διαδικασία εκτέλεσης είναι επίσης δυνατό να κινηθεί δίκη περί την εκτέλεση από τρίτο ο οποίος, βάσει δικαιώματος κυριότητας ή άλλου δικαιώματος που αποτρέπει την πώληση στο πλαίσιο της εκτέλεσης, προβάλλει αξίωση επί περιουσιακού στοιχείου που έχει κατασχεθεί στο πλαίσιο της εκτέλεσης, με αίτημα την αποδέσμευση του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου. Εάν το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση, αποδεσμεύει το σχετικό περιουσιακό στοιχείο από την κατάσχεση.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Αναστολή της εκτέλεσης:

Το δικαστήριο που έχει διατάξει την εκτέλεση μπορεί —σε εξαιρετικές περιπτώσεις— να αποφασίσει την αναστολή της εκτέλεσης, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη, εφόσον ο οφειλέτης αποδείξει ότι συντρέχουν οι νόμιμες περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή και εφόσον δεν έχει προηγουμένως επιβληθεί πρόστιμο στον οφειλέτη στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης.

Εάν είναι αναγκαίο, κατά τη λήψη της απόφασης σχετικά με την αναστολή, το δικαστήριο μπορεί να καλέσει τους διαδίκους σε ακρόαση.

Το δικαστήριο θεωρεί ως νόμιμες περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή ιδίως: τον αριθμό των προσώπων που ο οφειλέτης υποχρεούται να συντηρεί και τον αριθμό των πραγματικά συντηρούνται από τον οφειλέτη, την ύπαρξη μακροχρόνιας ή σοβαρής ασθένειας του οφειλέτη ή των εξαρτώμενων από τον οφειλέτη προσώπων, και την επέλευση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης φυσικών καταστροφών που έθιξαν τον οφειλέτη.

Εάν στην εκτέλεση υπόκεινται ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, αναστολή μπορεί να αποφασιστεί μία φορά κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη και για διάστημα όχι μεγαλύτερο των 6 μηνών.

Πληρωμή σε δόσεις:

Με την εξαίρεση των φορολογικών οφειλών και των δημόσιων χρεών που εισπράττονται ως φόροι, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ορίσει, κατόπιν αιτήματος οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, τις προϋποθέσεις για την πληρωμή χρέους σε δόσεις, εφόσον πρώτα ο δικαστικός επιμελητής έχει λάβει μέτρα για τον εντοπισμό και την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και ο οφειλέτης έχει ήδη καταβάλει μέρος της εκτελεστής αξίωσης. Ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνει τον οφειλέτη που δεν διαθέτει περιουσιακά στοιχεία που να υπόκεινται σε εκτέλεση σχετικά με τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις της πληρωμής σε δόσεις.

Ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση σχετικά με την κατάρτιση και το περιεχόμενο προγράμματος πληρωμής σε δόσεις και την αποστέλλει στους διαδίκους. Εντός 15 ημερών από την παραλαβή της έκθεσης, ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση μπορεί να ενημερώσει τον δικαστικό επιμελητή εγγράφως ότι δεν συμφωνεί με το περιεχόμενο του προγράμματος πληρωμής σε δόσεις, να κάνει συστάσεις σχετικά με το περιεχόμενο του προγράμματος και το ποσό των δόσεων, και να ζητήσει να παράσχει ο οφειλέτης εγγύηση για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Βάσει της δήλωσης του διαδίκου που επιδιώκει την εκτέλεση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να τροποποιήσει τους όρους του προγράμματος πληρωμής σε δόσεις ως ακολούθως:

α) ο δικαστικός επιμελητής θα αποσύρει το πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις αν ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση διαφωνεί με τις δόσεις που προβλέπονται για διατροφή, μισθούς ή παρόμοιες απαιτήσεις, αν ιδιώτης που επιδιώκει εκτέλεση δηλώσει ότι οι πόροι διαβίωσής του απειλούνται από το πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις, ή αν ο ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση αποτελεί οικονομικό φορέα σε βάρος του οποίου έχει κινηθεί διαδικασία πτώχευσης, εκκαθάρισης ή εκτέλεσης,

β) στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από το σημείο α), υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής προγράμματος πληρωμής σε δόσεις για μέγιστο χρονικό διάστημα 1 έτους όταν την εκτέλεση επιδιώκουν νομικά πρόσωπα και ενώσεις χωρίς νομική προσωπικότητα, και 6 μηνών όταν την εκτέλεση επιδιώκουν φυσικά πρόσωπα,

γ) ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ζητήσει την πραγματοποίηση, επιπρόσθετα στο πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις, καταβολών σε αναλογία προς το ποσό της αξίωσης, αν υπάρχει σχετικό αίτημα στη δήλωση του διαδίκου που επιδιώκει την εκτέλεση.

Ο δικαστικός επιμελητής παρέχει στον οφειλέτη πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις διάρκειας έως και έξι μηνών, με ισόποσες μηνιαίες πληρωμές, εφόσον έχουν ληφθεί μέτρα εκτέλεσης κατά των κεφαλαίων του οφειλέτη που τηρούνται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, των μισθών του και των κινητών περιουσιακών στοιχείων του, αλλά δεν έχει ακόμη εισπραχθεί το συνολικό ποσό της οφειλής, και

α) δεν έχει παρασχεθεί προηγουμένως πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις,

β) βρίσκεται σε εξέλιξη εκτέλεση κατά του οφειλέτη για χρηματική απαίτηση που δεν υπερβαίνει τις 500 000 HUF ή εκτέλεση κατά του οφειλέτη για χρηματική απαίτηση που δεν υπερβαίνει το 1 000 000 HUF αλλά έχει επίσης εγγραφεί βάρος στο κτηματολόγιο επί της κατοικίας του οφειλέτη ως εγγύηση για άλλη απαίτηση, και

γ) η κατοικία του οφειλέτη θα έπρεπε να δημοπρατηθεί για να εισπραχθεί η απαίτηση.

Η συγκατάθεση του διαδίκου που επιδιώκει την εκτέλεση στο πρόγραμμα πληρωμής σε δόσεις δεν είναι απαραίτητη η έκθεση σχετικά με την κατάρτιση του προγράμματος πληρωμής σε δόσεις πρέπει να διαβιβαστεί και στον διάδικο που επιδιώκει την εκτέλεση.

Τα ποσά που αφαιρούνται από τον οφειλέτη μέσω κατάσχεσης πρέπει να περιλαμβάνονται στον υπολογισμό του ποσού που διακανονίζεται από τον οφειλέτη.

Η εκτιμώμενη αξία της κατοικίας και η πρώτη δημοπράτησή του μπορούν να καθοριστούν μόνο σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν καταβάλλει τις δόσεις (άρθρα 52/A - 52/B του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος εκτέλεσης:

Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος εκτέλεσης συμπληρώνεται ταυτόχρονα με αυτήν της εκτελεστής αξίωσης. Η συμπλήρωση της προθεσμίας παραγραφής που αφορά το δικαίωμα εκτέλεσης λαμβάνεται γενικά υπόψη κατόπιν αιτήματος μπορεί να ληφθεί υπόψη αυτεπάγγελτα αν η παραγραφή της αξίωσης στην οποία βασίζεται πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη αυτεπάγγελτα. Εάν η συμπλήρωση της προθεσμίας παραγραφής που αφορά το δικαίωμα εκτέλεσης πρέπει, βάσει των προαναφερθέντων, να ληφθεί υπόψη, δεν μπορεί να διαταχθεί εκτέλεση βάσει αίτησης που υποβλήθηκε μετά τη συμπλήρωση της προθεσμίας παραγραφής, ενώ διαδικασίες εκτέλεσης που έχουν ήδη διαταχθεί δεν μπορούν να συνεχιστούν. Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος εκτέλεσης διακόπτεται από κάθε πράξη εκτέλεσης.

Περιορισμοί:

Το ποσό βάσει του οποίου υπολογίζονται οι κρατήσεις από μισθούς στο πλαίσιο διαδικασίας εκτέλεσης είναι το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των φόρων (προκαταβολή φόρων), των εισφορών ασφάλισης υγείας και των συνταξιοδοτικών εισφορών, των εισφορών συμμετοχής σε ιδιωτικό ασφαλιστικό ταμείο και των λοιπών εισφορών που κρατούνται βάσει ειδικών νόμων. Κατά κανόνα, δεν μπορεί να γίνει παρακράτηση ποσοστού άνω του 33 % ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, του 50 % του εν λόγω ποσού.

Από την εκτέλεση εξαιρείται το τμήμα του μηνιαίου μισθού που αντιστοιχεί στην ελάχιστη σύνταξη γήρατος. Ωστόσο, η εν λόγω εξαίρεση δεν ισχύει στην περίπτωση εκτέλεσης για την είσπραξη διατροφής τέκνου και του κόστους τοκετού.

Από τον μισθό που καταβάλλεται από τον εργοδότη βάσει της σχέσης απασχόλησης μπορεί να παρακρατηθεί ποσοστό έως 33 %.

Η παρακράτηση μπορεί να αυξηθεί σε ποσοστό έως και 50 % του μισθού του εργαζομένου για αξιώσεις που αφορούν τα εξής:

α) διατροφή,

β) αξιώσεις για μισθούς εργαζομένων κατά του οφειλέτη,

γ) μισθούς και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που εισπράχθηκαν παρανόμως (άρθρο 65 παράγραφος 2 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Ποσοστό έως και 33 % μπορεί να παρακρατηθεί από τις συνταξιοδοτικές παροχές κοινωνικής ασφάλισης, τις παροχές πρόωρης συνταξιοδότησης, τις παροχές προϋπηρεσίας, τις προσόδους χορευτών μπαλέτου και το προσωρινό επίδομα ανθρακωρύχου (από κοινού, «συνταξιοδοτικές παροχές») του οφειλέτη (άρθρο 67 παράγραφος 1 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Η παρακράτηση μπορεί να αυξηθεί σε ποσοστό έως και 50 % των συνταξιοδοτικών παροχών για αξιώσεις που αφορούν τα εξής:

α) διατροφή τέκνου,

β) συνταξιοδοτικές παροχές που λήφθηκαν παρανόμως (άρθρο 67 παράγραφος 2 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Ποσοστό έως 33 % μπορεί να παρακρατηθεί από τα επιδόματα αιτούντων εργασία (επιδόματα ανεργίας, προσυνταξιοδοτικά επιδόματα ανεργίας, παροχές αντιστάθμισης δραστηριότητας) για αξιώσεις που αφορούν τα εξής:

α) διατροφή,

β) επιδόματα ανεργίας που λήφθηκαν παρανόμως,

γ) παροχές σε χρήμα που παρέχονται στα πρόσωπα σε ηλικία εργασίας οι οποίες λήφθηκαν παρανόμως.

Από την κατάσχεση εξαιρούνται τα εξής:

- το εθνικό επίδομα πρόνοιας, οι παροχές σε χρήμα για τα θύματα πολέμου και οι ισόβιες πρόσοδοι βάσει του νόμου περί αποζημίωσης όσων απώλεσαν τη ζωή ή την ελευθερία τους για πολιτικούς λόγους,

- η δημοτική οικονομική στήριξη, η έκτακτη δημοτική οικονομική στήριξη, οι παροχές σε χρήμα που παρέχονται στα πρόσωπα σε ηλικία εργασίας, οι παροχές γήρατος, οι εισοδηματικές αποζημιώσεις για τους ανέργους και το επίδομα πρόνοιας,

- τα επιδόματα μητρότητας,

- τα επιδόματα αναπηρίας και τα προσωπικά επιδόματα για τους τυφλούς,

- το μισθολογικό συμπλήρωμα λόγω βλάβης στην υγεία, το προσωρινό μισθολογικό συμπλήρωμα, το εισοδηματικό συμπλήρωμα, το προσωρινό εισοδηματικό συμπλήρωμα και το επίδομα ανθρακωρύχου λόγω βλάβης στην υγεία,

- οι προβλεπόμενες από τον νόμο διατροφές, συμπεριλαμβανομένων των διατροφών τέκνου που καθορίζονται από δικαστήριο, και τα χρηματικά επιδόματα προστασίας ανηλίκων βάσει του νόμου περί προστασίας του παιδιού και διαχείρισης της κηδεμονίας,

- τα επιδόματα εκπαίδευσης, και το ειδικό επίδομα στήριξης και οικογενειακό επίδομα που καταβάλλεται σε θετούς γονείς και αποσκοπεί στη στήριξη παιδιών που τοποθετούνται προσωρινά ή μόνιμα σε υποδομή μέριμνας ή νεαρών ενηλίκων που έχουν φύγει από υποδομή μέριμνας,

- οι υποτροφίες, με την εξαίρεση των υποτροφιών σε μορφή μισθού για επιστημονική επιμόρφωση,

- οι αποζημιώσεις για τοποθέτηση, θητεία στην αλλοδαπή και έξοδα μετακίνησης στην εργασία,

- τα ποσά που χορηγούνται για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών,

- τα επιδόματα αναπηρίας (άρθρο 74 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Ως προς τα χρηματικά ποσά που βρίσκονται υπό τη διαχείριση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και οφείλονται σε φυσικό πρόσωπο, σε εκτέλεση χωρίς περιορισμό υπόκειται το ποσό που υπερβαίνει κατά τέσσερις φορές την ελάχιστη σύνταξη γήρατος για το ποσό κάτω από το εν λόγω όριο, σε εκτέλεση υπόκειται το 50 % του ποσού μεταξύ της ελάχιστης σύνταξη γήρατος και του τετραπλάσιου της ελάχιστης σύνταξης γήρατος (άρθρο 79/A παράγραφος 2 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Περιουσιακά στοιχεία τα οποία εξαιρούνται βάσει του νόμου από την εκτέλεση δεν μπορούν να κατασχεθούν ακόμη και με συγκατάθεση του οφειλέτη.

Από την εκτέλεση εξαιρούνται τα ακόλουθα κινητά περιουσιακά στοιχεία:

- περιουσιακά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εργασία του οφειλέτη, ιδίως απαραίτητα εργαλεία, όργανα, τεχνικός, στρατιωτικός και λοιπός εξοπλισμός, στολές, όπλα για αυτοάμυνα, και μέσα μεταφοράς (εξαιρουμένων των οχημάτων),

- απαραίτητος εξοπλισμός για τακτικές σπουδές, ιδίως εγχειρίδια, σχολικά είδη και μουσικά όργανα,

- απαραίτητος ρουχισμός: 3 εξωτερικά ενδύματα, 1 χειμερινό πανωφόρι, 1 πανωφόρι, 3 ζεύγη παπουτσιών,

- απαραίτητα κλινοσκεπάσματα: 1 σετ με 2 σεντόνια κατ’ άτομο,

- επίπλωση που αντιστοιχεί στον αριθμό των μελών του νοικοκυριού του οφειλέτη: έως 3 τραπέζια και 3 ντουλάπες ή παρόμοια έπιπλα, συν 1 κρεβάτι ή αντίστοιχο έπιπλο και 1 καρέκλα ή αντίστοιχο έπιπλο κατ’ άτομο,

- απαραίτητος εξοπλισμός θέρμανσης και φωτισμού,

- απαραίτητος εξοπλισμός κουζίνας και οικιακός εξοπλισμός για το νοικοκυριό του οφειλέτη, και 1 ψυγείο ή καταψύκτης και 1 πλυντήριο ρούχων,

- βραβεία (διακρίσεις, μετάλλια, σήματα, πλακέτες) που έχουν απονεμηθεί στον οφειλέτη, εφόσον αυτό πιστοποιείται με έγγραφα,

- φάρμακα και ιατρικός και τεχνικός εξοπλισμός απαραίτητος λόγω ασθένειας ή σωματικής αναπηρίας του οφειλέτη, και το όχημα οφειλέτη με μειωμένη κινητικότητα,

- αντικείμενα τα οποία χρησιμοποιούνται από ανηλίκους στο νοικοκυριό του οφειλέτη και τα οποία προορίζονται για παιδιά,

- τρόφιμα για 1 μήνα και καύσιμα θέρμανσης για 3 μήνες, σύμφωνα με τις ανάγκες του οφειλέτη και του νοικοκυριού του,

- ηρτημένες εσοδείες, καλλιέργειες και καρποί που δεν έχουν συγκομιστεί,

- αντικείμενα που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν μέρος της περιουσίας του οφειλέτη κατά τη διαδικασία ρευστοποίησης,

- τα πολιτιστικά αγαθά που αναγράφονται στο πιστοποιητικό που προβλέπεται από τον νόμο περί ειδικής προστασίας δανειζόμενων πολιτιστικών αγαθών, κατά τη διάρκεια της ειδικής προστασίας (άρθρο 90 παράγραφος 1 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Όταν κατάσχεται όχημα που είναι απαραίτητο για την εκτέλεση της εργασίας οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο —εκτός αν το όχημα τεθεί υπό μεσεγγύηση—, αρκεί η κατάσχεση της άδειας κυκλοφορίας, η οποία αποστέλλεται, συνοδευόμενη από αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, στην αρμόδια αρχή μεταφορών ή, αν η εν λόγω αρχή δεν μπορεί να προσδιοριστεί, στην αρχή που καταχώρισε το όχημα. Ο οφειλέτης δύναται να χρησιμοποιεί το όχημα έως ότου αυτό πωληθεί, εκτός αν το όχημα τεθεί υπό μεσεγγύηση.

Εάν η εκτιμώμενη αξία του οχήματος είναι χαμηλότερη από το ποσό που προσδιορίζεται στην απόφαση που έχει εκδώσει ο Υπουργός Δικαιοσύνης σε συμφωνία με τον αρμόδιο για τη φορολογική πολιτική υπουργό, το όχημα εξαιρείται από την εκτέλεση.

Ανάκληση της επιταγής προς εκτέλεση και διαγραφή της ρήτρας εκτέλεσης:

Εάν το δικαστήριο έχει εκδώσει την επιταγή προς εκτέλεση κατά παράβαση του νόμου, αυτή πρέπει να ανακληθεί.

Ομοίως, εάν το δικαστήριο προσέθεσε τη ρήτρα εκτέλεσης κατά παράβαση του νόμου, αυτή πρέπει να διαγραφεί.

Το δικαστήριο ανακαλεί την επιταγή προς εκτέλεση ή διαγράφει τη ρήτρα εκτέλεσης αν διαπιστώσει, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις:

α) απόρριψης της εκτέλεσης βάσει του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 805/2004,

β) απόρριψης της εκτέλεσης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 ή του άρθρου 22 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2007, ή

γ) απόρριψης της εκτέλεσης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 ή του άρθρου 46 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1215/2012.

Έφεση κατά της διαταγής εκτέλεσης:

Εάν το δικαστήριο έχει εκδώσει διαταγή εκτέλεσης ή, σε περίπτωση που η διαταγή εκτέλεσης διαφέρει από την αίτηση, έχει εκδώσει διαταγή σε σχέση με την εν λόγω διαφορά, οι διάδικοι μπορούν να προσβάλουν τη διαταγή με έφεση. Η έφεση κατά της διαταγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής εκτέλεσης. Ωστόσο, εκτός αν προβλέπεται άλλως από τον νόμο, δεν μπορεί να προχωρήσει η πώληση των κατασχεμένων στοιχείων και το ποσό που έχει εισπραχθεί κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης δεν μπορεί να καταβληθεί στον δικαιούχο.

Ανακοπή κατά της εκτέλεσης:

Οι διάδικοι ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ασκήσουν ανακοπή κατά της εκτέλεσης ενώπιον του δικαστηρίου που έχει επιληφθεί της εκτέλεσης κατά πράξης ή παράλειψης του δικαστικού επιμελητή που παραβιάζει ουσιωδώς τους κανόνες των διαδικασιών εκτέλεσης ή τα δικαιώματα ή έννομα συμφέροντα του διαδίκου που ασκεί την ανακοπή κατά της εκτέλεσης. Ως ουσιώδης παραβίαση των κανόνων των διαδικασιών εκτέλεσης νοείται παραβίαση που είχε ουσιώδη αντίκτυπο στο αποτέλεσμα της διαδικασίας εκτέλεσης (άρθρο 217 παράγραφος 1 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

Εάν το προσβαλλόμενο μέτρο πληροί τις νόμιμες απαιτήσεις ή δεν συνιστά ουσιώδη παραβίαση, το δικαστήριο επικυρώνει το αμφισβητούμενο μέτρο και απορρίπτει την ανακοπή. Εάν το προσβαλλόμενο μέτρο συνιστά ουσιώδη παραβίαση, το δικαστήριο ακυρώνει, εν όλω ή εν μέρει, το προσβαλλόμενο μέτρο ή —αν επιτρέπεται από τον νόμο και μπορούν να τεκμηριωθούν τα γεγονότα επί των οποίων πρέπει να στηριχθεί η απόφαση— τροποποιεί το μέτρο εκτέλεσης, εν όλω ή εν μέρει. Εάν η ανακοπή αφορά παράλειψη, το δικαστήριο διατάσσει τον δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει το μέτρο που παραλείφθηκε (άρθρο 217/A παράγραφος 5 του νόμου περί δικαστικής εκτέλεσης).

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Μάλτα

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εκτέλεση σημαίνει την εφαρμογή δικαστικής απόφασης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Αυτό εξαρτάται από το αίτημα. Για παράδειγμα, η εγγραφή υποθήκης γίνεται από τον διευθυντή του Δημόσιου Μητρώου, αφού αυτός λάβει επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης μαζί με βεβαίωση του γραμματέα που πιστοποιεί ότι δεν έχει ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της απόφασης και ότι η προθεσμία για την άσκηση ένδικου μέσου έχει παρέλθει ή ότι δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της απόφασης.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Σύμφωνα με το κοινό δίκαιο, δηλαδή τον Κώδικα Οργάνωσης και Πολιτικής Δικονομίας (κεφάλαιο 12 της νομοθεσίας της Μάλτας), εκτελεστοί είναι οι εξής τίτλοι:

  • δικαστική επιστολή όταν η οφειλή είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή και δεν συνίσταται στην εκτέλεση πράξης και εφόσον το ύψος της οφειλής δεν υπερβαίνει τα 25000 EUR. Αυτό προβλέπεται από το άρθρο 166A του Κώδικα Οργάνωσης και Πολιτικής Δικονομίας
  • αποφάσεις και εντάλματα των δικαστηρίων της Μάλτας
  • συμβάσεις που συνάπτονται ενώπιον συμβολαιογράφου στη Μάλτα ή ενώπιον κάθε άλλου δημόσιου λειτουργού εξουσιοδοτημένου προς τον σκοπό αυτόν, όταν η σύμβαση αφορά οφειλή βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή και δεν συνίσταται στην εκτέλεση πράξης
  • εντάλματα πληρωμής δικαστικών τελών και δαπανών, που έχουν εκδοθεί υπέρ δικηγόρου, νομικού πληρεξουσίου, συμβολαιογράφου, δικαστικού πραγματογνώμονα ή άλλου δικαστικού διαιτητή ή μάρτυρα, εκτός αν αυτά τα εντάλματα πληρωμής αμφισβητούνται σύμφωνα με τον νόμο
  • αποφάσεις διαιτητών που είναι εγγεγραμμένοι στο Κέντρο Διαιτησίας της Μάλτας
  • συναλλαγματικές και γραμμάτια
  • συμφωνίες διαμεσολάβησης που έχουν καταστεί εκτελεστές από τα μέρη της διαμεσολάβησης
  • αποφάσεις του δικαστηρίου καταναλωτικών διαφορών.

Υπάρχουν επίσης διάφοροι άλλοι εκτελεστοί τίτλοι που απορρέουν από ειδικές νομοθετικές διατάξεις, π.χ. από φορολογικούς νόμους.

3.1 διαδικασία

Οι πράξεις με τις οποίες, ανάλογα με τις περιστάσεις, μπορεί να γίνει η εκτέλεση των εκτελεστών τίτλων είναι οι εξής:

  • ένταλμα κατάσχεσης κινητών περιουσιακών στοιχείων
  • ένταλμα κατάσχεσης ακινήτων
  • ένταλμα κατάσχεσης εμπορικής επιχείρησης
  • δικαστικός πλειστηριασμός κινητής ή ακίνητης περιουσίας ή δικαιωμάτων επί ακινήτων
  • ένταλμα κατάσχεσης εις χείρας τρίτου
  • ένταλμα αποβολής ή έξωσης από ακίνητη περιουσία
  • ένταλμα προσωπικής κράτησης
  • ένταλμα κατάσχεσης θαλάσσιων σκαφών
  • ένταλμα κατάσχεσης αεροσκάφους
  • ένταλμα αναγκαστικής εκτέλεσης με έκτακτα μέσα (warrant in procinctu).

Εάν ένας εκτελεστός τίτλος εκτελείται βάσει του άρθρου 166Α, ο αιτών την καταχώριση δικαστικής επιστολής η οποία θεωρείται εκτελεστός τίτλος υποβάλλει στον γραμματέα του δικαστηρίου νόμιμο αντίγραφο της δικαστικής επιστολής, καθώς και απόδειξη της επίδοσης ή κοινοποίησης, και αντίγραφο της τυχόν απάντησης που έλαβε, αν υπάρχει.

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΌσον αφορά τους άλλους εκτελεστούς τίτλους, η διαδικασία διαφέρει ανάλογα με τη φύση τους. Σχετικές πληροφορίες υπάρχουν στον Κώδικα Οργάνωσης Δικαστηρίων και Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 252 και επ.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΟι προϋποθέσεις ποικίλλουν ανάλογα με τη φύση των εκτελεστών τίτλων. Σχετικές πληροφορίες υπάρχουν στον Κώδικα Οργάνωσης Δικαστηρίων και Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 252 και επ.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των κάτωθι, υπόκεινται σε αναγκαστική εκτέλεση:

  • μετοχές εμπορικών εταιριών
  • άδειες που εκδίδονται από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή που έχει συσταθεί με κανονισμό του υπουργού Δικαιοσύνης
  • ασφαλιστήρια συμβόλαια
  • πιστωτικοί τίτλοι και κάθε δικαίωμα διανοητικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

Ωστόσο, τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία δεν υπόκεινται σε κατάσχεση:

  • ενδύματα καθημερινής χρήσης, κλινοστρωμνή, οικιακά σκεύη και έπιπλα που θεωρούνται ευλόγως απαραίτητα για την αξιοπρεπή διαβίωση του οφειλέτη και της οικογένειάς του
  • προσωπικά έγγραφα και βιβλία που αφορούν το επάγγελμα του οφειλέτη, της συζύγου του ή των τέκνων του
  • αρχεία και μητρώα συμβολαιογράφων
  • εργαλεία και σύνεργα που είναι απαραίτητα για την εκμάθηση ή την άσκηση επιστημονικού ή τεχνικού επαγγέλματος από τον οφειλέτη, τη σύζυγο ή τα τέκνα του
  • ζώα και εργαλεία που είναι απαραίτητα για γεωργικούς σκοπούς και κάθε καρπός που δεν έχει ακόμη κοπεί ή διαχωριστεί από το έδαφος
  • αεροσκάφη που έχουν διατεθεί κατ’ αποκλειστικότητα σε κρατική υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης της ταχυδρομικής υπηρεσίας, αλλά εξαιρουμένων των εμπορικών υπηρεσιών
  • θαλάσσια σκάφη που έχουν ναυλωθεί αποκλειστικά από την κυβέρνηση της Μάλτας
  • ιερατικά ενδύματα και σκεύη που χρησιμοποιούνται από εγκεκριμένη εκκλησία ή τα οποία ανήκουν σε ιερωμένο, σε θρησκευτικό τάγμα ή σε μέλος του
  • περιουσιακά στοιχεία των μελών του αστυνομικού σώματος ή των ενόπλων δυνάμεων της Μάλτας, όπως όπλα, πυρομαχικά, εξοπλισμός, όργανα ή ρουχισμός που χρησιμοποιούνται από τον οφειλέτη για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, εμπορικές επιχειρήσεις, πλοία, σκάφη και αεροσκάφη υπόκεινται σε κατάσχεση.

Δεν επιτρέπεται η έκδοση αποφάσεων κατάσχεσης εις χείρας τρίτου για τα εξής:

  • μισθοί ή ημερομίσθια (συμπεριλαμβάνονται τα δώρα, τα επιδόματα, οι υπερωριακές αμοιβές και άλλες απολαβές)
  • κάθε παροχή, σύνταξη, επίδομα ή βοήθημα που αναφέρονται στο νόμο για την κοινωνική ασφάλιση ή άλλο επίδομα συνταξιούχου του δημοσίου
  • κάθε φιλανθρωπική χορηγία ή δωρεά που πραγματοποιήθηκε από την κυβέρνηση
  • κληροδοτήματα που καταλείφθηκαν για σκοπούς διατροφής, αν ο οφειλέτης δεν έχει άλλα μέσα συντήρησης και η ίδια η οφειλή δεν αφορά διατροφή
  • ποσά που οφείλονται ως διατροφή, είτε επιδικάζονται αυτεπαγγέλτως από τον δικαστή είτε ορίζονται με δημόσιο έγγραφο, αν η ίδια η οφειλή δεν αφορά διατροφή
  • ποσά που έχουν τεθεί στη διάθεση του οφειλέτη με σύμβαση δανείου για την ανέγερση, την κατασκευή και τη συντήρηση κτιρίων που προορίζονται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη
  • τραπεζικές διευκολύνσεις υπερανάληψης, πλην των πιστωτικών καρτών, μέσω των οποίων εξασφαλίζεται η λειτουργία της εμπορικής επιχείρησης του οφειλέτη
  • τραπεζικές εγγυήσεις και πιστωτικές επιστολές.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Το αποτέλεσμα είναι η αναγκαστική εκτέλεση των εκτελεστών τίτλων και, μέσω αυτής, η απόκτηση της περιουσίας κάποιου άλλου σύμφωνα με τον νόμο.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Εξαρτάται από την περίπτωση, αλλά σε γενικές γραμμές μπορεί να λεχθεί ότι τα εντάλματα αναγκαστικής εκτέλεσης εξακολουθούν να ισχύουν ενόσω ο τίτλος βάσει του οποίου εκδόθηκαν παραμένει εκτελεστός. Η εντολή κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δεν μπορεί να παραταθεί και παραμένει σε ισχύ μέχρι να ακυρωθεί με δικαστική απόφαση.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε ένταλμα αναγκαστικής εκτέλεσης ή οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο μπορεί να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο που εξέδωσε την πράξη και να ζητήσει την ακύρωση της εκτελεστής πράξης, είτε εν όλω είτε μόνο εν μέρει. Η αίτηση πρέπει να κοινοποιηθεί στον αντίδικο, ο οποίος οφείλει να υποβάλει, εντός δέκα ημερών, απάντηση με όλες τις παρατηρήσεις τις οποίες επιθυμεί να διατυπώσει. Το δικαστήριο αποφαίνεται επί της αιτήσεως, αφού ακούσει τους διαδίκους. Κατά της εν λόγω απόφασης μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο, μέσω σχετικής αίτησης, εντός έξι ημερών από την ημερομηνία ανάγνωσης της απόφασης σε δημόσια συνεδρίαση.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τα ανώτερα δικαστήρια μπορούν να καταστούν εκ νέου εκτελεστές μετά από δέκα (10) χρόνια από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή το ένταλμα μπορεί να έχει εκτελεστεί. Οι αποφάσεις των κατώτερων δικαστηρίων ή του δικαστηρίου μικροδιαφορών μπορούν να καταστούν εκ νέου εκτελεστές μετά την παρέλευση πέντε ετών. Οι εκτελεστοί τίτλοι μέσω σύμβασης, όταν η απαίτηση είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή, οι μετοχές, σύμφωνα με το άρθρο 166A του κεφαλαίου 12 της νομοθεσίας της Μάλτας, καθώς επίσης οι συναλλαγματικές και τα γραμμάτια σε διαταγή μπορούν να καταστούν εκ νέου εκτελεστά μετά την παρέλευση τριών ετών. Καθίστανται εκ νέου εκτελεστά με αίτηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου. Ο αιτών πρέπει επίσης να βεβαιώσει ενόρκως το είδος της οφειλής ή της απαίτησης για την οποία ζητά την εκτέλεση και ότι η οφειλή ή μέρος αυτής εξακολουθεί να οφείλεται. Επιπλέον, στις περιπτώσεις αυτές, ισχύει περίοδος παραγραφής τριάντα (30) ετών, αλλά η προθεσμία αυτή μπορεί να διακοπεί με την προαναφερόμενη αίτηση.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Κάτω Χώρες

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Δίκαιο αναγκαστικής εκτέλεσης: γενικά

Η δικαστική διαδικασία περατώνεται με την έκδοση απόφασης από το δικαστήριο. Με την εν λόγω απόφαση ο ένας αντίδικος (ο οφειλέτης) διατάσσεται να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς τον έτερο αντίδικο (τον δανειστή). Εάν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί εκουσίως, τότε ο δανειστής μπορεί να αξιώσει την ικανοποίησή του με τη λήψη μέτρων δυνάμει του δικαίου αναγκαστικής εκτέλεσης. Το εν λόγω δίκαιο διέπει την εκτέλεση απόφασης που έχει διαταχθεί από δικαστήριο. Προς τον σκοπό αυτό, θεσπίζονται κανονιστικές ρυθμίσεις σχετικά με μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης και τον τρόπο εφαρμογής τους. Οι δικαστικοί επιμελητές (gerechtsdeurwaarders), οι οποίοι αναφέρονται απλώς ως επιμελητές (deurwaarders), έχουν την εξουσία να προβαίνουν στην εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων και καλούνται να προβούν σε εκτέλεση κατόπιν αιτήματος δανειστή που επιθυμεί να ικανοποιήσει την απαίτησή του.

Εάν επιθυμείτε να λάβετε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του δικαίου εκτέλεσης πρέπει να πληροίτε δύο όρους: να έχετε στην κατοχή σας εκτελεστό τίτλο (executoriale titel), όπως εκτελεστή δικαστική απόφαση, και, επίσης, να επιδώσετε προηγουμένως τον εν λόγω εκτελεστό τίτλο στον καθού η εκτέλεση.

Οι κύριοι παράγοντες της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης είναι ο δανειστής (ο επισπεύδων την εκτέλεση), ο οφειλέτης (το μέρος κατά του οποίου στρέφεται το μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης) και ο δικαστικός επιμελητής (ο δημόσιος λειτουργός που είναι αρμόδιος για την πραγματοποίηση της εκτέλεσης, κατόπιν αιτήματος του δανειστή).

Μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης

Το κυριότερο μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η αναγκαστική κατάσχεση (executoriaal beslag). Το εν λόγω μέτρο εξετάζεται λεπτομερώς στο σημείο 2.1.

Τα λοιπά μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης είναι τα εξής:

  1. κλιμακούμενη χρηματική ποινή (dwangsom)
  2. προσωπική κράτηση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με δικαστική απόφαση (lijfsdwang/gijzeling).

Η κλιμακούμενη χρηματική ποινή είναι χρηματικό ποσό που ορίζεται σε δικαστική απόφαση και βαρύνει τον καταδικασθέντα σε περίπτωση μη συμμόρφωσής του με την κύρια υποχρέωση προς εκπλήρωση. Το μέτρο χρησιμοποιείται κυρίως στις διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων ως μέσο άσκησης πίεσης. Η κλιμακούμενη χρηματική ποινή συνδέεται αποκλειστικά με κύρια υποχρέωση που δεν συνεπάγεται την καταβολή χρηματικού ποσού.

Η προσωπική κράτηση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με δικαστική απόφαση είναι μέτρο που χρησιμοποιείται για τον εξαναγκασμό ενός διαδίκου να συμμορφωθεί με συγκεκριμένη υποχρέωση. Το εν λόγω μέτρο δεν επιβάλλεται συχνά από τα δικαστήρια και, σε περίπτωση επιβολής του, σπανίως εκτελείται στην πράξη. Η λήψη αυτού του μέτρου είναι δυνατή μόνο εάν διαταχθεί από το δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την εν λόγω προσωπική κράτηση για την εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων κατόπιν αιτήματος του δανειστή, υπό τον όρο ότι οι αποφάσεις αφορούν διάταξη η οποία δεν διατάσσει την καταβολή χρηματικού ποσού. Η προσωπική κράτηση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί, π.χ., στην περίπτωση δικαστικών αποφάσεων και συμβολαιογραφικών εγγράφων με βάση τα οποία οφείλεται καταβολή διατροφής σύμφωνα με το Βιβλίο 1 του ολλανδικού αστικού κώδικα (Burgerlijk Wetboek), όπως η διατροφή ανήλικου τέκνου [(άρθρο 585 του κώδικα πολιτικής δικονομίας) (Wetboek van Burgerlijke Rechtsvordering)].

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Η διαδικασία περιγράφεται κατωτέρω.

Εκτελεστός τίτλος

Οι αποφάσεις που εκδίδονται από ολλανδικά δικαστήρια (αποφάσεις και διατάξεις), τα δημόσια έγγραφα (συμβολαιογραφικές πράξεις) και ορισμένα άλλα έγγραφα θεωρούνται εκτελεστοί τίτλοι. Τα λοιπά έγγραφα που ο νόμος ορίζει ως εκτελεστά είναι τα εξής:

  • διαταγές εκτέλεσης που εκδίδει η εισαγγελική αρχή (Openbaar Ministerie)
  • διαταγές εκτέλεσης που εκδίδουν οι φορολογικές αρχές
  • διαιτητικές αποφάσεις οι οποίες χορηγούν άδεια εκτέλεσης
  • επίσημα πρακτικά φιλικού διακανονισμού.

Ο γραμματέας του δικαστηρίου παρέχει αντίγραφο της απόφασης στους διαδίκους που εμφανίστηκαν ενώπιον του δικαστή. Σε περίπτωση οριστικής απόφασης που περιέχει δικαστική διαταγή, ο διάδικος που δικαιούται να επισπεύσει την εκτέλεση της απόφασης λαμβάνει αντίγραφο της απόφασης που έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο (απόγραφο). Στους διαδίκους παρέχεται δωρεάν αντίγραφο (απόγραφο) της απόφασης προοριζόμενο για τον δικαστικό επιμελητή (grosse). Πρόκειται για γνήσιο αντίγραφο της δικαστικής απόφασης. Είναι δικαστική απόφαση περιβεβλημένη με τον εκτελεστήριο τύπο. Η εκτέλεση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μετά την έκδοση απογράφου. Μπορεί επίσης να εκδοθεί απόγραφο προοριζόμενο για τον δικαστικό επιμελητή ή πρώτο γνήσιο απόγραφο από συμβολαιογραφική πράξη. Με την επίδοση του εν λόγω εγγράφου, εξουσιοδοτείτε τον δικαστικό επιμελητή να προβεί σε πράξεις εκτέλεσης.

Πριν από την εκτέλεση, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να επιδώσει το έγγραφο (απόγραφο προοριζόμενο για τον δικαστικό επιμελητή / πρώτο γνήσιο απόγραφο) στον αντίδικο σε βάρος του οποίου επισπεύδεται η εκτέλεση. Σκοπός της επίδοσης είναι να περιέλθει η δικαστική απόφαση στη γνώση του αντιδίκου και να τον ενημερώσει ότι ο δανειστής απαιτεί τη συμμόρφωσή του προς αυτήν.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την επίδοση εκτελεστών τίτλων προερχόμενων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, βλ. τον ενωσιακό κανονισμό περί επιδόσεως: Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροκανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις.

Δικαστικοί επιμελητές

Ο ρόλος τους στη διαδικασία εκτέλεσης

Ο δικαστικός επιμελητής είναι ο κύριος παράγοντας της διαδικασίας εκτέλεσης και δρα πάντοτε με βάση τις οδηγίες που του παρέχει ο διάδικος που επισπεύδει την εκτέλεση. Οι εν λόγω οδηγίες παρέχονται με την επίδοση του απογράφου (γνήσιου αντιγράφου της δικαστικής απόφασης) στον δικαστικό επιμελητή. Γενικά, ο δικαστικός επιμελητής δεν χρειάζεται ειδική άδεια για τις ενέργειές του.

Οι πράξεις τις οποίες μπορεί να εκτελέσει ο δικαστικός επιμελητής στο πλαίσιο της εκτέλεσης περιλαμβάνουν:

  1. επίδοση του εκτελεστού τίτλου στον καθού η εκτέλεση
  2. απαίτηση συμμόρφωσης με την προς εκπλήρωση υποχρέωση, π.χ. απαίτηση καταβολής χρηματικού ποσού
  3. είσπραξη της πληρωμής, αν ο οφειλέτης εκπληρώσει την υποχρέωσή του να καταβάλει πληρωμή
  4. κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων
  5. αίτηση παροχής αστυνομικής συνδρομής, αν χρειαστεί (π.χ. κατά τη κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων).

Αμοιβή του δικαστικού επιμελητή

Οι επίσημες πράξεις που εκτελούνται από τους δικαστικούς επιμελητές υπόκεινται σε προκαθορισμένες αμοιβές, οι οποίες βαρύνουν τον οφειλέτη. Δεν υπάρχει προκαθορισμένη τιμή για τον δανειστή, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι η αμοιβή είναι διαπραγματεύσιμη με τον δικαστικό επιμελητή. Η αμοιβή που χρεώνει ο δικαστικός επιμελητής στον οφειλέτη ορίζεται στο διάταγμα της 4ης Ιουλίου 2001, στο οποίο θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις επίσημες πράξεις και αμοιβές των δικαστικών επιμελητών, επίσης γνωστό ως Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροδιάταγμα περί αμοιβών των δικαστικών επιμελητών (Besluit tarieven ambtshandelingen gerechtsdeurwaarders). Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αμοιβές για επίσημες πράξεις με ισχύ από το 2019 (Tarieven ambtshandelingen m.i.v. 2019) υπάρχουν στον ιστότοπο της Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΒασιλικής Επαγγελματικής Οργάνωσης Δικαστικών Υπαλλήλων (Koninklijke Beroepsorganisatie van Gerechtsdeurwaarders).

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Οι δύο γενικοί όροι που πρέπει να πληρούνται για την κίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης είναι οι εξής:

  • κατοχή εκτελεστού τίτλου
  • επίδοση του εκτελεστού τίτλου, πριν από την εκτέλεση, στον καθού η εκτέλεση.

Όπως αναφέρεται ανωτέρω, η αναγκαστική κατάσχεση είναι το συχνότερα χρησιμοποιούμενο μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης.

Μπορούν επίσης να ληφθούν μέτρα ενόσω εκκρεμεί η έκδοση του εκτελεστού τίτλου. Η λήψη των εν λόγω μέτρων μπορεί να ζητηθεί πριν από την έκδοση της απόφασης, καθώς και κατά τη διάρκεια ή πριν από την έναρξη της διαδικασίας. Χαρακτηρίζονται ως συντηρητικά μέτρα (conservatoire maatregelen) και λειτουργούν ως προσωρινά μέτρα προστασίας. Τα συντηρητικά μέτρα περιλαμβάνουν τη συντηρητική κατάσχεση (conservatoir beslag), τη σφράγιση περιουσιακών στοιχείων (verzegeling) και την απογραφή περιουσιακών στοιχείων (boedelbeschrijving). Το παρόν πληροφοριακό δελτίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με την αναγκαστική κατάσχεση.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Το αντικείμενο και η φύση των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ποικίλλουν. Μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ των μέτρων με τα οποία σκοπείται η καταβολή χρηματικού ποσού, η απόδοση περιουσιακού στοιχείου ή η υποχρέωση να προβεί ο καθού σε συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη. Το πιο σύνηθες μέτρο είναι η κατάσχεση για την ανάκτηση χρηματικού ποσού (verhaalsbeslag).

Εάν η υποχρέωση του οφειλέτη δεν συνεπάγεται την εκτέλεση ενέργειας, ενδέχεται να απαιτηθεί η εκτέλεση «υλικής πράξης» (feitelijke handeling, πράξη που επιφέρει έννομες συνέπειες ανεξαρτήτως του σκοπού της) ή «νομικής πράξης» (rechtshandeling, πράξη σκοπός της οποίας είναι η παραγωγή έννομων συνεπειών). Εάν η υλική πράξη δεν απαιτεί την εκτέλεσή της από συγκεκριμένο άτομο, τότε ο ίδιος ο δανειστής μπορεί να ζητήσει έγκριση από το δικαστήριο να προβεί στην επέλευση της κατάστασης που θα είχε επέλθει από την πραγματοποίηση της εν λόγω πράξης. Εάν η υποχρέωση του οφειλέτη συνεπάγεται τη διενέργεια νομικής πράξης, όπως η αποδοχή προσφοράς, τότε η εκτέλεση της εν λόγω πράξης μπορεί να αντικατασταθεί από δικαστική απόφαση. Το δικαστήριο μπορεί επίσης να διατάξει τον οφειλέτη να απόσχει από οποιαδήποτε ενέργεια.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αναγκαστική κατάσχεση μπορεί να επιβληθεί επί των εξής στοιχείων:

  1. σε κινητή περιουσία που δεν υπόκειται σε εγγραφή. Περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε εγγραφή είναι τα ακόλουθα: ακίνητη περιουσία, πλοία και αεροσκάφη
  2. σε δικαιώματα κομιστή ή διαταγές πληρωμής, δικαιώματα επί ονομαστικών μετοχών και δικαιώματα επί λοιπών ονομαστικών τίτλων
  3. σε περιουσιακά στοιχεία τρίτου, η οποία είναι γνωστή ως κατάσχεση εις χείρας τρίτου (executoriaal derdenbeslag)
  4. σε ακίνητη περιουσία
  5. σε πλοία
  6. σε αεροσκάφη.

Κατά γενικό κανόνα, ο δανειστής είναι ελεύθερος να επιλέξει τα περιουσιακά στοιχεία των οποίων την κατάσχεση επιθυμεί.

Καταρχήν, μπορεί να επισπευσθεί κατάσχεση επί του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη. Εντούτοις, ορισμένα περιουσιακά στοιχεία δεν υπόκεινται σε κατάσχεση, όπως τα είδη βασικής ανάγκης, στα οποία συμπεριλαμβάνεται ο ρουχισμός, η τροφή, εργαλεία, ειδικά βιβλία και αντικείμενα που συνδέονται με την εκπαίδευση, την τέχνη και την επιστήμη. Επίσης εξαιρείται της κατάσχεσης ένα τμήμα του μισθού, της διατροφής ή τυχόν καταβαλλόμενης παροχής. Στις εν λόγω περιπτώσεις εφαρμόζεται διαβάθμιση επιπέδων προστατευόμενου εισοδήματος, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο οφειλέτης διαθέτει επαρκή έσοδα για να καλύψει τις βασικές ανάγκες του.

Ομοίως, η κατάσχεση δεν μπορεί να επιβληθεί επί περιουσιακών στοιχείων που εξυπηρετούν σκοπούς κοινής ωφέλειας. Ο δανειστής μπορεί να επισπεύσει κατάσχεση επί πολλαπλών περιουσιακών στοιχείων ταυτόχρονα.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Έννομες συνέπειες που επιφέρει η κατάσχεση κινητής περιουσίας που δεν υπόκειται σε εγγραφή

Μία από τις συνέπειες της κατάσχεσης είναι ότι οποιαδήποτε πράξη στην οποία προβαίνει ο οφειλέτης μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να θίγει τα δικαιώματα του δανειστή. Εάν, για παράδειγμα, ο οφειλέτης μεταβιβάσει την περιουσία με πώληση, ο αγοραστής δεν μπορεί καταρχήν να προβάλει έναντι του δανειστή τον ισχυρισμό ότι είναι πλέον ο ιδιοκτήτης. Επιπλέον συνέπεια είναι ότι τυχόν πρόσοδοι που προκύπτουν από το περιουσιακό στοιχείο καλύπτονται ομοίως από την κατάσχεση.

Έννομες συνέπειες που επιφέρει η κατάσχεση μετοχών, τίτλων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων

Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες έννομες συνέπειες. Ο καθού διατηρεί το δικαίωμα ψήφου που συνδέεται με τις μετοχές κατά τη διάρκεια της κατάσχεσης.

Έννομες συνέπειες της κατάσχεσης εις χείρας τρίτου

Σε περίπτωση κατάσχεσης εις χείρας τρίτου, ο δανειστής (το μέρος που επισπεύδει την κατάσχεση) επισπεύδει κατάσχεση σε βάρος τρίτου (όχι του οφειλέτη), διότι ο εν λόγω τρίτος είναι οφειλέτης του οφειλέτη ή κατέχει περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον οφειλέτη.

Ο δανειστής που επισπεύδει την κατάσχεση προστατεύεται έναντι δικαιοπραξιών στις οποίες προβαίνει ο τρίτος. Τυχόν νομικές πράξεις που πραγματοποιούνται μετά την κατάσχεση δεν μπορούν να προβληθούν έναντι του δανειστή. Οι δύο συνηθέστερες μορφές κατάσχεσης εις χείρας τρίτου είναι η κατάσχεση τραπεζικού λογαριασμού ή η κατάσχεση μισθού ή παροχής που λαμβάνει ο εργαζόμενος.

Έννομες συνέπειες που προκύπτουν από την κατάσχεση ακίνητης περιουσίας

Η κατάσχεση ακίνητης περιουσίας εγγράφεται στα δημόσια μητρώα που τηρούνται στο Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΚτηματολόγιο (Kadaster). Τα πλοία και τα αεροσκάφη λογίζονται ως ακίνητη περιουσία μετά την εγγραφή τους. H κατάσχεση παράγει έννομα αποτελέσματα από τη στιγμή της εγγραφής της. Τυχόν πρόσοδοι που λαμβάνονται από την ακίνητη περιουσία μετά την κατάσχεση καλύπτονται από την κατάσχεση. Ο δανειστής προστατεύεται έναντι νομικών πράξεων στις οποίες προβαίνει ο οφειλέτης μετά την κατάσχεση. Η διάθεση (πώληση) της ακίνητης περιουσίας δεν μπορεί να προβληθεί έναντι του προσώπου που επισπεύδει την κατάσχεση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Κατά γενικό κανόνα, το δικαίωμα για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης παραγράφεται μετά από 20 έτη που υπολογίζονται από την επομένη της έκδοσης της απόφασης. Εάν η εκτέλεση δικαστικής απόφασης υπόκειται σε συγκεκριμένους όρους, η δε εκπλήρωση των εν λόγω όρων δεν εξαρτάται από τη βούληση του ατόμου που πέτυχε την έκδοση της απόφασης υπέρ του, το δικαίωμα εκτέλεσης της απόφασης παραγράφεται μετά από 20 έτη από την ημέρα που πληρώθηκαν οι όροι αυτοί.

Εντούτοις, η προθεσμία παραγραφής είναι πενταετής για οποιαδήποτε χρηματικό ποσό του οποίου η προθεσμία καταβολής, όπως ορίζει η απόφαση, είναι το πολύ ένα έτος. Όσον αφορά τους τόκους, τα πρόστιμα, την κλιμακούμενη χρηματική ποινή και τυχόν άλλες δικαστικές διαταγές, τότε η παραγραφή επέρχεται το πολύ μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος εκτέλεσης της κύριας απόφασης, εκτός εάν επέλθει διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Διαφορές που αφορούν την εκτέλεση

Το άρθρο 438 του ολλανδικού κώδικα πολιτικής δικονομίας περιέχει γενικές ρυθμίσεις σχετικά με τις διαφορές που αφορούν την εκτέλεση (executiegeschillen). Στις εν λόγω διαφορές, ο οφειλέτης μπορεί να προσπαθήσει να εμποδίσει την εκτέλεση. Η διαφορά μπορεί, για παράδειγμα, να αφορά τη σημασία και το περιεχόμενο του εκτελεστού τίτλου, τον αντίκτυπο τυχόν πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν μετά την έκδοση της απόφασης (του εκτελεστού τίτλου), το κύρος των πράξεων κατάσχεσης ή την κυριότητα των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων. Διαφορά σχετικά με την εκτέλεση αφορά αποκλειστικά το ζήτημα της εκτέλεσης. Δεν επανεξετάζεται επί της ουσίας η κύρια αγωγή επί της οποίας έχει ήδη εκδοθεί ή απόφαση.

Σε διαφορά που αφορά την εκτέλεση, ο οφειλέτης μπορεί να ισχυριστεί π.χ. ότι ο δανειστής έχει προβεί σε κατάχρηση του δικαιώματός του ή ότι η κατάσχεση είναι δυσανάλογη προς το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης. Ο οφειλέτης (ο καθού) δεν μπορεί να προβάλει καμία περαιτέρω ένσταση επί της ουσίας ως προς τη δικαστική απόφαση στο στάδιο αυτό. Αν επιθυμεί να το κάνει, πρέπει να ασκήσει ανακοπή (verzet), έφεση (hoger beroep) ή αίτηση αναίρεσης (cassatie), τα οποία συνιστούν ένδικα μέσα.

Κατά τόπον αρμοδιότητα

Η κατά τόπον αρμοδιότητα αφορά τη γεωγραφική θέση του δικαστηρίου που εκδικάζει την υπόθεσή σας. Κατά τόπον αρμόδιο είναι το δικαστήριο που έχει αρμοδιότητα δυνάμει των γενικών ρυθμίσεων περί δωσιδικίας.

Πρόκειται είτε για το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου επισπεύδεται ή θα επισπευστεί η κατάσχεση, είτε για το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου κείται το σχετικό περιουσιακό στοιχείο, είτε για το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου θα λάβουν χώρα οι πράξεις εκτέλεσης. Πρέπει να βρεθεί το αρμόδιο ολλανδικό δικαστήριο για όλες τις πράξεις εκτέλεσης που λαμβάνουν χώρα στις Κάτω Χώρες.

Αρμόδιο δικαστήριο

Το ζήτημα εδώ αφορά το επίπεδο του δικαστηρίου που θα εκδικάσει την υπόθεσή σας. Το πρωτοδικείο (arrondissementsrechtbank) είναι αρμόδιο για όλες τις διαφορές που αφορούν την αναγκαστική εκτέλεση, ανεξαρτήτως του δικαστηρίου που κήρυξε την εκτελεστότητα της απόφασης. Το πρωτοδικείο είναι αρμόδιο ακόμη και αν το δικαιοδοτικό όργανο που εξέδωσε την απόφαση είναι το εφετείο (gerechtshof) ή το Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών (Hoge Raad der Nederlanden).

Οι διαφορές που αφορούν την αναγκαστική εκτέλεση εκδικάζονται συνήθως με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (kort geding). Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης για ορισμένο χρονικό διάστημα ή την άρση της κατάσχεσης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/11/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση γερμανικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: αγγλικά

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Αυστρία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η αναγκαστική εκτέλεση (στην Αυστρία αναφέρεται και ως «εκτέλεση») είναι η εφαρμογή κρατικής εξουσίας για την επιβολή εκτελεστών απαιτήσεων και αξιώσεων.

Ο κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης (Exekutionsordnung) προβλέπει διαφορετικά είδη εκτέλεσης:

  • εκτέλεση για την είσπραξη χρηματικών απαιτήσεων
  • εκτέλεση για εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη

Εκτέλεση για την είσπραξη χρηματικών απαιτήσεων:

Στην εκτέλεση για την είσπραξη χρηματικών απαιτήσεων, ο δανειστής πρέπει, στην αίτηση εκτέλεσης που υποβάλλει, να επιλέξει τα αντικείμενα της περιουσίας που πρόκειται να κατασχεθούν (επιλογή του μέσου εκτέλεσης) στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να επιλέξει μεταξύ εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, εκτέλεσης επί απαίτησης, ιδίως εκτέλεσης επί μισθών, και αναγκαστικού πλειστηριασμού ακίνητης περιουσίας.

Εκτέλεση για εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη:

Κατά την εκτέλεση για εξαναγκασμό σε πράξη ή παράλειψη, ο δανειστής πρέπει να αιτηθεί το μέσο εκτέλεσης που προβλέπεται στον κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση της αξίωσης.

Η εκτέλεση για την πραγμάτωση αξίωσης για παράλειψη πραγματοποιείται μέσω της επιβολής από το δικαστήριο της εκτέλεσης, κατόπιν σχετικής αίτησης και κατά τον χρόνο της έγκρισης της εκτέλεσης, χρηματικής ποινής. Σε περίπτωση νέας παράβασης, το δικαστήριο της εκτέλεσης επιβάλλει, κατόπιν σχετικής αίτησης, επιπλέον χρηματική ποινή ή κράτηση συνολικής διάρκειας μέχρι ενός έτους.

Για την πραγμάτωση αξίωσης για πράξη που μπορεί να εκτελεστεί από τρίτο, ο επισπεύδων δανειστής μπορεί να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο ζητώντας να του επιτραπεί να επιχειρήσει την πράξη με δαπάνη του υπόχρεου.

Αξίωση για πράξη που δεν μπορεί να εκτελεστεί από τρίτο και η εκτέλεση της οποίας εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του υπόχρεου εκτελείται μέσω της καταδίκης του υποχρέου από το δικαστήριο της εκτέλεσης, κατόπιν σχετικής αίτησης, στην εκτέλεση της πράξης επί ποινή χρηματικής ποινής ή κράτησης συνολικής διάρκειας μέχρι έξι μηνών.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Για την έγκριση της εκτέλεσης καταρχήν αρμόδιο είναι το οικείο περιφερειακό δικαστήριο (Bezirksgericht).

Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο:

Εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων και απαιτήσεων:

Για την εκτέλεση επί απαιτήσεων αρμόδιο είναι το δικαστήριο της γενικής δωσιδικίας (κατοικίας) του οφειλέτη στην εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, η κατά τόπο αρμοδιότητα εξαρτάται από το πού βρίσκονται τα προς κατάσχεση πράγματα κατά την έναρξη της εκτέλεσης.

Αναγκαστικός πλειστηριασμός ακινήτου:

Για την εκτέλεση επί ακινήτων (που είναι εγγεγραμμένα στο κτηματολόγιο) αρμόδιο είναι το οικείο κτηματολογικό δικαστήριο (Grundbuchsgericht).

Μετά την έγκριση της εκτέλεσης η διαδικασία κινείται αυτεπαγγέλτως. Η κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης διεξάγεται είτε από τον δικαστή (αναγκαστικός πλειστηριασμός ακινήτου) ή από τον δικαστικό υπάλληλο (εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων και απαιτήσεων). Ο δικαστικός υπάλληλος είναι ειδικά καταρτισμένο μέλος του δικαστικού προσωπικού.

Οι πράξεις εκτέλεσης ορίζονται από τους δικαστικούς επιμελητές, οι οποίοι στην Αυστρία είναι δικαστικοί υπάλληλοι και δεν δραστηριοποιούνται ούτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες ούτε ως αντιπρόσωποι ή προστηθέντες του επισπεύδοντος δανειστή. Ενεργούν με μεγάλο βαθμό αυτονομίας, έως την οριστικοποίηση της επιτυχίας ή αποτυχίας μιας διαδικασίας εκτέλεσης.

Ο δανειστής καλείται να υποβάλει αιτήσεις μόνο εφόσον χωρίς αυτές καθίσταται αδύνατη η συνέχιση της διαδικασίας από το δικαστήριο ή τον δικαστικό επιμελητή ή εφόσον η η υπηρεσιακή πράξη συνεπάγεται έξοδα. Ωστόσο, ο δανειστής μπορεί να προσθέσει εκ των προτέρων συμπληρωματικά στοιχεία στην αίτησή του: για παράδειγμα, στην περίπτωση εκτέλεσης επί μισθού, μπορεί να παραιτηθεί από τη χορήγηση από τον εργοδότη δήλωσης ως προς την ύπαρξη και το ύψος των αποδοχών στην περίπτωση της εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, μπορεί να παραιτηθεί από τη δυνατότητα της διά της βίας εισόδου στην κατοικία, η οποία συνεπάγεται έξοδα κλειδαρά, αν δεν βρίσκεται μέσα ο οφειλέτης.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

Εκτέλεση για την είσπραξη χρηματικών απαιτήσεων:

Η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης διαιρείται σε διαδικασία έγκρισης και διαδικασία εκτέλεσης.

Η έγκριση της εκτέλεσης προϋποθέτει αίτηση του δανειστή, στην οποία αυτός επιλέγει το μέσο εκτέλεσης που επιθυμεί για την ικανοποίηση της απαίτησής του. Αν ο δανειστής επιδιώκει την ικανοποίηση απαίτησης κατά επιχειρηματία, επιλέγει συνήθως την εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων και την υποβολή καταλόγου περιουσιακών στοιχείων. Στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, ο δικαστικός επιμελητής επιχειρεί να επιτύχει την είσπραξη του ποσού της απαίτησης και, αν αποτύχει, προβαίνει σε κατάσχεση των αντικειμένων που εντοπίζει. Αν αυτά δεν καλύπτουν την προς ικανοποίηση απαίτηση, ζητά από τον οφειλέτη να υποβάλει κατάλογο περιουσιακών στοιχείων, στον οποίο ο οφειλέτης πρέπει να δηλώσει τη συνολική περιουσία του.

