Παραπομπή υπόθεσης στο δικαστήριο

Τσεχία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Είμαι αναγκασμένος να προσφύγω σε δικαστήριο ή υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση;

Όλοι έχουν το δικαίωμα προσφυγής σε δικαστήριο για την προστασία ενός δικαιώματός τους που έχει απειληθεί ή παραβιαστεί. Πάντοτε κρίνεται σκόπιμο να επιχειρείται πρώτα η φιλική επίλυση της διαφοράς. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικές μέθοδοι επίλυσης διαφορών. Σε συγκεκριμένους τομείς του αστικού δικαίου, το κράτος παρέχει το δικαίωμα στα μέρη της υπόψη έννομης σχέσης να αναθέσουν σε άλλον ιδιωτικό φορέα την επίλυση της διαφοράς. Στην Τσεχική Δημοκρατία κάτι τέτοιο πραγματοποιείται μέσω της διαιτησίας, που ρυθμίζεται από τον νόμο αριθ. 216/1994, για τη διαδικασία διαιτησίας και την εκτέλεση των αποφάσεων διαιτησίας, όπως έχει τροποποιηθεί. Η διαδικασία της διαιτησίας καταλήγει σε απόφαση διαιτησίας, που είναι δεσμευτική και για τους δύο διαδίκους και έχει την ισχύ εκτελεστής απόφασης. Η διαμεσολάβηση σε μη ποινικές υποθέσεις ρυθμίζεται από τον νόμο αριθ. 202/2012 Συλλ., για τη διαμεσολάβηση και την τροποποίηση συγκεκριμένων νόμων (νόμος περί διαμεσολάβησης). Για περαιτέρω λεπτομέρειες, παρακαλείστε να ανατρέξετε στην ενότητα «Εναλλακτική επίλυση διαφορών-Τσεχική Δημοκρατία».

Ακόμη και έπειτα από την προσφυγή σας στο δικαστήριο, ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης, ενδεχομένως να μπορείτε να εισηγηθείτε στο δικαστήριο την επιδίωξη φιλικού συμβιβασμού (βλέπε άρθρα 67-69 και άρθρο 99 του νόμου αριθ. 99/1963, κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Ο εγκεκριμένος δικαστικός συμβιβασμός έχει την ισχύ αμετάκλητης απόφασης. Συνιστά επίσης εκτελεστό τίτλο μιας δικαστικής απόφασης (εκτέλεση). Ο εγκεκριμένος δικαστικός συμβιβασμός δημιουργεί κώλυμα δεδικασμένου.

2 Υπάρχει προθεσμία προσφυγής στο δικαστήριο;

Οι προθεσμίες ποικίλλουν ανάλογα με την υπόθεση και γιʼ αυτόν τον λόγο είναι προτιμότερο να αναζητούνται νομικές συμβουλές το συντομότερο δυνατό. Η αγωγή πρέπει να ασκηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου πριν από την πάροδο του χρόνου παραγραφής (η αγωγή πρέπει να κατατεθεί ενώπιον του δικαστηρίου εντός του χρόνου παραγραφής).

Σε περίπτωση παραγραφής λόγω παρόδου του χρόνου που προβλέπεται από τον νόμο, η υποχρέωση του οφειλέτη δεν αποσβένεται, αλλά αποδυναμώνεται. Τούτο σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται η εκπλήρωσή της σε περίπτωση που ο οφειλέτης επικαλεστεί την παραγραφή. Γενικά, η παραγραφή ρυθμίζεται στα άρθρα 609-653 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας). Η γενική παραγραφή είναι τριετής και άρχεται την πρώτη ημέρα που θα μπορούσε να ασκηθεί το δικαίωμα. Η διάρκεια της εκάστοτε ειδικής περιόδου παραγραφής εξαρτάται από τη φύση του ασκούμενου δικαιώματος.

3 Πρέπει να απευθυνθώ σε δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους;

Βλέπε «Διεθνής δικαιοδοσία – Τσεχική Δημοκρατία».

4 Αν ναι, σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ σε συνάρτηση με τον τόπο κατοικίας μου και τον τόπο κατοικίας του αντιδίκου ή με άλλα στοιχεία της υπόθεσής μου;

Η αρμοδιότητα των δικαστηρίων καθορίζεται από τους κανόνες της κατά τόπον, της καθ’ ύλην και της λειτουργικής αρμοδιότητας.

Η κατά τόπον αρμοδιότητα ορίζει την έκταση αρμοδιότητας μεταξύ των επιμέρους ομοειδών δικαστηρίων. Καθορίζει ποιο συγκεκριμένο πρωτοβάθμιο δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάσει και να εκδώσει απόφαση επί μιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Οι βασικοί κανόνες της κατά τόπον αρμοδιότητας ορίζονται στα άρθρα 84 ως 89α του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις η κατά τόπον αρμοδιότητα μπορεί να ρυθμίζεται με ενωσιακή νομοθεσία που ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη και υπερισχύει του εθνικού δικαίου (βλέπε συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού αριθ. 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που ρυθμίζει όχι μόνον τη διεθνή αλλά και την κατά τόπον αρμοδιότητα), πράγμα που σημαίνει ότι δεν εφαρμόζονται πάντοτε οι κανόνες για την κατά τόπον αρμοδιότητα που προβλέπει το δίκαιο της Τσεχίας.

Κατά τόπον αρμόδιο είναι το γενικό δικαστήριο του διαδίκου κατά του οποίου στρέφεται η αξίωση (του εναγομένου), εκτός αν άλλως ορίζει ο νόμος. Γενικό δικαστήριο είναι πάντοτε το πρωτοδικείο (okresní soud). Όταν ένα περιφερειακό δικαστήριο (krajský soud) είναι αρμόδιο στον πρώτο βαθμό (βλέπε ερώτηση 2.1), κατά τόπον αρμόδιο είναι το περιφερειακό δικαστήριο του τόπου του γενικού δικαστηρίου (πρωτοδικείου) του διαδίκου. Σε αγωγή που στρέφεται κατά περισσότερων εναγομένων, κατά τόπον αρμόδιο είναι το γενικό δικαστήριο οποιουδήποτε εναγομένου.

  • Το γενικό δικαστήριο του φυσικού προσώπου είναι το πρωτοδικείο του τόπου κατοικίας του και, αν ο/η διάδικος δεν έχει κατοικία, το δικαστήριο του τόπου διαμονής του/της. Ως κατοικία νοείται ο τόπος διαμονής του φυσικού προσώπου με πρόθεση μόνιμης κατοικίας (ενδέχεται να υπάρχουν περισσότεροι τέτοιοι τόποι, οπότε όλα τα οικεία δικαστήρια έχουν γενική κατά τόπον αρμοδιότητα).
  • Δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας ενός φυσικού προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, σε υποθέσεις που απορρέουν από επιχειρηματικές δραστηριότητες, είναι το πρωτοδικείο του τόπου άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εν λόγω φυσικού προσώπου (ως τόπος άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας νοείται η διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη στο δημόσιο μητρώο) αν το πρόσωπο δεν έχει τόπο άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας, γενικό δικαστήριο είναι το πρωτοδικείο του τόπου της κατοικίας του και αν το πρόσωπο δεν έχει κατοικία, το πρωτοδικείο του τόπου διαμονής του.
  • Το κριτήριο για τον καθορισμό του δικαστηρίου γενικής αρμοδιότητας ενός νομικού προσώπου είναι η έδρα του νομικού προσώπου – βλέπε άρθρα 136–137 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας).
  • Το δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας διαχειριστή/-ίστριας αφερεγγυότητας κατά την εκτέλεση του έργου του/της είναι το πρωτοδικείο του τόπου της έδρας του/της.
  • Ειδικοί κανόνες ισχύουν για το δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας του δημοσίου (το δικαστήριο του τόπου της έδρας της κρατικής οργανωτικής μονάδας που είναι αρμόδια βάσει ειδικού κανονισμού, και αν το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο δεν μπορεί να καθοριστεί μʼ αυτόν τον τρόπο, το δικαστήριο του τόπου όπου επήλθαν οι περιστάσεις που αποτέλεσαν τη γενεσιουργό αιτία του αξιούμενου δικαιώματος), ενός δήμου (το δικαστήριο της περιφέρειας του δήμου) και ενός ιεραρχικά ανώτερου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης (το δικαστήριο του τόπου της έδρας των διοικητικών οργάνων).

