1 Τι σημαίνει στην πράξη ο νομικός όρος «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»; Γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες για την «επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»;
Επίδοση ή κοινοποίηση είναι η γνωστοποίηση σε πρόσωπο πράξης η οποία το αφορά συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους κανόνες της πολιτικής δικονομίας.
Η σύμφωνη με τους κανόνες επίδοση ή κοινοποίηση εγγυάται το σεβασμό των δικονομικών δικαιωμάτων των μερών (δικαίωμα σε δημόσια δίκη, δικαίωμα υπεράσπισης, δικαίωμα προσκόμισης αποδείξεων προς υποστήριξη των στοιχείων που υποβάλλουν και το δικαίωμα ενημέρωσης) και την εκπλήρωση άλλων προϋποθέσεων που εξασφαλίζουν την εγκυρότητα της διαδικασίας, τον ορθό υπολογισμό των προθεσμιών και, ως εκ τούτου, εξασφαλίζει ότι η απόφαση που εκδίδεται λαμβάνει ισχύ δεδικασμένου.
Οι διατάξεις που διέπουν την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξεων περιέχονται κυρίως στο κεφάλαιο 2 (άρθρα 131 έως 147) του νόμου της 17ης Νοεμβρίου 1964 - κώδικας πολιτικής δικονομίας (ustawa z dnia 17 listopada 1964 r. – Kodeks postępowania cywilnego· στο εξής: κώδικας πολιτικής δικονομίας) καθώς και στις ακόλουθες εκτελεστικές πράξεις:
- διάταγμα του Υπουργού Δικαιοσύνης της 18ης Ιουνίου 2019 - κανονισμός περί λειτουργίας των δικαστηρίων τακτικής δικαιοδοσίας (στο εξής: κανονισμός)
- διάταγμα του Υπουργού Δικαιοσύνης της 6ης Μαΐου 2020 για τον καθορισμό των κανόνων που διέπουν την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξεων σε αστικές διαδικασίες (στο εξής: διάταγμα).
Στην περίπτωση επίδοσης ή κοινοποίησης με συνήθη αλληλογραφία (σημείο 8 κατωτέρω), οι κανόνες προβλέπονται επίσης στον νόμο περί ταχυδρομείων της 23ης Νοεμβρίου 2012 και στους κανονισμούς σχετικά με την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχονται από τους διάφορους ταχυδρομικούς φορείς. Ο ταχυδρομικός φορέας που έχει την υποχρέωση να παρέχει καθολικές ταχυδρομικές υπηρεσίες (και δεν μπορεί να αρνηθεί τη σύναψη συμφωνίας για την παράδοση συστημένων επιστολών) είναι ένας φορέας που ορίζεται, επί του παρόντος η εταιρεία Poczta Polska S.A.
2 Ποιες πράξεις πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται επισήμως;
Οι πράξεις που πρέπει να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται επισήμως είναι οι δικαστικές πράξεις και τα δικόγραφα των οποίων η επίδοση ή η κοινοποίηση παράγει έννομα αποτελέσματα.
Οι δικαστικές πράξεις είναι πράξεις οι οποίες αποστέλλονται από το δικαστήριο στους διαδίκους και σε κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται σε αστική δίκη, όπως: ειδοποίηση, κλήτευση, διεξαγωγή αποδείξεων, αντίγραφο απόφασης (αποφάσεις κάθε είδους, διαταγές πληρωμής) ή εντολής, αντίγραφο απόφασης μαζί με το σκεπτικό της απόφασης.
Δικόγραφα είναι τα εισαγωγικά της δίκης έγγραφα (π.χ., προσφυγή) και οι πράξεις που υποβάλλονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας από τους διαδίκους και από κάθε άλλη οντότητα εξουσιοδοτημένη να συμμετέχει σε αστική δίκη (π.χ. πολιτική αγωγή, διαμεσολαβητής, διαμεσολαβητής για τα παιδιά), και περιλαμβάνουν τα αιτήματα ή τις δηλώσεις τους.
3 Ποιος είναι υπεύθυνος για την επίδοση ή την κοινοποίηση πράξης;
Στην Πολωνία οι πράξεις επιδίδονται ή κοινοποιούνται επισήμως, δηλαδή σχεδόν όλες οι πράξεις που αφορούν δικαστικές διαδικασίες επιδίδονται αυτεπάγγελτα (ex officio) από το δικαστήριο. Επομένως, το μέρος που υποβάλλει ένα δικόγραφο, υποχρεούται να το καταθέσει στο δικαστήριο, μαζί με επαρκή αριθμό αντιγράφων ώστε να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί στα πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση (άρθρο 128 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Οι εξαιρέσεις περιλαμβάνουν κυρίως την επίδοση ή κοινοποίηση του εισαγωγικού της υπόθεσης εγγράφου στον εναγόμενο και την ανταλλαγή εγγράφων μεταξύ επαγγελματιών αντιπροσώπων, όπως περιγράφεται κατωτέρω.
Εάν, παρά την παραλαβή δύο ειδοποιήσεων προσπάθειας παράδοσης, ο εναγόμενος δεν παραλάβει την αγωγή ή άλλο δικόγραφο που συνεπάγεται την ανάγκη να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του και αν δεν εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες βάσει των οποίων οι πράξεις θεωρείται ότι έχουν επιδοθεί/κοινοποιηθεί, και αν δεν έχει ακόμα παραλάβει κανένα δικόγραφο, το δικαστήριο αποστέλλει αντίγραφο της εν λόγω πράξης στον προσφεύγοντα επιβάλλοντας στον τελευταίο να επιδώσει ή να κοινοποιήσει την πράξη στον εναγόμενο μέσω δικαστικού επιμελητή. Ο δικαστικός επιμελητής επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη ιδιοχείρως έναντι απόδειξης παραλαβής ή διαπιστώνει ότι ο παραλήπτης δεν κατοικεί στη δηλωμένη διεύθυνση. Αναλαμβάνει επίσης, με επιπλέον τέλος (40 PLN), να εξακριβώσει τη διεύθυνση του εναγόμενου. Εάν, εντός δύο μηνών, ο προσφεύγων δεν μπορέσει να προσκομίσει στο δικαστήριο απόδειξη επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης στον εναγόμενο από τον δικαστικό επιμελητή ή δεν δηλώσει την τρέχουσα διεύθυνση του εναγόμενου ή δεν αποδείξει ότι ο εναγόμενος κατοικεί στη διεύθυνση που αναφέρεται στην αγωγή, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία και να την περατώσει, τρεις μήνες μετά την αναστολή (άρθρο 139 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, άρθρο 177 παράγραφος 1 σημείο 6 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, άρθρο 182 παράγραφος 1 σημείο 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας και άρθρα 3α έως 3β του νόμου περί δικαστικών επιμελητών της 22ης Μαρτίου 2018).
