Σημείωση:
Η νομική βάση για τις πληροφορίες που παρέχονται στο παρόν έγγραφο προβλέπεται στον κώδικα αφερεγγυότητας και αναδιοργάνωσης επιχειρήσεων (Código da Insolvência e da Recuperação de Empresas) που εγκρίθηκε με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 53/2004 της 18ης Μαρτίου, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον νόμο αριθ. 57/2022 της 25ης Αυγούστου, ο οποίος θα αναφέρεται στο εξής ως «κώδικας αφερεγγυότητας».
1 Εναντίον ποιων μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας;
Διαδικασία αφερεγγυότητας μπορεί να κινηθεί κατά οποιουδήποτε προσώπου, φυσικού ή νομικού, καθώς και κατά σχολάζουσας κληρονομιάς· ενώσεων χωρίς νομική προσωπικότητα και ειδικών επιτροπών· αστικών εταιρειών· εμπορικών εταιρειών και αστικών εταιρειών με εμπορική μορφή μέχρι την ημερομηνία οριστικής καταχώρισης της εταιρικής σύμβασης με την οποία συστήνονται· συνεταιρισμών, πριν από την καταχώριση της σύστασής τους· ατομικών επιχειρήσεων περιορισμένης ευθύνης (estabelecimento individual de responsabilidade limitada)· οποιασδήποτε άλλης αυτόνομης περιουσίας [άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο a) έως h) του κώδικα αφερεγγυότητας].
Τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οι δημόσιες επιχειρήσεις, οι ασφαλιστικές εταιρείες, τα πιστωτικά ιδρύματα, οι χρηματοδοτικές εταιρείες, οι επενδυτικές εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες που περιλαμβάνουν την κατοχή κεφαλαίων ή κινητών αξιών τρίτων και οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων δεν μπορούν να υπαχθούν σε διαδικασία αφερεγγυότητας στον βαθμό αυτή είναι ασυμβίβαστη με τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται για τις εν λόγω οντότητες (άρθρο 2 παράγραφος 2 του κώδικα αφερεγγυότητας).
2 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας;
Όταν οι οφειλέτες δεν είναι σε θέση να εκπληρώσουν τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους εν γένει (άρθρο 3 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Οι διαδικασίες διαδικασία αφερεγγυότητας έχουν ως σκοπό την ικανοποίηση των πιστωτών με τη μορφή που προβλέπεται σε σχέδιο αφερεγγυότητας ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατό, στη ρευστοποίηση της περιουσίας του αφερέγγυου οφειλέτη και τη διανομή του προϊόντος αυτής στους πιστωτές (άρθρο 1 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Οφειλέτρια επιχείρηση που βρίσκεται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση ή σε κατάσταση επαπειλούμενης αφερεγγυότητας μπορεί να αιτηθεί από το δικαστήριο την κίνηση της ειδικής διαδικασίας διάσωσης (άρθρα 17.-A έως 17-I του κώδικα αφερεγγυότητας).
Οφειλέτης άλλου τύπου που βρίσκεται σε οικονομική δυσχέρεια ή σε κατάσταση επαπειλούμενης αφερεγγυότητας μπορεί να αιτηθεί από το δικαστήριο την κίνηση της ειδικής διαδικασίας περί συμφωνίας ρύθμισης οφειλών (άρθρα 222.-A έως 222.-I.).
3 Ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία; Πώς αντιμετωπίζονται τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται από τον οφειλέτη ή που περιέρχονται σε αυτόν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Η πτωχευτική περιουσία αποτελείται από όλη την περιουσία του οφειλέτη κατά την ημερομηνία που αυτός κηρύχθηκε αφερέγγυος.
Στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνονται επίσης περιουσία και δικαιώματα οικονομικής φύσης που μπορούν να μετατραπούν σε χρήμα, τα οποία αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αφερεγγυότητας, για παράδειγμα δικαιώματα κυριότητας, δικαιώματα χρήσης, παρακράτηση κυριότητας κ.λπ. (άρθρο 46 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Στην περίπτωση έγγαμου πτωχεύσαντος, η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει επίσης το ήμισυ της κοινής περιουσίας του ζεύγους.