Αν εναγόμενος/-ομένη τσεχικής ιθαγένειας δεν έχει δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας ή δεν έχει δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας στην Τσεχική Δημοκρατία, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου της τελευταίας γνωστής κατοικίας του/της στην Τσεχική Δημοκρατία. Περιουσιακά δικαιώματα κατά προσώπου για το οποίο δεν υπάρχει άλλο αρμόδιο δικαστήριο στην Τσεχική Δημοκρατία μπορούν να ασκούνται ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία του εν λόγω προσώπου.

Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) που στρέφεται κατά αλλοδαπού προσώπου μπορεί επίσης να ασκηθεί ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου στον οποίο βρίσκεται η εγκατάστασή του στην Τσεχική Δημοκρατία ή μια οργανωτική μονάδα της εγκατάστασής του.

Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα ορίζει την έκταση της αρμοδιότητας μεταξύ των επιμέρους ειδών δικαστηρίων, και καθορίζει το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να εκδικάσει την υπόθεση στον πρώτο βαθμό. Στις πολιτικές δίκες, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των δικαστηρίων υπαγορεύει ότι τα πρωτοδικεία είναι αρμόδια στον πρώτο βαθμό, εκτός αν ο νόμος ρητά ορίζει ότι καθ’ ύλην αρμόδια είναι τα περιφερειακά δικαστήρια ή το Ανώτατο Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας.

Η λειτουργική αρμοδιότητα ορίζει την έκταση της αρμοδιότητας των δικαστηρίων διαφορετικού είδους που εκδικάζουν διαδοχικά την ίδια υπόθεση όποτε ασκούνται τακτικά και έκτακτα ένδικα μέσα (με άλλα λόγια, ορίζει ποιο δικαστήριο θα αποφασίσει επί τακτικών και έκτακτων ενδίκων μέσων).

5 Σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ ενόψει του είδους της υπόθεσής μου και του επίδικου ποσού:

Όπως έχει ήδη αποσαφηνιστεί ανωτέρω (βλέπε την απάντηση στην ερώτηση αριθ. 4) η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των δικαστηρίων στις πολιτικές δίκες υπαγορεύει ότι η διαδικασία στον πρώτο βαθμό εμπίπτει ουσιωδώς στην αρμοδιότητα των πρωτοδικείων.

Στην εν λόγω αρχή υπάρχουν εξαιρέσεις υπέρ των περιφερειακών δικαστηρίων, τα οποία εκδικάζουν και αποφασίζουν επί των υποθέσεων που απαριθμώνται στις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 του νόμου αριθ. 99/196 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Πρωτίστως, πρόκειται για αποφάσεις επί υποθέσεων που λόγω της φύσης τους, απαιτούν συγκεκριμένο επίπεδο ειδίκευσης και επί υποθέσεων που είναι πιο σύνθετες όσον αφορά τη νομική και ιστορική τους βάση. Τα περιφερειακά δικαστήρια αποφασίζουν ως δικαστήρια πρώτου βαθμού στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) διαφορές μεταξύ του εργοδότη και του λήπτη της παροχής που αφορούν τον αμοιβαίο συμβιβασμό σε αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές συνταξιοδοτικής ασφάλισης, ασφάλισης ασθενείας, κρατικής κοινωνικής πρόνοιας και συνδρομής λόγω ουσιώδους ανάγκης και σε διαφορές που αφορούν τον αμοιβαίο συμβιβασμό σε αντισταθμιστική αποζημίωση που καταβάλλεται λόγω του δικαιώματος χορήγησης παροχής ασφάλισης ασθενείας,

β) σε διαφορές που αφορούν τη νομιμότητα μιας απεργίας ή ανταπεργίας,

γ) σε διαφορές που αφορούν ένα αλλοδαπό κράτος ή πρόσωπα που χαίρουν διπλωματικής ασυλίας και προνομίων, αν οι εν λόγω διαφορές εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων της Τσεχίας,

δ) σε διαφορές που αφορούν την ακύρωση διαιτητικής απόφασης για την εκτέλεση υποχρεώσεων που απορρέουν από συλλογική συμφωνία,

ε) σε υποθέσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις που συνδέονται με τη σύσταση εμπορικών εταιρειών, ιδρυμάτων, κληροδοτημάτων και κεφαλαίων από δωρεές και σε διαφορές μεταξύ εμπορικών εταιρειών, των εταίρων ή των μελών τους, καθώς και σε αμοιβαίες διαφορές μεταξύ εταίρων και μελών που απορρέουν από τη συμμετοχή τους στην εμπορική εταιρεία,

στ) σε διαφορές μεταξύ εμπορικών εταιρειών, των εταίρων ή των μελών τους και των μελών των καταστατικών τους οργάνων ή των εκκαθαριστών, για σχέσεις που αφορούν την άσκηση της εξουσίας των μελών των καταστατικών οργάνων ή των εκκαθαριστών,

ζ) σε διαφορές που απορρέουν από το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας,

η) σε διαφορές που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων που έχουν απειληθεί ή παραβιαστεί λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού ή των παράνομων περιορισμών του ανταγωνισμού,

θ) σε υποθέσεις που αφορούν την προστασία της επωνυμίας και της φήμης ενός νομικού προσώπου,

ι) σε διαφορές που αφορούν την οικονομική εξασφάλιση και διαφορές που αφορούν συναλλαγματικές, γραμμάτια σε διαταγή και επενδυτικά μέσα,

ια) σε διαφορές που απορρέουν από συναλλαγές του χρηματιστηρίου εμπορευμάτων,

ιβ) σε υποθέσεις που αφορούν τις γενικές συνελεύσεις της ένωσης ιδιοκτητών και τις διαφορές που απορρέουν από αυτές, με εξαίρεση τις διαφορές που αφορούν τις εισφορές των μελών της ένωσης για τη διαχείριση της στέγης και της γης, σε διαφορές που αφορούν την προκαταβολή της παροχής υπηρεσιών και τη μέθοδο κατανομής των εξόδων των υπηρεσιών,

ιγ) υποθέσεις που αφορούν τη μετατροπή εταιρειών και συνεταιρισμών, συμπεριλαμβανομένης κάθε τυχόν διαδικασίας αποζημίωσης, σύμφωνα με ειδικό κανονισμό,

ιδ) σε διαφορές που αφορούν την αγορά εγκατάστασης, τη μίσθωση εγκατάστασης ή μέρους αυτής,

ιε) σε διαφορές που αφορούν συμβάσεις κατασκευής έργου που υπερβαίνουν το όριο των δημοσίων συμβάσεων, περιλαμβανομένων των αναγκαίων προμηθειών για την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων,

ιστ) σε υποθέσεις νομικής ευθύνης, όταν ένας εκ των διαδίκων δεν ενήργησε με τη δέουσα επιμέλεια,

ιζ) σε διαφορές που προκύπτουν από τους κανόνες που διέπουν τους ομίλους επιχειρήσεων,

ιη) σε διαφορές που απορρέουν από τη διασφάλιση των απαιτήσεων των πιστωτών σε περίπτωση μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας ή μείωσης της βασικής επένδυσης ενός εκ των μελών συνεταιρισμού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας είναι αρμόδιο στον πρώτο και μόνο βαθμό στη διαδικασία αναγνώρισης αλλοδαπών αποφάσεων επί γαμικών διαφορών [τούτο δεν ισχύει για την αναγνώριση αποφάσεων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, εφόσον εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) του Συμβουλίου αριθ. 2201/2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1347/2000] και σε υποθέσεις αναγνώρισης και άρνησης πατρότητας δυνάμει των άρθρων 51 και 55 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 91/2012, για το διεθνές ιδιωτικό δίκαιο.