Ενώσω η υπόθεση εκκρεμεί, οι δικηγόροι, οι νομικοί σύμβουλοι, οι πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η Γενική Εισαγγελία της Δημοκρατίας της Πολωνίας (Prokuratoria Generalna Rzeczypospolitej Polskiej) υποχρεούνται να διαβιβάζουν μεταξύ τους απευθείας τα αντίγραφα των δικογράφων μαζί με τα παραρτήματά αυτών. Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει για την κατάθεση ανταγωγών, εφέσεων, αναιρέσεων, καταγγελιών, αιτήσεων για ακύρωση ερημοδικίας, εντάσεων σε εντολή πληρωμής, ενστάσεων κατά εντολή πληρωμής, αιτήσεων για την εξασφάλιση απαίτησης, αιτήσεων για την αναθεώρηση απόφασης, προσφυγών για να κηρυχθεί παράνομη μια τελεσίδικη απόφαση και προσφυγών κατά αποφάσεων παρέδρων, οι οποίες πρέπει να κατατίθενται στο δικαστήριο με αντίγραφα για τους αντίδικους. Επίσης, δεν ισχύει για τις πράξεις που υποβάλλονται μέσω συστήματος πληροφοριών και επικοινωνίας (άρθρο 132 παράγραφος 1 έως 1 σημείο 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση επιτρέπεται υπό ορισμένες προϋποθέσεις, όπως αναφέρεται στο σημείο 6 κατωτέρω.
4 Εντοπισμός διευθύνσεων
4.1 Προσπαθεί η αρχή στην οποία απευθύνεται η αίτηση στο εν λόγω κράτος μέλος με δική της πρωτοβουλία να εντοπίσει τον παραλήπτη των πράξεων που πρέπει να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν, εάν η αναγραφόμενη διεύθυνση δεν είναι ορθή; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Κατά γενικό κανόνα, το δικαστήριο που λαμβάνει μία πράξη προς επίδοση ή κοινοποίηση δεν προβαίνει το ίδιο στον εντοπισμό της διεύθυνσης της κατοικίας ή της έδρας του παραλήπτη, πέραν της διόρθωσης τυχόν προφανούς σφάλματος στη διεύθυνση. Ωστόσο, εάν ο αιτών έχει ζητήσει επίδοση ή κοινοποίηση σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους παραλαβής και η πολωνική νομοθεσία προβλέπει ότι η επίδοση ή η κοινοποίηση μπορεί να θεωρείται έγκυρη όταν γίνεται σε διεύθυνση που περιέχεται σε συγκεκριμένα αρχεία ή μητρώα (βλ. σημείο 5 κατωτέρω), αναμένεται από το δικαστήριο να ελέγξει τα στοιχεία που περιέχονται στα εν λόγω αρχεία ή μητρώα. Εάν το δικαστήριο εξακριβώσει με τον τρόπο αυτό ότι η διεύθυνση είναι άλλη από αυτή που έχει δηλώσει ο αιτών, θα πρέπει να προβεί σε νέα προσπάθεια επίδοσης ή κοινοποίησης. Το δικαστήριο μπορεί επίσης να ελέγξει κατά πόσο έχει γνώση της διεύθυνσης ex officio (δηλ. σε σχέση με άλλη εκκρεμούσα υπόθεση) και θα προσπαθήσει να επιδώσει ή να κοινοποιήσει την πράξη στην εν λόγω διεύθυνση.
4.2 Έχουν οι αλλοδαπές δικαστικές αρχές και/ή οι διάδικοι πρόσβαση σε μητρώα ή υπηρεσίες σε αυτό το κράτος μέλος που επιτρέπουν τη διαπίστωση της τρέχουσας διεύθυνσης ενός προσώπου; Εάν ναι, ποια μητρώα ή υπηρεσίες υπάρχουν και ποια διαδικασία ακολουθείται; Ποιο είναι το ύψος των καταβλητέων τελών, εφόσον προβλέπονται;
Στην Πολωνία υπάρχει εθνικό μητρώο πληθυσμού (στο εξής: μητρώο PESEL), το οποίο περιέχει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες σχετικά με τις καταχωρισμένες διευθύνσεις των φυσικών προσώπων. Οι δικαστικές αρχές της αλλοδαπής δεν έχουν απευθείας πρόσβαση στο εν λόγω μητρώο. Ένα αλλοδαπό δικαστήριο μπορεί να ζητήσει από το πολωνικό δικαστήριο να συλλέξει αποδεικτικά στοιχεία με σκοπό να εξακριβώσει τη διεύθυνση ενός φυσικού προσώπου βάσει διμερούς συμφωνίας ή βάσει της σύμβασης της Χάγης, της 18ης Μαρτίου 1970, για τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων στην αλλοδαπή σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Στη συνέχεια το πολωνικό δικαστήριο θα ανατρέξει στο μητρώο PESEL ή στο σχετικό δημοτολόγιο, ή θα λάβει ενδεχομένως άλλες αναγκαίες ενέργειες.
Οι διάδικοι σε δικαστική διαδικασία της αλλοδαπής μπορούν να υποβάλουν αίτημα για πρόσβαση στα στοιχεία του μητρώου PESEL ή του δημοτολογίου σε οποιαδήποτε δημοτική διοίκηση (urząd gminy) της Πολωνίας. Το εν λόγω αίτημα πρέπει να υποβληθεί εγγράφως σε έντυπο αίτησης (το οποίο είναι διαθέσιμο στους ιστότοπους των δημοτικών διοικήσεων). Οι διάδικοι πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν έννομο συμφέρον και ότι το δικαίωμα πρόσβασης αφορά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Καταβάλλεται τέλος ύψους 31 PLN στον τραπεζικό λογαριασμός του δήμου στον οποίο υποβάλλεται το αίτημα. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την πολωνική νομοθεσία δεν τεκμαίρεται ότι η διεύθυνση κατοικίας του φυσικού προσώπου που έχει δηλωθεί στο μητρώο PESEL ή στο δημοτολόγιο είναι η πραγματική διεύθυνση κατοικίας του εν λόγω προσώπου.