4 Ποιες εξουσίες έχουν ο οφειλέτης και ο διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας, αντίστοιχα;
Η απόφαση για την αφερεγγυότητα μπορεί να ορίζει ότι ο ίδιος ο οφειλέτης είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας στις περιπτώσεις που στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται εταιρεία (άρθρο 223 του κώδικα αφερεγγυότητας), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 224 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας διορίζεται από τον δικαστή (άρθρο 52 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας) και είναι εκείνος που προχωρεί δεόντως στη διαδικασία αφερεγγυότητας, καθώς αποτελεί κεντρικό πρόσωπο αυτής.
Μεταξύ άλλων, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας είναι αρμόδιος για την προετοιμασία της εξόφλησης των χρεών του αφερέγγυου οφειλέτη με έξοδα της πτωχευτικής περιουσίας· για την προώθηση της πώλησης των περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν μέρος της πτωχευτικής περιουσίας, με σκοπό τη διανομή του προϊόντος στους πιστωτές και τη διασφάλιση της διατήρησης και της απόλαυσης των δικαιωμάτων του αφερέγγυου οφειλέτη, καθώς και της συνέχισης της λειτουργίας της επιχείρησης, κατά περίπτωση, αποφεύγοντας, στο μέτρο του δυνατού, την περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη (άρθρο 55 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
5 Κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να προταθεί συμψηφισμός;
Υπάρχει η δυνατότητα συμψηφισμού απαιτήσεων κατά της πτωχευτικής περιουσίας με ανταπαιτήσεις αυτής, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 99 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Το καθεστώς αυτό επιτρέπει στον πτωχευτικό πιστωτή να συμψηφίσει την απαίτησή του με οφειλές προς την πτωχευτική περιουσία και, ως εκ τούτου, τον αμοιβαίο συμψηφισμό των οφειλών αυτών. Ως εκ τούτου, η απαίτηση του πιστωτή ικανοποιείται χωρίς αυτός να υποχρεούται να εξοφλήσει την οφειλή του προς την πτωχευτική περιουσία, και με τον τρόπο αυτό αφαιρείται από τη συλλογική πτωχευτική διαδικασία.
Πρόκειται για τρόπο διευκόλυνσης των πληρωμών με τον οποίο αποτρέπονται οι διασταυρούμενες πληρωμές.
Εκτός από τον γενικό κανόνα του άρθρου 99 του κώδικα αφερεγγυότητας, υπάρχουν άλλες νομικές διατάξεις που προβλέπουν ενίοτε τη δυνατότητα συμψηφισμού: το άρθρο 102 παράγραφος 3 στοιχείο e), το άρθρο 154 παράγραφος 1, το άρθρο 242 παράγραφος 3 και το άρθρο 286 του κώδικα αφερεγγυότητας.
6 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των υφισταμένων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος;
Τα αποτελέσματα της αφερεγγυότητας επί των υφιστάμενων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος εξαρτώνται από τη φύση της σύμβασης και καθορίζονται, ειδικότερα, στα άρθρα 102 έως 119 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Ο κανόνας είναι ότι οι αμφοτεροβαρείς συμβάσεις (οι οποίες γεννούν υποχρεώσεις μεταξύ αμφότερων των μερών) εκπληρώνονται χωρίς μεταβολές, καθώς διατηρούνται οι όροι που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των μερών.
Εντούτοις, αν, κατά την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης, η σύμβαση δεν έχει εκπληρωθεί πλήρως, η εκπλήρωσή της αναστέλλεται μέχρις ότου ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση ή άρνηση εκπλήρωσης αυτής (άρθρο 102 παράγραφος 2 του κώδικα αφερεγγυότητας). Αν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αρνηθεί την εκπλήρωση της σύμβασης, κανένα εκ των μερών δεν δικαιούται απόδοση της παροχής του (άρθρο 3 του προαναφερθέντος άρθρου).