6 Μπορώ να απευθυνθώ στο δικαστήριο μόνος ή χρειάζεται να χρησιμοποιήσω κάποιον ενδιάμεσο, για παράδειγμα, δικηγόρο;

Στις αστικές διαδικασίες της Τσεχίας δεν υπάρχει γενική υποχρέωση εκπροσώπησης από δικηγόρο.

Ικανότητα ενεργητικής ή παθητικής δικαστικής παράστασης

Όλοι μπορεί να ενεργούν ανεξάρτητα ενώπιον του δικαστηρίου ως διάδικοι σε δίκη στο πλαίσιο της δικαιοπρακτικής τους ικανότητας [άρθρο 20 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 99/1963, κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί]. Ένα φυσικό πρόσωπο αποκτά πλήρη ικανότητα ενεργητικής δικαστικής παράστασης με την ενηλικίωσή του. Ενήλικο θεωρείται το πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του. Πριν από αυτήν την ηλικία, η ενηλικότητα αποκτάται με την αποδοχή της αίτησης αναγνώρισης δικαιοπρακτικής ικανότητας – βλέπε άρθρο 37 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας) ή με σύναψη γάμου. Αν ο/η διάδικος δεν έχει πλήρη ικανότητα ενεργητικής δικαστικής παράστασης, μπορεί να εκπροσωπηθεί στη διαδικασία. Το ενήλικο πρόσωπο που έχει περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί επίσης να στερείται την ικανότητα ενεργητικής ή παθητικής δικαστικής παράστασης.

Η εκπροσώπηση απορρέει από τον νόμο ή από απόφαση δημόσιας αρχής (νόμιμη εκπροσώπηση) ή από πληρεξούσιο. Όποιος παρίσταται στη διαδικασία ως εκπρόσωπος διαδίκου πρέπει να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία της εν λόγω εκπροσώπησης.

Φυσικό πρόσωπο που δεν είναι σε θέση να ενεργήσει ανεξάρτητα ενώπιον του δικαστηρίου πρέπει να εκπροσωπηθεί από τον νόμιμο εκπρόσωπό του ή τον δικαστικό συμπαραστάτη [άρθρα 22-23 και άρθρο 29an του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Οι διάδικοι στη διαδικασία (με δικαιοπρακτική ικανότητα) μπορούν επίσης να εκπροσωπηθούν από πρόσωπο της επιλογής τους βάσει πληρεξουσίου [άρθρα 24--28 a του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

7 Για την κίνηση της διαδικασίας, σε ποιον συγκεκριμένα πρέπει να απευθυνθώ: στην υποδοχή, στη γραμματεία του δικαστηρίου ή σε κάποια άλλη υπηρεσία;

Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) κατατίθεται ενώπιον του δικαστηρίου που έχει καθ’ ύλην, κατά τόπον και λειτουργική αρμοδιότητα. Οι διευθύνσεις των επιμέρους δικαστηρίων της Τσεχίας, μπορούν να βρεθούν στον δικτυακό τόπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Τσεχίας.

8 Σε ποια γλώσσα πρέπει να διατυπώσω την αίτησή μου; Μπορώ να την υποβάλω προφορικά ή πρέπει να την υποβάλω οπωσδήποτε εγγράφως; Μπορώ να την υποβάλω με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο;

Όλοι οι διάδικοι είναι ίσοι στη διαδικασία ενώπιον του πολιτικού δικαστηρίου και έχουν το δικαίωμα η ακροαματική διαδικασία να διεξάγεται στη μητρική τους γλώσσα [βλέπε άρθρο 18 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)]. Το δικαίωμα δικαστικής ακρόασης στη μητρική γλώσσα περιορίζεται στην προφορική διαδικασία και δεν εφαρμόζεται στη γραπτή επικοινωνία μεταξύ του δικαστηρίου και των διαδίκων (και αντιστρόφως) — επομένως, τα έγγραφα υποβάλλονται στην τσεχική γλώσσα.

Η αίτηση κίνησης της διαδικασίας μπορεί να είναι γραπτή – βλέπε άρθρο 42 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Η γραπτή κατάθεση πρέπει να έχει έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή και να αποστέλλεται μέσω δημόσιου δικτύου δεδομένων ή μέσω τηλεομοιοτυπίας. Η γραπτή κατάθεση που περιλαμβάνει αίτηση επί της ουσίας και υποβάλλεται μέσω τηλεομοιοτυπίας ή σε ηλεκτρονική μορφή θα πρέπει το αργότερο σε διάστημα τριών ημερών να ακολουθηθεί από την υποβολή του πρωτότυπου εγγράφου ή τη γραπτή υποβολή του πανομοιότυπου κειμένου. Όταν η κατάθεση γίνεται με ηλεκτρονική μορφή και φέρει πιστοποιημένη ηλεκτρονική υπογραφή (δυνάμει του νόμου αριθ. 227/2000 για την ηλεκτρονική υπογραφή, όπως έχει τροποποιηθεί) ή όταν μια κατάθεση γίνεται σε ηλεκτρονική μορφή δυνάμει ειδικού κανονισμού (νόμος αριθ. 300/2008 για τις ηλεκτρονικές πράξεις και την εγκεκριμένη μετατροπή εγγράφων) δεν απαιτείται να ακολουθήσει η υποβολή των πρωτότυπων εγγράφων.

Η αίτηση κίνησης της διαδικασίας και το αίτημα έκδοσης διαταγής εκτέλεσης μπορούν να προβληθούν μόνον προφορικά και να καταχωριστούν (βλέπε άρθρο 14 του νόμου αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, όπως έχει τροποποιηθεί) σε διαδικασία που μπορεί να κινηθεί και χωρίς αίτηση ή σε διαδικασία για τη χορήγηση άδειας γάμου, στη διαδικασία για την προστασία από την ενδοοικογενειακή βία, στη διαδικασία αναγνώρισης ή άρνησης πατρότητας και στη διαδικασία υιοθεσίας. Κάθε πρωτοδικείο οφείλει να καταχωρίζει την κατάθεση στο μητρώο του και να τη διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στο αρμόδιο δικαστήριο. Αυτού του είδους η κατάθεση έχει την ισχύ που θα είχε αν γινόταν στο αρμόδιο δικαστήριο.

9 Υπάρχουν ειδικά έντυπα για την άσκηση αγωγής; Αν όχι, πώς κινείται η διαδικασία; Ο φάκελος της αγωγής πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά ορισμένα στοιχεία;

Δεν διατίθενται προκαθορισμένα έντυπα για την κατάθεση της αγωγής (αίτηση κίνησης της διαδικασίας). Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) πρέπει να περιλαμβάνει τα γενικά στοιχεία [βλέπε άρθρο 42 παράγραφος 4 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)] και τα ειδικά στοιχεία (βλέπε άρθρο 79 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Τα γενικά στοιχεία περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται η αίτηση και τον προσδιορισμό του ενάγοντος. Η αγωγή πρέπει επίσης να εκθέτει σαφώς το αίτημα και την υπόθεση που αφορά και πρέπει να είναι υπογεγραμμένη και χρονολογημένη.

Τα ειδικά στοιχεία περιλαμβάνουν το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση των διαδίκων ή την ημερομηνία γέννησης και τους αριθμούς ταυτοποίησης των διαδίκων (διακριτικός τίτλος ή επωνυμία και έδρα του νομικού προσώπου, αριθμός ταυτοποίησης, όνομα της χώρας και οικεία οργανωτική μονάδα του δημοσίου που το εκπροσωπεί στο δικαστήριο), καθώς και αυτά των εκπροσώπων τους, εφόσον απαιτείται, και περιγραφή των κύριων πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων στα οποία στηρίζεται ο ενάγων· η αγωγή πρέπει επίσης να αποσαφηνίζει το αίτημα του ενάγοντος.