Αν ο δανειστής επιδιώκει την ικανοποίηση απαίτησης κατά καταναλωτή, επιλέγει συνήθως την εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, την εκτέλεση επί μισθού και την υποβολή καταλόγου περιουσιακών στοιχείων. Ο δανειστής μπορεί να επιλέξει την εκτέλεση επί μισθού εφόσον γνωρίζει πού δουλεύει ο οφειλέτης ή από ποιον αμείβεται. Αν δεν γνωρίζει αυτά τα στοιχεία, πρέπει να γνωρίζει την ημερομηνία γέννησης του υπόχρεου βάσει αυτής, το δικαστήριο εντοπίζει την υπηρεσία μισθοδοσίας από την Ένωση αυστριακών φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Το πρώτο βήμα είναι η κατάσχεση και εκχώρηση των αποδοχών του οφειλέτη. Αν το βήμα αυτό στεφθεί με επιτυχία, εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων πραγματοποιείται μόνο ύστερα από αίτηση του δανειστή. Έπειτα, ο δικαστικός επιμελητής επιχειρεί να επιτύχει την είσπραξη του ποσού της απαίτησης και, αν αποτύχει, προβαίνει σε κατάσχεση των αντικειμένων που εντοπίζει. Αν αυτά δεν καλύπτουν την προς ικανοποίηση απαίτηση, ζητά από τον οφειλέτη να υποβάλει κατάλογο περιουσιακών στοιχείων, στον οποίο ο οφειλέτης πρέπει να δηλώσει τη συνολική περιουσία του.

Για την αίτηση εκτέλεσης ο δανειστής πρέπει να χρησιμοποιήσει ειδικό έντυπο (E-Antr 1) ή να υποβάλει την αίτησή του μορφοτυπημένη. Για την υποβολή της αίτησης εκτέλεσης δεν απαιτείται εκπροσώπηση από δικηγόρο.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ο επισπεύδων δανειστής, για να μπορεί να προβεί σε εκτέλεση, πρέπει να διαθέτει εκτελεστό τίτλο, εκτελεστή απόφαση. Επίσης, χρειάζεται πιστοποιητικό εκτελεστότητας, το οποίο χορηγείται από την αρμόδια αρχή κατά τη διαδικασία έκδοσης εκτελεστού τίτλου. Περαιτέρω, ο δανειστής πρέπει να γνωρίζει τη διεύθυνση του οφειλέτη χρειάζεται την ημερομηνία γέννησης μόνο στην περίπτωση που θέλει να αιτηθεί εκτέλεση επί του μισθού αλλά δεν γνωρίζει την υπηρεσία μισθοδοσίας.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Ο οφειλέτης ευθύνεται για τις υποχρεώσεις του με το σύνολο της περιουσίας του, στον βαθμό που τα αντικείμενα της περιουσίας του δεν είναι ακατάσχετα. Ωστόσο, η διαδικασία εκτέλεσης περιλαμβάνει μόνο εκείνα τα αντικείμενα τα οποία επιθυμεί να κατασχέσει ο δανειστής και τα οποία προσδιορίζει για τον λόγο αυτό στην αίτηση εκτέλεσης. Κατά την εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, αρκεί να υποβληθεί αίτηση κατάσχεσης όλων των πραγμάτων που βρίσκονται στην κατοχή του οφειλέτη κατά την εκτέλεση επί απαιτήσεων, ο δανειστής πρέπει να δηλώσει τον τρίτο-οφειλέτη, ενώ κατά την εκτέλεση επί μισθού προβλέπεται εξαίρεση. Ο δανειστής μπορεί να δηλώσει ότι δεν γνωρίζει τον τρίτο-οφειλέτη. Το δικαστήριο μπορεί να συλλέξει τα στοιχεία του από την ένωση αυστριακών ιδρυμάτων κοινωνικής ασφάλισης, αν ο δανειστής του γνωστοποιήσει την ημερομηνία γέννησης του οφειλέτη.

Ο δανειστής μπορεί επίσης να επισπεύσει εκτέλεση επί των εξής στοιχείων: επί απαιτήσεων πέραν των μισθολογικών απαιτήσεων, μεριδίων συμμετοχής του υπόχρεου σε ΕΠΕ ή, αν ο υπόχρεος είναι κύριος ακινήτου, ο επισπεύδων δανειστής μπορεί να επιδιώξει την αναγκαστική επιβολή υποθήκης, την αναγκαστική διαχείριση και τον αναγκαστικό πλειστηριασμό του ακινήτου.

Τα αντικείμενα της περιουσίας του οφειλέτη που εξαιρούνται από την αναγκαστική εκτέλεση αναφέρονται στην υποενότητα «Περιορισμοί της αναγκαστικής εκτέλεσης».

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τα αποτελέσματα των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εξαρτώνται από το αντίστοιχο μέσο:

Εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων:

Ο δικαστικός επιμελητής επιβάλλει ενέχυρο στα δυνάμενα να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία, τα οποία στη συνέχεια εκπλειστηριάζονται.

Εκτέλεση επί απαιτήσεων, ιδίως εκτέλεση επί μισθού:

Επιβάλλεται ενέχυρο στην απαίτηση. Απαγορεύεται η διάθεση της απαίτησης από τον οφειλέτη και ιδίως η είσπραξή της. Εφόσον δεν είναι ακατάσχετη, η απαίτηση εκχωρείται στον δανειστή.

Αναγκαστικός πλειστηριασμός ακινήτου:

Επιβάλλεται υποθήκη στο ακίνητο. Από την εγγραφή της έναρξης της διαδικασίας πλειστηριασμού στο κτηματολόγιο, οι νομικές πράξεις του οφειλέτη που αφορούν το ακίνητο καθώς και τα παραρτήματά του και οι οποίες δεν εμπίπτουν στις πράξεις τακτικής διαχείρισης είναι άκυρες έναντι των δανειστών και του υπερθεματιστή. Αν ο οφειλέτης προβεί σε πώληση του ακινήτου, ο εγκεκριμένος πλειστηριασμός συνεχίζεται κατά του αγοραστή του ακινήτου.

Προβλέπονται ποινικές συνέπειες για την περίπτωση που υπόχρεος αποκρύψει, αφαιρέσει, εκποιήσει ή προκαλέσει φθορά σε στοιχείο της περιουσίας του, προφασιστεί ή αναγνωρίσει ανύπαρκτη υποχρέωση, ή άλλως μειώσει πραγματικά ή εικονικά την περιουσία του και, με τον τρόπο αυτό, παρακωλύσει ή περιορίσει την ικανοποίηση δανειστή με αναγκαστική εκτέλεση ή εκκρεμή διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Ομοίως, διώκεται ποινικά υπόχρεος που καταστρέφει, φθείρει, παραμορφώνει, αχρηστεύει ή αφαιρεί από τη διαδικασία, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, περιουσιακό στοιχείο που κατασχέθηκε ή δεσμεύθηκε με υπηρεσιακή πράξη.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η εκτέλεση συνεχίζεται έως την επιτυχή περάτωση ή διακοπή της, για παράδειγμα, επειδή ο οφειλέτης κατέβαλε στον δανειστή την οφειλή του κατά τη διαδικασία της εκτέλεσης. Κατ’ εξαίρεση, η εκτέλεση μπορεί να λήξει νωρίτερα, για παράδειγμα, αν ο δανειστής προβεί σε εκτέλεση επί του μισθού και ο οφειλέτης αλλάξει εργασία.

Ο κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης προβλέπει επίσης την αναβολή της διαδικασίας εκτέλεσης. Η διαδικασία αναβάλλεται ιδίως αν ασκηθεί αγωγή κήρυξης του εκτελεστού τίτλου ανίσχυρου ή άκυρου, αν υποβληθεί αίτηση αναστολής της εκτέλεσης, αν ασκηθεί αγωγή αντιρρήσεων (βλ. σημείο 4), αν η απόφαση του δικαστηρίου που ενέκρινε την εκτέλεση προσβληθεί με ανακοπή, αν ασκηθεί προσφυγή κατά της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή αν ζητηθεί η ανάκληση ή η τροποποίηση της τελεσίδικης απόφασης κήρυξης της εκτελεστότητας.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Για την προσβολή της απόφασης έγκρισης της εκτέλεσης επιτρέπεται η άσκηση του ένδικου μέσου της ανακοπής. Η ανακοπή απευθύνεται στο δικαστήριο του ένδικου μέσου [στο πρωτοδικείο (Landesgericht), το οποίο είναι ιεραρχικά ανώτερο], αλλά κατατίθεται στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο [περιφερειακό δικαστήριο (Bezirksgericht)]. Η ανακοπή πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας 14 ημερών. Κατά κανόνα, απαιτείται εκπροσώπηση από δικηγόρο. Η διαδικασία ανακοπής είναι αμιγώς έγγραφη διαδικασία, κατά την οποία απαγορεύεται η προβολή νέων πραγματικών ισχυρισμών.

Ο οφειλέτης μπορεί να επικαλεστεί το γεγονός ότι εν τω μεταξύ εξόφλησε την απαίτηση με αίτηση αντιρρήσεων ή με αγωγή αντιρρήσεων (και όχι με ανακοπή κατά της απόφασης έγκρισης της εκτέλεσης). Η αγωγή κατατίθεται στο δικαστήριο που έχει εγκρίνει την εκτέλεση. Με την αγωγή μπορεί να συνυποβληθεί αίτηση αναστολής της εκτέλεσης. Αν η αγωγή γίνει τελεσίδικα δεκτή, η εκτέλεση αναβάλλεται αυτεπάγγελτα.

Αν η απόφαση έγκρισης της εκτέλεσης εκδόθηκε με την απλουστευμένη διαδικασία, η εκτέλεση εγκρίθηκε αποκλειστικά με βάση τα στοιχεία του επισπεύδοντος. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης μπορεί με ανακοπή να προβάλει ότι δεν υφίσταται εκτελεστός τίτλος που να καλύπτει την εκτέλεση, συμπεριλαμβανομένου του πιστοποιητικού εκτελεστότητας, ή ότι ο εκτελεστός τίτλος δεν συνάδει με τα στοιχεία που περιέχει η αίτηση εκτέλεσης. Η ανακοπή απευθύνεται στο δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση έγκρισης σε πρώτο βαθμό. Σε περίπτωση άσκησης ανακοπής, το δικαστήριο ελέγχει αν υφίσταται εκτελεστός τίτλος που καλύπτει την προς ικανοποίηση απαίτηση. Η προθεσμία άσκησης ανακοπής είναι δεκατέσσερις ημέρες.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Περιορισμοί της αναγκαστικής εκτέλεσης

Γενικά ισχύει ο περιορισμός ότι δεν επιτρέπεται εκτέλεση σε έκταση μεγαλύτερη από την αναγκαία για την ικανοποίηση της απαίτησης που περιγράφεται στην απόφαση έγκρισης της εκτέλεσης.

Ο νόμος προβλέπει ορισμένους περιορισμούς στην εκτέλεση υπέρ ορισμένων προσώπων ή ενώσεων προσώπων:

  • Κατά της περιουσίας οργανισμού υπό κρατική εποπτεία που εξυπηρετεί τις δημόσιες μεταφορές μπορούν να διενεργηθούν πρόσφορες πράξεις εκτέλεσης που διαταράσσουν τις υπηρεσίες δημόσιων μεταφορών μόνο με τη σύμφωνη γνώμη της εποπτικής αρχής του οργανισμού.
  • Πριν από τη διενέργεια πράξης εκτέλεσης κατά προσώπου που υπηρετεί στις ομοσπονδιακές ένοπλες δυνάμεις ή στην ομοσπονδιακή αστυνομία, πρέπει να κοινοποιείται η απόφαση έγκρισης της εκτέλεσης στον ανώτερο αξιωματικό της υπηρεσίας του εν λόγω προσώπου.
  • Στα στρατιωτικά κτίρια, για τη διενέργεια πράξης εκτέλεσης απαιτείται η προκαταβολική ενημέρωση του διοικητή του κτιρίου, ενώ η πράξη εκτέλεσης πρέπει να διενεργείται παρουσία στρατιωτικού που έχει ορισθεί από τον εν λόγω διοικητή.
  • Πράξεις εκτέλεσης κατά προσώπων που απολαμβάνουν στην Αυστρία ασυλία βάσει διατάξεων του δημόσιου διεθνούς δικαίου, καθώς και επί αντικείμενων και χώρων τέτοιων προσώπων επιτρέπονται μόνο μέσω του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Δικαιοσύνης σε συμφωνία με το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Ένταξης και Εξωτερικών.
  • Εκτέλεση κατά δήμου ή δημόσιου και κοινωφελούς οργανισμού προς τον σκοπό της ικανοποίησης χρηματικής απαίτησης μπορεί να εγκριθεί μόνο σε σχέση με περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ικανοποίηση του δανειστή χωρίς να θίγεται το δημόσιο συμφέρον που εξυπηρετεί ο οικείος δήμος ή δημόσιος και κοινωφελής οργανισμός. Αν η εκτέλεση αφορά την πραγμάτωση συμβατικού ενεχύρου/υποθήκης, ο εν λόγω περιορισμός δεν ισχύει.

Επίσης, προκειμένου να προστατεύεται ο υπόχρεος, ορισμένα περιουσιακά στοιχεία εξαιρούνται υποχρεωτικά από την εκτέλεση, για παράδειγμα:

Εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων:

  • αντικείμενα προσωπικής ή οικιακής χρήσης που αντιστοιχούν σε λιτό τρόπο ζωής
  • αντικείμενα που απαιτούνται για την προετοιμασία για ένα επάγγελμα και την άσκηση επαγγέλματος, καθώς και εκπαιδευτικά βοηθήματα που προορίζονται για σχολική εκπαίδευση
  • τρόφιμα και καύσιμα θέρμανσης που καλύπτουν για τέσσερις εβδομάδες τις ανάγκες του υπόχρεου και των μελών της οικογένειάς του που ζουν στο ίδιο σπίτι
  • κατοικίδια ζώα
  • οικογενειακές φωτογραφίες, επιστολές και λοιπά έγγραφα, καθώς και η βέρα του υπόχρεου
  • βοηθήματα για την αντιμετώπιση αναπηρίας και βοηθήματα για τη φροντίδα του υπόχρεου ή των μελών της οικογένειάς του που ζουν στο ίδιο σπίτι, καθώς και θεραπευτικές ουσίες και βοηθητικός εξοπλισμός που χρειάζονται στο πλαίσιο ιατρικής θεραπείας
  • αντικείμενα που εξυπηρετούν την άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων
  • μετρητά μέχρι το όριο του ακατάσχετου έως την επόμενη, μετά την κατάσχεση, ημερομηνία πληρωμής, εφόσον, βάσει του νόμου, το εισόδημα του υπόχρεου είναι ακατάσχετο ή υπόκειται μόνο εν μέρει σε κατάσχεση.

Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί επίσης να απέχει από την κατάσχεση αντικειμένων μικρής αξίας, αν είναι προφανές ότι το κέρδος από τη συνέχιση ή την πραγματοποίηση της εκτέλεσης δεν θα υπερβεί το κόστος της εκτέλεσης.

Εκτέλεση επί χρηματικών απαιτήσεων (εκτέλεση επί μισθού):

  • αποζημιώσεις για πραγματοποιηθείσες δαπάνες, στον βαθμό που καλύπτουν επιπλέον δαπάνες οι οποίες προέκυψαν από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας
  • νόμιμα επιδόματα τα οποία χορηγούνται για την κάλυψη του επιπλέον κόστους που συνδέεται με αναπηρία ή ανάγκη περίθαλψης, για παράδειγμα το επίδομα ειδικής φροντίδας
  • νόμιμα επιδόματα για την κάλυψη μισθωμάτων ή άλλων εξόδων στέγασης
  • οικογενειακά επιδόματα
  • ορισμένες νόμιμες παροχές που χορηγούνται σε σχέση με τη γέννηση παιδιού, ιδίως το κατ’ αποκοπήν επίδομα επιμέλειας τέκνου
  • ορισμένα επιδόματα που χορηγούνται από την Υπηρεσία Αγοράς Εργασίας
  • αποζημιώσεις για πραγματοποιηθείσες δαπάνες που χορηγούνται από φορείς εκ του νόμου προβλεπόμενης κοινωνικής ασφάλισης.

Επιπλέον, είναι ακατάσχετα ιδίως τα εξής:

  • οι παροχές σε είδος που χορηγούνται βάσει της νομοθεσίας περί κοινωνικής ασφάλισης
  • η αξίωση διανομής της συζυγικής περιουσίας και των συζυγικών αποταμιεύσεων, εφόσον δεν έχει αναγνωριστεί με σύμβαση ή διακανονισμό ή δεν έχει ασκηθεί δικαστικά.

Τα εισοδήματα από εργασία, οι συντάξεις και οι νόμιμες απολαβές που αποσκοπούν στην αντιστάθμιση προσωρινής ανεργίας ή μειωμένης βιοποριστικής ικανότητας δύνανται να κατασχεθούν υπό περιορισμούς. Το ύψος του ακατάσχετου («ελάχιστο όριο διαβίωσης») εξαρτάται από το ύψος των αποδοχών και τον αριθμό των υποχρεώσεων διατροφής του οφειλέτη. Τα ακατάσχετα ποσά, τα οποία αυξάνονται ετησίως, προκύπτουν από τους πίνακες που παρατίθενται στην αρχική σελίδα του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Δικαιοσύνης (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.justiz.gv.at/web2013/html/default/2c9484852308c2a60123ec387738064b.de.html). Ο νόμος λαμβάνει υπόψη τις τυχόν, κατά περίπτωση, ιδιαίτερες ανάγκες του υπόχρεου ή του δανειστή του, προβλέποντας τη δυνατότητα, κατόπιν αίτησης και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, αύξησης ή μείωσης του ακατάσχετου ορίου. Στην περίπτωση εκτέλεσης για την ικανοποίηση νόμιμης αξίωσης διατροφής, το ύψος του ακατάσχετου ορίου μειώνεται κατά γενικό κανόνα κατά 25 %.

Περαιτέρω, ο νόμος περί μισθώσεων (Mietrechtsgesetz – MRG) προβλέπει ότι, ως προς τους εκτελεστούς τίτλους έξωσης από κατοικία που εμπίπτει στον νόμο αυτόν και προς τον σκοπό της προστασίας του υπόχρεου, η εκτέλεση της έξωσης αναβάλλεται αν ο μισθωτής αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να καταστεί άστεγος.

Προθεσμίες για την αναγκαστική εκτέλεση

Δεν προβλέπονται προθεσμίες υποβολής των αιτήσεων εκτέλεσης, πλην ορισμένων εξαιρέσεων (εκτέλεση για έξωση σύμφωνα με το άρθρο 575 ZPO). Ωστόσο, ο οφειλέτης μπορεί να προσβάλει την εκτέλεση προβάλλοντας την ένσταση της ήδη επελθούσας παραγραφής. Γενικά, η προθεσμία παραγραφής των απαιτήσεων για τις οποίες υπάρχει τελεσίδικος εκτελεστός τίτλος (υποχρεώσεις βεβαιωμένες με ισχύ δεδικασμένου) ανέρχεται σε 30 χρόνια από την τελεσιδικία του εκτελεστού τίτλου. Αν ο εκτελεστός τίτλος στηρίζεται σε δικαιώματα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου, η προθεσμία παραγραφής ανέρχεται σε 40 χρόνια. Εντούτοις, υπάρχει εξαίρεση ως προς τις παροχές που πρόκειται να καταστούν ληξιπρόθεσμες μελλοντικά, εφόσον από τις γενικές διατάξεις περί παραγραφής προβλέπεται για αυτές συντομότερη προθεσμία παραγραφής.

Η παραγραφή διακόπτεται από κάθε τελεσίδικη απόφαση έγκρισης εκτέλεσης και ξεκινάει εκ νέου με το τελευταίο βήμα εκτέλεσης ή με τη λήξη της εκτέλεσης.

Σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπονται προσωρινές απαγορεύσεις υποβολής περαιτέρω αίτησης εκτέλεσης ή συνέχισης της διαδικασίας εκτέλεσης:

  • Σε περίπτωση που στο πλαίσιο εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων δεν βρέθηκαν αντικείμενα δυνάμενα να κατασχεθούν, αίτηση άλλου επισπεύδοντος δανειστή για εκτέλεση επί κινητών ενσώματων πραγμάτων ή νέα εκτέλεση μπορεί μεν να εγκριθεί, αλλά δεν μπορεί να εκτελεστεί παρά μόνο αφού παρέλθουν έξι μήνες από την τελευταία ατελέσφορη απόπειρα εκτέλεσης, εκτός αν πιθανολογείται η επιτυχία απόπειρας εκτέλεσης και πριν από την πάροδο του διαστήματος αυτού.
  • Ο επισπεύδων δανειστής μπορεί να αιτηθεί εκτέλεση επί του μισθού σε σχέση με απαιτήσεις έναντι άγνωστου τρίτου-οφειλέτη μετά την έγκριση εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων, μόνο αν έχει παρέλθει ένα έτος από την εν λόγω έγκριση αυτή η περίοδος αναστολής δεν ισχύει αν ο επισπεύδων δανειστής αποδείξει σε επαρκή βαθμό ότι πληροφορήθηκε πως ο οφειλέτης διατηρεί υποκείμενες σε κατάσχεση απαιτήσεις καταβολής μισθού μόνο μετά την αίτησή του για έγκριση εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων. Ο οφειλέτης υποχρεούται να υποβάλει νέο κατάλογο περιουσιακών στοιχείων μόνο αν ο δανειστής αποδείξει σε επαρκή βαθμό ότι ο οφειλέτης απέκτησε περιουσιακά στοιχεία ή αν έχει παρέλθει ένα έτος από την υποβολή του καταλόγου περιουσιακών στοιχείων.
  • Ο κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης προβλέπει επίσης προθεσμίες που αποσκοπούν να διασφαλίσουν την ταχεία διεξαγωγή της εκτέλεσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να προγραμματίσει την πρώτη πράξη εκτέλεσης εντός τεσσάρων εβδομάδων και να ενημερώσει τον δανειστή για την πρόοδο της διαδικασίας ή τα κωλύματα που τυχόν αντιμετώπισε το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών. Το εκτελεστικό ενέχυρο που χορηγείται στον δανειστή στο πλαίσιο της εκτέλεσης επί κινητών ενσώματων πραγμάτων του οφειλέτη αποσβένεται ύστερα από δύο χρόνια, αν η διαδικασία πώλησης δεν επισπεύσθηκε κατά τον δέοντα τρόπο.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Η πρωτότυπη γλωσσική έκδοση πολωνικά αυτής της σελίδας τροποποιήθηκε πρόσφατα. Η γλωσσική έκδοση που βλέπετε τώρα βρίσκεται στο στάδιο της μετάφρασης.
Υπάρχει ήδη μετάφραση στις ακόλουθες γλώσσες: αγγλικά

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Πολωνία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Οι κανόνες σχετικά με την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων στις αστικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών υποθέσεων, θεσπίζονται στον πολωνικό κώδικα πολιτικής δικονομίας (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροKodeks postępowania cywilnego) της 17ης Νοεμβρίου 1964 (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2021, σημείο 1805).

Η αναγκαστική εκτέλεση είναι η χρήση νομίμων μέτρων εξαναγκασμού από τις αρμόδιες εθνικές αρχές για την ανάκτηση των χρηματικών ποσών που οφείλονται στους δανειστές δυνάμει εκτελεστού τίτλου. Οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κινούνται με την κατάθεση αίτησης εκτέλεσης.

Ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί τη βάση της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά κανόνα, ο εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή εκτέλεσης που περιέχει ρήτρα εκτελεστότητας (άρθρο 776 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η εν λόγω ρήτρα δεν απαιτείται για ορισμένες δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται σε επίπεδο κράτους μέλους ή για τις συμφωνίες συμβιβασμού και τα επίσημα έγγραφα που αναφέρονται στον άρθρο 1153 παράγραφος 14 του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Εάν οι εν λόγω δικαστικές αποφάσεις, συμφωνίες συμβιβασμού και επίσημα έγγραφα πληρούν τους παραπάνω όρους, συνιστούν εκτελεστό τίτλο με τον οποίο οι δανειστές μπορούν να απευθυνθούν απευθείας στην αρχή αναγκαστικής εκτέλεσης.

Στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης συμμετέχουν δύο αρμόδιες αρχές:

  • τα δικαιοδοτικά όργανα — στις διαδικασίες ενσωμάτωσης ρήτρας εκτελεστότητας στον εκτελεστό τίτλο [προεδρεύων δικαστής, περιφερειακό δικαστήριο (sąd rejonowy), πρωτοδικείο (sąd okręgowy) και εφετείο (sąd apelacyjny)]·
  • οι αρχές εκτέλεσης — στις σχετικές διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης· οι αρχές αυτές είναι τα περιφερειακά δικαστήρια και οι δικαστικοί επιμελητές (άρθρο 758 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Τα μέρη τόσο στη διαδικασία κήρυξης εκτελεστότητας όσο και στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης είναι ο οφειλέτης και ο δανειστής.

Το πολωνικό δίκαιο προβλέπει τις παρακάτω διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης:

Αναγκαστική εκτέλεση χρηματικών απαιτήσεων που προκύπτουν από:

  • κινητά πράγματα·
  • αμοιβή για εργασία·
  • τραπεζικούς λογαριασμούς·
  • άλλες υποχρεώσεις·
  • λοιπά περιουσιακά δικαιώματα·
  • ακίνητα·
  • ποντοπόρα πλοία.

Αναγκαστική εκτέλεση μη χρηματικών απαιτήσεων που προκύπτουν από:

  • αναγκαστική διαχείριση·
  • πώληση επιχείρησης ή αγροτικής εκμετάλλευσης·
  • πληρωμή διατροφής. Το δικαστήριο ενσωματώνει αυτεπαγγέλτως τη ρήτρα εκτελεστότητας στον εκτελεστό τίτλο. Στις περιπτώσεις αυτές, ο εκτελεστός τίτλος επιδίδεται αυτεπαγγέλτως στον δανειστή. Στις περιπτώσεις που διατάσσεται η καταβολή διατροφής, τότε η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να κινηθεί αυτεπαγγέλτως κατόπιν αιτήματος του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που είχε επιληφθεί της σχετικής υπόθεσης διατροφής. Το εν λόγω αίτημα κατατίθεται ενώπιον της αρμόδιας αρχής αναγκαστικής εκτέλεσης. Δικαστικός επιμελητής διενεργεί αυτεπαγγέλτως έρευνα για τον προσδιορισμό των εσόδων, των περιουσιακών στοιχείων και του τόπου κατοικίας του οφειλέτη. Εάν η έρευνα αποβεί άκαρπη, τότε η αστυνομική αρχή, κατόπιν αιτήματος του δικαστικού επιμελητή, προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για να προσδιορίσει τον τόπο κατοικίας και εργασίας του οφειλέτη. Η έρευνα θα πρέπει να πραγματοποιείται σε διάστημα το πολύ 6 μηνών. Εάν από την έρευνα δεν καταστεί δυνατός ο προσδιορισμός του εισοδήματος ή των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τότε ο δικαστικός επιμελητής ζητεί από το δικαστήριο να διατάξει τον οφειλέτη να γνωστοποιήσει τα περιουσιακά του στοιχεία. Εάν ο οφειλέτης είναι υπερήμερος για πάνω από έξι μήνες, τότε ο δικαστικός επιμελητής υποβάλλει αυτεπαγγέλτως αίτηση ενώπιον του Εθνικού Δικαστικού Μητρώου (Krajowy Rejestr Sądowy) για τη συμπερίληψη του οφειλέτη στον κατάλογο αφερέγγυων οφειλετών. Τυχόν μη εφαρμογή μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης δεν συνιστά λόγο για διακοπή της διαδικασίας.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Σύμφωνα με το άρθρο 758 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, οι υποθέσεις που αφορούν την αναγκαστική εκτέλεση εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των περιφερειακών δικαστηρίων και των δικαστικών επιμελητών που ενεργούν για λογαριασμό τους.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Σύμφωνα με το άρθρο 803 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί τη βάση για την αναγκαστική εκτέλεση ως προς το σύνολο της απαίτησης σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά. Η αρχή εκτέλεσης δεν έχει εξουσία να εξετάσει την εγκυρότητα και την εφαρμοσιμότητα του εκτελεστού τίτλου στον οποίο εφαρμόζεται αυτή η υποχρέωση.

Κατά κανόνα, η ρήτρα εκτελεστότητας είναι ενσωματωμένη στον εκτελεστό τίτλο.

Σύμφωνα με το άρθρο 777 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, τα ακόλουθα μπορούν να αποτελέσουν εκτελεστό τίτλο:

  1. τελεσίδικη ή άμεσα εκτελεστή δικαστική απόφαση και συμφωνίες συμβιβασμού που έχουν επιτευχθεί ενώπιον δικαστηρίου·
  2. τελεσίδικη ή άμεσα εκτελεστή απόφαση που έχει εκδοθεί από ανώτερο δικαστικό υπάλληλο (referendarz sądowy)·
  3. λοιπές δικαστικές αποφάσεις, συμφωνίες συμβιβασμού και νομικές πράξεις που εκτελούνται μέσω δικαστικής εκτέλεσης·
  4. συμβολαιογραφική πράξη δυνάμει της οποίας ο οφειλέτης συμμορφώνεται εκουσίως με μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης για την καταβολή χρηματικού ποσού ή την παράδοση αντικειμένων που προσδιορίζονται κατά είδος και στην ποσότητα που ορίζεται στη συμβολαιογραφική πράξη, ή για την παράδοση αντικειμένων που προσδιορίζονται μεμονωμένα, υπό τον όρο ότι η συμβολαιογραφική πράξη ορίζει την ημερομηνία έως την οποία η εν λόγω υποχρέωση πρέπει να εκπληρωθεί ή ορίζει το γεγονός που πρέπει να επέλθει για να διενεργηθεί η αναγκαστική εκτέλεση·
  5. συμβολαιογραφική πράξη δυνάμει της οποίας ο οφειλέτης συμμορφώνεται εκουσίως με μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης για την καταβολή του χρηματικού ποσού που ορίζεται στη συμβολαιογραφική πράξη ή που υπολογίζεται με βάση ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, στην οποία περίπτωση η πράξη ορίζει το γεγονός που πρέπει να επέλθει για τη συμμόρφωση με την εν λόγω υποχρέωση και την ημερομηνία μέχρι την οποία ο δανειστής μπορεί να αιτηθεί την ενσωμάτωση ρήτρας εκτελεστότητας στη συμβολαιογραφική πράξη·
  6. η συμβολαιογραφική πράξη που ορίζεται στην περίπτωση 4 ή 5, με την οποία πρόσωπο που δεν είναι προσωπικός οφειλέτης και του οποίου η περιουσία, η απαίτηση ή το δικαίωμα βαρύνεται με ενέχυρο ή υποθήκη, έχει συμμορφωθεί εκουσίως με την πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του υποθηκευμένου ή ενεχυριασμένου περιουσιακού στοιχείου με σκοπό την ικανοποίηση της χρηματικής απαίτησης του εξασφαλισμένου δανειστή.

Η δήλωση του οφειλέτη για εκούσια υπαγωγή σε αναγκαστική εκτέλεση μπορεί επίσης να γίνει σε χωριστή συμβολαιογραφική πράξη.

Μόνο οι έγκυρες δικαστικές αποφάσεις που ενσωματώνουν ρήτρα εκτελεστότητας ή είναι άμεσα εκτελεστές (δυνάμει απόφασης περί άμεσης εκτελεστότητας που εκδίδεται αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διαδίκου) επέχουν θέση εκτελεστού τίτλου. Η συμβολαιογραφική πράξη ισοδυναμεί με εκτελεστό τίτλο εάν συμμορφώνεται με τους όρους του κώδικα πολιτικής δικονομίας και τους κανόνες περί συμβολαιογραφικών πράξεων.

Λοιποί εκτελεστοί τίτλοι είναι: απόσπασμα από τον κατάλογο απαιτήσεων σε πτωχευτική διαδικασία· νομικά έγκυρος τραπεζικός διακανονισμός· σχέδιο κατανομής χρηματικών ποσών που εισπράχθηκαν μέσω αναγκαστικής εκποίησης· τραπεζικός εκτελεστός τίτλος, όπως προβλέπεται στο τραπεζικό δίκαιο, αλλά μόνο μετά την ενσωμάτωση της ρήτρας εκτελεστότητας από το δικαστήριο· αποφάσεις που εκδίδονται από αλλοδαπά δικαστήρια και συμφωνίες συμβιβασμού που συνάπτονται ενώπιον των εν λόγω δικαστηρίων αφού κηρυχθούν εκτελεστές από πολωνικό δικαστήριο. Αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από αλλοδαπά δικαστήρια σε αστικές υποθέσεις οι οποίες είναι εκτελεστές μέσω δικαστικής εκτέλεσης λογίζονται ως εκτελεστοί τίτλοι αφότου κηρυχθούν εκτελεστές από πολωνικό δικαστήριο. Η κήρυξη εκτελεστότητας είναι δυνατή εάν η δικαστική απόφαση είναι εκτελεστή στη χώρα έκδοσης και εάν δεν προκύψει κανένα από τα κωλύματα που ορίζονται στο Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΆρθρο 1146 παράγραφος 1 και 2.

3.1 Η διαδικασία

Ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί τη βάση για τη κίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που επιλαμβάνεται της υπόθεσης ενσωματώνει τη ρήτρα εκτελεστότητας στους εκτελεστούς τίτλους που εκδίδονται από δικαστήριο (άρθρο 781 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Οι αιτήσεις για ενσωμάτωση ρήτρας εκτελεστότητας εξετάζονται αμελλητί από το δικαστήριο και το αργότερο εντός τριών ημερών από την υποβολή τους ενώπιον του αρμόδιου οργάνου (άρθρο 781 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Η ρήτρα εκτελεστότητας ενσωματώνεται αυτεπαγγέλτως στους εκτελεστούς τίτλους που εκδίδονται σε διαδικασίες που έχουν κινηθεί ή θα μπορούσαν να έχουν κινηθεί αυτεπαγγέλτως. Το δικαστήριο ενσωματώνει αυτεπαγγέλτως τη ρήτρα εκτελεστότητας σε διαταγές πληρωμής που εκδίδονται σε ηλεκτρονικές διαδικασίες διαταγής πληρωμής, αμέσως μόλις καταστούν οριστικές (άρθρο 782 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Κατά κανόνα, μια πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης επισπεύδεται κατόπιν αιτήματος. Σε διαδικασίες που μπορούν να κινηθούν αυτεπαγγέλτως, η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να κινηθεί αυτεπαγγέλτως κατόπιν αιτήματος του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εκδικάζει την υπόθεση. Το αίτημα αυτό υποβάλλεται ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ή δικαστικού επιμελητή (άρθρο 796 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Αίτηση για κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να κατατεθεί από τον δανειστή ενώπιον του αρμόδιου περιφερειακού δικαστηρίου ή δικαστικού επιμελητή του εν λόγω δικαστηρίου. Μπορεί επίσης να υποβληθεί από άλλες αρμόδιες αρχές (δικαστήριο ή εισαγγελική αρχή σε υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης που αφορούν πρόστιμα, χρηματικές ποινές, δικαστικά και διαδικαστικά έξοδα που καταβάλλονται υπέρ του Δημόσιου Ταμείου).

Κατά κανόνα, οι αιτήσεις για την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να γίνονται εγγράφως. Ο εκτελεστός τίτλος πρέπει να επισυνάπτεται στην αίτηση.

Οι κανόνες που διέπουν το ποσό και την είσπραξη των σχετικών αμοιβών ορίζονται στον νόμο για τους δικαστικούς επιμελητές και την αναγκαστική εκτέλεση (Ustawa o komornikach sądowych i egzekucji) της 29ης Αυγούστου 1997 (Εφημερίδα της Κυβέρνησης, τεύχος 133, στοιχείο 882, όπως έχει τροποποιηθεί). Σύμφωνα με το άρθρο 43 του εν λόγω νόμου, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει αμοιβή αναγκαστικής εκτέλεσης για την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης και τη διενέργεια των λοιπών πράξεων που ορίζονται στον εν λόγω νόμο.

Χρεώνονται οι ακόλουθες αμοιβές για τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης:

  1. Για την εκτέλεση διαταγής εξασφάλισης πληρωμής χρηματικής απαίτησης ή ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού, η αμοιβή ανέρχεται στο 2 % επί της αξίας της απαίτησης για την οποία διατάσσονται τα εν λόγω μέτρα, αλλά δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 3 % των μέσων μηνιαίων αποδοχών ούτε ανώτερη του πενταπλάσιου ποσού των εν λόγω αποδοχών. H αμοιβή καταβάλλεται από τον δανειστή κατά την υποβολή της αίτησης για την κίνηση διαδικασίας εκτέλεσης της διαταγής εξασφάλισης πληρωμής ή της ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού. Σε περίπτωση μη πληρωμής της αμοιβής κατά την υποβολή της αίτησης, ο δικαστικός επιμελητής τάσσει στον δανειστή προθεσμία 7 ημερών για να συμμορφωθεί με τη διαταγή. Ο δικαστικός επιμελητής δεν προβαίνει σε εκτέλεση της διαταγής εξασφάλισης πληρωμής ή της ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού έως ότου καταβληθεί η αμοιβή.
  2. Σε υποθέσεις που αφορούν αναγκαστική εκτέλεση για χρηματικές απαιτήσεις, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει στον οφειλέτη αναλογική αμοιβή που ισοδυναμεί με το 15 % της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση, η οποία όμως δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 1/10 ούτε ανώτερη του τριακονταπλάσιου των μέσων μηνιαίων αποδοχών. Ωστόσο, όταν αντικείμενο της εκτέλεσης είναι τραπεζικοί λογαριασμοί, μισθοί, επιδόματα κοινωνικής ασφάλισης ή πληρωμές που γίνονται δυνάμει διατάξεων για την προώθηση της απασχόλησης και τους φορείς της αγοράς εργασίας, επιδόματα ανεργίας, επιμίσθια κινητροδότησης, υποτροφίες ή επιδόματα κατάρτισης, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει στον οφειλέτη αναλογική αμοιβή που ισοδυναμεί με το 8 % της αξίας της απαίτησης, η οποία όμως δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 1/20 ούτε ανώτερη του δεκαπλάσιου των μέσων μηνιαίων αποδοχών.
  3. Σε υποθέσεις που αφορούν την εκτέλεση χρηματικών απαιτήσεων που προκύπτουν από τη διακοπή διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του δανειστή και με βάση το άρθρο 824 παράγραφος 1 σημείο 4) του κώδικα πολιτικής δικονομίας, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει στον οφειλέτη αναλογική αμοιβή που ισοδυναμεί με το 5 % της αξίας της ανεξόφλητης απαίτησης, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 1/10 των μέσων μηνιαίων αποδοχών ούτε ανώτερη του δεκαπλάσιου των αποδοχών. Ωστόσο, σε περίπτωση διακοπής διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του δανειστή πριν από τη γνωστοποίηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης στον οφειλέτη, ο δικαστικός επιμελητής χρεώνει στον οφειλέτη αναλογική αμοιβή που ισοδυναμεί με το 1/10 των μέσων μηνιαίων αποδοχών.
  4. Η κίνηση διαδικασίας για την εκτέλεση μη χρηματικών απαιτήσεων και διαταγών εξασφάλισης μη χρηματικών απαιτήσεων τελεί υπό τον όρο της καταβολής από τον δανειστή προσωρινής αμοιβής ύψους 10 % των μέσων μηνιαίων αποδοχών. Η τελική αμοιβή ισούται με 20 % των μέσων μηνιαίων αποδοχών και καταβάλλεται για τα ακόλουθα: την ανάκτηση κατοχής ακίνητης περιουσίας και την αφαίρεση τυχόν κινητών πραγμάτων από αυτήν· οι εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις υποχρεούνται να καταβάλουν την αμοιβή για κάθε χώρο που αποτελεί μέρος των εγκαταστάσεών τους· τον διορισμό διαχειριστή ακίνητης περιουσίας ή επιχείρησης και επιστάτη για την επίβλεψη της ακίνητης περιουσίας· την αφαίρεση αγαθών ή την απομάκρυνση προσώπων από τις εγκαταστάσεις, με χωριστή αμοιβή για κάθε χώρο· την κατάσχεση αγαθών.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Η αναγκαστική εκτέλεση επισπεύδεται μέσω αίτησης του δανειστή στην οποία επισυνάπτεται ο σχετικός εκτελεστός τίτλος. Η αίτηση θα πρέπει να αναφέρει τον οφειλέτη και να προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η αναγκαστική εκτέλεση, δηλαδή να προσδιορίζει τα σχετικά περιουσιακά δικαιώματα. Για την εκτέλεση απαιτήσεων σχετικά με δικαιώματα επί ακινήτων πρέπει επίσης να αναφέρεται το σχετικό κτηματολόγιο. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών πραγμάτων, δεν απαιτείται η λεπτομερής παράθεση κάθε περιουσιακού στοιχείου, δεδομένου ότι η αναγκαστική εκτέλεση ισχύει για το σύνολο των κινητών πραγμάτων του οφειλέτη.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Κάθε αντικείμενο ή εξοπλισμός που αποτελεί μέρος των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως, μεταξύ άλλων, κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, αμοιβή από εργασία, τραπεζικοί λογαριασμοί, μερίδιο επί ακινήτου, ποντοπόρα πλοία και λοιπές απαιτήσεις και περιουσιακά δικαιώματα του οφειλέτη.

Τα άρθρα 829 και 831 του κώδικα πολιτικής δικονομίας επιβάλλουν ορισμένους περιορισμούς σχετικά με το είδος του αντικειμένου ή εξοπλισμού που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, εξαιρούνται από την αναγκαστική εκτέλεση τα ακόλουθα αντικείμενα ή εξοπλισμός: οικοσκευή, κλινοσκεπάσματα, εσώρουχα και καθημερινός ρουχισμός που ευλόγως απαιτούνται για την κάλυψη των βασικών οικιακών αναγκών του οφειλέτη και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του, καθώς και ρουχισμός που είναι απαραίτητος για τον οφειλέτη για την εκτέλεση των δημόσιων ή επαγγελματικών του καθηκόντων· η ποσότητα τροφίμων και καυσίμων που απαιτούνται για την κάλυψη των βασικών αναγκών του οφειλέτη και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του για χρονικό διάστημα ενός μήνα· εργαλεία και λοιπά αντικείμενα που είναι απαραίτητα για τον οφειλέτη για την πραγματοποίηση επ’ αμοιβή εργασίας, καθώς και πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παραγωγική διαδικασία μίας εβδομάδας, με εξαίρεση τα μηχανοκίνητα οχήματα.

Εκτός από τις διατάξεις του κώδικα πολιτικής δικονομίας, υπάρχουν και άλλοι εθνικοί κανόνες που ορίζουν τα είδη απαιτήσεων που εξαιρούνται από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης και τον βαθμό στον οποίο εφαρμόζεται η εν λόγω εξαίρεση [π.χ. ο εργατικός κώδικας (Kodeks pracy) θεσπίζει τα όρια μέχρι τα οποία μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση επί της αμοιβής από την εργασία του οφειλέτη).

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί τη βάση για την αναγκαστική εκτέλεση ως προς το σύνολο της απαίτησης όσον αφορά το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά.

Ο οφειλέτης δικαιούται να διαχειρίζεται τα περιουσιακά του στοιχεία, εκτός εάν το δικαστήριο του αφαιρέσει το σχετικό δικαίωμα.

Μετά την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών πραγμάτων, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στην κατάσχεσή τους και συντάσσει την κατασχετήρια έκθεση. Τα αποτελέσματα που παράγει η κατάσχεση είναι ότι η διαχείριση της κατασχεθείσας περιουσίας δεν θίγει την περαιτέρω εξέλιξη της διαδικασίας, και ότι μπορεί να κινηθεί διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης όσον αφορά την κατασχεθείσα περιουσία και κατά του αγοραστή. Ωστόσο, ο δικαστικός επιμελητής έχει τη διακριτική ευχέρεια, για σπουδαίο λόγο, να παραχωρήσει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας τον έλεγχο των κατασχεθέντων κινητών πραγμάτων σε άλλο πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του δανειστή.

Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης επί ακινήτων, ο δικαστικός επιμελητής πρώτα ζητά από τον οφειλέτη να εξοφλήσει την οφειλή εντός δύο εβδομάδων. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει σε περιγραφή και εκτίμηση της περιουσίας του οφειλέτη. Η διαχείριση των ακινήτων μετά την κατάσχεση δεν θίγει την περαιτέρω εξέλιξη της διαδικασίας. Ο αγοραστής μπορεί να συμμετάσχει στη διαδικασία με την ιδιότητα του οφειλέτη.

Σε περίπτωση που ο οφειλέτης κληθεί να απόσχει από συγκεκριμένη ενέργεια ή να μην επέμβει στις ενέργειες του δανειστή, το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του δανειστή, επιβάλλει πρόστιμο στον οφειλέτη εάν ο τελευταίος δεν συμμορφωθεί με την εν λόγω υποχρέωση· οφειλέτης που δεν καταβάλλει το πρόστιμο τιμωρείται με φυλάκιση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Ο κώδικας πολιτικής δικονομίας δεν προβλέπει προθεσμίες για την κατάθεση αίτησης για την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Ωστόσο, σύμφωνα με το πολωνικό δίκαιο, απαιτήσεις που αναγνωρίζονται με τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου ή άλλου οργάνου που έχει οριστεί ως αρμόδιο για τις σχετικές υποθέσεις ή με απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου, ή απαιτήσεις που βασίζονται σε συμφωνία που έχει επιτευχθεί ενώπιον δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου ή σε συμφωνία που έχει επιτευχθεί ενώπιον διαμεσολαβητή και έχει εγκριθεί από το δικαστήριο, παραγράφονται μετά την πάροδο έξι ετών, ακόμα και εάν η παραγραφή για τις εν λόγω απαιτήσεις είναι βραχύτερη [άρθρο 125 παράγραφος 1 του αστικού κώδικα (Kodeks cywilny)]. Εάν η απαίτηση που έχει εγκριθεί με τον τρόπο αυτόν καλύπτει περιοδικές υποχρεώσεις, τυχόν μελλοντικές απαιτήσεις από περιοδικές υποχρεώσεις υπόκεινται σε τριετή παραγραφή.

Οι αιτήσεις για την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εξετάζονται από την αρμόδια αρχή προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συμμορφώνονται με τις τυπικές προϋποθέσεις και τα κριτήρια παραδεκτού. H μη συμμόρφωση με τις ειδικές απαιτήσεις μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την απόρριψη της αίτησης ή τη διακοπή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Οι διάδικοι μπορούν να ασκήσουν προσφυγή κατά της δικαστικής απόφασης περί της ενσωμάτωσης της ρήτρας εκτελεστότητας.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης οι διάδικοι έχουν στη διάθεσή τους τα ακόλουθα ένδικα μέσα:

  • ανακοπή κατά πράξης δικαστικού επιμελητή (στο περιφερειακό δικαστήριο)· το ίδιο ισχύει και για παραλείψεις δικαστικού επιμελητή. Η ανακοπή μπορεί να ασκηθεί από διάδικο ή από άτομο του οποίου τα δικαιώματα έχουν προσβληθεί ή διακυβευτεί από την εν λόγω πράξη ή παράλειψη του δικαστικού επιμελητή. Η ανακοπή πρέπει να ασκηθεί το αργότερο μία εβδομάδα μετά τη διενέργεια της σχετικής πράξης ή από τη χρονική στιγμή που ο διάδικος ή ο το ανωτέρω πρόσωπο έλαβε γνώση της παράλειψης)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης περί ενσωμάτωσης ρήτρας εκτελεστότητας (άρθρο 795 του κώδικα πολιτικής δικονομίας —η προθεσμία για την άσκηση έφεσης αρχίζει, στην περίπτωση του δανειστή, από την ημερομηνία χορήγησης του εκτελεστού τίτλου στον δανειστή ή από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης με την οποία δεν έγινε δεκτή η αναγκαστική εκτέλεση, ή, στην περίπτωση του οφειλέτη, από την ημερομηνία επίδοσης της σχετικής γνωστοποίησης ότι έχει κινηθεί διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης με την οποία κηρύσσεται εκτελεστή ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής (άρθρο 795 παράγραφος5 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης σε περίπτωση σύμπτωσης διοικητικής και δικαστικής εκτέλεσης·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης για την αναστολή ή διακοπή της διαδικασίας (άρθρο 828 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης για τον περιορισμό της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 839 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • δικαστική διαταγή με την οποία περιορίζεται η αναγκαστική εκτέλεση και ανακοπή κατά της διαταγής αυτής (άρθρο 839 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • προσφυγή του οφειλέτη κατά των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρα 840 έως 843 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης για την καταβολή της αμοιβής επιστάτη (άρθρο 859 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης όσον αφορά τις ενέργειες περιγραφής και εκτίμησης κατά τη διάρκεια αναγκαστικής εκποίησης ακινήτων·
  • προφορική καταγγελία κατά των πράξεων του δικαστικού επιμελητή κατά τη διάρκεια του πλειστηριασμού, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του εποπτεύοντος οργάνου (άρθρο 986 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης για την ανάθεση σύμβασης (άρθρο 997 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • ισχυρισμοί όσον αφορά το σχέδιο κατανομής των ποσών που εισπράχθηκαν μέσω αναγκαστικής εκτέλεσης [εντός δύο εβδομάδων από τη γνωστοποίηση προς την αρχή αναγκαστικής εκτέλεσης η οποία συνέταξε το σχέδιο (άρθρο 998 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)]·
  • έφεση κατά δικαστικής απόφασης όσον αφορά ισχυρισμούς ως προς το σχέδιο κατανομής (άρθρο 1028 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
  • ανακοπή κατά δικαστικής διαταγής με την οποία ο οφειλέτης καλείται να ασκήσει έφεση κατά δικαστικής απόφασης όσον αφορά την εξαίρεση από κατάσχεση κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης που αφορά το Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 1061 παράγραφος 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Σύμφωνα με το άρθρο 829 του κώδικα πολιτικής δικονομίας εξαιρούνται από την αναγκαστική εκτέλεση τα ακόλουθα αντικείμενα:

  1. οικοσκευή, κλινοσκεπάσματα, εσώρουχα και καθημερινός ρουχισμός που απαιτούνται ευλόγως για την κάλυψη των βασικών οικιακών αναγκών του οφειλέτη και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του, καθώς και ρουχισμός που είναι απαραίτητος για τον οφειλέτη για την εκτέλεση των δημόσιων ή επαγγελματικών του καθηκόντων·
  2. η ποσότητα τροφίμων και καυσίμων που απαιτούνται για την κάλυψη των βασικών αναγκών του οφειλέτη και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του για χρονικό διάστημα ενός μήνα·
  3. μία αγελάδα, δύο κατσίκες ή τρία πρόβατα τα οποία απαιτούνται για τη διαβίωση του οφειλέτη και των εξαρτώμενων από αυτόν προσώπων, καθώς και επαρκής ποσότητα ζωοτροφής και στρωμνής για να επιβιώσουν μέχρι την επόμενη σοδειά·
  4. εργαλεία και λοιπά αντικείμενα που είναι απαραίτητα για τον οφειλέτη για την εκτέλεση επ’ αμοιβή εργασίας, καθώς και πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παραγωγική διαδικασία μίας εβδομάδας, με εξαίρεση τα μηχανοκίνητα οχήματα·
  5. στην περίπτωση οφειλέτη που λαμβάνει πάγιες αποδοχές σε τακτική βάση, ποσό των αποδοχών που αντιστοιχεί στο τμήμα των αποδοχών που δεν υπόκειται σε αναγκαστική εκτέλεση για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την επόμενη ημερομηνία πληρωμής και στην περίπτωση οφειλέτη που δεν λαμβάνει πάγιες αποδοχές, ποσό που αντιστοιχεί στους πόρους διαβίωσης του οφειλέτη και των μελών της οικογένειάς του για χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων·
  6. αντικείμενα ή εξοπλισμός που απαιτούνται για εκπαιδευτικούς σκοπούς, προσωπικά έγγραφα, διακοσμητικά αντικείμενα και αντικείμενα που χρησιμοποιούνται για την άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων, καθώς και αντικείμενα καθημερινής χρήσης που μπορούν να πωληθούν μόνο σε τιμή σημαντικά χαμηλότερη της αρχικής τους αξίας αλλά έχουν ιδιαίτερη χρηστική αξία για τον οφειλέτη·
  7. χρήματα που διατηρούνται σε λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 4a σημείο 25) του νόμου σχετικά με την οργάνωση της αγοράς του γάλακτος και τα γαλακτοκομικά προϊόντα της 20ής Απριλίου 2004 (Ustawa o organizacji rynku mleka i przetworów mlecznych) (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2013, στοιχεία 50 και 1272)·
  8. φαρμακευτικά προϊόντα κατά την έννοια του νόμου για τα φάρμακα της 6ης Σεπτεμβρίου 2001 (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2008, τεύχος 45 σημείο 271, όπως έχει τροποποιηθεί) τα οποία είναι απαραίτητα για την ορθή λειτουργία μονάδας υγειονομικής περίθαλψης κατά την έννοια των διατάξεων σχετικά με την ιατρική δραστηριότητα για χρονικό διάστημα τριών μηνών, καθώς και τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα που είναι απαραίτητα για τη διασφάλιση της λειτουργίας της κατά την έννοια του νόμου για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα της 20ής Μαΐου 2010 (Ustawa o wyrobach medycznych) (Εφημερίδα της Κυβέρνησης, τεύχος 107, στοιχείο 679· 2011, τεύχος 102, στοιχείο 586· και 2011, τεύχος 113, στοιχείο 657)·
  9. είδη ή εξοπλισμός τα οποία είναι απαραίτητα λόγω αναπηρίας του οφειλέτη ή ενός ή περισσοτέρων μελών της οικογένειάς του.

Σύμφωνα με το άρθρο 831 παράγραφος 1 από την κατάσχεση εξαιρούνται τα ακόλουθα:

  1. πληρωμές και παροχές σε είδος που προορίζονται για την κάλυψη εξόδων ή εξόδων επαγγελματικών ταξιδιών·
  2. κονδύλια που χορηγούνται από το Δημόσιο Ταμείο για ειδικούς σκοπούς (κυρίως υποτροφίες και προγράμματα στήριξης), εκτός εάν η απαίτηση για την οποία επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση προκύπτει από την υλοποίηση των εν λόγω σκοπών ή από υποχρεώσεις διατροφής·
  3. πόροι από προγράμματα που χρηματοδοτούνται από τα κονδύλια που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 1, 2 και 3 του νόμου για τα δημόσια οικονομικά, της 27ης Αυγούστου 2009 (Ustawa o finansach publicznych) (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2013, στοιχεία 885, 938 και 1646), εκτός εάν η απαίτηση για την οποία επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση προκύπτει από την υλοποίηση του έργου για το οποίο χορηγήθηκαν αυτά τα κονδύλια·
  4. αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα, εκτός εάν επιτρέπεται η μεταβίβασή τους δυνάμει σύμβασης, σε περίπτωση που οι υπηρεσίες που παρέχονται μπορούν να εκτελεστούν ή η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος μπορεί να παραχωρηθεί σε άλλη οντότητα·
  5. απαιτήσεις από προσωπική ασφάλεια και ασφάλεια περιουσίας, εντός των ορίων που καθορίζονται με κανονιστική απόφαση που εκδίδουν από κοινού ο υπουργός Οικονομικών και ο υπουργός Δικαιοσύνης· η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει για μέτρα εκτέλεσης για την ικανοποίηση απαιτήσεων που απορρέουν από υποχρεώσεις διατροφής·
  6. η κοινωνική συνδρομή κατά την έννοια του νόμου για την κοινωνική συνδρομή της 12ης Μαρτίου 2004 (Ustawa o pomocy społecznej) (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2013, στοιχείο 182, όπως έχει τροποποιηθεί)·
  7. ποσά που καταβάλλονται στον οφειλέτη από τον κρατικό προϋπολογισμό ή το Εθνικό Ταμείο Υγείας για παροχή υγειονομικής περίθαλψης κατά την έννοια του νόμου για τη δημόσια υγειονομική περίθαλψη, της 27ης Αυγούστου 2004 (Ustawa o świadczeniach opieki zdrowotnej finansowanych ze środków publicznych) (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2008, τεύχος 164, στοιχείο 1027, όπως έχει τροποποιηθεί) πριν από τη διακοπή καταβολής των εν λόγω παροχών, κατά το ποσό που αντιστοιχεί στο 75 % της εκάστοτε πληρωμής, εκτός εάν πρόκειται για απαιτήσεις των εργαζομένων του οφειλέτη ή παρόχων υγείας, όπως αυτοί αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 41 στοιχεία α) και β) του ως άνω νόμου.

Σύμφωνα με το άρθρο 833 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, οι αποδοχές από την εργασία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης όπως ορίζεται στον εργατικό κώδικα της 26ης Ιουνίου 1974 (Εφημερίδα της Κυβέρνησης 2020, στοιχείο 1320). Οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στο επίδομα ανεργίας, στα επιμίσθια κινητροδότησης, στις υποτροφίες και τα επιδόματα κατάρτισης που καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την προώθηση της απασχόλησης και τους φορείς της αγοράς εργασίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 στοιχείο 1) του εργατικού κώδικα, τα ακόλουθα ποσά αποδοχών δεν υπόκεινται σε παρακρατήσεις:

  1. ο κατώτατος μισθός που θεσπίζεται δυνάμει μεμονωμένων διατάξεων, ο οποίος καταβάλλεται σε απασχολούμενους πλήρους ωραρίου, μετά την παρακράτηση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και την παρακράτηση φόρου, αφαιρουμένων των ποσών που αποτελούν αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει εκτελεστού τίτλου για την ικανοποίηση απαιτήσεων που δεν συνιστούν υποχρεώσεις διατροφής·
  2. το 75 % των αποδοχών που ορίζονται στην παράγραφο 1, μετά την αφαίρεση των προκαταβολών που χορηγούνται στον εργαζόμενο·
  3. το 90 % των αποδοχών που ορίζονται στην παράγραφο 1, μετά την αφαίρεση των προστίμων που ορίζονται στο άρθρο 108 του εργατικού κώδικα.

Εάν ο εργαζόμενος απασχολείται υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης, τα ποσά μειώνονται ανάλογα με το ωράριο εργασίας.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 07/07/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Πορτογαλία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η εκτέλεση στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις κινείται με αγωγή του δανειστή ή του διαδίκου που ζητά την επίσπευση της εκτέλεσης κατά του οφειλέτη ή άλλου προσώπου κατά του οποίου μπορεί να στραφεί η εκτέλεση, με την οποία ο επισπεύδων ζητά από το δικαστήριο να επιβάλει την εκπλήρωση οφειλόμενης σ’ αυτόν υποχρέωσης.

Η εκτέλεση μπορεί να εξυπηρετεί τρεις σκοπούς: την πληρωμή χρηματικού ποσού την παράδοση συγκεκριμένου πράγματος ή την ενέργεια ή την παράλειψη πράξης.

Η εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί στο πλαίσιο της τυπικής δικαστικής διαδικασίας (τακτική, συνοπτική ή ιδιάζουσα) ή της ειδικής διαδικασίας.

Όλες οι διαδικασίες εκτέλεσης που επισπεύδονται για την πληρωμή χρηματικού ποσού διεξάγονται με τη μορφή της τυπικής τακτικής δικαστικής διαδικασίας, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ορίζονται παρακάτω στις οποίες η εκτέλεση διεξάγεται στο πλαίσιο της συνοπτικής δικαστικής διαδικασίας και τις διαδικασίες εκτέλεσης που αφορούν την οφειλή διατροφής οι οποίες διεξάγονται στο πλαίσιο ειδικής διαδικασίας.

Η προσφυγή στη συνοπτική δικαστική διαδικασία επιλέγεται στην εκτέλεση για την πληρωμή χρηματικού ποσού, με βάση τους παρακάτω τίτλους:

  • διαιτητική ή δικαστική απόφαση, όποτε αυτή δεν μπορεί να εκτελεστεί στο πλαίσιο της αγωγής
  • αίτηση έκδοσης διαταγής πληρωμής η οποία έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο
  • εξωδικαστικό εκτελεστό τίτλο που αφορά ληξιπρόθεσμη χρηματική υποχρέωση η οποία είναι εξασφαλισμένη με υποθήκη ή ενέχυρο
  • εξωδικαστικό εκτελεστό τίτλο που αφορά ληξιπρόθεσμη χρηματική υποχρέωση, της οποίας η αξία δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της αξίας για την οποία είναι αρμόδιο το πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

Ακόμη και όταν έχει εκδοθεί κάποιος από τους παραπάνω εκτελεστούς τίτλους, προκρίνεται η τακτική διαδικασία έναντι της συνοπτικής, στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • εκτέλεση διαζευκτικής υποχρέωσης, η οποία εξαρτάται από δικαίωμα επιλογής ή όρους
  • όταν η υποχρέωση που αποτελεί το αντικείμενο της εκτέλεσης επιτάσσει τον συμβιβασμό στο στάδιο της εκτέλεσης και ο συμβιβασμός δεν εξαρτάται από απλό αριθμητικό υπολογισμό
  • όταν ο εκτελεστός τίτλος, ο οποίος δεν είναι δικαστική απόφαση, στρέφεται κατά ενός μόνον από τους συζύγους και ο επισπεύδων την εκτέλεση ισχυρίζεται στην αίτησή του ότι η οφειλή είναι κοινή
  • στη διαδικασία εκτέλεσης που στρέφεται μόνον κατά εγγυητή, ο οποίος δεν παραιτήθηκε από την ένσταση δίζησης (benefício da excussão prévia).

