Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης

Flag of Italy
Ιταλία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
(in civil and commercial matters)

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Εκτέλεση είναι η αναγκαστική επιβολή δικαστικών αποφάσεων και άλλων εκτελεστών τίτλων [χρεογράφων, δημόσιων εγγράφων (atti publici) και επικυρωμένων ιδιωτικών εγγράφων για συγκεκριμένες υπηρεσίες]. Σε αυτό το στάδιο (το οποίο εξακολουθεί να υπόκειται σε δικαστικές διαδικασίες) οι δυνάμεις του νόμου και της τάξης μπορούν να παρέμβουν σε περίπτωση που οι οφειλέτες δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους με δική τους πρωτοβουλία.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Την ευθύνη για την εκτέλεση φέρουν τα τακτικά δικαστήρια. Η αίτηση άρνησης της εκτέλεσης που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 [κανονισμός Βρυξέλλες Ι (αναδιατύπωση)] πρέπει επίσης να υποβάλλεται σε τακτικό δικαστήριο.

Για την εκτέλεση απόφασης τακτικού δικαστηρίου, όταν ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, ο δανειστής μπορεί να ασκήσει ειδική αγωγή ενώπιον περιφερειακού διοικητικού δικαστηρίου [διαδικασία συμμόρφωσης (giudizio di ottemperanza) — άρθρα 112 επ. του κώδικα διοικητικής δικονομίας]. Η διαδικασία αυτή δεν είναι υποχρεωτική· αντιθέτως, αποτελεί εναλλακτική λύση αντί της απευθείας εκτέλεσης από τακτικό δικαστήριο και απαιτεί, σε αντίθεση με την απόφαση του τακτικού δικαστηρίου, να έχει καταστεί τελεσίδικη η προς εκτέλεση απόφαση. Οι ακόλουθες πληροφορίες αφορούν τη συνήθη διαδικασία εκτέλεσης.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

Η κατοχή εκτελεστού τίτλου αποτελεί αναγκαία και επαρκή προϋπόθεση για την κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά κανόνα, οι εκτελεστοί τίτλοι προβλέπονται από τον νόμο σύμφωνα με το άρθρο 474 του κώδικα πολιτικής δικονομίας και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τους δικαστικούς και τους εξωδικαστικούς τίτλους. Οι δικαστικοί τίτλοι περιλαμβάνουν αποφάσεις, πράξεις και αποφάσεις που εκδίδονται από δικαστήρια κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας δικαστικών διαδικασιών. Οι εξωδικαστικοί τίτλοι περιλαμβάνουν χρεωστικούς τίτλους, δημόσια έγγραφα και επικυρωμένα ιδιωτικά έγγραφα που συντάχθηκαν από τους διαδίκους χωρίς την παρέμβαση δικαστηρίου.

3.1 διαδικασία

Πριν από την έναρξη της εκτέλεσης, ο δανειστής πρέπει να ενημερώσει τον οφειλέτη για τον εκτελεστό τίτλο και να του επιδώσει εντολή για εκτέλεση (precetto), η οποία συνιστά εντολή προς τον οφειλέτη να συμμορφωθεί εντός προθεσμίας τουλάχιστον 10 ημερών, καθώς και προειδοποίηση ότι η μη συμμόρφωση συνεπάγεται αναγκαστική επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 480 του κώδικα πολιτικής δικονομίας.

Η εκτέλεση δεν μπορεί να αρχίσει πριν από την εν λόγω προθεσμία, εκτός εάν ο πρόεδρος του δικαστηρίου επιτρέψει την άμεση εκτέλεση επειγόντως (άρθρο 482 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Το άρθρο 480 του κώδικα πολιτικής δικονομίας ρυθμίζει το περιεχόμενο των εν λόγω επιταγών προς εκτέλεση, στο οποίο ο δανειστής οφείλει να δηλώσει διεύθυνση εντός του δήμου στον οποίο βρίσκεται το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση. Εάν δεν παρέχεται τέτοια διεύθυνση, οι ανακοπές κατά της επιταγής προς εκτέλεση ασκούνται ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε η επιταγή και οι κοινοποιήσεις επιδίδονται στον δανειστή από τη γραμματεία του εν λόγω δικαστηρίου.

Μετά την ολοκλήρωση αυτών των διατυπώσεων, η διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να ξεκινήσει. Υπάρχουν τρία είδη διαδικασιών εκτέλεσης στην Ιταλία.