Οι επαγγελματικές διευθύνσεις φυσικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα είναι καταχωρισμένες στο κεντρικό μητρώο πληροφοριών σχετικά με την οικονομική δραστηριότητα (Centralna Ewidencja Działalności Gospodarczej, CEIDG) και είναι διαθέσιμες ηλεκτρονικά χωρίς χρέωση. Η μηχανή αναζήτησης στα πολωνικά και στα αγγλικά είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://aplikacja.ceidg.gov.pl/ceidg/ceidg.public.ui/search.aspx
Οι διευθύνσεις άλλων επιχειρηματιών (εμπορικές εταιρείες, συνεταιρισμοί, κρατικές επιχειρήσεις, οργανισμοί έρευνας και ανάπτυξης, αλλοδαπές επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματά τους και ταμεία αλληλασφάλισης) και ενώσεων, άλλων κοινωνικών και επαγγελματικών οργανώσεων, ιδρυμάτων και φορέων υγειονομικής περίθαλψης δημοσιεύονται στο Εθνικό Μητρώο Δικαστηρίων (Krajowy Rejestr Sądowy) και είναι διαθέσιμες ηλεκτρονικά χωρίς χρέωση. Η μηχανή αναζήτησης στα πολωνικά είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://ekrs.ms.gov.pl/web/wyszukiwarka-krs/strona-glowna/
4.3 Τι είδους συνδρομή για τον εντοπισμό διευθύνσεων από άλλα κράτη μέλη παρέχουν οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού περί επιδόσεως ή κοινοποιήσεως πράξεων, η Πολωνία παρέχει, μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-Justice), λεπτομερείς πληροφορίες για τον εντοπισμό της διεύθυνσης των προσώπων προς τα οποία πρέπει να γίνει η επίδοση ή κοινοποίηση.
5 Ποια είναι στην πράξη η συνήθης μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης πράξης; Υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν (εκτός από την υποκατάστατη επίδοση ή κοινοποίηση που προβλέπεται κατωτέρω στο σημείο 7);
Το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί πράξεις μέσω ταχυδρομικού φορέα, μέσω δικαστικών υπαλλήλων ή μέσω της υπηρεσίας επίδοσης ή κοινοποίησης του δικαστηρίου. Το δικαστήριο μπορεί επίσης να επιδίδει ή να κοινοποιεί πράξεις μέσω δικαστικού επιμελητή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον νόμο περί δικαστικών επιμελητών της 22ας Μαρτίου 2018 (άρθρο 131 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, τμήμα, παράγραφος 96 του κανονισμού) Στην περίπτωση αυτή, ο δικαστικός επιμελητής επιδίδει ή κοινοποιεί τις πράξεις ιδιοχείρως στον παραλήπτη έναντι απόδειξης παραλαβής στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία ή διαπιστώνει ότι ο παραλήπτης δεν κατοικεί στη δηλωμένη διεύθυνση. Στην πράξη, η επίδοση ή η κοινοποίηση πραγματοποιείται κατά κανόνα από τον ταχυδρομικό φορέα (Poczta Polska S.A.) με συστημένη αποστολή και απόδειξη παραλαβής.
Η επίδοση ή η κοινοποίηση πράξεων σε φυσικά πρόσωπα γίνεται αυτοπροσώπως, δηλ. οι πράξεις παραδίδονται ιδιοχείρως στον παραλήπτη, ή, εάν ο παραλήπτης δεν διαθέτει δικαιοπρακτική ικανότητα, στον νόμιμο εκπρόσωπό του (άρθρο 133 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Τα δικαστήρια επιδίδουν ή κοινοποιούν πράξεις σε στρατιωτικούς μέσω της στρατιωτικής αστυνομίας (Żandarmeria Wojskowa), σε αστυνομικούς και σε σωφρονιστικούς υπαλλήλους μέσω των άμεσων προϊσταμένων τους και σε κρατούμενους μέσω του διοικητικού συμβουλίου τoυ σωφρονιστικού ιδρύματος (άρθρο 137 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Οι πράξεις που απευθύνονται σε νομικά πρόσωπα και οργανισμούς χωρίς νομική προσωπικότητα επιδίδονται ή κοινοποιούνται στον φορέα που είναι εξουσιοδοτημένος να τους εκπροσωπεί ενώπιον δικαστηρίου ή παραδίδονται ιδιοχείρως σε υπαλλήλους οι οποίοι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένοι να παραλαμβάνουν τις πράξεις. Εάν έχει οριστεί δικαστικός πληρεξούσιος ή πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να παραλαμβάνει τις δικαστικές πράξεις, οι πράξεις επιδίδονται ή κοινοποιούνται στο εν λόγω πρόσωπο (άρθρο 133 παράγραφος 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Τα δικόγραφα ή οι αποφάσεις που αφορούν επιχειρηματίες καταχωρισμένους στο κεντρικό μητρώο πληροφοριών για την οικονομική δραστηριότητα (CEIDG) επιδίδονται ή κοινοποιούνται στη διεύθυνση επίδοσης ή κοινοποίησης που αναγράφεται στο μητρώο, εκτός εάν ο επιχειρηματίας έχει δηλώσει διαφορετική διεύθυνση για σκοπούς επίδοσης ή κοινοποίησης (άρθρο 133 παράγραφος 2 σημείο 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Τα δικόγραφα ή οι αποφάσεις που απευθύνονται σε επιχειρηματίες καταχωρισμένους στο μητρώο δικαστηρίων επιδίδονται ή κοινοποιούνται στη διεύθυνση επίδοσης ή κοινοποίησης που αναγράφεται στο μητρώο, εκτός εάν ο επιχειρηματίας έχει δηλώσει διαφορετική διεύθυνση για σκοπούς επίδοσης ή κοινοποίησης. Εάν η πλέον πρόσφατη δημοσιοποιημένη διεύθυνση έχει διαγραφεί επειδή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και δεν έχει υποβληθεί αίτημα για καταχώριση νέας διεύθυνσης, η διαγραφείσα διεύθυνση θεωρείται ως η διεύθυνση που δημοσιεύεται στο μητρώο (άρθρο 133 παράγραφος 2 σημείο 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Τα δικόγραφα ή οι αποφάσεις που απευθύνονται σε πρόσωπα τα οποία εκπροσωπούν οντότητα καταχωρισμένη στο Εθνικό Μητρώο Δικαστηρίων, εκκαθαριστές, πληρεξούσιους, μέλη οργανισμών ή πρόσωπα εξουσιοδοτημένα να διορίζουν διοικητικό συμβούλιο επιδίδονται ή κοινοποιούνται στη διεύθυνση που αναγράφεται στο Εθνικό Μητρώο Δικαστηρίων (άρθρο 133 παράγραφος 2 σημείο 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Εάν έχει οριστεί δικαστικός πληρεξούσιος ή πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να παραλαμβάνει δικαστικές πράξεις οι πράξεις επιδίδονται ή κοινοποιούνται στο εν λόγω πρόσωπο. Ωστόσο, η κλήτευση διαδίκου μπορεί να επιδίδεται ή κοινοποιείται μόνο ιδιοχείρως στον εν λόγω διάδικο, με εξαίρεση τους διαδίκους που δεν έχουν κατοικία ή συνήθη διαμονή ή καταστατική έδρα στην Πολωνία ή σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ (άρθρο 133 παράγραφος 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας και άρθρο 1135 παράγραφος 5 σημείο 1 του του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Η επίδοση ή η κοινοποίηση πραγματοποιείται από το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την επίδοση η κοινοποίηση στον τόπο κατοικίας του παραλήπτη, στον τόπο εργασίας του ή οπουδήποτε βρίσκεται ο παραλήπτης.