Η διαδικασία εκτέλεσης που κινείται με σκοπό την παράδοση συγκεκριμένου πράγματος και την ενέργεια πράξης διεξάγεται ως ενιαία τυπική διαδικασία.

Η εκτέλεση για την παράδοση συγκεκριμένου πράγματος μπορεί να τραπεί σε εκτέλεση για την πληρωμή χρηματικού ποσού, όταν δεν είναι δυνατή η εύρεση του πράγματος που θα έπρεπε να λάβει ο επισπεύδων την εκτέλεση. Σ’ αυτήν την περίπτωση, ο επισπεύδων διάδικος μπορεί στην ίδια διαδικασία, να ζητήσει πληρωμή της αξίας του αντικειμένου που θα έπρεπε να του έχει παραδοθεί και της ζημίας από τη μη παράδοση.

Η εκτέλεση με σκοπό την υποχρέωση σε ενέργεια πράξης μπορεί να τραπεί σε εκτέλεση για την καταβολή χρηματικού ποσού εάν ο επισπεύδων ζητά αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη και πληρωμή του επίδικου ποσού.

Η εκτέλεση που αφορά την οφειλή διατροφής ακολουθεί τον τύπο της ειδικής διαδικασίας με την οποία:

  • ο επισπεύδων την εκτέλεση μπορεί να αιτηθεί την επιδίκαση μέρους των ποσών, μισθών ή συντάξεων που λαμβάνει ο καθ’ ου η εκτέλεση ή την εκχώρηση των μισθωμάτων που λαμβάνει ο οφειλέτης έναντι των τμηματικών καταβολών που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή καθίστανται απαιτητές η εν λόγω επιδίκαση ή η εκχώρηση είναι ανεξάρτητες από την κατάσχεση
  • όταν ο επισπεύδων την εκτέλεση αιτείται να του επιδικαστούν τα ποσά, οι μισθοί ή οι συντάξεις που προαναφέρθηκαν, η οντότητα που ευθύνεται για την πληρωμή ή την επεξεργασία των εκάστοτε μισθοδοσιών ενημερώνεται ότι πρέπει να καταβάλει το επιδικασθέν μέρος αυτών απευθείας στον επισπεύδοντα την εκτέλεση
  • όταν ο επισπεύδων την εκτέλεση αιτείται την εκχώρηση μισθωμάτων, πρέπει να αναφέρει τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία αφορούν τα μισθώματα, και ο δικαστικός επιμελητής προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία που κρίνει επαρκή για την κάλυψη των πληρωμών που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και όσων καθίστανται απαιτητές. Ο καθ’ ου η εκτέλεση έχει δικαίωμα ακρόασης για τον σκοπό αυτό·
  • Ο καθ’ ου η εκτέλεση κλητεύεται σε κάθε περίπτωση μετά την επιβολή της κατάσχεσης, ενώ η ανακοπή κατά της εκτέλεσης ή της κατάσχεσης δεν αναστέλλουν την εκτέλεση.

Η διαδικασία της εκτέλεσης καθορίζεται στα άρθρα 550 και 551 (Μορφή διαδικασίας — Διαδικασία εκτέλεσης), 703 έως 877 (Διαδικασία εκτέλεσης) και άρθρα 933 έως 937 (Ειδική εκτέλεση σε υποθέσεις διατροφής) του κώδικα πολιτικής δικονομίας (Código de Processo Civil), που είναι διαθέσιμος σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Αρμόδιες αρχές εκτέλεσης είναι τα δικαστήρια και οι δικαστικοί επιμελητές.

Η εκτέλεση διεξάγεται στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας εκτέλεσης για τη διενέργεια της οποίας αρμόδια αρχή είναι τα δικαστήρια, τα οποία επικουρούνται από δικαστικούς επιμελητές. Εκτός από τη δικαστική διαδικασία, ο νόμος προβλέπει επίσης «εξωδικαστική διαδικασία προ της εκτέλεσης» (procedimento extrajudicial pré-executivo), η οποία είναι προαιρετική και στην οποία ο δανειστής μπορεί να προσφύγει εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις. Αρμόδια αρχή για τη διεξαγωγή της εξωδικαστικής διαδικασίας προ της εκτέλεσης είναι οι δικαστικοί επιμελητές.

Δικαστική Διαδικασία Εκτέλεσης

Η εκτέλεση κινείται με την υποβολή αίτησης εκτέλεσης στο δικαστήριο. Το υπόδειγμα και οι όροι υποβολής της αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης καθορίζονται στο κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 282/2013 της 29ης Αυγούστου, το οποίο ρυθμίζει διάφορες πτυχές των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις (όπως τροποποιήθηκε, κατά τον χρόνο αναθεώρησης του παρόντος δελτίου, με την υπουργική απόφαση αριθ. 239/2020 της 12ης Οκτωβρίου), το οποίο είναι διαθέσιμο σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο.

Τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιήσει ο επισπεύδων ο οποίος δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο, ασκούμενο δικηγόρο ή νομικό αντιπρόσωπο διατίθενται στην Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροπύλη CITIUS

Ο δικαστικός επιμελητής διορίζεται από τον επισπεύδοντα την εκτέλεση. Εάν ο εν λόγω διάδικος δεν το πράξει, ο γραμματέας του δικαστηρίου διορίζει τον δικαστικό επιμελητή αυτόματα με τυχαία επιλογή. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που ορίζονται στον νόμο, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να υποκατασταθεί στα καθήκοντά του από δικαστικό υπάλληλο.

Γενικά, οι αρμοδιότητες του δικαστηρίου και του δικαστικού επιμελητή κατανέμονται ως εξής:

  • ο δικαστικός επιμελητής είναι επιφορτισμένος με όλες τις διατυπώσεις της εκτέλεσης που δεν έχουν ανατεθεί στον γραμματέα ή δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του δικαστή, στις οποίες ειδικότερα περιλαμβάνονται: κλητεύσεις, κοινοποιήσεις, δημοσίευση, έλεγχος βάσης δεδομένων, κατασχέσεις και εγγραφή κατασχέσεων, συμβιβασμοί και πληρωμές
  • ακόμη κι όταν η διαφορά δεν περατώνεται με απόφαση, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να διασφαλίζει ότι θα διεξαχθούν οι πράξεις που απορρέουν από τη διαφορά και απαιτούν την παρέμβασή του
  • εκτός από τις αρμοδιότητες που ρητά του απονέμονται από τον νόμο, ο γραμματέας του δικαστηρίου ευθύνεται για τη διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής των διοικητικών υποθέσεων και τη διαχείριση της διαδικασίας και εκτελεί τις δικαστικές διαταγές τόσο ως προς την προδικασία όσο και στις διαδικασίες ή τα γεγονότα αναγνωριστικού χαρακτήρα, με την εξαίρεση της επίδοσης που υπάγεται στην αρμοδιότητα του δικαστικού επιμελητή
  • ο γραμματέας του δικαστηρίου οφείλει επίσης να ενημερώνει ανεπίσημα τον δικαστικό επιμελητή για την εκκρεμή αναγνωριστική διαδικασία ή τα συμβάντα και τις συναφείς διενεργηθείσες πράξεις οι οποίες ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στη διαδικασία.

Ειδικότερα,

Ο δικαστής είναι αρμόδιος:

  • να εκδώσει προσωρινή διαταγή, εφόσον είναι αναγκαίο
  • να αποφανθεί επί της ανακοπής κατά της εκτέλεσης και της κατάσχεσης και να επαληθεύσει και να κατατάξει τις απαιτήσεις το αργότερο σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της ανακοπής ή της απαίτησης
  • να αποφανθεί αμετάκλητα επί των ενστάσεων σε μέτρα και αποφάσεις του δικαστικού επιμελητή
  • να αποφασίσει για λοιπά ζητήματα που εγείρονται από τον δικαστικό επιμελητή, τους διαδίκους ή παρεμβαίνοντες τρίτους.

Ο δικαστικός επιμελητής είναι αρμόδιος:

  • να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την επαλήθευση της νομιμότητας του εκτελεστού τίτλου, να συμβουλεύεται το ηλεκτρονικό αρχείο εκτελέσεων και τις άμεσα προσπελάσιμες διαδικτυακές βάσεις δεδομένων για να προσδιορίζει τα κατασχετέα περιουσιακά στοιχεία
  • να επιδώσει κλήτευση στον καθ' ου η εκτέλεση, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το υπόψη πρόσωπο κλητεύεται για να υποδείξει τα προς κατάσχεση περιουσιακά στοιχεία, όταν δεν έχουν προσδιοριστεί κατασχετέα περιουσιακά στοιχεία
  • να διεξαγάγει την κατάσχεση και τους καθορισμούς τιμής μετά την επιβολή της κατάσχεσης
  • να διεξαγάγει την πώληση και τη ρευστοποίηση και να προβεί στις σχετικές καταβολές.

Για εκτελέσεις που επισπεύδονται στην Πορτογαλία, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των δικαστηρίων ορίζεται ως εξής:

(Άρθρα 111 έως 131 του νόμου αριθ. 62/2013, της 26ης Αυγούστου, ο οποίος είναι διαθέσιμος σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο)

  • Τα τμήματα εκτέλεσης του κεντρικού περιφερειακού πρωτοδικείου (Instância Central do Tribunal de Comarca) είναι αρμόδια για τις διαδικασίες εκτέλεσης σε αστικές υποθέσεις, με εξαίρεση: τις αρμοδιότητες που απονέμονται στο δικαστήριο διανοητικής ιδιοκτησίας, στο δικαστήριο ανταγωνισμού, ρύθμισης και εποπτείας, στο δικαστήριο ναυτικών διαφορών, στα τμήματα οικογενειακών διαφορών και ανηλίκων, στα εργατικά τμήματα, τα εμπορικά τμήματα, καθώς και την εκτέλεση των αποφάσεων που εκδίδονται από το ποινικό τμήμα οι οποίες, σύμφωνα με την ποινική δικονομία, δεν μπορούν να εισαχθούν σε πολιτικό τμήμα.
  • Όταν δεν υπάρχει αρμόδιο δικαστήριο εκτέλεσης ή άλλο δικαστήριο ή ειδικό δικαστήριο, αρμόδια είναι τα δικαστήρια με γενική αρμοδιότητα (ή όποτε υπάρχει ένα μόνον, το αντίστοιχο πολιτικό τμήμα) του τοπικού περιφερειακού πρωτοδικείου (Instância Local do Tribunal de Comarca).

Η κατά τόπον αρμοδιότητα των δικαστηρίων της Πορτογαλίας όσον αφορά την κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης ορίζεται ως εξής (άρθρο 85 έως 90 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, ο οποίος είναι διαθέσιμος σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο)

  • Ο γενικός κανόνας είναι ότι αρμόδιο για την εκτέλεση είναι το δικαστήριο της κατοικίας του οφειλέτη, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε συγκεκριμένη διάταξη του νόμου ή στους κανόνες που παρατίθενται στη συνέχεια.
  • Ο δανειστής μπορεί να επιλέξει το δικαστήριο του τόπου εκπλήρωσης της υποχρέωσης σε περίπτωση που ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο ή αν η κατοικία του δανειστή βρίσκεται στη μητροπολιτική περιοχή της Λισαβόνας ή του Πόρτο και ο οφειλέτης έχει την κατοικία του στην ίδια μητροπολιτική περιοχή.
  • Εάν η εκτέλεση αφορά την παράδοση πράγματος ή οφειλή με εμπράγματη ασφάλεια, αρμόδιο είναι αντίστοιχα το δικαστήριο του τόπου στο οποίο βρίσκεται το πράγμα ή του τόπου όπου βρίσκονται τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία.
  • Όταν η εκτέλεση πρόκειται να εισαχθεί σε περιοχή στην οποία κατοικεί ο οφειλέτης και δεν είναι κάτοικος Πορτογαλίας αλλά έχει περιουσιακά στοιχεία εκεί, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία.
  • Το δικαστήριο του τόπου στον οποίο βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία είναι επίσης αρμόδιο όταν: η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να υποβληθεί ενώπιον πορτογαλικού δικαστηρίου, διότι σχετίζεται με την εγκυρότητα της σύστασης/λύσης εταιρειών/ λοιπών νομικών προσώπων με καταστατική έδρα στην Πορτογαλία ή με την εγκυρότητα των αποφάσεων των εταιρικών τους οργάνων και δεν συντρέχει καμία από τις περιστάσεις που καλύπτονται από τους προηγούμενους ή επόμενους κανόνες για την εκτέλεση
  • Σε υποθέσεις που περιλαμβάνουν σειρά διαδικασιών εκτέλεσης που πρέπει να εξεταστούν από δικαστήρια διαφορετικής τοπικής αρμοδιότητας, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του καθ’ ου η εκτέλεση
  • Στην εκτέλεση απόφασης από τα πορτογαλικά δικαστήρια, η αίτηση εκτέλεσης υποβάλλεται στο πλαίσιο της διαδικασίας με την οποία εκδόθηκε η απόφαση και η εκτέλεση καταχωρίζεται στην ίδια δικογραφία. Εάν η διαφορά παραπεμφθεί προς εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό διαβιβάζεται αντίγραφο του φακέλου. Όταν είναι αρμόδιο για την εκτέλεση ειδικό τμήμα, πρέπει να του αποσταλεί το συντομότερο δυνατό αντίγραφο της απόφασης, η αίτηση επίσπευσης της εκτέλεσης και τα συνοδευτικά έγγραφα.
  • Εάν η απόφαση εκδόθηκε από διαιτητές στο πλαίσιο διαιτησίας η οποία διεξήχθη στην Πορτογαλία, αρμόδιο δικαστήριο για την εκτέλεση είναι το περιφερειακό πρωτοδικείο (Tribunal da comarca) του τόπου διεξαγωγής της διαιτησίας
  • Εάν ορισμένη διαφορά εισήχθη στο εφετείο ή το Ανώτατο Δικαστήριο, αρμόδιο είναι το δικαστήριο της κατοικίας του οφειλέτη.
  • Στην εκτέλεση που αφορά έξοδα, πρόστιμα ή αποζημίωση που οφείλονται λόγω κακοδικίας, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου διεξαγωγής της διαδικασίας που οδήγησε στην κοινοποίηση του οικείου γραμματίου ή διακανονισμού. Η εκτέλεση των εξόδων, των προστίμων ή της αποζημίωσης σωρεύεται με την αντίστοιχη κύρια υπόθεση.
  • Όταν η διαταγή καταβολής εξόδων, προστίμων ή αποζημίωσης έχει εκδοθεί από το εφετείο ή το Ανώτατο Δικαστήριο, η εκτέλεση διεξάγεται στο κατά τόπον αρμόδιο πρωτοδικείο του τόπου εκδίκασης της διαφοράς
  • Για εκτέλεση που βασίζεται σε αλλοδαπή απόφαση, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του καθ’ ου.

Εξωδικαστική διαδικασία προ της εκτέλεσης

Αντί της δικαστικής διαδικασίας, οι δανειστές μπορούν να επιλέξουν να προσφύγουν σε προκαταρκτική διοικητική διαδικασία, η οποία καλείται PEPEX [procedimento extrajudicial pré-executivo (εξωδικαστική διαδικασία προ της εκτέλεσης)].

Αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των μέτρων της εν λόγω διαδικασίας είναι οι δικαστικοί επιμελητές.

Η προσφυγή στη διαδικασία PEPEX επιτρέπεται στην περίπτωση: εθνικών εκτελεστών αποφάσεων λοιπών εθνικών εκτελεστών τίτλων αλλοδαπών αποφάσεων που έχουν κηρυχθεί εκτελεστές αποφάσεων των οποίων η εκτελεστότητα απορρέει από τη νομοθεσία της ΕΕ, συμβάσεις ή συνθήκες που είναι δεσμευτικές για την Πορτογαλία ευρωπαϊκών εκτελεστών τίτλων. Σε καθεμιά από τις παραπάνω περιπτώσεις πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:

  • ο δανειστής πρέπει να διαθέτει εκτελεστό τίτλο που να πληροί τις προϋποθέσεις για την υποβολή του συνοπτικού εντύπου της τυπικής διαδικασίας εκτέλεσης για την πληρωμή χρηματικού ποσού· και
  • ο αιτών και o καθ’ ου η αίτηση πρέπει να έχουν αμφότεροι αριθμό φορολογικού μητρώου στην Πορτογαλία, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής τους.

Οι δικαστικοί επιμελητές διερευνούν τα περιουσιακά στοιχεία και τα εισοδήματα του καθ’ ου η αίτηση με χρήση του αριθμού φορολογικού μητρώου του μόνο σε πορτογαλικές βάσεις δεδομένων (δεν μπορούν να ελέγξουν βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών). Η νομοθεσία της Πορτογαλίας προβλέπει τη δυνατότητα, τόσο για τα νομικά όσο και για τα φυσικά αλλοδαπά πρόσωπα, να αιτούνται αριθμό φορολογικού μητρώου ακόμη και αν δεν διεξάγουν δραστηριότητα ούτε έχουν την κατοικία τους στην Πορτογαλία.

Η PEPEX είναι μια ταχεία ηλεκτρονική διαδικασία, η οποία διεξάγεται χωρίς χρήση χαρτιού και είναι λιγότερο δαπανηρή από τη δικαστική διαδικασία. Η Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροαρχική αίτηση υποβάλλεται απευθείας από τον δανειστή, ο οποίος έχει πρόσβαση στην παρακάτω πλατφόρμα ΙΤ μέσω της διεύθυνσης:

Η πρόσβαση στην πύλη της φορολογικής και τελωνειακής αρχής παρέχεται μέσω διαπιστευτηρίων πρόσβασης ή του ψηφιακού πιστοποιητικού της «κάρτας πολίτη» (cartão de cidadão).

Όταν ο δανειστής διορίζει δικαστικό εκπρόσωπο, οι δικηγόροι (advogados) και οι νομικοί αντιπρόσωποι (solicitadores) μπορούν να έχουν πρόσβαση στην πλατφόρμα με χρήση ψηφιακού πιστοποιητικού το οποίο εκδίδεται για τον εν λόγω σκοπό από τους αντίστοιχους επαγγελματικούς φορείς τους.

Μετά την υποβολή της αίτησης, η διαδικασία παραπέμπεται αυτόματα σε δικαστικό επιμελητή και οι δανειστές ενημερώνονται ταχέως (κατά κανόνα, σε πέντε ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης) για το αν είναι πράγματι εφικτή η είσπραξη του οφειλόμενου χρηματικού ποσού, διαφορετικά τους παρέχεται βεβαίωση μη εισπραξιμότητας για φορολογικούς σκοπούς, χωρίς να απαιτείται η προσφυγή στο δικαστήριο.

Κύριος σκοπός της εν λόγω διαδικασίας είναι η επίτευξη εκούσιας πληρωμής. Μέτρα κατάσχεσης δεν μπορούν να εκτελεστούν στο πλαίσιο της διαδικασίας PEPEX. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, η διαδικασία PEPEX πρέπει να τραπεί σε διαδικασία εκτέλεσης.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας PEPEX, ο καθ’ ου η αίτηση μπορεί να προβεί σε εκούσια πληρωμή ή να καταρτίσει συμφωνία πληρωμής με τον αιτούντα.

Σε περίπτωση που ο αιτών επιλέξει να ειδοποιήσει τον οφειλέτη, η εν λόγω ειδοποίηση πραγματοποιείται με προσωπική επικοινωνία από τον δικαστικό επιμελητή.

Οι οφειλέτες που λαμβάνουν εγκύρως γνώση της διαδικασίας και δεν προβαίνουν σε καμία ενέργεια εντάσσονται σε δημόσιο κατάλογο οφειλετών και στο εξής μπορεί να εκδοθεί η προαναφερόμενη βεβαίωση μη εισπραξιμότητας. Η εν λόγω κατάσταση αίρεται μεταγενέστερα αφού εξοφληθεί η απαίτηση, με την αφαίρεση του ονόματος του οφειλέτη από τον κατάλογο και την ενημέρωση της φορολογικής αρχής.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας PEPEX, τα μέρη μπορούν να ζητήσουν την παρέμβαση δικαστή: ο αιτών μπορεί να μετατρέψει τη διαδικασία PEPEX σε διαδικασία εκτέλεσης όταν δεν λαμβάνει εκούσια πληρωμή ο καθ’ ου η αίτηση μπορεί να πράξει το ίδιο προβάλλοντας αντιρρήσεις για τη διαδικασία PEPEX.

Από άποψη εξόδων, η διαδικασία PEPEX είναι λιγότερο δαπανηρή από τη δικαστική διαδικασία. Με μόλις 51,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ, οι δανειστές μπορούν να εξακριβώσουν το βιώσιμο ή μη της απαίτησής τους, ανεξάρτητα από την αξία της απαίτησης. Εάν επιτευχθεί η είσπραξη, τα έξοδα μπορούν να υπερβούν το ποσό των 51,00 ευρώ, ανάλογα με την περίπτωση.

Πρέπει ομοίως να επισημανθεί ότι, αν η διαδικασία PEPEX μετατραπεί σε διαδικασία εκτέλεσης, οι δανειστές απαλλάσσονται από το αρχικά δικαστικά έξοδα.

Η διαδικασία PEPEX προβλέπεται από τον νόμο αριθ. 32/2014, της 30ής Μαΐου, ο οποίος είναι διαθέσιμος σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο και ρυθμίζεται από την υπουργική απόφαση αριθ. 233/2014, της 14ης Νοεμβρίου, το οποίο είναι διαθέσιμο στον ακόλουθο σύνδεσμο Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρουπουργική απόφαση PEPEX.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Ολόκληρη η διαδικασία εκτέλεσης βασίζεται σε διαταγή η οποία καθορίζει τον σκοπό και τα όρια της αγωγής εκτέλεσης. Οι εκτελεστοί τίτλοι θεωρείται ότι περιλαμβάνουν τους νόμιμους τόκους υπερημερίας επί της επίδικης υποχρέωσης.

Οι αποφάσεις είναι εκτελεστές και εκτελεστοί τίτλοι εκδίδονται υπό τις παρακάτω προϋποθέσεις:

α) Δικαστικές αποφάσεις κατά του εναγομένου

  • μια απόφαση θεωρείται εκτελεστός τίτλος μόνον αφότου έχει καταστεί τελεσίδικη, εκτός αν η έφεση κατ’ αυτής δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα
  • από άποψη εκτελεστότητας, οι διαταγές και κάθε άλλη απόφαση ή πράξη της δικαστικής αρχής που επιτάσσουν συμμόρφωση με υποχρέωση ισοδυναμούν με δικαστικές αποφάσεις. Οι αποφάσεις του διαιτητικού δικαστηρίου (Tribunal Arbitral) είναι εκτελεστές με τους ίδιους όρους με τις αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων.
  • Με την επιφύλαξη των διατάξεων των συνθηκών, των συμβάσεων, των ενωσιακών κανονισμών και των ειδικών νόμων, οι αλλοδαπές δικαστικές ή διαιτητικές αποφάσεις μπορούν να αποτελέσουν τη βάση εκτέλεσης μόνον κατόπιν επανελέγχου και επικύρωσης από το αρμόδιο πορτογαλικό δικαστήριο.
  • Οι αλλοδαποί τίτλοι δεν υπόκεινται σε έλεγχο για να είναι εκτελεστοί.

β) Έγγραφα τα οποία έχουν καταρτιστεί ή επικυρωθεί από συμβολαιογράφο ή άλλες οντότητες ή επαγγελματίες με σχετική αρμοδιότητα, και επιτάσσουν τη σύσταση ή την αναγνώριση υποχρέωσης

  • έγγραφα τα οποία έχουν καταρτιστεί ή επικυρωθεί από συμβολαιογράφο ή άλλες οντότητες ή επαγγελματίες με σχετική αρμοδιότητα, με τα οποία συμφωνούνται μελλοντικές πληρωμές ή ορίζονται μελλοντικές υποχρεώσεις μπορούν να αποτελέσουν τη βάση της εκτέλεσης, εφόσον αποδειχθεί, με έγγραφο το οποίο συντάσσεται σύμφωνα με τους όρους των εν λόγω εγγράφων ή, ελλείψει τέτοιων όρων, με δική του εκτελεστότητα, ότι πραγματοποιήθηκε πληρωμή για την κατάρτιση επιχειρηματικής συμφωνίας ή συστάθηκε υποχρέωση λόγω συμφωνίας των μερών
  • κάθε έγγραφο που έχει υπογραφεί για λογαριασμό άλλου είναι εκτελεστό αν η υπογραφή έχει επικυρωθεί από συμβολαιογράφο ή άλλες οντότητες ή επαγγελματίες με σχετική αρμοδιότητα.

γ) Χρεόγραφα, ακόμη και χειρόγραφα, εφόσον στην περίπτωση αυτή, τα πραγματικά περιστατικά που συνθέτουν την υποκείμενη σχέση περιλαμβάνονται στο ίδιο το έγγραφο ή παρατίθενται στην αίτηση εκτέλεσης

  • στα χρεόγραφα περιλαμβάνονται οι επιταγές, οι συναλλαγματικές και τα γραμμάτια εις διαταγή.

δ) Έγγραφα στα οποία απονέμεται εκτελεστότητα μέσω ειδικής διάταξης

  • Για παράδειγμα, οι αιτήσεις έκδοσης διαταγής που έχουν περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο και τα πρακτικά των συνελεύσεων πολυκατοικιών.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ως προς την απαίτηση

Η προς εκτέλεση απαίτηση πρέπει να είναι βέβαιη, απαιτητή και εκκαθαρισμένη. Εάν αυτό δεν συντρέχει βάσει του τίτλου, η εκτέλεση θα ξεκινήσει με τη λήψη μέτρων για να καταστεί η απαίτηση βέβαιη, απαιτητή και εκκαθαρισμένη.

Ως προς τον δανειστή

Η προς εκτέλεση απαίτηση εγείρεται υποχρεωτικά από το πρόσωπο που κατονομάζεται ως δανειστής στον εκτελεστό τίτλο. Εάν ο τίτλος έχει εκδοθεί στον κομιστή, η εκτέλεση διενεργείται από τον κομιστή του τίτλου.

Σε περίπτωση διαδοχής στο δικαίωμα ή την υποχρέωση, η εκτέλεση επισπεύδεται σε συνάρτηση με τους διαδόχους των προσώπων που φέρονται ως δανειστές ή υπόχρεοι της προς εκτέλεση υποχρέωσης. Στην αίτηση εκτέλεσης, ο επισπεύδων την εκτέλεση οφείλει να παραθέσει τα πραγματικά περιστατικά που αποδεικνύουν τη διαδοχή.

Ως προς τον οφειλέτη

Η εκτέλεση κινείται υποχρεωτικά κατά του προσώπου που κατονομάζεται ως οφειλέτης στον εκτελεστό τίτλο.

Τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη κατάσχονται ακόμη κι αν για οποιονδήποτε λόγο βρίσκονται στην κατοχή τρίτου, με την επιφύλαξη, ωστόσο, των δικαιωμάτων που δύναται να επικαλεστεί ο εν λόγω τρίτος σε βάρος του επισπεύδοντος.

Η εκτέλεση οφειλής η οποία είναι εξασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια σε περιουσιακά στοιχεία τρίτου στρέφεται υποχρεωτικά απευθείας κατά του εν λόγω τρίτου, εφόσον ο επισπεύδων την εκτέλεση επιθυμεί να εκτελέσει την εξασφάλιση, με την επιφύλαξη του ότι μπορεί επίσης να στραφεί απευθείας κατά του οφειλέτη.

Όταν η διαδικασία εκτέλεσης στρέφεται μόνον κατά του τρίτου, και είναι γνωστό ότι τα περιουσιακά στοιχεία που είναι βεβαρημένα με την εμπράγματη ασφάλεια δεν επαρκούν, ο επισπεύδων την εκτέλεση μπορεί στην ίδια διαδικασία να ζητήσει τη συνέχιση της διαδικασίας εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη κατά του οποίου θα στραφεί για την πλήρη ικανοποίηση της απαίτησης. Όταν τα βεβαρημένα περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στον οφειλέτη αλλά βρίσκονται στην κατοχή τρίτου, ο τελευταίος μπορεί να εναχθεί αμέσως, όπως ακριβώς και ο οφειλέτης.

Στη διαδικασία εκτέλεσης που στρέφεται κατά εγγυητή, τα περιουσιακά στοιχεία του εγγυητή δεν μπορούν να κατασχεθούν έως ότου κατασχεθούν όλα τα περιουσιακά στοιχεία του πρωτοφειλέτη, εφόσον ο εγγυητής προβάλει βάσιμα την ένσταση δίζησης εντός της προβλεπόμενης περιόδου για την άσκηση ανακοπής κατά της εκτέλεσης.

Όταν τα κοινά περιουσιακά στοιχεία συζύγων κατάσχονται στο πλαίσιο διαδικασίας εκτέλεσης που στρέφεται κατά ενός μόνον από τους συζύγους, επειδή θεωρείται ότι ο καθ’ ου η εκτέλεση δεν διαθέτει επαρκή περιουσιακά στοιχεία, ο/η σύζυγος του καθ’ ου η εκτέλεση ειδοποιείται να αιτηθεί τον διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων ή να προσκομίσει βεβαίωση που να αποδεικνύει ότι εκκρεμεί αγωγή στην οποία έχει ήδη ζητηθεί διαχωρισμός σε αντίθετη περίπτωση, η διαδικασία εκτέλεσης θα συνεχιστεί κατά των κοινών περιουσιακών στοιχείων.

Όταν η διαδικασία εκτέλεσης στρέφεται κατά ενός συζύγου, ο επισπεύδων την εκτέλεση μπορεί να ισχυριστεί προβάλλοντας αιτιολογημένους λόγους ότι η οφειλή, όπως προκύπτει από άλλον τίτλο πλην της απόφασης, είναι κοινή. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ο/η σύζυγος του καθ’ ου η εκτέλεση λαμβάνει ειδοποίηση να δηλώσει αν αποδέχεται ότι η οφειλή είναι κοινή, βάσει των λόγων που έχουν εκτεθεί διαφορετικά, σε περίπτωση που ο σύζυγος δεν απαντήσει, η οφειλή θεωρείται κοινή, με την επιφύλαξη των αντιρρήσεων που μπορεί να προβάλει ο εν λόγω σύζυγος.

Όταν η διαδικασία εκτέλεσης στρέφεται κατά ενός ή περισσότερων από τους συγκύριους ενιαίου ή εξ αδιαιρέτου ακινήτου, δεν μπορούν να κατασχεθούν τα περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο ενιαίο ακίνητο ή σε μερίδιο αυτού η σε συγκεκριμένο μερίδιο του εξ αδιαιρέτου ακινήτου.

Όταν η διαδικασία εκτέλεσης στρέφεται κατά κληρονόμων, κατασχετέα είναι μόνον τα περιουσιακά στοιχεία που κληρονόμησαν από τον θανόντα. Όταν η κατάσχεση εκτείνεται σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, ο καθ’ ου η εκτέλεση μπορεί να ζητήσει από τον δικαστικό επιμελητή την αποδέσμευση της εν λόγω περιουσίας, υποδεικνύοντας τα περιουσιακά στοιχεία της κληρονομίας που έχει στην κατοχή του. Το αίτημα γίνεται δεκτό εφόσον δεν προβάλει αντιρρήσεις ο επισπεύδων, έπειτα από ακρόασή του. Εάν ο επισπεύδων την εκτέλεση αντιταχθεί στην αποδέσμευση της περιουσίας, ο καθ’ ου η εκτέλεση μπορεί να επιτύχει την αποδέσμευση μόνον εφόσον η αποδοχή της κληρονομίας ήταν ανεπιφύλακτη (χωρίς κίνηση διαδικασίας απογραφής) και εφόσον επικαλεστεί και αποδείξει ενώπιον του δικαστηρίου:

α) ότι τα κατασχεμένα περιουσιακά στοιχεία δεν ανήκαν στην κληρονομιαία περιουσία·

β) ότι δεν έλαβε από την κληρονομία περισσότερα περιουσιακά στοιχεία από αυτά που υποδείχθηκαν ή εφόσον το έπραξε ότι τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν στο σύνολό τους για τη διευθέτηση του παθητικού της κληρονομίας.

Οι νομικές διατάξεις στις οποίες βασίζεται το καθεστώς αυτό είναι αυτές που αναφέρονται στην απάντηση στην ερώτηση 1.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Τα κύρια μέτρα εκτέλεσης είναι:

  • η κατάσχεση
  • η εκποίηση
  • η πληρωμή
  • η παράδοση πράγματος
  • η τέλεση πράξης από άλλον ή με δαπάνες του καθ’ ου η εκτέλεση.

Τα εν λόγω κύρια μέτρα εκτέλεσης μπορούν να προηγηθούν ή να έπονται άλλων οργανικών μέτρων που είναι αναγκαία για την υλοποίησή τους (για παράδειγμα επιλογή εκπλήρωσης σε περίπτωση διαζευκτικής υποχρέωσης συμμόρφωση με όρο ή παροχή υπηρεσίας από την οποία εξαρτάται η προς εκτέλεση υποχρέωση εκκαθάριση της προς εκτέλεση υποχρέωσης όταν αυτή δεν έχει εκκαθαριστεί εκτίμηση του κόστους υποκατάστασης του οφειλέτη από τρίτον στην εκτέλεση προηγούμενες διαβουλεύσεις για τον εντοπισμό και την επαλήθευση των κατασχετέων περιουσιακών στοιχείων εγγραφή της κατάσχεσης δημιουργία αποθετηρίου των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων δημοσίευση της εκποίησης των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων κοινοποίηση της εκποίησης στο γραφείο καταχωρίσεων).

Η επιλογή των μέσων εκτέλεσης εξαρτάται από τον σκοπό της εκτέλεσης, ο οποίος μπορεί να είναι: πληρωμή χρηματικού ποσού παράδοση συγκεκριμένου πράγματος ή ενέργεια πράξης.

Στη διαδικασία εκτέλεσης για την πληρωμή χρηματικού ποσού, τα μέτρα εκτέλεσης που εξυπηρετούν με τον προσφορότερο τρόπο τον σκοπό της διαδικασίας εκτέλεσης είναι η κατάσχεση, η πώληση και η πληρωμή.

Στη διαδικασία εκτέλεσης για την παράδοση συγκεκριμένου πράγματος, το μέτρο εκτέλεσης που εξυπηρετεί με τον προσφορότερο τρόπο τον σκοπό της διαδικασίας εκτέλεσης είναι η παράδοση του εν λόγω πράγματος από τον δικαστικό επιμελητή. Όταν δεν μπορεί να βρεθεί το πράγμα το οποίο πρέπει να παραδοθεί στον επισπεύδοντα, ο επισπεύδων μπορεί να τρέψει τη διαδικασία σε διαδικασία εκτέλεσης για την πληρωμή χρηματικού ποσού μέσω της πληρωμής της αξίας του πράγματος πλέον της αποζημίωσης λόγω της μη παράδοσης.

Στη διαδικασία εκτέλεσης για την ενέργεια πράξης, δύο είναι τα προσφορότερα εναλλακτικά μέτρα εκτέλεσης: ενέργεια της πράξης από άλλον με δαπάνες του καθ’ ου η εκτέλεση, σε περίπτωση που μπορεί να υποκατασταθεί στην ενέργεια της πράξης, πλέον αποζημίωσης για την καθυστέρηση ή καταβολή αποζημίωσης για τη ζημία, όταν η πράξη δεν μπορεί να ενεργηθεί από άλλον, στην οποία μπορεί να σωρευτεί πληρωμή ποινικής ρήτρας. Όταν ο επισπεύδων την εκτέλεση αξιώνει αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη, η αγωγή τρέπεται σε διαδικασία εκτέλεσης για την πληρωμή χρηματικού ποσού.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Όλα τα κατασχετέα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της εκτέλεσης.

Η εκτέλεση μπορεί να εκτείνεται σε περιουσιακά στοιχεία τρίτων όταν αυτά τελούν υπό την πιστωτική εγγύηση ή αποτελούν αντικείμενο ζημιογόνου πράξης για τον δανειστή, την οποία έχει προσβάλει επιτυχώς ο δανειστής.

Κατασχετέα είναι μόνον πράγματα και δικαιώματα αποτιμητά σε χρήμα. Τα περιουσιακά στοιχεία που δεν έχουν αποκτηθεί με νόμιμες εμπορικές πράξεις δεν κατάσχονται.

Όσον αφορά τους προαναφερθέντες κανόνες, τα παρακάτω περιουσιακά στοιχεία μπορούν να κατασχεθούν:

  • ακίνητα
  • κινητά
  • απαιτήσεις
  • Χρεωστικοί τίτλοι
  • δικαιώματα
  • μελλοντικά δικαιώματα
  • τραπεζικές καταθέσεις
  • επιδόματα ή μισθοί
  • αδιαίρετα περιουσιακά στοιχεία
  • μερίδια σε εταιρείες
  • επιχειρηματικές εγκαταστάσεις.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Συνέπειες κατάσχεσης

  • Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ορίζονται ειδικά στον νόμο, με την κατάσχεση ο επισπεύδων δανειστής αποκτά το δικαίωμα να πληρωθεί κατά προτεραιότητα έναντι άλλου δανειστή χωρίς προηγούμενη εμπράγματη ασφάλεια
  • Αν τα περιουσιακά στοιχεία του καθ’ ου η εκτέλεση έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης, η προτεραιότητα της κατάσχεσης κρίνεται σε σχέση με την ημερομηνία της εν λόγω κατάσχεσης·
  • Με την επιφύλαξη των κανόνων που διέπουν την εγγραφή, το κύρος της εκτέλεσης δεν θίγεται από πράξεις διάθεσης, σύσταση βάρους ή μίσθωσης των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων·
  • Όταν έχει επιβληθεί κατάσχεση σε απαίτηση του οφειλέτη, η εκτέλεση δεν θίγεται από την απόσβεση της απαίτησης για λόγο που εξαρτάται από τη βούληση του καθ’ ου ή του οφειλέτη του και επήλθε μετά την κατάσχεση·
  • Η εξόφληση ή η εκχώρηση, πριν από την κατάσχεση, των μισθωμάτων επί κινητών ή ακινήτων που δεν είναι ληξιπρόθεσμα δεν μπορεί να αντιταχθεί σε βάρος του επισπεύδοντος την εκτέλεση στο μέτρο που τα εν λόγω μισθώματα αφορούν χρονικές περιόδους οι οποίες δεν έχουν ακόμη παρέλθει κατά τον χρόνο της συντηρητικής κατάσχεσης
  • Εάν το κατασχεμένο πράγμα έχει απολεσθεί, απαλλοτριωθεί ή υποστεί μείωση αξίας, και σε κάθε περίπτωση που τίθεται ζήτημα αποζημίωσης τρίτου, ο επισπεύδων την εκτέλεση διατηρεί ως προς τις επίμαχες απαιτήσεις ή τα χρηματικά ποσά που καταβλήθηκαν ως αποζημίωση, το δικαίωμα που είχε στο πράγμα.

Συνέπειες της πώλησης

  • Με την αναγκαστική πώληση μεταβιβάζονται στον αγοραστή τα δικαιώματα που είχε ο καθ’ ου στο πωληθέν πράγμα·
  • Τα περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάζονται απαλλαγμένα από βάρη που είχαν συσταθεί επ’ αυτών και ελεύθερα από κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα που δεν είχε εγγραφεί πριν από την κατάσχεση ή την εγγύηση, με εξαίρεση όσων είχαν συσταθεί προγενέστερα και παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων ανεξαρτήτως της εγγραφής τους·
  • Τα δικαιώματα τρίτων που προαναφέρθηκαν και λήγουν μεταβιβάζονται στο προϊόν της πώλησης των υπόψη περιουσιακών στοιχείων.

Συνέπειες της πληρωμής

  • Η πληρωμή καταργεί την εκτέλεση·
  • Η πληρωμή μπορεί να έχει τη μορφή χρηματικής πληρωμής, κατανομής περιουσιακών στοιχείων στον δανειστή, εκχώρησης εισοδημάτων ή τμηματικών καταβολών με συμφωνία μεταξύ του επισπεύδοντος και του καθ’ ου η εκτέλεση.

Συνέπειες της παράδοσης πράγματος

  • Εάν ο καθ’ ου η εκτέλεση δεν παραδίδει οικειοθελώς το πράγμα, εφαρμόζονται διαζευκτικά οι διατάξεις που διέπουν την κατάσχεση, αναλογικά στην εκτέλεση της παράδοσης με τη διεξαγωγή ερευνών και λοιπών αναγκαίων μέτρων με σκοπό τη διενέργεια της παράδοσης
  • Η παράδοση μπορεί να αφορά περιουσιακά στοιχεία τα οποία ανήκουν στο κράτος, λοιπά δημόσια νομικά πρόσωπα, παραχωρησιούχους δημοσίων έργων ή υπηρεσιών ή φιλανθρωπικούς οργανισμούς
  • Σε περίπτωση κινητών που πρέπει να καθοριστούν με αρίθμηση, ζύγιση ή μέτρηση, οι βασικές σχετικές εργασίες διεξάγονται με παρουσία του δικαστικού επιμελητή ο οποίος παραδίδει την οφειλόμενη ποσότητα στον επισπεύδοντα την εκτέλεση
  • Σε περίπτωση ακινήτων, ο δικαστικός επιμελητής απονέμει την κυριότητα στον επισπεύδοντα την εκτέλεση παραδίδοντας του τους τίτλους και τα κλειδιά, εφόσον υπάρχουν, και ενημερώνει τον καθ’ ου η εκτέλεση, τους μισθωτές και οποιονδήποτε κάτοχο ότι πρέπει να σέβονται και να αναγνωρίζουν τα δικαιώματα του επισπεύδοντος την εκτέλεση
  • Όταν ένα πράγμα ανήκει κατά συγκυριότητα σε λοιπά μέρη με έννομο συμφέρον, ο επισπεύδων αποκτά την κυριότητα του μεριδίου που του αναλογεί
  • Όταν το ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία του καθ’ ου η εκτέλεση, και είναι ιδιαίτερα δυσχερής η μετοίκηση αυτού, ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνει εκ των προτέρων σχετικά το δημοτικό συμβούλιο και τις αρμόδιες υπηρεσίες πρόνοιας
  • Όταν το ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία του καθ’ ου η εκτέλεση και αυτός το έχει μισθώσει, ο δικαστικός επιμελητής αναστέλλει την παράδοση όταν αποδεικνύεται με ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο μνημονεύει την περίοδο για την οποία πρέπει να διατηρηθεί η αναστολή της εκτέλεσης, ότι το μέτρο θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του προσώπου που κατοικεί στο εν λόγω ακίνητο, λόγω σοβαρής ασθένειας.

Συνέπειες της ενέργειας πράξης

  • Εάν ο επισπεύδων δανειστής επιλέξει την ενέργεια πράξης από άλλον ζητά τον διορισμό πραγματογνώμονα ο οποίος θα εκτιμήσει το σχετικό κόστος
  • Μετά την ολοκλήρωση της εκτίμησης, κατάσχονται τα περιουσιακά στοιχεία που απαιτούνται για την πληρωμή του καθορισμένου ποσού, με τήρηση των λοιπών όρων της διαδικασίας εκτέλεσης για την πληρωμή χρηματικού ποσού
  • Εάν ο οφειλέτης όφειλε να παραλείψει πράξη και παρά ταύτα την ενεργήσει, ο δανειστής έχει το δικαίωμα να ζητήσει την κατεδάφιση των έργων, εφόσον υπάρχουν ολοκληρωμένα έργα, με δαπάνες του προσώπου που όφειλε να παραλείψει την εν λόγω πράξη
  • Το εν λόγω δικαίωμα παύει και καταβάλλεται μόνον αποζημίωση σύμφωνα με τους γενικούς όρους, εάν η ζημία του οφειλέτη από την κατεδάφιση του έργου είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τη ζημία του δανειστή.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η εκποίηση, η πληρωμή, η παράδοση πράγματος και η ενέργεια πράξης αποτελούν μέτρα εκτέλεσης τα οποία, αφού διεξαχθούν, δεν έχουν περίοδο ισχύος. Το ίδιο ισχύει για την κατάσχεση, με την ειδική προδιαγραφή που μνημονεύεται παρακάτω, όσον αφορά την κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου που υπόκειται σε εγγραφή.

Όσον αφορά την κατάσχεση ακινήτου που υπόκειται σε εγγραφή, η εγγραφή της κατάσχεσης είναι υποχρεωτική και πρέπει να ενεργηθεί από τον δικαστικό επιμελητή. Σε ορισμένες περιπτώσεις που ρητά ορίζονται στον νόμο, η κατάσχεση πρέπει να εγγραφεί ως προσωρινή. Σ’ αυτή την περίπτωση, η προσωρινή εγγραφή αίρεται αν δεν τραπεί σε οριστική εγγραφή ή δεν ανανεωθεί εντός της ισχύουσας προθεσμίας. Συνεπώς, σε περίπτωση εγγραπτέας κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να διασφαλίσει την τροπή της προσωρινής εγγραφής σε οριστική, εφόσον αυτό καταστεί εφικτό στο μεσοδιάστημα ή την ανανέωση αυτής για τον απαιτούμενο χρόνο.

Τέλος, η διαδικασία εκτέλεσης που έχει κινηθεί μπορεί να περατωθεί στο στάδιο του νομικού ελέγχου για τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, χωρίς να επιτευχθεί πληρωμή, εφόσον ο έλεγχος αποδειχθεί άκαρπος κατά την παρέλευση της προθεσμίας που τάσσει ο νόμος περί πολιτικής δικονομίας, ανάλογα με την περίπτωση και το εκάστοτε είδος της διαδικασίας.

Οι νομικές διατάξεις στις οποίες βασίζεται το καθεστώς αυτό είναι αυτές που αναφέρονται στην απάντηση στην ερώτηση 1.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Με την ευρεία έννοια, ο όρος «ένδικο μέσο» (recurso) καλύπτει την ανακοπή κατά της εκτέλεσης, την ανακοπή κατά της κατάσχεσης και την έφεση με τη στενή έννοια.

Ανακοπή κατά της εκτέλεσης

Ο καθ’ ου η εκτέλεση μπορεί να προσβάλει την εκτέλεση προβάλλοντας αντιρρήσεις κατ’ αυτής εντός 20 ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του διεθνούς και ενωσιακού δικαίου που δεσμεύουν την Πορτογαλία και υπερισχύουν του εθνικού δικαίου, οι λόγοι ανακοπής κατά της εκτέλεσης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο διαφέρουν ανάλογα με το αν η εκτέλεση βασίζεται σε απόφαση (πιο περιορισμένοι) απόφαση διαιτησίας (πιο ευρείς) ή άλλον εκτελεστό τίτλο (ακόμη πιο ευρείς).

Όταν η εκτέλεση βασίζεται σε απόφαση, η ανακοπή μπορεί να περιλαμβάνει αντιρρήσεις μόνον για τους παρακάτω λόγους:

  • ανύπαρκτος ή μη εκτελεστός τίτλος
  • ο φάκελος ή το επικυρωμένο αντίγραφο έχουν πλαστογραφηθεί ή είναι ανακριβή και ως εκ τούτου θίγεται η εκτέλεση,
  • μη εκπλήρωση δικονομικής προϋπόθεσης από την οποία εξαρτάται η κανονικότητα της εκτέλεσης, με την επιφύλαξη της εκπλήρωσής της
  • μη παρέμβαση του εναγομένου στην αναγνωριστική διαδικασία, εφόσον πληρούται μία από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 696 στοιχείο e) του πορτογαλικού κώδικα πολιτικής δικονομίας (απουσία ή ακυρότητα της επίδοσης)· άγνοια της επίδοσης για λόγους που δεν μπορούν να καταλογιστούν στον καθ’ ου· μη άσκηση ανακοπής για λόγους ανωτέρας βίας·
  • η προς εκτέλεση υποχρέωση είναι αβέβαιη, μη εκτελεστή ή μη εκκαθαρισμένη, γεγονός που δεν εξετάστηκε στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας εκτέλεσης
  • η διαφορά είχε ήδη κριθεί πριν από την εκτέλεση της απόφασης
  • συντρέχει αποσβεστικός ή τροποποιητικός λόγος της υποχρέωσης, εφόσον είναι μεταγενέστερος της περάτωσης της συζήτησης κατά την αναγνωριστική διαδικασία και μπορούν να προσκομιστούν έγγραφες αποδείξεις η παραγραφή του δικαιώματος ή της υποχρέωσης μπορεί να αποδειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο
  • ανταπαίτηση κατά του επισπεύδοντος την εκτέλεση για τον συμψηφισμό των απαιτήσεων·
  • σε περίπτωση αποφάσεων που κάνουν δεκτή αναγνώριση απαιτήσεων ή συμβιβασμό, οι λόγοι ακυρότητας ή ακυρωσίας των εν λόγω πράξεων.

Όταν η εκτέλεση βασίζεται σε απόφαση διαιτησίας, εκτός από τους προαναφερόμενους λόγους, μπορούν επίσης να προβληθούν οι λόγοι στους οποίους μπορεί να βασιστεί η δικαστική ακύρωση της εν λόγω απόφασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρονόμου για την εκούσια διαιτησία (Lei da Arbitragem Voluntária).

Όταν η εκτέλεση δεν βασίζεται σε απόφαση ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων η οποία έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο, εκτός από τους λόγους ανακοπής κατά της εκτέλεσης βάσει δικαστικής απόφασης που έχουν ήδη εκτεθεί, μπορούν να προβληθούν και λοιποί λόγοι ως αντίκρουση στην αναγνωριστική διαδικασία.

Ανακοπή κατά της κατάσχεσης

Ο καθ’ ου η εκτέλεση, ο/η σύζυγος αυτού και τρίτοι μπορούν να ασκήσουν ανακοπή κατά της κατάσχεσης ορισμένων περιουσιακών στοιχείων στις παρακάτω περιπτώσεις.

Όταν κατάσχονται τα περιουσιακά στοιχεία του καθ’ ου, αυτός μπορεί να προσβάλει την κατάσχεση για οποιονδήποτε από τους παρακάτω λόγους:

  • δεν είναι παραδεκτή η κατάσχεση των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων ή το μέτρο στο οποίο πραγματοποιήθηκε η κατάσχεση.
  • επιβάλλεται απευθείας κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων τα οποία μόνον δευτερογενώς μπορούν να ικανοποιήσουν την εκτελούμενη οφειλή
  • κατάσχονται περιουσιακά στοιχεία τα οποία βάσει του ουσιαστικού δικαίου δεν θα έπρεπε να υπαχθούν στο εν λόγω μέτρο εφόσον δεν ικανοποιούν την οφειλή που αποτελεί το αντικείμενο της εκτέλεσης.

Εάν η κατάσχεση ή η δήμευση ή παράδοση περιουσιακών στοιχείων που έχει διαταχθεί δικαστικά παραβιάζει το δικαίωμα κυριότητας ή άλλο δικαίωμα το οποίο δεν συνάδει με την υλοποίηση ή το αντικείμενο του μέτρου, και ανήκει σε πρόσωπο που δεν είναι διάδικος, ο ζημιωθείς διάδικος μπορεί να το επιβάλλει με ανακοπή τρίτου (embargos de terceiro).

Ο/η σύζυγος που επέχει τη θέση τρίτου μπορεί, χωρίς την έγκριση του άλλου συζύγου, να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του/της ως προς τα δικά του/της περιουσιακά στοιχεία ή τα κοινά περιουσιακά στοιχεία που έχουν θιγεί αδικαιολόγητα από την κατάσχεση.

Οι νομικές διατάξεις στις οποίες βασίζεται το καθεστώς αυτό είναι αυτές που αναφέρονται στην απάντηση στην ερώτηση 1.

Ένδικα μέσα

Τα τακτικά ένδικα μέσα συνίστανται στην έφεση (apelação) (ασκούνται κατά αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από πρωτοβάθμιο δικαστήριο) και στην αναίρεση (revista) (ασκούνται ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου). Τα τακτικά ένδικα μέσα κατά αποφάσεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασίας εκτέλεσης διέπονται από τις διατάξεις που ρυθμίζουν την αναγνωριστική διαδικασία.

Κατά κανόνα, ένα τακτικό ένδικο μέσο ασκείται παραδεκτά μόνον όταν η αξία της διαφοράς υπερβαίνει την αξία για την οποία είναι αρμόδια το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και η εν λόγω απόφαση είναι δυσμενής για τον εκκαλούντα κατά ποσό το οποίο επίσης υπερβαίνει το ήμισυ της αξίας για την οποία είναι αρμόδιο το εν λόγω δικαστήριο. Στην Πορτογαλία, το εφετείο είναι αρμόδιο για διαφορές αξίας 30.000 ευρώ και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο για διαφορές αξίας 5.000,00 000 ευρώ.

Στη διαδικασία εκτέλεσης προβλέπονται συγκεκριμένα ασφαλιστικά μέτρα, τα οποία μπορεί να ασκηθούν ή όχι, ανάλογα με την περίπτωση – λ.χ. ανακοπές κατά της εκτέλεσης μέσω ειδικών ενστάσεων (embargos de executado) του καθ’ ου, ανακοπή κατά της κατάσχεσης από τον καθ’ ου ή από τρίτον, επαλήθευση και κατάταξη των απαιτήσεων όταν υπάρχουν δανειστές με εμπράγματη ασφάλεια επί των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων που αξιώνουν την πληρωμή των αντίστοιχων απαιτήσεών τους από το προϊόν εκποίησης των κατασχεμένων. Με έφεση μπορούν επίσης να προσβληθούν οι αποφάσεις που εκδίδονται επί των εν λόγω ασφαλιστικών μέτρων με τους όρους που προαναφέρθηκαν.

Ειδικότερα, στη διαδικασία εκτέλεσης, έφεση ασκείται κατά:

  • απόφασης επί εξαίρεσης δικαστή
  • απόφασης επί της αποκλειστικής αρμοδιότητας δικαστηρίου
  • απόφασης η οποία διατάσσει την αναστολή της διαδικασίας
  • διαταγής η οποία κάνει δεκτή ή απορρίπτει αναλυτικά εκτιθέμενους ισχυρισμούς (articulados) ή αποδείξεις
  • απόφασης η οποία επιβάλλει πρόστιμο ή άλλη δικονομική κύρωση
  • απόφασης η οποία διατάσσει την ακύρωση εγγραφής
  • απόφασης η οποία εκδόθηκε βάσει τελεσίδικης απόφασης
  • αποφάσεων για τις οποίες θα ήταν απολύτως αλυσιτελής η άσκηση έφεσης κατά της τελεσίδικης απόφασης
  • αποφάσεων που αναστέλλουν, καταργούν ή ακυρώνουν την εκτέλεση
  • αποφάσεων ακύρωσης της εκποίησης
  • αποφάσεων επί της άσκησης του δικαιώματος προτεραιότητας ή εξαγοράς
  • άρνησης, ακόμη και μερικής, εξέτασης της αίτησης εκτέλεσης
  • διαταγής με την οποία απορρίπτεται η διαδικασία εκτέλεσης

Το ένδικο μέσο της αναίρεσης χωρεί κατά:

  • εφετειακών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ’ έφεση σε διαδικασία συμβιβασμού η οποία δεν συνίσταται σε απλό αριθμητικό υπολογισμό, αποφάσεων για την επαλήθευση και κατάταξη απαιτήσεων ή ανακοπών κατά της εκτέλεσης
  • το παραπάνω δεν ισχύει σε περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται πάντοτε η προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Οι κανόνες που διέπουν τα ένδικα μέσα σε υποθέσεις εκτέλεσης καθορίζονται στα άρθρα 852 έως 854 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, που διατίθεται στον ακόλουθο σύνδεσμο Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΚώδικας Πολιτικής Δικονομίας.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Ναι, προβλέπονται περιορισμοί υπέρ του οφειλέτη. Ορισμένοι αφορούν την κατάσχεση και άλλοι την εκτέλεση και απορρέουν από προθεσμίες.

Οι περιορισμοί επί της κατάσχεσης που προβλέπονται για την προστασία του οφειλέτη συνίστανται στην απόλυτη ή πλήρη απαγόρευση κατάσχεσης, τη σχετική απαγόρευση κατάσχεσης και τη μερική απαγόρευση κατάσχεσης συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Προβλέπονται δύο ακόμη περιορισμοί: ο ένας αφορά την προστασία των κοινών περιουσιακών στοιχείων συζύγων όταν η διαδικασία εκτέλεσης στρέφεται μόνον κατά του ενός συζύγου ο άλλος απορρέει από την αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η κατάσχεση μόνον των περιουσιακών στοιχείων που είναι αναγκαία για την εξόφληση της οφειλής και την κάλυψη των εξόδων της εκτέλεσης.

Η πάροδος του χρόνου μπορεί να αποτελεί περιορισμό επί της εκτέλεσης σε περίπτωση παραγραφής ή αποσβεστικής προθεσμίας. Μετά την παρέλευση των εν λόγω προθεσμιών, αποσβένεται το δικαίωμα του οποίου προσδοκάται η εκτέλεση.

Ο τρόπος που λειτουργούν οι εν λόγω περιορισμοί που συναρτώνται με προθεσμίες και την προστασία του οφειλέτη εξηγείται παρακάτω.

Απόλυτη απαγόρευση κατάσχεσης (ακατάσχετα)

Επιπλέον των αγαθών που εξαιρούνται από την κατάσχεση βάσει ειδικής διάταξης, τα ακόλουθα είναι απολύτως ακατάσχετα:

  • αναπαλλοτρίωτα πράγματα ή δικαιώματα
  • περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην κυριότητα του δημοσίου και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
  • αντικείμενα των οποίων η κατάσχεση μπορεί να προσβάλλει τα χρηστά ήθη ή στερείται οικονομικής λογικής λόγω της αμελητέας αγοραίας αξίας τους
  • αντικείμενα τα οποία προορίζονται ειδικά για την άσκηση δημόσιας λατρείας
  • τάφοι
  • μέσα και αντικείμενα απαραίτητα σε άτομα με αναπηρία και προοριζόμενα για τη θεραπεία ασθενών.

Σχετική απαγόρευση κατάσχεσης

  • Εάν η εκτέλεση δεν αφορά την πληρωμή οφειλής με εμπράγματη ασφάλεια, εξαιρούνται από την κατάσχεση τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τα περιουσιακά στοιχεία οντοτήτων που κατέχουν δημόσια έργα ή παραχωρήσεις δημόσιας υπηρεσίας ή τα περιουσιακά στοιχεία νομικών προσώπων κοινής ωφέλειας τα οποία προορίζονται ειδικά για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος
  • Εξαιρούνται επίσης από την κατάσχεση τα εργαλεία της δουλειάς του καθ’ ου η εκτέλεση και τα αντικείμενα που είναι απαραίτητα για την άσκηση του επαγγέλματος ή την επαγγελματική του κατάρτιση, εκτός εάν: ο καθ’ ου η εκτέλεση υποδείξει ότι μπορούν να κατασχεθούν· η εκτέλεση έχει σκοπό την πληρωμή της αγοραστικής τους τιμής ή του κόστους επισκευής τους· αν κατάσχονται ως ενσώματα περιουσιακά στοιχεία επιχειρηματικών εγκαταστάσεων.
  • Εξαιρούνται επίσης από την κατάσχεση τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα σε οποιοδήποτε νοικοκυριό στην κατοικία του οφειλέτη, εκτός εάν η εκτέλεση αφορά την πληρωμή του τιμήματος αγοράς των ειδών αυτών ή του κόστους επισκευής τους.

Μερική απαγόρευση κατάσχεσης

  • Τα δύο τρίτα του καθαρού μισθού, της αμοιβής, των ποσών που λαμβάνονται περιοδικά ως σύνταξη ή οποιωνδήποτε άλλων κοινωνικών επιδομάτων, ασφάλειας, αποζημίωσης ατυχήματος, ετήσιας προσόδου ή κάθε είδους πληρωμής που διασφαλίζουν τη συντήρηση του υπόχρεου της διατροφής, είναι ακατάσχετα·
  • Για τους σκοπούς του υπολογισμού του καθαρού ποσού των παραπάνω πληρωμών, λαμβάνονται υπόψη μόνο οι υποχρεωτικές νόμιμες κρατήσεις
  • Το εν λόγω ακατάσχετο έχει ως ανώτατο όριο το ποσό που ισούται με τρεις εθνικούς κατώτατους μισθούς κατά τον χρόνο κάθε κατάσχεσης και κατώτατο όριο, όταν ο οφειλέτης δεν έχει άλλο εισόδημα, το ποσό που ισούται με έναν εθνικό κατώτατο μισθό
  • Τα προαναφερθέντα όρια δεν ισχύουν όταν η εκτελούμενη αξίωση αφορά διατροφή, οπότε εξαιρείται από την κατάσχεση ποσό που ισούται με πλήρη μη ανταποδοτική σύνταξη
  • Όταν κατάσχονται χρήματα ή υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών, ακατάσχετο είναι το ποσό που ισοδυναμεί με τον εθνικό κατώτατο μισθό ή, σε περίπτωση υποχρεώσεων διατροφής, το ποσό που ισοδυναμεί με πλήρη μη ανταποδοτική σύνταξη. (το εν λόγω ακατάσχετο και το παραπάνω εν μέρει ακατάσχετο δεν είναι σωρευτικά)
  • Μετά τη στάθμιση του ποσού και της φύσης της εκτελούμενης απαίτησης καθώς και των αναγκών του καθ’ ου η εκτέλεση, το δικαστήριο μπορεί κατ’ εξαίρεση και κατόπιν αιτήματος του καθ’ ου η εκτέλεση να μειώσει, για διάστημα που κρίνει εύλογο, το τμήμα του κατασχετέου εισοδήματος, ακόμη και να το εξαιρέσει πλήρως για διάστημα έως ενός έτους.