Αν η αίτηση δεν περιλαμβάνει τα αναγκαία στοιχεία ή είναι ακατάληπτη ή ασαφής, το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να άρει τα εν λόγω ελαττώματα μέσα σε συγκεκριμένο διάστημα, διαφορετικά η διαδικασία δεν μπορεί να συνεχιστεί λόγω αυτών και το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση κίνησης της διαδικασίας. Το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχει κατατεθεί έως ότου διορθωθεί ή συμπληρωθεί ορθά – βλέπε άρθρο 43 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί με τον απαιτούμενο αριθμό αντιτύπων, ώστε να διασφαλιστεί ότι το δικαστήριο θα λάβει ένα αντίτυπο και ότι κάθε διάδικος θα λάβει από ένα αντίτυπο, εφόσον απαιτείται – βλέπε άρθρο 42 παρ. 4 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί).

10 Χρειάζεται να καταβληθούν τέλη στο δικαστήριο; Αν ναι, πότε; Η αμοιβή του δικηγόρου προκαταβάλλεται;

Δικαστικά έξοδα για διαδικασίες ενώπιον των δικαστηρίων της Τσεχικής Δημοκρατίας, προκύπτουν για τις πράξεις που παρατίθενται στον πίνακα εξόδων και για τις επιμέρους πράξεις που διενεργούν τα δικαστήρια και τις πράξεις που διενεργεί η διοίκηση των δικαστηρίων. Τα ποσά των εν λόγω εξόδων ορίζονται στον νόμο αριθ. 549/1991 για τα δικαστικά τέλη, όπως έχει τροποποιηθεί. Τα δικαστικά έξοδα είτε ορίζονται ως πάγιο ποσό είτε προσδιορίζονται ως ποσοστό, βάσει της αξίας του αντικειμένου της δίκης.

Ορισμένες υποθέσεις (πρωτίστως όσες δεν αποτελούν αντικείμενο αντιδικίας) απαλλάσσονται από τα εν λόγω έξοδα. Στις υποθέσεις που «εξαιρούνται ουσιωδώς» περιλαμβάνονται οι υποθέσεις που αφορούν την επιτροπεία, την υιοθεσία, τις υποχρεώσεις διατροφής μεταξύ γονέων και τέκνων, κ.ο.κ. Οι εν λόγω διαδικασίες απαλλάσσονται πλήρως από τα έξοδα.

Οι ενάγοντες στη διαδικασία καθορισμού των πληρωμών διατροφής, αποζημίωσης για βλάβη της υγείας, εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών νόσων κ.ο.κ. απαλλάσσονται προσωπικά από τα έξοδα. Αν σε συγκεκριμένη διαδικασία ο ενάγων απαλλάσσεται προσωπικά από τα έξοδα και το δικαστήριο κάνει δεκτή την αγωγή του, ο εναγόμενος ευθύνεται για την καταβολή των εξόδων.

Ενδέχεται επίσης να γίνουν δεκτές οι καλούμενες επιμέρους απαλλαγές που συναρτώνται με την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων και τις ειδικές περιστάσεις της υπό εκδίκαση υπόθεσης. Αν ο/η ενάγων/-ουσα έχει ουσιώδη ανάγκη λόγω μακροπρόθεσμης ανεργίας, σοβαρής ασθένειας, κ.ο.κ., μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την πλήρη ή εν μέρει απαλλαγή του/της από τα έξοδα. Κατά προτίμηση, η σχετική αίτηση θα πρέπει να επισυνάπτεται στην αρχική αγωγή. Όταν αποφασίζει επί των απαλλαγών από την πληρωμή των εξόδων, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία του αιτούντα, τις οικονομικές και κοινωνικές περιστάσεις, το ύψος του δικαστικού τέλους, τη φύση της αξίωσης που έχει προβληθεί, κ.ο.κ. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να πρόκειται για αυθαίρετη ή καταχρηστική άσκηση ή παρεμπόδιση δικαιωμάτων. Βλέπε επίσης «Νομική συνδρομή-Τσεχική Δημοκρατία».

Το τέλος καταβάλλεται μόλις ασκηθεί η αγωγή που κινεί τη διαδικασία. Αν δεν καταβληθεί κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης, το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να καταβάλει το τέλος και θα του υποδείξει ότι σε περίπτωση μη καταβολής του τέλους στο διάστημα που έχει ταχθεί, η διαδικασία θα ανασταλεί.

11 Μπορώ να τύχω νομικής συνδρομής;

Βλέπε «Νομική συνδρομή-Τσεχική Δημοκρατία».

12 Από ποιο χρονικό σημείο και εξής η αγωγή μου θεωρείται επισήμως ασκηθείσα; Θα μου δώσουν οι αρχές πληροφορίες για το κατά πόσον η αγωγή μου έχει ασκηθεί εγκύρως;

Η δίκη ξεκινά την ημέρα που η αίτηση κατατίθεται στο δικαστήριο [βλέπε άρθρο 82 αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)] ή όταν εκδίδεται από το δικαστήριο απόφαση κίνησης της διαδικασίας χωρίς αίτηση [βλέπε άρθρο 13 παρ. 2 του νόμου αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, όπως έχει τροποποιηθεί)]. Μόνη η κατάθεση της αγωγής (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) στο δικαστήριο κινεί τη διαδικασία και το δικαστήριο δεν επιβεβαιώνει με ειδικό τρόπο ότι έχει ξεκινήσει η διαδικασία. Αν μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) κατατεθεί προσωπικά στο μητρώο του δικαστηρίου, η κατάθεση μπορεί να επιβεβαιωθεί με χορήγηση σφραγισμένου αντιγράφου της αγωγής.

Αν η αίτηση έχει ελαττώματα (δεν περιλαμβάνει τα προκαθορισμένα στοιχεία ή είναι ασαφής ή ακατάληπτη), το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να τα άρει. Αν τα εν λόγω ελαττώματα δεν θεραπευθούν στο διάστημα που τάσσει το δικαστήριο και η διαδικασία δεν μπορεί να συνεχιστεί γι’ αυτόν τον λόγο, το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση κίνησης της διαδικασίας και αναστέλλει τη διαδικασία.

13 Θα λάβω λεπτομερείς πληροφορίες για το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων που θα ακολουθήσουν την προσφυγή στο δικαστήριο (π.χ. όσον αφορά το πότε θα πρέπει να εμφανιστώ στο δικαστήριο);

Μόλις ξεκινήσει η διαδικασία, το δικαστήριο προχωρά στην εξέταση της υπόθεσης, χωρίς περαιτέρω αιτήσεις, ώστε να διασφαλίσει ότι η υπόθεση θα συζητηθεί και θα κριθεί το συντομότερο δυνατό – βλέπε άρθρο 100 παρ. 1 του νόμου αριθ. 99/1963(κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Το δικαστήριο οφείλει να επιδώσει την αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) στα λοιπά μέρη της διαδικασίας αυτοπροσώπως (βλέπε άρθρο 79 παράγραφος 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, το δικαστήριο ενημερώνει τα μέρη για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Σε περίπτωση που πρέπει να διενεργηθεί μια συγκεκριμένη δικονομική πράξη, το δικαστήριο τάσσει προθεσμία για τη διενέργειά της.

Οι διάδικοι και οι εκπρόσωποί τους έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν τον φάκελο της υπόθεσης, εκτός από τα πρακτικά της ψηφοφορίας, και να λαμβάνουν αποσπάσματα και αντίγραφα. Ο προεδρεύων δικαστής επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και έγκυρους λόγους να ελέγχει τον φάκελο και να λαμβάνει αποσπάσματα και αντίγραφα, εκτός αν πρόκειται για φάκελο με περιεχόμενο που πρέπει να τηρηθεί απόρρητο – βλέπε άρθρο 44 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί).

