Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μικροδιαφορές

Flag of Poland
Πολωνία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
(in civil and commercial matters)

1 Ύπαρξη ειδικής διαδικασίας μικροδιαφορών

Στο πολωνικό δίκαιο προβλέπεται «απλουστευμένη διαδικασία». Η εν λόγω διαδικασία διέπεται από τα άρθρα 505 (1)- 505 (14) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Οι απλουστεύσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της ταχύτητας των διαδικασιών συνίστανται στον εξορθολογισμό και τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών συλλογής αποδεικτικών στοιχείων και των διαδικασιών προσφυγής, μέσω της επιτάχυνσης των δικαστικών διαδικασιών και της μείωσης του τυπικού χαρακτήρα τους, καθώς και στη θέσπιση αυστηρότερων τυπικών απαιτήσεων ώστε τα μέρη να διασφαλίζουν ότι συμμορφώνονται με τις οικείες προθεσμίες για τη διενέργεια των διαφόρων διαδικαστικών πράξεων.

Ο πολωνικός Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ενσωματώνει την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών. Η εν λόγω διαδικασία προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών, και αποσκοπεί στον εξορθολογισμό και την απλούστευση των δικαστικών διαδικασιών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Ο κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, εκτός της Δανίας. Μεταφέρθηκε στο πολωνικό δίκαιο με τα άρθρα 505 (21) έως 505 (27a) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

1.1 Πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας, κατώτατο όριο

Η απλουστευμένη διαδικασία εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των πρωτοδικείων (sądy rejonowe):

  • αγωγές βάσει συμβάσεων (αν η αξία της απαίτησης δεν υπερβαίνει το ποσό των 20 000 πολωνικών ζλότι) και, αγωγές βάσει εγγυήσεων ή εγγυήσεων ποιότητας ή αγωγές που απορρέουν από τη μη συμβατότητα καταναλωτικών αγαθών με σύμβαση πώλησης που έχει συναφθεί με καταναλωτή, αν η αξία του αντικειμένου της σύμβασης δεν υπερβαίνει το ως άνω ποσό
  • αγωγές για καταβολή μισθωμάτων που αφορούν κατοικίες και τελών καταβλητέων από μισθωτές, καθώς και τελών για τη χρήση κατοικίας σε στεγαστικό συνεταιρισμό, ανεξάρτητα από την αξία της απαίτησης.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου (Sąd Najwyższy), οι αξιώσεις για μη εκτέλεση ή πλημμελή εκτέλεση υποχρέωσης θα πρέπει να εκδικάζονται με την απλουστευμένη διαδικασία, αν η αξία της απαίτησης δεν υπερβαίνει το ποσό των 20 000 πολωνικών ζλότι. Αν ο ενάγων διεκδικεί ποσό μικρότερο των 20 000 πολωνικών ζλότι το οποίο αποτελεί το υπόλοιπο αγωγής που έχει ήδη ικανοποιηθεί με την καταβολή ποσού μεγαλύτερου των 20 000 πολωνικών ζλότι, η εν λόγω αξίωση εκδικάζεται επίσης με την απλουστευμένη διαδικασία. Η φράση «βάσει συμβάσεων» σημαίνει ότι οι αξιώσεις που απορρέουν από παράνομες πράξεις, αδικαιολόγητο πλουτισμό και την ύπαρξη δικαιώματος ιδιοκτησίας, συνιδιοκτησίας ή κοινωνίας δικαιωμάτων, ή την ύπαρξη άλλων δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των οποίων η κτήση ή η άσκηση εγείρει υποχρέωση πληρωμής δεν δύνανται να εξετάζονται με την απλουστευμένη διαδικασία. Αξιώσεις που απορρέουν από άλλες δικαιοπραξίες, πέραν των συμβάσεων, επίσης δεν δύνανται να εξετάζονται με την απλουστευμένη διαδικασία: μονομερείς δικαιοπραξίες, πρακτόρευση χωρίς εξουσιοδότηση, νόμιμη μοίρα (legitima portio) και ενοχές που απορρέουν από διοικητική απόφαση ή απευθείας από νομοθετικές διατάξεις.