Κατόπιν αίτησης του διαδίκου οι πράξεις είναι δυνατόν να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν σε διεύθυνση ταχυδρομικής θυρίδας που έχει παράσχει ο εν λόγω διάδικος. Σε τέτοιες περιπτώσεις ιδιοχείρως που αποστέλλονται μέσω ταχυδρομικού φορέα κατατίθενται στο ταχυδρομικό γραφείο του φορέα και ο παραλήπτης λαμβάνει σχετική ειδοποίηση στο γραμματοκιβώτιό του (άρθρο 135 του του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Ο γραμματέας του δικαστηρίου μπορεί να παραδώσει την πράξη απευθείας στον παραλήπτη στη γραμματεία του δικαστηρίου, αν ο παραλήπτης παρουσιαστεί στο δικαστήριο και αποδείξει την ταυτότητά του (άρθρο 132 παράγραφος 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Επιπλέον, εάν η πράξη που πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί κατατεθεί στο δικαστήριο με τόσο μεγάλη καθυστέρηση ώστε να είναι αδύνατη η επίδοσή ή η κοινοποίησή της πριν από την ημερομηνία της συνεδρίασης ή της ακρόασης, το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη στον παραλήπτη κατά τη συνεδρίαση ή την ακρόαση (παράγραφος 99 του κανονισμού).
Οι πράξεις είναι δυνατόν να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται ηλεκτρονικά μόνον στις περιπτώσεις και με τον τρόπο που αναφέρεται στο σημείο 6.1 κατωτέρω.
Κατ’ εξαίρεση, μόνο στην περίπτωση κλήτευσης σε ακρόαση το δικαστήριο μπορεί, αντί επίδοσης ή κοινοποίησης τέτοιας κλήτευσης εγγράφως, να την επιδώσει ή να την κοινοποιήσει στους διαδίκους, στους μάρτυρες, στους εμπειρογνώμονες ή σε άλλα πρόσωπα με οποιοδήποτε άλλο μέσο θεωρεί το πλέον ενδεδειγμένο, εάν κρίνει ότι αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να επιταχυνθεί η εκδίκαση της υπόθεσης. Η κλήτευση που πραγματοποιείται με τέτοια μέσα (π.χ. μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή με τηλεφωνική κλήση) παράγει νομικά αποτελέσματα αν δεν υπάρχει αμφιβολία ότι φθάνει στον παραλήπτη τουλάχιστον μία εβδομάδα, και σε επείγουσες υποθέσεις τρεις ημέρες, πριν από τη συνεδρίαση (άρθρο 149 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας και άρθρο 149 παράγραφος 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
6 Επιτρέπεται η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων (επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών ή εξωδίκων πράξεων με μέσα εξ αποστάσεως ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ασφαλής εφαρμογή που βασίζεται στο διαδίκτυο, φαξ, SMS κλπ.) σε αστικές διαδικασίες; Εάν ναι, για ποιους τύπους διαδικασιών προβλέπεται η μέθοδος αυτή; Υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά τη διαθεσιμότητα/πρόσβαση σε αυτή τη μέθοδο επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων ανάλογα με το ποιος είναι ο παραλήπτης (επαγγελματίας του νομικού κλάδου, νομικό πρόσωπο, εταιρεία ή άλλος επιχειρηματικός φορέας κλπ.);
6.1 Ποιο είδος ηλεκτρονικής επίδοσης ή κοινοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων είναι διαθέσιμο στο εν λόγω κράτος μέλος όταν η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί απευθείας σε πρόσωπο το οποίο έχει γνωστή διεύθυνση επίδοσης ή κοινοποίησης σε άλλο κράτος μέλος;
Το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί πράξεις ηλεκτρονικά, δηλ. μέσω συστήματος πληροφοριών και επικοινωνίας μόνον εάν ο παραλήπτης έχει υποβάλει πράξη μέσω του εν λόγω συστήματος ή έχει επιλέξει να την υποβάλει κατ’ αυτόν τον τρόπο (ο παραλήπτης μπορεί να ανακαλέσει την επιλογή του). Αυτή η μορφή επίδοσης ή κοινοποίησης μπορεί επίσης να επιλεχθεί από παραλήπτη που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος. Η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση πράξης θεωρείται ότι πραγματοποιείται κατά τη χρονική στιγμή που αναφέρεται στο ηλεκτρονική απόδειξη παραλαβής. Αν δεν παρέχεται απόδειξη παραλαβής, η επίδοση ή κοινοποίηση θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί δεκατέσσερις ημέρες από την καταχώριση της πράξης στο ηλεκτρονικό σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας. Δεν είναι δυνατόν να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν πράξεις με αποστολή σε διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αλλά αποστέλλεται στον φάκελο των εισερχόμενων του παραλήπτη ειδοποίηση σχετικά με την αποστολή ενός μηνύματος στο σύστημα επικοινωνιών και πληροφοριών (άρθρο 131 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας].