Απαγόρευση κατάσχεσης χρηματικών ποσών ή τραπεζικών καταθέσεων

Δεν κατάσχονται τα μετρητά ή οι τραπεζικές καταθέσεις που προκύπτουν από τον διακανονισμό ακατάσχετων απαιτήσεων, υπό τους ίδιους όρους μ’ αυτούς της αρχικής απαίτησης.

Όρια κατάσχεσης κοινών περιουσιακών στοιχείων στη διαδικασία εκτέλεσης που στρέφεται κατά ενός από τους συζύγους

  • Όταν κατάσχονται τα κοινά περιουσιακά στοιχεία συζύγων σε διαδικασία εκτέλεσης η οποία στρέφεται κατά ενός μόνον συζύγου, επειδή ο καθ’ ου η εκτέλεση θεωρείται ότι δεν διαθέτει επαρκή περιουσιακά στοιχεία, επιδίδεται ειδοποίηση στον/στην σύζυγο του οφειλέτη ότι μπορεί να αιτηθεί, εντός 20 ημερών, τον διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων ή να προσκομίσει βεβαίωση που να επιβεβαιώνει ότι εκκρεμεί αγωγή στην οποία έχει ήδη ζητηθεί ο διαχωρισμός, διαφορετικά η εκτέλεση θα συνεχιστεί σε βάρος των κοινών περιουσιακών στοιχείων
  • Μόλις η αίτηση διαχωρισμού σωρευτεί στην κύρια δίκη ή προσκομιστεί η βεβαίωση, η εκτέλεση αναστέλλεται έως ότου πραγματοποιηθεί ο διαχωρισμός. Εάν, λόγω του διαχωρισμού, τα κατασχεμένα περιουσιακά στοιχεία δεν ανήκουν κατά κυριότητα στον καθ’ ου η εκτέλεση, μπορούν να κατασχεθούν τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία που του/της ανήκουν και η προηγούμενη κατάσχεση αναστέλλεται έως την επιβολή της νέας κατάσχεσης.

Οι γενικοί κανόνες για τα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να κατασχεθούν και οι περιορισμοί επί των κατασχέσεων καθορίζονται στα άρθρα 735 έως 747 του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΚώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Περιορισμοί επί της κατάσχεσης λόγω αναλογικότητας

Η κατάσχεση περιορίζεται στα αναγκαία περιουσιακά στοιχεία για την εξόφληση της οφειλής την οποία αφορά η εκτέλεση και των εξόδων εκτέλεσης που μπορούν να προβλεφθούν, τα οποία για τον σκοπό της διεξαγωγής της κατάσχεσης και με την επιφύλαξη του μεταγενέστερου συμβιβασμού, τεκμαίρεται ότι ανέρχονται σε ποσοστό 20 %, 10 % και 5 % της αξίας της εκτέλεσης, ανάλογα με το αν η εν λόγω αξία εμπίπτει: στην αρμοδιότητα του περιφερειακού πρωτοδικείου· την υπερβαίνει, χωρίς να υπερβαίνει το τετραπλάσιο ποσό της αξίας που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εφετείου· ή υπερβαίνει αυτήν την αξία. Η αξία αντικειμένου για την οποία είναι αρμόδιο το περιφερειακό πρωτοδικείο είναι 5.000 ευρώ και η αξία για την οποία είναι αρμόδιο το εφετείο είναι 30.000,00 000 ευρώ (το 2021, κατά τον χρόνο αναθεώρησης του παρόντος δελτίου). Οι αρμοδιότητες προβλέπονται στο άρθρο 44 του νόμου αριθ. 62/2013, της 26ης Αυγούστου, που βρίσκεται σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο.

Περιορισμοί επί της εκτέλεσης που απορρέουν από προθεσμίες παραγραφής

Κατά κανόνα, η δικαστική προστασία (της οποίας η παροχή ή πρόβλεψη εναπόκειται στην κρίση των διαδίκων) παραγράφεται όταν δεν ασκείται εντός της προθεσμίας που τάσσει ο νόμος.

Το δικαστήριο δεν μπορεί αυτεπαγγέλτως να επικαλεστεί την παραγραφή. Για να αναπτύξει τα αποτελέσματά της η παραγραφή, πρέπει να την επικαλεστεί δικαστικά ή εξώδικα το πρόσωπο το οποίο επωφελείται από αυτή, ο εκπρόσωπος αυτού ή αν το πρόσωπο στερείται ικανότητας, ο εισαγγελέας.

Μετά την παρέλευση της προθεσμίας παραγραφής, το επωφελούμενο μέρος (ο οφειλέτης) μπορεί να αρνηθεί να προβεί στην πληρωμή ή να προσβάλει, με οποιονδήποτε τρόπο, την άσκηση δικαιώματος που έχει παραγραφεί. Σε περίπτωση που η διαδικασία εκτέλεσης είχε στραφεί κατά του υπόψη προσώπου, ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης μπορεί να προσβάλει την εκτέλεση μέσω ειδικών ενστάσεων (embargos de executado), με επίκληση της παραγραφής. Η προθεσμία άσκησης ανακοπής κατά της εκτέλεσης είναι 20 ημέρες από την επίδοση.

Ωστόσο, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την απόδοση (επιστροφή) τμηματικής καταβολής στην οποία προέβη αυτοβούλως για να συμμορφωθεί με παραγραφείσα υποχρέωση, ακόμη κι αν κατά τον χρόνο καταβολής δεν γνώριζε την παραγραφή. Ο εν λόγω κανόνας ισχύει για κάθε είδος ικανοποίησης δικαιώματος το οποίο έχει παραγραφεί, καθώς και για την αναγνώριση ή την παροχή εγγυήσεων.

Την παραγραφή μπορούν να επικαλεστούν κατά του επισπεύδοντος την εκτέλεση οι δανειστές του οφειλέτη και τρίτοι με έννομο συμφέρον στην κήρυξη της παραγραφής, ακόμη κι αν ο οφειλέτης είχε παραιτηθεί από αυτό το δικαίωμα. Ωστόσο, εάν ο οφειλέτης παραιτήθηκε από το εν λόγω δικαίωμα, την παραγραφή μπορούν να επικαλεστούν μόνον οι δανειστές του οφειλέτη εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο αστικό δίκαιο για την άσκηση παυλιανής αγωγής (impugnação Pauliana).

Εάν ο οφειλέτης κληθεί να επικαλεστεί την παραγραφή και δεν την επικαλεστεί, το δεδικασμένο δεν θίγει το αναγνωρισμένο δικαίωμα των δανειστών του.

Η συνήθης προθεσμία παραγραφής είναι 20 έτη, ωστόσο προβλέπονται και συντομότερες προθεσμίες.

Για τα παρακάτω προβλέπεται πενταετής προθεσμία παραγραφής:

  • ισόβιες και έγγειες πρόσοδοι
  • μισθώματα επί κινητών και ακινήτων που καταβάλλονται από τον μισθωτή, ακόμη και όταν έχουν καταβληθεί μόνον μία φορά
  • μακροχρόνιες μισθώσεις
  • τόκοι που προβλέπονται από σύμβαση ή τον νόμο, συμπεριλαμβανομένων των μικτών τόκων και των μερισμάτων εταιρειών
  • τα ποσοστά απόσβεσης κεφαλαίου τα οποία καταβάλλονται εντόκως
  • οφειλόμενες πληρωμές διατροφής
  • κάθε άλλη περιοδικά ανανεούμενη πληρωμή.

Ο νόμος τάσσει τεκμαιρόμενες προθεσμίες παραγραφής (βάσει του τεκμηρίου συμμόρφωσης) στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • Οι απαιτήσεις επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης για τις υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης που παρέχουν παραγράφονται μετά από έξι μήνες, με την επιφύλαξη της διετούς προθεσμίας παραγραφής που αναφέρεται παρακάτω
  • Οι απαιτήσεις επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες καταλύματος ή υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης σε φοιτητές παραγράφονται μετά από δύο έτη, όπως και οι απαιτήσεις των ιδρυμάτων που παρέχουν εκπαίδευση, κατάρτιση, αρωγή ή θεραπεία, σε συνάρτηση με τις παρεχόμενες υπηρεσίες
  • Οι απαιτήσεις εμπόρων για τα πράγματα που πώλησαν σε πρόσωπο το οποίο δεν είναι έμπορος ή για πράγματα που δεν προορίζονται για επιχειρηματική χρήση παραγράφονται μετά από δύο έτη, όπως και οι απαιτήσεις επαγγελματιών για την παροχή προϊόντων ή εμπορευμάτων, την εκτέλεση έργου ή τη διοίκηση αλλότριων υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών αυτών, εκτός αν η αντίστοιχη υπηρεσία προορίζεται για τη βιομηχανική δραστηριότητα του οφειλέτη
  • Οι απαιτήσεις για υπηρεσίες που παρασχέθηκαν κατά την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος και για αποζημίωση των αντίστοιχων δαπανών παραγράφονται μετά από δύο έτη.

Για τις προθεσμίες παραγραφής που περιγράφονται στο αστικό δίκαιο ως τεκμαιρόμενες προθεσμίες, εφαρμόζονται οι παρακάτω κανόνες:

  • Το τεκμήριο της συμμόρφωσης μέσω της παρέλευσης της προθεσμίας μπορεί να ανατραπεί μόνον με ομολογία του πρωτοφειλέτη ή του προσώπου στο οποίο μεταβιβάστηκε η αξίωση λόγω διαδοχής
  • Η εξωδικαστική αναγνώριση είναι έγκυρη μόνον όταν παρέχεται γραπτώς
  • Μια αξίωση θεωρείται αναγνωρισμένη εάν ο οφειλέτης αρνείται να καταθέσει ή να ορκιστεί ενώπιον δικαστηρίου ή προβαίνει σε νομικές πράξεις οι οποίες δεν συνάδουν με το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

Η παραγραφή των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται με απόφαση ή εκτελεστό τίτλο επέρχεται ως εξής:

  • όταν ο νόμος τάσσει για ορισμένο δικαίωμα συντομότερη προθεσμία από τη συνήθη, ακόμη και τεκμαιρόμενη, το δικαίωμα υπόκειται στην τελευταία προθεσμία παραγραφής, εφόσον εξακολουθεί να ισχύει έπειτα από απόφαση που έχει αποκτήσει την ισχύ δεδικασμένου και αναγνωρίζει το δικαίωμα ή άλλον εκτελεστό τίτλο
  • ωστόσο, όταν η δικαστική απόφαση ή άλλος τίτλος αναφέρεται σε μη απαιτητές τμηματικές καταβολές, ως προθεσμία παραγραφής γι’ αυτές νοείται η συντομότερη προθεσμία.

Ο αστικός κώδικας θέτει κανόνες για την έναρξη της προθεσμίας παραγραφής, την αναστολή και τη διακοπή αυτής. Όταν συντρέχουν λόγοι αναστολής (για παράδειγμα ανηλικότητα, στρατιωτική θητεία, ανωτέρα βία, υπαιτιότητα του οφειλέτη) η προθεσμία παραγραφής δεν ξεκινά ούτε τρέχει. Όταν η προθεσμία παραγραφής διακόπτεται, ο διανυθείς χρόνος δεν προσμετράται καθόλου και ξεκινά νέα προθεσμία παραγραφής.

Ο δανειστής που έχει συμφέρον στη διακοπή περιόδου παραγραφής μπορεί να διενεργήσει ή να επικαλεστεί μια από τις παρακάτω πράξεις:

  • επίδοση ή κοινοποίηση οποιασδήποτε πράξης με την οποία δηλώνεται, άμεσα ή έμμεσα, η πρόθεση άσκησης του δικαιώματος, ανεξάρτητα από το είδος της διαδικασίας που αφορά η πράξη, ακόμη κι αν το δικαστήριο είναι αναρμόδιο.

Εάν η επίδοση ή κοινοποίηση δεν πραγματοποιηθεί δεν επιδοθεί εντός πέντε ημερών αφότου ζητηθεί, για λόγο που δεν αποδίδεται στον αιτούντα, η προθεσμία παραγραφής διακόπτεται μετά την παρέλευση των πέντε ημερών.

Η ακύρωση της επίδοσης ή κοινοποίησης δεν αποτελεί λόγο ανάσχεσης της διακοπής που ορίζεται στις προηγούμενες παραγράφους.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, κάθε άλλο δικαστικό μέσο με το οποίο γνωστοποιείται η πράξη στο πρόσωπο σε βάρος του οποίου μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα, θεωρείται ισοδύναμη με επίδοση ή κοινοποίηση.

  • ρήτρα διαιτησίας που διακόπτει την προθεσμία παραγραφής του επικαλούμενου δικαιώματος
  • αναγνώριση του δικαιώματος ενώπιον του υπόψη δικαιούχου από το πρόσωπο κατά του οποίου μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα
  • η σιωπηρή αναγνώριση είναι έγκυρη μόνον όταν προκύπτει από γεγονότα που ρητά μαρτυρούν την εν λόγω αναγνώριση.

Η διακοπή περιόδου παραγραφή έχει τις παρακάτω συνέπειες (εκτός αν ο νόμος ειδικά ορίζει διαφορετικά):

  • δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη ο διανυθείς χρόνος
  • ξεκινά νέα προθεσμία παραγραφής από την πράξη διακοπής
  • η νέα παραγραφή υπόκειται στην αρχική προθεσμία παραγραφής.

Περιορισμοί επί της εκτέλεσης που απορρέουν από την πάροδο της αποσβεστικής προθεσμίας

Όταν βάσει του νόμου ή της πρόθεσης των μερών, ένα δικαίωμα πρέπει να ασκηθεί εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, εφαρμόζονται οι κανόνες περί αποσβεστικής προθεσμίας, εκτός αν ο νόμος ρητά παραπέμπει σε προθεσμία παραγραφής.

Η απόσβεση αποτρέπεται μόνο με την ενέργεια, εντός της προθεσμίας που τάσσεται από είτε από τον νόμο είτε με δικαιοπραξία, της πράξης στην οποία ο νόμος ή σύμβαση αποδίδει αποτρεπτικό χαρακτήρα. Η άσκηση αγωγής για την κήρυξη ή την εκτέλεση αποτρέπει την απόσβεση, εκτός αν είναι αναγκαία η διενέργεια επίδοσης προς τον στον οφειλέτη. Όταν ισχύει καθορισμένη προθεσμία λόγω σύμβασης ή νομικής διάταξης που αφορά τη δικαστική προστασία, η αναγνώριση της εν λόγω προστασίας από το πρόσωπο κατά του οποίου πρέπει να ασκηθεί επίσης αποτρέπει την απόσβεση.

Η αποσβεστική προθεσμία δεν αναστέλλεται ούτε διακόπτεται, εκτός από στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον νόμο και, σε περίπτωση που ο νόμος δεν καθορίζει άλλη ημερομηνία, αρχίζει να τρέχει από τη στιγμή είναι δυνατή η νόμιμη άσκηση του δικαιώματος.

Η απόσβεση αξιολογείται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και μπορεί να προβληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης, εφόσον αφορά τη δικαστική προστασία. Εάν αφορά τη δικαστική προστασία στη βάση της οποίας κινείται διαδικασία εκτέλεσης, η απόσβεση πρέπει να προβληθεί από το πρόσωπο που επωφελείται αυτής (καταρχήν, τον οφειλέτη/διάδικο κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση).

Οι χρόνοι και τα αποτελέσματα της παραγραφής και των αποσβεστικών προθεσμιών προβλέπονται στα άρθρα 309 έως 340 του πορτογαλικού αστικού κώδικα που είναι διαθέσιμος σ’ αυτόν τον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροσύνδεσμο.

Σημείωση:

Οι πληροφορίες στο παρόν δελτίο δεν δεσμεύουν το σημείο επικοινωνίας του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ούτε τα δικαστήρια ή άλλες οντότητες και αρχές. Δεν υποκαθιστούν το ισχύον κείμενο του νόμου. Οι εν λόγω πληροφορίες υπόκεινται σε τακτική επικαιροποίηση και σε εξελισσόμενη ερμηνεία τους από τη νομολογία.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 20/12/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Ρουμανία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση καθορίζονται στα άρθρα 622 έως 914 του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Η διαδικασία εκτέλεσης είναι το δεύτερο στάδιο της αστικής διαδικασίας και αποσκοπεί, κατά κύριο λόγο, στη διασφάλιση της πραγματικής ικανοποίησης της αξίωσης που αναγνωρίζεται από δικαστική απόφαση ή άλλο εκτελεστό τίτλο. Μέσω της διαδικασίας εκτέλεσης, δανειστής ο οποίος είναι δικαιούχος αξίωσης που έχει αναγνωριστεί με δικαστική απόφαση ή άλλο εκτελεστό τίτλο αναγκάζει τον υπόχρεο να εκπληρώσει τις συναφείς υποχρεώσεις του τις οποίες αρνούνταν να εκπληρώσει οικειοθελώς.

Ο ρουμανικός κώδικας πολιτικής δικονομίας θεσπίζει σειρά μέσων άμεσης και έμμεσης εκτέλεσης.

Τα μέσα άμεσης εκτέλεσης είναι αυτά που αφορούν το αντικείμενο της υποχρέωσης που καθορίζεται στον εκτελεστό τίτλο, δηλαδή η αφαίρεση κινητών – άρθρα 893 έως 895 του κώδικα πολιτικής δικονομίας· η αποβολή από ακίνητο – άρθρα 896 έως 902 του κώδικα πολιτικής δικονομίας· και η καταδίκη σε πράξη ή παράλειψη – άρθρα 903 έως 914 του κώδικα πολιτικής δικονομίας (συμπεριλαμβανομένων των ειδικών διατάξεων σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων που αφορούν ανηλίκους – άρθρα 910 έως 914) και άρθρα 1527 επ. του αστικού κώδικα. Όσον αφορά την καταδίκη σε πράξη, ο νόμος κάνει διάκριση μεταξύ υποχρεώσεων που μπορούν να εκπληρωθούν και από τρίτο και υποχρεώσεων που δεν μπορούν να εκπληρωθούν από τρίτο.

Η έμμεση εκτέλεση αναφέρεται στα μέσα για την είσπραξη χρηματικού ποσού που αποτελεί το αντικείμενο εκτελεστού τίτλου μέσω της αναγκαστικής εκποίησης περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Παραδείγματα μέσων έμμεσης εκτέλεσης είναι η κατάσχεση χρηματικών ποσών και η κατάσχεση (και, στη συνέχεια, αναγκαστική εκποίηση) περιουσιακών στοιχείων. Άλλο μέσο εκτέλεσης είναι η κατάσχεση των γενικών προσόδων από ακίνητα.

Στις υποχρεώσεις που είναι πιθανόν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης περιλαμβάνονται οι υποχρεώσεις καταβολής χρηματικού ποσού, απόδοσης περιουσιακού στοιχείου ή της χρήσης του, κατεδάφισης κτιρίου / εγκατάλειψης φυτείας / διακοπής εργασιών, καθώς και οι υποχρεώσεις που αφορούν τη ρύθμιση της επιμέλειας ή τον καθορισμό του τόπου διαμονής ανηλίκου και τις ρυθμίσεις επικοινωνίας κ.λπ.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Οι δικαστικές αποφάσεις και οι λοιποί εκτελεστοί τίτλοι εκτελούνται από δικαστικό επιμελητή (executor judecătoresc) που υπηρετεί στο εφετείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο περιουσιακό στοιχείο στην περίπτωση κατάσχεσης ακίνητων περιουσιακών στοιχείων / μη συγκομισθέντων καρπών και στην περίπτωση άμεσης εκτέλεσης επί ακίνητων περιουσιακών στοιχείων. Η κατάσχεση κινητών και η άμεση εκτέλεση επί κινητών διενεργούνται από δικαστικό επιμελητή που υπηρετεί στο εφετείο στην περιφέρεια του οποίο βρίσκεται η κατοικία/έδρα του οφειλέτη ή τα σχετικά περιουσιακά στοιχεία. Αν η κατοικία/έδρα του οφειλέτη βρίσκεται στο εξωτερικό, αρμοδιότητα έχει οποιοσδήποτε δικαστικός επιμελητής.

Η κατάσχεση διενεργείται, βάσει της αίτησης του πιστωτή, από δικαστικό επιμελητή που υπηρετεί στην περιφέρεια του εφετείου στην οποία βρίσκεται η κατοικία/έδρα του οφειλέτη ή τρίτου στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση. Στην περίπτωση κατάσχεσης τραπεζικού/-ών λογαριασμού/-ών φυσικού ή νομικού προσώπου, αρμόδιος είναι δικαστικός επιμελητής που υπηρετεί στην περιφέρεια του εφετείου στην οποία βρίσκεται η κατοικία/έδρα του οφειλέτη ή το κεντρικό κατάστημα / υποκατάστημα του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο ο οφειλέτης είχε ανοίξει τον σχετικό λογαριασμό ή τους σχετικούς λογαριασμούς. Αν ο οφειλέτης διατηρεί περισσότερους λογαριασμούς, αρμόδιος για την κατάσχεση των λογαριασμών είναι δικαστικός επιμελητής που υπηρετεί σε οποιονδήποτε από τους τόπους στους οποίους ανοίχτηκαν οι λογαριασμοί. Αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο είναι το ειρηνοδικείο (judecătorie) στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η κατοικία/έδρα του οφειλέτη την ημερομηνία κατά την οποία επιλήφθηκε του ζητήματος το όργανο εκτέλεσης. Εάν η κατοικία/έδρα του οφειλέτη δεν βρίσκεται στη Ρουμανία, αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η κατοικία/έδρα του πιστωτή και, αν και αυτή δεν βρίσκεται στη Ρουμανία, αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου υπηρετεί ο δικαστικός επιμελητής που έχει εξουσιοδοτηθεί από τον πιστωτή.

Το δικαστήριο της εκτέλεσης επιλαμβάνεται των αιτήσεων κήρυξης της εκτελεστότητας, των ανακοπών κατά των μέτρων εκτέλεσης, καθώς και των άλλων ζητημάτων που ανακύπτουν στο πλαίσιο της εκτέλεσης, εξαιρούμενων όσων υπάγονται, βάσει νόμου, στη δικαιοδοσία άλλου δικαστηρίου ή οργάνου.

Το τέλος δικαστικού ενσήμου για τις αιτήσεις κήρυξης της εκτελεστότητας ανέρχεται σε 20 RON για κάθε εκτελεστό τίτλο (επείγοντος χαρακτήρα κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 80/2013 σχετικά με τα τέλη δικαστικού ενσήμου, όπως έχει τροποποιηθεί).

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί μόνο με δικαστική απόφαση (τελεσίδικες αποφάσεις, προσωρινά εκτελεστές αποφάσεις) ή άλλη γραπτή πράξη η οποία θεωρείται εκ του νόμου εκτελεστός τίτλος (συμβολαιογραφικές πράξεις, χρεόγραφα, διαιτητικές αποφάσεις κ.λπ.).

Μόλις παραλάβει την αίτηση εκτέλεσης που έχει κατατεθεί από πιστωτή, ο δικαστικός επιμελητής μεριμνά για την καταχώρισή της. Ο δικαστικός επιμελητής εκδίδει απόφαση κήρυξης της εκτελεστότητας χωρίς κλήτευση των διαδίκων. Η κήρυξη της εκτελεστότητας παρέχει στον πιστωτή τη δυνατότητα να ζητήσει από τον αρμόδιο δικαστικό επιμελητή να κάνει χρήση, είτε εκ παραλλήλου είτε διαδοχικά, όλων των μέσων εκτέλεσης που βρίσκονται στη διάθεση του πιστωτή για την άσκηση των δικαιωμάτων του, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός του να ζητήσει επιστροφή των εξόδων της εκτέλεσης. Η κήρυξη της εκτελεστότητας έχει ισχύ σε όλη τη χώρα και καλύπτει επίσης τα εκτελεστά έγγραφα που εκδίδονται από τον δικαστικό επιμελητή στο πλαίσιο της εγκριθείσας διαδικασίας εκτέλεσης.

Η επίδοση ή κοινοποίηση των διαδικαστικών εγγράφων μπορεί να γίνει από τον δικαστικό επιμελητή είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω αντικλήτου και, αν αυτό δεν είναι εφικτό, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις σχετικά με την κλήτευση και την επίδοση ή κοινοποίηση διαδικαστικών πράξεων.

Μόλις παραλάβει την αίτηση εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής, με απόφασή του, μεριμνά για την καταχώριση της αίτησης και για το άνοιγμα του φακέλου εκτέλεσης ή, κατά περίπτωση, αρνείται να κινήσει τη διαδικασία εκτέλεσης, αιτιολογώντας την άρνησή του. Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται αμέσως στον πιστωτή. Αν ο δικαστικός επιμελητής αρνηθεί να κινήσει τη διαδικασία εκτέλεσης, ο πιστωτής δύναται, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης, να υποβάλει προσφυγή στο δικαστήριο της εκτέλεσης.

Εντός μέγιστου χρονικού διαστήματος τριών ημερών από την καταχώριση της αίτησης, ο δικαστικός επιμελητής αιτείται την κήρυξη της εκτελεστότητας από το δικαστήριο της εκτέλεσης και καταθέτει στο εν λόγω δικαστήριο, υπό τη μορφή επικυρωμένων αντιγράφων, την αίτηση του πιστωτή, το εκτελεστό έγγραφο, την απόφαση και το αποδεικτικό πληρωμής του τέλους δικαστικού ενσήμου.

Η αίτηση κήρυξης της εκτελεστότητας διεκπεραιώνεται εντός επτά το πολύ ημερών από την καταχώρισή της στο δικαστήριο με απόφαση που εκδίδεται κεκλεισμένων των θυρών χωρίς κλήτευση των μερών. Η εν λόγω απόφαση μπορεί να καθυστερήσει έως 48 ώρες το πολύ, και η αιτιολογία της πρέπει να δημοσιευτεί το αργότερο εντός επτά ημερών από την έκδοσή της.

Η κήρυξη της εκτελεστότητας παρέχει στον πιστωτή τη δυνατότητα να ζητήσει από τον δικαστικό επιμελητή που αιτήθηκε την κήρυξη να κάνει χρήση, εκ παραλλήλου ή διαδοχικά, όλων των διαθέσιμων μέσων εκτέλεσης που προβλέπει ο νόμος για την άσκηση των δικαιωμάτων του, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός του να ζητήσει επιστροφή των εξόδων της εκτέλεσης. Η κήρυξη της εκτελεστότητας έχει ισχύ σε όλη τη χώρα. Επίσης, καλύπτει τα εκτελεστά έγγραφα που εκδίδονται από τον δικαστικό επιμελητή στο πλαίσιο της εγκριθείσας διαδικασίας εκτέλεσης.

Το δικαστήριο δύναται να απορρίψει την αίτηση κήρυξης της εκτελεστότητας μόνο εάν: η αίτηση υπάγεται στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου εκτέλεσης· η απόφαση ή, κατά περίπτωση, το έγγραφο δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο· το έγγραφο, εκτός εάν αποτελεί απόφαση δικαστηρίου, δεν πληροί όλες τις τυπικές απαιτήσεις· η απαίτηση δεν είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και ληξιπρόθεσμη· ο οφειλέτης απολαμβάνει ασυλία όσον αφορά την εκτέλεση· το έγγραφο περιέχει διατάξεις που δεν μπορούν εκτελεστούν· ή υπάρχουν άλλα κωλύματα.

Η δικαστική απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή η αίτηση κήρυξης της εκτελεστότητας δεν υπόκειται σε έφεση, αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί αν προσβληθεί η εκτέλεση αυτή καθαυτή. Έφεση κατά απόφασης απόρριψης αίτησης για την κήρυξη της εκτελεστότητας μπορεί να ασκηθεί μόνο από τον πιστωτή εντός 15 ημερών από την επίδοση ή κοινοποίηση της απόφασης.

Η Εθνική Ένωση Δικαστικών Επιμελητών (Uniunea Națională a Executorilor Judecătorești) θεσπίζει και επικαιροποιεί, με την επιφύλαξη της έγκρισης του υπουργού Δικαιοσύνης, τις ελάχιστες αμοιβές για τις υπηρεσίες που παρέχουν οι δικαστικοί επιμελητές. Με το διάταγμα αριθ. 2550/2006, της 14ης Νοεμβρίου 2006, του υπουργού Δικαιοσύνης, όπως έχει τροποποιηθεί, καθορίστηκαν οι ακόλουθες ελάχιστες και μέγιστες αμοιβές για τις διεξαγόμενες δραστηριότητες:

Επίδοση και κοινοποίηση διαδικαστικών εγγράφων: 20-400 RON

Άμεση εκτέλεση

  • εξώσεις: 150-2 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 5 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·
  • εκτέλεση απόφασης για τη ρύθμιση της επιμέλειας ή τον καθορισμό του τόπου διαμονής ανηλίκου: 50-1 000 RON·
  • εκτέλεση απόφασης για τη ρύθμιση επικοινωνίας με ανήλικο – 50-500 RON·
  • εκτέλεση απόφασης απόδοσης νομής, καθορισμού ορίων ιδιοκτησίας, σύστασης δουλείας, απόδοσης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 60-2 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 5 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·
  • εκτέλεση απόφασης διακοπής εργασιών / κατεδάφισης κτιρίου: 150-2 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 5 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·

Έμμεση εκτέλεση

ελάχιστη αμοιβή

μέγιστη αμοιβή

για απαιτήσεις ύψους κάτω των 50 000 RON, 10 % επί του ποσού και 75 RON συν 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 1 000 RON

για απαιτήσεις ύψους έως 50 000 RON, 10 %

για απαιτήσεις ύψους άνω των 50 000 RON αλλά κάτω των 80 000 RON, 1 175 RON συν 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 50 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 50 000 RON και 80 000 RON, 5 000 RON συν ποσοστό έως 3 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 50 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 80 000 RON και 100 000 RON, 1 775 RON συν 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 80 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 80 000 RON και 100 000 RON, 5 900 RON συν ποσοστό έως 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 80 000 RON

για απαιτήσεις ύψους άνω των 100 000 RON, μεταξύ 2 500 RON συν 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 100 000 RON και 5 500 RON συν ποσοστό έως 0,5 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 400 000 RΟΝ

για απαιτήσεις ύψους άνω των 100 000 RON, 6 300 RON συν ποσοστό έως 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 100 000 RON

Κατάσχεση

ελάχιστη αμοιβή

μέγιστη αμοιβή

για απαιτήσεις ύψους κάτω των 50 000 RON, 10 % επί του ποσού και 75 RON συν 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 1 000 RON

για απαιτήσεις ύψους έως 50 000 RON, 10 %

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 50 000 RON και 80 000 RON, 1 175 RON συν 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 50 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 50 000 RON και 80 000 RON, 5 000 RON συν ποσοστό έως 3 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 50 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 80 000 RON και 100 000 RON, 1 775 RON συν 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 80 000 RON

για απαιτήσεις ύψους μεταξύ 80 000 RON και 100 000 RON, 5 900 RON συν ποσοστό έως 2 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 80 000 RON

για απαιτήσεις ύψους άνω των 100 000 RON, μεταξύ 2 500 RON συν 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 100 000 RON και 5 500 RON συν ποσοστό έως 0,5 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 400 000 RΟΝ

για απαιτήσεις ύψους άνω των 100 000 RON, 6 300 RON συν ποσοστό έως 1 % επί του ποσού που υπερβαίνει τα 100 000 RON

Κατόπιν μη πληρωμής συναλλαγματικής, γραμματίου σε διαταγή ή επιταγής: 150-400 RON

Εξακρίβωση πραγματικών περιστατικών και απογραφή περιουσιακών στοιχείων: 100-2 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 5 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·

Εκποίηση σε δημόσιο πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου που αποτελεί το αντικείμενο δικαστικής διανομής: 150-2 200 RON

Κατάσχεση ως προληπτικό μέτρο: 100-1 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 2 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·

Δικαστική μεσεγγύηση: 100-1 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 2 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·

Συντηρητική κατάσχεση: 100-1 200 RON για οφειλέτη που είναι φυσικό πρόσωπο, 2 200 RON για οφειλέτη που είναι νομικό πρόσωπο·

Καταχώριση προσφοράς: 50-350 RON

Δήμευση: 10 % επί των εσόδων (ελάχ.) – 10% επί των εσόδων (μέγ.)

Παροχή συμβουλών για τη σύνταξη των εγγράφων εκτέλεσης: 20-200 RON

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Βλ. την απάντηση στην ερώτηση 2.1.

Ο πιστωτής και ο οφειλέτης μπορούν να συμφωνήσουν ότι το μέτρο εκτέλεσης θα αφορά, συνολικά ή εν μέρει, μόνο τις χρηματικές προσόδους του οφειλέτη, ότι τα περιουσιακά στοιχεία που κατασχέθηκαν θα εκποιηθούν βάσει συμφωνίας ή ότι η οφειλή θα εξοφληθεί με άλλους τρόπους που επιτρέπει ο νόμος.

Όσον αφορά τις αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων, απαιτείται πρόσθετη διαδικασία, ανάλογα με την περίπτωση, και συγκεκριμένα, απόφαση κήρυξης της εκτελεστότητας (exequatur).

Τα έσοδα και τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης εφόσον μπορούν να κατασχεθούν και μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την άσκηση των δικαιωμάτων των πιστωτών. Περιουσιακά στοιχεία που υπάγονται σε ειδικό καθεστώς κυκλοφορίας μπορούν να κατασχεθούν μόνο υπό τους όρους που προβλέπει ο νόμος.

Όσον αφορά τον οφειλέτη, υπάρχει ειδικός όρος βάσει του οποίου η κίνηση διαδικασίας εκτέλεσης είναι δυνατή μόνο εφόσον έχουν τηρηθεί οι αντίστοιχες διαδικασίες κλήτευσης για κάθε είδος εκτέλεσης. Υπάρχουν επίσης άλλες ειδικές διατάξεις σε σχέση με τον οφειλέτη, όπως αυτές που αφορούν τους ανήλικους οφειλέτες ή τους ενήλικους οφειλέτες που έχουν κηρυχθεί ανίκανοι για δικαιοπραξία, σε βάρος των οποίων δεν μπορεί να ληφθεί κανένα μέτρο εκτέλεσης παρά μόνο αν υπάρχει επίτροπος ή κηδεμόνας.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Τα εισοδήματα του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένων όπως των γενικών προσόδων του από ακίνητα, τα χρηματικά ποσά του σε τραπεζικούς λογαριασμούς, τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του κ.λπ. μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης. Βλ. την απάντηση στην ερώτηση 1.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Μετά τον προσδιορισμό των κινητών περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στον οφειλέτη ή βρίσκονται στην κατοχή τρίτων, ακολουθεί η κατάσχεσή τους. Κατόπιν αιτήματος του δικαστικού επιμελητή, η κατάσχεση μπορεί να καταγραφεί στο Εμπορικό Μητρώο (registrul comerțului), στο Ηλεκτρονικό Αρχείο Εμπράγματων Ασφαλειών επί Κινητών (Arhiva Electronică de Garanții Reale Mobiliare), στο μητρώο κληρονομιών (registrul succesoral) που τηρείται από το Επιμελητήριο των Συμβολαιογράφων (camera notarilor publici) ή σε άλλα δημόσια μητρώα. Από τη στιγμή της κατάσχεσής τους, τα περιουσιακά στοιχεία δεν βρίσκονται πλέον στη διάθεση του οφειλέτη για το χρονικό διάστημα της εκτέλεσης. Η μη συμμόρφωση επισύρει δικαστική ποινή προστίμου, εκτός εάν συνιστά ποινικό αδίκημα. Αν το οφειλόμενο ποσό δεν καταβληθεί, ο δικαστικός επιμελητής εκποιεί τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία σε δημόσιο πλειστηριασμό ή μέσω απευθείας πώλησης ή με άλλα μέσα που επιτρέπονται από τον νόμο (άρθρα 731 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Τα χρηματικά ποσά, οι κινητές αξίες ή άλλα κατασχετά άυλα κινητά περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποτελούν το αντικείμενο απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτου ή βρίσκονται στην κατοχή τρίτου για λογαριασμό του οφειλέτη ή τα οποία θα αποτελέσουν το αντικείμενο μελλοντικής απαίτησης του οφειλέτη κατά του τρίτου βάσει υφιστάμενης έννομης σχέσης μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης. Όλα τα υπό κατάσχεση χρηματικά ποσά και περιουσιακά στοιχεία δεσμεύονται από την ημερομηνία αποστολής της διαταγής κατάσχεσης στον τρίτο στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση. Από την ενεργοποίηση της δέσμευσης έως την αποπληρωμή των υποχρεώσεων που ορίζονται στον εκτελεστό τίτλο, ο τρίτος στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση δεν πρέπει να πραγματοποιήσει καμία πληρωμή ούτε να διενεργήσει πράξεις που είναι πιθανό να μειώσουν την αξία των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων. Εάν ο τρίτος στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση δεν εκπληρώσει τις σχετικές υποχρεώσεις του, ο επισπεύδων πιστωτής που επιδιώκει την εξόφληση, ο οφειλέτης ή ο δικαστικός επιμελητής δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στο δικαστήριο της εκτέλεσης προκειμένου να επικυρωθεί η κατάσχεση. Η οριστική απόφαση της επικύρωσης ισοδυναμεί με εκχώρηση απαίτησης και συνιστά εκτελεστό τίτλο κατά του τρίτου στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση. Μετά την επικύρωση της κατάσχεσης, ο τρίτος στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση πρέπει να καταθέσει ή να καταβάλει ένα ποσό εντός των ορίων του ποσού που αναφέρεται ρητώς στην απόφαση επικύρωσης. Η μη εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης έχει ως αποτέλεσμα την κίνηση διαδικασίας εκτέλεσης κατά του τρίτου στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση βάσει της απόφασης επικύρωσης (άρθρα 781 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Όσον αφορά την εκτέλεση επί ακινήτων, αν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει την οφειλή του, ο δικαστικός επιμελητής κινεί τη διαδικασία εκποίησης μετά την επίδοση και καταχώριση της κήρυξης της εκτελεστότητας στο κτηματολόγιο (άρθρα 813 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Το χρονικό διάστημα ισχύος των μέτρων είναι έξι μήνες (άρθρα 697 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας), εάν ο πιστωτής αφήσει να παρέλθει το εν λόγω χρονικό διάστημα από τη λήξη της προθεσμίας για συμμόρφωση με την εκάστοτε πράξη εκτέλεσης χωρίς να προβεί σε άλλες πράξεις ανάκτησης.

Η προθεσμία παραγραφής ορίζεται στα τρία έτη (άρθρα 706 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Κατά των μέτρων εκτέλεσης είναι δυνατή η άσκηση ανακοπής· κατά του εκτελεστού τίτλου μπορεί να ασκηθεί ανακοπή για την αποσαφήνιση του νοήματος, του πεδίου εφαρμογής ή του τρόπου εφαρμογής του. Αν η εκτέλεση διενεργείται δυνάμει δικαστικής απόφασης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να την προσβάλει επικαλούμενος πραγματικούς ή νομικούς λόγους τους οποίους θα μπορούσε να είχε επικαλεστεί στη δίκη ενώπιον του πρωτοβάθμιου ή δευτεροβάθμιου δικαστηρίου.

Αν η εκτέλεση διενεργείται δυνάμει εκτελεστού τίτλου που δεν αποτελεί δικαστική απόφαση, στο πλαίσιο ανακοπής κατά της εκτέλεσης είναι δυνατή η επίκληση πραγματικών ή νομικών λόγων που άπτονται της ουσίας του δικαιώματος που ενσωματώνεται στον εκτελεστό τίτλο, εκτός εάν ο νόμος προβλέπει ένδικο βοήθημα για την ακύρωση του εν λόγω εκτελεστού τίτλου, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής αγωγής.

Δεν μπορεί να ασκηθεί νέα ανακοπή από τον ίδιο διάδικο για λόγους που συνέτρεχαν ήδη κατά την ημερομηνία της πρώτης ανακοπής.

Αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο της εκτέλεσης ή, για την αποσαφήνιση του νοήματος, του πεδίου/τρόπου εφαρμογής του εκτελεστού τίτλου, το δικαστήριο που εξέδωσε την προς εκτέλεση απόφαση.

Η ανακοπή μπορεί να ασκηθεί εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία:

  • ο ανακόπτων έλαβε γνώση του εγγράφου με το οποίο διατάσσεται η εκτέλεση·
  • ο ενδιαφερόμενος ενημερώθηκε για την επιβολή της κατάσχεσης·
  • επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε στον οφειλέτη η κλήτευση ή από την ημερομηνία κατά την οποία ο οφειλέτης έλαβε γνώση της πρώτης πράξης εκτέλεσης.

Η ανακοπή με αίτημα την αποσαφήνιση του νοήματος, του πεδίου ή του τρόπου εφαρμογής του εκτελεστού τίτλου μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε εντός της προθεσμίας παραγραφής του δικαιώματος υποβολής αίτησης για την κίνηση διαδικασίας εκτέλεσης. Ανακοπή με την οποία τρίτος ισχυρίζεται ότι έχει δικαίωμα κυριότητας ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του κατασχεθέντος περιουσιακού στοιχείου μπορεί να ασκηθεί εντός 15 ημερών από την εκποίηση / την ημερομηνία παράδοσης του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου. Η μη άσκηση ανακοπής εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας δεν εμποδίζει τον τρίτο να ασκήσει το δικαίωμά του μέσω αυτοτελούς αίτησης.

Αν η ανακοπή κατά της εκτέλεσης γίνει δεκτή, το δικαστήριο, ανάλογα με την περίπτωση, είτε ακυρώνει τη διαταγή για εκτέλεση κατά της οποίας ασκήθηκε η ανακοπή είτε εκδίδει απόφαση για τη διόρθωση, ακύρωση ή παύση της διαδικασίας εκτέλεσης αυτής καθαυτήν, την ακύρωση ή αποσαφήνιση του εκτελεστού τίτλου ή την εκτέλεση της πράξης εκτέλεσης με την οποία δεν υπήρξε συμμόρφωση. Αν η ανακοπή απορριφθεί, ο ανακόπτων ενδέχεται να υποχρεωθεί να καταβάλει αποζημίωση, κατόπιν αιτήσεως, για τη ζημία που προκλήθηκε λόγω της καθυστέρησης της εκτέλεσης, ενώ, σε περίπτωση που η ανακοπή είχε ασκηθεί με κακή πίστη, καταδικάζεται επίσης να καταβάλει πρόστιμο.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Ορισμένα είδη και περιουσιακά στοιχεία εξαιρούνται. Από την εκτέλεση εξαιρούνται τα ακόλουθα κινητά περιουσιακά στοιχεία: είδη για προσωπική χρήση / αντικείμενα νοικοκυριού απαραίτητα για την καθημερινή διαβίωση του οφειλέτη και της οικογένειάς του· θρησκευτικά αντικείμενα· αντικείμενα που είναι αναγκαία για άτομα με αναπηρία ή προορίζονται για τη φροντίδα ασθενών· τα τρόφιμα που είναι αναγκαία για τον οφειλέτη και την οικογένειά του για διάστημα τριών μηνών και, αν ο οφειλέτης ασκεί αποκλειστικά γεωργική δραστηριότητα, τα τρόφιμα που χρειάζεται έως την επόμενη συγκομιδή· τα ζώα που προορίζονται για την προμήθεια μέσων βιοπορισμού και οι ζωοτροφές που χρειάζονται για τα εν λόγω ζώα έως την επόμενη συγκομιδή· καύσιμα για τους τρεις χειμερινούς μήνες για τον οφειλέτη και την οικογένειά του· προσωπική ή οικογενειακή αλληλογραφία, φωτογραφίες και πίνακες κ.λπ.

Επίσης, ο μισθός / η σύνταξη του οφειλέτη μπορεί να κατασχεθεί μόνο μέχρι το ποσό που αντιστοιχεί στο ήμισυ των καθαρών μηνιαίων αποδοχών του, στην περίπτωση που η οφειλή αφορά υποχρέωση διατροφής, και μέχρι το ένα τρίτο των καθαρών μηνιαίων αποδοχών του για τις λοιπές κατηγορίες υποχρεώσεων.

Αν το εισόδημα από την εργασία ή τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα στον οφειλέτη και τα οποία διασφαλίζουν τη διαβίωσή του υπολείπονται του νόμιμου καθαρού κατώτατου μισθού, μπορεί να κατασχεθεί μόνο το ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του κατώτατου μισθού.

Οι κατηγορίες εισοδημάτων που εξαιρούνται από την εκτέλεση είναι: κρατικές παροχές και επιδόματα τέκνων, επιδόματα για τη φροντίδα ασθενούς τέκνου, επιδόματα μητρότητας, αποζημιώσεις λόγω θανάτου, κρατικές υποτροφίες, ημερήσια επιδόματα σίτισης κ.λπ.

Βλ. απάντηση στην ερώτηση 4.3.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.executori.ro Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.just.ro

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 08/08/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Σλοβενία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, η αναγκαστική εκτέλεση ρυθμίζεται με ομοιόμορφο τρόπο από τον νόμο περί εκτέλεσης και εξασφάλισης αστικών απαιτήσεων (Zakon o izvršbi in zavarovanju, στο εξής: ZIZ). Ως αναγκαστική εκτέλεση νοείται η αναγκαστική εκτέλεση εκτελεστού τίτλου μέσω δικαστικής απόφασης που διατάζει την πραγμάτωση ορισμένης αξίωσης (παροχής, πραγματοποίησης ενέργειας, παράλειψης ενέργειας ή ανοχής ενέργειας). Εκτέλεση προς ικανοποίηση χρηματικής απαίτησης επιτρέπεται επίσης βάσει δημοσίου εγγράφου. Κατ’ εξαίρεση, η εκτέλεση σε οικογενειακές διαφορές μπορεί να συνεπάγεται την πραγμάτωση αξιώσεων αναφορικά με οικογενειακές σχέσεις.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Τα δικαστήρια, και συγκεκριμένα τα τοπικά δικαστήρια (okrajna sodišča), είναι αρμόδια να επιτρέπουν και να διενεργούν την αναγκαστική εκτέλεση.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Το δικαστήριο επιτρέπει την αναγκαστική εκτέλεση με βάση εκτελεστό τίτλο.

Οι εκτελεστοί τίτλοι περιλαμβάνουν:

  • τις εκτελεστές αποφάσεις (δικαστικές ή διαιτητικές αποφάσεις, διαταγές πληρωμής και άλλες διαταγές δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου) και τους δικαστικούς συμβιβασμούς (οι οποίοι συνάπτονται ενώπιον δικαστηρίου),
  • τα εκτελεστά συμβολαιογραφικά έγγραφα και
  • τις άλλες εκτελεστές αποφάσεις και έγγραφα που ορίζονται ως εκτελεστοί τίτλοι διά νόμου, διεθνούς συνθήκης που έχει κυρωθεί και δημοσιευθεί ή νομικής πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ισχύει άμεσα στη Δημοκρατία της Σλοβενίας.

Ένας εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεστεί εάν περιέχει στοιχεία σχετικά με τον δανειστή, τον οφειλέτη και το αντικείμενο, το είδος, το εύρος και τον χρόνο εκπλήρωσης της ενοχής (άρθρο 21 παράγραφος 1 του ZIZ). Όταν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση στην οποία δεν τάσσεται προθεσμία εκούσιας εκπλήρωσης της υποχρέωσης, η εν λόγω προθεσμία τάσσεται από το δικαστήριο με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.1 Η διαδικασία

Οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και οι διαδικασίες για τη λήψη μέτρων προσωρινής προστασίας εκκινούν κατόπιν αιτήματος δανειστή. Το αίτημα μπορεί να κατατεθεί από τον ίδιο τον δανειστή, καθώς δεν είναι υποχρεωτική η εκπροσώπηση από δικηγόρο. Συνήθως, οι εν λόγω αιτήσεις επίσπευσης διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κατατίθενται από δικηγόρο, ο οποίος διαθέτει τις σχετικές νομικές γνώσεις. Το τοπικό δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί των εν λόγω υποθέσεων. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με την κατά τόπο αρμοδιότητα, οι αιτήσεις επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης με βάση δημόσιο έγγραφο ασκούνται ενώπιον του τοπικού δικαστηρίου της Λιουμπλιάνας (Okrajno sodišče v Ljubljani), το οποίο είναι αρμόδιο να αποφανθεί. Όσον αφορά τη δυνατότητα ή τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της ηλεκτρονικής κατάθεσης αιτήσεων στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, παρακαλείστε να συμβουλευτείτε την ενότητα «Αυτόματη διαδικασία».

Απαιτείται η καταβολή δικαστικού τέλους για την κατάθεση αίτησης για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, ανακοπής ή έφεσης κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης. Το δικαστικό τέλος πρέπει να καταβληθεί εντός 8 ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής του δικαστικού τέλους.

Εάν το δικαστικό τέλος δεν καταβληθεί εντός της εν λόγω προθεσμίας και δεν πληρούνται οι όροι για την απαλλαγή ή την αναβολή πληρωμής του δικαστικού τέλους ή για την καταβολή του σε δόσεις, το σχετικό δικόγραφο απορρίπτεται ως απαράδεκτο.

Όταν το δικαστήριο παραλαμβάνει αίτηση για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, εξετάζει εάν η αίτηση περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία και, στη συνέχεια, εκδίδει απόφαση περί της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την οποία επιτρέπει την αναγκαστική εκτέλεση ή απορρίπτει την αίτηση για ουσιαστικούς ή για τυπικούς λόγους. Σε περίπτωση που αίτηση γίνει δεκτή, το δικαστήριο κοινοποιεί την απόφαση περί της αναγκαστικής εκτέλεσης στον δανειστή και τον οφειλέτη, ενώ σε περίπτωση που η αίτηση απορριφθεί, το δικαστήριο κοινοποιεί την απόφαση μόνο στον δανειστή. Το δικαστήριο κοινοποιεί στον δικαστικό επιμελητή την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης με την οποία διορίζεται ο δικαστικός επιμελητής, δηλαδή την απόφαση διορισμού του δικαστικού επιμελητή, μαζί με αντίγραφα του συνόλου των εγγράφων που απαιτούνται για τη διεξαγωγή της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Το δικαστήριο δύναται να επιτρέψει την αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικής αξίωσης με τα μέσα και επί των αντικειμένων που ορίζονται στην αίτηση για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης. Πριν από τη λήξη της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αιτήματος του δανειστή, να επιτρέψει αναγκαστική εκτέλεση με πρόσθετα μέσα και επί διαφορετικών αντικειμένων.

Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει αναγκαστική εκτέλεση με άλλο μέσο εκτέλεσης από αυτό που ζήτησε ο δανειστής σε περίπτωση που το εν λόγω εναλλακτικό μέσο είναι επαρκές για την ικανοποίηση της αξίωσης. Η απόφαση με την οποία απορρίπτεται αίτηση για την επίσπευση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης δεν υπόκειται σε έφεση.

Η αναγκαστική εκτέλεση κινείται προτού η απόφαση καταστεί τελεσίδικη, πλην όπου ο νόμος ορίζει διαφορετικά για συγκεκριμένα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο δανειστής δεν μπορεί να εισπράξει την απαίτησή του προτού η απόφαση καταστεί τελεσίδικη, με εξαίρεση την περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει εκτελεστού τίτλου επί χρηματικού ποσού που ο οφειλέτης διατηρεί σε ίδρυμα πληρωμών (αναγκαστική εκτέλεση δυνάμει εκτελεστού τίτλου), υπό τον όρο ότι ο εν λόγω εκτελεστός τίτλος επισυνάπτεται στην αίτηση για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης.

Το δικαστήριο, με την απόφασή του με την οποία επιτρέπει την αναγκαστική εκτέλεση, διορίζει, στο μέτρο που απαιτείται η λήψη μέτρων άμεσης εκτέλεσης, δικαστικό επιμελητή.

Δικαστικοί επιμελητές

Οι δικαστικοί επιμελητές είναι τα πρόσωπα που εφαρμόζουν τα ασφαλιστικά μέτρα και τα μέτρα άμεσης εκτέλεσης (διεξάγουν την εκτέλεση, δηλαδή κατάσχουν περιουσιακά στοιχεία, καθορίζουν τις εγγυήσεις κ.λπ.). Οι δικαστικοί επιμελητές διορίζονται από τον αρμόδιο για θέματα δικαιοσύνης υπουργό. Ο αριθμός τους και η έδρα τους καθορίζονται ομοίως από τον εν λόγω υπουργό, κατά τρόπο ώστε να υπάρχει τουλάχιστον ένας δικαστικός επιμελητής ανά πρωτοδικείο (okrožno sodiščo), ενώ οι υπόλοιποι δικαστικοί επιμελητές κατανέμονται ανά πρωτοδικείο ανάλογα με τον αριθμό των υποθέσεων αναγκαστικής εκτέλεσης που άγονται ενώπιον των τοπικών δικαστηρίων στην περιφέρεια έκαστου πρωτοδικείου. Στις επιμέρους υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής διορίζεται με απόφαση του δικαστηρίου, αλλά ο δανειστής δικαιούται να επιλέξει συγκεκριμένο υπάλληλο. Σε κάθε επιμέρους υπόθεση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να εκτελέσει μέτρα στο σύνολο της επικράτειας της Δημοκρατίας της Σλοβενίας. Οι δικαστικοί επιμελητές εκτελούν καθήκοντα δημόσιου λειτουργού, στο πλαίσιο ανεξάρτητης δραστηριότητας.

Οι δικαστικοί επιμελητές ευθύνονται για κάθε ζημιά που τυχόν προκαλέσουν κατά την εκτέλεση ασφαλιστικών μέτρων ή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης με πράξη ή παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του νόμου, των εκτελεστικών του κανονισμών ή δικαστικής απόφασης.

Σε περίπτωση σοβαρής παραβίασης των υποχρεώσεών τους, οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν να παυθούν με απόφαση του αρμόδιου για θέματα δικαιοσύνης υπουργού.

Έξοδα αναγκαστικής εκτέλεσης

Τα έξοδα αναγκαστικής εκτέλεσης καταβάλλονται καταρχάς από τον δανειστή. Ο δανειστής οφείλει να καταβάλει μια προκαταβολή έναντι του κόστους των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, στο ποσό και εντός της προθεσμίας που ορίζει το δικαστήριο. Σε περίπτωση που ο δανειστής δεν καταβάλει εμπρόθεσμα την προκαταβολή, το δικαστήριο αναστέλλει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο οφειλέτης υποχρεούται να αποζημιώσει τον δανειστή, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, για τα έξοδα που ήταν απαραίτητα για την αναγκαστική εκτέλεση, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για την έρευνα των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των δαπανών για διαδικασίες που κινήθηκαν αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο. Το δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί σχετικά με την επιδίκαση των εξόδων εντός οκτώ ημερών από την κατάθεση της σχετικής αίτησης.

Για τη διασφάλιση της αμοιβής του για τις υπηρεσίες του και της αποζημίωσής του για τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ζητήσει από τον δανειστή την καταβολή εγγύησης, εντός της προθεσμίας και στο ποσό που ορίζεται στον σχετικό κατάλογο αμοιβών. Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να επιδώσει την κλήση προς καταβολή της εγγύησης στον ίδιο τον δανειστή, ενώ η κλήση πρέπει να περιέχει προειδοποιητική μνεία σχετικά με τις συνέπειες που επιφέρει η μη εμπρόθεσμη καταβολή της εγγύησης και υποβολή σχετικού αποδεικτικού καταβολής στον δικαστικό επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει επίσης να συμπεριλάβει στην κλήση σχετική μνεία του δικαιώματος του δανειστή να ζητήσει από το δικαστήριο να αποφανθεί σχετικά με την εγγύηση.

Σε περίπτωση που ο δανειστής δεν συμφωνεί με τη μέθοδο καταβολής, την ταχθείσα προθεσμία ή το ποσό της εγγύησης, μπορεί να υποβάλει στον δικαστικό επιμελητή, εντός οκτώ ημερών από τη παραλαβή της κλήσης, αίτημα υπαγωγής του ζητήματος της εγγύησης στο δικαστήριο. Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να διαβιβάσει αμέσως το σχετικό αίτημα στο δικαστήριο, το οποίο πρέπει να αποφανθεί εντός οκτώ ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.

Σε περίπτωση που ο δανειστής δεν καταβάλει την εγγύηση με τη μέθοδο και εντός της προθεσμίας που όρισε ο δικαστικός επιμελητής ή το δικαστήριο, ή σε περίπτωση που δεν υποβάλει αποδεικτικό της καταβολής, ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνει σχετικά το δικαστήριο, το οποίο διατάσσει την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Η πρώτη προϋπόθεση για να εγκριθεί αναγκαστική εκτέλεση είναι η ύπαρξη βάσης για την εκτέλεση. Τέτοια βάση μπορεί να αποτελεί εκτελεστός τίτλος ή δημόσιο έγγραφο, σύμφωνα με τον νόμο.

Εκτελεστότητα των δικαστικών αποφάσεων:

Δικαστική απόφαση είναι εκτελεστή μόλις καταστεί τελεσίδικη και αφότου παρέλθει η προθεσμία για την εκούσια εκπλήρωση από τον οφειλέτη της σχετικής υποχρέωσής του. H προθεσμία για την εκούσια εκπλήρωση της υποχρέωσης αρχίζει την επομένη της ημέρας επίδοσης της απόφασης στον οφειλέτη. Το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την αναγκαστική εκτέλεση και ως προς τμήμα μόνο της απόφασής του, εφόσον το εν λόγω τμήμα έχει καταστεί εκτελεστό.
Το δικαστήριο επιτρέπει την εκτέλεση βάσει απόφασης που δεν έχει καταστεί ακόμη τελεσίδικη στις περιπτώσεις που ο νόμος προβλέπει ότι η άσκηση έφεσης δεν παράγει ανασταλτικό της εκτέλεσης αποτέλεσμα.

Εκτελεστότητα των δικαστικών συμβιβασμών:

Δικαστικός συμβιβασμός είναι εκτελεστός σε περίπτωση που έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη η απαίτηση που καθορίζεται σε αυτόν. Ο ληξιπρόθεσμος χαρακτήρας της απαίτησης πρέπει να προκύπτει από τα πρακτικά του συμβιβασμού, δημόσιο έγγραφο ή έγγραφο που έχει επικυρωθεί σύμφωνα με τον νόμο. Σε περίπτωση που ο ληξιπρόθεσμος χαρακτήρας της απαίτησης δεν μπορεί να αποδειχθεί βάσει των ως άνω τρόπων, πρέπει να αποδεικνύεται βάσει τελεσίδικης απόφασης που έχει εκδοθεί στο πλαίσιο αστικής δίκης και από την οποία προκύπτει ο ληξιπρόθεσμος χαρακτήρας της απαίτησης.

Εκτελεστότητα των συμβολαιογραφικών πράξεων:

Συμβολαιογραφική πράξη είναι εκτελεστή εάν ο οφειλέτης είχε συμφωνήσει στην άμεση εκτελεστότητά της και εάν η απαίτηση που καθορίζεται στη συμβολαιογραφική πράξη έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη. Ο ληξιπρόθεσμος χαρακτήρας της απαίτησης πρέπει να προκύπτει από συμβολαιογραφική πράξη, δημόσιο έγγραφο ή έγγραφο που έχει επικυρωθεί σύμφωνα με τον νόμο. Σε περίπτωση που το ληξιπρόθεσμο της απαίτησης δεν εξαρτάται από την πάροδο προθεσμίας αλλά από άλλο γεγονός που ορίζεται στη συμβολαιογραφική πράξη, ο συμβολαιογράφος οφείλει να ενημερώσει τους αντισυμβαλλομένους ότι για την απόδειξη του ληξιπρόθεσμου της απαίτησης αρκεί γραπτή δήλωση του δανειστή προς τον οφειλέτη στην οποία ο δανειστής δηλώνει ότι η απαίτηση έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη, δηλώνοντας την ημερομηνία έναρξης της υπερημερίας, και αποδεικτικό της επίδοσης στον οφειλέτη της γραπτής δήλωσης σχετικά με το ληξιπρόθεσμο της απαίτησης. Ο συμβολαιογράφος ενημερώνει τους αντισυμβαλλομένους ότι μπορούν να τον εξουσιοδοτήσουν να ενημερώσει αυτός τον οφειλέτη για το ληξιπρόθεσμο της απαίτησης, αντί της υποβολής αποδεικτικού της επίδοσης γραπτής δήλωσης σχετικά με το ληξιπρόθεσμο της απαίτησης. Η γραπτή δήλωση του δανειστή ή η κοινοποίηση του συμβολαιογράφου επιδίδονται με συστημένη επιστολή.