Η απλουστευμένη διαδικασία δύναται να εφαρμόζεται σε υποθέσεις που αφορούν φυσικά και νομικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις, εργαζόμενους και εργοδότες. Στο πλαίσιο αυτό, η εφαρμογή της διαδικασίας δεν περιορίζεται από τον τύπο της οντότητας. Αυτό σημαίνει ότι ζητήματα που άπτονται εργαζομένων ή οικονομικά ζητήματα δύνανται επίσης να εκδικάζονται με την απλουστευμένη διαδικασία.

Η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών εμπίπτει στη δικαιοδοσία των πρωτοδικείων και των περιφερειακών δικαστηρίων (sądy okręgowe) σύμφωνα με την κατά τόπον αρμοδιότητα όπως ορίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [άρθρο 16 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με τα άρθρα 17 και 505 (22)]. Στις περιπτώσεις αυτές, οι δικαστικοί υπάλληλοι μπορούν να εκδίδουν διαταγές.

Σύμφωνα με τον προαναφερθέντα κανονισμό, οι μικροδιαφορές αφορούν αστικές και εμπορικές υποθέσεις (περιλαμβανομένων των υποθέσεων που αφορούν καταναλωτές) και υποθέσεις στις οποίες η αξία της απαίτησης, εκτός τόκων και εξόδων, δεν υπερβαίνει τα 5 000 EUR (κατά τον χρόνο παραλαβής του δικογράφου αγωγής από το αρμόδιο δικαστήριο).

1.2 Εφαρμογή της διαδικασίας

Σύμφωνα με το άρθρο 505 (3), κάθε κίνηση διαδικασίας στο πλαίσιο της απλουστευμένης διαδικασίας μπορεί να αφορά μόνο μία αγωγή. Είναι δυνατή η συνένωση πολλών αγωγών σε μία, μόνον αν απορρέουν από την ίδια σύμβαση ή από συμβάσεις του ίδιου τύπου. Σε περίπτωση παράνομης συνένωσης πολλών αγωγών σε μία, ο προεδρεύων δικαστής διατάσσει την επιστροφή της αγωγής σύμφωνα με το άρθρο 130(1) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν, παρά σχετικό αίτημά του, αυτή η τυπική πλημμέλεια δεν διορθωθεί. Αν ο ενάγων διεκδικεί μέρος αξίωσης, η υπόθεση εκδικάζεται με την απλουστευμένη διαδικασία εφόσον η τελευταία είναι κατάλληλη για τη συνολική αξίωση που απορρέει από τα πραγματικά περιστατικά τα οποία επικαλείται ο ενάγων. Στην απλουστευμένη διαδικασία δεν είναι δυνατή η μεταβολή των αξιώσεων. Ανταγωγές και συμψηφισμοί επιτρέπονται αν οι αξιώσεις είναι επιλέξιμες προς εκδίκαση με την απλουστευμένη διαδικασία. Δεν επιτρέπονται κύριες παρεμβάσεις, πρόσθετες παρεμβάσεις, ανακοινώσεις δίκης προς τρίτον και αλλαγές διαδίκων.

Οι υποθέσεις εκδικάζονται με την απλουστευμένη διαδικασία ανεξάρτητα από τις επιθυμίες των διαδίκων, γεγονός που σημαίνει ότι η συγκεκριμένη διαδικασία είναι υποχρεωτική.

1.3 Έντυπα

Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [άρθρο 125(2)], όλα τα διαδικαστικά έγγραφα, περιλαμβανομένων των αγωγών, των απαντητικών υπομνημάτων, των ανακοπών ερημοδικίας ή των διαδικαστικών εγγράφων που περιέχουν αποδεικτικά στοιχεία τα οποία κατατίθενται κατά την απλουστευμένη διαδικασία, θα πρέπει να υποβάλλονται με τη χρήση επίσημων εντύπων.

Τα επίσημα έντυπα διατίθενται στα δημοτικά γραφεία, στις γραμματείες των δικαστηρίων και στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η μη χρήση του απαιτούμενου εντύπου συνιστά τυπική παρατυπία.

Σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [άρθρο 130 (1) ], αν ένα διαδικαστικό έγγραφο το οποίο έπρεπε να είχε υποβληθεί με τη χρήση επίσημου εντύπου κατατέθηκε με άλλον τρόπο ή δεν μπορεί να υποβληθεί σε επεξεργασία επειδή δεν πληρούνται άλλες τυπικές προϋποθέσεις, ο προεδρεύων δικαστής επιστρέφει το διαδικαστικό έγγραφο στον διάδικο παραγγέλλοντάς του να διορθώσει τις παρατυπίες εντός μίας εβδομάδας. Στην παραγγελία διόρθωσης των παρατυπιών θα πρέπει να αναφέρονται αναλυτικά όλες οι παρατυπίες που εντοπίστηκαν στο διαδικαστικό έγγραφο. Αν ο διάδικος δεν συμμορφωθεί πριν από την εκπνοή της προθεσμίας ή αν υποβάλει εκ νέου παράτυπο διαδικαστικό έγγραφο, ο προεδρεύων δικαστής διατάσσει την επιστροφή του διαδικαστικού εγγράφου.

Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών χρησιμοποιούνται τέσσερα τυποποιημένα έντυπα, τα οποία επισυνάπτονται ως παραρτήματα στον προαναφερθέντα κανονισμό. Τα έντυπα αυτά είναι:

  • το έντυπο της αγωγής·
  • το αίτημα του δικαστηρίου για συμπλήρωση και/ή διόρθωση του εντύπου της αγωγής·
  • το έντυπο απάντησης·
  • η βεβαίωση σχετικά με απόφαση που εκδόθηκε με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.

1.4 Συνδρομή

Στην απλουστευμένη διαδικασία εφαρμόζεται η αρχή της συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων. Το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη διαβεβαιώσεις και ισχυρισμούς που διατυπώνονται από τους διαδίκους και προτάσεις για αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλονται από αυτούς μετά την άσκηση της αγωγής, της ανταγωγής ή της ανακοπής ερημοδικίας ή μετά την ολοκλήρωση της πρώτης δικασίμου (σύστημα αποκλεισμού), εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος διάδικος αποδείξει ότι δεν ήταν δυνατό, ή ότι δεν χρειαζόταν, να υποβληθούν νωρίτερα (κατά τη διακριτική ευχέρεια του δικαστή). Αυτό γίνεται για λόγους επίσπευσης της απλουστευμένης διαδικασίας. Αν το δικαστήριο κρίνει ότι είναι αδύνατο ή πολύ δύσκολο να αποδειχθεί το ύψος της αξίωσης πέραν κάθε αμφιβολίας, μπορεί να ορίσει κατά την κρίση του στην απόφαση ένα εύλογο ποσό, αφού πρώτα λάβει υπόψη όλα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Κατά την εξέταση της υπόθεσης, το δικαστήριο μπορεί να μην εφαρμόσει τους κανόνες της απλουστευμένης διαδικασίας, εφόσον αυτό μπορεί να συμβάλει στην αποδοτικότερη επίλυση της διαφοράς [άρθρο 505(1) παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας]. Όταν απαιτούνται ειδικές γνώσεις για τον προσδιορισμό του βασίμου και του ύψους της αξίωσης, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να προβεί σε ανεξάρτητη εκτίμηση λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης ή να ζητήσει πραγματογνωμοσύνη. Δεν ζητείται πραγματογνωμοσύνη όταν το προβλεπόμενο κόστος της υπερβαίνει την αξία της αξίωσης, εκτός εάν αυτό δικαιολογείται από ειδικές περιστάσεις. Το γεγονός ότι κάποιος κατέθεσε ως μάρτυρας δεν αποκλείει τη δυνατότητα να ζητηθεί η γνώμη του ως πραγματογνώμονα, ακόμη και για τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία κατέθεσε και ακόμη και αν ο μάρτυρας έχει ήδη συντάξει γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος άλλης οντότητας πλην του δικαστηρίου [άρθρο 507(7) του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας].

1.5 Κανόνες που αφορούν τη διεξαγωγή αποδείξεων

Όταν απαιτούνται ειδικές γνώσεις για τον προσδιορισμό του βασίμου και του ύψους της αξίωσης, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να προβεί σε ανεξάρτητη εκτίμηση λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης ή να ζητήσει πραγματογνωμοσύνη. Δεν ζητείται πραγματογνωμοσύνη όταν το προβλεπόμενο κόστος της υπερβαίνει την αξία της αξίωσης, εκτός εάν αυτό δικαιολογείται από ειδικές περιστάσεις. Το γεγονός ότι κάποιος κατέθεσε ως μάρτυρας δεν αποκλείει τη δυνατότητα να ζητηθεί η γνώμη του ως πραγματογνώμονα, ακόμη και για τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία κατέθεσε και ακόμη και αν ο μάρτυρας έχει ήδη συντάξει γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος άλλης οντότητας πλην του δικαστηρίου [άρθρο 507(7) του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας].