1) Κατάσχεση, η οποία περιλαμβάνει την κατάσχεση και πώληση ή διάθεση των περιουσιακών στοιχείων ή ανεξόφλητων απαιτήσεων του οφειλέτη με σκοπό την είσπραξη των χρημάτων για την πληρωμή του δανειστή. Η κατάσχεση διενεργείται από τον δικαστικό επιμελητή με επίδειξη του εκτελεστού τίτλου και της επιταγής προς εκτέλεση και πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 90 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, αλλά όχι πριν από την προθεσμία που ορίζεται σε αυτήν· σε αντίθετη περίπτωση, η επιταγή προς εκτέλεση παύει να ισχύει (άρθρο 481). Η νομική εκπροσώπηση είναι απαραίτητη σ’ αυτό το στάδιο.

Η διαταγή κατάσχεσης εμποδίζει τον οφειλέτη να προστατεύσει τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία και απαιτήσεις από την αιτούμενη πιστωτική εγγύηση. Καθίσταται άκυρη εάν δεν ζητηθεί η εκχώρηση ή η πώληση από το αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο εντός 45 ημερών από την έκδοσή της.

2) Υποχρέωση μεταβίβασης ορισμένων περιουσιακών στοιχείων (esecuzione per consegna e rilascio), στο πλαίσιο της οποίας ο δικαστικός επιμελητής είτε παραδίδει στον δανειστή το συγκεκριμένο κινητό περιουσιακό στοιχείο το οποίο δικαιούται είτε απομακρύνει τον οφειλέτη από το ακίνητο.

3) Η εκπλήρωση θετικής ή αρνητικής υποχρέωσης (esecuzione degli obblighi di fare e di non fare e di non fare) απαιτεί την άσκηση αίτησης ενώπιον του δικαστηρίου εκτέλεσης, το οποίο καθορίζει τον τρόπο εκπλήρωσης της υποχρέωσης και ορίζει δικαστικό επιμελητή και τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εκπλήρωση της υποχρέωσης (π.χ. κατασκευαστική εταιρεία) με έξοδα του οφειλέτη.

Στόχος της επιβολής είναι να διασφαλιστεί ότι, με τη βοήθεια της αστυνομίας, θα εκπληρωθούν οι ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις. Μπορεί να χρησιμοποιείται τόσο για οικονομικές οφειλές όσο και για υποχρεώσεις παράδοσης κινητής περιουσίας ή παράδοσης ακίνητης περιουσίας, καθώς και για θετικές ή αρνητικές υποχρεώσεις.

Επιπλέον, το άρθρο 614-bis του κώδικα πολιτικής δικονομίας επιτρέπει στο δικαστήριο που εκδίδει μη χρηματική απόφαση προκειμένου να χρεώσει στον δανειστή τέλος για κάθε παράβαση, μη συμμόρφωση ή καθυστέρηση στην εκτέλεση της διαταγής. Το μέτρο αυτό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί από το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση μετά την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Απαραίτητη και επαρκής προϋπόθεση για την έναρξη της εκτέλεσης είναι η κατοχή εκτελεστού τίτλου που περιέχει «βέβαιο, εκκαθαρισμένο και απαιτητό δικαίωμα» (certo, liquido ed esigibile) (άρθρο 474). Ο βαθμός «βεβαιότητας» ποικίλλει ανάλογα με τη φύση του εκτελεστού τίτλου: οι αποφάσεις δεν χρειάζεται να είναι τελεσίδικες για την εκτέλεσή τους, δεδομένου ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι προσωρινά εκτελεστή έως ότου ακυρωθεί από το εφετείο. «Σταθερό ποσό» σημαίνει ότι το ποσό έχει υπολογιστεί (ή μπορεί να υπολογιστεί) σε αντίθεση με τη διακριτική ευχέρεια. «Οφειλόμενο» σημαίνει ότι το ποσό είναι ληξιπρόθεσμο και δεν υπόκειται σε ανασταλτικούς όρους και προϋποθέσεις.

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, το δικαστήριο εκτέλεσης εκδίδει διάφορα είδη μέτρων —συνήθως διαταγές (ordinanze). Κυμαίνονται από τα αναγκαία μέτρα για τον καθορισμό των κανόνων ορθής διεξαγωγής της διαδικασίας έως τα μέτρα που εκχωρούν το δικαίωμα χρήσης, π.χ. η διαταγή (decreto) για την εκχώρηση του κατασχεθέντος περιουσιακού στοιχείου στο πρόσωπο που το αγόρασε με πλειστηριασμό ή το οποίο ήταν ο πλειοδότης.