14 Είμαι αναγκασμένος να προσφύγω σε δικαστήριο ή υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση;

Όλοι έχουν το δικαίωμα προσφυγής σε δικαστήριο για την προστασία ενός δικαιώματός τους που έχει απειληθεί ή παραβιαστεί. Πάντοτε κρίνεται σκόπιμο να επιχειρείται πρώτα η φιλική επίλυση της διαφοράς. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικές μέθοδοι επίλυσης διαφορών. Σε συγκεκριμένους τομείς του αστικού δικαίου, το κράτος παρέχει το δικαίωμα στα μέρη της υπόψη έννομης σχέσης να αναθέσουν σε άλλον ιδιωτικό φορέα την επίλυση της διαφοράς. Στην Τσεχική Δημοκρατία κάτι τέτοιο πραγματοποιείται μέσω της διαιτησίας, που ρυθμίζεται από τον νόμο αριθ. 216/1994, για τη διαδικασία διαιτησίας και την εκτέλεση των αποφάσεων διαιτησίας, όπως έχει τροποποιηθεί. Η διαδικασία της διαιτησίας καταλήγει σε απόφαση διαιτησίας, που είναι δεσμευτική και για τους δύο διαδίκους και έχει την ισχύ εκτελεστής απόφασης. Η διαμεσολάβηση σε μη ποινικές υποθέσεις ρυθμίζεται από τον νόμο αριθ. 202/2012 Συλλ., για τη διαμεσολάβηση και την τροποποίηση συγκεκριμένων νόμων (νόμος περί διαμεσολάβησης). Για περαιτέρω λεπτομέρειες, παρακαλείστε να ανατρέξετε στην ενότητα «Εναλλακτική επίλυση διαφορών-Τσεχική Δημοκρατία».

Ακόμη και έπειτα από την προσφυγή σας στο δικαστήριο, ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης, ενδεχομένως να μπορείτε να εισηγηθείτε στο δικαστήριο την επιδίωξη φιλικού συμβιβασμού (βλέπε άρθρα 67-69 και άρθρο 99 του νόμου αριθ. 99/1963, κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Ο εγκεκριμένος δικαστικός συμβιβασμός έχει την ισχύ αμετάκλητης απόφασης. Συνιστά επίσης εκτελεστό τίτλο μιας δικαστικής απόφασης (εκτέλεση). Ο εγκεκριμένος δικαστικός συμβιβασμός δημιουργεί κώλυμα δεδικασμένου.

15 Υπάρχει προθεσμία προσφυγής στο δικαστήριο;

Οι προθεσμίες ποικίλλουν ανάλογα με την υπόθεση και γιʼ αυτόν τον λόγο είναι προτιμότερο να αναζητούνται νομικές συμβουλές το συντομότερο δυνατό. Η αγωγή πρέπει να ασκηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου πριν από την πάροδο του χρόνου παραγραφής (η αγωγή πρέπει να κατατεθεί ενώπιον του δικαστηρίου εντός του χρόνου παραγραφής).

Σε περίπτωση παραγραφής λόγω παρόδου του χρόνου που προβλέπεται από τον νόμο, η υποχρέωση του οφειλέτη δεν αποσβένεται, αλλά αποδυναμώνεται. Τούτο σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται η εκπλήρωσή της σε περίπτωση που ο οφειλέτης επικαλεστεί την παραγραφή. Γενικά, η παραγραφή ρυθμίζεται στα άρθρα 609-653 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας). Η γενική παραγραφή είναι τριετής και άρχεται την πρώτη ημέρα που θα μπορούσε να ασκηθεί το δικαίωμα. Η διάρκεια της εκάστοτε ειδικής περιόδου παραγραφής εξαρτάται από τη φύση του ασκούμενου δικαιώματος.

16 Πρέπει να απευθυνθώ σε δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους;

Βλέπε «Διεθνής δικαιοδοσία – Τσεχική Δημοκρατία».

17 Αν ναι, σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ σε συνάρτηση με τον τόπο κατοικίας μου και τον τόπο κατοικίας του αντιδίκου ή με άλλα στοιχεία της υπόθεσής μου;

Η αρμοδιότητα των δικαστηρίων καθορίζεται από τους κανόνες της κατά τόπον, της καθ’ ύλην και της λειτουργικής αρμοδιότητας.

Η κατά τόπον αρμοδιότητα ορίζει την έκταση αρμοδιότητας μεταξύ των επιμέρους ομοειδών δικαστηρίων. Καθορίζει ποιο συγκεκριμένο πρωτοβάθμιο δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάσει και να εκδώσει απόφαση επί μιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Οι βασικοί κανόνες της κατά τόπον αρμοδιότητας ορίζονται στα άρθρα 84 ως 89α του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις η κατά τόπον αρμοδιότητα μπορεί να ρυθμίζεται με ενωσιακή νομοθεσία που ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη και υπερισχύει του εθνικού δικαίου (βλέπε συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού αριθ. 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που ρυθμίζει όχι μόνον τη διεθνή αλλά και την κατά τόπον αρμοδιότητα), πράγμα που σημαίνει ότι δεν εφαρμόζονται πάντοτε οι κανόνες για την κατά τόπον αρμοδιότητα που προβλέπει το δίκαιο της Τσεχίας.

Κατά τόπον αρμόδιο είναι το γενικό δικαστήριο του διαδίκου κατά του οποίου στρέφεται η αξίωση (του εναγομένου), εκτός αν άλλως ορίζει ο νόμος. Γενικό δικαστήριο είναι πάντοτε το πρωτοδικείο (okresní soud). Όταν ένα περιφερειακό δικαστήριο (krajský soud) είναι αρμόδιο στον πρώτο βαθμό (βλέπε ερώτηση 2.1), κατά τόπον αρμόδιο είναι το περιφερειακό δικαστήριο του τόπου του γενικού δικαστηρίου (πρωτοδικείου) του διαδίκου. Σε αγωγή που στρέφεται κατά περισσότερων εναγομένων, κατά τόπον αρμόδιο είναι το γενικό δικαστήριο οποιουδήποτε εναγομένου.

  • Το γενικό δικαστήριο του φυσικού προσώπου είναι το πρωτοδικείο του τόπου κατοικίας του και, αν ο/η διάδικος δεν έχει κατοικία, το δικαστήριο του τόπου διαμονής του/της. Ως κατοικία νοείται ο τόπος διαμονής του φυσικού προσώπου με πρόθεση μόνιμης κατοικίας (ενδέχεται να υπάρχουν περισσότεροι τέτοιοι τόποι, οπότε όλα τα οικεία δικαστήρια έχουν γενική κατά τόπον αρμοδιότητα).
  • Δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας ενός φυσικού προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, σε υποθέσεις που απορρέουν από επιχειρηματικές δραστηριότητες, είναι το πρωτοδικείο του τόπου άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εν λόγω φυσικού προσώπου (ως τόπος άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας νοείται η διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη στο δημόσιο μητρώο) αν το πρόσωπο δεν έχει τόπο άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας, γενικό δικαστήριο είναι το πρωτοδικείο του τόπου της κατοικίας του και αν το πρόσωπο δεν έχει κατοικία, το πρωτοδικείο του τόπου διαμονής του.
  • Το κριτήριο για τον καθορισμό του δικαστηρίου γενικής αρμοδιότητας ενός νομικού προσώπου είναι η έδρα του νομικού προσώπου – βλέπε άρθρα 136–137 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας).
  • Το δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας διαχειριστή/-ίστριας αφερεγγυότητας κατά την εκτέλεση του έργου του/της είναι το πρωτοδικείο του τόπου της έδρας του/της.
  • Ειδικοί κανόνες ισχύουν για το δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας του δημοσίου (το δικαστήριο του τόπου της έδρας της κρατικής οργανωτικής μονάδας που είναι αρμόδια βάσει ειδικού κανονισμού, και αν το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο δεν μπορεί να καθοριστεί μʼ αυτόν τον τρόπο, το δικαστήριο του τόπου όπου επήλθαν οι περιστάσεις που αποτέλεσαν τη γενεσιουργό αιτία του αξιούμενου δικαιώματος), ενός δήμου (το δικαστήριο της περιφέρειας του δήμου) και ενός ιεραρχικά ανώτερου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης (το δικαστήριο του τόπου της έδρας των διοικητικών οργάνων).