1.6 Έγγραφη διαδικασία

Κατά κανόνα, η απλουστευμένη διαδικασία είναι γραπτή διαδικασία. Οι περισσότερες αγωγές πρέπει να υποβάλλονται από τους διαδίκους με τη χρήση ειδικών επίσημων εντύπων. Στο πλαίσιο της απλουστευμένης διαδικασίας είναι, πάντως, δυνατή και η προφορική υποβολή αγωγής. Διάδικος που παρίσταται στη δίκη κατά την οποία εκδίδεται η απόφαση δύναται να παραιτηθεί από το δικαίωμά του να ασκήσει ένδικο μέσο με δήλωση την οποία καταθέτει μετά την έκδοση της απόφασης. Εάν όλοι οι δικαιούχοι διάδικοι παραιτηθούν από το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων, η απόφαση καθίσταται αμετάκλητη [άρθρο 505(8) παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας].

Η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών είναι έγγραφη (άρθρο 125 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 505(21) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

1.7 Περιεχόμενο απόφασης

Κατά την εξέταση της υπόθεσης, το δικαστήριο μπορεί να μην εφαρμόσει τους κανόνες της απλουστευμένης διαδικασίας, εφόσον αυτό μπορεί να συμβάλει στην αποδοτικότερη επίλυση της διαφοράς. Η δικαστική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 505 (7) παράγραφος 7 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πρέπει να εκδίδεται κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ως αμετάκλητη απόφαση.

1.8 Επιστροφή εξόδων

Οι ενάγοντες βαρύνονται με την καταβολή τέλους για την κατάθεση αγωγής στο πλαίσιο της απλουστευμένης διαδικασίας, όπως ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση της συνήθους διαδικασίας. Στο πλαίσιο της απλουστευμένης διαδικασίας, οι κανόνες σχετικά με τα τέλη για τις αγωγές βασίζονται στις γενικές αρχές που ορίζονται στον νόμο περί δικαστικών τελών (αστικές υποθέσεις) της 28ης Ιουλίου 2005.

Στην απλουστευμένη διαδικασία, τα έξοδα κατανέμονται μεταξύ των διαδίκων σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες των άρθρων 98 ως 110 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με το άρθρο 98 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο ηττηθείς διάδικος υποχρεούται να επιστρέψει στον νικήσαντα διάδικο, κατόπιν αιτήματος, τα έξοδα που ήταν αναγκαία για την άσκηση ή την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ενώπιον του δικαστηρίου. Το δικαστήριο επιδικάζει δικαστικά έξοδα σε κάθε οριστική απόφαση.

1.9 Δυνατότητα έφεσης

Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει του κανονισμού μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο ενώπιον δικαστηρίου ενδίκων μέσων (sąd apelacyjny). Αν η απόφαση εκδόθηκε από το πρωτοδικείο, το ένδικο μέσο ασκείται μέσω αυτού του δικαστηρίου στο περιφερειακό δικαστήριο, και αν η απόφαση εκδόθηκε από το περιφερειακό δικαστήριο, το ένδικο μέσο ασκείται μέσω αυτού του δικαστηρίου στο εφετείο [άρθρα 367 και 369 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με τα άρθρα 505(26) και 505(27)].

Αν πληρούνται οι όροι που προβλέπει το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση ερήμην. Ο εναγόμενος μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της ερήμην απόφασης ενώπιον του δικαστηρίου που την εξέδωσε. Σε περίπτωση μη ευνοϊκής απόφασης, ο ενάγων δύναται να ασκήσει ένδικο μέσο σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες (άρθρο 339 παράγραφος 1, άρθρο 342 και άρθρο 344 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

Related links

Σε αυτή τη σελίδα αναφέρετε τυχόν τεχνικό πρόβλημα/πρόβλημα περιεχομένου ή διατυπώστε σχόλια