Ισχύουν ειδικοί κανόνες όσον αφορά την επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων σε δικηγόρους, νομικούς συμβούλους, πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή στη Γενική Εισαγγελία της Δημοκρατίας της Πολωνίας κατά τη διάρκεια της κατάστασης επιδημιολογικής έκτακτης ανάγκης ή της κατάστασης επιδημίας που κηρύχθηκε λόγω της νόσου COVID-19 και για ένα έτος από την άρση των εν λόγω κανόνων. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, εάν δεν είναι διαθέσιμο το σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που υποστηρίζει τις δικαστικές διαδικασίες, το δικαστήριο επιδίδει ή κοινοποιεί δικαστικές πράξεις στα εν λόγω μέρη με ανάρτηση του περιεχομένου τους στο σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που χρησιμοποιείται για την κοινοποίηση τέτοιων πράξεων (ενημερωτική πύλη). Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει για πράξεις που πρέπει να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν μαζί με αντίγραφα των δικογράφων των διαδίκων ή άλλων εγγράφων που δεν προέρχονται από το δικαστήριο. Ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία ο παραλήπτης λαμβάνει γνώση της πράξης που έχει αναρτηθεί στην ενημερωτική πύλη. Εάν ο παραλήπτης δεν λάβει γνώση της πράξης, η πράξη θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί 14 ημέρες από την ημερομηνία της ανάρτησης στην ενημερωτική πύλη. Η επίδοση ή κοινοποίηση πράξης μέσω της ενημερωτικής πύλης παράγει τα δικονομικά αποτελέσματα που καθορίζονται στον κώδικα πολιτικής δικονομίας όσον αφορά την επίδοση ή την κοινοποίηση δικαστικών πράξεων Το δικαστήριο μπορεί να επιλέξει να μην επιδώσει ή να μην κοινοποιήσει πράξη μέσω της ενημερωτικής πύλης εάν η επίδοση ή η κοινοποίηση δεν είναι δυνατή λόγω της φύσης της πράξης (άρθρο 15zzs παράγραφος 9 της νομοθετικής πράξης, της 2ας Μαρτίου 2020, σχετικά με ειδικές ρυθμίσεις για την πρόληψη, την καταπολέμηση και τον έλεγχο της νόσου COVID-19, άλλων μεταδοτικών νόσων και συναφών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης) (ustawa z dnia 2 marca 2020 roku o szczególnych rozwiązaniach związanych z zapobieganiem, przeciwdziałaniem i zwalczaniem COVID-19, innych chorób zakaźnych oraz wywołanych nimi sytuacji kryzysowych). Η κατάσταση επιδημιολογικής έκτακτης ανάγκης ισχύει στην Πολωνία έως τις 30 Ιουνίου 2023.
Οι δικηγόροι, οι νομικοί σύμβουλοι, οι πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η Γενική Εισαγγελία της Δημοκρατία της Πολωνίας διαβιβάζουν μεταξύ τους απευθείας τα δικόγραφα μαζί με τα παραρτήματά τους (βλ. σημείο 3 ανωτέρω) μόνον ηλεκτρονικά, αν υποβάλλουν κατάλληλες ομόφωνες δηλώσεις στο δικαστήριο και το ενημερώσουν σχετικά με τα στοιχεία επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό, συγκεκριμένα τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τον αριθμό τηλεομοιοτυπίας. Οι δηλώσεις αυτές είναι αμετάκλητες και δεν υπόκεινται σε οιουσδήποτε όρους ή χρονικούς περιορισμούς. Με ομόφωνο αίτημα των διαδίκων ή σε άλλες δικαιολογημένες περιπτώσεις, το δικαστήριο αποφασίζει ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί αυτός ο τρόπος επίδοσης ή κοινοποίησης. Η υποχρέωση αμοιβαίας ανταλλαγής των πράξεων μαζί με τα παραρτήματά τους δεν ισχύει για πράξεις οι οποίες πρέπει να κατατίθενται στο δικαστήριο με αντίγραφα για τον αντίδικο, όπως αναφέρεται στο σημείο 3 ανωτέρω.
6.2 Έχει το εν λόγω κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, καθορίσει πρόσθετες προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα δέχεται την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 2 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων.
Δεν έχουν καθοριστεί πρόσθετες προϋποθέσεις.
7 «Υποκατάστατη» επίδοση
7.1 Επιτρέπει η νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους άλλες μεθόδους επίδοσης ή κοινοποίησης σε περιπτώσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατή η επίδοση ή κοινοποίηση των πράξεων στον παραλήπτη (π.χ. κοινοποίηση στη διεύθυνση κατοικίας, στο γραφείο δικαστικού επιμελητή, μέσω ταχυδρομείου ή με ανάρτηση δημόσιας ανακοίνωσης);
Εάν ο παραλήπτης δεν βρίσκεται στη διεύθυνση κατοικίας του, η δικαστική πράξη μπορεί να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σε ενήλικο μέλος του νοικοκυριού του παραλήπτη ή, αν δεν παρίσταται τέτοιο πρόσωπο, στον ιδιοκτήτη του οικήματος, στον θυρωρό ή στον επικεφαλής της κοινότητας, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά δεν είναι αντίδικοι στην διαδικασία και εάν αναλαμβάνουν να παραδώσουν την πράξη παραλήπτη. Ωστόσο, το δικαστήριο μπορεί να αποκλείσει ή να περιορίσει τη δυνατότητα επίδοσης ή κοινοποίησης των πράξεων σε άλλα πρόσωπα, κάτι το οποίο πρέπει να αναγράφεται στην επιστολή. Εάν παραλήπτης που έχει δηλώσει ως διεύθυνση επίδοσης την επαγγελματική του διεύθυνση δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί στην εν λόγω διεύθυνση, η πράξη μπορεί να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να παραλαμβάνει πράξεις (άρθρο 138 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, παράγραφος 3 του κανονισμού).
Αν δεν είναι δυνατή η επίδοση ή η κοινοποίηση, η πράξη που αποστέλλεται μέσω ταχυδρομικού φορέα κατατίθεται σε ταχυδρομικό γραφείο του εν λόγω φορέα και -αν επιδίδεται ή κοινοποιείται με άλλα μέσα- στο δημαρχείο, και θυροκολλείται σχετική ειδοποίηση στην κατοικία του παραλήπτη ή τοποθετείται στο γραμματοκιβώτιο, στην οποία αναφέρεται πού και πότε παραδόθηκε η πράξη και ότι θα πρέπει να παραληφθεί εντός επτά ημερών από την ημερομηνία ειδοποίησης. Αν η πράξη δεν παραληφθεί εντός της προθεσμίας αυτής, πρέπει να δοθεί στον παραλήπτη νέα ειδοποίηση προσπάθειας παράδοσης (άρθρο 139 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Μία πράξη που κατατίθεται σε ταχυδρομικό γραφείο μπορεί να παραληφθεί, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, από τον παραλήπτη αυτοπροσώπως, από τον νομικό αντιπρόσωπό του ή από πληρεξούσιο για την παραλαβή ταχυδρομικών αντικειμένων και, στην περίπτωση άλλων οντοτήτων, επίσης από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να εκπροσωπεί την οντότητα ή από εξουσιοδοτημένο υπάλληλο (παράγραφος 8 του διατάγματος). Μετά την πάροδο της προθεσμίας που έχει οριστεί για την παραλαβή της, η πράξη θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί.
Μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι η πράξη έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στην περίπτωση που η επίδοση ή η κοινοποίηση δεν ήταν δυνατή λόγω μη συμμόρφωσης ενός διαδίκου με τις υποχρεώσεις του:
- στην περίπτωση που δεν ήταν δυνατό να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη σε διάδικο ο οποίος έχει την υποχρέωση εγγραφής στο μητρώο του δικαστηρίου λόγω μη κοινοποίησης της αλλαγής της διεύθυνσης του στο εν λόγω μητρώο, η πράξη τοποθετείται στον φάκελο και θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί, εκτός εάν γνωστοποιηθεί η νέα διεύθυνση κατοικίας στο δικαστήριο (άρθρο 139 παράγραφος 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
- στην περίπτωση που δεν ήταν δυνατό να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν με τη συνήθη διαδικασία πράξεις που απευθύνονται σε πρόσωπα τα οποία εκπροσωπούν οντότητα καταχωρισμένη στο Εθνικό Μητρώο Δικαστηρίων, σε εκκαθαριστές, σε πληρεξούσιους, σε μέλη οργανισμών ή σε πρόσωπα εξουσιοδοτημένα να διορίζουν διοικητικό συμβούλιο λόγω μη κοινοποίησης της αλλαγής της διεύθυνσης επίδοσης, οι εν λόγω πράξεις τοποθετούνται στον φάκελο της υπόθεσης και θεωρείται ότι έχουν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί, εκτός εάν γνωστοποιηθεί στο δικαστήριο άλλη διεύθυνση επίδοσης ή άλλος τόπος κατοικίας και άλλη διεύθυνση (άρθρο 139 παράγραφος 3 σημείο 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας)·
- στην περίπτωση που ο παραλήπτης (ένας διάδικος ή αντιπρόσωπός του) έχει μετακομίσει από την παλαιά του διεύθυνση και δεν έχει κοινοποιήσει την αλλαγή της διεύθυνσης κατοικίας στο δικαστήριο (μολονότι είχε λάβει από το δικαστήριο την εντολή να το πράξει), η δικαστική πράξη τοποθετείται στον φάκελο και θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί, εκτός εάν γνωστοποιηθεί στο δικαστήριο η νέα διεύθυνση (άρθρο 136 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Στις άλλες περιπτώσεις όπου η τρέχουσα διεύθυνση του διαδίκου είναι άγνωστη:
- Εάν η επίδοση ή η κοινοποίηση αφορά πράξη που συνεπάγεται την ανάγκη εξασφάλισης της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του διαδίκου, έως ότου ο διάδικος, ο αντιπρόσωπός του ή ο πληρεξούσιός του ανακοινωθούν, η πράξη μπορεί να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί ιδιοχείρως στον επίτροπο ad litem που έχει οριστεί από το δικαστήριο κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερομένου (για παράδειγμα του προσφεύγοντος) ο οποίος έχει παρουσιάσει τα στοιχεία που επιτρέπουν να αποδειχθεί ότι η τρέχουσα διεύθυνση του παραλήπτη δεν είναι γνωστή. Ο ορισμός του επιτρόπου ad litem δημοσιοποιείται στο κτίριο του δικαστηρίου και στα κτίρια της δημοτικής αρχής και, για τις πιο σημαντικές υποθέσεις, στον Τύπο, αν αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η επίδοση ή η κοινοποίηση αρχίζει να παράγει αποτελέσματα από τη στιγμή της επίδοσης ή της κοινοποίησης της πράξης στον επίτροπό ad litem· ωστόσο, το δικαστήριο μπορεί να εξαρτήσει την εγκυρότητα της επίδοσης ή της κοινοποίησης από τη λήξη συγκεκριμένης προθεσμίας που αρχίζει να μετράει από τη ανάρτηση της ανακοίνωσης εντός του κτιρίου του δικαστηρίου. (άρθρο 143 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
- Αν η πράξη που πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί δεν συνεπάγεται την ανάγκη προετοιμασίας της νόμιμης υπεράσπισης του διαδίκου, η επίδοση ή η κοινοποίηση πραγματοποιείται με ανάρτηση εντός του κτιρίου του δικαστηρίου (άρθρο 145 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
7.2 Εάν χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι, πότε θεωρείται ότι οι πράξεις έχουν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί;
Στην περίπτωση που η πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται σε ενήλικο μέλος του νοικοκυριού του παραλήπτη, στον ιδιοκτήτη του οικήματος, στον θυρωρό ή στον επικεφαλής της κοινότητας ή σε πρόσωπο ου βρίσκεται στον χώρο εργασίας, η πράξη θεωρείται ότι επιδίδεται ή κοινοποιείται κατά τη χρονική στιγμή της παράδοσης στο εν λόγω πρόσωπο.
Αν η πράξη κατατεθεί σε ταχυδρομικό γραφείο και δεν παραληφθεί από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί μετά τη λήξη της τελευταίας ημέρας κατά την οποία μπορούσε να παραληφθεί (δηλαδή μία εβδομάδα από τη δεύτερη ειδοποίησης προσπάθειας παράδοσης) - εκτός αν ο παραλήπτης είναι ο εναγόμενος και δεν έχει λάβει προηγουμένως κανένα δικόγραφο όπως περιγράφεται στο σημείο 3 ανωτέρω.
Στην περίπτωση που η πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται σε επίτροπο ad litem o ο οποίος έχει οριστεί για την εκπροσώπηση διαδίκου του οποίου ο τόπος κατοικίας είναι άγνωστος, η πράξη θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί κατά τη χρονική στιγμή της παράδοσης στον επίτροπο ad litem o ή μετά τη λήξη της προθεσμίας που έχει καθορίσει το δικαστήριο από τη στιγμή της ανάρτησης της ανακοίνωσης, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.
Στην περίπτωση που η πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται με ανάρτηση εντός του κτιρίου του δικαστηρίου, θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί μετά τη λήξη προθεσμίας ενός μήνα από την ημερομηνία της ανάρτησης.
7.3 Αν μια άλλη μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης συνίσταται στην κατάθεση των πράξεων σε συγκεκριμένο τόπο (π.χ. σε ταχυδρομικό γραφείο) πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης για την εν λόγω κατάθεση;
Η ειδοποίηση προσπάθειας παράδοσης θυροκολλείται στην οικία του παραλήπτη ή τοποθετείται στο γραμματοκιβώτιό του. Η ειδοποίηση αυτή ενημερώνει, μεταξύ άλλων, ότι η πράξη που δεν έχει παραληφθεί ύστερα από δύο ειδοποιήσεις προσπάθειας παράδοσης επιστρέφεται στο αποστέλλον δικαστήριο και θεωρείται ότι έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί την τελευταία ημέρα της προθεσμίας που προβλέπεται για την παραλαβή της και ότι με την επίδοση ή την κοινοποίηση αρχίζουν να τρέχουν οι προθεσμίες της διαδικασίας (παράγραφος 6 του διατάγματος).