Αν εναγόμενος/-ομένη τσεχικής ιθαγένειας δεν έχει δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας ή δεν έχει δικαστήριο γενικής αρμοδιότητας στην Τσεχική Δημοκρατία, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου της τελευταίας γνωστής κατοικίας του/της στην Τσεχική Δημοκρατία. Περιουσιακά δικαιώματα κατά προσώπου για το οποίο δεν υπάρχει άλλο αρμόδιο δικαστήριο στην Τσεχική Δημοκρατία μπορούν να ασκούνται ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία του εν λόγω προσώπου.

Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) που στρέφεται κατά αλλοδαπού προσώπου μπορεί επίσης να ασκηθεί ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου στον οποίο βρίσκεται η εγκατάστασή του στην Τσεχική Δημοκρατία ή μια οργανωτική μονάδα της εγκατάστασής του.

Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα ορίζει την έκταση της αρμοδιότητας μεταξύ των επιμέρους ειδών δικαστηρίων, και καθορίζει το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να εκδικάσει την υπόθεση στον πρώτο βαθμό. Στις πολιτικές δίκες, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των δικαστηρίων υπαγορεύει ότι τα πρωτοδικεία είναι αρμόδια στον πρώτο βαθμό, εκτός αν ο νόμος ρητά ορίζει ότι καθ’ ύλην αρμόδια είναι τα περιφερειακά δικαστήρια ή το Ανώτατο Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας.

Η λειτουργική αρμοδιότητα ορίζει την έκταση της αρμοδιότητας των δικαστηρίων διαφορετικού είδους που εκδικάζουν διαδοχικά την ίδια υπόθεση όποτε ασκούνται τακτικά και έκτακτα ένδικα μέσα (με άλλα λόγια, ορίζει ποιο δικαστήριο θα αποφασίσει επί τακτικών και έκτακτων ενδίκων μέσων).

18 Σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ ενόψει του είδους της υπόθεσής μου και του επίδικου ποσού:

Όπως έχει ήδη αποσαφηνιστεί ανωτέρω (βλέπε την απάντηση στην ερώτηση αριθ. 4) η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των δικαστηρίων στις πολιτικές δίκες υπαγορεύει ότι η διαδικασία στον πρώτο βαθμό εμπίπτει ουσιωδώς στην αρμοδιότητα των πρωτοδικείων.

Στην εν λόγω αρχή υπάρχουν εξαιρέσεις υπέρ των περιφερειακών δικαστηρίων, τα οποία εκδικάζουν και αποφασίζουν επί των υποθέσεων που απαριθμώνται στις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 του νόμου αριθ. 99/196 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Πρωτίστως, πρόκειται για αποφάσεις επί υποθέσεων που λόγω της φύσης τους, απαιτούν συγκεκριμένο επίπεδο ειδίκευσης και επί υποθέσεων που είναι πιο σύνθετες όσον αφορά τη νομική και ιστορική τους βάση. Τα περιφερειακά δικαστήρια αποφασίζουν ως δικαστήρια πρώτου βαθμού στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) διαφορές μεταξύ του εργοδότη και του λήπτη της παροχής που αφορούν τον αμοιβαίο συμβιβασμό σε αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές συνταξιοδοτικής ασφάλισης, ασφάλισης ασθενείας, κρατικής κοινωνικής πρόνοιας και συνδρομής λόγω ουσιώδους ανάγκης και σε διαφορές που αφορούν τον αμοιβαίο συμβιβασμό σε αντισταθμιστική αποζημίωση που καταβάλλεται λόγω του δικαιώματος χορήγησης παροχής ασφάλισης ασθενείας,

β) σε διαφορές που αφορούν τη νομιμότητα μιας απεργίας ή ανταπεργίας,

γ) σε διαφορές που αφορούν ένα αλλοδαπό κράτος ή πρόσωπα που χαίρουν διπλωματικής ασυλίας και προνομίων, αν οι εν λόγω διαφορές εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων της Τσεχίας,

δ) σε διαφορές που αφορούν την ακύρωση διαιτητικής απόφασης για την εκτέλεση υποχρεώσεων που απορρέουν από συλλογική συμφωνία,

ε) σε υποθέσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις που συνδέονται με τη σύσταση εμπορικών εταιρειών, ιδρυμάτων, κληροδοτημάτων και κεφαλαίων από δωρεές και σε διαφορές μεταξύ εμπορικών εταιρειών, των εταίρων ή των μελών τους, καθώς και σε αμοιβαίες διαφορές μεταξύ εταίρων και μελών που απορρέουν από τη συμμετοχή τους στην εμπορική εταιρεία,

στ) σε διαφορές μεταξύ εμπορικών εταιρειών, των εταίρων ή των μελών τους και των μελών των καταστατικών τους οργάνων ή των εκκαθαριστών, για σχέσεις που αφορούν την άσκηση της εξουσίας των μελών των καταστατικών οργάνων ή των εκκαθαριστών,

ζ) σε διαφορές που απορρέουν από το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας,

η) σε διαφορές που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων που έχουν απειληθεί ή παραβιαστεί λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού ή των παράνομων περιορισμών του ανταγωνισμού,

θ) σε υποθέσεις που αφορούν την προστασία της επωνυμίας και της φήμης ενός νομικού προσώπου,

ι) σε διαφορές που αφορούν την οικονομική εξασφάλιση και διαφορές που αφορούν συναλλαγματικές, γραμμάτια σε διαταγή και επενδυτικά μέσα,

ια) σε διαφορές που απορρέουν από συναλλαγές του χρηματιστηρίου εμπορευμάτων,

ιβ) σε υποθέσεις που αφορούν τις γενικές συνελεύσεις της ένωσης ιδιοκτητών και τις διαφορές που απορρέουν από αυτές, με εξαίρεση τις διαφορές που αφορούν τις εισφορές των μελών της ένωσης για τη διαχείριση της στέγης και της γης, σε διαφορές που αφορούν την προκαταβολή της παροχής υπηρεσιών και τη μέθοδο κατανομής των εξόδων των υπηρεσιών,

ιγ) υποθέσεις που αφορούν τη μετατροπή εταιρειών και συνεταιρισμών, συμπεριλαμβανομένης κάθε τυχόν διαδικασίας αποζημίωσης, σύμφωνα με ειδικό κανονισμό,

ιδ) σε διαφορές που αφορούν την αγορά εγκατάστασης, τη μίσθωση εγκατάστασης ή μέρους αυτής,

ιε) σε διαφορές που αφορούν συμβάσεις κατασκευής έργου που υπερβαίνουν το όριο των δημοσίων συμβάσεων, περιλαμβανομένων των αναγκαίων προμηθειών για την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων,

ιστ) σε υποθέσεις νομικής ευθύνης, όταν ένας εκ των διαδίκων δεν ενήργησε με τη δέουσα επιμέλεια,

ιζ) σε διαφορές που προκύπτουν από τους κανόνες που διέπουν τους ομίλους επιχειρήσεων,

ιη) σε διαφορές που απορρέουν από τη διασφάλιση των απαιτήσεων των πιστωτών σε περίπτωση μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας ή μείωσης της βασικής επένδυσης ενός εκ των μελών συνεταιρισμού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας είναι αρμόδιο στον πρώτο και μόνο βαθμό στη διαδικασία αναγνώρισης αλλοδαπών αποφάσεων επί γαμικών διαφορών [τούτο δεν ισχύει για την αναγνώριση αποφάσεων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, εφόσον εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) του Συμβουλίου αριθ. 2201/2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1347/2000] και σε υποθέσεις αναγνώρισης και άρνησης πατρότητας δυνάμει των άρθρων 51 και 55 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 91/2012, για το διεθνές ιδιωτικό δίκαιο.