Η δεύτερη προϋπόθεση για να εγκριθεί από το δικαστήριο αναγκαστική εκτέλεση είναι η κατάθεση αίτησης αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία πρέπει να αναφέρει: τον δανειστή και τον οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών στοιχείων ταυτότητάς τους, εκτελεστό τίτλο ή δημόσιο έγγραφο, την υποχρέωση του οφειλέτη, τη μέθοδο και το αντικείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και τα λοιπά στοιχεία που είναι αναγκαία για τη διεξαγωγή της αναγκαστικής εκτέλεσης (αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης που βασίζεται σε δημόσιο έγγραφο πρέπει επίσης να περιέχει αίτημα καταδίκης του οφειλέτη, με την έκδοση σχετικής διάταξης του δικαστηρίου, στην εξόφληση της απαίτησης, συμπεριλαμβανομένων των υπολογισθέντων εξόδων, εντός οκτώ ημερών —ή εντός τριών ημερών στις διαφορές που αφορούν συναλλαγματικές ή επιταγές— από την ημερομηνία της επίδοσης της απόφασης). Στην αίτησή του αναγκαστικής εκτέλεσης, ο δανειστής πρέπει να προσδιορίζει με σαφήνεια τον εκτελεστό τίτλο βάσει του οποίου επιδιώκει να επισπεύσει την αναγκαστική εκτέλεση και να δηλώνει ότι έχει ήδη εκδοθεί πιστοποιητικό εκτελεστότητας.

Η απαίτηση πρέπει να είναι ληξιπρόθεσμη και πρέπει να έχει παρέλθει η προθεσμία για την εκούσια εκπλήρωση από τον οφειλέτη της υποχρέωσής του (προθεσμία εκούσια συμμόρφωσης).

Η ταυτότητα του οφειλέτη πρέπει να προσδιορίζεται με σαφήνεια στον εκτελεστό τίτλο ή το δημόσιο έγγραφο. Στην αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει επίσης να περιέχεται το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση (ή η επωνυμία και η έδρα) του οφειλέτη. Επιπλέον, πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια τα στοιχεία ταυτότητας του οφειλέτη (και του δανειστή), τα οποία διαφέρουν ανάλογα με το αν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα, επιχειρηματίες ή ιδιώτες.

Ο οφειλέτης πρέπει να είναι υφιστάμενη οντότητα (δεν μπορεί να έχει αποβιώσει ή να έχει διαγραφεί από το μητρώο του δικαστηρίου). Αν αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης ασκείται κατά μη υφιστάμενης οντότητας, πρέπει να απορριφθεί, ενώ η παύση της ύπαρξης της οντότητας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης συνιστά νόμιμο λόγο αναστολής της διαδικασίας (δεν είναι απαραίτητη η έκδοση ειδικής συναφούς απόφασης).

Τόσο ο οφειλέτης όσο και ο δανειστής πρέπει να πληρούν τους όρους (δικαιοπρακτική ικανότητα) που ισχύουν για τις πολιτικές δίκες, σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα πολιτικής δικονομίας (Zakon o pravdnem postopku) σε συνδυασμό με το άρθρο 15 του ZIZ.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Σκοπός των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή.

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων είναι τα εξής: η πώληση κινητών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η πώληση ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η εκχώρηση χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη, η ρευστοποίηση άλλων περιουσιακών ή ουσιαστικών δικαιωμάτων και άυλων τίτλων του οφειλέτη, η πώληση εταιρικών μερίδων και η εκχώρηση χρηματικών ποσών που τηρούνται σε ίδρυμα πληρωμών (τράπεζα).

Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση μη χρηματικών απαιτήσεων είναι τα εξής: η αφαίρεση και παράδοση κινητών περιουσιακών στοιχείων, η εκκένωση και κατάληψη ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, η υποκατάσταση υπηρεσιών με έξοδα του οφειλέτη, ο εξαναγκασμός του οφειλέτη να προβεί σε πράξη με την απειλή χρηματικής ποινής, η επιστροφή εργαζομένου στην εργασία του, η διανομή κινητών περιουσιακών στοιχείων, η δήλωση βούλησης και η ανάληψη τέκνου.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Τα ανωτέρω μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης επιτρέπουν εκτέλεση επί οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου αποτελεί το αντικείμενο εκτέλεσης (οποιουδήποτε αντικειμένου κυριότητας του οφειλέτη ή περιουσιακού ή ουσιαστικού δικαιώματός του), εκτός εάν ο νόμος εξαιρεί το στοιχείο από την αναγκαστική εκτέλεση ή περιορίζει την αναγκαστική εκτέλεση επί του στοιχείου αυτού (άρθρο 32 του ZIZ).

Δεν υπόκεινται σε αναγκαστική εκτέλεση τα εξής στοιχεία:

  • τα εξαιρούμενα από τις εμπορικές συναλλαγές αντικείμενα
  • οι ορυκτοί και άλλοι φυσικοί πόροι
  • οι εγκαταστάσεις, οι συσκευές και τα λοιπά αντικείμενα που είναι απαραίτητα στο κράτος ή αρχή τοπική αυτοδιοίκησης για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, καθώς και τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται για σκοπούς εθνικής άμυνας
  • οι εγκαταστάσεις, οι συσκευές και τα λοιπά αντικείμενα που είναι απαραίτητα στον οφειλέτη για την εκπλήρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας και
  • τα λοιπά αντικείμενα και δικαιώματα που ο νόμος ορίζει ως μη υποκείμενα σε αναγκαστική εκτέλεση (για παράδειγμα, τα χρήματα που προορίζονται για διατροφή τέκνου, τα αυστηρώς προσωπικά αντικείμενα, τα εισοδήματα κοινωνικής πρόνοιας, τα γονικά επιδόματα, τα επιδόματα τέκνων, τα επιδόματα αναπηρίας, τα τρόφιμα, τα καύσιμα θέρμανσης, τα ζώα εργασίας και αναπαραγωγής, τα εμβλήματα, τα μετάλλια, τα βοηθήματα για άτομα με ειδικές ανάγκες, οι γεωργικές εκτάσεις και γεωργικές εγκαταστάσεις των γεωργών που είναι αναγκαίες για τον βιοπορισμό των ίδιων των γεωργών κ.λπ.).

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Κύριος σκοπός όλων των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή. Τα αποτελέσματα των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εξαρτώνται από το είδος του εκάστοτε χρησιμοποιούμενου μέτρου.

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΓΙΑ ΧΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί κινητών περιουσιακών στοιχείων πραγματοποιείται με την κατάσχεση και πώληση των κινητών περιουσιακών στοιχείων. Ο δανειστής αποκτά δικαίωμα ενεχύρου επί των κατασχεθέντων αντικειμένων.
  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη πραγματοποιείται με την κατάσχεση και εκχώρηση των σχετικών απαιτήσεων. Με την απόφαση με την οποία εγκρίνεται η κατάσχεση χρηματικών απαιτήσεων (απόφαση περί κατάσχεσης), το δικαστήριο απαγορεύει στον οφειλέτη του οφειλέτη να καταβάλει την απαίτηση στον οφειλέτη και στον οφειλέτη να αξιώσει το σχετικό ποσό, συμπεριλαμβανομένου μέσω εμπράγματης ασφάλειας που τυχόν του έχει χορηγηθεί ως εγγύηση, ή να διαθέσει την απαίτηση με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Η κατάσχεση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία επίδοσης της απόφασης για την κατάσχεση στον οφειλέτη του οφειλέτη. Με την κατάσχεση των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη, η οποία εγκρίνεται από το δικαστήριο κατόπιν αίτησης του δανειστή, ο δανειστής αποκτά δικαίωμα ενεχύρου επί των κατασχεθέντων απαιτήσεων.
  • Αναγκαστική εκτέλεση επί χρηματικών ποσών του οφειλέτη που τηρούνται σε ίδρυμα πληρωμών: Με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης επί χρηματικών ποσών που τηρούνται από τον οφειλέτη σε ίδρυμα πληρωμών, το δικαστήριο διατάσσει το ίδρυμα πληρωμών να προβεί σε δέσμευση όλων των τραπεζικών λογαριασμών του οφειλέτη, με ανώτατο όριο το ποσό που πρέπει να καταβληθεί βάσει της αποφάσεως περί αναγκαστικής εκτέλεσης, και, μετά την τελεσιδικία της απόφασης, να καταβάλει το εν λόγω ποσό στον δανειστή. Η απόφαση παράγει τα αποτελέσματα κατάσχεσης και εκχώρησης προς είσπραξη. Μόλις η απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης καταστεί τελεσίδικη, το δικαστήριο ενημερώνει σχετικά το ίδρυμα πληρωμής. Με τη σειρά του, το ίδρυμα πληρωμής ενημερώνει αμελλητί το δικαστήριο σχετικά με την καταβολή του ποσού στον δανειστή.
  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί απαίτησης παράδοσης ή προμήθειας κινητών περιουσιακών στοιχείων ή παράδοσης ακίνητων περιουσιακών στοιχείων πραγματοποιείται με την κατάσχεση της εν λόγω απαίτησης και την εκχώρησή της στον δανειστή, ενώ στη συνέχεια ακολουθεί η πώληση των σχετικών περιουσιακών στοιχείων. Η εκχώρηση της κατασχεθείσας απαίτησης παράγει τα αποτελέσματα εκχώρησης της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη.
  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί άλλων περιουσιακών ή ουσιαστικών δικαιωμάτων πραγματοποιείται με την κατάσχεση του δικαιώματος και τη ρευστοποίηση του σχετικού κινητού περιουσιακού στοιχείου. Η κατάσχεση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία επίδοσης της απόφασης για την κατάσχεση στον οφειλέτη. Με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης με την οποία εγκρίνεται η κατάσχεση, το δικαστήριο απαγορεύει στον οφειλέτη να διαθέσει το σχετικό δικαίωμα. Με την κατάσχεση του δικαιώματος ο δανειστής αποκτά δικαίωμα ενεχύρου.
  • Αναγκαστική εκτέλεση επί άυλων τίτλων: Η αναγκαστική εκτέλεση επί άυλων τίτλων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο πραγματοποιείται με την κατάσχεση και πώληση των άυλων τίτλων, και την καταβολή του τιμήματος της πώλησης στον δανειστή. Η κατάσχεση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία καταχώρισής της στο κεντρικό μητρώο άυλων τίτλων.
  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί εταιρικής μερίδας πραγματοποιείται με την καταχώριση της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης, την πώληση της μερίδας και την καταβολή στον δανειστή του τιμήματος της πώλησης. Με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαστήριο απαγορεύει στον εταίρο να διαθέσει τη μερίδα του. Το δικαστήριο επιδίδει την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης στην οικεία εταιρεία και την καταχωρίζει στο μητρώο του δικαστηρίου. Με την εν λόγω καταχώριση, ο δανειστής αποκτά δικαίωμα ενεχύρου επί της εταιρικής μερίδας, το οποίο αντιτάσσεται σε οποιονδήποτε τυχόν μεταγενέστερο κύριο της εν λόγω μερίδας.
  • Η αναγκαστική εκτέλεση επί ακίνητων περιουσιακών στοιχείων πραγματοποιείται με την καταχώριση της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης στο κτηματολόγιο, τον προσδιορισμό της αξίας του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου, την πώλησή του και την καταβολή στον δανειστή του τιμήματος της πώλησης. Το δικαστήριο καταχωρίζει στο κτηματολόγιο την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης επί του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου. Με την εν λόγω καταχώριση, ο δανειστής αποκτά εμπράγματο βάρος επί του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου, το οποίο αντιτάσσεται σε οποιονδήποτε τυχόν μεταγενέστερο κύριο του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου. Δανειστής που αιτείται την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης αλλά δεν έχει αποκτήσει ακόμα εμπράγματο βάρος ή κτηματικό χρέος αποκτά, με την καταχώριση της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης, δικαίωμα ικανοποίησης από το προϊόν της ρευστοποίησης του ακίνητου περιουσιακού στοιχείου κατά προτεραιότητα έναντι των προσώπων που τυχόν απέκτησαν μεταγενέστερα εμπράγματο βάρος ή κτηματικό χρέος.

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΓΙΑ ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

  • Η διαδικασία παράδοσης και προμήθειας κινητών περιουσιακών στοιχείων διεξάγεται από δικαστικό υπάλληλο ο οποίος αφαιρεί το αντικείμενο από τον οφειλέτη και τον παραδίδει στον δανειστή έναντι σχετικής απόδειξης.
  • Η διαδικασία εκκένωσης και κατάληψης ακίνητου περιουσιακού στοιχείου διεξάγεται από δικαστικό επιμελητή ο οποίος αφαιρεί το ακίνητο περιουσιακό στοιχείο από την κατοχή του δανειστή αφότου εκκενωθεί από ανθρώπους και αντικείμενα. Η εκκένωση και κατάληψη του ακινήτου επιτρέπεται μετά την πάροδο 8 ημερών από την επίδοση της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης στον οφειλέτη.
  • Η διαδικασία για την πραγμάτωση υποχρέωσης πράξης, ανοχής ή παράλειψης μπορεί να διεξαχθεί σε συνεργασία με δικαστικό επιμελητή και με τη μέθοδο που όρισε το δικαστήριο. Στη βάση εκτελεστού τίτλου με τον οποίο υποχρεώνεται ο οφειλέτης να προβεί σε πράξη η οποία μπορεί να εκτελεστεί από τρίτο, η αναγκαστική εκτέλεση τελείται με δικαστική απόφαση που επιτρέπει στον δανειστή να αναθέσει την εκτέλεση της εν λόγω πράξης σε άλλο πρόσωπο με έξοδα του οφειλέτη ή να προβεί ο ίδιος στην εν λόγω πράξη (υποκατάσταση υπηρεσιών με έξοδα του οφειλέτη). Όταν ο οφειλέτης υποχρεώνεται με τον εκτελεστό τίτλο να προβεί σε πράξη που δεν μπορεί να εκτελεστεί από τρίτο, το δικαστήριο, στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, τάσσει δέουσα προθεσμία για την εκπλήρωση της εν λόγω υποχρέωσης και, σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του εντός της ταχθείσας προθεσμίας, του επιβάλλει χρηματική ποινή (εξαναγκασμός του οφειλέτη με την απειλή χρηματικής ποινής).
  • Η επιστροφή εργαζομένου στην εργασία του διεξάγεται με τον καθορισμό από το δικαστήριο, στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, δέουσας προθεσμίας για την εκπλήρωση των σχετικών υποχρεώσεων. Επιπλέον, στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαστήριο απειλεί τον υπόχρεο με χρηματική ποινή για την περίπτωση που αυτός δεν θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του εντός της ταχθείσας προθεσμίας.
  • Η διαδικασία διανομής κινητών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε μέσω της πραγματικής υλικής διανομής τους, όταν ο εκτελεστός τίτλος προβλέπει τέτοια διανομή, είτε μέσω πώλησης των σχετικών στοιχείων.
  • Η διαδικασία καταδίκης σε δήλωση βούλησης αφορά υποχρέωση παροχής κτηματολογικής ή άλλου είδους δήλωσης βούλησης, όπως ορίζεται στην απόφαση που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο. Η διαδικασία θεωρείται ολοκληρωμένη μόλις τελεσιδικήσει η σχετική δικαστική απόφαση.
  • Αναγκαστική εκτέλεση σε υποθέσεις που αφορούν την επιμέλεια ή την ανατροφή τέκνου ή την προσωπική επικοινωνία με τέκνο επισπεύδεται σε περιπτώσεις που η απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης διατάσσει την παράδοση τέκνου. Το δικαστήριο τάσσει προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να παραδοθεί το τέκνο ή ορίζει ότι το τέκνο πρέπει να παραδοθεί αμέσως. Με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, η υποχρέωση παράδοσης του τέκνου επιβάλλεται στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται ο εκτελεστός τίτλος, στο πρόσωπο από το οποίο εξαρτάται η παράδοση του τέκνου και στο πρόσωπο που βρίσκεται με το τέκνο κατά τον χρόνο της έκδοσης της απόφασης. Στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης το δικαστήριο ορίζει ότι η υποχρέωση παράδοσης του τέκνου παράγει αποτελέσματα έναντι κάθε προσώπου με το οποίο θα βρίσκεται το τέκνο κατά τη στιγμή της εκτέλεσης.

Το δικαστήριο της εκτέλεσης μπορεί να επιβάλει στον υπόχρεο χρηματική ποινή σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί με την απόφαση, όπως, για παράδειγμα, σε περίπτωση που αποκρύψει, φθείρει ή καταστρέψει τα περιουσιακά του στοιχεία, προβεί σε ενέργειες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν στον δανειστή ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη, παρεμποδίσει δικαστικό επιμελητή κατά την εκτέλεση ασφαλιστικών μέτρων ή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, προβεί σε ενέργειες που παραβιάζουν απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, παρεμποδίσει εμπειρογνώμονα στην εκτέλεση των καθηκόντων του ή ίδρυμα πληρωμών στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, παρεμποδίσει εργοδότη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που υποχρεούται να εφαρμόσει την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης στην εφαρμογή της εν λόγω απόφασης, ή παρεμποδίσει ή απαγορεύσει την επιθεώρηση και εκτίμηση ακίνητων περιουσιακών στοιχείων.

Σε περίπτωση που ο οφειλέτης παραβιάσει την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης και διαθέσει τα περιουσιακά του στοιχεία, η σχετική δικαιοπραξία είναι έγκυρη μόνο εφόσον είναι επαχθής και το αντισυμβαλλόμενο μέρος ενήργησε καλόπιστα (δηλαδή, δεν γνώριζε και δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι ο οφειλέτης δεν είχε το δικαίωμα διάθεσης της περιουσίας του) κατά τον χρόνο της μεταβίβασης ή της επιβάρυνσης.

Οφειλέτης που καταστρέφει, φθείρει, μεταβιβάζει ή αποκρύπτει μέρος της περιουσίας του με σκοπό να αποτρέψει την ικανοποίηση δανειστή και, με τον τρόπο αυτόν, προκαλεί ζημιά στον δανειστή ευθύνεται ποινικά και τιμωρείται με πρόστιμο ή φυλάκιση διάρκειας έως ενός έτους.

Τα τραπεζικά ιδρύματα υποχρεούνται, κατόπιν αιτήματος του δικαστηρίου, να παρέχουν εξηγήσεις και έγγραφη τεκμηρίωση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο εκτέλεσαν δικαστική απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τήρησαν τη νόμιμη σειρά κατάταξης των απαιτήσεων κατά την πληρωμή τους. Τα τραπεζικά ιδρύματα υποχρεούνται επίσης να κοινοποιούν πληροφορίες σχετικά με τους τραπεζικούς λογαριασμούς του οφειλέτη στους πιστωτές και το δικαστήριο. Με βάση απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, το οικείο τραπεζικό ίδρυμα υποχρεώνεται να δεσμεύσει τα χρηματικά ποσά που τηρούνται στους λογαριασμούς του οφειλέτη έως το ποσό που ορίζεται στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης και, στη συνέχεια, να καταβάλει το εν λόγω ποσό στον δανειστή.

Σε περίπτωση που τραπεζικό ίδρυμα δεν συμμορφώθηκε με απόφαση του δικαστηρίου για κατάσχεση, εκχώρηση ή καταβολή οφειλόμενου ποσού, μπορεί να καταδικαστεί από το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του δανειστή, να καταβάλει το ίδιο το εν λόγω ποσό στον δανειστή. Στην περίπτωση αυτή, το τραπεζικό ίδρυμα ευθύνεται έναντι του δανειστή για τη ζημιά που του προκάλεσε με τη μη συμμόρφωση με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης ή με την παραβίαση των νόμιμων διατάξεων σχετικά με την υποχρέωση κοινοποίησης πληροφοριών, τη σειρά κατάταξης των απαιτήσεων, και το ποσό και τον τρόπο ικανοποίησης των απαιτήσεων κατά τα προβλεπόμενα στην απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης.

Με βάση απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, ο εργοδότης του οφειλέτη υποχρεώνεται να καταβάλει στον δανειστή ορισμένο εφάπαξ χρηματικό ποσό ή ορισμένες περιοδικές πληρωμές ποσών που άλλως θα δικαιούνταν ο οφειλέτης ως μισθό. Εντούτοις, ο οφειλέτης πρέπει να λαμβάνει μηνιαίως τουλάχιστον το 76 % του κατώτατου μισθού. Σε περίπτωση που εργοδότης δεν συμμορφώθηκε με απόφαση του δικαστηρίου για παρακράτηση και καταβολή οφειλόμενου ποσού, μπορεί να καταδικαστεί από το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του δανειστή, να καταβάλει ο ίδιος το εν λόγω ποσό στον δανειστή. Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης ευθύνεται έναντι του δανειστή για τη ζημιά που του προκάλεσε με τη μη συμμόρφωση με την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης.

Ο οφειλέτης του οφειλέτη οφείλει να δηλώσει εάν αναγνωρίζει την κατασχεθείσα απαίτηση και έως ποιο ποσό, καθώς και εάν η υποχρέωσή του εξόφλησης της απαίτησης του οφειλέτη τελεί υπό την αίρεση της εκπλήρωσης άλλης υποχρέωσης. Σε περίπτωση που δεν προβεί σε δήλωση ή που η δήλωσή του είναι ψευδής, ευθύνεται έναντι του δανειστή για την ζημιά που αυτός υπέστη.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η χρονική ισχύς των μέτρων που διατάσσει το δικαστήριο της εκτέλεσης εξαρτάται από τη φύση του εκάστοτε μέτρου. Οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης (και τα αποτελέσματα απόφασης που επιτρέπει την εκτέλεση) γενικά περατώνονται όταν ικανοποιηθεί η απαίτηση του δανειστή. Εάν η αναγκαστική εκτέλεση δεν είναι δυνατή για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, η διαδικασία περατώνεται με την αναστολή της εκτέλεσης, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση του συνόλου των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν η εν λόγω ακύρωση θα έθιγε δικαιώματα που απέκτησαν τρίτοι (για παράδειγμα, τα δικαιώματα των αγοραστών επί κατασχεθέντων κινητών περιουσιακών στοιχείων). Εντούτοις, ο δανειστής μπορεί να ζητήσει αναβολή της αναγκαστικής εκτέλεσης για έως ένα, κατ’ ανώτατο όριο, έτος και, στην περίπτωση αυτή, η απόφαση που επιτρέπει την εκτέλεση παραμένει σε ισχύ ακόμα και αν ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία κατά τον χρόνο της έκδοσης της απόφασης (δηλαδή, σε περίπτωση ύπαρξης πραγματικών εμποδίων που δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή).

Στις περιπτώσεις αναγκαστικής εκτέλεσης επί των τραπεζικών λογαριασμών του οφειλέτη, αν στους εν λόγω λογαριασμούς δεν υπάρχουν χρήματα ή ο οφειλέτης δεν έχει πρόσβαση στα χρήματα που υπάρχουν, το οικείο τραπεζικό ίδρυμα οφείλει να διατηρήσει την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης στα αρχεία του για ένα έτος και να πληρώσει τον δανειστή μόλις υπάρξουν χρήματα στους λογαριασμούς του οφειλέτη ή μόλις ο οφειλέτης ανακτήσει το δικαίωμα διάθεσης των καταθέσεών του. Μέχρι το σημείο εκείνο, η αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να ανασταλεί.

Στην περίπτωση που, στο πλαίσιο κατάσχεσης κινητών περιουσιακών στοιχείων, ο δικαστικός επιμελητής δεν εντοπίσει περιουσιακά στοιχεία που να μπορούν να κατασχεθούν, ή που τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία δεν επαρκούν για την ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή, ή που ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορέσει να προβεί στην κατάσχεση διότι ο οφειλέτης είναι απών ή δεν παρέχει πρόσβαση στον σχετικό χώρο, ο δανειστής μπορεί, εντός τριών μηνών από την πρώτη απόπειρα κατάσχεσης, να ζητήσει από τον δικαστικό επιμελητή να επιχειρήσει εκ νέου την κατάσχεση. Μέχρι το σημείο εκείνο, η αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να ανασταλεί.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Δικαίωμα προσφυγής κατά των αποφάσεων του δικαστηρίου της εκτέλεσης έχουν ο οφειλέτης, ο δανειστής, κάθε τρίτος που διαθέτει δικαίωμα επί του αντικειμένου της αναγκαστικής εκτέλεσης το οποίο εμποδίζει την εκτέλεση, καθώς και κάθε αγοραστής αντικειμένου που αγοράστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας.

Οι πρωτόδικες αποφάσεις προσβάλλονται κατά κανόνα με έφεση. Κατ’ εξαίρεση, η απόφαση που επιτρέπει την εκτέλεση μπορεί επίσης να προσβληθεί με ανακοπή από τον οφειλέτη ή τρίτο που διαθέτει δικαίωμα επί του αντικειμένου της αναγκαστικής εκτέλεσης το οποίο εμποδίζει την εκτέλεση. Η ανακοπή πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Στην ανακοπή ο οφειλέτης ή ο τρίτος πρέπει να περιγράφει το σύνολο των πραγματικών περιστατικών και να υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ανακοπή (ανακοπή οφειλέτη). Ο δανειστής δικαιούται να αντικρούσει την ανακοπή εντός 8 ημερών. Η απόφαση επί της ανακοπής υπόκειται σε έφεση.

Οποιοσδήποτε μπορεί να τεκμηριώσει ότι διαθέτει δικαίωμα επί του αντικειμένου της αναγκαστικής εκτέλεσης το οποίο εμποδίζει την εκτέλεση μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης και να ζητήσει από το δικαστήριο να αποφανθεί ότι δεν επιτρέπεται η αναγκαστική εκτέλεση (τριτανακοπή). Ανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέχρι την περάτωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Αν ο δανειστής δεν αντικρούσει την ανακοπή εντός της σχετικής προθεσμίας ή δηλώσει ότι δεν αντιτάσσεται στην ανακοπή, το δικαστήριο αναστέλλει την αναγκαστική εκτέλεση στο σύνολό της ή εν μέρει. Αν ο δανειστής δηλώσει εντός της σχετικής προθεσμίας ότι αντιτάσσεται στην ανακοπή, το δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή. Ο τρίτος που έχει ασκήσει την ανακοπή μπορεί να ασκήσει αγωγή εντός 30 ημερών από την τελεσιδικία της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η ανακοπή λόγω αντίταξης του δανειστή ή επειδή κρίθηκε αβάσιμη, προκειμένου να κριθεί αν επιτρέπεται ή όχι αναγκαστική εκτέλεση επί του επίμαχου αντικειμένου.

Η έφεση και η ανακοπή υποβάλλονται στο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά γενικό κανόνα, επί ανακοπής αποφαίνεται το ίδιο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση περί αναγκαστικής εκτέλεσης, ενώ επί έφεσης αποφαίνεται το δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Η απόφαση επί της έφεσης είναι τελεσίδικη.

Τα ένδικα μέσα της ανακοπής και της έφεσης πρέπει να ασκηθούν εντός οκτώ ημερών από την επίδοση της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Κατ’ εξαίρεση, ανακοπή μπορεί να ασκηθεί και μετά την πάροδο της ως άνω προθεσμίας, και μέχρι την περάτωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον η ανακοπή βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό που αφορά την ίδια την απαίτηση, το οποίο προέκυψε αφότου η απόφαση κατέστη εκτελεστή και το οποίο δεν ήταν δυνατόν να προβληθεί εντός της αρχικής προθεσμίας.

Η άσκηση ανακοπής και έφεσης δεν αναστέλλει τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης στις διαδικασίες εκτέλεσης, με εξαίρεση το στάδιο της πληρωμής. Κατά γενικό κανόνα, ο δανειστής ικανοποιείται μόνον αφού η απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Ο δανειστής μπορεί να ικανοποιηθεί πριν από την τελεσιδικία της απόφασης περί αναγκαστικής εκτέλεσης μόνο στην περίπτωση εκτέλεσης που επισπεύδεται βάσει εκτελεστού τίτλου που αφορά χρήματα του οφειλέτη που τηρούνται σε ίδρυμα πληρωμών (αναγκαστική εκτέλεση βάσει εκτελεστού τίτλου), υπό τον όρο ότι ο εκτελεστός τίτλος επισυνάπτεται στην αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης, με εξαίρεση τις εμπορικές απαιτήσεις, στις οποίες δεν απαιτείται η επισύναψη του εκτελεστού τίτλου.

Στις διαδικασίες εκτέλεσης, τα έκτακτα ένδικα μέσα είναι περιορισμένα. Αναίρεση κατά δευτεροβάθμιας δικαστικής απόφασης που αρνείται ή απορρίπτει αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης επιτρέπεται υπό τους όρους που προβλέπονται από το αστικό δικονομικό δίκαιο. Η αναθεώρηση δεν επιτρέπεται, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων και την εξασφάλιση τέτοιων απαιτήσεων δεν επιτρέπεται επί αντικειμένων και δικαιωμάτων τα οποία είναι απαραίτητα για την ικανοποίηση των βασικών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη και των προσώπων τα οποία ο οφειλέτης υποχρεούται από τον νόμο να συντηρεί, ή τα οποία είναι απαραίτητα για την εκτέλεση του επαγγέλματος του οφειλέτη. Εντούτοις, επί ορισμένων από τα ως άνω αντικείμενα και δικαιώματα επιτρέπεται αναγκαστική εκτέλεση σε περιορισμένο βαθμό.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.dz-rs.si/wps/portal/Home/deloDZ/zakonodaja/preciscenaBesedilaZakonov

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.mp.gov.si/si/obrazci_evidence_mnenja_storitve/uporabni_seznami_imeniki_in_evidence/

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.sodisce.si/

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.uradni-list.si/glasilo-uradni-list-rs

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://pisrs.si/

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 21/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Σλοβακία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Σύμφωνα με το άρθρο 232 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 160/2015 περί Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (Civilný sporový poriadok), η εκτελεστότητα συνιστά χαρακτηριστικό κάθε απόφασης δικαστηρίου που επιβάλλει υποχρέωση συμμόρφωσης με την απόφαση, συνίσταται δε στη δυνατότητα άμεσης και απευθείας εκτέλεσης της απόφασης με έννομα μέσα. Με εξαίρεση τις υποθέσεις που αφορούν ανηλίκους, η εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις διέπεται από τον νόμο αριθ. 233/1995 περί δικαστικών επιμελητών και διαδικασιών εκτέλεσης, και περί τροποποίησης ορισμένων νόμων, όπως έχει τροποποιηθεί (Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης) (Exekučný poriadok), σύμφωνα με τον οποίο μόνο οι αποφάσεις που φέρουν το χαρακτηριστικό της εκτελεστότητας συνιστούν εκτελεστούς τίτλους. Ο Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης ορίζει ότι οι εκτελεστές αποφάσεις δικαστηρίου αποτελούν εκτελεστό τίτλο εάν παρέχουν δικαίωμα, επιβάλλουν υποχρέωση ή επηρεάζουν περιουσιακά στοιχεία. Το άρθρο 45 του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης προβλέπει και άλλους εκτελεστούς τίτλους βάσει των οποίων μπορεί να διενεργηθεί εκτέλεση, μεταξύ των οποίων αλλοδαπούς εκτελεστούς τίτλους και συμβολαιογραφικές πράξεις.

Η εκτέλεση αποφάσεων σε υποθέσεις που αφορούν ανηλίκους διέπεται από διαφορετικούς νομικούς κανόνες και δεν εμπίπτει στον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης. Καλύπτεται από τα άρθρα 370 και επ. του νόμου αριθ. 161/2015 περί Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας (Civilný mimosporový poriadok). Ο εν λόγω νόμος διέπει την εκτέλεση αποφάσεων:

- που αφορούν την επιμέλεια ανηλίκου, δικαιώματα επικοινωνίας ή υποχρεώσεις που σχετίζονται με τον ανήλικο εκτός από χρηματικές υποχρεώσεις,

- που αφορούν την επιστροφή ανηλίκου στο εξωτερικό σε περίπτωση παράνομης μετακίνησης ή κατακράτησης,

- στην περίπτωση που ειδικός νόμος ή διεθνής σύμβαση που δεσμεύει τη Σλοβακική Δημοκρατία προβλέπει την εκτελεστότητα σύμβασης ή δημόσιου εγγράφου που ρυθμίζει την επιμέλεια ανηλίκου, δικαιώματα επικοινωνίας ή υποχρεώσεις που σχετίζονται με τον ανήλικο εκτός από χρηματικές υποχρεώσεις.

Ως εκ τούτου, στη συνέχεια του παρόντος γίνεται διάκριση μεταξύ εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης και εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Εκτέλεση βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης

Η εκτέλεση διενεργείται από δικαστικό επιμελητή, ο οποίος είναι πρόσωπο διορισμένο και εξουσιοδοτημένο από το κράτος να διενεργεί διαδικασίες εκτέλεσης, οι οποίες συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας. Η εκτέλεση διενεργείται από δικαστικό επιμελητή εξουσιοδοτημένο από δικαστήριο: το δικαστήριο αναθέτει υποθέσεις εκδίδοντας άδεια εκτέλεσης σε μεμονωμένο δικαστικό επιμελητή, ο οποίος επιλέγεται τυχαία με τη χρήση τεχνολογίας και λογισμικού που έχουν εγκριθεί από το Υπουργείο, έτσι ώστε να αποκλείεται το ενδεχόμενο επηρεασμού της διαδικασίας ανάθεσης υποθέσεων. Κατάλογος των δικαστικών επιμελητών διατίθεται στον δικτυακό τόπο Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttp://www.ske.sk/. Αρμόδιο για τις διαδικασίες εκτέλεσης είναι το τοπικό δικαστήριο της Banská Bystrica (Okresný súd Banská Bystrica). Αυτό σημαίνει ότι η κατάθεση αιτήσεων για εκτέλεση πρέπει να γίνεται αποκλειστικά στο συγκεκριμένο δικαστήριο, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής/μόνιμης κατοικίας του καθ’ ου ή του επισπεύδοντος (δηλ., του οφειλέτη ή του δανειστή). Επί της ουσίας, πάντως, το δικαστήριο αναθέτει την εκάστοτε υπόθεση σε δικαστικό επιμελητή διορισμένο στην περιφέρεια του περιφερειακού δικαστηρίου στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο τόπος κατοικίας του οφειλέτη.

Εκτέλεση βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας

Η εκτέλεση απόφασης σε υπόθεση που αφορά ανήλικο μπορεί να διενεργηθεί μόνο από δικαστήριο κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο είναι κατ’ αρχήν το δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο τόπος κατοικίας του ανηλίκου, όπως αυτός έχει καθοριστεί με συμφωνία των γονέων ή με άλλον νόμιμο τρόπο. Αν το κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο δεν είναι γνωστό ή δεν δύναται να παρέμβει σε εύθετο χρόνο, η εκτέλεση διατάσσεται και διενεργείται από το δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο τόπος στον οποίο διαμένει κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή ο ανήλικος. Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για την εκτέλεση μέτρου επείγοντος χαρακτήρα είναι το δικαστήριο που διέταξε το εν λόγω μέτρο. Αν το μέτρο επείγοντος χαρακτήρα έχει διαταχθεί από εφετείο, κατά τόπο αρμόδιο είναι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για την εκτέλεση απόφασης περί επιστροφής ανήλικου στο εξωτερικό σε περίπτωση παράνομης μετακίνησης ή κατακράτησης είναι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

Η απόφαση εκτελείται επομένως από τον ίδιο τον δικαστή, ο οποίος δύναται, πάντως, να εξουσιοδοτήσει δικαστικό υπάλληλο να διευθετήσει τη μετακίνηση του ανηλίκου. Κατά την εκτέλεση της απόφασης, ο εξουσιοδοτημένος δικαστικός υπάλληλος έχει εκ του νόμου την ίδια εξουσία με τον δικαστή.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Η διαδικασία βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης

Σύμφωνα με το άρθρο 48 του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης, ο δανειστής (δηλ., ο δανειστής που προκύπτει από τον εκτελεστό τίτλο, το πρόσωπο στο οποίο επιδικάζεται απαίτηση πληρωμής δυνάμει εκτελεστής απόφασης) καταθέτει αίτηση εκτέλεσης αν ο οφειλέτης δεν συμμορφώνεται οικειοθελώς με την εκτελεστή απόφαση. Η διαδικασία εκτέλεσης κινείται επομένως κατόπιν αίτησης του διαδίκου ο οποίος δικαιούται να ζητήσει την πληρωμή της απαίτησης που απορρέει από τον εκτελεστό τίτλο.

Όπως προαναφέρεται, η αίτηση εκτέλεσης κατατίθεται ηλεκτρονικά στο τοπικό δικαστήριο της Banská Bystrica, δηλαδή αποστέλλεται στην ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα του δικαστηρίου με χρήση του προβλεπόμενου ηλεκτρονικού εντύπου, το οποίο διατίθεται στον δικτυακό τόπο του υπουργείου. Η αίτηση πρέπει να εγκριθεί σε αντίθετη περίπτωση, απορρίπτεται. Αν ο δανειστής ή ο εκπρόσωπός του δεν διαθέτουν ενεργοποιημένη ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα, η κατάθεση της αίτησης εκτέλεσης μπορεί να γίνει μέσω οποιουδήποτε δικαστικού επιμελητή. Στην περίπτωση αυτή, ο δικαστικός επιμελητής θεωρείται αντίκλητος του δανειστή για τις επιδόσεις έως ότου εκδοθεί η άδεια εκτέλεσης και δικαιούται, ως αντάλλαγμα, να λάβει αμοιβή και αποζημίωση για τα έξοδά του. Το ύψος των εξόδων και ο τρόπος υπολογισμού τους καθορίζονται από το υπουργείο με νομοθετική πράξη γενικής εφαρμογής. Η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α) το δικαστήριο προς το οποίο απευθύνεται,

β) τον δανειστή και τον οφειλέτη, αν ο τελευταίος συμμετέχει στη διαδικασία ως διάδικος,

γ) τον εκπρόσωπο του δανειστή και, αν η αίτηση ασκείται από περισσότερους του ενός δανειστές, τον κοινό εκπρόσωπο των δανειστών (υφίσταται, δηλαδή, υποχρέωση διορισμού κοινού εκπροσώπου),

δ) τον δικαστικό επιμελητή, αν η αίτηση εκτέλεσης κατατίθεται μέσω δικαστικού επιμελητή,

ε) τον εκτελεστό τίτλο βάσει του οποίου μπορεί να διενεργηθεί η εκτέλεση, ο οποίος και θεμελιώνει ουσιαστικά το έννομο συμφέρον για να ασκηθεί αίτηση εκτέλεσης κατά του οφειλέτη αν συντρέχει περίπτωση διαδοχής, πρέπει να παρατίθενται τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν τη διαδοχή,

στ) παράθεση των βασικών πραγματικών περιστατικών και αναφορά των αποδεικτικών στοιχείων που αποδεικνύουν τη σχέση με τον οφειλέτη, αν η εκτέλεση πρόκειται να διενεργηθεί βάσει εκτελεστού τίτλου ο οποίος επιδικάζει απαίτηση από συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή σε βάρος οφειλέτη ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο αυτό ισχύει επίσης αν η νομιμοποίηση κατάθεσης της αίτησης εκτέλεσης προκύπτει μέσω διαδοχικών οπισθογραφήσεων,

ζ) την απαίτηση αν πρόκειται για χρηματική απαίτηση, θα πρέπει να αναφέρονται χωριστά το κεφάλαιο της απαίτησης, οι επαναλαμβανόμενες και οι κεφαλαιοποιημένες παρεπόμενες απαιτήσεις, η συμβατική ποινή και τα έξοδα εκτέλεσης του δανειστή,

η) τον τραπεζικό λογαριασμό του δανειστή στον οποίον θα πρέπει να κατατεθεί το προϊόν της εκτέλεσης,

θ) τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του δανειστή για ηλεκτρονική επικοινωνία με τον δικαστικό επιμελητή, αν ο δανειστής δεν διαθέτει ενεργοποιημένη ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα,

ι) δήλωση εκ μέρους του δανειστή σχετικά με την πλήρωση του όρου ή την εκπλήρωση της αντίθετης υποχρέωσης, αν ο εκτελεστός τίτλος διατάσσει τον οφειλέτη να συμμορφωθεί υπό την προϋπόθεση της πλήρωσης όρου ή της εκπλήρωσης αντίθετης υποχρέωσης, και αναφορά των συναφών αποδεικτικών στοιχείων,

ια) δήλωση εκ μέρους του δανειστή ότι η υποχρέωση που απορρέει από τον εκτελεστό τίτλο δεν έχει εκπληρωθεί οικειοθελώς σε περίπτωση εν μέρει μη εκπλήρωσης της υποχρέωσης, αυτό πρέπει να δηλωθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης εκτέλεσης,

ιβ) την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.

Στην αίτηση εκτέλεσης πρέπει να εσωκλείονται τα ακόλουθα:

α) αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου και βεβαίωση της εκτελεστότητάς του, εφόσον απαιτείται δεν χρειάζεται να εσωκλείεται τυχόν διαταγή πληρωμής που έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασίας επιδίωξης της απαίτησης,

β) έγγραφο που αποδεικνύει τη διαδοχή αν η διαδοχή προκύπτει από τον νόμο ή το μητρώο επιχειρήσεων (Obchodný register), αρκεί απλή σχετική αναφορά,

γ) έγγραφο από το οποίο να προκύπτει ότι έχει πληρωθεί ο όρος ή εκπληρωθεί η αντίθετη υποχρέωση που τυχόν τίθεται ως προϋπόθεση από τον εκτελεστό τίτλο,

δ) η καταναλωτική σύμβαση και κάθε άλλο συμβατικό έγγραφο που σχετίζεται με την καταναλωτική σύμβαση, περιλαμβανομένων των εγγράφων στα οποία παραπέμπει η καταναλωτική σύμβαση, αν πρόκειται για εκτέλεση βάσει εκτελεστού τίτλου ο οποίος επιδικάζει απαίτηση από καταναλωτική σύμβαση η εν λόγω απαίτηση δεν τίθεται αν ο εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή πληρωμής που έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασίας επιδίωξης της απαίτησης.

Αν ο δανειστής αιτείται την εκτέλεση βάσει αλλοδαπού εκτελεστού τίτλου, πρέπει να εσωκλείσει επιπλέον έγγραφα, ανάλογα με το είδος του εν λόγω εκτελεστού τίτλου (άρθρο 48 παράγραφος 5 του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης).

Το δικαστήριο εξετάζει την αίτηση εκτέλεσης και, εφόσον αυτή πληροί τις απαιτήσεις του νόμου, εκδίδει τη σχετική άδεια και την επιδίδει σε δικαστικό επιμελητή, ο οποίος μεριμνά για τη διεξαγωγή της εκτέλεσης.

Η διαδικασία βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας

Οι διάδικοι σε διαδικασία που αφορά την εκτέλεση απόφασης είναι ο ανήλικος, καθώς και ο δανειστής και ο οφειλέτης δυνάμει του εκτελεστού τίτλου. Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί οικειοθελώς με τον εκτελεστό τίτλο, ο δανειστής δύναται να καταθέσει αίτηση εκτέλεσης της απόφασης. Εντούτοις, σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, το δικαστήριο δύναται να κινήσει και αυτεπάγγελτα τη σχετική διαδικασία. Η εκτέλεση της απόφασης είναι δυνατή αφού πρώτα εκδοθεί διαταγή εκτέλεσής της, η δε εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί και χωρίς να προηγηθεί επίδοση της διαταγής στους διαδίκους. Κατά την εκτέλεση της απόφασης, το δικαστήριο απομακρύνει τον ανήλικο από το πρόσωπο με το οποίο δεν θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με την απόφαση, και μεριμνά για την παράδοση του ανήλικου στο πρόσωπο στο οποίο εμπιστεύεται τον ανήλικο η απόφαση ή στο πρόσωπο στο οποίο η απόφαση χορηγεί δικαίωμα επικοινωνίας με τον ανήλικο για περιορισμένο χρονικό διάστημα ή σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να παραλάβει ανήλικο ο οποίος έχει μετακινηθεί ή κατακρατηθεί παρανόμως.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Διαδικασία εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης

Οι προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή διαδικασίας εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης είναι η ύπαρξη εκτελεστού τίτλου, η κατάθεση αίτησης εκτέλεσης και η καταβολή δικαστικών εξόδων (16,50 EUR). Τα δικαστικά έξοδα είναι πληρωτέα με την κατάθεση της αίτησης. Η καταβολή τους μπορεί να γίνει μόνο με ταχυδρομικό ή τραπεζικό έμβασμα. Τα στοιχεία χρέωσης για την καταβολή των δικαστικών εξόδων αποστέλλονται με αυτόματο τρόπο. Το δικαστήριο δεν απευθύνει πρόσκληση για την καταβολή των δικαστικών εξόδων αν δεν εξοφληθούν εντός 15 ημερών από την κατάθεση της αίτησης, η αίτηση απορρίπτεται. Αυτό δεν ισχύει αν ο δανειστής εξαιρείται από την πληρωμή δικαστικών εξόδων, περίπτωση στην οποία το δικαστήριο τον ενημερώνει σχετικά.

Μετά την έναρξη διαδικασίας εκτέλεσης που αφορά αξίωση για τη διενέργεια πράξης εκτός από την πληρωμή χρηματικού ποσού, ο δικαστικός επιμελητής του δανειστή μπορεί να ζητήσει την πληρωμή προκαταβολής για τα έξοδα της διαδικασίας αυτό δεν ισχύει αν ο δανειστής εξαιρείται από την πληρωμή δικαστικών εξόδων. Αν ο δανειστής δεν ανταποκριθεί στο αίτημα του δικαστικού επιμελητή και δεν πληρώσει την εν λόγω προκαταβολή εντός της προθεσμίας που έχει οριστεί από τον δικαστικό επιμελητή, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 15 ημερών, ο δικαστικός επιμελητής εκδίδει κοινοποίηση αναστολής της διαδικασίας εκτέλεσης.

Σύμφωνα με τον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης, εκτελεστό τίτλο αποτελούν οι εκτελεστές αποφάσεις δικαστηρίου εφόσον παρέχουν δικαίωμα, επιβάλλουν υποχρέωση ή επηρεάζουν περιουσιακά στοιχεία. Εκτελεστό τίτλο μπορεί να αποτελεί επίσης:

α) απόφαση θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β) εκτελεστός τίτλος από άλλη χώρα που είναι εκτελεστός στη Σλοβακία,

γ) συμβολαιογραφική πράξη που περιέχει νομική υποχρέωση και προσδιορίζει τον δανειστή και τον οφειλέτη, τους νομικούς λόγους, το αντικείμενο και τον χρόνο της εκπλήρωσης, αν ο οφειλέτης στη συμβολαιογραφική πράξη έχει συγκατατεθεί στην εκτελεστότητα,

δ) εκτελεστή απόφαση που έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαιτησίας, περιλαμβανομένων των συμβιβασμών που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο διαιτησίας,

ε) απόφαση περί κληρονομίας,

στ) εκτελεστή απόφαση δημόσιας διοικητικής αρχής ή φορέα περιφερειακής αυτοδιοίκησης, περιλαμβανομένων των πράξεων επιβολής προστίμου που δεν έχουν πληρωθεί επιτόπου,

ζ) εκτίμηση πληρωμής, δήλωση καθυστερούμενων φόρων και τελών, και πράξη συμβιβασμού που έχει εγκριθεί από τον αρμόδιο φορέα,

η) εκτελεστή απόφαση και δήλωση καθυστερούμενων εισφορών κοινωνικής ασφάλειας, κοινωνικής ασφάλισης, σύνταξης γήρατος και δημόσιας ασφάλισης υγείας,

θ) άλλη εκτελεστή απόφαση, δήλωση καθυστερούμενων ποσών ή εγκεκριμένη πράξη συμβιβασμού που είναι εκτελεστή βάσει του νόμου,

ι) έγγραφο το οποίο έχει εκδοθεί βάσει της ισχύουσας σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ νομοθεσίας, εφόσον αφορά την είσπραξη απαίτησης κατά τα οριζόμενα στη συναφή νομοθεσία,

ια) κοινοποίηση της αναστολής διαδικασίας εκτέλεσης και πρόσκληση πληρωμής των εξόδων εκτέλεσης,

ιβ) εκτελεστός τίτλος που προσδιορίζεται στη συναφή νομοθεσία.

Διαδικασία εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας

Η μόνη προϋπόθεση για την εκτέλεση απόφασης είναι η ύπαρξη εκτελεστού τίτλου, καθώς το δικαστήριο δύναται να κινήσει και αυτεπάγγελτα τη σχετική διαδικασία το δικαστήριο δύναται να διατάξει και αυτεπαγγέλτως την εκτέλεση της απόφασης, ενώ η διαδικασία εκτέλεσης μέτρου επείγοντος χαρακτήρα διατάσσεται πάντοτε αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο. Ο δανειστής δεν καταβάλλει δικαστικά έξοδα για την αίτηση, καθώς η συγκεκριμένη διαδικασία εξαιρείται από την καταβολή δικαστικών εξόδων.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε εκτέλεση βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης

Αν η εκτέλεση βασίζεται σε εκτελεστό τίτλο ο οποίος επιβάλλει υποχρέωση καταβολής χρηματικού ποσού, η εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί με τους ακόλουθους τρόπους:

α) κατάσχεση εισοδημάτων,

β) έκδοση διαταγής πληρωμής,

γ) πώληση κινητής περιουσίας,

δ) πώληση χρεογράφων,

ε) πώληση ακίνητης περιουσίας,

στ) πώληση επιχείρησης,

ζ) διαταγή αναστολής της ισχύος άδειας οδήγησης.

Αν πρόκειται για εκτέλεση που αποσκοπεί στην είσπραξη απαίτησης η οποία, χωρίς τις παρεπόμενες απαιτήσεις, δεν υπερβαίνει το ποσό των 2 000 EUR («εκτέλεση μικρής αξίας») κατά την ημερομηνία επίδοσης της αίτησης εκτέλεσης, η εκτέλεση δεν μπορεί να διενεργηθεί μέσω της πώλησης του ακινήτου στο οποίο ο οφειλέτης διατηρεί τη μόνιμη ή προσωρινή κατοικία του. Τούτο δεν θίγει, πάντως, το δικαίωμα επιβολής εμπράγματου βάρους επί του ακινήτου. Η εκτέλεση που αποσκοπεί στην είσπραξη απαίτησης διατροφής δεν θεωρείται εκτέλεση μικρής αξίας.

Εκτέλεση μέσω της πώλησης του ακινήτου στο οποίο ο οφειλέτης διατηρεί τη μόνιμη ή προσωρινή κατοικία του δύναται να διενεργηθεί μόνο με την έγκριση του δικαστηρίου, εφόσον υφίστανται περισσότερες διαδικασίες εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την είσπραξη απαιτήσεων οι οποίες υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 2 000 EUR και εφόσον ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να αποδείξει ότι η απαίτηση δεν μπορεί να εισπραχθεί με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Αίτηση για την έγκριση της πώλησης του ακινήτου που αναφέρεται στην προηγούμενη περίοδο μπορεί να κατατεθεί από τον δικαστικό επιμελητή που επέβαλε πρώτο εμπράγματο βάρος στο ακίνητο, καθώς και, με την έγγραφη συγκατάθεση του εν λόγω δικαστικού επιμελητή, από δικαστικό επιμελητή του οποίου το εμπράγματο βάρος επιβλήθηκε σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

Αν η εκτέλεση βασίζεται σε εκτελεστό τίτλο ο οποίος επιβάλλει υποχρέωση άλλη από την καταβολή χρηματικού ποσού, η μέθοδος εκτέλεσης εξαρτάται από τη φύση της υποχρέωσης. Μπορεί δε να διενεργηθεί με τους ακόλουθους τρόπους:

α) εκκένωση χώρου,

β) κατάσχεση ή καταστροφή ειδών με έξοδα του οφειλέτη,

γ) διανομή κοινού αντικειμένου,

δ) παροχή εργασίας και υπηρεσιών.

Η διαδικασία εκτέλεσης δεν μπορεί να θίξει περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα τα οποία, σύμφωνα με τον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης ή ειδική νομοθεσία, δεν υπόκεινται σε εκτέλεση, εξαιρούνται από την εκτέλεση ή χαρακτηρίζονται απαράδεκτα προς εκτέλεση. Εκτέλεση βάσει ενεχύρου μπορεί επομένως να διενεργηθεί μόνο αν ο δανειστής είναι ο δικαιούχος του ενεχύρου ή αν ο δικαιούχος του ενεχύρου συναινεί στην εκτέλεση. Εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί μόνο εντός του εύρους της απαίτησης που αναφέρεται στην άδεια εκτέλεσης και για τα έξοδα εκτέλεσης αυτό δεν ισχύει αν η εκτέλεση διενεργείται μέσω της πώλησης κινητών που δεν μπορούν να διαιρεθούν ή μέσω της πώλησης ακινήτου όταν ο οφειλέτης δεν διαθέτει επαρκή εναλλακτικά περιουσιακά στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η απαίτηση.

Δεν υπόκεινται σε εκτέλεση τα ακόλουθα:

α) ακίνητα που ανήκουν στο κράτος και τελούν υπό τη διαχείριση διαχειριστή σύμφωνα με ειδική νομοθεσία, εκτός των ακινήτων που τελούν υπό προσωρινή διαχείριση σύμφωνα με ειδική νομοθεσία,

β) έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού, χρήματα στον τρεχούμενο λογαριασμό οργανισμού που χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους και απαιτήσεις από τις νομικές σχέσεις από τις οποίες απορρέουν τα εν λόγω έσοδα,

γ) χρεόγραφα που ανήκουν στο κράτος και τα εταιρικά μερίδια του κράτους σε νομικά πρόσωπα,

δ) χρήματα που προορίζονται για την κάλυψη του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού και του εθνικού χρέους,

ε) άλλα περιουσιακά στοιχεία του κράτους, κατά τα προβλεπόμενα σε ειδική νομοθεσία.

Τα άλλα κρατικά περιουσιακά στοιχεία και τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας Εξαγωγών-Εισαγωγών της Σλοβακικής Δημοκρατίας (Exportnoimportná banka Slovenskej republiky) δεν υπόκεινται σε εκτέλεση στο μέτρο που έχουν εξαιρεθεί από την εκτέλεση επειδή είναι σημαντικά για την επιτέλεση του κρατικού έργου ή για την επίτευξη κοινωφελούς σκοπού, ή επειδή τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας Εξαγωγών-Εισαγωγών είναι κρίσιμα για το έργο της. Στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να κατατεθεί αίτηση εξαίρεσης στοιχείων από την εκτέλεση, εντός 60 ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης περί κίνησης της διαδικασίας εκτέλεσης. Όσον αφορά τα εν λόγω κρατικά περιουσιακά στοιχεία, διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να διενεργηθεί μόνο επί κρατικών περιουσιακών στοιχείων που τελούν υπό τη διαχείριση διαχειριστή κρατικών περιουσιακών στοιχείων από τη δραστηριότητα του οποίου προέκυψε η απαίτηση του δανειστή.

Εκτέλεση απόφασης βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας

Το δικαστήριο απομακρύνει τον ανήλικο από το πρόσωπο με το οποίο δεν θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με την απόφαση, και μεριμνά για την παράδοση του ανήλικου στο πρόσωπο στο οποίο εμπιστεύεται τον ανήλικο η απόφαση ή στο πρόσωπο στο οποίο η απόφαση χορηγεί δικαίωμα επικοινωνίας με τον ανήλικο για περιορισμένο χρονικό διάστημα ή σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να παραλάβει ανήλικο ο οποίος έχει μετακινηθεί ή κατακρατηθεί παρανόμως. Ο δικαστής δύναται να εξουσιοδοτήσει δικαστικό υπάλληλο να διευθετήσει τη μετακίνηση του ανήλικου. Κατά την εκτέλεση της απόφασης, ο εξουσιοδοτημένος δικαστικός υπάλληλος έχει εκ του νόμου την ίδια εξουσία με τον δικαστή.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Μόλις αρχίσει η διαδικασία εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής ειδοποιεί τον δανειστή και τον οφειλέτη για την έναρξή της και για τον τρόπο διενέργειάς της, εφόσον αυτός μπορεί να προσδιοριστεί (πριν από την έκδοση της διαταγής εκτέλεσης), και καλεί τον οφειλέτη να ικανοποιήσει την απαίτηση. Στην κοινοποίηση της έναρξης της διαδικασίας εκτέλεσης αναγράφονται, μεταξύ άλλων, τα έξοδα σε περίπτωση εκπλήρωσης της υποχρέωσης εντός 15 ημερών από την επίδοση της εν λόγω κοινοποίησης, καθώς και τα έξοδα σε περίπτωση εκπνοής της προθεσμίας των 15 ημερών από την επίδοση της εν λόγω κοινοποίησης χωρίς ο οφειλέτης να εκπληρώσει την υποχρέωση εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας.

Αποτελέσματα της κοινοποίησης της έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης

Συνήθεις νομικές πράξεις

Μετά την επίδοση της κοινοποίησης περί έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης, ο οφειλέτης υποχρεούται να απέχει από νομικές πράξεις που δεν αποτελούν συνήθεις νομικές πράξεις οι οποίες είναι δυνατό να απαιτηθούν από αυτόν μέσα σε εύλογα πλαίσια με βάση το ύψος και τη σπουδαιότητα της απαίτησης. Για τα νομικά πρόσωπα και τους ασκούντες ατομική επιχείρηση, συνήθεις νομικές πράξεις είναι οι νομικές πράξεις που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο της εργασίας ή της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους. Για τα λοιπά φυσικά πρόσωπα, συνήθεις νομικές πράξεις είναι οι νομικές πράξεις που είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της ικανοποίησης των τακτικών αναγκών τους, καθώς επίσης και των αναγκών των προσώπων τα οποία υποχρεούνται να διατρέφουν.

Ως συνήθεις νομικές πράξεις δεν θεωρούνται ιδίως τα ακόλουθα:

α) η σύσταση επιχείρησης, συνεταιρισμού ή άλλης νομικής οντότητας,

β) η απόκτηση ή μεταβίβαση εταιρικών μεριδίων σε επιχείρηση, συνεταιρισμό ή άλλη νομική οντότητα,

γ) η μεταβίβαση ή μίσθωση ακινήτου ή η επιβάρυνσή του με δικαίωμα τρίτου,

δ) η διενέργεια νομικής πράξης χωρίς εύλογο αντίτιμο.

Διάθεση περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται σε εκτέλεση

Μετά την επίδοση της κοινοποίησης περί έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης, δεν είναι δυνατή η διάθεση περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται σε εκτέλεση χωρίς την προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση του δικαστικού επιμελητή, με εξαίρεση τις συνήθεις νομικές πράξεις. Η διάθεση περιουσιακών στοιχείων κατά παράβαση της προαναφερθείσας απαγόρευσης δεν θίγει την εγκυρότητα της νομικής πράξης, όμως η τελευταία είναι ανίσχυρη έναντι του δανειστή, και η απαίτηση του δανειστή μπορεί να ικανοποιηθεί μέσω εκτέλεσης επί των διατεθέντων περιουσιακών στοιχείων, χωρίς να απαιτείται προσβολή της νομικής πράξης εφόσον αφορά τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων υπέρ των προσώπων που απαριθμούνται στο άρθρο 42a παράγραφοι 3 και 4 του Αστικού Κώδικα (Občiansky zákonník) τα οποία είχαν γνώση της διαδικασίας εκτέλεσης ή θα είχαν γνώση αυτής αν είχαν επιδείξει την απαιτούμενη επιμέλεια.

Συμψηφισμός απαιτήσεων

Μετά την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται μονομερής συμψηφισμός της απαίτησης του οφειλέτη έναντι του δανειστή, εκτός εάν επιτρέπεται από εκτελεστό τίτλο βάσει του οποίου ο οφειλέτης θα μπορούσε να προβεί σε εκτέλεση.

Αποτελέσματα της ικανοποίησης απαίτησης

Μετά την επίδοση της κοινοποίησης περί έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης, ικανοποίηση της απαίτησης επέρχεται μόνο αν ο δικαστικός επιμελητής λάβει πληρωμή η οποία αντιστοιχεί στο οφειλόμενο ποσό. Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί πληρωμή έναντι της απαίτησης πριν από την επίδοση της κοινοποίησης περί έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης, ο δανειστής οφείλει να ενημερώσει σχετικά τον δικαστικό επιμελητή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Η ισχύς των εν λόγω μέτρων δεν υπόκειται σε χρονικούς περιορισμούς.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Αναστολή και παύση της εκτέλεσης βάσει του Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης

Ο οφειλέτης δύναται να αναστείλει προσωρινά την εκτέλεση ζητώντας από τον δικαστικό επιμελητή αναστολή της εκτέλεσης (στην περίπτωση αυτή, ο δικαστικός επιμελητής εκδίδει κοινοποίηση αναστολής της διαδικασίας εκτέλεσης) ιδίως για τους ακόλουθους λόγους που αφορούν τον οφειλέτη:

α) έχει κατατεθεί αγωγή αποχωρισμού (vylučovacia žaloba) ή εκκρεμεί δίκη αναγνώρισης της κυριότητας, εφόσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε εκτέλεση,

β) ο οφειλέτης, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, έχει καταθέσει αίτηση για να του επιτραπεί η πληρωμή σε δόσεις η οποία εξετάζεται,

γ) ο οφειλέτης, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, έχει καταθέσει αίτηση για αναστολή της εκτέλεσης και έχει δηλώσει ότι, χωρίς να ευθύνεται ο ίδιος, βρίσκεται προσωρινά σε θέση στην οποία η άμεση εκτέλεση μπορεί να έχει ιδιαίτερα σοβαρές επιπτώσεις στον ίδιο ή στα μέλη της οικογένειάς του,

δ) σε διαδικασία εκτέλεσης για την καταβολή διατροφής, ο οφειλέτης έχει καταβάλει την οφειλόμενη διατροφή, καθώς και τα έξοδα του δανειστή και του δικαστικού επιμελητή, έχει καταθέσει αίτηση για αναστολή της εκτέλεσης και έχει δηλώσει ότι θα συνεχίσει οικειοθελώς να καταβάλλει τακτική διατροφή μέσω του δικαστικού επιμελητή,

ε) ο οφειλέτης, ο οποίος έχει καταθέσει αίτηση για παύση της διαδικασίας εκτέλεσης, έχει καταθέσει εγγύηση ίση με την αξία της απαίτησης σε ειδικό λογαριασμό τον οποίον άνοιξε ο δικαστικός επιμελητής για τον συγκεκριμένο σκοπό.