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης μπορούν να αποτελέσουν τα εξής: α) κινητή περιουσία, β) ακίνητη περιουσία, γ) απαιτήσεις του οφειλέτη και κινητή περιουσία που φυλάσσει ο οφειλέτης σε χώρους τρίτων, δ) μετοχές σε εταιρείες.

Μπορούν επίσης να εκτελεστούν οι υποχρεώσεις παράδοσης κινητής περιουσίας και αποδέσμευσης ακίνητης περιουσίας, καθώς και οι υποχρεώσεις πράξης και παράλειψης.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Η εκτέλεση στην περίπτωση χρηματικών ποσών αρχίζει με την κατάσχεση, κάτι που σημαίνει ότι τα κατασχεθέντα χρηματικά ποσά δεν είναι πλέον διαθέσιμα στον οφειλέτη κατά του οποίου επισπεύδεται η εκτέλεση. Επομένως, οι πράξεις μεταφοράς των εν λόγω χρημάτων θεωρούνται άκυρες και δεν μπορεί να γίνει επίκλησή τους για την αποτροπή της αναγκαστικής εκτέλεσης.

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Χρησιμεύουν ως επιχειρησιακά μέτρα εκτέλεσης για την ικανοποίηση των απαιτήσεων που έχουν εγερθεί και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για έρευνες.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Το νομικό σύστημα προβλέπει την άσκηση ενδίκων μέσων από τον οφειλέτη (και/ή τρίτους που υπόκεινται σε αναγκαστική εκτέλεση) κατά των πράξεων και αποφάσεων που αφορούν τις διαδικασίες εκτέλεσης. Τα ένδικα μέσα μπορούν να οδηγήσουν σε δύο διαφορετικά είδη αποφάσεων:

  • ανακοπή κατά της εκτέλεσης (opposizione all’esecuzione) (άρθρα 615 και 616 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), η οποία αμφισβητεί το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης (δηλαδή του ίδιου του δικαιώματος του πιστωτή να προβεί στην εκτέλεση)·
  • ανακοπή κατά πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (opposizione agli atti esecutivi) (άρθρα 617 και 618 του κώδικα πολιτικής δικονομίας), η οποία έχει ως αντικείμενο δικονομικές παραβάσεις (δηλ. τη νομιμότητα των πράξεων που εκδίδονται ή λαμβάνουν χώρα κατά τη διαδικασία εκτέλεσης).

Το ένδικο μέσο που ασκείται κατά της εκτέλεσης ή πράξεων εκτέλεσης που κατατίθεται πριν από την έναρξη της εκτέλεσης ορίζεται ως ανακοπή κατά εντολής για εκτέλεση (opposizioni a «precetto»), επειδή απορρέει από το έγγραφο που προαναγγέλει την εκτέλεση: η ανακοπή ασκείται κατά της εντολής για εκτέλεση με αίτηση ενώπιον του δικαστηρίου που είναι καθ’ ύλην αρμόδιο ή του κατά τόπον αρμόδιου δικαστηρίου ή του δικαστηρίου που έχει αρμοδιότητα βάσει του ποσού, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του κώδικα.

Εάν η εκτέλεση έχει ήδη κινηθεί ή η διαταγή κατάσχεσης έχει ήδη επιδοθεί, η ανακοπή κατά της εκτέλεσης ή κατά των πράξεων εκτέλεσης ασκείται με την κατάθεση ειδικής ανακοπής στο αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής, μολονότι η αναστολή αυτή δεν είναι αυτοδίκαιη.

Όπως συμβαίνει και με όλες τις πρωτοβάθμιες αποφάσεις, μπορεί να προσβληθεί η απόφαση που εκδίδεται με έφεση.

Τρίτα πρόσωπα που εγείρουν εμπράγματα δικαιώματα επί κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων μπορούν να ασκήσουν ανακοπή στο αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστήριο έως την πώληση ή την εκχώρηση της περιουσίας.

Οι σχετικές νομικές διατάξεις είναι τα άρθρα 615, 616, 617, 618 και 619 του κώδικα πολιτικής δικονομίας.