19 Μπορώ να απευθυνθώ στο δικαστήριο μόνος ή χρειάζεται να χρησιμοποιήσω κάποιον ενδιάμεσο, για παράδειγμα, δικηγόρο;

Στις αστικές διαδικασίες της Τσεχίας δεν υπάρχει γενική υποχρέωση εκπροσώπησης από δικηγόρο.

Ικανότητα ενεργητικής ή παθητικής δικαστικής παράστασης

Όλοι μπορεί να ενεργούν ανεξάρτητα ενώπιον του δικαστηρίου ως διάδικοι σε δίκη στο πλαίσιο της δικαιοπρακτικής τους ικανότητας [άρθρο 20 παράγραφος 1 του νόμου αριθ. 99/1963, κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί]. Ένα φυσικό πρόσωπο αποκτά πλήρη ικανότητα ενεργητικής δικαστικής παράστασης με την ενηλικίωσή του. Ενήλικο θεωρείται το πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του. Πριν από αυτήν την ηλικία, η ενηλικότητα αποκτάται με την αποδοχή της αίτησης αναγνώρισης δικαιοπρακτικής ικανότητας – βλέπε άρθρο 37 του νόμου αριθ. 89/2012 (αστικός κώδικας) ή με σύναψη γάμου. Αν ο/η διάδικος δεν έχει πλήρη ικανότητα ενεργητικής δικαστικής παράστασης, μπορεί να εκπροσωπηθεί στη διαδικασία. Το ενήλικο πρόσωπο που έχει περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί επίσης να στερείται την ικανότητα ενεργητικής ή παθητικής δικαστικής παράστασης.

Η εκπροσώπηση απορρέει από τον νόμο ή από απόφαση δημόσιας αρχής (νόμιμη εκπροσώπηση) ή από πληρεξούσιο. Όποιος παρίσταται στη διαδικασία ως εκπρόσωπος διαδίκου πρέπει να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία της εν λόγω εκπροσώπησης.

Φυσικό πρόσωπο που δεν είναι σε θέση να ενεργήσει ανεξάρτητα ενώπιον του δικαστηρίου πρέπει να εκπροσωπηθεί από τον νόμιμο εκπρόσωπό του ή τον δικαστικό συμπαραστάτη [άρθρα 22-23 και άρθρο 29an του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

Οι διάδικοι στη διαδικασία (με δικαιοπρακτική ικανότητα) μπορούν επίσης να εκπροσωπηθούν από πρόσωπο της επιλογής τους βάσει πληρεξουσίου [άρθρα 24--28 a του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)].

20 Για την κίνηση της διαδικασίας, σε ποιον συγκεκριμένα πρέπει να απευθυνθώ: στην υποδοχή, στη γραμματεία του δικαστηρίου ή σε κάποια άλλη υπηρεσία;

Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) κατατίθεται ενώπιον του δικαστηρίου που έχει καθ’ ύλην, κατά τόπον και λειτουργική αρμοδιότητα. Οι διευθύνσεις των επιμέρους δικαστηρίων της Τσεχίας, μπορούν να βρεθούν στον δικτυακό τόπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Τσεχίας.

21 Σε ποια γλώσσα πρέπει να διατυπώσω την αίτησή μου; Μπορώ να την υποβάλω προφορικά ή πρέπει να την υποβάλω οπωσδήποτε εγγράφως; Μπορώ να την υποβάλω με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο;

Όλοι οι διάδικοι είναι ίσοι στη διαδικασία ενώπιον του πολιτικού δικαστηρίου και έχουν το δικαίωμα η ακροαματική διαδικασία να διεξάγεται στη μητρική τους γλώσσα [βλέπε άρθρο 18 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)]. Το δικαίωμα δικαστικής ακρόασης στη μητρική γλώσσα περιορίζεται στην προφορική διαδικασία και δεν εφαρμόζεται στη γραπτή επικοινωνία μεταξύ του δικαστηρίου και των διαδίκων (και αντιστρόφως) — επομένως, τα έγγραφα υποβάλλονται στην τσεχική γλώσσα.

Η αίτηση κίνησης της διαδικασίας μπορεί να είναι γραπτή – βλέπε άρθρο 42 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Η γραπτή κατάθεση πρέπει να έχει έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή και να αποστέλλεται μέσω δημόσιου δικτύου δεδομένων ή μέσω τηλεομοιοτυπίας. Η γραπτή κατάθεση που περιλαμβάνει αίτηση επί της ουσίας και υποβάλλεται μέσω τηλεομοιοτυπίας ή σε ηλεκτρονική μορφή θα πρέπει το αργότερο σε διάστημα τριών ημερών να ακολουθηθεί από την υποβολή του πρωτότυπου εγγράφου ή τη γραπτή υποβολή του πανομοιότυπου κειμένου. Όταν η κατάθεση γίνεται με ηλεκτρονική μορφή και φέρει πιστοποιημένη ηλεκτρονική υπογραφή (δυνάμει του νόμου αριθ. 227/2000 για την ηλεκτρονική υπογραφή, όπως έχει τροποποιηθεί) ή όταν μια κατάθεση γίνεται σε ηλεκτρονική μορφή δυνάμει ειδικού κανονισμού (νόμος αριθ. 300/2008 για τις ηλεκτρονικές πράξεις και την εγκεκριμένη μετατροπή εγγράφων) δεν απαιτείται να ακολουθήσει η υποβολή των πρωτότυπων εγγράφων.

Η αίτηση κίνησης της διαδικασίας και το αίτημα έκδοσης διαταγής εκτέλεσης μπορούν να προβληθούν μόνον προφορικά και να καταχωριστούν (βλέπε άρθρο 14 του νόμου αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, όπως έχει τροποποιηθεί) σε διαδικασία που μπορεί να κινηθεί και χωρίς αίτηση ή σε διαδικασία για τη χορήγηση άδειας γάμου, στη διαδικασία για την προστασία από την ενδοοικογενειακή βία, στη διαδικασία αναγνώρισης ή άρνησης πατρότητας και στη διαδικασία υιοθεσίας. Κάθε πρωτοδικείο οφείλει να καταχωρίζει την κατάθεση στο μητρώο του και να τη διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στο αρμόδιο δικαστήριο. Αυτού του είδους η κατάθεση έχει την ισχύ που θα είχε αν γινόταν στο αρμόδιο δικαστήριο.

22 Υπάρχουν ειδικά έντυπα για την άσκηση αγωγής; Αν όχι, πώς κινείται η διαδικασία; Ο φάκελος της αγωγής πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά ορισμένα στοιχεία;

Δεν διατίθενται προκαθορισμένα έντυπα για την κατάθεση της αγωγής (αίτηση κίνησης της διαδικασίας). Μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) πρέπει να περιλαμβάνει τα γενικά στοιχεία [βλέπε άρθρο 42 παράγραφος 4 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)] και τα ειδικά στοιχεία (βλέπε άρθρο 79 παράγραφος 1 του κώδικα πολιτικής δικονομίας).

Τα γενικά στοιχεία περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται η αίτηση και τον προσδιορισμό του ενάγοντος. Η αγωγή πρέπει επίσης να εκθέτει σαφώς το αίτημα και την υπόθεση που αφορά και πρέπει να είναι υπογεγραμμένη και χρονολογημένη.

Τα ειδικά στοιχεία περιλαμβάνουν το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση των διαδίκων ή την ημερομηνία γέννησης και τους αριθμούς ταυτοποίησης των διαδίκων (διακριτικός τίτλος ή επωνυμία και έδρα του νομικού προσώπου, αριθμός ταυτοποίησης, όνομα της χώρας και οικεία οργανωτική μονάδα του δημοσίου που το εκπροσωπεί στο δικαστήριο), καθώς και αυτά των εκπροσώπων τους, εφόσον απαιτείται, και περιγραφή των κύριων πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων στα οποία στηρίζεται ο ενάγων· η αγωγή πρέπει επίσης να αποσαφηνίζει το αίτημα του ενάγοντος.