7.4 Ποιες είναι οι συνέπειες, εάν ο παραλήπτης αρνείται να δεχθεί την επίδοση ή την κοινοποίηση των πράξεων; Οι πράξεις λογίζονται ως επιδοθείσες ή κοινοποιηθείσες, αν η άρνηση δεν ήταν νόμιμη;
Αν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει την προς επίδοση ή προς κοινοποίηση πράξη, η πράξη θεωρείται ότι επιδίδεται ή κοινοποιείται κατά τη χρονική στιγμή της άρνησης (άρθρο 139 παράγραφος 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Κατ’ εξαίρεση, αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση που δικαστήριο ή άλλη αρχή κράτους της αλλοδαπής ζητήσει από το αρμόδιο πολωνικό δικαστήριο να επιδώσει ή να κοινοποιήσει δικαστική πράξη σε πρόσωπο το οποίο κατοικεί στη Δημοκρατία της Πολωνίας χωρίς να επισυνάψει μετάφραση της εν λόγω πράξης στην πολωνική γλώσσα. Στην περίπτωση αυτή η πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται στον παραλήπτη μόνο αν επιθυμεί να την παραλάβει. Ο παραλήπτης που αρνείται να παραλάβει πράξη πρέπει να ενημερώνεται για την πιθανότητα η άρνησή του να συνεπάγεται αρνητικές νομικές συνέπειες στην αλλοδαπή (άρθρο 1135 παράγραφος 1 σημείο 2 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
8 Επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς από το εξωτερικό (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων)
8.1 Εάν η ταχυδρομική υπηρεσία παραδίδει πράξη που έχει αποσταλεί από το εξωτερικό σε παραλήπτη σε αυτό το κράτος μέλος, σε περίπτωση όπου απαιτείται απόδειξη παραλαβής (άρθρο 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων), παραδίδει η ταχυδρομική υπηρεσία την πράξη μόνο στον παραλήπτη αυτοπροσώπως ή μπορεί επίσης, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης, να παραδώσει την πράξη και σε άλλο πρόσωπο στην ίδια διεύθυνση;
Η επίδοση ή η κοινοποίηση πράξεων δυνάμει του προαναφερόμενου άρθρου εκτελείται από ταχυδρομικό φορέα ως διανομή συνήθους αλληλογραφίας και όχι ως διανομή δικαστικών επιστολών (βλ. σημείο 1 τελευταίο εδάφιο ανωτέρω). Πέραν του παραλήπτη, τέτοιες επιστολές μπορούν επίσης να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν:
- στον νόμιμο αντιπρόσωπο του παραλήπτη ή στον πληρεξούσιό του ο οποίος εξουσιοδοτείται βάσει πληρεξουσίου που δόθηκε σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες ή βάσει εξουσιοδότησης για την παραλαβή ταχυδρομικών αντικειμένων·
- σε οποιονδήποτε ενήλικο σύνοικο του παραλήπτη, εκτός εάν ο παραλήπτης έχει υποβάλει δήλωση για το αντίθετο στο ταχυδρομικό γραφείο·
- σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αρμόδια δημόσια αρχή να παραλαμβάνει ταχυδρομικές επιστολές, εφόσον η εν λόγω αρχή είναι παραλήπτης των επιστολών αυτών·
- σε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή άλλη οργανωτική μονάδα χωρίς νομική προσωπικότητα να παραλαμβάνει ταχυδρομικές επιστολές, εφόσον παραλήπτης των επιστολών είναι:
α) το εν λόγω νομικό πρόσωπο ή η εν λόγω οργανωτική μονάδα χωρίς νομική προσωπικότητα·
β) φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν είναι μέλος διοικητικού ή διευθυντικού οργάνου ή υπάλληλος του εν λόγω νομικού προσώπου ή της οργανωτικής μονάδας χωρίς νομική προσωπικότητα αλλά βρίσκεται στις εγκαταστάσεις τους·
- στον υπεύθυνο της οργανωτικής οντότητας ή στο εξουσιοδοτημένο από αυτήν φυσικό πρόσωπο, εφόσον ο παραλήπτης των επιστολών είναι φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στις εγκαταστάσεις της οντότητας στις οποίες η παράδοση των επιστολών στον παραλήπτη είναι δύσκολη ή αδύνατη λόγω του χαρακτήρα της οντότητας ή συνήθους σχετικής πρακτικής (άρθρο 37 του νόμου για τα ταχυδρομεία).
8.2 Σύμφωνα με τους κανόνες ταχυδρομικής παράδοσης σε αυτό το κράτος μέλος, πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων από το εξωτερικό, βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, εάν ούτε ο παραλήπτης ούτε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή (εάν επιτρέπεται βάσει των εθνικών κανόνων ταχυδρομικής παράδοσης — βλ. παραπάνω) δεν βρίσκεται στη διεύθυνση όπου πρέπει να γίνει η παράδοση;
Στην περίπτωση καθολικών ταχυδρομικών υπηρεσιών, ο ταχυδρομικός φορέας:
- τοποθετεί στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη, ή εάν αυτό δεν είναι δυνατό, με άλλο σύννομο μέσο, το κατάλληλο έντυπο ειδοποίησης προσπάθειας παράδοσης στο οποίο αναφέρεται η προβλεπόμενη προθεσμία παραλαβής της επιστολής και η διεύθυνση του ταχυδρομικού καταστήματος όπου φυλάσσεται η επιστολή·
- ενημερώνει τον παραλήπτη διά της ηλεκτρονικής οδού (μήνυμα στο κινητό τηλέφωνο ή μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) ότι είναι δυνατόν να παραλάβει την επιστολή, αναφέροντας τον αριθμό της επιστολής, την προβλεπόμενη προθεσμία παραλαβής και τη διεύθυνση του ταχυδρομικού γραφείο όπου φυλάσσεται η επιστολή, στην περίπτωσή που ο παραλήπτης έχει ζητήσει από το ταχυδρομικό γραφείο να λαμβάνει τις ειδοποιήσεις διά της ηλεκτρονικής οδού.