Παραδείγματος χάριν:
- Σύμβαση αγοραπωλησίας με επιφύλαξη κυριότητας (στην οποία ο πωλητής είναι ο αφερέγγυος οφειλέτης): ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να απαιτήσει την εκπλήρωση της σύμβασης αν τα πράγματα έχουν ήδη παραδοθεί σ’ αυτόν κατά την ημερομηνία της κήρυξης της αφερεγγυότητας (άρθρο 104 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας)·
- Προσύμφωνο αγοραπωλησίας (στο οποίο ο αφερέγγυος οφειλέτης είναι ο υποσχεθείς την πώληση): άρνηση εκπλήρωσης προσυμφώνου με ισχύ έναντι όλων δεν είναι δυνατή αν τα πράγματα έχουν ήδη παραδοθεί υπέρ του υποσχεθέντος την αγορά (δηλαδή όταν ο υποσχεθείς την πώληση έχει ήδη παραδώσει το κλειδί συγκεκριμένου ακινήτου στον υποσχεθέντα αγοραστή) (άρθρο 106 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Εάν ο οφειλέτης έχει προβεί σε πράξεις επιζήμιες για την πτωχευτική περιουσία (δηλαδή πράξεις που μειώνουν, ματαιώνουν, εμποδίζουν ή θέτουν σε κίνδυνο την ικανοποίηση των πιστωτών), κατά τα δύο έτη που προηγούνται της ημερομηνίας κήρυξης της αφερεγγυότητας, οι πράξεις αυτές μπορούν να λυθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 120 επ. του κώδικα αφερεγγυότητας.
7 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των ατομικών διώξεων εκ μέρους πιστωτών (εκτός εάν υφίσταται εκκρεμοδικία);
Τα αποτελέσματα της κήρυξης της αφερεγγυότητας είναι, μεταξύ άλλων, η αναστολή κάθε πράξης ή μέτρου εκτέλεσης που έχουν αιτηθεί οι πτωχευτικοί πιστωτές και που αφορά τα στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, και εμποδίζει την κίνηση ή τη συνέχιση οποιασδήποτε εκτελεστικής πράξης που επισπεύδουν οι πτωχευτικοί πιστωτές (άρθρο 88 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας): για παράδειγμα, εάν έχει επιβληθεί στον αφερέγγυο οφειλέτη κατάσχεση επί του μισθού του, αυτή αναστέλλεται κατά τη στιγμή της κήρυξης της αφερεγγυότητας.
Με τη σειρά τους, οι ανασταλείσες αγωγές παύουν έναντι του καθ’ ου η εκτέλεση αφερέγγυου οφειλέτη με την κήρυξη της αφερεγγυότητάς του και την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας, λόγω της τελικής κατανομής ή ανεπάρκειας της πτωχευτικής περιουσίας (άρθρο 88 παράγραφος 3 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Η κήρυξη της αφερεγγυότητας έχει ως αποτέλεσμα να καθίστανται ληξιπρόθεσμες όλες οι οφειλές του αφερέγγυου οφειλέτη που δεν τελούν υπό αναβλητική αίρεση (άρθρο 91 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Η απόφαση με την οποία κηρύσσεται η αφερεγγυότητα καθορίζει την αναστολή όλων των αποσβεστικών προθεσμιών και της παραγραφής τις οποίες μπορεί να επικαλεστεί ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας (άρθρο 100 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
8 Ποια αποτελέσματα έχουν οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επί των εκκρεμών κατά τον χρόνο της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας δικών;
Μετά την κήρυξη της αφερεγγυότητας, όλες οι διαδικασίες που έχουν κινηθεί κατά του οφειλέτη και αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην πτωχευτική περιουσία μπορούν να ενταχθούν στη διαδικασία αφερεγγυότητας, εφόσον το ζητήσει ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, εφόσον αυτό είναι πρόσφορο για τους σκοπούς της διαδικασίας (άρθρο 85 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας). Ως εκ τούτου, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας υποκαθιστά των αφερέγγυο οφειλέτη σε όλες τις αγωγές, ακόμη και χωρίς τη συγκατάθεση του αντιδίκου (άρθρο 85 παράγραφος 3 του κώδικα αφερεγγυότητας).