Αν η αίτηση δεν περιλαμβάνει τα αναγκαία στοιχεία ή είναι ακατάληπτη ή ασαφής, το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να άρει τα εν λόγω ελαττώματα μέσα σε συγκεκριμένο διάστημα, διαφορετικά η διαδικασία δεν μπορεί να συνεχιστεί λόγω αυτών και το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση κίνησης της διαδικασίας. Το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχει κατατεθεί έως ότου διορθωθεί ή συμπληρωθεί ορθά – βλέπε άρθρο 43 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί με τον απαιτούμενο αριθμό αντιτύπων, ώστε να διασφαλιστεί ότι το δικαστήριο θα λάβει ένα αντίτυπο και ότι κάθε διάδικος θα λάβει από ένα αντίτυπο, εφόσον απαιτείται – βλέπε άρθρο 42 παρ. 4 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί).

23 Χρειάζεται να καταβληθούν τέλη στο δικαστήριο; Αν ναι, πότε; Η αμοιβή του δικηγόρου προκαταβάλλεται;

Δικαστικά έξοδα για διαδικασίες ενώπιον των δικαστηρίων της Τσεχικής Δημοκρατίας, προκύπτουν για τις πράξεις που παρατίθενται στον πίνακα εξόδων και για τις επιμέρους πράξεις που διενεργούν τα δικαστήρια και τις πράξεις που διενεργεί η διοίκηση των δικαστηρίων. Τα ποσά των εν λόγω εξόδων ορίζονται στον νόμο αριθ. 549/1991 για τα δικαστικά τέλη, όπως έχει τροποποιηθεί. Τα δικαστικά έξοδα είτε ορίζονται ως πάγιο ποσό είτε προσδιορίζονται ως ποσοστό, βάσει της αξίας του αντικειμένου της δίκης.

Ορισμένες υποθέσεις (πρωτίστως όσες δεν αποτελούν αντικείμενο αντιδικίας) απαλλάσσονται από τα εν λόγω έξοδα. Στις υποθέσεις που «εξαιρούνται ουσιωδώς» περιλαμβάνονται οι υποθέσεις που αφορούν την επιτροπεία, την υιοθεσία, τις υποχρεώσεις διατροφής μεταξύ γονέων και τέκνων, κ.ο.κ. Οι εν λόγω διαδικασίες απαλλάσσονται πλήρως από τα έξοδα.

Οι ενάγοντες στη διαδικασία καθορισμού των πληρωμών διατροφής, αποζημίωσης για βλάβη της υγείας, εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών νόσων κ.ο.κ. απαλλάσσονται προσωπικά από τα έξοδα. Αν σε συγκεκριμένη διαδικασία ο ενάγων απαλλάσσεται προσωπικά από τα έξοδα και το δικαστήριο κάνει δεκτή την αγωγή του, ο εναγόμενος ευθύνεται για την καταβολή των εξόδων.

Ενδέχεται επίσης να γίνουν δεκτές οι καλούμενες επιμέρους απαλλαγές που συναρτώνται με την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων και τις ειδικές περιστάσεις της υπό εκδίκαση υπόθεσης. Αν ο/η ενάγων/-ουσα έχει ουσιώδη ανάγκη λόγω μακροπρόθεσμης ανεργίας, σοβαρής ασθένειας, κ.ο.κ., μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την πλήρη ή εν μέρει απαλλαγή του/της από τα έξοδα. Κατά προτίμηση, η σχετική αίτηση θα πρέπει να επισυνάπτεται στην αρχική αγωγή. Όταν αποφασίζει επί των απαλλαγών από την πληρωμή των εξόδων, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία του αιτούντα, τις οικονομικές και κοινωνικές περιστάσεις, το ύψος του δικαστικού τέλους, τη φύση της αξίωσης που έχει προβληθεί, κ.ο.κ. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να πρόκειται για αυθαίρετη ή καταχρηστική άσκηση ή παρεμπόδιση δικαιωμάτων. Βλέπε επίσης «Νομική συνδρομή-Τσεχική Δημοκρατία».

Το τέλος καταβάλλεται μόλις ασκηθεί η αγωγή που κινεί τη διαδικασία. Αν δεν καταβληθεί κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης, το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να καταβάλει το τέλος και θα του υποδείξει ότι σε περίπτωση μη καταβολής του τέλους στο διάστημα που έχει ταχθεί, η διαδικασία θα ανασταλεί.

24 Μπορώ να τύχω νομικής συνδρομής;

Βλέπε «Νομική συνδρομή-Τσεχική Δημοκρατία».

25 Από ποιο χρονικό σημείο και εξής η αγωγή μου θεωρείται επισήμως ασκηθείσα; Θα μου δώσουν οι αρχές πληροφορίες για το κατά πόσον η αγωγή μου έχει ασκηθεί εγκύρως;

Η δίκη ξεκινά την ημέρα που η αίτηση κατατίθεται στο δικαστήριο [βλέπε άρθρο 82 αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί)] ή όταν εκδίδεται από το δικαστήριο απόφαση κίνησης της διαδικασίας χωρίς αίτηση [βλέπε άρθρο 13 παρ. 2 του νόμου αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, όπως έχει τροποποιηθεί)]. Μόνη η κατάθεση της αγωγής (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) στο δικαστήριο κινεί τη διαδικασία και το δικαστήριο δεν επιβεβαιώνει με ειδικό τρόπο ότι έχει ξεκινήσει η διαδικασία. Αν μια αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) κατατεθεί προσωπικά στο μητρώο του δικαστηρίου, η κατάθεση μπορεί να επιβεβαιωθεί με χορήγηση σφραγισμένου αντιγράφου της αγωγής.

Αν η αίτηση έχει ελαττώματα (δεν περιλαμβάνει τα προκαθορισμένα στοιχεία ή είναι ασαφής ή ακατάληπτη), το δικαστήριο καλεί τον διάδικο να τα άρει. Αν τα εν λόγω ελαττώματα δεν θεραπευθούν στο διάστημα που τάσσει το δικαστήριο και η διαδικασία δεν μπορεί να συνεχιστεί γι’ αυτόν τον λόγο, το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση κίνησης της διαδικασίας και αναστέλλει τη διαδικασία.

26 Θα λάβω λεπτομερείς πληροφορίες για το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων που θα ακολουθήσουν την προσφυγή στο δικαστήριο (π.χ. όσον αφορά το πότε θα πρέπει να εμφανιστώ στο δικαστήριο);

Μόλις ξεκινήσει η διαδικασία, το δικαστήριο προχωρά στην εξέταση της υπόθεσης, χωρίς περαιτέρω αιτήσεις, ώστε να διασφαλίσει ότι η υπόθεση θα συζητηθεί και θα κριθεί το συντομότερο δυνατό – βλέπε άρθρο 100 παρ. 1 του νόμου αριθ. 99/1963(κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί). Το δικαστήριο οφείλει να επιδώσει την αγωγή (αίτηση κίνησης της διαδικασίας) στα λοιπά μέρη της διαδικασίας αυτοπροσώπως (βλέπε άρθρο 79 παράγραφος 3 του κώδικα πολιτικής δικονομίας). Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, το δικαστήριο ενημερώνει τα μέρη για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Σε περίπτωση που πρέπει να διενεργηθεί μια συγκεκριμένη δικονομική πράξη, το δικαστήριο τάσσει προθεσμία για τη διενέργειά της.

Οι διάδικοι και οι εκπρόσωποί τους έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν τον φάκελο της υπόθεσης, εκτός από τα πρακτικά της ψηφοφορίας, και να λαμβάνουν αποσπάσματα και αντίγραφα. Ο προεδρεύων δικαστής επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και έγκυρους λόγους να ελέγχει τον φάκελο και να λαμβάνει αποσπάσματα και αντίγραφα, εκτός αν πρόκειται για φάκελο με περιεχόμενο που πρέπει να τηρηθεί απόρρητο – βλέπε άρθρο 44 του νόμου αριθ. 99/1963 (κώδικας πολιτικής δικονομίας, όπως έχει τροποποιηθεί).

Τελευταία επικαιροποίηση: 27/09/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.