Ο οφειλέτης μπορεί επίσης να ζητήσει από το δικαστήριο την παύση της διαδικασίας εκτέλεσης, για τους ακόλουθους λόγους:

α) περιστάσεις μετά την έναρξη ισχύος του εκτελεστού τίτλου είχαν ως αποτέλεσμα την απόσβεση της υποχρέωσης,

β) ο εκτελεστός τίτλος έχει ακυρωθεί,

γ) βάσει ειδικής νομοθεσίας, υπάρχουν λόγοι για τους οποίους δεν επιτρέπεται η αναγνώριση ή η εκτέλεση αλλοδαπού εκτελεστού τίτλου, εκτός εάν μπορούσαν να έχουν προβληθεί σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας,

δ) υπάρχουν άλλοι λόγοι που εμποδίζουν την εκτέλεση του εκτελεστού τίτλου.

Ο οφειλέτης μπορεί να καταθέσει αίτηση με ανασταλτικό αποτέλεσμα στον δικαστικό επιμελητή μόνο εντός 15 ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης περί έναρξης διαδικασίας εκτέλεσης. Σε αιτήσεις αναστολής της εκτέλεσης που κατατίθενται μεταγενέστερα (οι οποίες δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα), ο οφειλέτης μπορεί μόνο να επικαλεστεί παράγοντες που προέκυψαν μετά την εκπνοή της προαναφερθείσας προθεσμίας. Σε επόμενες αιτήσεις αναστολής της εκτέλεσης, ο οφειλέτης μπορεί να επικαλεστεί μόνο παράγοντες που προέκυψαν μετά την κατάθεση της προηγούμενης αίτησης αναστολής της εκτέλεσης. Οι περιορισμοί που προαναφέρονται δεν ισχύουν αν υφίστανται επίσης παράγοντες τους οποίους ο οφειλέτης δεν ήταν σε θέση να επικαλεστεί νωρίτερα χωρίς δική του υπαιτιότητα. Αν ο δανειστής συναινέσει στην παύση της εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής εκδίδει κοινοποίηση περί παύσης της διαδικασίας εκτέλεσης, η οποία επιδίδεται στους διαδίκους και στο δικαστήριο σε αντίθετη περίπτωση, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την εκπνοή της προθεσμίας απάντησης, ο δικαστικός επιμελητής του δανειστή καταθέτει στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση παύσης της εκτέλεσης, μαζί με τη δήλωση του δικαστικού επιμελητή και την τυχόν δήλωση του δανειστή.

Καταρχήν, δεν είναι δυνατή η άσκηση «ένδικων μέσων» κατά μεταγενέστερων αποφάσεων του δικαστικού επιμελητή και του δικαστηρίου σε διαδικασίες εκτέλεσης, πέραν των νόμιμων εξαιρέσεων που προβλέπει ο Κώδικας Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Εκτέλεση απόφασης βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας

Επιτρέπεται η άσκηση έφεσης κατά διαταγής για την εκτέλεση απόφασης, καθώς και κατά διαταγής που απορρίπτει αίτηση για την εκτέλεση απόφασης. Έφεση κατά διαταγής για την εκτέλεση απόφασης μπορεί να ασκηθεί μόνο για τον λόγο ότι ο εκτελεστός τίτλος δεν είναι εκτελεστός ή για τον λόγο ότι περιστάσεις μετά την έναρξη ισχύος του εκτελεστού τίτλου είχαν ως αποτέλεσμα την απόσβεση της υποχρέωσης. Η άσκηση έφεσης κατά διαταγής για την εκτέλεση απόφασης δεν κωλύει την εκτέλεση από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

Το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει αυτεπάγγελτα την εκτέλεση απόφασης εφόσον η εκτέλεση εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη ζωή, την υγεία ή την ανάπτυξη του ανήλικου. Κατόπιν σχετικής αίτησης, το δικαστήριο δύναται να αναβάλει την εκτέλεση αλλοδαπής απόφασης εφόσον αυτή έχει προσβληθεί στη χώρα στην οποία εκδόθηκε, μέχρις ότου εκδοθεί η κατ’ έφεση απόφαση. Το δικαστήριο αναβάλλει επίσης την εκτέλεση απόφασης εφόσον έτσι ορίζεται από ειδικό νομοθέτημα.

Περαιτέρω, το δικαστήριο παύει αυτεπάγγελτα τη διαδικασία εκτέλεσης απόφασης εάν:

α) ο εκτελεστός τίτλος δεν έχει καταστεί ακόμη εκτελεστός,

β) ο εκτελεστός τίτλος ακυρώθηκε μετά την έκδοση της διαταγής εκτέλεσης της απόφασης αν ο εκτελεστός τίτλος έχει τροποποιηθεί, το δικαστήριο δύναται να συνεχίσει την εκτέλεση της απόφασης σύμφωνα με τον τροποποιημένο εκτελεστό τίτλο,

γ) το δικαστήριο έχει κρίνει απαράδεκτη την εκτέλεση της απόφασης διότι υπάρχει άλλος λόγος για τον οποίον δεν μπορεί να εκτελεστεί η απόφαση,

δ) περιστάσεις μετά την έναρξη ισχύος του εκτελεστού τίτλου είχαν ως αποτέλεσμα την απόσβεση της υποχρέωσης,

ε) η υποχρέωση έχει εκπληρωθεί,

στ) η απόφαση έχει εκτελεστεί.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Βλ. σημεία 4 και 5. Ο δικαστικός επιμελητής είναι αρμόδιος να αποφασίσει τη μέθοδο εκτέλεσης που είναι ανάλογη της προς πραγμάτωση υποχρέωσης, καθώς και κατά πόσον η αξία των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη είναι αντίστοιχη της αξίας της υποχρέωσης. Εκτέλεση μπορεί να διενεργηθεί μόνο εντός του εύρους της απαίτησης που αναφέρεται στην άδεια εκτέλεσης και για τα έξοδα εκτέλεσης αυτό δεν ισχύει αν η εκτέλεση διενεργείται μέσω της πώλησης κινητών που δεν μπορούν να διαιρεθούν ή μέσω της πώλησης ακινήτου όταν ο οφειλέτης δεν διαθέτει επαρκή εναλλακτικά περιουσιακά στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η απαίτηση.

Το δικαστήριο οφείλει επίσης να απορρίψει αίτηση εκτέλεσης εάν:

α) η αίτηση ή ο εκτελεστός τίτλος παραβιάζουν τον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης,

β) υπάρχουν λόγοι που επιτάσσουν την παύση της εκτέλεσης,

γ) είτε ο δανειστής είτε ο οφειλέτης δεν αποτελούν νόμιμο διάδοχο του προσώπου που αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο,

δ) η εκτέλεση ζητείται βάσει εκτελεστού τίτλου που εκδόθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία αφορούσε απαίτηση από συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή και έχει προκύψει ότι η απαίτηση απέρρεε από καταναλωτική σύμβαση ως προς την οποία δεν λήφθηκε υπόψη ότι περιείχε απαράδεκτους συμβατικούς όρους, ή ο περιορισμός ή η απαγόρευση της χρήσης συναλλαγματικής ή γραμματίου σε διαταγή, ή το γεγονός ότι η σύμβαση παραβίαζε τα χρηστά ήθη, γεγονός που επηρεάζει την απαίτηση,

ε) ο εκτελεστός τίτλος εκδόθηκε σε διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας δεν ήταν δυνατόν να προσβληθούν ή να επανεξεταστούν τυχόν απαράδεκτοι συμβατικοί όροι και η ύπαρξη απαράδεκτου όρου επηρεάζει την προς πραγμάτωση απαίτηση, που απορρέει από καταναλωτική σύμβαση,

στ) η εκτέλεση πρόκειται να διενεργηθεί βάσει διαιτητικής απόφασης που εκδόθηκε για καταναλωτική διαφορά, και:

1. η ρήτρα υπαγωγής της διαφοράς σε διαιτησία δεν πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται σε ειδική νομοθεσία,

2. η διαιτητική απόφαση επί της καταναλωτικής διαφοράς δεν εκδόθηκε από διαιτητή ο οποίος, κατά τον χρόνο της διεξαγωγής της διαιτησίας, ήταν εγγεγραμμένος στον κατάλογο των διαιτητών που νομιμοποιούνται να κρίνουν καταναλωτικές διαφορές,

3. η διαιτητική απόφαση επί της καταναλωτικής διαφοράς δεν εκδόθηκε από αναγνωρισμένο διαιτητικό δικαστήριο το οποίο, κατά τον χρόνο της διεξαγωγής της διαιτησίας, νομιμοποιούνταν να κρίνει καταναλωτικές διαφορές,

4. η διαιτητική απόφαση δεν πληροί τους όρους που προβλέπονται σε ειδική νομοθεσία ή δεν είναι εκτελεστή,

ζ) η αίτηση περιλαμβάνει αξίωση για επαναλαμβανόμενες παρεπόμενες απαιτήσεις, και κατατέθηκε μετά το πέρας τριών ετών από τη χρονική στιγμή που ο εκτελεστός τίτλος κατέστη εκτελεστός και χωρίς να έχει ζητηθεί από τον οφειλέτη να πληρώσει το χρέος εντός των τριών τελευταίων μηνών πριν από την κατάθεση της αίτησης εκτέλεσης, ή χωρίς να έχει συναφθεί συμφωνία με τον οφειλέτη για τη σταδιακή αποπληρωμή της απαίτησης που επιδικάζεται με τον εκτελεστό τίτλο κατά το διάστημα των τριών ετών από τη χρονική στιγμή που ο εκτελεστός τίτλος κατέστη εκτελεστός,

η) η εκτέλεση ζητείται βάσει εκτελεστού τίτλου ο οποίος είναι συμβολαιογραφική πράξη που δεν πληροί τις νόμιμες απαιτήσεις ή η υποχρέωση που περιέχεται σε αυτόν παραβιάζει τον νόμο ή τα χρηστά ήθη.

Στο πλαίσιο της εκτέλεσης, το δικαστήριο δύναται να ζητεί από τον δικαστικό επιμελητή διευκρινίσεις ή αναφορές για την πρόοδο κάθε υπόθεσης εκτέλεσης που του έχει ανατεθεί, και ο δικαστικός επιμελητής υποχρεούται να τις παρέχει στο δικαστήριο εντός της καθορισθείσας προθεσμίας. Το δικαστήριο δύναται επίσης να αντικαταστήσει αυτεπάγγελτα τον δικαστικό επιμελητή αν αυτός υποπέσει σε επανειλημμένη ή σοβαρή παραβίαση υποχρέωσης που προβλέπεται στον Κώδικα Αναγκαστικής Εκτέλεσης ή στην απόφαση του δικαστηρίου. Προτού λάβει απόφαση αντικατάστασης του δικαστικού επιμελητή, το δικαστήριο καλεί σε ακρόαση τους διαδίκους και τον ίδιο τον δικαστικό επιμελητή.

Όταν η εκτέλεση διενεργείται με κατάσχεση εισοδημάτων, δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μηνιαίο μισθό ή το άλλο εισόδημα του οφειλέτη ένα βασικό ποσό η κυβέρνηση ορίζει τις μεθόδους υπολογισμού του εν λόγω βασικού ποσού με κανονιστική διάταξη. Αν πρόκειται για τη διατροφή ανήλικου τέκνου, το βασικό ποσό που δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μηνιαίο μισθό του οφειλέτη ανέρχεται στο 70 % του βασικού ποσού που υπολογίζεται κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη περίοδο. Αν πρόκειται για πρόσωπο που εργάζεται στο εξωτερικό και του οποίου ο μισθός ή οι αποδοχές υπολογίζονται για τον συγκεκριμένο σκοπό με τη χρήση συντελεστή αποδοχών ή ανάλογης μεθόδου, το βασικό ποσό υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια αναλογία όπως ο εν λόγω μισθός ή οι αποδοχές.

Σε περίπτωση που η εκτέλεση συνίσταται στην κατάσχεση καταθέσεων σε τραπεζικό λογαριασμό, από την κατάσχεση εξαιρούνται ποσό 165 EUR και τα κεφάλαια για τα οποία ο οφειλέτης δηλώνει ρητά ότι προορίζονται για την πληρωμή των μισθών των υπαλλήλων του. Αν ο οφειλέτης διαθέτει περισσότερους από έναν λογαριασμούς, από την κατάσχεση εξαιρείται ποσό 165 EUR σε έναν μόνο τραπεζικό λογαριασμό.

Όσον αφορά τα αντικείμενα που ανήκουν στον οφειλέτη, εξαιρούνται από την εκτέλεση τα αντικείμενα που χρειάζεται ο οφειλέτης για να ικανοποιήσει τις υλικές ανάγκες του ιδίου και της οικογενείας του, αυτά που χρειάζεται για την εργασία ή την επιχείρησή του και αυτά των οποίων η πώληση θα αντέβαινε στα χρηστά ήθη.

Από τη διαδικασία εκτέλεσης εξαιρούνται τα ακόλουθα:

α) είδη καθημερινής ένδυσης, περιλαμβανομένων των εσωρούχων, και υπόδησης,

β) ο βασικός οικιακός εξοπλισμός, και συγκεκριμένα τα κρεβάτια του οφειλέτη και των μελών της οικογενείας του, ένα τραπέζι και καρέκλες αναλόγως του αριθμού των μελών της οικογένειας του οφειλέτη, ένα ψυγείο, μία κουζίνα μαγειρέματος, μία εστία μαγειρικής, μία συσκευή θέρμανσης, καύσιμα, ένα πλυντήριο, παπλώματα και πανικά κρεβατιού, τα συνήθη σκεύη κουζίνας, ένα ραδιόφωνο,

γ) τα κατοικίδια ζώα, πέραν αυτών που χρησιμοποιούνται για επιχειρηματικούς σκοπούς,

δ) αντικείμενα που ανήκουν στον οφειλέτη και τα οποία χρησιμεύουν για την εργασία ή την επιχείρησή του, συνολικής αξίας έως 331,94 EUR,

ε) ιατροφαρμακευτικά και λοιπά είδη τα οποία χρειάζεται ο οφειλέτης λόγω ασθένειας ή σωματικής αναπηρίας,

στ) είδη για τα οποία έχουν χορηγηθεί παροχές για την κάλυψη υλικών αναγκών και επιδόματα βάσει ειδικής νομοθεσίας οικονομικές ενισχύσεις που παρέχονται βάσει ειδικής νομοθεσίας ως αντιστάθμιση για σοβαρή αναπηρία και μέτρα οικονομικής φύσης που παρέχονται δυνάμει ειδικής νομοθεσίας για την προστασία τέκνων,

ζ) αυτοκίνητο όχημα το οποίο ο οφειλέτης, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, χρειάζεται για τις προσωπικές του μετακινήσεις και για την κάλυψη των αναγκών φυσικού προσώπου με σοβαρή αναπηρία καθώς και των αναγκών της οικογενείας του ή των μελών του νοικοκυριού του,

η) βέρες αρραβώνα και γάμου,

θ) μετρητά συνολικού ποσού έως 165 EUR,

ι) σχολικά βιβλία και παιχνίδια.

Από τη διαδικασία εκτέλεσης αποκλείονται επίσης αντικείμενα που αποτελούν μέρος της γεωργικής εκμετάλλευσης ανεξάρτητου εμπόρου, εφόσον η απώλειά τους δύναται να θέσει σε κίνδυνο την καλλιέργεια γεωργικής γης ή την αδιάλειπτη συνέχιση της φυτικής και ζωικής παραγωγής, βάσει ειδικής νομοθεσίας, καθώς και ζώα αναπαραγωγής όπως, π.χ., αγελάδες γαλακτοπαραγωγής, δαμάλες, καθαρόαιμοι ταύροι, καθαρόαιμοι θηλυκοί χοίροι, καθαρόαιμοι αρσενικοί χοίροι, προβατίνες και καθαρόαιμα κριάρια.

Από τη διαδικασία εκτέλεσης αποκλείονται τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρεί ο αποταμιευτής σε συνταξιοδοτικό ταμείο, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρεί ο συμμετέχων σε επικουρικό συνταξιοδοτικό ταμείο, τα οποία αντιστοιχούν στο ύψος των εισφορών που κατέβαλε ο εργοδότης για τον εν λόγω συμμετέχοντα και στα έσοδα από τις επενδύσεις τους.

Σε ισχύ από την 1η Απριλίου 2017

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 03/01/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Φινλανδία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Με τον όρο εκτέλεση νοείται η αναγκαστική εκτέλεση αξίωσης που έχει επιδικαστεί από δικαστήριο ή εκτελεστού τίτλου που είναι άμεσα εκτελεστός. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για την εκτέλεση αξιώσεων για την είσπραξη οφειλών. Ένα άλλο βασικό μέτρο εκτέλεσης είναι η έξωση, δηλαδή η υποχρέωση απόδοσης κτιρίου ή μέρους του. Εκτελεστό τίτλο μπορεί επίσης να αποτελεί μια υποχρέωση μεταβίβασης ορισμένων περιουσιακών στοιχείων σε άλλο πρόσωπο, μια υποχρέωση για την ενέργεια πράξης ή μια διαταγή παράλειψης ή αποχής από κάποια πράξη. Κατασχέσεις που έχουν διαταχθεί από το δικαστήριο ή άλλα ασφαλιστικά μέτρα μπορούν επίσης να εκτελεστούν. Η Εθνική Αρχή Εκτέλεσης της Φινλανδίας είναι μια υπηρεσία που υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και εκτελεί ανεξάρτητα και αμερόληπτα τα καθήκοντα εκτέλεσης που προβλέπονται από τον νόμο.

Εκτέλεση σε ζητήματα σχετικά με τη νομοθεσία περί ανηλίκων τέκνων

Σε ζητήματα σχετικά με τη νομοθεσία περί ανηλίκων τέκνων, η εκτέλεση αφορά την πραγμάτωση δικαστικών αποφάσεων, όπως με την παράδοση τέκνου. Εκτελεστό τίτλο μπορεί να αποτελέσει επίσης συμφωνία που έχει επικυρωθεί από τις κοινωνικές υπηρεσίες. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι στη Φινλανδία τα δικαιώματα προσωπικής επικοινωνίας είναι δικαιώματα του τέκνου και όχι του γονέα. Η εκτέλεση δικαστικής απόφασης σχετικής με την επιμέλεια και/ή τα δικαιώματα προσωπικής επικοινωνίας του τέκνου διέπεται από τον νόμο περί εκτέλεσης αποφάσεων σε υποθέσεις επιμέλειας τέκνων και δικαιωμάτων προσωπικής επικοινωνίας (Laki lapsen huoltoa ja tapaamisoikeutta koskevan päätöksen täytäntöönpanosta) (619/1996). Ο εν λόγω νόμος εφαρμόζεται επίσης στην εκτέλεση τυχόν προσωρινών διαταγών. Η εκτέλεση διενεργείται επίσης σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δικαστική ή άλλη απόφαση που εκδόθηκε στο εξωτερικό είναι εκτελεστή στη Φινλανδία δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου.

Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να εκτελέσει διαταγή σχετική με την επιμέλεια, εάν η σχετική απόφαση εκδόθηκε εντός των τελευταίων τριών μηνών. Σε διαφορετική περίπτωση, πρέπει να υποβληθεί στο δικαστήριο αίτηση για την έκδοση διαταγής εκτέλεσης. Το δικαστήριο μπορεί να απορρίψει αίτηση εκτέλεσης μόνο εάν η εκτέλεση αντίκειται στο συμφέρον του τέκνου. Κατά την εκτέλεση αποφάσεων που αφορούν την επιμέλεια, το δικαστήριο υποχρεώνει τον αντίδικο να παραδώσει το τέκνο στον αιτούντα υπό την απειλή χρηματικής ποινής. Εναλλακτικά, μπορεί να εκδοθεί απόφαση για την παραλαβή του τέκνου που συγκεκριμένη τοποθεσία. Κατά την εκτέλεση αποφάσεων που αφορούν το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας, ο αντίδικος υποχρεώνεται να επιτρέπει επισκέψεις και να λαμβάνει τα λοιπά μέτρα που διατάχθηκαν για την πραγματοποίηση των επισκέψεων.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Τα στοιχεία επικοινωνίας της Εθνικής Αρχής Εκτέλεσης της Φινλανδίας δημοσιεύονται στον ιστότοπό της Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα αγγλικά.

Στη Φινλανδία, οι δικαστικοί επιμελητές είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Οι αιτούντες δεν μπορούν να επιλέξουν την υπηρεσία εκτέλεσης ή τον δικαστικό επιμελητή που θα χειριστεί την υπόθεσή τους: η σειρά με την οποία διεκπεραιώνονται οι υποθέσεις αποφασίζεται υπηρεσιακά.

Τα καθήκοντα εκτέλεσης της Εθνικής Αρχής Εκτέλεσης της Φινλανδίας εκτελούνται από τις υπηρεσίες εκτέλεσης.

Οι περισσότερες υποθέσεις είσπραξης οφειλών διεκπεραιώνονται ηλεκτρονικά από την εθνική Υπηρεσία Συνήθων Διαδικασιών Εκτέλεσης, γεγονός που σημαίνει ότι στις περιπτώσεις αυτές δεν υπάρχει ανάγκη συνάντησης με τον οφειλέτη.

Οι πέντε περιφερειακές υπηρεσίες εκτέλεσης της Αρχής είναι αρμόδιες για την εκποίηση των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων και άλλα πιο απαιτητικά καθήκοντα εκτέλεσης στις αντίστοιχες περιφέρειές τους.

Η εθνική Υπηρεσία Ειδικών Διαδικασιών Εκτέλεσης διαχειρίζεται χρονοβόρα καθήκοντα εκτέλεσης που απαιτούν εκτεταμένες έρευνες. Συνεργάζεται στενά με άλλες αρχές και συμβάλλει στην καταπολέμηση της παραοικονομίας και του οικονομικού εγκλήματος.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 διαδικασία

Η διαδικασία εκτέλεσης αρχίζει όταν ο αιτών υποβάλλει αίτηση εκτέλεσης και, αν είναι αναγκαίο, επισυνάπτει αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου. Δεν προκαταβάλλεται από τον αιτούντα τέλος εκτέλεσης.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά τη διαδικασία υποβολής της αίτησης Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα αγγλικά.

Οι αιτήσεις εκτέλεσης μπορούν να υποβληθούν ηλεκτρονικά μέσω της ακόλουθης διαδικτυακής υπηρεσίας: Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://asiointi2.oikeus.fi/ulosotto/#/

Η αίτηση εκτέλεσης μπορεί επίσης να υποβληθεί μέσω παραδοσιακής γραπτής αίτησης ή ηλεκτρονικού μηνύματος:

Φινλανδοί αιτούντες:

Στα φινλανδικά: Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.ulosottolaitos.fi/fi/index/tietoaulosotosta/tietoavelkojalle/ulosotonhakeminen.html

Στα σουηδικά: Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.ulosottolaitos.fi/sv/index/informationomutsokningen/informationtillborgenarer/utsokningsansokan_1.html

Έντυπο αίτησης εκτέλεσης για αλλοδαπούς αιτούντες (στα αγγλικά): Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://oikeus.fi/en/index/oikeuslaitos/forms/enforcement.html

Αιτήσεις μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από το εξωτερικό: ulosotto.uo(at)oikeus.fi

Οδηγίες για την αποστολή ασφαλούς μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (στα αγγλικά): Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://oikeus.fi/en/index/oikeuslaitos/submittingdocuments.html

Οι δικαστικοί επιμελητές έχουν καθήκον να εκτελούν τις δικαστικές αποφάσεις και τους άλλους εκτελεστούς τίτλους που προβλέπονται από τον νόμο και δεν μπορούν να εξετάζουν το περιεχόμενό τους. Για να αρχίσει η διαδικασία εκτέλεσης, ο αιτών πρέπει να διαθέτει εκτελεστό τίτλο κατά την έννοια του νόμου ο οποίος να επιβάλλει στον καθ’ ου ορισμένη υποχρέωση. Οι δικαστικοί επιμελητές ελέγχουν ότι η οφειλή δεν έχει αποσβεστεί μετά την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου, για παράδειγμα λόγω εξόφλησης ή παραγραφής. Το δικαίωμα εξόφλησης των δικαιούχων εμπραγμάτων δικαιωμάτων (π.χ. υποθήκης) καλύπτεται από χωριστές διατάξεις.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Στις αστικές και τις εμπορικές υποθέσεις, η εκτέλεση βασίζεται συνήθως σε δικαστική απόφαση ή διαταγή τακτικού πολιτικού δικαστηρίου. Δεν χρειάζεται ειδική διαταγή εκτέλεσης από το δικαστήριο. Στα τακτικά πολιτικά δικαστήρια περιλαμβάνονται τα πρωτοδικεία (käräjäoikeus) και, σε δεύτερο βαθμό, τα εφετεία (hovioikeus) και, στη συνέχεια, το Ανώτατο Δικαστήριο (korkein oikeus). Εκτελεστό τίτλο μπορεί να αποτελέσει επίσης μια διαιτητική απόφαση. Στην πράξη, μία από τις σημαντικότερες αιτίες εκτέλεσης είναι οι συμβάσεις διατροφής που έχουν επικυρωθεί από δημοτική αρχή. Από την άλλη πλευρά, η Φινλανδία δεν αναγνωρίζει τις συμβάσεις μεταξύ ιδιωτών ως εκτελεστούς τίτλους.

Οι αποφάσεις που έχουν προσβληθεί με ένδικα μέσα μπορούν να εκτελεστούν εάν ο αιτών παράσχει την εγγύηση που ορίζει ο δικαστικός επιμελητής για οποιαδήποτε ζημία τυχόν προκληθεί στον καθ’ ου. Ωστόσο, δεν μπορεί να καταβληθεί στον αιτούντα οποιοδήποτε ποσό έως ότου τόσο ο εκτελεστός τίτλος όσο και τυχόν αποφάσεις περί κατάσχεσης στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου καταστούν τελεσίδικα.

Οι βασικές διατάξεις για την εκτελεστότητα αλλοδαπών αποφάσεων βρίσκονται στο δίκαιο της ΕΕ [π.χ. στον κανονισμό Βρυξέλλες Ι (αριθ. 44/2001) και στον κανονισμό Βρυξέλλες ΙΙα (αριθ. 2201/2003)] και στη σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων στις Βόρειες Χώρες. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διασυνοριακή εκτέλεση παρέχονται στον Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στα φινλανδικά, τα σουηδικά και τα αγγλικά.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Κατά την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης, αποστέλλεται στον οφειλέτη γνωστοποίηση διαδικασίας και εντολή πληρωμής. Αν ο οφειλέτης δεν πραγματοποιήσει την πληρωμή σύμφωνα με την εντολή και δεν επικοινωνήσει οικειοθελώς με την υπηρεσία εκτέλεσης σχετικά με την πληρωμή, η υπηρεσία εκτέλεσης θα ξεκινήσει έρευνα για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων και των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη βάσει των στοιχείων μητρώων.

Η διενέργεια ερευνών σε τράπεζες αποτελεί ουσιώδες τμήμα αυτού του ερευνητικού έργου. Συνήθως, κατάσχονται στα χέρια τρίτου τα εισοδήματα από την εργασία και τα κεφάλαια σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Αντί της παρακράτησης τμήματος του μισθού που καταβάλλεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, είναι επίσης δυνατή η κατάρτιση σχεδίου αποπληρωμής. Τα μέτρα για τη διακρίβωση των εισοδημάτων και των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, καθώς και τυχόν περαιτέρω έρευνες, ρυθμίζονται από τον νόμο. Οι δικαστικοί επιμελητές διαθέτουν ευρύ φάσμα δικαιωμάτων βάσει του νόμου, τα οποία τους παρέχουν πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την οικονομική κατάσταση των οφειλετών μέσω διαφόρων μητρώων. Οι δικαστικοί επιμελητές υποχρεούνται επίσης να αναζητούν περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον οφειλέτη. Τα μέτρα εκτέλεσης πρέπει να διενεργούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Για παράδειγμα, αν ο οφειλέτης λαμβάνει τακτικό εισόδημα, η πρώτη πληρωμή αποδεσμεύεται κατά κανόνα στον δανειστή εντός δύο περίπου μηνών από την έναρξη της διαδικασίας. Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ασκήσει ένδικα μέσα, αλλά η είσπραξη της πληρωμής δεν θα διακοπεί, παρ’ εκτός αν το διατάξει χωριστά το δικαστήριο.

Οι αιτήσεις είναι δυνατόν να αφορούν πλήρη ή περιορισμένη εκτέλεση. Οι δανειστές μπορούν επίσης να ζητήσουν από την Εθνική Αρχή Εκτέλεσης να παρακολουθεί οφειλή για διάστημα δύο ετών, μέσω της καταχώρισής της ως «παθητικής οφειλής», αν η είσπραξη της οφειλής δεν πραγματοποιήθηκε αμέσως. Δεν απαιτείται η πρόσληψη δικηγόρου ή νομικού συμβούλου για τους σκοπούς της εκτέλεσης.

Όλα τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη τα οποία δεν προστατεύονται ή δεν καλύπτονται από το δικαίωμα εξαίρεσης μπορούν να κατασχεθούν, όπως και τα δικαιώματα, οι εισπρακτέες οφειλές ή τα αντικείμενα με οικονομική αξία. Εάν ο δανειστής έχει υποβάλει αίτηση για περιορισμένη εκτέλεση, μπορούν να κατασχεθούν μόνο περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να διακριβωθούν από μητρώα και που δεν απαιτούν ρευστοποίηση. Σε περίπτωση που κατασχεμένα περιουσιακά στοιχεία χρειάζεται να ρευστοποιηθούν, πωλούνται συνήθως με αναγκαστική εκποίηση, η οποία κατά κανόνα ανακοινώνεται σε τοπικές εφημερίδες και στο διαδίκτυο.

Σύνδεσμοι προς ανακοινώσεις εκποιήσεων:

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://www.ulosottolaitos.fi/myynti-ilmoitukset/fi/index.html (στα φινλανδικά και τα σουηδικά)

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροhttps://huutokaupat.com/ulosotto/

Ο φινλανδικός νόμος περί αναγκαστικής εκτέλεσης (ulosottolaki) περιλαμβάνει επίσης ειδική διάταξη που ορίζει ότι ο αρμόδιος δικαστικός επιμελητής μπορεί να αποφασίσει να μη λάβει υπόψη τεχνητές διευθετήσεις σχετικά με περιουσιακά στοιχεία. Ο ισχυρισμός ότι τα περιουσιακά στοιχεία ανήκουν σε τρίτο δεν εμποδίζει την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων εάν:

  1. διαπιστώνεται ότι η θέση του τρίτου βασίζεται σε διευθετήσεις ως προς τα περιουσιακά στοιχεία ή άλλες διευθετήσεις με νομική μορφή που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική φύση ή τον πραγματικό σκοπό της υπόθεσης, λαμβανομένων υπόψη της συγκρίσιμης με αυτήν του ιδιοκτήτη εξουσίας του οφειλέτη, των συγκρίσιμων με αυτές του ιδιοκτήτη πράξεων του οφειλέτη, καθώς και των οφελών της διευθέτησης για τον οφειλέτη και των άλλων παρόμοιων στοιχείων, και
  2. η νομική μορφή χρησιμοποιείται σαφώς για να αποτραπεί η εκτέλεση ή για να διασφαλιστεί ότι οι δανειστές δεν μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στα περιουσιακά στοιχεία, και
  3. η οφειλή προς τον αιτούντα είναι άλλως απίθανο να ανακτηθεί από τον οφειλέτη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

Ωστόσο, διαδικασία κατάσχεσης δεν επιτρέπεται να εκτελεστεί εάν ο τρίτος που εμπλέκεται στη διευθέτηση αποδεικνύει σε εύλογο βαθμό ότι η κατάσχεση θα μπορούσε να προσβάλει γνήσια δικαιώματά του. Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να διαβουλεύεται με τον οφειλέτη και με τον τρίτο, καθώς και με τον αιτούντα, εάν είναι απαραίτητο, με τον κατάλληλο τρόπο, εκτός εάν κάτι τέτοιο καθιστά σημαντικά δυσχερέστερη την εκτέλεση.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Αν και η κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης έχει ορισμένα αποτελέσματα, σημαντικές έννομες συνέπειες επιφέρουν η κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη και η κατάσχεση στα χέρια τρίτου. Από τη στιγμή που περιουσιακά στοιχεία έχουν κατασχεθεί, ο οφειλέτης δεν μπορεί να καταστρέψει, να διαθέσει ή να επιβαρύνει τα κατασχεμένα περιουσιακά στοιχεία ή να λάβει άλλες αποφάσεις σχετικά με αυτά που επιφέρουν βλάβη του δανειστή. Κάθε πράξη που ενεργείται κατά παράβαση της εν λόγω απαγόρευσης δεν παράγει έννομα αποτελέσματα για τον δανειστή. Ωστόσο, ο καλόπιστος εκδοχέας ή τρίτος μπορεί να προστατεύεται. Οι δικαστικοί επιμελητές έχουν ευρεία πρόσβαση σε πληροφορίες όχι μόνο από τον οφειλέτη αλλά και από τρίτους, όπως τράπεζες. Μόλις τράπεζα πληροφορηθεί ότι τα κεφάλαια οφειλέτη έχουν δεσμευθεί, δεν επιτρέπεται να αποδεσμεύσει χρηματικά ποσά από τον τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε οποιονδήποτε εκτός από τον δικαστικό επιμελητή. Η καταβολή απαίτησης ή μισθών κατά παράβαση της εν λόγω απαγόρευσης συνιστά ποινικό αδίκημα.

Η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση της κυριότητας επί των σχετικών στοιχείων. Τα ποσά που εισπράττονται ως τίμημα της εκποίησης αποδίδονται στον αιτούντα το συντομότερο δυνατόν.

Περιουσιακά στοιχεία κατάσχονται μέχρι το ποσό που είναι αναγκαίο για την εξόφληση της οφειλής προς τον αιτούντα. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εκτέλεση ζητήθηκε από περισσότερους δανειστές ή τα κατασχεμένα περιουσιακά στοιχεία βαρύνονται π.χ. με υποθήκες, τα εισπραττόμενα ποσά διανέμονται μεταξύ των δανειστών κατά σειρά προτεραιότητας που ορίζεται στη νομοθεσία. Τα τέλη εκτέλεσης που είναι πληρωτέα στο κράτος βαρύνουν συνήθως τον οφειλέτη. Αν η απόπειρα εκτέλεσης αποτύχει, ο δανειστής θα πρέπει να καταβάλει ένα μικρό τέλος διεκπεραίωσης. Ομοίως, επιβάλλεται ένα τέλος στον δανειστή για το ποσό που εισπράττει. Τέλος δεν επιβάλλεται στις υποθέσεις διατροφής, οι δε αξιώσεις διατροφής είναι προνομιούχες. Οι καταβολές προς τον αιτούντα μπορεί να ποικίλλουν ανά μήνα, ανάλογα με τις διακυμάνσεις του εισοδήματος του οφειλέτη και το ύψος της οφειλής.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά τα τέλη εκτέλεσης Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα αγγλικά.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι δικαστικοί επιμελητές πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ταχύτητα και χωρίς περιττή καθυστέρηση. Αν ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ή εισοδήματα που να μπορούν να κατασχεθούν στα χέρια του ή στα χέρια τρίτου, η υπόθεση επιστρέφεται στον δανειστή ως άκαρπη για έναν από τους ακόλουθους λόγους: έλλειψη περιουσιακών στοιχείων, έλλειψη περιουσιακών στοιχείων και άγνωστο ή άλλο εμπόδιο είσπραξης, που προσδιορίζεται συγκεκριμένα. Στις περιπτώσεις αυτές, οι πληροφορίες για τα εισοδήματα και τα περιουσιακά στοιχεία πρέπει πάντοτε να αντλούνται με χρήση των κύριων μητρώων. Η διαδικασία εκτέλεσης λήγει, αλλά ο δανειστής μπορεί να ζητήσει την επανέναρξη της εκτέλεσης σε μεταγενέστερη ημερομηνία και, στην περίπτωση αυτή, η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη ερευνάται εκ νέου. Για παράδειγμα, ο αιτών μπορεί να ζητήσει την εκτέλεση απόφασης με την υποβολή νέας εμπρόθεσμης αίτησης, προκειμένου να πετύχει κατάσχεση στα χέρια τρίτου από πηγή όπως η επιστροφή φόρου του οφειλέτη στο τέλος του έτους. Ο αιτών μπορεί επίσης να ζητήσει την καταχώριση της οφειλής ως «παθητικής οφειλής». Αν, στο πλαίσιο της διερεύνησης άλλης υπόθεσης, διαπιστωθεί ότι ο οφειλέτης διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ή εισοδήματα που μπορούν να κατασχεθούν ή αν ο οφειλέτης πρόκειται να λάβει επιστροφή φόρου, η οφειλή που έχει καταχωριστεί ως «παθητική οφειλή» θα ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της διαδικασία εκτέλεσης. Η καταχώριση «παθητικής οφειλής» παραμένει σε ισχύ για δύο έτη από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού περί εμποδίου στην εκτέλεση.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Τα μέτρα εκτέλεσης και οι αποφάσεις των δικαστικών επιμελητών μπορούν να προσβληθούν από οποιονδήποτε του οποίου τα δικαιώματα προσβάλλονται από το οικείο μέτρο ή την οικεία απόφαση. Η προσφυγή ασκείται ενώπιον του πρωτοδικείου. Η προθεσμία προσφυγής είναι τρεις εβδομάδες και υπολογίζεται συνήθως από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ή από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση κοινοποιήθηκε στον ενδιαφερόμενο.

Η άσκηση προσφυγής κατά κανόνα δεν διακόπτει τη διαδικασία εκτέλεσης, εκτός εάν το δικαστήριο ορίσει διαφορετικά. Αν η προσφυγή γίνει δεκτή, το δικαστήριο εξαφανίζει ή τροποποιεί την απόφαση του δικαστικού επιμελητή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν επίσης να διορθώσουν μόνοι τους προφανή σφάλματα.

Αν για να ληφθεί απόφαση επί ισχυρισμού ή απαίτησης που προβάλλεται σε σχέση με την εκτέλεση απαιτείται εκτενής διεξαγωγή προφορικής απόδειξης, η υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί στο δικαστήριο (διαφορά αναγκαστικής εκτέλεσης).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Η νομοθεσία προβλέπει περιορισμούς στην εκτέλεση, για παράδειγμα για κοινωνικούς λόγους. Δεν είναι δυνατή η κατάσχεση στα χέρια τρίτου ορισμένων κοινωνικών παροχών. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, εξαιρούνται από την κατάσχεση ορισμένα πράγματα, παροχές και δικαιώματα που προβλέπονται χωριστά από τον νόμο. Επιπλέον, περιουσιακά στοιχεία δεν επιτρέπεται να κατασχεθούν αν, λαμβανομένης υπόψη της αξίας τους και των άλλων περιστάσεων, ο αιτών ή οι αιτούντες θα αποκόμιζαν αμελητέο ποσό μετά την αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης, της αμοιβής του δικαστικού επιμελητή και των οφειλών που βαρύνουν τα περιουσιακά στοιχεία.

Το εκ του νόμου προστατευόμενο τμήμα του εισοδήματος και των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη στις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης και στα σχέδια αποπληρωμής. Πρόκειται για το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης. Γενικά, δεν επιτρέπεται η κατάσχεση άνω του ενός τρίτου του καθαρού μισθού του οφειλέτη. Τα καθορισμένα προστατευόμενα τμήματα του εισοδήματος και των περιουσιακών στοιχείων, με συναφή παραδείγματα, δημοσιεύονται στον ιστότοπο της Εθνικής Αρχής Εκτέλεσης της Φινλανδίας Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα αγγλικά.

Οι εκτελεστοί τίτλοι, όταν έχει επιβληθεί υποχρέωση πληρωμής σε βάρος φυσικού προσώπου, παραμένουν εκτελεστοί για 15 έτη (αποσβεστική προθεσμία εκτελεστού τίτλου). Η προθεσμία αυτή είναι 20 έτη αν ο δανειστής που προσδιορίζεται στον εκτελεστό τίτλο είναι φυσικό πρόσωπο ή αν η αξίωση βασίζεται σε αξιόποινη πράξη για την οποία ο οφειλέτης καταδικάστηκε σε φυλάκιση ή παροχή κοινωφελούς εργασίας.

Η προθεσμία παραγραφής για τις χρηματικές οφειλές που βασίζονται σε σύμβαση με φυσικό πρόσωπο είναι 20 ή 25 έτη. Η προθεσμία αυτή εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ή όχι τίτλος για την είσπραξη της αξίωσης. Η διάταξη εφαρμόζεται μόνο στις χρηματικές οφειλές φυσικών προσώπων. Οι χρηματικές οφειλές παραγράφονται το αργότερο 20 έτη από την ημερομηνία κατά την οποία η οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσμη. Η προθεσμία παραγραφής είναι 25 έτη αν ο δανειστής είναι φυσικό πρόσωπο.

Αν φυσικό πρόσωπο έχει επίσης τίτλο για την είσπραξη χρηματικής αξίωσης βάσει σύμβασης, η προθεσμία παραγραφής υπολογίζεται με βάση την προθεσμία που λήγει πρώτη.

Δικαστική απόφαση ή άλλος εκτελεστός τίτλος δεν μπορεί να εκτελεστεί αν το δικαίωμα που παρέχεται με αυτόν έχει μεταγενέστερα αποσβεστεί λόγω εξόφλησης, παραγραφής ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο.

Για περισσότερες πληροφορίες:

Ιστότοπος της Εθνικής Αρχής Εκτέλεσης της Φινλανδίας Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροστα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα αγγλικά.

Ιστότοπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης — Εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές υποθέσεις: Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΣτα φινλανδικά, Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα αγγλικά

Κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυρο στα φινλανδικά και Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σουηδικά

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 08/12/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Σουηδία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης (utsökningsbalken)

Η αναγκαστική εκτέλεση συνίσταται στην επιβολή, από εκτελεστική αρχή, της συμμόρφωσης με υποχρέωση η οποία αποτελεί απόφαση δικαστηρίου ή άλλου οργάνου. Η αναγκαστική εκτέλεση σχετίζεται γενικά με υποχρέωση καταβολής χρηματικού ποσού ή αλλαγής κατοικίας. Άλλος τύπος αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η μεσεγγύηση ή άλλα ασφαλιστικά μέτρα.

Η αναγκαστική εκτέλεση που συνδέεται με υποχρέωση πληρωμής εφαρμόζεται μέσω κατάσχεσης. Η κατάσχεση επιτρέπει τη δήμευση περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη. Αν η υποχρέωση απαιτεί από ένα πρόσωπο να αλλάξει, π.χ., κατοικία, η εκτέλεση εφαρμόζεται μέσω έξωσης. Διαφορετικά, η αναγκαστική εκτέλεση λαμβάνει συνήθως τη μορφή διαταγής της αρμόδιας για την εκτέλεση αρχής προς το πρόσωπο κατά του οποίου ζητήθηκε η αναγκαστική εκτέλεση προκειμένου να προβεί σε ενέργεια ή να συμμορφωθεί με δικαστική εντολή ή με άλλη απόφαση. Η αρμόδια για την εκτέλεση αρχή είναι δυνατό να επιβάλει πρόστιμο.

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων (föräldrabalken)

Η αναγκαστική εκτέλεση δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων σχετίζεται με πρακτικά μέτρα εφαρμογής τα οποία απορρέουν από απόφαση ή συμφωνία για την επιμέλεια, τον τόπο κατοικίας, την επικοινωνία ή την παράδοση παιδιών. Το δικαστήριο που αποφασίζει για την αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να επιβάλει πρόστιμο ή να διατάξει αστυνομική κράτηση. Οι ίδιοι κανόνες σχετικά με την αναγκαστική εκτέλεση ισχύουν επίσης κατά την επιβολή αποφάσεων αλλοδαπών δικαστηρίων δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου (κανονισμός «Βρυξέλλες ΙΙ»), αν η αναγκαστική εκτέλεση αφορά το πρόσωπο του τέκνου. Ωστόσο, αν η αναγκαστική εκτέλεση αφορά την περιουσία ή τα δικαστικά έξοδα του τέκνου, εφαρμογή έχει ο κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Την αναγκαστική εκτέλεση αναλαμβάνει η σουηδική Υπηρεσία Αναγκαστικής Εκτέλεσης (Kronofogdemyndigheten). Η Υπηρεσία Αναγκαστικής Εκτέλεσης αποφασίζει, επομένως, π.χ. περί κατάσχεσης. Ένας ανώτερος υπάλληλος αναγκαστικής εκτέλεσης αναλαμβάνει τη γενική νομική ευθύνη για το μέτρο, ενώ οι πρακτικές πτυχές της εκτέλεσης διεκπεραιώνονται από άλλους υπαλλήλους (διαχειριστές αναγκαστικής εκτέλεσης).

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Για την εφαρμογή μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης, πρέπει να υπάρχει απόφαση ή άλλος εκτελεστός τίτλος.

Οι ακόλουθοι εκτελεστοί τίτλοι είναι δυνατό να αποτελέσουν βάση για αναγκαστική εκτέλεση:

  • απόφαση, ετυμηγορία ή διαταγή δικαστηρίου,
  • διακανονισμός που έχει επικυρωθεί από δικαστήριο ή συμφωνία διαμεσολάβησης η οποία έχει κηρυχθεί εκτελεστή από δικαστήριο,
  • εγκεκριμένη διαταγή ποινικής κύρωσης, εγκεκριμένη δικαστική εντολή πληρωμής ή εγκεκριμένη διαταγή καταβολής προστίμου για παράβαση κανονισμών,
  • απόφαση διαιτησίας,
  • γραπτή δέσμευση, παρουσία δύο μαρτύρων, με αντικείμενο την πληρωμή εξόδων διατροφής δυνάμει του κώδικα περί γάμου (äktenskapsbalken) και του κώδικα τέκνων και γονέων (föräldrabalken),
  • απόφαση διοικητικής αρχής η οποία εκτελείται δυνάμει ειδικής διάταξης,
  • έγγραφο το οποίο είναι εκτελεστό βάσει ειδικής διάταξης,
  • ετυμηγορία ή απόφαση της Υπηρεσίας Αναγκαστικής Εκτέλεσης σχετικά με διαταγή πληρωμής ή συνδρομή κατά την εκτέλεση, και ευρωπαϊκές διαταγές πληρωμής οι οποίες έχουν κηρυχθεί εκτελεστές από την Υπηρεσία Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Μετά την έκδοση του εκτελεστού  τίτλου, δεν χρειάζεται περαιτέρω απόφαση δικαστηρίου ή άλλης αρχής για να κινηθεί η διαδικασία εκτέλεσης.

Σημαντικό μέρος των καθηκόντων της Υπηρεσίας Αναγκαστικής Εκτέλεσης συνίσταται στη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Ο οφειλέτης καλείται να παράσχει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του και να επιβεβαιώσει εγγράφως ή με κατάθεση, υπό την απειλή ποινικής δίωξης, ότι οι πληροφορίες που έχει παράσχει είναι ορθές. Η αρχή μπορεί επίσης να διατάξει τον οφειλέτη να παράσχει τις εν λόγω πληροφορίες επί ποινή προστίμου. Το πρόστιμο αποφασίζεται από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατόπιν αιτήματος της Υπηρεσίας Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Η αίτηση για αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να γίνεται προφορικά ή εγγράφως. Για την υποβολή προφορικού αιτήματος ο αιτών (επισπεύδων, το πρόσωπο που ζητεί την αναγκαστική εκτέλεση) πρέπει να παρουσιαστεί ενώπιον της Υπηρεσίας Αναγκαστικής Εκτέλεσης. Η έγγραφη αίτηση πρέπει να υπογράφεται από τον αιτούντα ή τον εκπρόσωπό του.

Οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται το Δημόσιο στις υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης (διοικητικές δαπάνες) καλύπτονται από τέλη (τέλη αναγκαστικής εκτέλεσης). Οι διοικητικές δαπάνες επιβαρύνουν συνήθως τον εναγόμενο στην υπόθεση (τον αντίδικο του αιτούντα) όταν εφαρμόζεται αναγκαστική εκτέλεση, όπου αυτό είναι εφικτό. Ωστόσο, ο αιτών είναι γενικά υπόχρεος έναντι του Δημοσίου για τις δαπάνες. Υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα για την υποχρέωση του αιτούντα, όπως, π.χ., οι περισσότερες αιτήσεις διατροφής.

Ως γενικός κανόνας, υπάρχει βασικό τέλος για κάθε εκτελεστό τίτλο βάσει του οποίου επιδιώκεται αναγκαστική εκτέλεση. Σε υπόθεση αναγκαστικής εκτέλεσης για απαίτηση βάσει του ιδιωτικού δικαίου, το βασικό τέλος ανέρχεται σε 600 SEK.

Άλλες ενδεχόμενες χρεώσεις είναι οι αμοιβές εκπόνησης, οι προμήθειες εκποίησης και ειδικά τέλη.

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων

Η αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να βασίζεται σε απόφαση δικαστηρίου κοινής δικαιοδοσίας σχετικά με την επιμέλεια, τον τόπο κατοικίας, την επικοινωνία ή την παράδοση τέκνων. Μπορεί επίσης να βασίζεται σε συμφωνία σχετικά με την επιμέλεια, τον τόπο κατοικίας ή την επικοινωνία η οποία συνάπτεται από τους γονείς και εγκρίνεται από το συμβούλιο κοινωνικής πρόνοιας. Αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων μπορούν επίσης να εκτελούνται στη Σουηδία, π.χ. απόφαση που είναι εκτελεστή δυνάμει του κανονισμού «Βρυξέλλες ΙΙ».

Οι αποφάσεις αναγκαστικής εκτέλεσης λαμβάνονται από τα πρωτοδικεία. Οι αιτήσεις για αναγκαστική εκτέλεση κατατίθενται συνήθως στο πρωτοδικείο του τόπου κατοικίας του τέκνου. Αν το τέκνο δεν είναι κάτοικος Σουηδίας, η αίτηση πρέπει να κατατεθεί στο πρωτοδικείο της Στοκχόλμης (Stockholms tingsrätt).

Η αίτηση μπορεί, π.χ., να κατατεθεί από γονέα με τον οποίο πρόκειται να κατοικήσει ή να έχει επικοινωνία το τέκνο.

Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, το δικαστήριο μπορεί να απευθύνει ειδική εντολή σε υπάλληλο των υπηρεσιών πρόνοιας προκειμένου να προσπαθήσει να πείσει το πρόσωπο που έχει την ευθύνη του τέκνου να συμμορφωθεί οικειοθελώς με όσα προβλέπονται στην απόφαση ή τη συμφωνία. Αν η κατάσταση είναι πιεστική, το δικαστήριο ή η αστυνομική αρχή μπορεί να αποφασίσουν ότι πρέπει άμεσα να ληφθεί μέριμνα για το τέκνο. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει πρόστιμο ή να διατάξει αστυνομική κράτηση για την εφαρμογή της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Δεν υπάρχει τέλος για τις αιτήσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων. Ο ένας διάδικος μπορεί, ωστόσο, να υποχρεωθεί να πληρώσει τις δαπάνες του έτερου διαδίκου στην υπόθεση. Διάδικος που υπέβαλε το Δημόσιο σε δαπάνες για την παραλαβή ή τη φροντίδα του τέκνου μπορεί να υποχρεωθεί να καταβάλει τις εν λόγω δαπάνες.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκύψουν εμπόδια στην εκτέλεση. Αυτό συμβαίνει, π.χ., όταν ο εκτελεστός τίτλος είναι τόσο ασαφής ώστε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την εκτέλεση.

Ένα άλλο σενάριο είναι όταν το πρόσωπο που καλείται να συμμορφωθεί με απόφαση αρνείται την υποχρέωση που επιβάλλεται από την εν λόγω απαίτηση, π.χ. να καταβάλει δεδομένο ποσό.

Άλλη περίπτωση είναι όταν το πρόσωπο που καλείται να συμμορφωθεί προβάλλει ανταπαίτηση κατά του αιτούντα, όταν δηλαδή καταθέτει ένσταση συμψηφισμού. Ο συμψηφισμός συνιστά εμπόδιο για την εκτέλεση αν η υπηρεσία αναγκαστικής εκτέλεσης διαπιστώσει ότι η ανταγωγή κατατέθηκε μέσω έγκυρου εκτελεστού τίτλου ή βασίζεται σε γραπτό πιστοποιητικό απαίτησης.

Αν ο οφειλέτης ισχυριστεί ότι κάποιο άλλο θέμα μεταξύ των διαδίκων αποτελεί εμπόδιο για την εκτέλεση και ότι η ένσταση δεν μπορεί να απορριφθεί ασυζητητί, η εκτέλεση μπορεί επίσης να μην εφαρμοστεί. Ένα τέτοιο παράδειγμα μπορεί να είναι οι ενστάσεις για προθεσμία παραγραφής.

Αν ο εκτελεστός τίτλος ανακληθεί από δικαστήριο, η εκτέλεση πρέπει να διακοπεί πάραυτα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, το δικαστήριο μπορεί επίσης να διατάξει τη λήξη μιας υπό εξέλιξη διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης (τη λεγόμενη αναστολή).

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων

Θεωρείται γενικά δεδομένο ότι αυτό που ορίζεται σε μια απόφαση ή συμφωνία υπηρετεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το συμφέρον του τέκνου. Το δικαστήριο δεν μπορεί να επανεξετάσει την απόφαση ή τη συμφωνία στο πλαίσιο της επανεξέτασης της εκτέλεσης, και η βασική εναλλακτική λύση είναι να επιτευχθεί οικειοθελής συμμόρφωση. Αν απαιτείται λήψη υποχρεωτικού μέτρου, η επιβολή προστίμου είναι η πιο πιθανή επιλογή. Η φυσική παραλαβή μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον ως έσχατη λύση.

Μπορεί ενίοτε να προκύψουν άλλα εμπόδια στην αναγκαστική εκτέλεση, όπως, π.χ. όταν το τέκνο είναι άρρωστο.

Αν το τέκνο έχει φτάσει σε τέτοια ηλικία και επίπεδο ωριμότητας ώστε οι επιθυμίες του να πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, δεν πρέπει να επιβάλλεται αναγκαστική εκτέλεση παρά τη θέληση του τέκνου, εκτός εάν το δικαστήριο κρίνει ότι αυτό υπηρετεί καλύτερα το συμφέρον του τέκνου. Το δικαστήριο πρέπει επίσης να απορρίπτει μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όταν είναι καταφανές ότι έρχονται σε αντίθεση με το συμφέρον του τέκνου.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Για να κατασχεθεί περιουσιακό στοιχείο, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Το περιουσιακό στοιχείο πρέπει

  • να ανήκει στον οφειλέτη
  • να είναι μεταβιβάσιμο
  • να έχει κάποια χρηματική αξία.

Η κατάσχεση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τη διεκδίκηση περιουσιακών στοιχείων κάθε είδους. Οι κανόνες για την πραγματική κυριότητα εφαρμόζονται γενικά μόνο στα φυσικά πρόσωπα. Τόσο η ακίνητη όσο και η κινητή περιουσία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης.

Ως κινητή περιουσία νοούνται όχι μόνον τα προσωπικά αντικείμενα (δηλαδή αυτοκίνητα, σκάφη και άλλα είδη) αλλά και περιουσιακά στοιχεία (π.χ. πιστωτικά υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών) και δικαιώματα διαφόρων ειδών (π.χ. δικαιώματα εκμετάλλευσης ή μερίδια σε κληρονομία θανόντος).

Εισοδήματα προερχόμενα από εργασία, συντάξεις, κλπ. μπορεί επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης.

Ορισμένα περιουσιακά στοιχεία δεν μπορούν να κατασχεθούν. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της πραγματικής κυριότητας. Οι κανόνες για την πραγματική κυριότητα εφαρμόζονται γενικά μόνο στα φυσικά πρόσωπα. Η πραγματική κυριότητα αναφέρεται, π.χ., σε

  • ενδύματα και άλλα είδη προσωπικής χρήσης του οφειλέτη, σεβαστής αξίας,
  • έπιπλα, οικιακές συσκευές και άλλο εξοπλισμό που είναι απαραίτητος για τη λειτουργία και συντήρηση μιας οικίας,
  • εργαλεία και άλλο εξοπλισμό που είναι αναγκαίος για τον βιοπορισμό ή την επαγγελματική κατάρτιση του οφειλέτη,
  • προσωπικά αντικείμενα όπως μετάλλια και αθλητικά τρόπαια τα οποία έχουν τόσο μεγάλη προσωπική αξία για τον οφειλέτη που η κατάσχεσή τους δεν θα ήταν εύλογη.

Είναι επίσης δυνατή η προστασία περιουσιακών στοιχείων από κατάσχεση δυνάμει ειδικών κανονισμών. Αυτό μπορεί να ισχύει, π.χ. για τις αποζημιώσεις.

Η κατάσχεση εισοδημάτων που προέρχονται από εργασία είναι δυνατή μόνο πέραν και άνω του ποσού που χρειάζεται ο οφειλέτης για να συντηρηθεί ο ίδιος και η οικογένειά του.

Από αυτή την άποψη, ορισμένες απαιτήσεις έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων. Απαίτηση που σχετίζεται με την καταβολή διατροφής προηγείται έναντι άλλων απαιτήσεων.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Μετά την κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου, ο οφειλέτης δεν έχει όπως πρώτα τον έλεγχο του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου. Ο οφειλέτης δεν μπορεί να κάνει χρήση του περιουσιακού στοιχείου εις βάρος του αιτούντα μέσω μεταβίβασης ή με άλλο τρόπο εκτός εάν το έχει επιτρέψει η Αρχή Αναγκαστικής Εκτέλεσης για συγκεκριμένους λόγους και αφού συμβουλευθεί τον αιτούντα.

Όποιος χρησιμοποιεί παρανόμως περιουσιακό στοιχείο που έχει κατασχεθεί μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με ποινικές κυρώσεις.

Μια απόφαση κατάσχεσης εκχωρεί δικαιώματα προτεραιότητας επί του περιουσιακού στοιχείου.

Σε υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης, πρέπει να δηλώνεται από τρίτους αν ο οφειλέτης έχει απαιτήσεις ή άλλες δοσοληψίες μαζί τους οι οποίες θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για την εκτίμηση του βαθμού στον οποίο ο οφειλέτης διαθέτει κατασχέσιμη περιουσία. Υποχρέωση γνωστοποίησης έχουν επίσης τρίτοι οι οποίοι έχουν στην κατοχή τους περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη μέσω, π.χ., εμπράγματης ασφάλειας ή κατάθεσης. Μια τράπεζα οφείλει, π.χ., να παράσχει λεπτομέρειες σχετικά με τραπεζικούς λογαριασμούς, θυρίδες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη τα οποία φυλάσσονται στην τράπεζα. Υποχρέωση γνωστοποίησης έχουν επίσης οι συγγενείς και φίλοι του οφειλέτη.

Μπορεί να ζητηθούν πληροφορίες από τρίτους προφορικά ή γραπτώς και, αν χρειαστεί, μπορεί να κληθούν για κατάθεση. Είναι δυνατό να υποχρεωθούν σε συμμόρφωση επί ποινή προστίμου ή φυλάκισης.

Η κατασχεθείσα περιουσία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκποίησης από την Αρχή Αναγκαστικής Εκτέλεσης. Η αναγκαστική εκποίηση γίνεται συνήθως μέσω πλειστηριασμών, αλλά μπορεί ενίοτε να γίνει με ιδιωτικό διακανονισμό.

Τα χρηματικά ποσά που εισπράττονται σε περιπτώσεις αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να αναφέρονται και να καταβάλλονται στον αιτούντα το ταχύτερο δυνατό.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Δεν υπάρχει ανώτατο χρονικό όριο όσον αφορά την ισχύ μιας απόφασης κατάσχεσης. Η νομοθεσία θεωρεί, ωστόσο, ότι η κατασχεθείσα περιουσία εκποιείται χωρίς καθυστέρηση, βλέπε παράγραφο 3.2.