9 Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συμμετοχής των πιστωτών στη διαδικασία αφερεγγυότητας;
Οι πτωχευτικοί πιστωτές συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία και οφείλουν να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους εντός προθεσμίας έως 30 ημερών, η οποία τάσσεται στην απόφαση [άρθρα 36 παράγραφος 1 στοιχείο j) και άρθρο 128 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Πτωχευτικοί πιστωτές είναι όλοι οι κάτοχοι απαιτήσεων περιουσιακής φύσης έναντι του αφερέγγυου οφειλέτη ή απαιτήσεων που εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, οι οποίες γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία κήρυξης της αφερεγγυότητας.
Από την ημερομηνία κήρυξης της αφερεγγυότητας, όλες οι πληρωμές διενεργούνται προς τους πιστωτές στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας, γεγονός που εμποδίζει την έναρξη και τη συνέχιση οποιασδήποτε διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της πτωχευτικής περιουσίας.
Ως εκ τούτου, οι πιστωτές έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στη συνέλευση των πιστωτών σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Οι απαιτήσεις παρέχουν μία ψήφο για κάθε ευρώ ή κλάσμα εάν έχουν ήδη αναγνωριστεί με οριστική απόφαση που εκδίδεται στο πλαίσιο παρεμπίπτουσας διαδικασίας επαλήθευσης και κατάταξης των απαιτήσεων ή αν ο πιστωτής πληροί σωρευτικά τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 στοιχεία a) και b) του κώδικα αφερεγγυότητας.
10 Με ποιον τρόπο μπορεί ο διαχειριστής/διαχειρίστρια αφερεγγυότητας να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας;
Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, ιδίως σύμφωνα με τα άρθρα 149 έως 150 και 157 έως 158 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Η πώληση των περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας αποτελεί απαραίτητη συναλλαγή για την ικανοποίηση των απαιτήσεων και εμπίπτει στην ευθύνη και αρμοδιότητα του διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο οποίος έχει την ελευθερία επιλογής για τον σκοπό αυτό.
Μετά την τελεσιδικία της πτωχευτικής απόφασης και την ολοκλήρωση της συνέλευσης των πιστωτών στην οποία εξετάζεται η έκθεση του διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο τελευταίος προχωρεί στην εκποίηση όλων των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας, εφόσον αυτό δεν αντιβαίνει στις αποφάσεις που έλαβαν οι πιστωτές κατά την εν λόγω συνέλευση (άρθρο 158 παράγραφος 1 του πτωχευτικού κώδικα).
Οι πιστωτές που διαθέτουν εμπράγματη ασφάλεια επί των προς πώληση περιουσιακών στοιχείων πρέπει να ακούγονται σχετικά με το είδος της εκποίησης και να ενημερώνονται σχετικά με την καθορισθείσα βασική αξία και την τιμή της προτεινόμενης εκποίησης και μπορούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να προτείνουν την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων από τους ίδιους ή από τρίτους (άρθρο 164 παράγραφοι 2 και 3 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Το προϊόν από την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, εξαιρουμένων των ποσών που είναι απαραίτητα για τις τρέχουσες δαπάνες, πρέπει να καταβάλλεται σε λογαριασμό που προορίζεται για τη διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας, σε πιστωτικό ίδρυμα που επιλέγεται από τον διαχειριστή (άρθρο 150 παράγραφος 6 και άρθρο 167 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
11 Ποιες απαιτήσεις δύνανται να αναγγελθούν κατά της πτωχευτικής περιουσίας του οφειλέτη και με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονται οι απαιτήσεις που προκύπτουν μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
1. Υπάρχουν τρία είδη απαιτήσεων στο πλαίσιο αφερεγγυότητας:
i) οι ενέγγυες και προνομιούχες απαιτήσεις·
ii) οι απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης·
iii) και οι κοινές απαιτήσεις.