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Εκτός από τα αντικείμενα που έχουν κηρυχθεί ακατάσχετα δυνάμει ειδικής νομοθεσίας και σύμφωνα με το άρθρο 514 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, δεν μπορούν να κατασχεθούν:

1) ιερά αντικείμενα και αντικείμενα που χρησιμοποιούνται στην άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων·

2) βέρες, ρούχα, πανικά οικιακής χρήσης, κρεβάτια, τραπέζια και καρέκλες τραπεζαρίας, ντουλάπες, συρτάρια, ψυγεία, κουζίνες και φούρνοι (αερίου ή ηλεκτρικού), πλυντήρια ρούχων, σκεύη οικιακής χρήσης και κουζίνας και έπιπλα για τη συγκράτησή τους, επαρκή για την κάλυψη των αναγκών του οφειλέτη και του νοικοκυριού του· ωστόσο, εδώ δεν περιλαμβάνονται έπιπλα μεγάλης αξίας (με εξαίρεση τα κρεβάτια), συμπεριλαμβανομένων πολύτιμων αντικών και αντικειμένων βεβαιωμένης καλλιτεχνικής αξίας·

3) τα τρόφιμα και τα καύσιμα που απαιτούνται για τη συντήρηση του οφειλέτη και των λοιπών προσώπων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο για έναν μήνα·

ωστόσο, εδώ δεν περιλαμβάνονται έπιπλα μεγάλης αξίας (με εξαίρεση τα κρεβάτια), συμπεριλαμβανομένων πολύτιμων αντικών και αντικειμένων βεβαιωμένης καλλιτεχνικής αξίας.

Δεν μπορούν να κατασχεθούν όπλα και άλλα αντικείμενα που πρέπει να τηρεί ο οφειλέτης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, μετάλλια, επιστολές, αρχεία και οικογενειακά έγγραφα εν γένει, καθώς και χειρόγραφα (εκτός εάν αποτελούν μέρος συλλογής), και ζώα συντροφιάς και ζώα που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς ή σκοπούς φροντίδας.

Ο νόμος κηρύσσει επίσης ακατάσχετα, μεταξύ άλλων: κρατικά περιουσιακά στοιχεία, μη διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στο κράτος ή σε άλλο δημόσιο φορέα, περιουσιακά στοιχεία που καλύπτονται από περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, περιουσιακά στοιχεία εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και θρησκευτικά κτίρια.

Σύμφωνα με το άρθρο 671 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, για απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι τρίτων δεν μπορούν να κατασχεθούν:

α) πληρωμές διατροφής, εκτός εάν πρόκειται για διατροφή, αλλά μόνο με την άδεια του προέδρου του δικαστηρίου ή δικαστή που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτόν, και μόνο για το μερίδιο που καθορίζεται με διάταγμα·

β) οι φιλανθρωπικές παροχές ή τα επιδόματα διαβίωσης των προσώπων που χαρακτηρίζονται ως φτωχοί, καθώς και τα έξοδα μητρότητας, ασθένειας ή κηδείας που οφείλονται από ασφαλιστικά ταμεία, οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και κοινωφελή ιδρύματα·

γ) τα ποσά που οφείλονται από ιδιώτες ως μισθοί, ημερομίσθια ή άλλες πληρωμές συνδεόμενες με σχέση εργασίας (συμπεριλαμβανομένων των οφειλόμενων λόγω απολύσεων) μπορούν να κατασχεθούν για την καταβολή διατροφής στον βαθμό που επιτρέπεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου ή από δικαστή εξουσιοδοτημένο από αυτόν· για άλλα είδη εισοδήματος, μπορεί να κατάσχεται έως και το ένα πέμπτο των ποσών αυτών· οι ταυτόχρονες κατασχέσεις που προκύπτουν από συνδυασμό των προαναφερόμενων λόγων δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ήμισυ των ποσών αυτών·

δ) ετήσια πρόσοδος, εφόσον έχει συσταθεί δωρεάν, όταν προβλέπεται ότι το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των βασικών αναγκών του δανειστή δεν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο κατάσχεσης·

ε) τα ποσά που οφείλει ασφαλιστής στον κάτοχο ή στον δικαιούχο ασφαλιστηρίου συμβολαίου, με την επιφύλαξη, όσον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα, των διατάξεων για την αναθεώρηση των ζημιογόνων για τους πιστωτές πράξεων, καθώς και για τη συγκέντρωση, την είσπραξη και τη μείωση των δωρεών·