Η παραλαβή της επιστολής μπορεί να γίνει στο ταχυδρομικό γραφείο από τον παραλήπτη ή από οποιοδήποτε άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 8.1 ανωτέρω (μεταξύ άλλων, από ενήλικό σύνοικο του παραλήπτη, εφόσον το πρόσωπο αυτό παρουσιάζει γραπτή δήλωση συγκατοίκησης στο ταχυδρομικό γραφείο). Αν η επιστολή δεν παραληφθεί εντός 7 ημερών, ο παραλήπτης λαμβάνει δεύτερη ειδοποίηση. Αν ο παραλήπτης ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο δεν προσέλθει για να παραλάβει την επιστολή εντός 14 ημερών από την επομένη της κατάθεσης της πρώτης ειδοποίησης, η επιστολή επιστρέφεται στον αποστολέα (άρθρο 37 του νόμου για τα ταχυδρομεία, παράγραφος 24 και 26 του κανονισμού σχετικά με την παροχή καθολικών υπηρεσιών, που παρατίθενται στο παράρτημα της απόφασης αριθ. 227/2022 του διοικητικού συμβουλίου της Poczta Polska S.A.).
8.3 Προβλέπει το ταχυδρομικό κατάστημα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για την παραλαβή των πράξεων πριν τις επιστρέψει στον αποστολέα ως ανεπίδοτες; Εάν ναι, πώς ενημερώνεται ο παραλήπτης ότι υπάρχει αλληλογραφία για αυτόν προς παραλαβή από το ταχυδρομικό κατάστημα;
Βλ. σημείο 8.2 ανωτέρω.
9 Υπάρχει έγγραφη απόδειξη της επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης;
Η επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης επιβεβαιώνεται γραπτώς από τον παραλήπτη, είτε μέσω του συστήματος πληροφοριών και επικοινωνίας του ταχυδρομικού φορέα είτε μέσω εγγράφου που λαμβάνεται από το εν λόγω σύστημα. Στην περίπτωση που παρέχεται γραπτή απόδειξη παραλαβής, το πρόσωπο που παραλαμβάνει την επιστολή βεβαιώνει την παραλαβή σημειώνοντας την ημερομηνία και θέτοντας την υπογραφή του στο αποδεικτικό. Αν το ίδιο το πρόσωπο δεν δύναται ή δεν επιθυμεί να το πράξει, ο διανομέας σημειώνει ο ίδιος την ημερομηνία παραλαβής και τους λόγους της απουσίας υπογραφής. Ο διανομέας προσδιορίζει τον τρόπο επίδοσης ή κοινοποίησης στην απόδειξη παραλαβής, σημειώνει την ημερομηνία παραλαβής πάνω στην επιδοθείσα ή κοινοποιηθείσα επιστολή και αποθέτει την υπογραφή του (άρθρο 142 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
10 Τι συμβαίνει αν για κάποιον λόγο ο παραλήπτης δεν παραλάβει την πράξη ή η επίδοση ή κοινοποίηση γίνει κατά παράβαση του νόμου (π.χ. η επίδοση ή η κοινοποίηση έγινε προς κάποιον τρίτο); Μπορεί η επίδοση ή η κοινοποίηση της πράξης να είναι παρά ταύτα έγκυρη (π.χ. μπορεί να θεραπευθεί παράβαση των διατάξεων του νόμου) ή πρέπει να επιχειρηθεί νέα επίδοση ή κοινοποίηση;
Η επίδοση ή κοινοποίηση καθίσταται άκυρη και, ως εκ τούτου, πρέπει να επαναληφθεί, σε περίπτωση παράβασης των κανόνων που διέπουν την επίδοσή ή κοινοποίηση. Ωστόσο, η πλημμελής επίδοση ή κοινοποίηση θεωρείται ότι διενεργείται κατά τρόπο έγκυρο κατά την ημερομηνία της πραγματικής παραλαβής της επιστολής από τον παραλήπτη.
Αν στερήθηκε από έναν διάδικο η δυνατότητα να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του λόγω πλημμελούς επίδοσης ή κοινοποίησης, ο εν λόγω διάδικος μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας προσφυγής, επικαλούμενος την ακυρότητα της διαδικασίας (άρθρο 379 σημείο 5 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
Παρά την οριστική περάτωση της διαδικασίας, ο διάδικος ο οποίος στερήθηκε τη δυνατότητα δράσης λόγω πλημμελούς επίδοσης ή κοινοποίησης μπορεί, εντός προθεσμίας 3 μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε γνώση της απόφασης για περάτωση της διαδικασίας, να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης της διαδικασίας (άρθρο 401 και άρθρο 407 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).
11 Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει πράξη με βάση τη γλώσσα σύνταξής της (άρθρο 12 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και το δικαστήριο ή η αρχή που έχει επιληφθεί της ένδικης διαδικασίας αποφανθεί ότι η άρνηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη, υφίσταται ειδικό ένδικο μέσο για την προσβολή της εν λόγω απόφασης;
Η απόφαση αυτή δεν μπορεί να προσβληθεί χωριστά. Μπορεί να προσβληθεί μόνο μαζί με την απόφαση για την περάτωση της διαδικασίας.
12 Πρέπει να πληρώσω για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης και, αν ναι, πόσο; Υπάρχει διαφορά όταν η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης προέρχεται από άλλο κράτος μέλος; Βλ. επίσης γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων, σχετικά με την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης από άλλο κράτος μέλος.
Στις διαδικασίες ενώπιον πολωνικού δικαστηρίου, η επίδοση ή κοινοποίηση από το δικαστήριο χωρίς τη μεσολάβηση δικαστικού επιμελητή διενεργείται δωρεάν. Τα έξοδα για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης από δικαστικό επιμελητή ανέρχονται σε 60 PLN ανά διεύθυνση, ανεξάρτητα από τον αριθμό των παραληπτών της πράξης που κατοικούν στην εν λόγω διεύθυνση και του αριθμού των προσπαθειών επίδοσης ή κοινοποίησης.
Εάν πράξη η οποία προέρχεται από άλλο κράτος μέλος επιδίδεται ή κοινοποιείται στην επικράτεια της Πολωνίας σύμφωνα με τον κανονισμό περί επιδόσεως ή κοινοποιήσεως πράξεων, ο προσφεύγων δεν επιβαρύνεται με καμία δαπάνη, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών επίδοσης ή κοινοποίησης μέσω δικαστικού επιμελητή, αν το δικαστήριο που αποτελεί την υπηρεσία παραλαβής αποφασίσει να επιλέξει τον τρόπο αυτό (βλ. σημείο 5 πρώτο εδάφιο ανωτέρω).