Ει δυνατόν, η έξωση πρέπει να λαμβάνει χώρα εντός τεσσάρων εβδομάδων από την παραλαβή των αναγκαίων εγγράφων από την Αρχή Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων

Οι αποφάσεις αναγκαστικής εκτέλεσης τίθενται αμέσως σε ισχύ εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό. Έχουν εφαρμογή μέχρι να υπάρξει άλλη απόφαση. Η διαταγή πληρωμής προστίμου αναφέρει κανονικά ότι μια πράξη πρέπει να εκτελεστεί εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, όταν, π.χ. το τέκνο πρέπει να παραδοθεί στον αιτούντα. Οι αποφάσεις αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση με την επικοινωνία ορίζουν συνήθως το πρόγραμμα επικοινωνίας και κανονικά εκτείνονται στους αμέσως επόμενους μήνες.

Μια απόφαση επί του αντικειμένου της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν εμποδίζει την εξέταση νέας αίτησης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα αναγκαστικής εκτέλεσης

Οι αποφάσεις της Αρχής Αναγκαστικής Εκτέλεσης είναι γενικά εφέσιμες. Η έφεση κατά πρωτοβάθμιου δικαστηρίου πρέπει να υποβάλλεται στην Αρχή Αναγκαστικής Εκτέλεσης.

Το πρόσωπο το οποίο θίγεται από την απόφαση μπορεί να υποβάλει αίτηση κατά της απόφασης της Αρχής Αναγκαστικής Εκτέλεσης εάν η απόφαση στρέφεται εναντίον του. Οι αποφάσεις κατάσχεσης εισοδημάτων από εργασία είναι εφέσιμες χωρίς συγκεκριμένο χρονικό περιορισμό. Οι αποφάσεις κατάσχεσης άλλων περιουσιακών στοιχείων είναι εφέσιμες εντός τριών εβδομάδων από την επίδοσή τους. Τρίτα πρόσωπα μπορούν να υποβάλουν έφεση κατά της εν λόγω κατάσχεσης χωρίς συγκεκριμένο χρονικό περιορισμό.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι δεν πρέπει προς το παρόν να ληφθούν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης (η λεγόμενη αναστολή) ή, αν διαπιστώσει ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι, ότι πρέπει να ανακληθούν μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί.

Υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει του κώδικα τέκνων και γονέων

Η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου περί αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να κριθεί στο εφετείο. Οι εφέσεις πρέπει να συντάσσονται εγγράφως και να κατατίθενται στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Η προθεσμία για άσκηση έφεσης ορίζεται στις τρεις εβδομάδες.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Ο κώδικας αναγκαστικής εκτέλεσης περιέχει διατάξεις που περιορίζουν τη δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης, π.χ. για την προστασία του πιστωτή. Σε περιορισμένο βαθμό, ο οφειλέτης μπορεί να αποτρέψει την εφαρμογή της εκτέλεσης υποβάλλοντας ένσταση, π.χ. επειδή έχει μεσολαβήσει παραγραφή. Τα συνηθέστερα παραδείγματα περιορισμών στην αναγκαστική εκτέλεση συνίστανται στην εξαίρεση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων από την κατάσχεση εν είδει μέριμνας για τις ανάγκες του οφειλέτη. Η κατάσχεση υλικών αγαθών μπορεί, π.χ., να εξαιρεί το λεγόμενο «ευεργέτημα» («μη κατασχέσιμη περιουσία»), π.χ. διαμέρισμα που αποτελεί τη μόνιμη κατοικία του οφειλέτη και χρηματικά ποσά τα οποία χρειάζεται ο οφειλέτης για την άμεση συντήρησή του. Η κατάσχεση εισοδημάτων από εργασία θα εξαιρεί ένα «αποθεματικό» για την κάλυψη των τακτικών δαπανών διαβίωσης και των δαπανών στέγασης του οφειλέτη.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/12/2020

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Αγγλία και Ουαλία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Αναγκαστική εκτέλεση είναι οι ενέργειες που διατάσσονται από το δικαστήριο και υποχρεώνουν τους καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτες να συμμορφωθούν με τις διαταγές του δικαστηρίου.

Στο πλαίσιο του νομικού συστήματος της Αγγλίας και της Ουαλίας η επιλογή της μεθόδου εκτέλεσης εναπόκειται πλήρως στον επισπεύδοντα δανειστή.

Κατά την επιλογή της μεθόδου εκτέλεσης ο δανειστής πρέπει να λάβει υπόψη αν:

  • υπάρχει πιθανότητα να εισπράξει το χρηματικό ποσό και τα δικαστικά έξοδα από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης οφείλει χρήματα σε άλλα πρόσωπα ή έχουν εκδοθεί σε βάρος του άλλες αποφάσεις του county court (πρωτοβάθμιου πολιτικού περιφερειακού δικαστηρίου)
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης έχει στην κυριότητά του κινητά πράγματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία μπορούν να κατασχεθούν και να πωληθούν σε πλειστηριασμό
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης εργάζεται
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης έχει άλλα εισοδήματα, όπως εισόδημα από επενδύσεις
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης διαθέτει τραπεζικό λογαριασμό, λογαριασμό στεγαστικού ταμιευτηρίου ή άλλο λογαριασμό
  • ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης έχει στην κυριότητά του ακίνητα (κατοικία) ή
  • άλλο πρόσωπο οφείλει χρήματα στον ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη.

Ακολουθούν πληροφορίες σχετικά με τα διαφορετικά είδη των μέτρων εκτέλεσης. Ο επισπεύδων δανειστής θα πρέπει να επιλέξει το μέτρο το οποίο είναι πιο πιθανό να του εξασφαλίσει την είσπραξη της οφειλής.

Το δικαστήριο δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο επισπεύδων δανειστής θα εισπράξει την οφειλή, ενώ καταβάλλονται δικαστικά έξοδα για κάθε μέτρο που λαμβάνεται. Παρόλο που το δικαστήριο προσθέτει τα δικαστικά έξοδα στο ποσό που οφείλεται ήδη από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, το δικαστήριο δεν μπορεί να επιστρέψει στον δανειστή ό,τι κατέβαλε, αν αυτός δεν λάβει τα χρήματα από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Περισσότερες πληροφορίες διατίθενται στο φυλλάδιο σχετικά με τις διαδικασίες εκτέλεσης (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροleaflet on enforcement procedures).

Γενικές πληροφορίες για τον δανειστή παρέχονται στον οδηγό Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροMake a Court Claim for Money (Άσκηση αγωγής για χρηματικό ποσό).

Γενικές πληροφορίες για τον οφειλέτη παρέχονται στους εξής οδηγούς:

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροCounty court judgments for debt (Αποφάσεις πρωτοβάθμιων πολιτικών περιφερειακών δικαστηρίων για χρέη)

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροRespond to a court claim for money (Απάντηση σε αγωγή για χρηματικό ποσό)

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροMake a Court Claim for Money (Άσκηση αγωγής για χρηματικό ποσό)

Τα διαφορετικά είδη μεθόδων εκτέλεσης είναι:

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων (taking control of goods) [παλαιότερα γνωστή ως κατάσχεση/εκτέλεση (distraint/execution)]

Η κατάσχεση κινητών πραγμάτων για την πιθανή αφαίρεση και πώληση σε πλειστηριασμό με σκοπό την εξόφληση της επιδικασθείσας οφειλής.

Για τη διενέργεια εκτέλεσης με κατάσχεση κινητών πραγμάτων απαιτείται η υποβολή αίτησης στο δικαστήριο για την έκδοση εντάλματος κατάσχεσης (warrant of control). Η έκδοση του εντάλματος είναι πρόσφορη μόνο αν ο οφειλέτης έχει:

  • αρκετά κινητά πράγματα στη διεύθυνση που έδωσε ο επισπεύδων δανειστής τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν προς πώληση σε πλειστηριασμό με σκοπό την είσπραξη χρηματικών ποσών ή
  • ολόκληρο το ποσό των χρημάτων που ορίζει το ένταλμα (ούτως ώστε να μην πουληθούν περιουσιακά στοιχεία).

Για την έκδοση εντάλματος από το δικαστήριο, ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης πρέπει:

  • να μην έχει καταβάλει το ποσό το οποίο διατάχθηκε να καταβάλει ή
  • να έχει καθυστερήσει τουλάχιστον μία εκ των καταβολών στις οποίες οφείλει να προβεί.

Οι δικαστικοί επιμελητές δεν έχουν πάντοτε τη δυνατότητα να αφαιρέσουν και να πωλήσουν τα κινητά πράγματα του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Για παράδειγμα, δεν μπορούν να αφαιρέσουν απαραίτητα είδη οικιακής χρήσης και επαγγελματικά εργαλεία ή κινητά πράγματα τα οποία αποτελούν το αντικείμενο συμβάσεων αγοράς με δόσεις ή μίσθωσης. Ο δικαστικός επιμελητής δεν δύναται να κατασχέσει κινητά πράγματα του οφειλέτη αν η χρηματική αξία τους, μετά την αφαίρεση των εξόδων κατάσχεσης και πώλησής τους, δεν δικαιολογεί την πώλησή τους για την εξόφληση του αναφερόμενου στο ένταλμα ποσού. Τα κινητά πράγματα που διατίθενται προς πώληση σε πλειστηριασμό συχνά πωλούνται έναντι μέρους μόνο της αρχικής τους αξίας. Επιπλέον, τα κινητά πράγματα του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη ενδέχεται επίσης να έχουν ήδη κατασχεθεί από δικαστικούς επιμελητές που ενεργούν βάσει άλλου εντάλματος.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα εντάλματα κατάσχεσης παρέχονται στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

Διαταγή κατάσχεσης μισθού (attachment of earnings order)

Με την εν λόγω μέθοδο εκτέλεσης, εκδίδεται διαταγή βάσει της οποίας παρακρατείται ένα σταθερό ποσό από τα ημερομίσθια ή τον μισθό του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη σε τακτική βάση κατά την ημέρα καταβολής τους και αποδίδεται απευθείας στον επισπεύδοντα δανειστή.

Προκειμένου να εκδοθεί διαταγή κατάσχεσης μισθού, ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης πρέπει να απασχολείται από κάποιον εργοδότη. Η διαταγή δεν μπορεί να εκδοθεί αν ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης είναι άνεργος ή αυτοαπασχολούμενος. Επίσης, ενδέχεται το δικαστήριο να μη μπορεί να εκδώσει διαταγή ή ενδέχεται να εκδώσει μόνο διαταγή για την αποπληρωμή του οφειλόμενου ποσού με χαμηλόποσες δόσεις, αν τα έξοδα διαβίωσης του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη είναι υψηλότερα από τα εισοδήματά του.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις διαταγές κατάσχεσης μισθού παρέχονται στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

Διαταγή σύστασης βάρους (charging order) — συμπεριλαμβανομένης της διαταγής εκποίησης (order for sale) και της διαταγής απαγόρευσης εκποίησης (stop order)

Η διαταγή σύστασης βάρους εμποδίζει τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη να πωλήσει τα περιουσιακά του στοιχεία (όπως ακίνητα, γεωτεμάχια ή επενδύσεις) χωρίς προηγουμένως να καταβάλει ό,τι οφείλει στον επισπεύδοντα δανειστή. Ο επισπεύδων δανειστής εισπράττει χρήματα είτε από τα έσοδα από την πώληση, εφόσον προβεί σε πώληση της περιουσίας, είτε από τα έσοδα της κληρονομιαίας περιουσίας, όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης αποβιώσει. Η εν λόγω διαδικασία μπορεί επίσης να περιλαμβάνει δύο περαιτέρω είδη δικαστικής διαταγής. Πρώτον, υπάρχει η διαταγή εκποίησης, με την οποία το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει την εκποίηση των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν το αντικείμενο διαταγής σύστασης βάρους. Δεύτερον, υπάρχει η διαταγή απαγόρευσης εκποίησης, η οποία εμποδίζει τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη να διαθέσει ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του ώστε να αποφύγει την κίνηση διαδικασίας έκδοσης διαταγής σύστασης βάρους εναντίον του.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις διαταγές σύστασης βάρους παρέχονται στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

Διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου (third party debt order) [παλαιότερα γνωστή ως διαδικασία κατάσχεσης στα χέρια τρίτου (garnishee proceedings)]

Με αυτή τη μέθοδο εκτέλεσης εκδίδεται διαταγή με την οποία οι τραπεζικοί λογαριασμοί του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη δεσμεύονται δυνάμει δικαστικής διαταγής. Κατόπιν, με σκοπό την εξόφληση της επιδικασθείσας οφειλής, μεταφέρεται αυτόματα στον επισπεύδοντα δανειστή ένα ποσό προς ικανοποίηση της οφειλής. Αν τα κεφάλαια που υπάρχουν στους τραπεζικούς λογαριασμούς δεν επαρκούν για την εξόφληση του χρέους, τότε τα διαθέσιμα κεφάλαια χρησιμοποιούνται για τη μερική τουλάχιστον εξόφληση του χρέους.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις διαταγές κατάσχεσης στα χέρια τρίτου παρέχονται στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

Περαιτέρω πληροφορίες παρέχονται σε Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροβίντεο

Πτωχευτική διαδικασία (bankruptcy proceedings)

Αν το οφειλόμενο ποσό είναι τουλάχιστον 5 000 λίρες στερλίνες, ο επισπεύδων δανειστής μπορεί επίσης να υποβάλει αίτηση για κήρυξη του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη σε πτώχευση. Η εν λόγω αίτηση μπορεί να υποβληθεί τόσο στο county court όσο και στο High Court (Ανώτερο Δικαστήριο). Ωστόσο, η εν λόγω διαδικασία μπορεί να αποδειχθεί δαπανηρή.

Διαταγή συλλογής πληροφοριών (order to obtain information) [παλαιότερα γνωστή ως προφορική εξέταση (oral examination)]

Η εν λόγω διαδικασία δεν αποτελεί αφ’ εαυτής μέθοδο εκτέλεσης, ωστόσο παρέχει τη δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη ώστε να συλλεχθούν πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά του στοιχεία, προκειμένου ο επισπεύδων δανειστής να επιλέξει πιο συνειδητά τη μέθοδο εκτέλεσης που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις διαταγές συλλογής πληροφοριών παρέχονται στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Αρμόδια για την εκτέλεση στην Αγγλία και στην Ουαλία είναι το High Court, το county court ή το magistrates’ court (ειρηνοδικείο). Το High Court και το county court εκδίδουν αποφάσεις, ενώ τα magistrates’ courts εκδίδουν διαταγές για την καταβολή οφειλών (liability orders) σε τοπικές αρχές.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Είναι δυνατή η εκτέλεση τόσο δικαστικών όσο και μη δικαστικών αποφάσεων. Δεν απαιτείται πάντοτε η υποβολή αίτησης για την έκδοση δικαστικής διαταγής που να επιτρέπει την εκτέλεση. Η διαδικασία κατάσχεσης κινητών πραγμάτων μπορεί να διενεργηθεί για ανεξόφλητα μισθώματα, φόρους, δασμούς και ειδικούς φόρους κατανάλωσης, καθώς και για πρόστιμα παράνομης στάθμευσης χωρίς να απαιτείται προηγούμενη δικαστική άδεια.

Τόσο το county court όσο και το High Court είναι αρμόδια να διατάξουν τη διενέργεια εκτέλεσης σε υποθέσεις επί των οποίων έχουν εκδώσει απόφαση. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι δεν μπορεί να διενεργηθεί εκτέλεση από δικαστικό επιμελητή του county court για την είσπραξη ποσού άνω των 5 000 λιρών στερλινών [εκτός αν πρόκειται για εκτέλεση σύμβασης η οποία διέπεται από τον νόμο περί καταναλωτικής πίστης του 1974 (Consumer Credit Act 1974) και η οποία μπορεί να εκτελεστεί μόνο ενώπιον του county court]. Οι αποφάσεις του county court με χρηματικό αντικείμενο άνω των 5 000 λιρών στερλινών πρέπει να διαβιβαστούν στο High Court για να εκτελεστούν από δικαστικό επιμελητή του δικαστηρίου αυτού (τον λεγόμενο Enforcement Officer). Οι εν λόγω δικαστικοί επιμελητές δεν μπορούν να εκτελέσουν αποφάσεις για ποσά μικρότερα από 600 λίρες στερλίνες.

Υπάρχει μία διαδικασία κατά την οποία οι επισπεύδοντες δανειστές μπορούν να επιλέξουν να διαβιβάσουν αποφάσεις του county court με χρηματικό αντικείμενο ύψους 600 έως 5 000 λιρών στερλινών στο High Court προκειμένου να εκτελεστούν. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι δεν προβλέπεται διαδικασία κατάσχεσης μισθού ενώπιον του High Court για να χρησιμοποιηθεί η εν λόγω μέθοδος εκτέλεσης πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση στο county court.

Στην περίπτωση κατάθεσης αγωγής μέσω του συστήματος ηλεκτρονικής άσκησης αγωγής με αντικείμενο χρηματικές απαιτήσεις Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροMoney Claim Online, η έκδοση εντάλματος εκτέλεσης μπορεί επίσης να ζητηθεί ηλεκτρονικά.

Το καθεστώς, οι ρόλοι, οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες των δικαστικών επιμελητών

  • Οι δικαστικοί επιμελητές του High Court (High Court Enforcement Officers) (πρώην Sheriffs) — Από την 1η Απριλίου 2004, οι δικαστικοί επιμελητές του High Court εκτελούν τις διαταγές εκτέλεσης του High Court. Πρόκειται για επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης και διορίζονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης (Lord Chancellor) για να διεξάγουν εκτέλεση εντός συγκεκριμένων ταχυδρομικών περιφερειών. Προκειμένου να κριθούν κατάλληλοι για διορισμό, πρέπει να πληρούν πολυάριθμα κριτήρια, τα οποία καλύπτουν ζητήματα όπως είναι τα προσόντα, η οικονομική ακεραιότητα, η ιδιότητα μέλους επαγγελματικού συλλόγου και η δέσμευσή τους να σέβονται τη διαφορετικότητα, να επιδεικνύουν τη δέουσα συμπεριφορά και να υπόκεινται σε πειθαρχική διαδικασία. Είναι αρμόδιοι για την εκτέλεση αποφάσεων του county court στις περιπτώσεις που η χρηματική απαίτηση της οποίας επιδιώκεται η εκτέλεση δεν υπερβαίνει τις 600 λίρες στερλίνες και ο δανειστής επιλέγει να μεταφέρει την οφειλή προς εκτέλεση στο High Court.
  • Οι δικαστικοί επιμελητές του county court (county court bailiffs), οι οποίοι είναι υπάλληλοι της Δικαστικής Υπηρεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου (Her Majesty's Courts and Tribunals Service) και ως εκ τούτου δημόσιοι υπάλληλοι, είναι αρμόδιοι για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και/ή των διαταγών που εκδόθηκαν και καταχωρίστηκαν στα county courts. Εκτελούν εντάλματα κατάσχεσης και προβαίνουν σε ανάκτηση της κατοχής ακινήτων δυνάμει ενταλμάτων απόδοσης κατοχής (warrants of possession) και σε ανάκτηση κινητών πραγμάτων δυνάμει ενταλμάτων απόδοσης κινητών πραγμάτων (warrants for return of goods). Επιπλέον, οι δικαστικοί επιμελητές του county court ασκούν και άλλα καθήκοντα, όπως είναι η προσωπική επίδοση εγγράφων και ενταλμάτων κράτησης.
  • Οι πιστοποιημένοι δικαστικοί επιμελητές (certificated enforcement agents) είναι ιδιώτες δικαστικοί επιμελητές εξουσιοδοτημένοι από δικαστή του county court. Είναι αρμόδιοι για τη διενέργεια κατάσχεσης επί των κινητών πραγμάτων του μισθωτή από τον εκμισθωτή με σκοπό την εξασφάλιση της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων μισθωμάτων χωρίς την παρέμβαση του δικαστηρίου. Βάσει μιας σειράς άλλων νόμων, οι πιστοποιημένοι δικαστικοί επιμελητές επιτρέπεται επίσης να προβαίνουν σε αναγκαστική είσπραξη άλλων ειδικών οφειλών, όπως δημοτικών φόρων, φόρων επί μη οικιστικών ακινήτων κ.ά.
  • Ειρηνοδικεία (Magistrates’ Courts): Οι δικαστικοί επιμελητές του ειρηνοδικείου (civilian enforcement officers) είναι αρμόδιοι για την εκτέλεση διαταγών του magistrates’ court. Μπορούν να κατασχέσουν και να πωλήσουν κινητά πράγματα για να εισπράξουν το ποσό που οφείλεται δυνάμει προστίμου ή κύρωσης για αντικοινωνική συμπεριφορά (community penalty notice). Μπορούν επίσης να εκτελέσουν εντάλματα σύλληψης (warrants of arrest), προσωπικής κράτησης (warrants of detention), κράτησης (warrants of committal) και κατάσχεσης τα οποία εκδίδονται από το magistrates’ court δυνάμει διαφόρων νομοθετημάτων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που καλύπτουν την εκτέλεση προστίμων και κυρώσεων για αντικοινωνική συμπεριφορά. Ορισμένα magistrates’ courts μπορεί να επιλέξουν να συνάψουν συμβάσεις με πιστοποιημένους δικαστικοί επιμελητές για τη διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης.

Συνδρομή δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών του νομικού κλάδου

Ο δανειστής δεν υποχρεούται να υποβάλει την αίτηση για διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης μέσω δικηγόρου ή άλλου επαγγελματία του νομικού κλάδου.

Ωστόσο, η διαδικασία εκτέλεσης ενδέχεται να είναι περίπλοκη, ιδίως ενώπιον του High Court. Συνεπώς, πριν από την έναρξη διαδικασίας εκτέλεσης, οι δανειστές ενδέχεται να ενδείκνυται να λάβουν συμβουλή από δικηγόρο, από γραφεία παροχής νομικών συμβουλών ή από τη Συμβουλευτική Υπηρεσία για τους Πολίτες (Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροCitizens Advice).

Ύψος εξόδων εκτέλεσης

Το ύψος των δικαστικών εξόδων διαφέρει ανάλογα με τη μέθοδο εκτέλεσης. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, παρόλο που το δικαστήριο προσθέτει τα εν λόγω έξοδα στο ποσό που ήδη οφείλει ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης, το δικαστήριο δεν μπορεί να επιστρέψει στον δανειστή ό,τι κατέβαλε, αν αυτός δεν λάβει τα χρήματα από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Τα δικαστικά έξοδα που επιβάλλονται επί του παρόντος για τις μεθόδους εκτέλεσης είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο του Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείου Δικαιοσύνης.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, στην Αγγλία και την Ουαλία η επιλογή της μεθόδου εκτέλεσης που θα χρησιμοποιηθεί επαφίεται αποκλειστικά στον επισπεύδοντα δανειστή. Ο επιμελής δανειστής που έχει εξασφαλίσει δικαστική απόφαση σε ισχύ και δεν έχει ακόμη πληρωθεί, έχει το δικαίωμα να εκτελέσει την απόφαση με το πλέον κατάλληλο μέσο που έχει στη διάθεσή του. Επομένως, εφόσον υφίσταται απόφαση σε ισχύ και έχει υποβληθεί κατάλληλη αίτηση, το δικαστήριο έχει υποχρέωση να σεβαστεί την επιθυμία του δανειστή και να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο εκτέλεσης που αυτός επέλεξε.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία:

  • Τραπεζικοί λογαριασμοί μέσω της διαδικασίας έκδοσης διαταγής κατάσχεσης στα χέρια τρίτου.
  • Ενσώματα κινητά περιουσιακά στοιχεία μέσω της διαδικασίας κατάσχεσης κινητών πραγμάτων.
  • Καταχωρισμένα μέσα μεταφοράς μέσω της διαδικασίας κατάσχεσης κινητών πραγμάτων.
  • Ακίνητα περιουσιακά στοιχεία μέσω της διαδικασίας έκδοσης διαταγής σύστασης βάρους.
  • Μισθοί ή ημερομίσθια μέσω της της διαδικασίας κατάσχεσης μισθού.

Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να κατασχέσει μόνο τα κινητά πράγματα που ανήκουν στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη ή επί των οποίων ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης έχει δικαίωμα συγκυριότητας.  Εξαιρούνται τα ακόλουθα κινητά πράγματα:

α) αντικείμενα ή εξοπλισμός (για παράδειγμα, εργαλεία, βιβλία, τηλέφωνα, εξοπλισμός υπολογιστή και οχήματα) τα οποία είναι απαραίτητα στον οφειλέτη για προσωπική χρήση στο πλαίσιο της εργασίας, της επιχείρησης, της εμπορικής δραστηριότητας, του επαγγέλματος, των σπουδών ή της εκπαίδευσής του, υπό την προϋπόθεση ότι σε καμία περίπτωση η συνολική αξία των αντικειμένων ή του εξοπλισμού που εξαιρούνται από την κατάσχεση δεν υπερβαίνει τις 1 350 λίρες στερλίνες

β) τα ενδύματα, τα κλινοσκεπάσματα, τα έπιπλα, ο εξοπλισμός νοικοκυριού, τα αντικείμενα και οι προμήθειες που εύλογα απαιτούνται για την ικανοποίηση των βασικών οικιακών αναγκών του οφειλέτη και κάθε μέλους του νοικοκυριού του οφειλέτη, στα οποία συμπεριλαμβάνονται (ενδεικτικά) —

i) ηλεκτρική κουζίνα ή φούρνος μικροκυμάτων

ii) ψυγείο

iii) πλυντήριο

iv) αρκετά μεγάλη τραπεζαρία και καρέκλες τραπεζαρίας που επαρκούν για τον οφειλέτη και κάθε μέλος του νοικοκυριού του οφειλέτη

v) κρεβάτια και κλινοσκεπάσματα που επαρκούν για τον οφειλέτη και κάθε μέλος του νοικοκυριού του οφειλέτη

vi) ένα σταθερό τηλέφωνο ή αν δεν υπάρχει σταθερό τηλέφωνο στον χώρο, κινητό ή διαδικτυακό τηλέφωνο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον οφειλέτη ή μέλος του νοικοκυριού του οφειλέτη

vii) κάθε αντικείμενο ή εξοπλισμός που εύλογα απαιτείται για —

την ιατρική φροντίδα του οφειλέτη ή μέλους του νοικοκυριού του οφειλέτη

την ασφάλεια της κατοικίας ή

την προστασία της κατοικίας (για παράδειγμα, σύστημα συναγερμού) ή την προστασία εντός της κατοικίας

viii) επαρκείς λάμπες ή θερμάστρες ή άλλες συσκευές σχεδιασμένες για την παροχή φωτισμού ή θέρμανσης με σκοπό την ικανοποίηση των βασικών αναγκών θέρμανσης και φωτισμού του νοικοκυριού του οφειλέτη και

vii) κάθε αντικείμενο ή εξοπλισμός που εύλογα απαιτείται για τη φροντίδα —

προσώπου το οποίο δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του·

ατόμου με αναπηρία· ή

ηλικιωμένου ατόμου

γ) σκύλοι συνοδείας (συμπεριλαμβανομένων των σκύλων-οδηγών, των σκύλων ακοής για κωφούς και των σκύλων για άτομα με αναπηρία), τσοπανόσκυλα, σκύλοι-φύλακες ή κατοικίδια ζώα

δ) όχημα το οποίο φέρει εν ισχύι σήμα ατόμου με αναπηρία διότι χρησιμοποιείται, ή σχετικά με το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι χρησιμοποιείται, για τη μεταφορά ατόμου με αναπηρία

ε) όχημα (δημόσιας ή μη ιδιοκτησίας) το οποίο χρησιμοποιείται, ή σχετικά με το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι χρησιμοποιείται, ως αστυνομικό όχημα, ως πυροσβεστικό όχημα ή ως ασθενοφόρο και

στ) όχημα το οποίο φέρει εν ισχύι σήμα του βρετανικού ιατρικού συλλόγου ή άλλο σήμα έκτακτης κατάστασης στον τομέα της υγείας, διότι χρησιμοποιείται, ή σχετικά με το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι χρησιμοποιείται, για περιπτώσεις έκτακτης κατάστασης στον τομέα της υγείας.

Τα κινητά πράγματα που κατάσχονται από τον δικαστικό επιμελητή πρέπει να είναι ικανά να αποφέρουν χρήματα στο πλαίσιο πλειστηριασμού. Οι δικαστικοί επιμελητές δεν αφαιρούν κινητά πράγματα αν θεωρούν ότι αυτά δεν θα αποφέρουν αρκετά χρήματα για τη μερική έστω εξόφληση του αναφερόμενου στο ένταλμα ποσού μετά την αποπληρωμή των εξόδων αφαίρεσης και πώλησης των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων στον πλειστηριασμό.

Όσον αφορά την κατάσχεση μισθού, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το χρηματικό ποσό που είναι απαραίτητο στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη για τη διαβίωσή του και, συγκεκριμένα, για τροφή, την καταβολή μισθώματος ή δόσεων ενυπόθηκου δανείου και για την κάλυψη βασικών αναγκών, καθώς και για την εξόφληση συνήθων λογαριασμών, όπως των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας. Πρόκειται για το λεγόμενο «προστατευόμενο ποσοστό εισοδημάτων» («protected earnings rate»). Αν το εισόδημα του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη υπερβαίνει το προστατευόμενο ποσοστό εισοδημάτων, εκδίδεται διαταγή.

Όσον αφορά την κατάσχεση στα χέρια τρίτου, ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης που αδυνατεί να προβεί σε ανάληψη χρημάτων από τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό στεγαστικού ταμιευτηρίου που διαθέτει και ισχυρίζεται ότι, λόγω αυτού του κωλύματος, ο ίδιος ή η οικογένειά του αδυνατούν να καλύψουν τα συνήθη έξοδα διαβίωσης, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση διαταγής μερικής αποδέσμευσης χρηματικού ποσού λόγω υπέρμετρης δυσχέρειας (hardship payment order), με την οποία παρέχεται η δυνατότητα σε συγκεκριμένα πρόσωπα να λάβουν μία ή περισσότερες πληρωμές.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τόσο για τους οφειλέτες όσο και τους τρίτους, η μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι δικαστικές διαταγές οδηγεί στην επιβολή κυρώσεων για ασέβεια προς το δικαστήριο. Στις ποινές που μπορούν να επιβληθούν περιλαμβάνονται η εξάλειψη της ασέβειας προς το δικαστήριο («purging contempt») (δηλαδή να ζητηθεί συγνώμη από τον δικαστή σε δημόσια συνεδρίαση), πρόστιμα και, στις σοβαρότερες περιπτώσεις, φυλάκιση έως 14 ημέρες.

Οι τράπεζες έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις όσον αφορά την κοινοποίηση πληροφοριών και την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών. Όταν η τράπεζα λαμβάνει ένταλμα κατάσχεσης στα χέρια τρίτου το οποίο έχει εκδοθεί σε βάρος ενός εκ των πελατών της, δεν υποχρεούται να αποκαλύψει το ποσό των χρημάτων που περιέχεται στον λογαριασμό. Η τράπεζα μπορεί να δηλώσει ότι δεν υπάρχουν χρήματα στον λογαριασμό, ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια δεν επαρκούν παρά μόνο για μερική εξόφληση ή ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια επαρκούν για την ολική εξόφληση του αιτούμενου ποσού. Πέραν των ανωτέρω πληροφοριών, τίθενται πολύ σοβαρά ζητήματα προστασίας δεδομένων σχετικά με τις λοιπές πληροφορίες που μπορεί να παράσχει η τράπεζα.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Όλες οι διαταγές ορίζουν την προθεσμία που τάσσεται για την παροχή των σχετικών πληροφοριών ή για τη συμμόρφωση προς τη δικαστική διαταγή, ενώ καθορίζουν επίσης τις ανώτατες ποινές που μπορούν να επιβληθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς δικαστική διαταγή.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο

Η διαδικασία εφαρμογής όλων των δικαστικών μεθόδων αναγκαστικής εκτέλεσης (διαταγές σύστασης βάρους, διαταγές κατάσχεσης μισθού και διαταγές κατάσχεσης στα χέρια τρίτου) αποτελείται από δύο στάδια. Το ενδιάμεσο στάδιο της διαδικασίας διεξάγεται αποκλειστικά εγγράφως στα δικαστήρια χωρίς τη συμμετοχή του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη σε αυτό. Ωστόσο, προκειμένου το μέτρο που επιβάλλεται με τη διαταγή κατάσχεσης μισθού και τη διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου να φτάσει στο τελικό στάδιο, πρέπει να διεξαχθεί προφορική συζήτηση στην οποία καλείται να παραστεί ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης με σκοπό να εκθέσει τους λόγους για τους οποίους δεν θα πρέπει να διεξαχθεί η προβλεπόμενη μέθοδος εκτέλεσης. Η «τελική» προφορική συζήτηση λαμβάνει χώρα στο ίδιο δικαστήριο στο οποίο κατατέθηκε η αρχική αίτηση για την επιβολή της οικείας μεθόδου εκτέλεσης (εκτός αν ζητήθηκε άλλως με ειδικό αίτημα). Όλοι οι διάδικοι ενημερώνονται εκ των προτέρων για την ημερομηνία της προφορικής συζήτησης και σε όλες τις περιπτώσεις καθορίζεται ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στο «ενδιάμεσο» στάδιο, τη γνωστοποίηση της «τελικής» προφορικής συζήτησης και την «τελική» προφορική συζήτηση καθ’ αυτή, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στον οφειλέτη (και σε κάθε άμεσα εμπλεκόμενο τρίτο, π.χ. την τράπεζα στην περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τρίτου) να προετοιμαστεί για τη συζήτηση. Αν η ημερομηνία της «τελικής» προφορικής συζήτησης δεν είναι βολική για τους διαδίκους, ενδέχεται να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν και να επιτύχουν την αναβολή της σε ημερομηνία αμοιβαία αποδεκτή. Σε αυτή την περίπτωση, η ενδιάμεση διαταγή εξακολουθεί να ισχύει, αλλά δεν μπορεί να καταστεί «οριστική» έως ότου διεξαχθεί η «τελική» προφορική συζήτηση.

Στην περίπτωση των διαταγών σύστασης βάρους, η ενδιάμεση διαταγή πρέπει να επιδοθεί στον οφειλέτη από τον δανειστή και αν ο οφειλέτης δεν προβάλει αντιρρήσεις, η ενδιάμεση διαταγή καθίσταται οριστική χωρίς να διεξαχθεί προφορική συζήτηση, εκτός αν ο δικαστής κρίνει ότι αυτή είναι απαραίτητη. Ο οφειλέτης πρέπει να απαντήσει στο δικαστήριο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της ημερομηνίας της προφορικής συζήτησης. Αν ο οφειλέτης προβάλει αντιρρήσεις κατά της ενδιάμεσης διαταγής ή ο δικαστής διαβιβάσει την υπόθεση, αυτή διαβιβάζεται στο αρχικό δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση και προσδιορίζεται ημερομηνία προφορικής συζήτησης. Τόσο ο οφειλέτης όσο και ο δανειστής παρίστανται κατά την προφορική συζήτηση.

Δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά της απόφασης άπαξ και το δικαστήριο αποφανθεί οριστικά επί της υπόθεσης. Υπό ορισμένες περιστάσεις, έφεση ή ανακοπή ερημοδικίας μπορεί να ασκηθεί μόνο κατά της αρχικής απόφασης βάσει της οποίας απέκτησε εξαρχής ο δανειστής το δικαίωμα να ζητήσει εκτέλεση. Μόνο αν ασκηθεί επιτυχώς έφεση ή ανακοπή ερημοδικίας κατά της απόφασης, μπορεί να ανακληθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης από το δικαστήριο. Αν η απόφαση προσβληθεί αφού το δικαστήριο εγκρίνει την αίτηση του δανειστή για εκτέλεση της απόφασης, είναι δυνατή η αναστολή του εντάλματος εκτέλεσης κατόπιν αιτήσεως του δανειστή στο δικαστήριο. Σε αυτή την περίπτωση, οι δικαστικοί επιμελητές δεν έχουν τη δυνατότητα να κατασχέσουν κινητά πράγματα αλλά πρέπει να προβούν σε καταγραφή όλων των πραγμάτων που μπορούν σε μεταγενέστερο στάδιο να κατασχεθούν και να διατεθούν προς πώληση.

Εφόσον ο δανειστής έχει υποβάλει την κατάλληλη αίτηση εκτέλεσης σε δικαστήριο, το δικαστήριο δεν μπορεί να αρνηθεί να εγκρίνει τη μέθοδο εκτέλεσης που έχει επιλέξει ο δανειστής. Συνεπώς, ο δανειστής δεν χρειάζεται ένδικα μέσα κατά της απόφασης που κάνει δεκτό μέτρο.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το ένταλμα ή η διαταγή εκτέλεσης έχει περιορισμένη χρονική ισχύ. Το ένταλμα και η διαταγή ισχύουν για 12 μήνες και μπορούν να παραταθούν για ακόμη 12 μήνες με δικαστική διαταγή.

Στη διαδικασία κατάσχεσης κινητών πραγμάτων, ο οφειλέτης πρέπει να ενημερωθεί 7 εργάσιμες ημέρες πριν από την εκτέλεση, για να έχει τη δυνατότητα να εξοφλήσει την οφειλή και τα έξοδα προτού ο δικαστικός επιμελητής προβεί σε κατάσχεση των κινητών πραγμάτων. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να συντμηθεί με δικαστική διαταγή αν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο οφειλέτης θα μετακινήσει περιουσιακά στοιχεία για να αποφύγει την εκτέλεση.

Ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορεί να κατασχέσει κινητά πράγματα πριν από τις 6:00 ή μετά τις 21:00, αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο.

Ο δικαστικός επιμελητής δεν μπορεί να εισέλθει σε χώρους για να κατασχέσει κινητά πράγματα, αν το μοναδικό άτομο που είναι παρόν στους χώρους όπου βρίσκονται τα κινητά πράγματα είναι παιδί ή ευάλωτο άτομο (ακόμη και αν παρόντα είναι περισσότερα παιδιά ή ευάλωτα άτομα ή συνδυασμός τέτοιων προσώπων).

Αν ο οφειλέτης είναι ευάλωτο άτομο, τα έξοδα που οφείλονται για το στάδιο της κατάσχεσης κινητών πραγμάτων δεν είναι δυνατόν να ανακτηθούν, εκτός αν, πριν από την έναρξη της διαδικασίας αφαίρεσης των κινητών πραγμάτων από τον δικαστικό επιμελητή, έχει παρασχεθεί από αυτόν στον οφειλέτη επαρκής δυνατότητα να ζητήσει συνδρομή και παροχή συμβουλών.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπουργείο Δικαιοσύνης

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροCivil Enforcement Association (Σύλλογος Δικαστικών Επιμελητών)

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροHigh Court Enforcement Officers Association (Σύλλογος Δικαστικών Επιμελητών του Ανώτερου Δικαστηρίου)

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 21/10/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Βόρεια Ιρλανδία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εκτέλεση είναι η νομική διαδικασία διά της οποίας μπορεί να επιβληθεί η υποχρέωση συμμόρφωσης με απόφαση, διαταγή ή διάταξη δικαστηρίου.

Η Βόρεια Ιρλανδία διαθέτει ένα ιδιαίτερο σύστημα για την εκτέλεση των αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων. Τα περισσότερα συστήματα του κοινοδικαίου προβλέπουν την εκτέλεση αποφάσεων μέσω συμπληρωματικών διαταγών που εκδίδουν τα δικαστήρια. Στη Βόρεια Ιρλανδία, αρμόδιο για την εκτέλεση των αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων που διατάζουν την καταβολή χρημάτων ή την απόδοση κινητών ή ακίνητων περιουσιακών στοιχείων είναι ένα κεντρικό όργανο, το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων (Enforcement of Judgments Office), το οποίο ασκεί διοικητικές και δικαιοδοτικές λειτουργίες.

Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων ιδρύθηκε το 1971 και από το 1979 υπάγεται στην Υπηρεσία Δικαστηρίων και Δικαιοδοτικών Οργάνων της Βόρειας Ιρλανδίας (Northern Ireland Courts and Tribunals Service). Οι εξουσίες και οι διαδικασίες του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων καθορίζονται στο διάταγμα του 1981 περί εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία [Judgments Enforcement (Northern Ireland) Order 1981 — στο εξής: διάταγμα του 1981] και στους κανόνες του 1981 περί εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία [Judgments Enforcement Rules (Northern Ireland) 1981] (SR 1981/147).

Τα διαφορετικά είδη μεθόδων εκτέλεσης είναι:

Διαταγή πληρωμής με δόσεις – Πρόκειται για διαταγή πληρωμής με δόσεις η οποία εκδίδεται εφόσον το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων βεβαιωθεί ότι ο οφειλέτης έχει ή θα έχει στη διάθεσή του τα μέσα για να αποπληρώσει το σύνολο ή μέρος του οφειλόμενου ποσού εντός εύλογου χρόνου.

Διαταγή κατάσχεσης εισοδημάτων – Πρόκειται για διαταγή η οποία απευθύνεται στον εργοδότη του οφειλέτη και του επιβάλλει να προβεί σε περιοδικές κρατήσεις επί των αποδοχών ή του μισθού του οφειλέτη και να καταβάλει τα ποσά αυτά στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων. Η διαταγή αυτή διαφέρει από τις περισσότερες άλλες διαταγές εκτέλεσης ως προς το ότι το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων δεν έχει εξουσία να την εκδώσει χωρίς προηγούμενο αίτημα του δανειστή.  Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων μπορεί, επίσης, να αναστείλει την επίδοση της διαταγής στον εργοδότη αν βεβαιωθεί ότι ο οφειλέτης θα καταβάλλει ο ίδιος τα οικεία ποσά οικειοθελώς στο Γραφείο.

Διαταγή κατάσχεσης – Η διαταγή αυτή επιτρέπει στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων να αφαιρέσει ορισμένα αγαθά και άλλα περιουσιακά στοιχεία από την κατοχή του οφειλέτη και να τα εκποιήσει. Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων για φύλαξη και κατοχή και χρεώνονται υπέρ του δανειστή προς όφελος του οποίου έχει εκδοθεί η διαταγή.

Διαταγή σύστασης βάρους σε ακίνητη περιουσία – Η διαταγή αυτή χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο σε περιπτώσεις μεγάλων οφειλών και, συνήθως, σε συνδυασμό με κάποια άλλη μέθοδο εκτέλεσης. Η διαταγή αυτή δεν συνεπάγεται αφ' εαυτής την εκτέλεση της οφειλής στην πράξη. Ο δανειστής πρέπει να προβεί σε ενέργειες για την άσκηση του δικαιώματος εκποίησης, υποβάλλοντας αίτηση στο δικαστήριο για την επίσπευση εκτέλεσης επί του περιουσιακού στοιχείου επί του οποίου έχει συσταθεί το βάρος. Το διάταγμα του 1981 προβλέπει, ακόμη, την έκδοση διαταγών σύστασης βάρους και επί περιουσιακών στοιχείων άλλου είδους.

Διαταγή διορισμού διαχειριστή είσπραξης οφειλών και διαταγή βάσει του νόμου περί εκδίκασης υποθέσεων κατά του Στέμματος (Crown Proceedings Act) – Με τη διαταγή διορισμού διαχειριστή είσπραξης οφειλών ανατίθεται στον επικεφαλής του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων η είσπραξη κάθε ποσού που ενδεχομένως δικαιούται ο οφειλέτης. Ορισμένα παραδείγματα ειδών πληρωμών για τα οποία ενδείκνυται η έκδοση διαταγής διορισμού διαχειριστή είσπραξης οφειλών είναι, μεταξύ άλλων, τα μισθώματα και τα κέρδη από έγγεια ιδιοκτησία, τα δικαιώματα ανάκτησης που απορρέουν από διαθήκη, τα ποσά που οφείλονται σε αυτοαπασχολούμενο οφειλέτη στο πλαίσιο σύμβασης ή οι πληρωμές που απορρέουν από αξίωση αστικής φύσης κατά άλλου προσώπου ή εταιρείας.

Διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου – Η διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου διατάσσει οφειλέτη του καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη να καταβάλει την οφειλή, αντί σε αυτόν, στον δανειστή ή προς όφελος αυτού. Η διαταγή αυτή προσδίδει σε όποιον δανειστή επιτύχει την έκδοσή της το καθεστώς δανειστή με εξασφαλισμένη απαίτηση και ισχύει για οφειλές που έχουν καταστεί ή πρόκειται να καταστούν ληξιπρόθεσμες.

Διαταγές για την απόδοση ακινήτου – Η απόφαση που αφορά την κατοχή ακινήτου εκτελείται με διαταγή απόδοσης της κατοχής του ακινήτου και δίνει το δικαίωμα στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων να αποβάλει από την κατοχή οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε πρόκειται για τον καθ' ου είτε για τρίτο.

Διαταγή για την απόδοση κινητών πραγμάτων – H απόφαση που αφορά την κατοχή κινητών πραγμάτων εκτελείται με διαταγή απόδοσης των κινητών πραγμάτων. Τα κινητά πράγματα παραλαμβάνονται από το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων και επιστρέφονται στον πιστωτή.  Αυτού του είδους η διαταγή δεν θα πρέπει να συγχέεται με τη διαταγή κατάσχεσης, δεδομένου ότι δεν συνεπάγεται εκποίηση των κινητών πραγμάτων.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Enforcement of Judgments Office
Laganside House
23-27 Oxford Street
Belfast
BT1 3LA

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Όποιος έχει δικαίωμα να εκτελέσει μια απόφαση μπορεί, με την καταβολή του αντίστοιχου τέλους, να ζητήσει από το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων την εκτέλεση της συγκεκριμένης απόφασης. Της αίτησης αυτής πρέπει να προηγηθεί «γνωστοποίηση της πρόθεσης για υποβολή αίτησης εκτέλεσης» («notice of intent to apply for enforcement»)» στον οφειλέτη. Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί με την απόφαση εντός δέκα ημερών από την ημέρα της γνωστοποίησης της πρόθεσης για εκτέλεση, ο αιτών μπορεί να προχωρήσει στην εκτέλεση. Στις περιπτώσεις που το υπόλοιπο όλων των οφειλόμενων ποσών υπερβαίνει τις 3 000 λίρες στερλίνες, είναι δυνατή η κατάθεση προκαταρκτικής αίτησης. Με αυτόν τον τρόπο, ο υπέρ ου η εκτέλεση δανειστής επιτυγχάνει την έκδοση εντάλματος παρακαταθήκης, καθώς και έκθεσης σχετικά με τους πόρους που διαθέτει ο οφειλέτης, ώστε να είναι σε θέση να λάβει πιο εμπεριστατωμένη απόφαση σχετικά με το αν θα προχωρήσει στην εκτέλεση ή όχι.

Εφόσον το αίτημα γίνει δεκτό, το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων επιδίδει αμέσως στον οφειλέτη «ένταλμα παρακαταθήκης» («custody warrant») που καθορίζει συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία (με μερικές εξαιρέσεις, όπως τα αντικείμενα οικιακής χρήσης) του οφειλέτη ως ευρισκόμενα στην κατοχή και υπό τον έλεγχο του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων, ώστε να μην μπορούν να εκποιηθούν. Το ένταλμα παρακαταθήκης αίρεται μόνο με την πληρωμή του ποσού που ορίζει η απόφαση ή σε περίπτωση που περατωθεί η αίτηση εκτέλεσης.

Το επόμενο στάδιο της διαδικασίας εκτέλεσης είναι η συγκέντρωση στοιχείων σχετικά με τους πόρους του οφειλέτη και αποτελεί στάδιο θεμελιώδους σημασίας για την έκβαση της αίτησης εκτέλεσης. Ο καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτης πρέπει να δώσει στον υπάλληλο του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων τις πληροφορίες που θα του ζητήσει ο τελευταίος σχετικά με τους πόρους που διαθέτει. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, πραγματοποιείται συνάντηση με τον καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη στο σπίτι του εναλλακτικά, ο οφειλέτης καλείται να παρουσιαστεί για εξέταση ενώπιον του εντεταλμένου υπαλλήλου.

Μόλις λάβει την έκθεση του υπαλλήλου του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων, ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός στον βαθμό του Master (βλ. παρακάτω) ή ο επικεφαλής του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων λαμβάνει μια προσωρινή απόφαση που περατώνει την αίτηση εκτέλεσης. Μόνο ο Master μπορεί να εκδίδει διαταγές κατάσχεσης, κατάσχεσης στα χέρια τρίτου και διαταγές διορισμού διαχειριστών για την είσπραξη οφειλών, καθώς και διαταγές βάσει του νόμου περί εκδίκασης υποθέσεων κατά του Στέμματος. Εξετάζονται οι οικονομικές και άλλες σχετικές περιστάσεις του οφειλέτη και προσδιορίζεται ο βέλτιστος τρόπος εκτέλεσης της απόφασης ή ακόμη και κατά πόσο η απόφαση μπορεί να εκτελεστεί ή όχι. Οι διάδικοι ενημερώνονται και τους δίνεται η δυνατότητα να προβάλουν αντιρρήσεις. Αν δεν προβληθούν αντιρρήσεις, η απόφαση επιβεβαιώνεται, αλλά, αν προβληθούν αντιρρήσεις, το θέμα καταχωρίζεται για ακρόαση ενώπιον του Master.

Το καθεστώς, οι ρόλοι, οι ευθύνες και οι εξουσίες των λειτουργών εκτέλεσης.

Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων διοικείται από έναν ανώτερο υπάλληλο με το καθεστώς και τον βαθμό του Master (είδος δικαστικού λειτουργού), ενώ το προσωπικό του περιλαμβάνει τον επικεφαλής του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων (και τον αναπληρωτή του), τους εντεταλμένους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους εκτέλεσης, καθένας από τους οποίους είναι τοποθετημένος σε μια περιφέρεια της Βόρειας Ιρλανδίας.

Οι εξουσίες που ανατίθενται στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων και του επιτρέπουν να επιτελεί τα καθήκοντά του καθορίζονται στο διάταγμα του 1981. Πολύ σημαντική είναι η εξουσία έκδοσης των πολλών διαφορετικών διαταγών εκτέλεσης που αναφέρονται παραπάνω. Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων διαθέτει επικουρικές εξουσίες για τη διευκόλυνση της διαδικασίας εκτέλεσης. Στις εξουσίες αυτές περιλαμβάνονται η έκδοση ενταλμάτων παρακαταθήκης και οι διαδικασίες για την παράσταση και την εξέταση των μαρτύρων, την εξέταση των οφειλετών ως προς τους πόρους που διαθέτουν, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης τρίτων (που μπορεί να έχουν πληροφορίες για τους πόρους και τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη), καθώς και η είσπραξη των χρημάτων που ανακτώνται στο πλαίσιο της εκτέλεσης των αποφάσεων.

Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων διαθέτει επίσης την εξουσία να απορρίπτει αιτήσεις εκτέλεσης. Οι λόγοι απόρριψης της αίτησης εκτέλεσης δεν καθορίζονται στο διάταγμα του 1981, αλλά, κατά κανόνα, η αίτηση απορρίπτεται όταν ο αιτών δεν έχει δικαίωμα να εκτελέσει την απόφαση. Αν κάποια απόφαση δεν μπορεί να εκτελεστεί εντός εύλογου χρόνου (με την έκδοση διαταγής εκτέλεσης), το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων μπορεί να εκδώσει σχετική ειδοποίηση και να χορηγήσει πιστοποιητικό μη εκτελεστότητας. Το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων διαθέτει, ακόμη, ευρεία εξουσία να αναστέλλει την εκτέλεση απόφασης εξ ολοκλήρου ή υπό προϋποθέσεις.

Χρήση δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών νομικών

Κατά την ακρόαση ενώπιον του Master κάθε διάδικος ή άτομο που επηρεάζεται από τη διαταγή μπορεί να εμφανιστεί αυτοπροσώπως ή διά πληρεξούσιου δικηγόρου.

Κλίμακα των εξόδων εκτέλεσης

Το σύστημα εκτέλεσης αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία χρηματοδοτείται από τα τέλη που καταβάλλουν οι χρήστες. Τα πληρωτέα τέλη καθορίζονται στο πρώτο μέρος του παραρτήματος του διατάγματος του 1996 περί των τελών εκτέλεσης αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία [Schedule to the Judgments Enforcement Fees Order (Northern Ireland) 1996] (όπως έχει τροποποιηθεί) (SR 1996/101) και το ύψος τους εξαρτάται από το ύψος του ανακτήσιμου ποσού δυνάμει της απόφασης, ενώ πληροφορίες για τα ισχύοντα τέλη διατίθενται στον ιστότοπο της Υπηρεσίας Δικαστηρίων και Δικαιοδοτικών Οργάνων της Βόρειας Ιρλανδίας.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Η δικαιοδοσία του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων καθορίζεται στο διάταγμα του 1981 και περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • Τις αποφάσεις με χρηματικό αντικείμενο, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από δικαστήρια κάθε βαθμίδας στη Βόρεια Ιρλανδία, των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί εκτός της Βόρειας Ιρλανδίας αλλά έχουν καταχωριστεί στη Βόρεια Ιρλανδία, ορισμένων αποφάσεων που έχουν εκδοθεί βάσει του ευρωπαϊκού δικαίου για οφειλές ή αποζημιώσεις, καθώς και ορισμένων αποφάσεων άλλων δικαιοδοτικών οργάνων και διαιτητικών δικαστηρίων.
  • Τις αποφάσεις δυνάμει των οποίων κάποιο άτομο έχει δικαίωμα κατοχής επί ακινήτου, κυρίως τις διαταγές απόδοσης υπέρ των ενυπόθηκων δανειστών, αν και τέτοιες αποφάσεις εκδίδονται επίσης υπέρ ιδιοκτητών ακινήτων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.
  • Τις αποφάσεις δυνάμει των οποίων κάποιο άτομο έχει δικαίωμα στην απόδοση κινητών πραγμάτων.
  • Τις αποφάσεις με τις οποίες κάποιο άτομο διατάσσεται να καταβάλει χρήματα στο δικαστήριο ή να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος, και τις αποφάσεις σε βάρος εταιρειών.
  • Η εξουσία του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων για την εκτέλεση αποφάσεων υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων των παρακάτω:
  • Αν η απόφαση μπορεί να εκτελεστεί μόνο με την άδεια του δικαστηρίου που την εξέδωσε, τότε πρέπει πρώτα να ληφθεί αυτή η άδεια.
  • Αν η εκτέλεση ανεστάλη ή αναβλήθηκε, αίτηση εκτέλεσης μπορεί να γίνει δεκτή μόνο όταν αρθεί η αναστολή ή η αναβολή.
  • Αν έχουν παρέλθει έξι έτη από τη στιγμή που η απόφαση κατέστη εκτελεστή, δεν είναι δυνατή η εκτέλεσή της. Μετά την πάροδο αυτού του διαστήματος, υπάρχει η δυνατότητα υποβολής αίτησης στον Master για τη χορήγηση άδειας εκτέλεσης.
  • Προκειμένου να εκτελεστεί απόφαση κατά προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα υπό ονομασία ή εταιρική επωνυμία διαφορετική από τη δική του απαιτείται άδεια του δικαστηρίου.

Η απόφαση σχετικά με το είδος της διαταγής εκτέλεσης που θα εκδοθεί εναπόκειται στο Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων και κανείς αιτών δεν μπορεί να ζητήσει την εφαρμογή συγκεκριμένης μεθόδου.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Μπορούν να ληφθούν μέτρα εκτέλεσης αναφορικά με μισθούς ή αποδοχές με τη διαδικασία της κατάσχεσης εισοδημάτων. Για τον υπολογισμό του ποσού προς παρακράτηση λαμβάνεται υπόψη το «τακτικό ποσοστό παρακράτησης» και το «προστατευόμενο ποσοστό εισοδημάτων». Το πρώτο είναι το ποσοστό που το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων κρίνει ότι είναι εύλογο, σε σχέση με τα εισοδήματα του οφειλέτη, να εφαρμοστεί, ώστε να εκπληρώσει αυτός την υποχρέωσή του βάσει της απόφασης. Το δεύτερο είναι το ποσοστό κάτω από το οποίο το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων κρίνει ότι δεν πρέπει να μειωθούν τα εισοδήματα του οφειλέτη, λαμβανομένων υπόψη των πόρων και των αναγκών του.

Διαταγή κατάσχεσης μπορεί να εκδοθεί για τέσσερις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων:

  • περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων ο οφειλέτης έχει δικαίωμα που μπορεί να εκποιηθεί,
  • χρήματα, συναλλαγματικές, ομόλογα, γραμμάτια και κάθε άλλο χρεωστικό τίτλο που ανήκει στον οφειλέτη,
  • ασφαλιστήρια ζωής στα οποία ο οφειλέτης είναι ο μοναδικός δικαιούχος και
  • περιουσιακά στοιχεία του/της συζύγου του οφειλέτη, αν η οφειλή βάσει της απόφασης σχετίζεται με περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν ή υπηρεσίες που παρασχέθηκαν ή μισθώματα ή ποσά οφειλόμενα σε σχέση με την κατοχή εγκαταστάσεων για γενική χρήση ή απόλαυση του οφειλέτη και της οικογένειάς του.

Στα περιουσιακά στοιχεία που εξαιρούνται από την κατάσχεση περιλαμβάνονται τα ρούχα, έπιπλα, είδη κλινοστρωμνής και άλλα αναγκαία οικιακά σκεύη, τα εργαλεία και όργανα που χρησιμοποιεί ο οφειλέτης στο επάγγελμά του, συνολικής αξίας έως 200 λιρών στερλινών, τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία ο οφειλέτης κατέχει ως θεματοφύλακας για τρίτον, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στην κατοχή διαχειριστή είσπραξης οφειλών που έχει οριστεί από το δικαστήριο.

Διαταγή σύστασης βάρους σε ακίνητη περιουσία μπορεί να εκδοθεί για οποιοδήποτε ακίνητο ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί ακινήτου του οφειλέτη. Ο όρος «ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί ακινήτου» καταλαμβάνει κάθε εκ του νόμου ή των αρχών της ευθυδικίας απορρέον ιδιοκτησιακό δικαίωμα ή συμφέρον, δουλεία, δικαίωμα, τίτλο, αξίωση, απαίτηση, βάρος, εμπράγματο δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση σε, επί ή αναφορικά με το ακίνητο. Διαταγές σύστασης βάρους και άλλες παρεμφερείς διαταγές μπορούν να εκδίδονται και επί άλλων περιουσιακών στοιχείων, πέραν των ακινήτων. Ειδικότερα, σε αυτά περιλαμβάνονται τα κεφάλαια ή οι συμμετοχές στο μετοχικό κεφάλαιο κυβερνητικών οργανισμών, δημόσιων επιχειρήσεων ή εταιρειών, οι ομολογίες χρέους, τα χρηματικά ποσά και άλλα περιουσιακά στοιχεία που έχουν κατατεθεί για φύλαξη στο δικαστήριο, και οι μετοχές σε ιδιωτικές εταιρείες.

Επιπλέον της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου χρημάτων που οφείλονται στον καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη από πελάτη του λόγω εργασίας ή υπηρεσιών που παρασχέθηκαν, μπορεί να εκδοθεί διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου και για χρήματα που ο καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτης έχει σε τράπεζα ή στεγαστικό ταμιευτήριο.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Κάθε διαταγή εκτέλεσης που εκδίδει το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων έχει την ίδια ισχύ και παράγει τα ίδια αποτελέσματα με τις διαταγές του Ανώτερου Δικαστηρίου (High Court). Υπάρχουν πολλές επικουρικές εξουσίες εκτέλεσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με διαταγή εκτέλεσης, όπως:

  • Φυλάκιση μέγιστης διάρκειας έξι εβδομάδων για εκ προθέσεως μη καταβολή δόσεων πληρωμής οφειλόμενων δυνάμει διαταγής πληρωμής με δόσεις ή άλλου χρηματικού ποσού που ορίζεται στο άρθρο 107 του διατάγματος του 1981.
  • Διαταγές συντηρητικής κατάσχεσης και μεσεγγύησης, που δίνουν το δικαίωμα στο άτομο που έχει οριστεί ως μεσεγγυούχος να εισέρχεται σε ακίνητο που ανήκει στην περιουσία του ατόμου σε βάρος του οποίου εκδόθηκε η απόφαση και να εισπράττει, θέτει υπό μεσεγγύηση και αφαιρεί τα μισθώματα και τις προσόδους από το εν λόγω ακίνητο, καθώς και να αφαιρεί κάθε άλλο κινητό περιουσιακό στοιχείο του εν λόγω ατόμου και να το θέτει υπό μεσεγγύηση έως ότου υπάρξει συμμόρφωση με τη διαταγή.

Τυχόν υποθέσεις απείθειας προς το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων μπορούν να παραπεμφθούν στο High Court, το οποίο δύναται να χειριστεί το αδίκημα ως εάν είχε τελεστεί στο συγκεκριμένο δικαστήριο.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Συμμόρφωση με απόφαση που έχει χρηματικό αντικείμενο επέρχεται όταν το ποσό που ορίζεται στην απόφαση καταβληθεί ή ανακτηθεί. Σε αυτή την περίπτωση, κάθε διαταγή εκτέλεσης που έχει εκδοθεί αναφορικά με την απόφαση ακυρώνεται. Όταν διαταγή απόδοσης ακινήτου ή παράδοσης κινητών πραγμάτων εκτελεστεί επιτυχώς, δεν διεξάγονται περαιτέρω διαδικασίες, πέραν αυτών που αποσκοπούν στην ανάκτηση των εξόδων και των δαπανών της εκτέλεσης.