Ενέγγυες απαιτήσεις είναι οι απαιτήσεις που απολαύουν εμπράγματης ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων ειδικών πιστωτικών προνομίων, και συμπεριλαμβάνουν το κεφάλαιο και τους αντίστοιχους τόκους έως την αξία των περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο της ασφάλειας [άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο a) του κώδικα αφερεγγυότητας]. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες ασφάλειες που εξαλείφονται με την κήρυξη αφερεγγυότητας και οι κάτοχοι τους χάνουν την ιδιότητα του ενέγγυου πιστωτή (βλ. άρθρο 97 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Προνομιούχες απαιτήσεις είναι οι απαιτήσεις που απολαύουν γενικού πιστωτικού προνομίου επί κινητών και ακινήτων πραγμάτων της πτωχευτικής περιουσίας [άρθρο 47 παράγραφος 4 στοιχείο a) του κώδικα αφερεγγυότητας].
Οι απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης είναι αυτές που ορίζονται στο άρθρο 48 του κώδικα αφερεγγυότητας «εκτός από όταν απολαύουν πιστωτικών προνομίων, γενικών ή ειδικών, ή νόμιμης υποθήκης, οι οποίες δεν αποσβένονται λόγω της κήρυξης της αφερεγγυότητας» [άρθρο 47 παράγραφος 4 στοιχείο b) του κώδικα αφερεγγυότητας].
Κοινές απαιτήσεις είναι οι λοιπές απαιτήσεις [άρθρο 47 παράγραφος 4 στοιχείο c) του κώδικα αφερεγγυότητας].
12 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων;
Οι πτωχευτικοί πιστωτές, συμπεριλαμβανομένης της εισαγγελικής αρχής, οφείλουν, εντός της προθεσμίας που τάσσει προς τούτο η απόφαση για την κήρυξη της αφερεγγυότητας, να υποβάλουν αίτηση επαλήθευσης των απαιτήσεών τους, συνοδευόμενη από όλα τα δικαιολογητικά που έχουν στη διάθεσή τους (άρθρο 128 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Οι κανόνες που διέπουν την αναγγελία, την εξέλεγξη και την τελική επαλήθευση των απαιτήσεων προβλέπονται στα άρθρα 128 έως 140 του κώδικα αφερεγγυότητας.
13 Ποιοι είναι οι κανόνες που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων; Με ποιον τρόπο κατατάσσονται οι απαιτήσεις και τα δικαιώματα των πιστωτών;
Οι κανόνες που διέπουν την πληρωμή των πιστωτών προβλέπουν διαφορετική μεταχείριση ανάλογα με το αν η απαίτηση είναι ενέγγυα, προνομιούχος, κοινή ή μη εξασφαλισμένη, και προβλέπονται στα άρθρα 172 έως 184 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Στις ίδιες διατάξεις προβλέπονται επίσης τα ακόλουθα: Η δυνατότητα πληρωμής οφειλής τρίτου που αποτελεί αντικείμενο υποκατάστασης· και το καθεστώς που ισχύει σε περίπτωση αλληλεγγύως ευθυνόμενων οφειλετών.
14 Ποιες είναι οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας αφερεγγυότητας (ιδίως διά πτωχευτικού συμβιβασμού);
Η διαδικασία αφερεγγυότητας μπορεί να περατωθεί:
- μετά την τελική κατανομή·
- μετά την έκδοση της απόφασης με την οποία εγκρίνεται το σχέδιο αφερεγγυότητας·
- κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη (όταν ο οφειλέτης παύσει να βρίσκεται σε κατάσταση αφερεγγυότητας) (άρθρο 231 του κώδικα αφερεγγυότητας)·
- εάν ο διαχειριστής αφερεγγυότητας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πτωχευτική περιουσία δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των οφειλών (άρθρο 232 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας, παύουν όλα τα αποτελέσματα της κήρυξης της αφερεγγυότητας και ο οφειλέτης ανακτά το δικαίωμα διάθεσης των περιουσιακών του στοιχείων και μπορεί να πωλήσει ή να δωρίσει την περιουσία του και να διαχειρίζεται ελεύθερα την επιχείρηση και τα περιουσιακά στοιχεία του (άρθρο 233 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Επιπλέον, οι πτωχευτικοί πιστωτές δεν έχουν πλέον περιορισμούς στην άσκηση των δικαιωμάτων τους έναντι του οφειλέτη, με εξαίρεση εκείνα που απορρέουν από το σχέδιο αφερεγγυότητας ή το σχέδιο πληρωμών.
Οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας αφερεγγυότητας προβλέπονται στα άρθρα 231 έως 234 του κώδικα αφερεγγυότητας.
15 Ποια είναι τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Καταρχήν, μετά την περάτωση της διαδικασίας, οι πτωχευτικοί πιστωτές θα μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους έναντι του οφειλέτη χωρίς άλλους περιορισμούς απ’ αυτούς που περιλαμβάνονται στο σχέδιο αφερεγγυότητας, στο σχέδιο πληρωμών και στο άρθρο 242 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Για την άσκηση των δικαιωμάτων τους, έχει ισχύ εκτελεστού τίτλου η απόφαση με την οποία εγκρίνεται το σχέδιο πληρωμών, καθώς και η απόφαση επαλήθευσης των απαιτήσεων ή η απόφαση που εκδίδεται κατόπιν μεταγενέστερης αγωγής αναγνώρισης απαιτήσεων, σε συνδυασμό, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με την απόφαση με την οποία εγκρίνεται το σχέδιο αφερεγγυότητας.
Το άρθρο 242 παράγραφος 1 του κώδικα αφερεγγυότητας προβλέπει ότι, σε περίπτωση άφεσης χρέους φυσικού προσώπου, δεν επιτρέπεται εκτέλεση επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με σκοπό την ικανοποίηση των απαιτήσεων αφερεγγυότητας κατά τη διάρκεια της περιόδου εκχώρησης.
16 Πού καταλογίζονται το κόστος και οι δαπάνες της διαδικασίας αφερεγγυότητας;
Το κόστος και οι δαπάνες της διαδικασίας αφερεγγυότητας θεωρούνται οφειλές της πτωχευτικής περιουσίας (άρθρο 51 του κώδικα αφερεγγυότητας).
Πριν από την εξόφληση των απαιτήσεων αφερεγγυότητας, ο διαχειριστής αφερεγγυότητας αφαιρεί από την πτωχευτική περιουσία τα περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα που απαιτούνται για την εξόφληση του κόστους και των δαπανών της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προβλέπεται ότι θα προκύψουν μέχρι την περάτωση της διαδικασίας.
Ο καταλογισμός του κόστους και των δαπανών της διαδικασίας γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 172 του κώδικα αφερεγγυότητας.
Σε περίπτωση άφεσης χρέους φυσικού προσώπου, ο εντολοδόχος διαθέτει τα ποσά που εισπράχθηκαν στο τέλος κάθε έτους της περιόδου εκχώρησης καταρχάς για την πληρωμή του κόστους και των δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 241 του κώδικα αφερεγγυότητας.
17 Ποιοι είναι οι κανόνες που άπτονται της ακυρότητας, της ακυρωσίας ή του ανενεργού των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών;
Τα άρθρα 120 έως 127 του κώδικα αφερεγγυότητας προβλέπουν τη δυνατότητα ανάκλησης πράξεων που θίγουν τα συλλογικά συμφέροντα των πιστωτών (ήτοι των πράξεων που μειώνουν, ματαιώνουν, εμποδίζουν, θέτουν σε κίνδυνο ή καθυστερούν την ικανοποίηση των πτωχευτικών πιστωτών), υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες σ’ αυτά προϋποθέσεις.
Εφαρμοστέα νομοθεσία
Κώδικας αφερεγγυότητας και αναδιοργάνωσης επιχειρήσεων (CIRE)
Προειδοποίηση: Το περιεχόμενο του παρόντος ενημερωτικού δελτίου δεν δεσμεύει το σημείο επαφής ή τα δικαστήρια και δεν συνεπάγεται ότι δεν πρέπει να ανατρέξετε στην ισχύουσα νομοθεσία και τις τυχόν τροποποιήσεις αυτής. Οι ως άνω διατάξεις του κώδικα αφερεγγυότητας συμπεριλαμβάνουν το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 53/2004 της 18ης Μαρτίου μέχρι και την αναθεώρησή του με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 57/2022 της 25ης Αυγούστου.