στ) τα ποσά που καταβάλλονται για συντάξεις, επιδόματα που χρησιμεύουν ως συντάξεις ή άλλες συνταξιοδοτικές παροχές δεν μπορούν να κατασχεθούν για ποσό που αντιστοιχεί στο διπλάσιο του μέγιστου ποσού του μηνιαίου κοινωνικού επιδόματος, με ελάχιστο ποσό 1 000 EUR· το μερίδιο που υπερβαίνει το εν λόγω ποσό μπορεί να κατασχεθεί εντός των ορίων που καθορίζονται στο στοιχείο γ)·

ζ) ειδικά ταμεία κοινωνικής πρόνοιας και αρωγής (συμπεριλαμβανομένων των μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) που συστήνονται από ιδιοκτήτη επιχείρησης βάσει πληρωμών που πραγματοποιούνται από πιστωτές του ιδιοκτήτη της επιχείρησης ή των εργαζομένων.

Τα ποσά που οφείλονται ως μισθοί, ημερομίσθια και άλλες πληρωμές σχετικές με την απασχόληση ή την εργασία (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν απολύσεις και συντάξεις) και τα επιδόματα που χρησιμεύουν ως συντάξεις ή άλλες συνταξιοδοτικές παροχές μπορούν επίσης, όταν πιστώνονται σε τραπεζικό ή ταχυδρομικό λογαριασμό που έχει ανοιχθεί στο όνομα του οφειλέτη, να κατασχεθούν για ποσό που υπερβαίνει το τριπλάσιο του κοινωνικού επιδόματος στις περιπτώσεις που ο λογαριασμός πιστώνεται πριν από την κατάσχεση· όταν ο λογαριασμός πιστώνεται κατά την ημερομηνία ή μετά την ημερομηνία κατάσχεσης, τα ποσά αυτά μπορούν να κατασχεθούν εντός των ορίων που περιγράφονται ανωτέρω και εκείνων που προβλέπονται από ειδική νομοθεσία.

Εναπόκειται στον οφειλέτη να ισχυριστεί ότι το περιουσιακό στοιχείο ή η απαίτηση εξαιρείται από την κατάσχεση με ένδικο μέσο κατά της εκτέλεσης (άρθρο 615 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Η αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να ευδοκιμήσει εάν η προθεσμία παραγραφής της απαίτησης έχει εκπνεύσει πλήρως. Η προθεσμία παραγραφής είναι κατά κανόνα 10 έτη, αλλά μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το εκάστοτε δικαίωμα (για παράδειγμα, η προθεσμία παραγραφής για την αποζημίωση λόγω εξωσυμβατικής ζημίας είναι 5 έτη). Ο νόμος προβλέπει επίσης διαφορετικές προθεσμίες παραγραφής ανάλογα με το είδος της νομικής πράξης που αποδεικνύει την αξίωση στην οποία βασίζεται η εκτέλεση. Για παράδειγμα, η προθεσμία παραγραφής για απαίτηση που προσδιορίζεται σε δικαστική απόφαση είναι 10 έτη, παρόλο που γι' αυτό το είδος απαίτησης ο νόμος προβλέπει γενικά μικρότερη προθεσμία.

Κατόπιν αιτήματος του δανειστή, ο πρόεδρος του δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κατοικία ή την καταστατική του έδρα μπορεί να δώσει άδεια για αναζήτηση με ηλεκτρονικά μέσα των προς κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 492-bis του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί, δηλαδή, να αναζητήσει τα περιουσιακά στοιχεία και τις απαιτήσεις του οφειλέτη μέσω του φορολογικού μητρώου και των βάσεων δεδομένων των δημόσιων αρχών. Μορφές πληρωμής σε δόσεις για την κάλυψη της αξίας της κατάσχεσης (conversione del pignoramento) έχουν επίσης εισαχθεί σε περιπτώσεις κατάσχεσης κινητών περιουσιακών στοιχείων.

Σύνδεσμος προς τον ιταλικό κώδικα διαδικασίας: https://www.normattiva.it/uri-res/N2Ls?urn:nir:stato:regio.decreto:1940-10-28;1443

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Η Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ τα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Σε αυτή τη σελίδα αναφέρετε τυχόν τεχνικό πρόβλημα/πρόβλημα περιεχομένου ή διατυπώστε σχόλια