Ο δανειστής ή ο καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτης μπορεί να ζητήσει από το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων την ακύρωση, περάτωση ή τροποποίηση διαταγής εκτέλεσης, σε αυτή δε την περίπτωση ενδέχεται να ακολουθήσει σχετική προφορική συζήτηση.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Προβλέπονται «εσωτερικές» προσφυγές, οι οποίες αφορούν την προσβολή αποφάσεων του επικεφαλής του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων ενώπιον του Master, καθώς

και «εξωτερικές» προσφυγές, οι οποίες αφορούν την προσβολή αποφάσεων του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων ενώπιον του High Court για πραγματικά ή νομικά ζητήματα, υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 140 του διατάγματος του 1981, και, άλλως, ενώπιον του Court of Appeal (Εφετείου), για νομικά ζητήματα. Η διαταγή κατάσχεσης εισοδημάτων είναι το μόνο μέσο εκτέλεσης απόφασης με χρηματικό αντικείμενο που προβλέπει το άρθρο 140, ενώ δεν υφίσταται γενικό δικαίωμα προσφυγής κατά της άρνησης έκδοσης οποιασδήποτε συγκεκριμένης διαταγής εκτέλεσης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το άρθρο 17 του διατάγματος του 1981 περί εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία και ο κανόνας 5 των κανόνων του 1981 περί εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία θέτουν μια σειρά περιορισμών όσον αφορά την εκτέλεση.  Οι περιορισμοί που προβλέπονται συνδέονται με έναν αριθμό διαφορετικών σεναρίων στο πλαίσιο των οποίων ζητείται η εκτέλεση απόφασης.  Οι περιορισμοί αποσκοπούν στην προστασία του οφειλέτη από διάφορες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των ακόλουθων περιπτώσεων:

α) όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη άδεια του δικαστηρίου για την έναρξη της εκτέλεσης·

β) όταν το δικαστήριο έχει αναστείλει ή αναβάλει την εκτέλεση της απόφασης, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η εκτέλεση απόφασης από το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων·

γ) όταν η αίτηση εκτέλεσης απόφασης υποβάλλεται μετά την πάροδο 6 ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση κατέστη εκτελεστή.  Σε αυτή την περίπτωση, ο δανειστής πρέπει να ζητήσει άδεια από το Γραφείο για την εκτέλεση απόφασης πριν υποβάλει τη σχετική αίτηση. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τον Master του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων·

δ) αίτηση εκτέλεσης δεν γίνεται δεκτή αν έχουν παρέλθει περισσότερα από 12 έτη από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση κατέστη εκτελεστή·

ε) όταν έχουν υποβληθεί περισσότερες από μία αιτήσεις για την εκτέλεση της ίδιας απόφασης.  Αν έχουν υποβληθεί περισσότερες από μία αιτήσεις, ο δανειστής ζητεί άδεια από τον επικεφαλής του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων προτού υποβάλει νέα αίτηση για την εκτέλεση της ίδιας απόφασης·

στ) όταν ο δανειστής έχει εκχωρήσει την οφειλή σε τρίτον μετά την έκδοση της απόφασης·

ζ) όταν το δικαστήριο έχει συμπεριλάβει στην απόφαση όρο που δεν έχει εκπληρωθεί, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η εκτέλεση απόφασης από το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων·

η) σε περίπτωση αποδοχής αίτησης εκτέλεσης ενώ εκκρεμεί διαταγή αναστολής της εκτέλεσης βάσει του κανόνα 103.  Απαιτείται η άδεια του Master πριν από την υποβολή οποιασδήποτε αίτησης εκτέλεσης·

θ) σε περίπτωση αποδοχής αίτησης εκτέλεσης ενώ έχει εκδοθεί διαταγή αναστολής της εκτέλεσης λόγω αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1·

Αν το Γραφείο Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων έχει πιστοποιήσει ότι μια απόφαση δεν είναι εκτελεστή (άρθρα 19-21 του διατάγματος του 1981 περί εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων στη Βόρεια Ιρλανδία), το πιστοποιητικό μπορεί να ακυρωθεί (κατόπιν αιτήματος του δανειστή). Ωστόσο, για αυτή την περίπτωση προβλέπεται προθεσμία 12 ετών από την ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε το πιστοποιητικό μη εκτελεστότητας.

Σύμφωνα με το άρθρο 16 του διατάγματος του 1989 περί αποσβεστικών προθεσμιών στη Βόρεια Ιρλανδία [Limitations (Northern Ireland) Order 1989], το οποίο προβλέπει αποσβεστικές προθεσμίες σχετικά με την εκτέλεση αποφάσεων (και την επιδίωξη τόκων), δεν είναι δυνατή η κίνηση σχετικών διαδικασιών μετά την παρέλευση εξαετίας από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση κατέστη εκτελεστή.  Η προθεσμία αυτή λαμβάνεται υπόψη από τον Master του Γραφείου Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων κατά την εξέταση αίτησης εκτέλεσης απόφασης που έχει εκδοθεί έξι και πλέον έτη πριν από την υποβολή της αίτησης [βλ. στοιχείο δ) ανωτέρω].

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΥπηρεσία Δικαστηρίων και Δικαιοδοτικών Οργάνων της Βόρειας Ιρλανδίας

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 22/10/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Σκωτία

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Στη Σκωτία ο όρος αναγκαστική εκτέλεση (diligence) χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα σύνολο νομικών διαδικασιών οι οποίες μπορούν να εκτελεστούν σε βάρος των οφειλετών με σκοπό την εξόφληση των απαιτήσεων των δανειστών. Η αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να διεξαχθεί κατά τον προσήκοντα τρόπο μόνο δυνάμει νόμιμου τίτλου, όπως δικαστικής απόφασης ή εγγράφου που πιστοποιεί χρέος, δηλαδή υποχρέωσης για την καταβολή χρηματικού ποσού, ή, ευρύτερα, βάσει διαταγής των πολιτικών δικαστηρίων με την οποία διατάσσεται εν γένει η επιχείρηση ή η παράλειψη πράξης.

Τα είδη της αναγκαστικής εκτέλεσης περιλαμβάνουν την κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη (arrestment of earnings), την κατάσχεση κινητών πραγμάτων ή κεφαλαίων στα χέρια τρίτου (arrestment of goods or funds in the hands of a third party), την κατάσχεση κινητών πραγμάτων ή κεφαλαίων (attachment of goods or funds), την απαγόρευση διάθεσης (inhibition) και την παροχή εμπράγματης ασφάλειας (adjudication for debt).

Παροχή εμπράγματης ασφάλειας

Η παροχή εμπράγματης ασφάλειας συνιστά ένα πολύ παλιό μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης επί ακίνητης περιουσίας, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την παροχή εμπράγματης ασφάλειας υπέρ του δανειστή με απόφαση δικαστηρίου. Το εν λόγω μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης, το οποίο χρησιμοποιείται σπάνια, υπάγεται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του Court of Session (ανώτατου πολιτικού δικαστηρίου). Μετά την έκδοση απόφασης που διατάσσει την παροχή εμπράγματης ασφάλειας, το απόσπασμα της απόφασης μεταγράφεται ή καταχωρίζεται στο αρμόδιο κτηματολόγιο της Σκωτίας (μητρώο μεταγραφών πράξεων ή κτηματολόγιο – Register of Sasines ή Land Register). Στη συνέχεια, ο δανειστής που αιτήθηκε την παροχή εμπράγματης ασφάλειας αποκτά, σε γενικές γραμμές, τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους εμπραγμάτως ασφαλισμένους δανειστές, πλην της εξουσίας πώλησης. Το εν λόγω μέσο παρέχει τη δυνατότητα στον δανειστή, αν ο οφειλέτης κατέχει το ακίνητο, να ασκήσει αγωγή με αίτημα την αποβολή του τελευταίου από αυτό ή, αν το ακίνητο είναι μισθωμένο, να ασκήσει αγωγή με αίτημα την είσπραξη των μισθωμάτων από τους μισθωτές. Ο δανειστής μπορεί να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για να καταστεί κύριος του ακινήτου και να το πωλήσει μόνο μετά την πάροδο δέκα ετών.

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων ή κεφαλαίων στα χέρια τρίτου

Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου συνιστά μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών πραγμάτων που ανήκουν στην κυριότητα του οφειλέτη και βρίσκονται στα χέρια τρίτου. Με αυτήν παρεμποδίζεται η μεταβίβαση της κατασχεθείσας περιουσίας από τον τρίτο. Αντικείμενο της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου μπορεί να είναι απαιτήσεις, κεφάλαια σε τραπεζικό λογαριασμό, μετοχές, περιουσιακά στοιχεία υπό καταπίστευμα, ασφαλιστήρια και ενσώματα κινητά πράγματα. Τα ενσώματα κινητά πράγματα που βρίσκονται στα χέρια του οφειλέτη δεν μπορούν να κατασχεθούν στα χέρια τρίτου, καθώς το μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης που διεξάγεται επ’ αυτών είναι η κατάσχεση.

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων

Τα ενσώματα κινητά πράγματα που βρίσκονται στα χέρια του οφειλέτη μπορούν να κατασχεθούν από τον δανειστή και να πωληθούν σε πλειστηριασμό για την εξόφληση εκκρεμών οφειλών. Ωστόσο, κατάσχεση δεν μπορεί να επιβληθεί σε ορισμένα πράγματα, όπως σε επαγγελματικά εργαλεία ή βιβλία τα οποία είναι απαραίτητα για την εργασία του οφειλέτη, ή σε οχήματα τα οποία είναι ευλόγως απαραίτητα στον οφειλέτη και η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει ορισμένο ποσό. Κατάσχεση δεν μπορεί επίσης να επιβληθεί για την απόδοση κινητών πραγμάτων που βρίσκονται στην κατοικία του οφειλέτη, εκτός αν έχει εκδοθεί διαταγή κατ’ εξαίρεση κατάσχεσης (order for exceptional attachment) από το Sheriff Court (πρωτοβάθμιο τοπικό δικαστήριο). Η κατάσχεση παρέχει τη δυνατότητα στον δανειστή να κατασχέσει χρηματικά ποσά (μετρητά, συμπεριλαμβανομένων των κερμάτων και χαρτονομισμάτων σε ξένο νόμισμα, ταχυδρομικές επιταγές, τραπεζικούς τίτλους κ.λπ.) τα οποία βρίσκονται σε χώρους του οφειλέτη, με εξαίρεση τα χρήματα τα οποία βρίσκονται στην κατοικία του οφειλέτη ή τα οποία ο οφειλέτης φέρει πάνω του, τα οποία δεν μπορούν να κατασχεθούν.

Κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη

Η αναγκαστική εκτέλεση επί του μισθού του οφειλέτη μπορεί να διεξαχθεί υπό τη μορφή κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη του (για την καταβολή μεμονωμένης οφειλής), κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη του για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής (για την καταβολή διατροφής ή περιοδικής παροχής σε περίπτωση διαζυγίου) ή διαταγής σωρευτικής κατάσχεσης στα χέρια τρίτου (διαταγής που εκδίδεται από το δικαστήριο για την ταυτόχρονη καταβολή δύο ή περισσοτέρων ομοειδών οφειλών). Παρακράτηση μισθού δυνάμει διαταγής μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του νόμου περί διατροφής τέκνων του 1991 (Child Support Act 1991) σε βάρος προσώπου που υπέχει υποχρέωση καταβολής διατροφής τέκνου στο πλαίσιο κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής. Η διαταγή αυτή επιβάλλει στον εργοδότη, από τον χρόνο επίδοσης του κατασχετηρίου, να παρακρατεί από τον μισθό του οφειλέτη ένα ποσό, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με νομοθετικά προβλεπόμενους πίνακες, κάθε ημέρα μισθοδοσίας και να το καταβάλλει στον δανειστή έως ότου διευθετηθεί η οφειλή ή ο οφειλέτης παύσει να απασχολείται στην εν λόγω θέση εργασίας.

Αποβολή ή έξωση από ακίνητο

Η αποβολή (ejection) μπορεί να λάβει χώρα δυνάμει απόφασης με την οποία διατάσσεται η απόδοση της κατοχής ακινήτου, η έξωση ή η αποβολή. Έξωση (removing) είναι ο όρος που χρησιμοποιείται όταν εκμισθωτής ζητεί από τον μισθωτή να του αποδώσει την κατοχή μισθίου. Η αποβολή είναι το ένδικο βοήθημα για την αποβολή του κατόχου που νέμεται το ακίνητο χωρίς τίτλο.

Απαγόρευση διάθεσης

Η απαγόρευση διάθεσης συνιστά μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης που στρέφεται κατά προσώπου και με το οποίο απαγορεύεται στον οφειλέτη να πωλήσει ή να διαθέσει με άλλον τρόπο ή να παράσχει ασφάλεια επί των ακινήτων του προς βλάβη του δανειστή που ζητεί την επιβολή της απαγόρευσης. Επιτυγχάνεται με την καταχώριση της απαγόρευσης διάθεσης στο μητρώο απαγορεύσεων διάθεσης και βαρών (Register of Inhibitions and Adjudications). Η απαγόρευση διάθεσης παρέχει στον υπέρ ου η απαγόρευση το πλεονέκτημα ότι ο οφειλέτης θα δυσκολευτεί να διαθέσει τα ακίνητά του, πλην όμως δεν παρέχει στον υπέρ ου η απαγόρευση κανένα εμπράγματο δικαίωμα επί των ακινήτων. Η απαγόρευση διάθεσης συνιστά μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης αρνητικού ή απαγορευτικού χαρακτήρα, το οποίο παράγει αποτελέσματα για χρονικό διάστημα πέντε ετών, αλλά μπορεί να αρθεί νωρίτερα, αν ο υπέρ ου η απαγόρευση δανειστής συναινεί στη διαγραφή, συνήθως μετά την εξόφληση της οφειλής.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Αρμόδιες αρχές για την εκτέλεση στη Σκωτία είναι οι δικαστικοί επιμελητές (οι λεγόμενοι «Sheriff Officers» και «Messengers-at-Arms»). Λαμβάνουν εντολή από τους δανειστές να εκτελούν κατά των οφειλετών δικαστικές διαταγές ή εντάλματα που εκδίδονται από τα Sheriff Courts ή από το Court of Session, καθώς και έγγραφα πιστοποίησης χρέους τα οποία είναι καταχωρισμένα προς εκτέλεση στο μητρώο εγγράφων (Books of Council and Session).

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Οι δικαστικές διαταγές ή οι αποφάσεις που εκδίδονται από το Sheriff Court σε οποιαδήποτε δικαστική περιφέρεια (Sheriffdom) στη Σκωτία ή από το Court of Session και από αντίστοιχες αρχές (όπως τα έγγραφα πιστοποίησης χρέους που έχουν καταχωριστεί προς εκτέλεση) είναι εκτελεστές.  Το απόσπασμα της απόφασης συνιστά γενικά τίτλο για κάθε νόμιμη εκτέλεση.

Κατά γενικό κανόνα, η αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται από τους Sheriff Officers και τους Messengers-at-Arms. Αυτοί είναι ανεξάρτητοι αμειβόμενοι αυτοαπασχολούμενοι οι οποίοι λαμβάνουν εντολή από τον επικεφαλής της δικαστικής περιφέρειας (Sheriff Principal) εντός της οποίας είναι εξουσιοδοτημένοι να ενεργούν. Οι εν λόγω λειτουργοί υπόκεινται στον έλεγχο και στην εποπτεία του δικαστηρίου, παρόλο που δεν απασχολούνται άμεσα από το δικαστήριο. Ο σκωτικός νόμος περί οφειλετών του 1987 [Debtors (Scotland) Act 1987] ορίζει το κανονιστικό πλαίσιο για τον έλεγχο της εισδοχής τους, της εκπαίδευσής τους και της συμπεριφοράς που επιδεικνύουν κατά την εκτέλεση των επίσημων καθηκόντων τους, ενώ ο σκωτικός νόμος περί ρύθμισης χρεών και κατάσχεσης του 2002 [Debt Arrangement and Attachment (Scotland) Act 2002] και ο σκωτικός νόμος περί πτώχευσης και αναγκαστικής εκτέλεσης κ.λπ. του 2007 [Bankruptcy and Diligence etc. (Scotland) Act 2007] ρυθμίζουν περαιτέρω τα καθήκοντα και τη συμπεριφορά τους. Επιπλέον, όλοι οι λειτουργοί της δικαιοσύνης υποχρεούνται να εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κανονισμό του Συλλόγου Δικαστικών Επιμελητών (Bye-Laws of the Society of Messengers-at-Arms and Sheriff Officers).

Μόνο σε ορισμένες διαδικασίες εκτέλεσης είναι υποχρεωτική η συνδρομή δικηγόρου.

Επί του παρόντος, οι αμοιβές των Sheriff Officers και των Messengers-at-Arms για τη διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης καθορίζονται, αντίστοιχα, από τους κανονισμούς Act of Sederunt (Fees of Sheriff Officers) 2013 (SSI 2013/345) και Act of Sederunt (Fees of Messengers-at-Arms) 2013 (SSI 2013/346). Οι εν λόγω πίνακες αμοιβών τροποποιούνται τακτικά.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Η έκδοση απόφασης υπέρ του ενάγοντος (του προσώπου που ασκεί την αγωγή) συνήθως αρκεί για τη διενέργεια εκτέλεσης. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις αναγκαστικής εκτέλεσης απαιτείται επίσης η επίδοση επιταγής προς πληρωμή (charge for payment) και η έκδοση συμβουλευτικού και ενημερωτικού τεύχους σχετικά με τις οφειλές (του λεγόμενου Debt Advice and Information Package) πριν από την επιδίωξη της εξόφλησης της οφειλής. Η επιταγή προς πληρωμή συνιστά επίσημη απαίτηση πληρωμής η οποία επιδίδεται στον οφειλέτη για την καταβολή του ποσού που οφείλεται στον δανειστή, συμπεριλαμβανομένων τυχών τόκων και εξόδων. Παρέχει στον οφειλέτη προθεσμία δεκατεσσάρων ημερών (αν ο οφειλέτης βρίσκεται εντός του Ηνωμένου Βασιλείου) εντός της οποίας οφείλει να πραγματοποιήσει την καταβολή. Αν η οφειλή δεν εξοφληθεί εντός της καθορισθείσας προθεσμίας, ο δανειστής μπορεί στη συνέχεια να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση για την είσπραξη των οφειλόμενων ποσών. Το συμβουλευτικό και ενημερωτικό τεύχος σχετικά με τις οφειλές συνιστά στους οφειλέτες τη λήψη συμβουλών οικονομικής διαχείρισης.

Στην περίπτωση διαταγής κατ’ εξαίρεση κατάσχεσης, ο δανειστής πρέπει να προσφύγει εκ νέου στο δικαστήριο για να ζητήσει ειδική άδεια για την επιβολή κατάσχεσης σε μη απαραίτητα είδη τα οποία βρίσκονται στην κατοικία του οφειλέτη. Κατά την εξέταση της έκδοσης της σχετικής διαταγής, ο δικαστής του Sheriff Court (Sheriff) λαμβάνει υπόψη διάφορες περιστάσεις. Αυτές είναι οι εξής:

  • η φύση της οφειλής (και, ιδίως, αν η οφειλή αφορά φόρο ή δασμό ή εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα του οφειλέτη)
  • αν ο οφειλέτης κατοικεί στην κατοικία που έχει προσδιοριστεί
  • αν ο οφειλέτης ασκεί εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα από την εν λόγω κατοικία
  • αν έχουν παρασχεθεί συμβουλές οικονομικής διαχείρισης στον οφειλέτη
  • αν έχει παρέλθει τυχόν προθεσμία καταβολής που χορηγήθηκε στον οφειλέτη δυνάμει διαταγής παροχής προθεσμίας (time to pay order ή time to pay direction) και
  • τυχόν συμφωνία μεταξύ οφειλέτη και δανειστή για διευθέτηση της οφειλής.

Ειδικότερα, o Sheriff πρέπει να πειστεί ότι ο δανειστής έχει λάβει εύλογα μέτρα για να διαπραγματευτεί τη διευθέτηση της οφειλής και ότι ο δανειστής έχει ήδη λάβει μέτρα για την είσπραξη της οφειλής μέσω κατάσχεσης στα χέρια τρίτου και κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη, καθώς και ότι εύλογα προσδοκάται ότι το ποσό που θα εισπραχθεί από τον πλειστηριασμό των μη απαραίτητων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη θα είναι τουλάχιστον ίσο με το άθροισμα των, μετά από εύλογη εκτίμηση, πληρωτέων εξόδων και ποσού ύψους 100 λιρών στερλινών.

Με την κατάσχεση στα χέρια τρίτου κατάσχονται περιουσιακά στοιχεία (κεφάλαια και κινητά πράγματα) στα χέρια τρίτου και εξασφαλίζεται προνόμιο για τον κατασχόντα δανειστή. Η κατάσχεση κεφαλαίων στα χέρια τρίτου συνεπάγεται την αυτόματη μεταβίβασή τους μετά την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει προβληθεί καμία αντίρρηση. Τυχόν αντίρρηση πρέπει να προβληθεί ενώπιον του Sheriff Court και να θεμελιώνεται στο γεγονός ότι η κατάσχεση στα χέρια τρίτου είναι αδικαιολόγητα επαχθής, ότι ο Sheriff Officer δεν διενήργησε την κατάσχεση στα χέρια τρίτου κατά τον προσήκοντα τρόπο ή ότι τα κεφάλαια που κατασχέθηκαν στα χέρια τρίτου ανήκουν σε τρίτο (ή ανήκουν από κοινού σε τρίτο και στον οφειλέτη). Για τη μεταβίβαση των κινητών πραγμάτων που κατασχέθηκαν στα χέρια τρίτου ο δανειστής πρέπει να ασκήσει ειδική αγωγή απόδοσης (τη λεγόμενη «action of furthcoming») αν η εν λόγω αγωγή γίνει δεκτή από το δικαστήριο, ο τρίτος θα υποχρεωθεί να μεταβιβάσει τα κατασχεθέντα κινητά πράγματα.

Στην περίπτωση παροχής εμπράγματης ασφάλειας, αν η οφειλή παραμένει ανεξόφλητη ύστερα από δέκα έτη (τη λεγόμενη «νόμιμη προθεσμία» – «the legal»), ο δανειστής που πέτυχε την παροχή της εμπράγματης ασφάλειας μπορεί να μετατρέψει το δικαίωμά του σε δικαίωμα απόλυτης κυριότητας. Τούτο καθίσταται δυνατό με την άσκηση ειδικής αγωγής ενώπιον του Court of Session (της λεγόμενης «action of declarator of expiry of the legal»), η οποία έχει ως αντικείμενο την κήρυξη της παρέλευσης της νόμιμης προθεσμίας. Ο οφειλέτης μπορεί να αντικρούσει την εν λόγω αγωγή προβάλλοντας ότι η οφειλή έχει εξοφληθεί.

Η απαγόρευση διάθεσης παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία καταχώρισης του σχετικού εγγράφου με το οποίο επιβάλλεται η απαγόρευση διάθεσης (schedule of inhibition) και του πιστοποιητικού επιβολής της απαγόρευσης διάθεσης (certificate of execution of the inhibition) στο μητρώο απαγορεύσεων διάθεσης και βαρών.  Ωστόσο, αν καταχωριστεί ανακοίνωση επιβολής απαγόρευσης διάθεσης (notice of inhibition) στο μητρώο απαγορεύσεων διάθεσης και βαρών και το έγγραφο με το οποίο επιβλήθηκε η απαγόρευση διάθεσης και το πιστοποιητικό επιβολής της απαγόρευσης διάθεσης καταχωριστούν εντός 21 ημερών από την εν λόγω ανακοίνωση, η απαγόρευση διάθεσης παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία καταχώρισης της εν λόγω ανακοίνωσης.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αναγκαστική εκτέλεση προβλέπεται για περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, πλην των μετρητών που βρίσκονται στα χέρια του οφειλέτη.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Παροχή εμπράγματης ασφάλειας

Η παροχή εμπράγματης ασφάλειας έχει ως αποτέλεσμα την παροχή, με απόφαση δικαστηρίου, εμπράγματης ασφάλειας επί ακινήτου υπέρ του δανειστή. Η απόφαση παροχής εμπράγματης ασφάλειας δεν χορηγεί στον αιτούντα άμεση εξουσία πώλησης, αλλά μόνο εξουσία εξασφάλισης των μισθωμάτων, αν το ακίνητο είναι μισθωμένο, ή αποβολής του οφειλέτη, αν το ακίνητο βρίσκεται στην κατοχή του.

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων ή κεφαλαίων στα χέρια τρίτου

Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου έχει ως αποτέλεσμα τη δέσμευση κεφαλαίων και/ή κινητών πραγμάτων που ανήκουν στην κυριότητα του οφειλέτη και βρίσκονται στα χέρια τρίτου. Ο τρίτος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει τα κινητά πράγματα ή τα κεφάλαια ή να τα αποδώσει στον οφειλέτη χωρίς τη συναίνεση του δανειστή. Προκειμένου να μεταβιβαστούν στον δανειστή τα κινητά πράγματα που έχουν κατασχεθεί στα χέρια τρίτου, ο δανειστής πρέπει να ασκήσει ειδική αγωγή απόδοσης (τη λεγόμενη «action of furthcoming»). Τα κεφάλαια που έχουν κατασχεθεί στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος μεταβιβάζονται αυτόματα μετά την πάροδο 14 εβδομάδων, εφόσον δεν προβληθεί αντίρρηση. Αν ο τρίτος αποδώσει τα κατασχεθέντα πράγματα, υπέχει ευθύνη έναντι του κατασχόντος δανειστή για την αξία τους. Θεωρητικά, θα υπέχει επίσης ευθύνη για απείθεια προς το δικαστήριο για τον λόγο ότι παραβίασε την κατάσχεση στα χέρια τρίτου. Ο τρίτος υπέχει νομική υποχρέωση να γνωστοποιήσει στον κατασχόντα δανειστή την ύπαρξη ή την έκταση των περιουσιακών στοιχείων που κατασχέθηκαν στο πλαίσιο της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου. Αν ο τρίτος δεν εκπληρώσει την εν λόγω υποχρέωση, ο Sheriff μπορεί να εκδώσει διαταγή υποχρεώνοντας τον τρίτο να καταβάλει ένα χρηματικό ποσό στον κατασχόντα δανειστή.

Κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη ή κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής

Στην περίπτωση που επιδοθεί στον εργοδότη κατασχετήριο με το οποίο επιβάλλεται κατάσχεση μισθού στα χέρια του ως τρίτου ή κατάσχεση μισθού στα χέρια του ως τρίτου για την ικανοποίηση τρέχουσας διατροφής, οφείλει να παρακρατήσει το ποσό που έχει υπολογιστεί και να το καταβάλει στον δανειστή.  Αν ο εργοδότης δεν συμμορφωθεί με τους όρους, ευθύνεται έναντι του δανειστή για την καταβολή του χρηματικού ποσού που όφειλε να καταβάλει σε αυτόν.

Αποβολή ή έξωση από ακίνητο

Η απόφαση αποβολής ή έξωσης διατάσσει ένα πρόσωπο να εγκαταλείψει το ακίνητο το οποίο προσδιορίζεται στο απόσπασμα της απόφασης. Αν εκείνος κατά του οποίου εκδόθηκε η απόφαση αποβολής ή έξωσης δεν συμμορφωθεί και εγκαταλείψει το ακίνητο οικειοθελώς εντός της ορισθείσας προθεσμίας, οι Sheriff Officers μπορούν να τον αποβάλουν και να ασφαλίσουν το ακίνητο, ζητώντας, αν απαιτείται, τη συνδρομή της αστυνομίας. Σε αυτόν που πρέπει να αποβληθεί από το ακίνητο πρέπει να επιδοθεί επιταγή προς απόδοση του ακινήτου (Charge of Removing from Heritable Property) για την πραγματοποίηση της έξωσης ή της αποβολής, πρέπει να έχει παρέλθει η προθεσμία που τάσσεται με την επιταγή, εκτός αν ο Sheriff αποφασίσει ότι δεν είναι αναγκαία η πλήρωση αυτού του όρου.

Απαγόρευση διάθεσης

Η καταχώριση απαγόρευσης διάθεσης στο μητρώο απαγορεύσεων διάθεσης και βαρών εμποδίζει τον οφειλέτη να πωλήσει ή να διαθέσει με άλλον τρόπο ή να παράσχει ασφάλεια επί των ακινήτων του προς βλάβη του αιτούντος την απαγόρευση.  Οποιαδήποτε διάθεση ή παροχή εμπράγματης ασφάλειας ή άλλου βάρους από τον οφειλέτη η οποία προσκρούει στην απαγόρευση διάθεσης μπορεί να ακυρωθεί κατόπιν αιτήματος του αιτηθέντος την απαγόρευση.

Η απόφαση «ad factum praestandum» είναι απόφαση που επιβάλλει στον οφειλέτη την επιχείρηση πράξης, εκτός της καταβολής χρηματικού ποσού, και απαιτεί συμμόρφωση. Οι όροι της απόφασης πρέπει να προσδιορίζουν με ακρίβεια τι ακριβώς πρέπει να γίνει, ενώ όταν υποβάλλεται η σχετική αίτηση ενώπιον του δικαστηρίου, συνιστάται η προσθήκη επικουρικού αιτήματος για αποζημίωση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Η μη συμμόρφωση δεν επιφέρει προσωπική κράτηση, εκτός αν το πρόσωπο που αρχικά ζήτησε την έκδοση της απόφασης (στο εξής: αιτών) υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο το οποίο εξέδωσε αρχικά την απόφαση. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο ότι ο οφειλέτης από πρόθεση αρνείται να συμμορφωθεί με την απόφαση. Αν το δικαστήριο πειστεί, μπορεί να εκδώσει ένταλμα προσωπικής κράτησης του καθ’ ου η αίτηση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες. Με την προσωπική κράτηση δεν αποσβήνεται η υποχρέωση που επιβλήθηκε με την απόφαση.

Κατάσχεση χρηματικών ποσών

Με αυτήν παρέχεται η δυνατότητα στον δανειστή να κατασχέσει και να αφαιρέσει χρηματικά ποσά (μετρητά, συμπεριλαμβανομένων των κερμάτων και χαρτονομισμάτων σε ξένο νόμισμα, ταχυδρομικές επιταγές, τραπεζικούς τίτλους κ.λπ.) τα οποία βρίσκονται σε χώρους του οφειλέτη, με εξαίρεση τα χρήματα που βρίσκονται στην κατοικία και στα χέρια του οφειλέτη, τα οποία δεν μπορούν να κατασχεθούν.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Παροχή εμπράγματης ασφάλειας

Μετά την έκδοση της απόφασης, το απόσπασμα μεταγράφεται στο αρμόδιο κτηματολόγιο της Σκωτίας.  Έκτοτε, η απόφαση αποκτά ισχύ, ενώ ο δανειστής μπορεί να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για να καταστεί κύριος και να πωλήσει το ακίνητο μόνο μετά την πάροδο 10 ετών.

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων ή κεφαλαίων στα χέρια τρίτου

Η διενέργεια κατάσχεσης στα χέρια τρίτου είναι είτε επιτυχής είτε ανεπιτυχής.  Για παράδειγμα, η κατάσχεση στα χέρια τρίτου μπορεί να επιδοθεί σε τράπεζα, αλλά αν ο οφειλέτης δεν έχει λογαριασμό στην εν λόγω τράπεζα ή έχει ανεπαρκή κεφάλαια σε τυχόν άλλους λογαριασμούς, τότε με την κατάσχεση δεν θα δεσμευτούν κεφάλαια.

Κατάσχεση κινητών πραγμάτων

Η κατάσχεση παράγει αποτελέσματα μόνο μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία συμπληρώνονται έξι μήνες από την επιβολή κατάσχεσης στο πράγμα ή την ημερομηνία κατά την οποία συμπληρώνονται 20 ημέρες από την αφαίρεση του κατασχεθέντος πράγματος από τον τόπο κατάσχεσης, αναλόγως με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη. Η διαταγή κατ’ εξαίρεση κατάσχεσης ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να διενεργηθεί η κατάσχεση.

Κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη ή κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής

Η επίδοση κατασχετηρίου για την επιβολή κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη του οφειλέτη ή για την επιβολή κατάσχεσης μισθού στα χέρια του εργοδότη για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής είναι είτε επιτυχής είτε ανεπιτυχής. Αν ο οφειλέτης δεν απασχολείται από το πρόσωπο στο οποίο επιδόθηκε το κατασχετήριο, η επίδοση αποβαίνει άκαρπη. Αν ο οφειλέτης απασχολείται από αυτό το πρόσωπο, παραμένει σε ισχύ έως ότου εξοφληθεί η οφειλή ή ο οφειλέτης παύσει να απασχολείται στην εν λόγω θέση εργασίας.

Αποβολή ή έξωση από ακίνητο

Η αναγκαστική εκτέλεση που διενεργείται δυνάμει απόφασης έξωσης ή αποβολής πρέπει να διεξάγεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.  Δεν υφίσταται ορισμός του τι συνιστά αδικαιολόγητη καθυστέρηση.  Τούτο εξαρτάται από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της εκάστοτε υπόθεσης.

Απαγόρευση διάθεσης

Η απαγόρευση διάθεσης παύει να ισχύει ύστερα από 5 έτη.  Μπορεί να ανανεωθεί κατόπιν αίτησης του υπέρ ου η απαγόρευση ενώπιον του δικαστηρίου.  Απόφαση ad factum praestandum πρέπει να προσδιορίζει με ακρίβεια την πράξη την οποία πρέπει να επιχειρήσει ο καθ' ου και την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να επιχειρήσει την εν λόγω πράξη.

Κατάσχεση χρηματικών ποσών

Η κατάσχεση χρηματικών ποσών μπορεί να αποβεί είτε επιτυχής είτε ανεπιτυχής.  Για παράδειγμα, αν ο Sheriff Officer δεν βρει κεφάλαια στους χώρους του οφειλέτη, τότε η κατάσχεση χρηματικών ποσών θα έχει αποβεί άκαρπη.  Αν η κατάσχεση χρηματικών ποσών αποβεί επιτυχής, τότε ο δικαστικός επιμελητής (Sheriff Officers ή Messengers at Arms) πρέπει, πριν από τη λήξη της προθεσμίας των 14 ημερών η οποία αρχίζει από την ημέρα διενέργειας της κατάσχεσης των χρηματικών ποσών, να υποβάλει έκθεση στον Sheriff.  Ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να παραδώσει αντίγραφο της έκθεσης στον οφειλέτη και στον δανειστή.  Η κατάσχεση παύει να παράγει αποτελέσματα αν ο Sheriff αρνηθεί να παραλάβει την έκθεση.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Ο εργοδότης ή ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση στον Sheriff για έκδοση διαταγής με την οποία θα κηρύσσεται ανίσχυρη η κατάσχεση μισθού στα χέρια του εργοδότη για την ικανοποίηση απαίτησης τρέχουσας διατροφής ή θα διαπιστώνεται ότι έχει παύσει να παράγει αποτελέσματα. Επίσης, αν ο οφειλέτης καταφέρει να πείσει τον Sheriff ότι είναι απίθανο να καθυστερήσει την αποπληρωμή στο μέλλον, ο Sheriff μπορεί να εκδώσει διαταγή με την οποία θα ανακαλεί την κατάσχεση.

Ο οφειλέτης, ο τρίτος στα χέρια του οποίου έγινε η κατάσχεση ή τρίτος μπορούν, με δικόγραφο αντιρρήσεων, να ζητήσουν από τον Sheriff την έκδοση διαταγής με την οποία θα ανακαλείται ή θα περιορίζεται η κατάσχεση στα χέρια τρίτου.  Το εν λόγω δικόγραφο πρέπει να επιδοθεί εντός 4 εβδομάδων από τη διενέργεια της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου.

Μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά οποιασδήποτε απόφασης του Sheriff με την οποία επιβλήθηκε κατάσχεση ή κατ’ εξαίρεση κατάσχεση.  Η έφεση μπορεί να ασκηθεί ενώπιον του Sheriff Principal, αλλά μόνο ύστερα από άδεια του Sheriff και μόνο για νομικό ζήτημα. Η απόφαση του Sheriff Principal επί τέτοιας έφεσης είναι τελεσίδικη.

Λόγους άρσης ή ανάκλησης της απαγόρευσης διάθεσης συνιστούν η επιβολή της απαγόρευσης διάθεσης κατά παράβαση της διαδικασίας και η ακύρωση της απόφασης περί καταβολής.

Δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά της έξωσης ή της αποβολής μετά την εκτέλεση της απόφασης.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Υπαγωγή του οφειλέτη σε διαδικασίες ρύθμισης οφειλών

Αν o οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση ή συνάψει πράξη καταπιστεύματος (trust deed), πράξη προστατευμένου καταπιστεύματος (protected trust deed) ή υπαχθεί σε πρόγραμμα αποπληρωμής οφειλών (debt payment programme) στο πλαίσιο του σχεδίου διευθέτησης οφειλών (debt arrangement scheme), οι δανειστές δεν μπορούν να λάβουν κανένα περαιτέρω μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, με την επιφύλαξη της συνδρομής ορισμένων προϋποθέσεων. Αντ’ αυτού, ο δανειστής θα πρέπει γενικά να διεκδικήσει τα οφειλόμενα ποσά από τον σύνδικο της πτώχευσης ή να συμπεριλάβει την οφειλή σε τυχόν πρόγραμμα αποπληρωμής οφειλών.

Αναστολή εκτέλεσης

Η αναστολή εκτέλεσης προβλέπεται σε όλες τις νομοθετικά προβλεπόμενες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών στη Σκωτία, κατόπιν τροποποιήσεων στον σκωτικό νόμο περί πτώχευσης του 1985 [Bankruptcy (Scotland) Act 1985], οι οποίες άρχισαν να ισχύουν την 1η Απριλίου 2015, δυνάμει του σκωτικού νόμου περί παροχής συμβουλών σχετικά με την πτώχευση και τις οφειλές του 2014 [Bankruptcy and Debt Advice (Scotland) Act 2014]. Αυτό σημαίνει ότι αν ένα πρόσωπο γνωστοποιήσει την πρόθεσή του να υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε νομοθετικά προβλεπόμενη διαδικασία ρύθμισης οφειλών, θα του παρασχεθεί διάστημα 6 εβδομάδων προστασίας από κάθε πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης των δανειστών του εναντίον του. Πρόκειται για το ίδιο διάστημα 6 εβδομάδων με αυτό που προβλέπεται επί του παρόντος στον σκωτικό νόμο περί πτώχευσης και αναγκαστικής εκτέλεσης του 2007, με τον οποίο θεσπίστηκε αναστολή εκτέλεσης για τον οφειλέτη που προτίθεται να υποβάλει ή έχει ήδη υποβάλει αίτηση για την υπαγωγή του σε πρόγραμμα αποπληρωμής οφειλών, ή το διάστημα 6 εβδομάδων από την ημερομηνία που γνωστοποιεί στον διαχειριστή του σχεδίου διευθέτησης οφειλών ότι προτίθεται να υποβάλει αίτηση για την υπαγωγή του σε πρόγραμμα αποπληρωμής οφειλών. Τα εν λόγω διαστήματα αναστολής των 6 εβδομάδων μπορούν, ωστόσο, να συντμηθούν ή να παραταθούν σε ορισμένες περιπτώσεις.  {Στο πλαίσιο του σκωτικού νόμου του 2020 περί του κορονοϊού [Coronavirus (Scotland) Act 2020], το διάστημα της αναστολής επεκτάθηκε στους 6 μήνες. Η εν λόγω αλλαγή θα παραμείνει σε ισχύ έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2020, ενώ μπορεί να παραταθεί περαιτέρω με κανονισμούς}.

Προθεσμία καταβολής (time to pay)

Στο πλαίσιο της διαδικασίας για την έκδοση απόφασης σε βάρος του οφειλέτη για την καταβολή ορισμένων ειδών οφειλών, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει τη λεγόμενη «time to pay direction», με την οποία παρέχεται η δυνατότητα τμηματικής καταβολής του πληρωτέου ποσού σε βάθος χρόνου. Επίσης, μετά την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει τη λεγόμενη «time to pay order». Κατά τη διάρκεια ισχύος της σχετικής απόφασης (time to pay direction ή time to pay direction order), δεν επιτρέπεται η επίδοση επιταγής προς πληρωμή ή η διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης με σκοπό την είσπραξη της οφειλής.

Προθεσμίες εκτέλεσης

Αν μια απαίτηση, μετά την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη εκτελεστή, εξακολουθεί να υφίσταται για συνεχές χρονικό διάστημα είκοσι ετών χωρίς να έχει ασκηθεί σχετική αγωγή και χωρίς να έχει αναγνωριστεί συναφώς η ύπαρξη της απαίτησης, τότε η απαίτηση αποσβήνεται. Συνεπώς, αν δεν διενεργηθεί αναγκαστική εκτέλεση δυνάμει δικαστικής απόφασης ή εγγράφου πιστοποίησης χρέους επί 20 συνεχή έτη χωρίς να υφίσταται έγγραφη και ανεπιφύλακτη αναγνώριση από ή εκ μέρους του οφειλέτη, η απαίτηση παραγράφεται. Ωστόσο, όταν ένας δανειστής διενεργεί αναγκαστική εκτέλεση για την εκτέλεση απόφασης ή εγγράφου πιστοποίησης χρέους και ο οφειλέτης συνομολογεί ρητά στον δανειστή ότι η οφειλή εξακολουθεί να υφίσταται, ο δανειστής έχει στη διάθεσή του άλλα 20 έτη για να επιδιώξει την πλήρη ικανοποίηση της απαίτησής του κατά του οφειλέτη.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροAccountant in Bankruptcy

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 19/10/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης - Γιβραλτάρ

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Αναγκαστική εκτέλεση είναι οι ενέργειες που διατάσσονται από το δικαστήριο και που υποχρεώνουν τους καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτες να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του δικαστηρίου. Η επιλογή της μεθόδου εκτέλεσης εναπόκειται πλήρως στον υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή.

Κατά την επιλογή της μεθόδου εκτέλεσης, ο δανειστής πρέπει να λάβει υπόψη αν:

  • υπάρχει πιθανότητα να εισπράξει το οφειλόμενο ποσό και τα δικαστικά έξοδα από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη
  • ο οφειλέτης οφείλει χρήματα σε άλλα πρόσωπα ή έχουν εκδοθεί άλλες δικαστικές αποφάσεις σε βάρος του
  • ο οφειλέτης έχει στην κυριότητά του αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία τα οποία μπορούν να κατασχεθούν και να πωληθούν σε πλειστηριασμό
  • ο οφειλέτης εργάζεται
  • ο οφειλέτης έχει άλλα εισοδήματα, όπως εισόδημα από επενδύσεις.
  • ο οφειλέτης διαθέτει τραπεζικό λογαριασμό, λογαριασμό στεγαστικού ταμιευτηρίου ή άλλου είδους λογαριασμό
  • ο οφειλέτης έχει στην κυριότητά του ακίνητη περιουσία (κατοικία) ή
  • άλλο πρόσωπο οφείλει χρήματα στον οφειλέτη.

Ακολουθούν πληροφορίες σχετικά με τα διαφορετικά είδη μέτρων εκτέλεσης. Ο δανειστής θα πρέπει να επιλέξει το μέτρο το οποίο είναι πιο πιθανό να του εξασφαλίσει την είσπραξη της οφειλής.

Το δικαστήριο δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο δανειστής θα εισπράξει την οφειλή, ενώ δικαστικά έξοδα είναι πληρωτέα για κάθε μέτρο που λαμβάνεται. Παρότι το δικαστήριο προσθέτει τα δικαστικά έξοδα στο ποσό που οφείλεται ήδη από τον οφειλέτη, το δικαστήριο δεν μπορεί να επιστρέψει το ποσό που κατέβαλε ο δανειστής σε περίπτωση που δεν λάβει τα χρήματα από τον οφειλέτη.

Τα διαφορετικά είδη μεθόδων εκτέλεσης είναι:

Κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων

Αναγκαστική κατάσχεση είναι η εκτέλεση των αποφάσεων πολιτικών δικαστηρίων με κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων. Για την εκτέλεση με αναγκαστική κατάσχεση απαιτείται η υποβολή αίτησης στο δικαστήριο για την έκδοση εντάλματος αναγκαστικής κατάσχεσης. Η έκδοση του εντάλματος είναι πρόσφορη μόνο αν ο οφειλέτης έχει:

  • αρκετά περιουσιακά στοιχεία στη διεύθυνση που έδωσε ο υπέρ ου η εκτέλεση δανειστής τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν προς πώληση σε πλειστηριασμό με σκοπό την είσπραξη χρηματικών ποσών ή
  • όλο το αιτούμενο με το ένταλμα χρηματικό ποσό (για την αποτροπή πώλησης των περιουσιακών στοιχείων).

Για την έκδοση εντάλματος από το δικαστήριο, πρέπει ο οφειλέτης:

  • να μην έχει καταβάλει το οφειλόμενο ποσό που διατάχθηκε να καταβάλει ή
  • να έχει καθυστερήσει την εξόφληση κάποιας εκ των οφειλόμενων πληρωμών.

Οι δικαστικοί επιμελητές δεν έχουν πάντοτε τη δυνατότητα να κατασχέσουν και να διαθέσουν προς πώληση τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Για παράδειγμα, δεν μπορούν να κατασχέσουν απαραίτητα είδη οικιακής χρήσης και επαγγελματικά εργαλεία ή κινητά πράγματα τα οποία αποτελούν το αντικείμενο συμβάσεων αγοράς με δόσεις ή μίσθωσης. Ο δικαστικός επιμελητής δεν δύναται να κατασχέσει κινητά πράγματα του οφειλέτη αν η χρηματική αξία τους, μετά την αφαίρεση των εξόδων κατάσχεσης και πώλησής τους, δεν δικαιολογεί την πώλησή τους για την εξόφληση του αναφερόμενου στο ένταλμα ποσού. Περιουσιακά στοιχεία που διατίθενται προς πώληση σε πλειστηριασμό πωλούνται έναντι μέρους μόνο της αρχικής τους τιμής. Επιπλέον, τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ενδέχεται να έχουν ήδη κατασχεθεί από δικαστικούς επιμελητές που ενεργούν βάσει άλλου εντάλματος.

Διαταγή κατάσχεσης στα χέρια τρίτου

Ο δανειστής έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση στο Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο) προκειμένου να καταβληθεί σε αυτόν ποσό που τρίτος οφείλει στον οφειλέτη. Στην πράξη, η εν λόγω μέθοδος χρησιμοποιείται για την κατάσχεση κεφαλαίων που ο οφειλέτης ενδέχεται να έχει σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Αν τα κεφάλαια που υπάρχουν στους τραπεζικούς λογαριασμούς δεν αρκούν για την εξόφληση του χρέους, τότε τα διαθέσιμα κεφάλαια χρησιμοποιούνται για τη μερική εξόφληση του χρέους.

Διαδικασία αφερεγγυότητας

Αν το ποσό που οφείλεται υπερβαίνει τις 750 λίρες στερλίνες, ο δανειστής μπορεί να υποβάλει αίτηση για την κήρυξη της αφερεγγυότητας του οφειλέτη. Η εν λόγω διαδικασία διεξάγεται ενώπιον του Supreme Court. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα δαπανηρή.

Κλήτευση

Κατά τη δικαιοδοσία για υποθέσεις μικροδιαφορών του Supreme Court (απαιτήσεις αξίας έως 10 000 λίρες στερλίνες), ο δανειστής έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση για κλήτευση. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει την εξόφληση της ληξιπρόθεσμης οφειλής με δόσεις, ενώ, σε ορισμένες λιγοστές περιπτώσεις, η μη πληρωμή μπορεί να οδηγήσει σε επιβολή προσωπικής κράτησης.

Διαταγές για τη συλλογή πληροφοριών

Η εν λόγω διαδικασία δεν αποτελεί αφ’ εαυτής μέθοδο εκτέλεσης, ωστόσο παρέχει τη δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων στους οφειλέτες ώστε να συλλεχθούν πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά τους στοιχεία, προκειμένου ο δανειστής να επιλέξει πιο συνειδητά τη μέθοδο εκτέλεσης που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Στο Γιβραλτάρ, οι υποθέσεις που αφορούν την αναγκαστική εκτέλεση εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Supreme Court.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Το Supreme Court (συμπεριλαμβανομένης της δικαιοδοσίας του για υποθέσεις μικροδιαφορών) μπορεί να διατάξει την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων.

Στο Γιβραλτάρ, οι δικαστικοί επιμελητές είναι υπάλληλοι της Δικαστικής Υπηρεσίας (Court Service) και είναι, επομένως, δημόσιοι υπάλληλοι. Είναι αρμόδιοι για την εκτέλεση των αποφάσεων και/ή διαταγών που εκδίδονται και καταχωρίζονται στα δικαστήρια. Εκτελούν εντάλματα αναγκαστικής κατάσχεσης, προβαίνουν στην ανάκτηση της κατοχής ακινήτων βάσει ενταλμάτων κατοχής και προβαίνουν στην ανάκτηση κινητών βάσει ενταλμάτων απόδοσης κινητών. Επιπλέον, οι δικαστικοί επιμελητές ασκούν και άλλα καθήκοντα, όπως είναι η προσωπική επίδοση εγγράφων και ενταλμάτων κράτησης.

Χρήση δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών νομικών

Ο δανειστής δεν υποχρεούται να υποβάλει την αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης με τη συνδρομή δικηγόρου ή άλλου επαγγελματία νομικού.

Με εξαίρεση τη δικαιοδοσία για υποθέσεις μικροδιαφορών του Supreme Court, οι διαδικασίες εκτέλεσης ενδέχεται να αποδειχθούν περίπλοκες. Συνεπώς, οι δανειστές μπορεί να ενδείκνυται να ζητήσουν συμβουλές από νομικό σύμβουλο ή το Γραφείο Παροχής Συμβουλών στους Πολίτες (Citizens Advice Bureau) πριν από την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης.

Κλίμακα των εξόδων εκτέλεσης

Το ύψος των δικαστικών εξόδων διαφέρει ανάλογα με τη μέθοδο εκτέλεσης. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, παρότι το δικαστήριο προσθέτει τα εν λόγω έξοδα στο ήδη οφειλόμενο από τον οφειλέτη ποσό, το δικαστήριο δεν μπορεί να επιστρέψει στον δανειστή τα έξοδά του στην περίπτωση που ο τελευταίος δεν εισπράξει το ποσό από τον οφειλέτη. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα καταβλητέα έξοδα μπορείτε να επικοινωνήσετε με τη γραμματεία του Supreme Court, στη διεύθυνση Supreme Court Registry, 277 Main Street, Gibraltar, και στο τηλέφωνο (+350) 200 75608.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, στο Γιβραλτάρ, η επιλογή της μεθόδου αναγκαστικής εκτέλεσης που θα χρησιμοποιηθεί επαφίεται αποκλειστικά στον υπέρ ου η εκτέλεση δανειστή. Οι επιμελείς δανειστές που έχουν εξασφαλίσει δικαστική απόφαση σε ισχύ και δεν έχουν ακόμη πληρωθεί, έχουν το δικαίωμα να εκτελέσουν την απόφαση με το πλέον κατάλληλο μέσο που έχουν στη διάθεσή τους. Επομένως, εφόσον υφίσταται απόφαση σε ισχύ και έχει υποβληθεί η κατάλληλη αίτηση, το δικαστήριο έχει υποχρέωση να δεχθεί την επιλογή του δανειστή.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία:

  • Τραπεζικοί λογαριασμοί με τη διαδικασία κατάσχεσης στα χέρια τρίτου.
  • Ενσώματα κινητά αγαθά με τη διαδικασία της αναγκαστικής κατάσχεσης.
  • Ακίνητη περιουσία με τη διαδικασία έκδοσης διαταγής σύστασης βάρους (charging order).

Δεν υπάρχει αυστηρά καθορισμένος κατάλογος των περιουσιακών στοιχείων που εξαιρούνται από την κατάσχεση. Υπάρχουν, όμως, κατευθυντήριες οδηγίες. Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να κατασχέσει μόνο τα αγαθά που ανήκουν στον οφειλέτη ή επί των οποίων ο οφειλέτης έχει δικαίωμα συγκυριότητας.

Τα αγαθά που κατάσχονται από τον δικαστικό επιμελητή πρέπει να είναι ικανά να αποφέρουν χρήματα στο πλαίσιο πλειστηριασμού. Οι δικαστικοί επιμελητές δεν προβαίνουν στην κατάσχεση αγαθών αν θεωρούν ότι αυτά δεν θα αποφέρουν αρκετά χρήματα για τη μερική έστω εξόφληση του εντάλματος αφού αποπληρωθούν τα έξοδα κατάσχεσης και πώλησης των εν λόγω αγαθών σε πλειστηριασμό.

Οι δικαστικοί επιμελητές δεν μπορούν να κατασχέσουν:

  • αντικείμενα απαραίτητα για το επάγγελμα ή τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οφειλέτη, όπως είναι τα εργαλεία ή τα βιβλία εμπόρου
  • βασικά είδη οικιακής χρήσης που χρειάζονται ο οφειλέτης και η οικογένειά του, όπως ενδύματα ή κλινοσκεπάσματα
  • αντικείμενα μισθωμένα με απλή ή χρηματοδοτική μίσθωση ή τα οποία αποτελούν το αντικείμενο συμβάσεων αγοράς με δόσεις (συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων)
  • περιουσιακά στοιχεία που ενδέχεται να έχουν ήδη κατασχεθεί από δικαστικούς επιμελητές που ενεργούν βάσει άλλου εντάλματος ή
  • εξοπλισμό που δεν ανήκει σε επιχείρηση (π.χ. έπιπλα γραφείου, μηχανήματα και οχήματα υπό χρηματοδοτική μίσθωση).

Όσον αφορά την κατάσχεση στα χέρια τρίτου, ο καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτης που αδυνατεί να προβεί σε ανάληψη χρημάτων από τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό στεγαστικού ταμιευτηρίου που διαθέτει και ισχυρίζεται ότι, λόγω αυτού του κωλύματος, ο ίδιος ή η οικογένειά του αδυνατούν να καλύψουν τα συνήθη έξοδα διαβίωσης, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση διαταγής μερικής αποδέσμευσης χρηματικού ποσού λόγω υπέρμετρης δυσχέρειας (hardship payment order), με την οποία παρέχεται η δυνατότητα σε συγκεκριμένα πρόσωπα να λάβουν μία ή περισσότερες πληρωμές.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Τόσο για τους οφειλέτες όσο και τους τρίτους, η μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι δικαστικές διαταγές οδηγεί στην επιβολή κυρώσεων για ασέβεια προς το δικαστήριο. Στις ποινές που μπορούν να επιβληθούν περιλαμβάνονται η εξάλειψη της ασέβειας προς το δικαστήριο («purging contempt») (δηλαδή να ζητηθεί συγνώμη από τον δικαστή σε δημόσια συνεδρίαση), πρόστιμα και, στις σοβαρότερες περιπτώσεις, φυλάκιση έως 14 ημέρες.

Οι τράπεζες έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις όσον αφορά την κοινοποίηση πληροφοριών και την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών. Όταν η τράπεζα λαμβάνει ένταλμα κατάσχεσης στα χέρια τρίτου το οποίο έχει εκδοθεί σε βάρος ενός εκ των πελατών της, δεν υποχρεούται να αποκαλύψει το ποσό των χρημάτων που περιέχεται στον λογαριασμό. Η τράπεζα μπορεί να δηλώσει ότι δεν υπάρχουν χρήματα στον λογαριασμό, ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια δεν επαρκούν παρά μόνο για μερική εξόφληση ή ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια επαρκούν για την ολική εξόφληση του αιτούμενου ποσού. Πέραν των ανωτέρω πληροφοριών, τίθενται πολύ σοβαρά ζητήματα προστασίας δεδομένων σχετικά με τις λοιπές πληροφορίες που μπορεί να παράσχει η τράπεζα.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Όλες οι διαταγές ορίζουν την προθεσμία που τάσσεται για την παροχή των σχετικών πληροφοριών ή για τη συμμόρφωση προς τη δικαστική διαταγή, ενώ καθορίζουν επίσης τις ανώτατες ποινές που μπορούν να επιβληθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς δικαστική διαταγή.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Η διαδικασία εφαρμογής όλων των δικαστικών μεθόδων αναγκαστικής εκτέλεσης (διαταγές σύστασης βάρους και εντάλματα κατάσχεσης στα χέρια τρίτου) αποτελείται από δύο στάδια. Το ενδιάμεσο στάδιο της διαδικασίας διεξάγεται αποκλειστικά εγγράφως στα δικαστήρια χωρίς τη συμμετοχή του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη σε αυτό. Ωστόσο, προκειμένου κάθε μέτρο να φτάσει στο τελικό στάδιο, πρέπει να διεξαχθεί προφορική συζήτηση στην οποία καλείται να παραστεί ο οφειλέτης με σκοπό να εκθέσει τους λόγους για τους οποίους δεν θα πρέπει να διεξαχθεί η προβλεπόμενη μέθοδος εκτέλεσης. Όλοι οι διάδικοι ενημερώνονται εκ των προτέρων για την ημερομηνία της προφορικής συζήτησης και σε όλες τις περιπτώσεις καθορίζεται ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στο «ενδιάμεσο» στάδιο, τη γνωστοποίηση της «τελικής» προφορικής συζήτησης και την «τελική» προφορική συζήτηση καθ’ αυτή, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στον οφειλέτη (και σε κάθε άμεσα εμπλεκόμενο τρίτο, π.χ. την τράπεζα στην περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τρίτου) να προετοιμαστεί για τη συζήτηση. Αν η ημερομηνία της «τελικής» προφορικής συζήτησης δεν είναι βολική για τους διαδίκους, ενδέχεται να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν και να επιτύχουν την αναβολή της σε ημερομηνία αμοιβαία αποδεκτή. Σε αυτή την περίπτωση, η ενδιάμεση διαταγή εξακολουθεί να ισχύει, αλλά δεν μπορεί να καταστεί «οριστική» έως ότου διεξαχθεί η «τελική» προφορική συζήτηση.

Δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά της απόφασης άπαξ και το δικαστήριο αποφανθεί οριστικά επί της υπόθεσης. Υπό ορισμένες περιστάσεις, έφεση ή ανακοπή ερημοδικίας μπορεί να ασκηθεί μόνο κατά της αρχικής απόφασης βάσει της οποίας απέκτησε εξαρχής ο δανειστής το δικαίωμα να ζητήσει εκτέλεση. Μόνο αν ασκηθεί επιτυχώς έφεση ή ανακοπή ερημοδικίας κατά της απόφασης, μπορεί να ανακληθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης από το δικαστήριο. Αν η απόφαση προσβληθεί αφού το δικαστήριο εγκρίνει την αίτηση του δανειστή για εκτέλεση της απόφασης, είναι δυνατή η αναστολή του εντάλματος εκτέλεσης κατόπιν αιτήσεως του δανειστή στο δικαστήριο. Σε αυτή την περίπτωση, οι δικαστικοί επιμελητές δεν έχουν τη δυνατότητα να κατασχέσουν κινητά πράγματα αλλά πρέπει να προβούν σε καταγραφή όλων των πραγμάτων που μπορούν σε μεταγενέστερο στάδιο να κατασχεθούν και να διατεθούν προς πώληση.

Εφόσον ο δανειστής έχει υποβάλει την κατάλληλη αίτηση εκτέλεσης σε δικαστήριο, το δικαστήριο δεν μπορεί να αρνηθεί να εγκρίνει τη μέθοδο εκτέλεσης που έχει επιλέξει ο δανειστής. Συνεπώς, ο δανειστής δεν χρειάζεται ένδικα μέσα κατά της απόφασης που κάνει δεκτό μέτρο.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το ένταλμα ή η διαταγή εκτέλεσης έχει περιορισμένη χρονική ισχύ. Το ένταλμα και η διαταγή ισχύουν για 12 μήνες και μπορούν να παραταθούν για ακόμη 12 μήνες με δικαστική διαταγή.

Κατά τη διαδικασία δέσμευσης των περιουσιακών του στοιχείων, ο οφειλέτης πρέπει να ενημερωθεί για την επιβολή κατάσχεσης επ' αυτών, καθώς και για την πενθήμερη προθεσμία που έχει στη διάθεσή του για τη σύναψη συμφωνίας περί δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων (walking possession agreement) με τους δικαστικούς επιμελητές. Η εν λόγω συμφωνία επιτρέπει στον οφειλέτη να διατηρήσει τα αγαθά στην κατοχή του. Αν ο οφειλέτης δεν υπογράψει τη συμφωνία εντός πέντε ημερών, οι δικαστικοί επιμελητές μπορούν να κατασχέσουν τα αγαθά και να προβούν στην εκπλειστηρίαση τους.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροΗ Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ Ο σύνδεσμος ανοίγει σε νέο παράθυροτα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 14/10/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.